Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Jean-Philippe
Rameau (1683-1764): Κομμάτια για τσέμπαλο σε μορφή κοντσέρτου: αρ. 5
Η συλλογή Pièces de clavecin en concerts αποτελεί το μοναδικό πρωτότυπο έργο μουσικής δωματίου του Rameau. Το δεσπόζον τσέμπαλο πλαισιώνεται εδώ από βιολί ή φλάουτο και βιόλα da gamba ή δεύτερο βιολί, σύμφωνα με την πρώτη έκδοση του έργου που πραγματοποιήθηκε το 1741. Ως εκ τούτου, το πρότυπο της ιταλικής τρίο-σονάτας του μπαρόκ, όπου δύο μελωδικά όργανα συνοδεύονται από το συνεχές βάσιμο, στην παρούσα περίπτωση έχει αντιστραφεί πλήρως, καθώς το τσέμπαλο είναι αυτό που τώρα προεξάρχει, ενώ τα υπόλοιπα όργανα έχουν μάλλον συνοδευτικό ρόλο· παρ’ όλα αυτά, το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα διαθέτει αξιοζήλευτη ισορροπία. Τα “κομμάτια χαρακτήρος” της συλλογής αυτής κατανέμονται σε πέντε “κοντσέρτα”, καθένα εκ των οποίων περιλαμβάνει τρία ή τέσσερα μέρη στην ίδια τονικότητα (είτε επίσης στην εκάστοτε ομώνυμή της).
Τα τρία μέρη του πέμπτου κοντσέρτου, που είναι γραμμένα στην ρε-ελάσσονα τα δύο πρώτα και στην Ρε-μείζονα το τρίτο, αποτελούν όλα μουσικές προσωπογραφίες ατόμων του περιβάλλοντος του συνθέτη, τα οποία ωστόσο σήμερα είναι αδύνατον να ταυτισθούν με απόλυτη ακρίβεια: έτσι, το πρώτο μπορεί να αναφέρεται είτε στον Antoine Forqueray είτε στον υιό του Jean-Baptiste (αμφότεροι δεξιοτέχνες της βιόλας), το δεύτερο αφορά μάλλον στην Marie-Anne Cupis (χορεύτρια στην Βασιλική Ακαδημία Μουσικής, με συμμετοχή σε παραστάσεις σκηνικών έργων του Rameau) ή στον αδελφό της François, ενώ το τρίτο ενδέχεται να σχετίζεται με τον φημισμένο βιολίστα Marin Marais, πιθανότατα όμως η μνεία αφορά σε κάποιον από τους πολλούς υιούς του, όπως φερ’ ειπείν στον συνθέτη και θεωρητικό Roland Marais.
Το πρώτο κομμάτι (La Forqueray) συνδυάζει κατά τρόπον ευφάνταστο την αντιστικτική πλοκή της φούγκας με τον ομοφωνικής υφής διμερή μακροδομικό σχεδιασμό. Το πολύ χαρακτηριστικό θέμα εισάγεται πάντοτε υπό μορφήν κανόνος (stretto) και κάθε είσοδός του είναι εύκολα αναγνωρίσιμη κατά την ακρόαση. Η πορεία από την τονική προς την σχετική μείζονα διέρχεται από μια σχετικώς στατική, ομοφωνική προετοιμασία της τελικής πτώσεως, ενώ η συνέχεια είναι αρκετά μετατροπική και επικεντρώνεται στην ελάσσονα δεσπόζουσα προτού επανέλθει οριστικά στο περιβάλλον της ελάσσονος τονικής. Το δεύτερο κομμάτι (La Cupis) είναι διμερές και δίνει την εντύπωση μιας αριέττας: η εξαιρετικά τρυφερή μελωδία στην ρε-ελάσσονα προσεγγίζει προοδευτικά την σχετική Φα-μείζονα, όπου ο χαρακτήρας από ελεγειακός μεταβάλλεται σε παρηγορητικό· το δεύτερο τμήμα ανοίγει με ανάπτυξη του υλικού αμφοτέρων των τονικών περιοχών του πρώτου τμήματος και ολοκληρώνεται με μια κατάληξη ταυτόσημη σε γενικές γραμμές με εκείνη του πρώτου τμήματος, αν και σε μεταφορά βεβαίως στην αρχική ελάσσονα τονικότητα. Διμερές στην δομή του είναι και το τρίτο κομμάτι (La Marais), στην Ρε-μείζονα, με διάθεση ανάλαφρη και λεπταίσθητο χαρακτήρα. Η αρχική ιδέα κινείται στο πρώτο τμήμα από την τονική προς την δεσπόζουσα, με την έναρξη του δευτέρου τμήματος αναπτύσσεται ακολουθώντας μια πλούσια μετατροπική πορεία που δίνει έμφαση στον ελάσσονα τρόπο και τελικά επανεκτίθεται ολοκληρώνοντας το μέρος αυτό κατά τρόπον κυκλικό.
08.10.2002
© Ιωάννης Φούλιας