Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Felix Mendelssohn-Bartholdy (1809-1847): Συμφωνία
αρ. 5, σε ρε-ελάσσονα, opus 107 («Της Μεταρρυθμίσεως»)
Το 1830 συμπληρώνονταν 300 χρόνια από την περιώνυμη «Ομολογία του Augsburg», την πρώτη δημόσια αναγνώριση του λουθηρανικού δόγματος, και στο Βερολίνο προγραμματιζόταν σειρά εορταστικών εκδηλώσεων για την θρησκευτική αυτή επέτειο. Ο Felix Mendelssohn-Bartholdy, που παρά την εβραϊκή του καταγωγή είχε βαπτισθεί χριστιανός και ήταν πιστός λουθηρανός, ξεκίνησε κατά τα τέλη του 1829 να σχεδιάζει μια συμφωνία προσήκουσα στους επικείμενους αυτούς εορτασμούς, όμως κάποια προβλήματα υγείας στάθηκαν εμπόδιο στην έγκαιρη περάτωση του νέου αυτού έργου. Επιπροσθέτως, αν και η ολοκλήρωση της «Συμφωνίας της Μεταρρυθμίσεως» φαίνεται πως έλαβε τελικά χώραν τον Μάιο του 1830, η πρώτη της εκτέλεση πραγματοποιήθηκε – με σημαντική χρονική καθυστέρηση και έπειτα από εκτεταμένη αναθεώρηση της παρτιτούρας το καλοκαίρι του 1832 – μόλις στις 15 Νοεμβρίου του ιδίου έτους, υπό την διεύθυνση του συνθέτη και στο πλαίσιο μιας σειράς φιλανθρωπικών συναυλιών που δόθηκαν στο Βερολίνο. Ο Mendelssohn εξακολουθούσε, ωστόσο, να μην είναι ικανοποιημένος από την συμφωνία του αυτή (η οποία ήταν, στην πραγματικότητα, η δεύτερη από τις πέντε συνολικά που συνέθεσε για πλήρη ορχήστρα) και έτσι δεν θέλησε να ασχοληθεί άλλο με αυτήν, ούτε – πολύ περισσότερο – να επιτρέψει την διάδοσή της καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Ως εκ τούτου, χρειάσθηκε να παρέλθουν δύο ολόκληρες δεκαετίες μετά τον θάνατό του, προτού η παραμελημένη αυτή συμφωνία αναβιωθεί στην Λειψία το 1868 και εκδοθεί ως “πέμπτη” από τον Simrock την ίδια χρονιά.
Η αργή εισαγωγή (Andante) του πρώτου μέρους ανοίγει στην Ρε-μείζονα, με ένα αντιστικτικά αναδυόμενο μοτίβο στα έγχορδα, το οποίο αποτελεί την έναρξη του περίφημου «Αμήν της Δρέσδης», μιας μελωδικής φράσεως που αργότερα αξιοποιήθηκε εμφαντικά ως σύμβολο θρησκευτικής πίστεως και στον Πάρσιφαλ του Wagner. Στην παρτιτούρα του Mendelssohn, το μοτίβο αυτό εξελίσσεται εναλλασσόμενο με μελωδικές φράσεις εν είδει χορικού που εκφέρονται από τα πνευστά, ενώ η γαλήνια κατάληξή του έρχεται αργότερα σε έντονη αντιπαράθεση με τις ηχηρές φανφάρες των πνευστών που από ένα σημείο και έπειτα δεσπόζουν, προκαταλαμβάνοντας την “δωρική” φύση του κυρίου θέματος του επερχόμενου Allegro con fuoco σε ρε-ελάσσονα. Η σφοδρότητα με την οποία ξεκινά η έκθεση αυτής της μορφής σονάτας διατηρείται ακέραια και κατά την ενεργητικότατη μετάβαση προς την λα-ελάσσονα, όπου ένα παράγωγο του «Αμήν της Δρέσδης» εξυφαίνεται πλέον σε πιο ήπιους τόνους (αν και με ελάχιστες “αναλαμπές” στον μείζονα τρόπο) επέχοντας ρόλο πλαγίου θέματος, πριν την ανάκληση μοτίβων του κυρίου θέματος για τις ανάγκες μιας εξόχως δραματικής κατακλείδας. Στην συνέχεια, ο συνθέτης αναδημιουργεί με θαυμαστό τρόπο τις φανφάρες της αργής εισαγωγής στο πρώτο τμήμα μιας εκτενούς ενότητας επεξεργασίας και, μέσα από τον συνδυασμό τους με ένα ως επί το πλείστον χαμηλόφωνο αλλά ζωηρό και απειλητικό υπόβαθρο, οδηγείται βαθμιαία σε συγκλονιστικές και παρατεταμένες κορυφώσεις. Ακόμη και η αναδρομή στο πλάγιο θέμα, που έρχεται κάποια στιγμή να καταπραΰνει την δαιμονική αυτή εξέλιξη της μουσικής, δεν αργεί να αποδειχθεί ατελέσφορη και να εκτοπισθεί από μια νέα τρομακτική κλιμάκωση που τελικά προσκρούει σε αδιέξοδο. Μια ανάμνηση του δεύτερου σκέλους του «Αμήν της Δρέσδης» επανέρχεται τώρα με την μορφή που είχε και στο τέλος της εισαγωγής, προκειμένου να σηματοδοτήσει την έναρξη της επανεκθέσεως. Εδώ, όμως, το κύριο θέμα επανεμφανίζεται ως σκιά του άλλοτε αγέρωχου εαυτού του και το πλάγιο θέμα που συνδέεται άμεσα με αυτό, σε τονική μεταφορά, δίνει πλέον περισσότερο την εντύπωση μιας φυσικής προεκτάσεώς του! Έτσι, η αναμενόμενη αντίθεση πραγματοποιείται στην coda του μέρους, η οποία επεκτείνει την κατακλείδα της εκθέσεως και δημιουργεί μια τελευταία εντυπωσιακή κλιμάκωση, που βρίσκει το επιστέγασμά της στις ύστατες “τραγικές” παραθέσεις των εναρκτήριων μοτίβων τόσο του πλαγίου όσο και του κυρίου θέματος.
Έπειτα από αυτό το γεμάτο ένταση πρώτο μέρος, ο Mendelssohn καταφεύγει σε ένα σαφώς πιο ανάλαφρο scherzo (Allegro vivace) σε Σι-ύφεση-μείζονα. Η βασική ιδέα του scherzo παρουσιάζεται εν πρώτοις από τα ξύλινα πνευστά, αλλά μετά την σταδιακή δυναμική όξυνση που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του (αντιθετικού) δεύτερου τμήματος του scherzo, η επαναφορά της λαμπρύνεται από ολόκληρη την ορχήστρα, προτού η εξέλιξή της οδηγήσει σε ένα ήσυχο κλείσιμο. Το ενδιάμεσο τρίο σε Σολ-μείζονα, προσέτι, με το χαριτωμένο και λυρικό μελωδικό υλικό του, έρχεται σε απόλυτη σύμπνοια με τον χαρακτήρα του scherzo, όπως άλλωστε φανερώνει και η σχεδόν ανεπαίσθητη αναδρομή σε μοτίβα και φιγούρες του τρίο στην coda που διαδέχεται την επανάληψη του scherzo. Τουναντίον, το σύντομο αργό μέρος της συμφωνίας, ένα τριμερές Andante σε σολ-ελάσσονα, εστιάζει στην εξύφανση μιας ελεγειακής μελωδίας με λιτά ενορχηστρωτικά μέσα και μόνο στο τέλος του ανακαλεί το πλάγιο θέμα του πρώτου μέρους, προκειμένου να ολοκληρωθεί κατά τρόπον γαλήνιο.
Το τελικό μέρος της «Συμφωνίας της Μεταρρυθμίσεως» ανοίγει, εν μέρει όπως και το πρώτο, με την παράθεση ενός ολοκληρωμένου λουθηρανικού χορικού άσματος και μάλιστα του περιφημότερου από όσα αποδίδονται στον ίδιο τον Λούθηρο: η μελωδία του “Ein’ feste Burg ist unser Gott” («Ένα ισχυρό φρούριο είναι ο θεός μας») εισάγεται αρχικά μόνον από ένα φλάουτο, αλλά σταδιακά εναρμονίζεται στην Σολ-μείζονα από ολοένα και περισσότερα όργανα της ορχήστρας, έως ότου φθάσει στην τελική της πτώση με την συμμετοχή όλων των πνευστών (Andante con moto). Με την ελεύθερη εξύφανση της εναρκτήριας φράσεως του χορικού και υπό την διαρκή και ιδιαιτέρως ενεργητική συνοδεία των εγχόρδων (Allegro vivace), πραγματοποιείται ακολούθως η απαραίτητη στροφή προς την Ρε-μείζονα, στην οποία βασίζεται το Allegro maestoso σε μορφή σονάτας. Τόσο το κύριο θέμα, όσο και το πλάγιο, το οποίο εκτίθεται παρακάτω στην Λα-μείζονα, προσλαμβάνουν μεγαλοπρεπή εορταστικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με την ενδιάμεση μετάβαση που διαφοροποιείται έντονα από αυτά χάρη στην ορμητική αντιστικτική εξύφανση ενός νέου, πολύ χαρακτηριστικού μοτίβου. Παραιτούμενος, ωστόσο, από μια τυπική ενότητα επεξεργασίας, ο Mendelssohn αρκείται σε μια νέα εναρμόνιση των πέντε τελευταίων φράσεων του λουθηρανικού χορικού, δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα πιο απλό συνδετικό πέρασμα προς την επανέκθεση, όπου, ενώ από την μία πλευρά τα δύο βασικά θέματα υπόκεινται σε αρκετές περικοπές κατά την τονική τους επαναφορά, από την άλλη η ενδιάμεση αντιστικτική ιδέα επιμηκύνεται και φθάνει στο απόγειό της συνδυαζόμενη αριστοτεχνικά με τις δύο πρώτες φράσεις του χορικού! Τέλος, στην coda του τελικού αυτού μέρους, μια αργή δυναμική κλιμάκωση προετοιμάζει την ομοφωνική αποθέωση της πρώτης αλλά και της τελευταίας φράσεως του χορικού από ολόκληρη την ορχήστρα.
29.07.2008
© Ιωάννης Φούλιας