Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Darius Milhaud (1892-1974): Προβηγκιανή σουΐτα, opus 152b

Ο Darius Milhaud, ένα από τα γνωστότερα μέλη της γαλλικής “Ομάδας των Έξι” νεοκλασσικιστών συνθετών της εποχής του μεσοπολέμου, διακρίθηκε ως δημιουργός για την εντυπωσιακή του παραγωγικότητα αλλά και την πολλαπλότητα των επιρροών του, καθώς αφομοίωνε με την ίδια ευχέρεια και αποτελεσματικότητα στα έργα του στοιχεία προερχόμενα από διάφορες περιόδους της ιστορίας της έντεχνης μουσικής, από την λαϊκή παράδοση και – με ιδιαίτερη έμφαση – από την μουσική τζαζ. Έτσι, και η μουσική που έγραψε την άνοιξη του 1936 για την “ηρωική κωμωδία” του Jean Valmy-Baysse Bertran de Born βασίζεται κατά τρόπον ενδεικτικό σε μουσικά θέματα της Προβηγκίας αλλά και του γάλλου συνθέτη του μπαρόκ André Campra, ο οποίος καταγόταν από την περιοχή αυτή της Νότιας Γαλλίας, όπως άλλωστε τόσο ο ίδιος ο Milhaud, όσο και ο περιώνυμος τροβαδούρος του 12ου αιώνος που “πρωταγωνιστεί” στο σύγχρονο αυτό θεατρικό έργο. Από την σκηνική αυτή μουσική του (opus 152a), ο Milhaud ανθολόγησε λίγο αργότερα οκτώ κομμάτια σε ένα νέο έργο, που υπό τον τίτλο Προβηγκιανή σουΐτα (Suite provençale, opus 152b) εκτελέσθηκε για πρώτη φορά στις 12 Σεπτεμβρίου 1937, σε συναυλία που δόθηκε στο πλαίσιο της Biennale της Βενετίας, και έκτοτε εξακολουθεί να παίζεται αρκετά συχνά σε συμφωνικές συναυλίες, εν αντιθέσει προς την παντελώς λησμονηθείσα αρχική σύνθεση.

Παρά το πλήθος των μερών της, η Προβηγκιανή σουΐτα είναι ένα αρκετά σύντομο νεοκλασσικό έργο, με ευδιάκριτες μελωδίες, διάφανη υφή και έκδηλα ψυχαγωγική διάθεση. Το εναρκτήριο μέρος της (Animé) είναι και το πιο δυναμικό, καθ’ ότι εμπεριέχει εξωστρεφείς φανφάρες αλλά και ιδιαίτερη πολυτονική και ρυθμική ένταση που αίρεται μόνο στις αρκετά μεγαλόσχημες καταληκτικές χειρονομίες της ορχήστρας. Από την άλλη πλευρά, το ακόλουθο Très modéré, παρ’ ότι βασίζεται ομοίως στην τεχνική της ταυτόχρονης παράθεσης διαφορετικών τονικοτήτων, εξελίσσεται ωστόσο με ήπιο τρόπο, προτού τελικά ολοκληρωθεί με ζωηρή και σπινθηροβόλα κίνηση. Οι υπόλοιπες “μικρογραφίες” της σουΐτας οργανώνονται σε ζεύγη αργών και γρήγορων μερών. Έτσι, στο απλό και ευδιάθετο τρίτο μέρος (Modéré), που σβήνει με πολύ γαλήνιο τρόπο, αντιπαρατίθεται ένα ζωηρό και χαριτωμένο Vif, ενώ το εμβατηριακό και μέχρι ενός σημείου μάλλον αντιστικτικής υφής Modéré, που εμφανίζεται στην πέμπτη θέση, διαδέχεται άμεσα ένα πνευματώδες και ανάλαφρο scherzo (Vif), το οποίο θυμίζει κομμάτια ανάλογου χαρακτήρος του Mendelssohn και του Τσαϊκόφσκυ. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει κατόπιν το έβδομο μέρος (Lent), ένα δίπτυχο που ξεκινά σε μεγαλόπρεπο ύφος, παρωδώντας τις γαλλικές εισαγωγές της μπαροκικής περιόδου, και καταλήγει με ελεγειακά χρώματα σε ένα πένθιμο εμβατήριο. Όμως η ευθυμία και η ελαφρότητα επανέρχονται οριστικά στο προσκήνιο με το τελευταίο Vif, όπου η απομίμηση ενός παλαιού αναγεννησιακού – αν όχι μεσαιωνικού – χορευτικού σκοπού εναλλάσσεται με απέριττα επεισόδια κατά το δομικό πρότυπο ενός ροντώ, το οποίο ολοκληρώνεται με μια πιο φανταχτερή coda.

01.09.2008


© Ιωάννης Φούλιας