Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Wolfgang Amadeus Mozart
(1756-1791): Κοντσέρτο για κλαρινέττο σε Λα-μείζονα,
KV 622
Το μοναδικό κοντσέρτο για κλαρινέττο του Mozart έμελλε να είναι και η τελευταία ενόργανη σύνθεση που ο ίδιος πρόφθασε να ολοκληρώσει λίγο πριν τον θάνατό του, και συγκεκριμένα στις αρχές Οκτωβρίου του 1791. Το έργο προοριζόταν εξ αρχής για τον περίφημο κλαρινεττίστα Anton Stadler και μάλιστα όχι για το σύγχρονο κλαρινέττο, αλλά για έναν τύπο άλτο κλαρινέττου, το corno di bassetto, τον πλούσιο ήχο του οποίου ο Mozart εκτιμούσε ιδιαίτερα. Παρ’ όλα αυτά, η τελική γραφή ήταν για ένα ελαφρώς “πειραγμένο” από τον Stadler κλαρινέττο (με τέσσερεις επιπρόσθετους φθόγγους στην χαμηλή περιοχή του οργάνου) και μια περιορισμένου μεγέθους ορχήστρα, αποτελούμενη από δύο φλάουτα, δύο φαγγόττα, δύο κόρνα και έγχορδα. Σε κάθε περίπτωση, η επιτυχημένη πρώτη εκτέλεση του κοντσέρτου, στις 16 Οκτωβρίου 1791 στην Πράγα, έδωσε το έναυσμα για την μετέπειτα κυκλοφορία του έργου σε τρεις διαφορετικές εκδόσεις (όλες για σύγχρονο κλαρινέττο) έως το 1801! Εν τω μεταξύ, η πρωτότυπη παρτιτούρα του Mozart χάθηκε και έτσι το σπουδαίο αυτό έργο ερμηνεύεται έκτοτε σε μιαν εκδοχή που – ως προς την πάρτα του σολιστικού οργάνου – δεν είναι πλέον δυνατόν να διακριβωθεί σε ποιόν βαθμό αποκλίνει από την “αυθεντική”.
Το πρώτο μέρος (Allegro) είναι γραμμένο σε μορφή σονάτας κοντσέρτου και το εναρκτήριο ritornello της ορχήστρας παρουσιάζει τόσο το κύριο θέμα όσο και μια σειρά αγλαών καταληκτικών ιδεών. Το υλικό αυτό εμπλουτίζεται αργότερα, στην σολιστική έκθεση, με δεξιοτεχνικά περάσματα του κλαρινέττου αλλά και νέες θεματικές ιδέες ηπιότερου χαρακτήρος, οι οποίες λειτουργούν ως μετάβαση και πλάγιο θέμα. Μετά την ορχηστρική κατακλείδα της εκθέσεως (δεύτερο ritornello), ο σολίστας έρχεται ξανά στο προσκήνιο, ανακαλώντας και εξυφαίνοντας περαιτέρω γνώριμα θεματικά στοιχεία, έως ότου καταλήξει στην τονικότητα της σχετικής ελάσσονος. Με πολύ ενεργητικό τρόπο, η ορχήστρα αναλαμβάνει στην συνέχεια (με ένα τρίτο, μετατροπικό ritornello) να οδηγήσει πίσω στην αρχική τονικότητα, προκειμένου να λάβει χώραν μια αρκετά τυπική σολιστική επανέκθεση και το κομμάτι να ολοκληρωθεί με ένα λαμπερό τέταρτο ritornello (που είναι σχεδόν ταυτόσημο του δεύτερου, αλλά σε τονική μεταφορά). Αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει συνήθως, στο κοντσέρτο αυτό δεν προβλέπεται η αυτοσχέδια ανάπτυξη μιας σολιστικής καντέντσας.
Το μαγευτικό μεσαίο μέρος του έργου, ένα Andante σε Ρε-μείζονα, ανοίγει με ένα λυρικότατο διμερές θέμα, τα τμήματα του οποίου εκτίθενται πρώτα από το κλαρινέττο και έπειτα επαναλαμβάνονται με πλουσιώτερα χρώματα και αρμονίες από την ορχήστρα. Στην κεντρική ενότητα που ακολουθεί, η γραφή είναι περισσότερο δεξιοτεχνική για τον σολίστα, ενώ η ορχήστρα περιορίζεται σε συνοδευτικό ρόλο. Το ίδιο, εξ άλλου, ισχύει και για την coda που έπεται της επαναφοράς της πρώτης ενότητος, παρέχοντας στο κλαρινέττο λίγο ακόμη χώρο για την εκφορά μερικών “αποχαιρετιστήριων” φράσεων.
Η σύνθεση ολοκληρώνεται με ένα εύθυμο Rondo: allegro, το οποίο ενσωματώνει και ορισμένα δομικά χαρακτηριστικά σονάτας. Το ανάλαφρο επωδικό θέμα συνοδεύεται από ζωηρές καταληκτικές ιδέες, προτού η εξέλιξη οδηγήσει σε ένα πρώτο “επεισόδιο” που σταδιακά μετατρέπει προς την τονικότητα της δεσπόζουσας και αναδεικνύει ολοένα και περισσότερο την εκτελεστική δεινότητα του σολίστα. Η μετέπειτα συνοπτική επαναφορά του αρχικού θέματος, ακολουθούμενη και από μια δυναμική παρέμβαση της ορχήστρας, παραχωρεί σύντομα την θέση της σε ένα δεύτερο επεισόδιο, στο πλαίσιο του οποίου το κλαρινέττο εισάγει νέες ιδέες και χειρονομίες, άλλοτε ελεγειακές και άλλοτε μάλλον κωμικές. Έπειτα, επανεκτίθενται άμεσα (αν και με ποικίλες ενδιαφέρουσες τροποποιήσεις) τα περιεχόμενα του πρώτου “επεισοδίου”, πριν την τελική επαναφορά ολόκληρης της αρχικής ενότητος αλλά και την ιδιαίτερα εκτενή coda, που έρχεται αμέσως μετά να επιστεγάσει κατά τρόπον έξοχο το αριστουργηματικότερο ίσως κοντσέρτο που γράφηκε ποτέ για το κλαρινέττο.
05.06.2008
© Ιωάννης Φούλιας