Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Felix Mendelssohn-Bartholdy (1809-1847): Κοντσέρτο για βιολί σε μι-ελάσσονα, opus 64

Κατόπιν σχεδόν πενταετούς προετοιμασίας, ο Mendelssohn ολοκλήρωσε το κοντσέρτο του για βιολί στις 16 Σεπτεμβρίου 1844. Παρ’ όλα αυτά, εξακολούθησε να συμβουλεύεται τον σπουδαίο βιολονίστα Ferdinand David όσον αφορά σε ζητήματα εκτελεστικής τεχνικής του βιολιού, ακόμη και λίγο πριν την πρώτη εκτέλεση του έργου στις 13 Μαρτίου 1845 στην Λειψία (με σολίστα τον David), εν όψει της πρώτης έκδοσης του κοντσέρτου σε πάρτες που πραγματοποιήθηκε το ίδιο έτος (η πλήρης παρτιτούρα δημοσιεύθηκε μόλις το 1862). Το τελικό αποτέλεσμα, πάντως, υπήρξε εξαιρετικό: οι τεχνικές απαιτήσεις του σολιστικού μέρους είναι ικανές να θέλξουν κάθε μεγάλο δεξιοτέχνη του βιολιού, παράλληλα όμως ο σολίστας διατηρεί μια τόσο ισορροπημένη σχέση προς την υπόλοιπη ορχήστρα και το έργο συνολικά είναι τόσο πλούσιο σε περιεχόμενα και δομική πρωτοτυπία, ώστε να συνιστά την σημαντικότερη συμβολή στο είδος του μετά τον Beethoven.

Η ιδέα της εκθέσεως του ελεγειακού κυρίου θέματος του πρώτου μέρους (Allegro molto appassionato) από το σολιστικό όργανο και η δεξιοτεχνική κορύφωση που ακολουθεί πριν την ορχηστρική παρουσίαση του ιδίου, συνοψίζει ήδη όλες τις μπετοβενικές καινοτομίες στο είδος του κοντσέρτου. Το βιολί επανεισάγεται σε ένα μεταβατικό πέρασμα που οδηγεί στο ονειρώδες πλάγιο θέμα στην σχετική Σολ-μείζονα, όπου ο σολίστας έρχεται σε διάλογο με τα ξύλινα πνευστά. Η βασιζόμενη στο κύριο θέμα δεξιοτεχνική κατακλείδα της εκθέσεως κορυφώνεται σε δραματικές συγχορδίες, με τις οποίες ξεκινά η ενότητα της επεξεργασίας που επικεντρώνεται αρχικά στην μεταβατική ιδέα και έπειτα στο υλικό του κυρίου θέματος· η προοδευτική ρευστοποίηση του αρχικού θεματικού υλικού καταλήγει τελικά σε μια καταγεγραμμένη καντέντσα για το βιολί, η οποία κατά τρόπον καινοφανή συνδέει την επεξεργασία με την επανέκθεση. Μάλιστα, η ορχηστρική επαναφορά του κυρίου θέματος στην μι-ελάσσονα επικαλύπτεται με την εξύφανση της σολιστικής καντέντσας από ένα σημείο και έπειτα! Η συνέχεια είναι ανάλογη της εκθέσεως, με το πλάγιο θέμα στην Μι-μείζονα να επέχει παρενθετικό ρόλο στον δραματικό περίγυρό του, που κορυφώνεται όπως προηγουμένως και καταλήγει σε μια coda, όπου αξιοποιείται το θεματικό υλικό της μεταβάσεως.

Μια ακόμη έκπληξη περιμένει τον εκάστοτε ανυπόμονο και γραφικό κλακαδόρο της αίθουσας συναυλιών, όταν το πρώτο μέρος συνδέεται μέσω ενός ενδιαφέροντος αρμονικού περάσματος με το αργό δεύτερο μέρος σε Ντο-μείζονα. Η πρώτη ενότητα του Andante είναι λυρικού περιεχομένου και έρχεται σε οξεία αντίθεση με την αγωνιώδη έκφραση της μεσαίας ενότητος στην λα-ελάσσονα· το κυρίαρχο σε αυτήν μοτίβο “ερώτησης” βρίσκει ωστόσο την “απάντησή” του μόνο στην έναρξη της επαναφοράς της αρχικής μελωδίας, που τώρα συντομεύεται σε σημαντικό βαθμό.

Το εισαγωγικό τμήμα (Allegretto non troppo) του τελευταίου μέρους του κοντσέρτου, ένας αναστοχασμός του βιολιού πάνω στο κύριο θέμα του πρώτου μέρους, παραχωρεί γρήγορα της θέση του στο σπινθηροβόλο κύριο θέμα του Allegro molto vivace σε Μι-μείζονα, στο οποίο κυριαρχεί ο ήχος των ξύλινων πνευστών. Το πλάγιο θέμα στην δεσπόζουσα είναι ένα μεγαλοπρεπές ορχηστρικό εμβατήριο που επιτρέπει την παρουσίαση περαιτέρω δεξιοτεχνικών φιγούρων από τον σολίστα. Η επεξεργασία εισάγεται στην συνέχεια ως άμεση ανάπτυξη του πλαγίου θέματος και κατόπιν του κυρίου θέματος, το οποίο μάλιστα συνδυάζεται πλέον με μια νέα μελωδική γραμμή, η διατήρηση της οποίας και κατά την ακόλουθη επανέκθεση μεταβάλλει εν τέλει το κύριο θέμα σε ένα δισυπόστατο πολυφωνικό μόρφωμα! Μετά την τονική μεταφορά του εμβατηριακού πλαγίου θέματος, εξ άλλου, η coda ολοκληρώνει εντυπωσιακά το συνολικό έργο, ανατρέποντας παράλληλα άρδην την σκοτεινή έναρξή του.

19.12.2002


© Ιωάννης Φούλιας