Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Αλεξάντρ Σκριάμπιν (1871/1872-1915): Φαντασία σε λα-ελάσσονα, για δύο πιάνα

Η ιστορία της Φαντασίας σε λα-ελάσσονα, του μοναδικού κομματιού για δύο πιάνα στην συνολική εργογραφία του Ρώσου Αλεξάντρ Σκριάμπιν, παραμένει αδιευκρίνιστη και σκοτεινή σε αρκετά σημεία. Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, η σύνθεσή της τοποθετείται στο χρονικό διάστημα Δεκεμβρίου 1892 – Ιανουαρίου 1893, δηλαδή λίγο μετά την αποφοίτηση του Σκριάμπιν από την Σχολή Πιάνου του Ωδείου της Μόσχας. Κατ’ άλλους, όμως, το ξεχωριστό αυτό έργο γράφηκε το 1889 και μάλιστα με την (ανεπαρκώς αιτιολογημένη) προοπτική της ενορχήστρωσης του μέρους του δεύτερου πιάνου, για την οποία το μόνο σίγουρο εν τέλει είναι ότι ουδέποτε υλοποιήθηκε. Σε κάθε πάντως περίπτωση, η δεδομένη “εκδοχή” για δύο πιάνα της Φαντασίας φαίνεται πως περιέπεσε – για άγνωστους και δυσεξήγητους λόγους – στην αφάνεια αμέσως μετά την αποπεράτωσή της· έτσι, η πρώτη δημόσια παρουσίασή της υπήρξε “μεταθανάτια”, καθώς πραγματοποιήθηκε στις 16 Ιανουαρίου 1916, στην Μόσχα, από τους Jacob Weinberg και Εμίλ Ροζένωφ, όπως άλλωστε και η ακόμη πιο αργοπορημένη έκδοση της παρτιτούρας της (δίχως αριθμό “opus”) το 1940.

      Το ύφος του νεανικού και σίγουρα παραγνωρισμένου αυτού έργου είναι σαφέστατα ρομαντικό, ενώ η δομική του οργάνωση αποδεικνύεται πολύ λιγότερο ελεύθερη απ’ ό,τι ίσως υποδηλώνει ο τίτλος του, αφού πληροί τις βασικές προδιαγραφές μιας σύνθετης μορφής σονάτας-ρόντο. Στην αρχή, βέβαια, μια βαρύνουσα και επιβλητική εισαγωγική ιδέα (Allegro) προτάσσεται του μελαγχολικού κυρίου θέματος σε λα-ελάσσονα (Allegro non troppo), του οποίου η ηδυπαθής μελωδικότητα αλλά και η χρωματικότητα της συνοδείας του προοιωνίζονται ήδη την ιδιότυπα αινιγματική τεχνοτροπία του ώριμου Σκριάμπιν. Με την περαιτέρω αξιοποίηση του υλικού αυτού σε μιαν ολοένα και πιο ορμητική μετάβαση, εξ άλλου, η σχετική Ντο-μείζονα έχει κατόπιν την δυνατότητα να εδραιωθεί σε ικανοποιητικό βαθμό μεν κατά το ξετύλιγμα ενός μαγευτικού πλαγίου θέματος, σουμπέρτιου λυρισμού και διατονικής ενάργειας, όχι όμως και να επικυρωθεί πτωτικά, δεδομένης της αμεσότητας με την οποία το κύριο θέμα επανέρχεται στην λα-ελάσσονα και εξυφαίνεται κατά τρόπον καινοφανή, προκειμένου πλέον να καταλήξει με αποφασιστικότητα στην βασική αυτή τονικότητα. Η ακόλουθη επεξεργασία αντιπαραθέτει εξ αρχής στην επανεμφανιζόμενη εισαγωγική ιδέα την συμπυκνωμένη “ουσία” του κυρίου θέματος και αναπτύσσει από κοινού το υλικό τους με έκδηλη δραματικότητα, η οποία εν τέλει αίρεται μόνο με την καταλυτική επανέκθεση του πλαγίου θέματος στην Λα-μείζονα, που εδώ μάλιστα εμπλουτίζεται με μια σειρά “κρυστάλλινων” αραβουργημάτων απαράμιλλης εκλέπτυνσης! Η αναμενόμενη τελική επαναφορά του κυρίου θέματος, εντούτοις, υποκαθίσταται στην συνέχεια από μιαν ευρύτερη ανάπλαση του υλικού του, που γνωρίζει νέες δυναμικές εξάρσεις αλλά και υπέροχες στιγμές λυρικού αναστοχασμού, προτού μετουσιωθεί σε ένα βαλς και παρασυρθεί στην δίνη της αδυσώπητης και καταιγιστικής coda (Prestissimo), από την οποία πάντως κατορθώνει στο τέλος να αναδυθεί εκ νέου, με ακατάβλητο σθένος, και να οδηγήσει ηρωικά στην λυτρωτική καταληκτική συγχορδία της Λα-μείζονος.

24.11.2008


© Ιωάννης Φούλιας