Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Henry Purcell (1659-1695): «Σουΐτα» από
την μουσική για την τραγωδία Abdelazer, Z. 570
Η ενασχόληση του Purcell με την σκηνική μουσική υπήρξε σποραδική κατά την δεκαετία του 1680, αλλά κατέστη πολύ έντονη και γόνιμη από το 1690 και έπειτα, αποφέροντας τελικά μουσική συνοδεία για περίπου 50 θεατρικά έργα. Η «σουΐτα» από την μουσική για την τραγωδία του Aphra Behn Abdelazer, or The Moor’s Revenge (Abdelazer, ή Η εκδίκηση του Μαυριτανού, 1677) περιλαμβάνει όλα τα ενόργανα κομμάτια που ο συνθέτης ετοίμασε για ένα νέο ανέβασμα του έργου στο Drury Lane Theatre του Λονδίνου την 1η Απριλίου του 1695, πιθανότατα. Η συγκέντρωση των κομματιών αυτών σε μία «σουΐτα» εντοπίζεται ήδη σε μουσική ανθολογία του 1697, από την οποία ουσιαστικά απαλείφεται το μοναδικό φωνητικό μέρος της σκηνικής μουσικής του Purcell για τον Abdelazer, το τραγούδι “Lucinda is bewitching fair”.
Το έργο ανοίγει με μια διμερή εισαγωγή (αρ. 1) γαλλικού τύπου: η συνήθης ρυθμική αιχμηρότητα του αργού τμήματος διατηρείται αναλλοίωτη μέχρι την πραγματοποίηση μιας τέλειας πτώσεως στην σχετική μείζονα, ενώ η μετέπειτα πορεία προς μια μισή πτώση στην αρχική ελάσσονα τονικότητα καθίσταται εμφανώς ηπιότερη· από την πλευρά του, το γρήγορο δεύτερο τμήμα αναπτύσσει εν είδει φούγκας ένα πολύ χαρακτηριστικό θέμα, το οποίο αρχικά παρατίθεται διαρκώς στις διαθέσιμες φωνές εκ περιτροπής δίχως να οδηγεί σε αρμονικές τομές, ενώ κατόπιν εξυφαίνεται πιο ελεύθερα στο πλαίσιο μιας ολοένα και περισσότερο ομοφωνικής υφής που διέρχεται από μια σειρά πτωτικών σταθμών. Από τα υπόλοιπα μέρη της «σουΐτας» ξεχωρίζει ένα (τυπικό) πενταμερές ροντώ (αρ. 2), η βασική ιδέα του οποίου απετέλεσε το θέμα των παραλλαγών και της φούγκας στον περίφημο Οδηγό των νέων για την ορχήστρα (The Young Person’s Guide to the Orchestra, opus 34) του Benjamin Britten. Ακολουθούν επτά χοροί σε διμερή μορφή, εκ των οποίων τέσσερεις χαρακτηρίζονται ως Air: η πρώτη από αυτές (αρ. 3), συγκεκριμένα, είναι ανάλαφρη παρά την εν γένει μιμητική γραφή της· η αμέσως επόμενη (αρ. 4) διακρίνεται για τον ενεργητικό ρυθμικό παλμό της καθώς και για τις συχνές πτωτικές τομές που διακόπτουν την μελωδική εξέλιξη των ίσης εκτάσεως τμημάτων της· στην εξίσου ενεργητική τρίτη Air (αρ. 6), της οποίας το δεύτερο τμήμα είναι διπλάσιο του πρώτου, η γραμμή του μπάσου “σπεύδει” να εκθέσει την αρχική ιδέα κάθε τμήματος πριν την είσοδο των άλλων φωνών· η τελευταία Air (αρ. 9), εξ άλλου, αν και δομικά παρεμφερής προς την προαναφερόμενη, εμφανίζεται περισσότερο προσανατολισμένη προς την μελωδική εκφραστικότητα. Στο χαριτωμένο Minuet (αρ. 5), το δεύτερο τμήμα είναι τριπλάσιο του πρώτου, εξαιτίας των εσωτερικών επαναλήψεων ορισμένων από τις καθ’ ολοκληρίαν συμμετρικές μελωδικές φράσεις του. Τέλος, παρά τις διαφορές που παρουσιάζουν ως προς τον τρόπο (ελάσσων και μείζων, αντίστοιχα), την πυκνότητα της γραφής και τον – ζωηρό, σε γενικές γραμμές – χαρακτήρα τους, τόσο η Jig (αρ. 7) όσο και η Hornpipe (αρ. 8) συνίστανται σε τρεις τετράμετρες φράσεις που οριοθετούνται με σαφήνεια από τις καταλήξεις τους σε τέλειες πάντοτε πτώσεις.
26.08.2007
© Ιωάννης Φούλιας