Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Wolfgang Amadeus Mozart (1756-1791): Κοντσέρτο για πιάνο σε ρε-ελάσσονα, KV 466 & Κοντσέρτο για πιάνο σε Ντο-μείζονα, KV 503

Με τα ώριμα κοντσέρτα του για πιάνο, ο Wolfgang Amadeus Mozart διεμόρφωσε νέα πρότυπα δεδομένα για το είδος και την μορφή του κλασσικού κοντσέρτου, τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του οποίου κανένας άλλος δημιουργός (ούτε καν ο Ludwig van Beethoven!) δεν κατόρθωσε τελικά να υπερβεί. Το Κοντσέρτο για πιάνο σε ρε-ελάσσονα, KV 466, ολοκληρώθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 1785 και πρωτοπαρουσιάσθηκε την αμέσως επόμενη μέρα, με σολίστα τον συνθέτη, σε συναυλία συνδρομητών που δόθηκε στην Βιέννη. Είναι το πρώτο από τα δύο μόλις έργα αυτού του είδους του Mozart σε ελάσσονα τονικότητα καθώς και το μοναδικό που κατέκτησε μια σταθερή θέση στο συναυλιακό ρεπερτόριο ήδη κατά την διάρκεια του 19ου αιώνος (όπως μαρτυρούν και οι περίφημες καντέντσες που έγραψαν κατά καιρούς γι’ αυτό συνθέτες σαν τον Beethoven ή τον Johannes Brahms).

Το προαναφερόμενο γεγονός δεν εκπλήσσει, βέβαια, δεδομένου του ότι η παράφορη και απεγνωσμένη τραγικότητα του πρώτου μέρους του κοντσέρτου αυτού (Allegro) ταίριαζε απόλυτα στην αισθητική του ρομαντισμού. Το εναρκτήριο ritornello της ορχήστρας δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις σφοδρές κύριες και καταληκτικές θεματικές του ιδέες, ωθώντας στο περιθώριο τόσο το ήπιο αλλά ασταθές πλάγιο θέμα, όσο και την ύστατη μελαγχολική του ιδέα. Το πιάνο, από την άλλη πλευρά, εισάγεται με ένα εντελώς νέο και άκρως εκφραστικό θέμα, προτού εκθέσει με νέα παραλλάγματα τις βασικότερες από τις ορχηστρικές ιδέες και προσθέσει καινούργιες (πλάγιες και καταληκτικές), προκειμένου να εδραιώσει επαρκώς την δευτερεύουσα τονικότητα της Φα-μείζονος, πριν την έλευση του δεύτερου ritornello. Από εκεί και ύστερα, το “εισαγωγικό” σολιστικό θέμα εναλλάσσεται αλυσιδωτά με το κύριο στην ενότητα της επεξεργασίας, αλλά απουσιάζει παντελώς από την επανέκθεση, το πρώτο σκέλος της οποίας βασίζεται ουσιαστικά στο εναρκτήριο ritornello, ενώ το δεύτερο προσεγγίζει πολύ περισσότερο το πρότυπο της σολιστικής εκθέσεως και επιστεγάζεται δραματικά με το τελευταίο ritornello της μορφής σονάτας κοντσέρτου.

Η αργή «Ρομάντσα» (δεύτερο μέρος), που είναι γραμμένη στην Σι-ύφεση-μείζονα και σε πενταμερή μορφή ρόντο, διαπνέεται από εξαιρετική γαλήνη, όχι μόνο στο τριμερές βασικό της θέμα, αλλά και στο πρώτο της επεισόδιο (που αφομοιώνει ολότελα τις δομικές αρχές μιας εκθέσεως σονάτας)· παρ’ όλα αυτά, τις εντυπώσεις “κλέβει” το ορμητικότατο δεύτερο επεισόδιο στην σολ-ελάσσονα, το οποίο επαναφέρει δραστικά στο προσκήνιο την κεντρική διάθεση του έργου. Ανάλογος είναι και ο χαρακτήρας του κυρίου θέματος του τελικού μέρους του κοντσέρτου, ενός Allegro assai σε μορφή σονάτας χωρίς επεξεργασία. Στο θυελλώδες ξέσπασμα της ορχήστρας, ο σολίστας αντιπαρατίθεται με μεγαλύτερη εσωστρέφεια, ενόσω η πλάγια θεματική ομάδα ξεκινά αναπάντεχα την πορεία της από την φα-ελάσσονα, προτού στραφεί με πολλή ενέργεια προς την σχετική Φα-μείζονα και την εδραιώσει με μια πιο ανάλαφρη καταληκτική ιδέα. Ελλείψει κεντρικής επεξεργασίας, η επανέκθεση της κύριας θεματικής περιοχής υπόκειται σε εντυπωσιακή αναπτυξιακή διεύρυνση, έως ότου το σύνολο των πλαγίων και καταληκτικών θεματικών ιδεών επανεκτεθεί στην ρε-ελάσσονα. Στην coda, εντούτοις, που έπεται της σολιστικής καντέντσας, το κύριο θέμα αποτυγχάνει πλέον να εξελιχθεί, επιτρέποντας έτσι στην καταληκτική ιδέα να δώσει ένα “αίσιο τέλος” στην λαμπερή τονικότητα της Ρε-μείζονος.

Σε πλήρη αντίθεση με το προηγούμενο, το Κοντσέρτο για πιάνο σε Ντο-μείζονα, KV 503, η σύνθεση του οποίου περατώθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 1786, αγνοήθηκε τελείως μετά τον θάνατο του Mozart, για να ανακτήσει μόνο μετά τα μέσα του 20ού αιώνος την θέση που του αρμόζει, ως ένα από τα εντυπωσιακότερα επιτεύγματα του συνθέτη στο εν λόγω είδος. Το επιβλητικό κύριο θέμα του Allegro maestoso προϊδεάζει για το μεγαλείο του πρώτου αυτού μέρους, το εναρκτήριο ritornello του οποίου περιέχει πολλές ακόμη ιδέες σε μείζονα και ελάσσονα τρόπο που, ναι μεν, αξιοποιούνται συστηματικά στην εξέλιξη της παρούσας σονάτας κοντσέρτου, αλλά με ιδιαίτερη φειδώ στην σολιστική έκθεση, η οποία ανοίγει με ένα νέο πέρασμα του πιάνου, διαθέτει ένα ολοκαίνουργιο πλάγιο θέμα στην Σολ-μείζονα και ανανεώνει σε αξιοπρόσεκτο βαθμό το μεταβατικό και το καταληκτικό της υλικό. Απεναντίας, το επικυρωτικό δεύτερο ritornello και η μετέπειτα σολιστική επεξεργασία βασίζονται αποκλειστικά σε ενδιάμεσες ιδέες του εναρκτήριου ritornello, ενώ η αμιγώς σολιστική επανέκθεση ακολουθεί κατά βάση τα ίχνη της αντίστοιχης εκθέσεως, ενσωματώνοντας όμως ως δεύτερο πλάγιο θέμα και την χαρακτηριστική ιδέα που αναπτύχθηκε διεξοδικά στην επεξεργασία. Το τελευταίο ορχηστρικό ritornello, εξ άλλου, αφ’ ενός μεν προετοιμάζει την σολιστική καντέντσα παραπέμποντας ευθέως στο δεύτερο ritornello και αφ’ ετέρου ανακαλεί τις καταληκτικές ιδέες του εναρκτήριου, οι οποίες φυλάσσονταν ειδικά γι’ αυτόν τον σκοπό.

Μιαν απλούστερη πραγμάτωση της μορφής σονάτας κοντσέρτου συναντάμε και στο ακόλουθο Andante σε Φα-μείζονα: τα δύο βασικά θέματα, ένα κύριο και ένα πλάγιο, παρουσιάζονται στο εναρκτήριο ritornello από κοινού με μια καταληκτική ορχηστρική ιδέα, προτού εκτεθούν και επανεκτεθούν σε συνδυασμό με δευτερεύουσες μεταβατικές και καταληκτικές σολιστικές ιδέες· εν τω μεταξύ, η υποτυπώδης κεντρική επεξεργασία δίνει περισσότερο την εντύπωση ενός συνδετικού περάσματος προς την επανέκθεση, ενώ στο δεύτερο και τελευταίο ritornello η ορχήστρα και το πιάνο ανακαλούν σε μεγαλύτερη πλέον έκταση την ορχηστρική καταληκτική ιδέα. Το τελικό Allegretto σε Ντο-μείζονα είναι μια σύνθετη μορφή ρόντο-σονάτας, το ορχηστρικό επωδικό θέμα της οποίας προσλαμβάνει τον χαρακτήρα της γαλλικής γκαβόττας. Με την είσοδο του πιάνου, ωστόσο, πραγματοποιείται μια σταδιακή μετάβαση προς την Σολ-μείζονα για την έκθεση της απέριττης πλάγιας μελωδικής ιδέας, που με την σειρά της παραχωρεί την θέση της στο αρχικό θέμα. Το κεντρικό επεισόδιο συνίσταται σε δύο νέες θεματικές ιδέες, στην λα-ελάσσονα και την Φα-μείζονα, αντιστοίχως, ενώ την αρκετά τυπική επανέκθεση των δύο βασικών θεμάτων στην Ντο-μείζονα διαδέχεται μια τελευταία πλήρης επαναφορά του επωδικού θέματος με εκτενή καταληκτική προέκταση.

02.12.2008


© Ιωάννης Φούλιας