Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Wolfgang Amadeus Mozart (1756-1791): Ρετσιτατίβο και ρόντο [σκηνή και άρια συναυλίας] για σοπράνο και ορχήστρα, “Mia speranza adorata! – Ah non sai qual pena sia”, KV 416 & Άρια για σοπράνο, “Vorrei spiegarvi, oh Dio!”, KV 418

Στην εργογραφία του Mozart συναντά κανείς έναν αξιοσέβαστο αριθμό αυτόνομων σολιστικών φωνητικών κομματιών (ως επί το πλείστον υπό μορφήν ρετσιτατίβου και άριας), τα οποία γράφονταν κατά περίσταση, είτε με την προοπτική της εκ των υστέρων ενσωμάτωσής τους σε κάποια όπερα (οι λεγόμενες “εμβόλιμες άριες ή σκηνές”), είτε για τις ανάγκες κάποιας συναυλίας (εξ ου και ο όρος “άρια / σκηνή συναυλίας”, ο οποίος εντούτοις συχνά αποδίδεται εσφαλμένα στα ελληνικά ως “άρια / σκηνή κοντσέρτου”). Αρκετές τέτοιες “άριες συναυλίας” συνετέθησαν ειδικότερα για την ικανότατη σοπράνο Aloysia Weber-Lange, αδελφή της συζύγου του συνθέτη, Konstanze Weber-Mozart. Εν προκειμένω, το ρετσιτατίβο “Mia speranza adorata!” και η άρια “Ah non sai qual pena sia”, KV 416, ολοκληρώθηκαν από τον Mozart στις 8 Ιανουαρίου 1783, για τις ανάγκες μιας συναυλίας συνδρομητών που δόθηκε στις 11 του ιδίου μηνός και στην οποία συμμετείχε ασφαλώς και η Lange. Μαρτυρούνται επίσης ορισμένες μεταγενέστερες παρουσιάσεις του έργου αυτού από την ίδια πάντοτε σοπράνο, μεταξύ των οποίων μία ιδιαίτερα επιτυχημένη έλαβε χώραν στο πλαίσιο συναυλίας στην Βιέννη, στις 23 Μαρτίου 1783.

Το κείμενο της φωνητικής αυτής σκηνής προέρχεται από το libretto του Abbate Gaetano Sertor για την όπερα Zemira του Pasquale Anfossi (1727-1797), η οποία ανέβηκε για πρώτη φορά στην Βενετία το έτος 1782. Στην εκδοχή του Mozart, την σοπράνο συνοδεύει ένα μάλλον μικρό ορχηστρικό σύνολο, αποτελούμενο από ζεύγη όμποε, φαγγόττων και κόρνων συν έγχορδα. Η εναρκτήρια “σκηνή” αποδίδεται κατά τρόπον δραματικό, εν είδει recitativo accompagnato: με αφετηρία την σολ-ελάσσονα, οι φράσεις του ποιητικού κειμένου υπόκεινται σε πολλές μεταβολές διαθέσεως, χρονικής αγωγής και τονικής βάσεως, ενώ σε ό,τι αφορά στην ορχηστρική συνοδεία, πέραν του σώματος των εγχόρδων, αξιοποιείται μονάχα το πρώτο όμποε σε δύο λυρικές “στιγμές”. Η ακόλουθη άρια, αντιθέτως, είναι γραμμένη στην Σι-ύφεση-μείζονα, προσλαμβάνει την μορφή ενός ρόντο τύπου Α Β Α΄ Γ Α΄΄ Γ΄ & coda και προβάλλει ιδιαίτερα την φωνητική δεξιοτεχνία της σοπράνο – η οποία φθάνει αρκετές φορές μέχρι τον υψηλότατο φθόγγο φα΄΄΄! Το πρώτο τμήμα (Α), ειδικότερα, είναι ήπιου χαρακτήρος, περιλαμβάνει ορισμένες μιμήσεις ανάμεσα στην φωνή και τα ξύλινα πνευστά και ολοκληρώνεται με ένα μικρό δεξιοτεχνικό πέρασμα, το οποίο μάλιστα επανέρχεται τροποποιημένο τόσο στο Α΄ όσο και στο συνεπτυγμένο Α΄΄. Από την άλλη πλευρά, η έκφραση του τμήματος Β (που μετατρέπει προς την Φα-μείζονα και καταλήγει σε αυτήν) καθίσταται κάπως πιο δραματική, ενόσω και ο ρόλος της ορχήστρας γίνεται σαφέστατα πιο ενεργητικός. Εντούτοις, το κέντρο βάρους της σύνθεσης μετατοπίζεται σταδιακά στα τμήματα Γ και Γ΄: την πρώτη φορά (στο τμήμα Γ), ένα σύντομο μετατροπικό πέρασμα σε απαγγελτικό ύφος οδηγεί σε μια διμερή φωνητική ενότητα γοργής χρονικής αγωγής (εκ νέου στην Σι-ύφεση-μείζονα), η οποία αργότερα ανακαλείται αποσπασματικά (Γ΄) και προεκτείνεται με εντυπωσιακές δεξιοτεχνικές κορυφώσεις, τις οποίες διαδέχονται πιο συγκρατημένες, καταληκτικές φραστικές επαναλήψεις καθώς και ένα πολύ ήρεμο κλείσιμο.

Η “εμβόλιμη” άρια για σοπράνο “Vorrei spiegarvi, oh Dio!”, KV 418, από την άλλη πλευρά, ετοιμάσθηκε ειδικά για το ανέβασμα της κωμικής όπερας του Pasquale Anfossi Il curioso indiscreto στο Burgtheater της Βιέννης, στις 30 Ιουνίου 1783. Τέτοιου είδους επεμβάσεις “τρίτων” σε μιαν όπερα, που εν προκειμένω είχε ήδη παρουσιασθεί το 1777 στην Ρώμη και σε άλλες ιταλικές πόλεις (και της οποίας ο λιμπρετίστας παραμένει έως σήμερα άγνωστος), ήταν τότε ιδιαίτερα συνηθισμένες και επιβάλλονταν ως επί το πλείστον από τους τραγουδιστές της εκάστοτε παράστασης: έτσι, ο Mozart ολοκλήρωσε στις 20 Ιουνίου 1783 την παρούσα άρια κατ’ απαίτησιν της κουνιάδας του, Aloysia Weber-Lange (η οποία τότε βρισκόταν στο απόγειο της καλλιτεχνικής της σταδιοδρομίας), προκειμένου να εμπλουτίσει μουσικά την έκτη σκηνή της πρώτης πράξεως της όπερας του Anfossi. Μάλιστα, σε επιστολή προς τον πατέρα του, ο συνθέτης αναφέρει ότι στην πρώτη βιεννέζικη παράσταση της ιταλικής αυτής όπερας μόνον οι δικές του προσθήκες (δύο άριες) απέσπασαν τελικά την επιδοκιμασία του κοινού.

Η προαναφερόμενη άρια συνοδεύεται από ζεύγη όμποε, φαγγόττων και κόρνων συν το καθιερωμένο σώμα των εγχόρδων και συνίσταται σε δύο αντιθετικές μουσικές ενότητες. Η εκτενέστερη πρώτη ενότητα είναι αργής χρονικής αγωγής (adagio), λυρικής φύσεως και συγκρατημένης εκφραστικής ποιότητος, γεγονός που τονίζεται άλλωστε τόσο από την σολιστική ανάδειξη του πρώτου όμποε, όσο και από την διαρκή συνοδεία των πρώτων βιολιών με πνιγέα και των υπολοίπων εγχόρδων με pizzicati. Το πρώτο όμποε παρουσιάζει εν είδει εισαγωγής μια μελωδική φράση στην Λα-μείζονα, την οποία αμέσως μετά εκφέρει σημαντικά παρηλλαγμένη και η σοπράνο, πριν την διεξαγωγή ενός ολοένα και πυκνότερου διαλόγου ανάμεσα στο όμποε και την φωνή που κατευθύνεται προς την Μι-μείζονα και επικεντρώνεται στον ιδιαίτερο χρωματισμό της λέξεως “piangere” («κλαίω») με πλατιά και ήρεμα μελίσματα που εμπεριέχουν πολλές ενδιάμεσες παύσεις ως φιγούρες αναστεναγμού. Η μετατροπική πορεία του μεσαίου τμήματος του adagio σύντομα καταλήγει στην Ρε-μείζονα, ενώ κατά την μετέπειτα επαναφορά του πρώτου τμήματος στην Λα-μείζονα αποκόπτεται η μικρή ενόργανη εισαγωγή και αναπτύσσονται νέα ήπια μελωδικά περάσματα επί του “piangere”, παρ’ ότι βέβαια η κατάληξη της ενότητος αυτής πραγματοποιείται εκ νέου στην δεσπόζουσα της αρχικής τονικότητος. Με αυτόν τον τρόπο και με αφορμή το κείμενο “Ah conte, partite, correte, fuggite lontano da me” («Αχ κόμη, αποχωρήστε, τρέξτε, φύγετε μακριά από μένα») εισάγεται στην συνέχεια μια γρήγορη καταληκτική ενότητα στην Λα-μείζονα (allegro), σε μικρή τριμερή δομή που απολήγει σε ένα “stretto” (più allegro), το οποίο πάντως – με εξαίρεση δύο εντυπωσιακά άλματα της φωνής σε απόσταση λίγο μικρότερη και λίγο μεγαλύτερη των δύο οκτάβων, αντιστοίχως – δεν εκφυλίζεται κατά τα λοιπά σε μιαν ακροβατική επίδειξη φωνητικής δεξιοτεχνίας.

01.10.2005


© Ιωάννης Φούλιας