Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Gioacchino Rossini (1792-1868): Sonata a quattro αρ. 1, σε Σολ-μείζονα

Το καλοκαίρι του 1804, ο δωδεκαετής Gioacchino Rossini παραθέριζε στην Ραβέννα, ως φιλοξενούμενος της ευκατάστατης οικογένειας των Triossi. Εκεί, παρακινούμενος από τον Agostino Triossi, έναν αυτοδίδακτο κοντραμπασσίστα και ερασιτέχνη μουσικό, έγραψε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα έξι σονάτες για ένα συγκυριακό σύνολο τεσσάρων εγχόρδων, το οποίο περιελάμβανε δύο βιολιά, ένα τσέλλο και ένα κοντραμπάσσο. Τα νεανικά αυτά έργα, που συνιστούν αναμφίβολα τις πλέον αξιόλογες από τις πρώιμες εκδηλώσεις του εξέχοντος μελωδικού χαρίσματος του συνθέτη, έγιναν πάντως ευρύτερα γνωστά μετά το 1825, αφού δηλαδή εξεδόθησαν σε μεταγραφή για ένα τυπικό κουαρτέττο εγχόρδων, το οποίο και ανταποκρινόταν καλύτερα στις πρακτικές δυνατότητες των μουσικών κύκλων της εποχής.

Όπως όλες οι σονάτες της συλλογής, έτσι και η πρώτη, σε Σολ-μείζονα, αποτελείται από τρία μέρη, σε διαδοχή (σχετικώς) γρήγορου, αργού και γρήγορου μέρους. Το εναρκτήριο Moderato είναι γραμμένο σε μορφή σονάτας, αν και κατά τρόπον που προδίδει την απειρία του νεαρού δημιουργού. Μια ανάλαφρη και χαριτωμένη ιδέα, με την προσθήκη και ενός δεύτερου τμήματος, σαφώς ηπιότερου χαρακτήρος, επέχει ρόλο κυρίου θέματος, ενώ η λειτουργία της μετάβασης εκπληρώνεται με την – πλεοναστική – έκθεση δύο νέων μελωδιών, εκ των οποίων η λυρική πρώτη παρουσιάζεται από το τσέλλο και η λιγότερο χαρακτηριστική δεύτερη ανατίθεται στο πρώτο βιολί. Η πλάγια θεματική ιδέα εισάγεται κατόπιν στην Ρε-μείζονα από το δεύτερο βιολί και εξελίσσεται από μιαν ήσυχη ανακατασκευή μοτίβων του κυρίου θέματος σε μια πιο ζωηρή μελωδική γραμμή, η οποία αμέσως μετά επαναλαμβάνεται από το πρώτο βιολί και επιστεγάζεται με μια βραχύτατη αλλά εμφαντική κατακλείδα. Η ενότητα της επεξεργασίας είναι πολύ πιο σύντομη και επικεντρώνεται κατ’ ουσίαν στην ρε-ελάσσονα, προβαίνοντας σε αμυδρές αναφορές στο κύριο θεματικό υλικό και αξιοποιώντας εν τέλει το δεύτερο τμήμα του ως συνδετικό πέρασμα προς την επανέκθεση. Εκεί, φυσικά, επανεμφανίζεται μονάχα το πρώτο τμήμα του κυρίου θέματος, ενώ οι δύο μεταβατικές ιδέες εξαλείφονται και έτσι το πλάγιο θέμα υποχρεώνεται τώρα να παραλλαχθεί από το τσέλλο στην Ντο-μείζονα και από το δεύτερο βιολί στην λα-ελάσσονα, προτού η ζωηρή εξέλιξή του επανεκτεθεί τελικά στην Σολ-μείζονα, όπως και η ακόλουθη κατακλείδα, την οποίαν επιπροσθέτως διαδέχεται μια συνοπτική αναδρομή στο κύριο θέμα εν είδει coda.

      Ακόμη πιο ασαφές από δομικής πλευράς είναι το Andantino σε Μι-ύφεση-μείζονα, το οποίο προσλαμβάνει μιαν αψιδωτή διάρθρωση. Συγκεκριμένα, η ήπια αρχική μελωδική ιδέα ακολουθείται από μια σειρά πτωτικών σχηματισμών που αφήνουν “ανοικτή” την πρώτη δομική ενότητα στην περιοχή της δεσπόζουσας. Παρά το γεγονός αυτό, ωστόσο, η δεύτερη ενότητα ξεκινά την δική της πορεία με μια (λειτουργικώς μη αναγκαία) μεταβατική ιδέα που παραπέμπει έκδηλα στον κόσμο της κωμικής όπερας, ενώ ένα απέριττο δεύτερο θεματικό στοιχείο αξιοποιείται στην συνέχεια κατά τρόπον αναπτυξιακό, καθώς αλυσιδοποιείται σε διαφορετικά τονικά κέντρα. Η εμφάνιση ενός συνδετικού περάσματος από εκεί και ύστερα είναι προσέτι απολύτως αναμενόμενη, εν αντιθέσει προς την επαναφορά των πτωτικών σχηματισμών της πρώτης ενότητος πριν από την βασική μελωδική της ιδέα, η οποία εξελίσσεται πλέον κατά τρόπον διαφορετικό και συνδέεται με μια καταληκτική προέκταση.

Ευτυχέστερο από κάθε άποψη είναι το τελικό Allegro του έργου, το οποίο συνίσταται σε ένα απλό πενταμερές ρόντο σε Σολ-μείζονα. Το τριμερές επωδικό του θέμα είναι πολύ χαριτωμένο, σχεδόν μοτσάρτιο, ενώ το εκτενές πρώτο επεισόδιο που ακολουθεί άμεσα στην Ρε-μείζονα περιλαμβάνει τρεις επιμέρους ιδέες, πνευματώδεις και άκρως ενεργητικές. Την ευσύνοπτη πρώτη επαναφορά του βασικού θέματος, που περιορίζεται στο πρώτο τμήμα του, διαδέχεται κατόπιν ένα δεύτερο επεισόδιο στην Ντο-μείζονα, όπου το κοντραμπάσσο και το βιολοντσέλλο έχουν πλέον τον πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ τα βιολιά ανακτούν την μελωδική τους κυριαρχία κατά την διάρκεια ενός διακριτού συνδετικού περάσματος προς την δεύτερη και τελευταία επαναφορά του επωδικού θέματος, το οποίο αντιπροσωπεύεται και πάλι από το πρώτο – και μόνον – τμήμα του, αλλά προεκτείνεται και με μιαν επιπρόσθετη coda.

11.10.2008


© Ιωάννης Φούλιας