Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Ottorino Respighi (1879-1936): Κρήνες
της Ρώμης, συμφωνικό ποίημα
Ο ιταλός συνθέτης Ottorino Respighi υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγικός, όχι τόσο στον χώρο της όπερας, όσο σε τομείς που παραδοσιακά παρέμεναν στο περιθώριο της ιταλικής μουσικής ζωής, όπως η συμφωνική μουσική και η (ενόργανη) μουσική δωματίου. Το συνολικό του έργο απηχεί εν πρώτοις το πνεύμα του ύστερου ρομαντισμού, αλλά προοδευτικά στρέφεται και προς τον νεοκλασσικισμό, ως απόρροια του ιδιαίτερου και συστηματικού ενδιαφέροντος που ο ίδιος επέδειξε για την παλαιά μουσική (του 16ου, του 17ου και του 18ου αιώνος). Σε κάθε περίπτωση, όμως, το έργο που καθιέρωσε τον Respighi διεθνώς δεν είναι άλλο από την δημοφιλέστατη συμφωνική του τριλογία που αφιερώθηκε στις Κρήνες της Ρώμης, στα Πεύκα της Ρώμης και στις Ρωμαϊκές γιορτές.
Το πρώτο από τα συμφωνικά αυτά ποιήματα γράφηκε κατά τα έτη 1914-1916 και παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά στην Ρώμη το 1917, γνωρίζοντας εχθρική υποδοχή τόσο από το κοινό όσο και από τους κριτικούς. Όταν όμως ο Arturo Toscanini διηύθυνε το ίδιο έργο τον επόμενο χρόνο στο Μιλάνο, προκάλεσε μεγάλον ενθουσιασμό, δίνοντας έτσι το έναυσμα για την εντυπωσιακή περαιτέρω διάδοσή του ανά την υφήλιο. Στις Κρήνες της Ρώμης, ο Respighi αποδίδει μουσικά, σε τέσσερα συνεχόμενα μέρη, τις εικόνες και τα συναισθήματα που του γεννά η ενατένιση ισάριθμων συντριβανιών της “Αιώνιας Πόλης” σε διαφορετικές ώρες κατά την διάρκεια μιας ημέρας. Το πρώτο μέρος, λοιπόν, απαθανατίζει τις κρήνες της Valle Giulia κατά το ξημέρωμα: ο συνθέτης σκιαγραφεί εδώ με απαλά ιμπρεσσιονιστικά χρώματα ένα βουκολικό τοπίο, εξυφαίνοντας αρχικά μια ποιμενική μελωδία, την οποία αργότερα διαδέχεται μια δεύτερη λυρική ιδέα που συνοδεύεται και από τις θαμπές απηχήσεις των κουδουνιών ενός κοπαδιού ζώων, έως ότου αυτό εξαφανισθεί στην λεπτή ομίχλη της αυγής και επιτρέψει έτσι στην μουσική να επανέλθει στην γαλήνια αρχική της μελωδία. Αίφνης όμως αυτή διακόπτεται από διαπεραστικές φανφάρες των κόρνων και σπινθηροβόλες φιγούρες που περιγράφουν ηχητικά το ανάβλυσμα του νερού στο συντριβάνι του Τρίτωνα με το φως της μέρας· θωρώντας το περίφημο γλυπτό του Gian Lorenzo Bernini που κοσμεί την πλατεία Barberini, ο Respighi φαντάζεται τα νεανικά πνεύματα των υδάτων, τους τρίτωνες και τις ναϊάδες, να κυνηγιούνται μεταξύ τους και να στήνουν έναν χορό, ο οποίος αποτυπώνεται σε ένα scherzo γεμάτο ζωντάνια, ευθυμία και χιουμοριστικά μοτίβα, που στο τέλος αργοσβήνουν καθώς το όραμα αρχίζει να θολώνει. Όμως το επιστέγασμα του έργου παρουσιάζεται στον επόμενο “σταθμό” του δημιουργού: την πασίγνωστη Fontana di Trevi κατά το μεσημέρι, εκεί όπου ο Ποσειδώνας του Nicola Salvi εμφανίζεται αγέρωχος πάνω στο άρμα του, συνοδευόμενος εν πομπή από σειρήνες και τρίτωνες· το μεγαλειώδες αυτό θέαμα υποβάλλει στον συνθέτη τους πλέον επιβλητικούς τόνους – σε μια πληθωρική ηχητική φαντασμαγορία, κατάστικτη από εμβατηριακά μοτίβα και ενεργητικές φιγούρες! Αφού δε η θριαμβευτική αυτή παρέλαση χαθεί σταδιακά στον ορίζοντα, η μουσική καταλαγιάζει και μια νέα ηδυπαθής μελωδία αναδύεται μέσα από κρυστάλλινα ηχητικά περιγράμματα, καθώς απεικονίζονται οι κρήνες της Βίλλας των Μεδίκων την ώρα του ηλιοβασιλέματος· μια δεύτερη, ελαφρώς μελαγχολική ιδέα συντροφεύει το ήρεμο δειλινό, ακολουθούμενη από τιτιβίσματα πουλιών και θροΐσματα φύλλων, ενώ η τελική επαναφορά της αρχικής μελωδίας αποχαιρετά με θέρμη και νοσταλγία το τελευταίο φως της ημέρας, από κοινού με τον ήχο μακρινών καμπάνων που σημαίνουν την έλευση της σιγαλής νύχτας…
14.10.2008
© Ιωάννης Φούλιας