Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Κωνσταντίνος Κυδωνιάτης (1908-1996): Βυζαντινό τρίπτυχο για ορχήστρα εγχόρδων, ΚΚ 4α

Ο Κωνσταντίνος Κυδωνιάτης θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συνεχιστές της “Ελληνικής Εθνικής Μουσικής Σχολής” κατά την μεταπολεμική περίοδο, πλην όμως η πλούσια δημιουργία του παραμένει ελάχιστα γνωστή έως σήμερα· σημαντική πρωτοβουλία προς την κατεύθυνση της διάδοσής της συνιστά η σύνταξη του πλήρους καταλόγου των έργων του από τον Χρήστο Κολοβό.

Το Βυζαντινό τρίπτυχο γράφηκε το 1946 για πλήρη ορχήστρα (η παρτιτούρα αυτή θεωρείται σήμερα χαμένη) και λίγο αργότερα μεταγράφηκε από τον ίδιο τον συνθέτη για ορχήστρα εγχόρδων· σε αυτήν την δεύτερη εκδοχή, το σχετικώς πρώιμο αυτό έργο έχει γνωρίσει αρκετές εκτελέσεις. Τα τρία μέρη του παίζονται χωρίς διακοπή το ένα μετά το άλλο και επιπλέον συνδέονται θεματικά μεταξύ τους. Το αρχικό μοτίβο του αργού πρελουδίου (Lento) καθορίζει ουσιαστικά όλη την περαιτέρω εξέλιξη του πρώτου μέρους, μεταδίδοντας σε αυτήν μια βαριά ελεγειακή διάθεση σε φρύγιο τρόπο. Οι μελωδικές φράσεις διατηρούν εδώ σχεδόν “ευλαβικά” την διατονική βηματική κίνησή τους και συνδυάζονται μεταξύ τους αντιστικτικά, ενώ η “αρχαϊκή” εντύπωση της τεχνοτροπίας αυτής ενισχύεται περαιτέρω με την μετρημένη χρήση ισοκρατών και παράλληλων πεμπτών. Αφού δε εισαχθούν σταδιακώς όλα τα όργανα, δημιουργείται μια δυναμική κορύφωση που εδράζεται σε επίμονες επαναλήψεις του αρχικού μοτίβου, το οποίο τελικά διατηρείται στα χαμηλά έγχορδα έως ότου σβήσει εντελώς… Το “γαλήνιο” χορικό (Sereno) τοποθετείται εξ αρχής στο “αιθέριο” περιβάλλον της Ρε-μείζονος. Οι τέσσερεις φράσεις του αποδίδονται από την ορχήστρα εγχόρδων κατ’ αντιφωνίαν: συγκεκριμένα, η πρώτη και η τρίτη ανατίθενται στις δύο ομάδες των βιολιών και στις (επίσης διαιρεμένες στα δύο) βιόλες, ενώ η δεύτερη και η τέταρτη ακούγονται μόνο από τα χωρισμένα σε δύο ομάδες τσέλλα, τα οποία μάλιστα κάνουν χρήση της μεσαίας και υψηλής ηχητικής τους περιοχής (αντιθέτως τα βαθύφωνα κοντραμπάσσα εισάγονται μόνο στις καταλήξεις των φράσεων αυτών)· έτσι, ένα τετράφωνο αντιστικτικό πλέγμα εναλλάσσεται με ένα δίφωνο, αν και η εκάστοτε κύρια μελωδική φωνή διακρίνεται πάντοτε από τις συνοδευτικές. Το εναρκτήριο μοτίβο του πρελουδίου μεταμορφώνεται σε ένα ζωηρό δίμετρο θέμα στην τελική μικρή φούγκα (Fughetta: allegro non troppo) και πλαισιώνεται από ένα όχι λιγότερο ενεργητικό αντίθεμα. Η τετράφωνη έκθεση λαμβάνει χώραν στον φρύγιο τρόπο, έπειτα όμως από σύντομη ανάπτυξη της “ουράς” του θέματος, το ίδιο στην πλήρη του μορφή καθώς και η τονική του απάντηση επανεμφανίζονται στον ιωνικό τρόπο (το ισοδύναμο της Ντο-μείζονος). Ακολουθεί ανάπτυξη του αντιθέματος (με την μορφή ενός τετράφωνου φουγκάτο) που μετατρέπει προς τον δώριο τρόπο (ή την ρε-ελάσσονα)· εδώ εισάγονται πλέον και τα κοντραμπάσσα, δίνοντας το έναυσμα για ένα τετράφωνο stretto του πλήρους θέματος αλλά και για περαιτέρω εμφανίσεις μόνο της κεφαλής του, που κατόπιν ρυθμικής πύκνωσης καταλήγουν σε μιαν εμφαντική πτώση επί της δεσπόζουσας, ακριβώς πριν την επιβλητική καταληκτική παράθεση του θέματος.

18.12.2003


© Ιωάννης Φούλιας