Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Νίκος Σκαλκώτας (1904-1949): Μικρή σουΐτα για έγχορδα

Το έργο αυτό ανήκει στην αθηναϊκή δημιουργική περίοδο του Σκαλκώτα καθώς η σύνθεσή του τοποθετείται στα 1942 ή 1943. Πρόκειται για την μοναδική πρωτότυπη παρτιτούρα του για ορχήστρα εγχόρδων καθώς και για το πρώτο του έργο που εκδόθηκε μετά θάνατον, το 1953. Το γεγονός αυτό ευνόησε, όπως ήταν φυσικό, κάποιες εκτελέσεις της μικρής σουΐτας κατά την δεκαετία του 1950 στο εξωτερικό (το 1956 μάλιστα ηχογραφήθηκε σε δίσκο για πρώτη και μοναδική φορά κατά τον 20ό αιώνα), στην συνέχεια όμως το έργο αυτό τέθηκε ουσιαστικά στο περιθώριο… Παρ’ όλα αυτά, συνιστά ένα χαρακτηριστικό δείγμα της ενασχόλησης του Σκαλκώτα με μικρές μορφές μεταξύ των ετών 1939-1945 καθώς και του ιδιότυπου ατονικού, μη δεσμευτικά σειραϊκού ιδιώματός του.

      Το πρώτο μέρος της σουΐτας (Allegro) συνιστά μια μικρογραφία μορφής σονάτας. Στο κύριο θέμα ανήκει μια πολύ εκφραστική μελωδική γραμμή (που εκτίθεται αρχικά από τους κορυφαίους των πρώτων βιολιών και αργότερα από αυτούς των τσέλλων), η οποία συνοδεύεται από πυκνές μοτιβικές φιγούρες στις πολλαπλώς διαιρεμένες ομάδες των εγχόρδων (τα πρώτα και τα δεύτερα βιολιά, οι βιόλες και τα τσέλλα χωρίζονται σε τέσσερεις υποομάδες)! Με μια προέκταση της μελωδίας των τσέλλων και την σταδιακή αραίωση των συνοδευτικών σχηματισμών, ανοίγει κατόπιν ο δρόμος για την παρουσίαση του δευτερεύοντος θέματος, που ξεχωρίζει από το ενεργητικό ρυθμικό μοτίβο στην κεφαλή της μελωδίας του καθώς και από μια περιφερόμενη από φωνή σε φωνή συνεχή κίνηση δεκάτων-έκτων. Στην βραχύτατη επεξεργασία, οι κεφαλές των κύριων μελωδικών γραμμών των δύο θεμάτων της εκθέσεως συνδυάζονται μεταξύ τους αλλά και με ορισμένα από τα συνοδευτικά τους μοτίβα. Ακολουθεί η επανέκθεση αμφοτέρων των θεμάτων, που παραμένουν αναγνωρίσιμα παρά την συντόμευσή τους και κάποιες ακόμα τροποποιήσεις που υφίστανται, ενώ η εξαιρετικά σύντομη coda του μέρους παραθέτει την κεφαλή της μελωδίας του κυρίου θέματος στα κοντραμπάσσα και φθάνει σε ένα αποφασιστικό κλείσιμο.

      Το αργό μεσαίο μέρος (Andante) ανοίγει με μια βραχύτατη μελωδική ιδέα, η οποία παρουσιάζεται από μία μόνο βιόλα και ολοκληρώνεται από ένα τσέλλο υπό την συγχορδιακή συνοδεία των υπολοίπων εγχόρδων. Η υφή της μεσαίας μακροδομικής ενότητας καθίσταται αισθητά πιο αντιστικτική με την ανάδειξη διαφόρων ρυθμικών-μελωδικών μοτίβων. Αυτό το εκφραστικώς ήπιο “μουσικό σκίτσο” ολοκληρώνεται με την επαναφορά της αρχικής μελωδίας στην βιόλα και μια σύντομη ανάπτυξή της σε άλλα όργανα.

      Το τρίτο μέρος του έργου (Allegro vivo – presto – prestissimo) έχει έναν ιδιαίτερα ζωηρό και ψυχαγωγικό χαρακτήρα που εν πολλοίς οφείλεται στο αρχικό χρωματικό μοτίβο (σι – ντο – λα – σολ-δίεση – λα – σι-ύφεση): οι συνεχείς παραθέσεις του σε διαφορετικά όργανα και ο συνδυασμός του με ένα δεύτερο επίμονο θεματικό μόρφωμα συγκροτούν την πρώτη θεματική ομάδα της εκθέσεως της μορφής σονάτας. Η δεύτερη ομάδα, τουναντίον, είναι πρωτίστως μελωδικής φύσεως, αν και διατηρεί την ρυθμική της ζωντάνια χάρη στις ενεργητικές συνοδευτικές φιγούρες της. Στην σχετικώς εκτενή επεξεργασία αναπτύσσεται το υλικό της πρώτης θεματικής ομάδος, ενώ στο τέλος της εμφανίζεται μια απροσδόκητη παράθεση της έναρξης του πρώτου μέρους της σουΐτας! Η επανέκθεση των δύο θεματικών ομάδων γίνεται με αντίστροφη σειρά, προκειμένου το αρχικό μοτίβο να εμφανισθεί προς το τέλος και να οδηγήσει απ’ ευθείας σε μια συνεχώς επιταχυνόμενη coda (ως δεύτερη επεξεργασία), που κορυφώνεται στην τελική θριαμβική παράθεση του χρωματικού μοτίβου σε ταυτοφωνία με την συμμετοχή όλων των εγχόρδων.

18.12.2003


© Ιωάννης Φούλιας