(ed. D. B. Monro and T. W. Allen. Oxford, 1920)
Μετάφραση: Ν. Καζαντζάκη - Ἰ. Θ. Κακριδῆ
1. | -Α- | Λοιμός. Μήνις - Μῆνιν ἄειδε θεὰ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος Ἡ φιλονικία Ἀγαμέμνονα καὶ Ἀχιλλέα, δίπλα στὰ πλοῖα |
2. | -Β- | Ὄνειρος. Διάπειρα. Βοιωτία, κατάλογος πλοίων - Ἄλλοι μέν
ῥα θεοί τε καὶ ἀνέρες ἱπποκορυσταὶ Τὸ ὄνειρο τοῦ Ἀγαμέμνονα καὶ ὁ Κατάλογος τῶν Πλοίων |
3. | -Γ- | Ἀλεξάνδρου καὶ Μενελάου μονομαχία - Αὐτὰρ ἐπεὶ κόσμηθεν
ἅμ᾽ ἡγεμόνεσσιν ἕκαστοι, Πάρις, Μενέλαος, Ἑλένη |
4. | -Δ- | Ὁρκίων σύγχυσις. Ἀγαμέμνονος ἐπιπώλησις - Οἳ δὲ θεοὶ πὰρ
Ζηνὶ καθήμενοι ἠγορόωντο Ἡ σύγκρουση τῶν στρατευμάτων |
5. | -Ε- | Διομήδους ἀριστεία -Ἔνθ᾽ αὖ Τυδεΐδῃ Διομήδεϊ Παλλὰς Ἀθήνη Ὁ Διομήδης μπαίνει στὴ μάχη |
6. | -Ζ- | Ἕκτορος καὶ Ἀνδρομάχης συνομιλία - Τρώων δ᾽ οἰώθη καὶ
Ἀχαιῶν Ἕκτωρ καὶ Ἀνδρομάχη |
7. | -Η- | Ἕκτορος καὶ Αἴαντος μονομαχία. Νεκρών αναίρεσις - ὣς εἰπὼν
πυλέων ἐξέσσυτο φαίδιμος Ἕκτωρ, Μονομαχία Ἕκτορα καὶ Αἴαντα |
8. | -Θ- | Μάχη - Ἠὼς μὲν κροκόπεπλος ἐκίδνατο πᾶσαν ἐπ᾽ αἶαν, Οἱ Τρῶες ἔχουν ἐπιτυχίες στὴν μάχη |
9. | -Ι- | Πρεσβεία πρὸς Ἀχιλλέα. Λιταί - ὣς οἱ μὲν Τρῶες φυλακὰς
ἔχον· αὐτὰρ Ἀχαιούς Προσφορὲς εἰρήνευσης στὸν Ἀχιλλέα ἀπό τὸν Ἀγαμέμνονα |
10. | -Κ- | Δολώνεια - ἄλλοι μὲν παρὰ νηυσὶν ἀριστῆες Παναχαιῶν Βραδυνὴ ἐπιδρομή |
11. | -Λ- | Ἀγαμέμνονος ἀριστεία - ἠὼς δ᾽ ἐκ λεχέων παρ᾽ ἀγαυοῦ Τιθωνοῖο Οἱ Ἀχαιοὶ ἀντιμέτωποι μὲ τὴν καταστροφή |
12. | -Μ- | Τειχομαχία - ὣς ὃ μὲν ἐν κλισίῃσι Μενοιτίου ἄλκιμος υἱὸς Μάχες στὰ τείχη |
13. | -Ν- | Μάχη ἐπὶ ταῖς ναυσίν - Ζεὺς δ᾽ ἐπεὶ οὖν Τρῶάς τε καὶ Ἕκτορα
νηυσὶ πέλασσε, Ἡ μάχη στὰ πλοῖα |
14. | -Ξ- | Διός απάτη - Νέστορα δ᾽ οὐκ ἔλαθεν ἰαχὴ πίνοντά περ ἔμπης,
Ὁ Ζεὺς ἐξαπατᾶται ἀπὸ τὴν θεὰ Ἥρα καὶ τὸν Ὕπνο |
15. | -Ο- | Παλίωξις παρὰ τῶν νεῶν - αὐτὰρ ἐπεὶ διά τε σκόλοπας καὶ
τάφρον ἔβησαν Μάχες στὰ πλοῖα |
16. | -Π- | Πατρόκλεια - ὣς οἳ μὲν περὶ νηὸς ἐϋσσέλμοιο μάχοντο· Ὁ Πάτροκλος μπαίνει στὴ μάχη καὶ σκοτώνεται |
17. | -Ρ- | Μενελάου ἀριστεία - οὐδ᾽ ἔλαθ᾽ Ἀτρέος υἱὸν ἀρηΐφιλον Μενέλαον
Ἡ μάχη πάνω ἀπὸ τὸ νεκρὸ σῶμα τοῦ Πατρόκλου |
18. | -Σ- | Ἀχιλλέως πανοπλία - ὣς οἳ μὲν μάρναντο δέμας πυρὸς αἰθομένοιο, Ἡ πανοπλία τοῦ Ἀχιλλέα |
19. | -Τ- | Μήνιδος ἀπόρρησις - Ἠὼς μὲν κροκόπεπλος ἀπ᾽ Ὠκεανοῖο ῥοάων
Ἀχιλλέας καὶ Ἀγαμέμνων |
20. | -Υ- | Θεομαχία - ὣς οἳ μὲν παρὰ νηυσὶ κορωνίσι θωρήσσοντο Ὁ Ἀχιλλέας ἐπιστρέφει στὴν μάχη |
21. | -Φ- | Μάχη παραποτάμιος - ἀλλ᾽ ὅτε δὴ πόρον ἷξον ἐϋρρεῖος ποταμοῖο Ὁ Αχιλλέας μάχεται τὸν ποταμό Σκάμανδρο |
22. | -Χ- | Ἕκτορος αναίρεσις - ὣς οἳ μὲν κατὰ ἄστυ πεφυζότες ἠΰτε
νεβροὶ Ὁ Ἀχιλλέας φονεύει τὸν Ἕκτορα |
23. | -Ψ- | Ἄθλα ἐπὶ Πατρόκλῳ - ὣς οἳ μὲν στενάχοντο κατὰ πτόλιν·
αὐτὰρ Ἀχαιοὶ Ἀθλητικοὶ ἀγῶνες πρὸς τιμὴν τοῦ νεκροῦ Πατρόκλου |
24. | -Ω- | Ἕκτορος λύτρα - λῦτο δ᾽ ἀγών, λαοὶ δὲ θοὰς ἐπὶ νῆας ἕκαστοι
Ἀχιλλέας καὶ Πρίαμος |
Παραδίνουμε σήμερα στὰ χέρια τῶν Ἑλλήνων μεταφρασμένη τὴν Ἰλιάδα τοῦ Ὁμήρου, τὸ πιὸ παλιὸ ἑλληνικὸ ποιητικὸ κείμενο, γραμμένο ἐδῶ καὶ εἰκοσιοχτὼ αἰῶνες, καὶ ὅμως πάντα ἀγέραστο σε ὀμορφιὰ καὶ σὲ δύναμη. Ὅταν στὰ 1942, μέσα στὶς σκοτεινὲς μέρες τῆς κατοχῆς, παίρναμε τὴν ἀπόφαση νὰ συνεργαστοῦμε γιὰ τὸ ἔργο αὐτό, δὲ φανταζόμαστε πὼς θὰ ἔπρεπε νὰ περάσουν τόσα χρόνια ἐπίμονης κοινῆς προσπάθειας ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ τὸ θεωρούσαμε ἄξιο νὰ δεῖ τὸ φῶς. Μὰ ἡ ἐπίγνωση τῆς εὐθύνης ἦταν μεγάλη, μεγάλη καὶ ἡ χαρὰ τῆς μεταφραστικῆς δημιουργίας, καὶ ἔτσι μέσα στὰ δεκατέσσερα αὐτὰ χρόνια οἱ μεταφραστὲς δὲν ἔνιωσαν οὔτε γιὰ μία στιγμὴ νὰ τοὺς λιγοστεύει ὁ πόθος νὰ δουλέψουν καὶ νὰ ξαναδουλέψουν τοὺς ἀθάνατους στίχους. Πάλευαν καὶ στοῦ Ὁμήρου τὴν τέχνη νὰ βαθύνουν περισσότερο καὶ τὶς ἐκφραστικὲς δυνατότητες τῆς νεοελληνικῆς γλώσσας νὰ γνωρίσουν καὶ νὰ χρησιμοποιήσουν καλύτερα, ὅση πεῖρα κι ἂν εἶχαν ἀπὸ τὴ μεταφραστική τους προσπάθεια σὲ ἄλλα κείμενα. Ἡ μετάφραση εἶναι πάντα μία συνθηκολόγηση· ὑποκειμενικὲς καὶ ἀντικειμενικὲς δυσκολίες σὲ ἐμποδίζουν νὰ καλύψεις μὲ τὴ μετάφρασή σου ἀπόλυτα τὸ πρωτότυπο. Μὰ ὅταν συνθηκολογεῖς ὑστέρα ἀπὸ τόσον ἀγῶνα, νὰ μὴν προδώσεις ἕνα ἔργο ποὺ πολὺ ἀγάπησες, ἔχεις τὸ δικαίωμα, νομίζουμε, νὰ μὴν ντρέπεσαι γιὰ τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ ἀγῶνα σου.
Τὸ ἑλληνικὸ κοινό, αὐτὸ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ χαρεῖ τὴν Ἴλιαδα στὸ πρωτότυπο, τὴν ἔχει γνωρίσει ἀπὸ τὴ μετάφραση τοῦ Ἀλέξαντρου Πάλλῃ - ἡ μετάφραση τοῦ Πολυλᾶ, μὲ πολλὴ εὐγένεια στὸ λόγο, μὰ ψυχρὴ καὶ ἀλύγιστη, ἔχει πολὺ πιὸ λίγο βοηθήσει τοὺς Ἕλληνες νὰ γνωρίσουν τὸν Ὅμηρο. Τοῦ Πάλλη ἡ Ἰλιάδα ἐκδόθηκε στὰ 1904, καὶ στάθηκε ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σημαντικὰ ἔργα τῆς ἐποχῆς· καὶ σήμερα ἀκόμα κρατάει ὅλη της τὴν ἀξία. Ἀπὸ τότε ὅμως πέρασε μισὸς αἰώνας· στὸ διάστημα αὐτὸ ἡ γνώση τῆς ὁμηρικῆς ζωῆς καὶ γλώσσας πλήθυνε, καὶ ἡ νεοελληνικὴ γλῶσσα δουλεύτηκε πιὸ πολὺ καὶ μελετήθηκε καλύτερα. Ἦταν λοιπὸν καιρὸς νὰ δοκιμαστεῖ ἄλλη μιὰ φορὰ ἡ δύναμη καὶ ἡ ὀμορφιά της πάνω στὸ ἀκατάλυτο κλασικὸ κείμενο.
Ὁ Πάλλης, ἀκολουθώντας θεωρίες κυρίαρχες στὸν καιρό του, ποὺ νόθευαν πλῆθος στίχους, σκηνὲς καὶ ραψῳδίες ὁλόκληρές της Ἰλιάδας, τάχα πῶς τὶς εἶχαν πλάσει ὑστερότεροι διασκευαστὲς καὶ ραψῳδοί, παράλειψε πάνω ἀπὸ τρεῖς χιλιάδες στίχους. Ἡ σημερινὴ μετάφραση δίνει ὅλη τὴν Ἰλιάδα, ἔξω ἀπὸ τοὺς 384 στίχους τῆς δεύτερης ραψῳδίας ποὺ περιέχουν τὸν Κατάλογο τῶν Καραβιῶν*. Οἱ μεταφραστὲς λυποῦνται γιὰ τὴν παράλειψη· γιατὶ δὲν εἶναι ποὺ δὲν πιστεύουν τὸν κατάλογο ὁμηρικό· εἶναι ποὺ θεωροῦν ἀκατόρθωτο νὰ ἀποδοθεῖ ἱκανοποιητικὰ τὸ ἀπόσπασμα αὐτό, γεμάτο ὀνόματα ἀπὸ ἥρωες, πολιτεῖες καὶ χῶρες. Γιὰ νὰ μποῦν στὸ στίχο τὰ ἀτέλειωτα αὐτὰ κύρια ὀνόματα, θὰ ἔπρεπε νὰ μετασχηματιστοῦν αὐθαίρετα, πρᾶγμα ποὺ οἱ μεταφραστὲς τὸ ἀπόφυγαν συστηματικὰ σὲ ὅλο τὸ ἄλλο ἔργο.
«Κάθε φορὰν ποὺ ὁ Ὅμηρος ἀναζῇ εἰς τὴν γλῶσσαν ἑνὸς λαοῦ, ἕνα γεγονὸς ἀνυπολογίστου σημασίας τελεῖται διὰ τὸν λαὸν αὐτὸν καὶ ἕνας τίτλος πολιτισμοῦ προστίθεται εἰς τὴν ἱστορίαν καὶ τὴν ζωήν του.» Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ προλόγιζε πρὶν ἀπὸ πενήντα χρόνια ἕνας κριτικὸς τὸ ἄρθρο του γιὰ τὴ μετάφραση τοῦ Πάλλῃ. Φυσικά, τὸ ζήτημα εἶναι ἂν κατορθώνεται ἡ ἀναβίωση. Οἱ ἴδιοι οἱ μεταφραστὲς δὲν μποροῦν βέβαια νὰ εἶναι ἀντικειμενικοὶ κριτὲς τοῦ ἔργου τους, νομίζουν ὡστόσο πῶς καὶ στὸ δικό τους τὸ κείμενο ὁ Ὅμηρος ξαναζεῖ, καὶ μὲ τὴν ὀμορφιὰ τῆς γλώσσας του καὶ μὲ τὴ μεγαλοπρέπεια τοῦ στίχου του καὶ μὲ τὸν πλοῦτο τῆς ψυχῆς του τὸν ἀνεξάντλητο· ξαναζεῖ καὶ ὅλος ὁ ἡρωικὸς κόσμος μὲ τὶς ἀρετές του καὶ μὲ τὰ πάθη του, ἕνας κόσμος τόσο μακρινὸς χρονικά, μὰ καὶ τόσο κοντὰ στὴν ψυχή μας.
Ὁ ἀναγνώστης δὲν εἶναι ἀπίθανο ἐδῶ κι ἐκεῖ νὰ σκοντάψει σὲ μία λέξη, εἴτε γιατί δὲν ξέρει τὸ πρᾶγμα ποὺ σημαίνει - ὅταν μάλιστα ἀναφέρεται στὴν ὁμηρικὴ ζωή - εἴτε γιατί ἡ ἴδια ἡ λέξη τοῦ εἶναι ἄγνωστη. Μὰ πόσοι μποροῦν νὰ ξέρουν ὅλο τὸν πλοῦτο τῆς δημοτικῆς μας γλώσσας; Καὶ ποιὸς ὅμως θὰ εἶχε τὸ κουράγιο νὰ ἰσχυριστεῖ πὼς βρῆκε ἀπόλυτα ἱκανοποιητικὴ λύση σὲ ὅλα τὰ μεταφραστικὰ προβλήματα ποῦ ὑψώνουν οἱ δεκαπέντε χιλιάδες στίχοι τῆς Ἰλιάδας;
Δυὸ λόγια ἀκόμα· ὁ ἀναγνώστης ξέρει τώρα πόσα χρόνια καὶ πόσους κόπους χρειάστηκε γιὰ νὰ πάρει, προσωρινά, τελικὴ μορφὴ ἡ μετάφραση τούτη, μπορεῖ λοιπὸν νὰ φανταστεῖ πόσες γραφὲς ἀπαιτήθηκε νὰ γίνουν, πόσες φορὲς ὁ κάθε στίχος νὰ χυθεῖ καὶ νὰ ξαναχυθεῖ. Ἐκεῖνο ὡστόσο ποὺ εὐχόμαστε εἶναι ἀπὸ τὸ μόχθο αὐτό, καθὼς θὰ διαβάζει τὴ μετάφραση, νὰ μὴν καταλάβει τίποτα· μοναχὰ ἂν νιώσει τοὺς στίχους νὰ κυλοῦν ἄνετα καὶ ἀβίαστα, σὰν νὰ πρωτοχύθηκαν ἀπὸ τὸν ποιητὴ τὸν ἴδιο κάτω ἀπὸ τὴν ἔνθεη πνοὴ τῆς Μούσας, μοναχὰ τότε θὰ πεῖ, θὰ ποῦμε κι ἐμεῖς μαζί του, πῶς ἡ μετάφραση ἔχει πετύχει.
Σημείωση: ἡ ἀπόδοση στὴ νέα ἑλληνικὴ τοῦ τμήματος Κατάλογος τῶν Πλοίων (B 473-879) ἔγινε ἀπὸ τὴν Ὄλγα Κομνηνοῦ-Κακριδῆ.