Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Wolfgang Amadeus Mozart (1756-1791): Κουαρτέττο με φλάουτο αρ. 3, σε Ντο-μείζονα, KV 285b

Έχοντας ήδη αναχωρήσει από το Παρίσι με τελικό προορισμό το Salzburg, τον Οκτώβριο του 1778 ο Mozart ανέφερε σε επιστολή του προς τον πατέρα του ότι ανέμενε να παραλάβει, περνώντας από το Mannheim, τα χειρόγραφα τριών κουαρτέττων με φλάουτο που είχε εν τω μεταξύ συνθέσει και παραδώσει δίχως προηγουμένως να κρατήσει αντίγραφα. Δυστυχώς, καμμία άλλη μαρτυρία δεν διαθέτουμε αναφορικά με την τύχη των τριών αυτών έργων, εκ των οποίων μόνο δύο (τα KV 285 και 285a) φαίνεται πως σώθηκαν εν τέλει, αφού το τρίτο σίγουρα δεν μπορεί να ταυτισθεί με το Κουαρτέττο με φλάουτο σε Ντο-μείζονα, KV 285b, ένα έργο που αρκετοί σύγχρονοι ερευνητές θεωρούν αμφιβόλου πατρότητος και το οποίο – ακόμη και αν είναι γνήσιο – γράφηκε πιθανότατα στην Βιέννη, κατά τα έτη 1781-1782 ή και λίγο αργότερα, δεδομένου του ότι το τελικό (δεύτερο) μέρος του αποτελεί διασκευή του έκτου μέρους της περίφημης Σερενάτας για 12 πνευστά και κοντραμπάσσο, KV 370a / 361 (“Gran Partita”), η σύνθεση της οποίας έλαβε χώραν μάλλον την περίοδο 1783-1784.

Το εναρκτήριο Allegro σε Ντο-μείζονα διακρίνεται για την ισορροπημένη και σχετικά ώριμη γραφή του. Ένα απέριττο κύριο θέμα εκτίθεται από το φλάουτο και επαναλαμβάνεται άμεσα από το βιολί, προτού τα δύο αυτά όργανα ενώσουν τις δυνάμεις τους στο πλαίσιο μιας αποφασιστικής μετάβασης προς την Σολ-μείζονα, στην οποίαν έπειτα παρουσιάζονται δύο αρκετά σολιστικού (αν και διόλου δεξιοτεχνικού) χαρακτήρος πλάγιες θεματικές ιδέες καθώς και μία κατακλείδα με εμφανείς αναφορές στο υλικό της μετάβασης. Αμέσως μετά, χάρη στην εντυπωσιακή ανακατασκευή μιας απλής καταληκτικής χειρονομίας της εκθέσεως – και δη υπό μορφήν κανόνος με ελεύθερη περαιτέρω εξύφανση – η ενότητα της επεξεργασίας είναι σε θέση να προβάλει εξ αρχής ένα δικό της θέμα και να το αναπτύξει επί μακρόν κατά την δραματική της περιπλάνηση σε μια σειρά από ελάσσονες τονικότητες. Παρ’ όλα αυτά, και η ακόλουθη επανέκθεση του δεδομένου θεματικού υλικού δεν στερείται απροσδόκητων εξελίξεων: έτσι, το κύριο θέμα συγχωνεύεται πλέον με την μετάβαση, ενώ η πρώτη πλάγια θεματική ιδέα υπόκειται στην συνέχεια σε εκτενή (εμβόλιμη) “δευτερεύουσα ανάπτυξη”, η οποία λαμβάνει ως αφετηρία της την περιοχή της υποδεσπόζουσας και καθυστερεί αισθητά την αυτούσια τονική επαναφορά τόσο της δεύτερης πλάγιας ιδέας όσο και της κατακλείδας.

Το θέμα του δευτέρου μέρους είναι ένα διμερές Andantino, αρκετά ανάλαφρο όσο και εξαιρετικά ανάγλυφο από μελωδικής και αρμονικής πλευράς, ούτως ώστε να χρησιμεύσει ως σταθερό σημείο αναφοράς για τις έξι παραλλαγές που έπονται. Οι πρώτες τρεις εξ αυτών είναι ποικιλματικού χαρακτήρος, καθώς βασίζονται σε μια πολύ χαρακτηριστική κάθε φορά μοτιβική φιγούρα που εξυφαίνεται πρωτίστως στο μέρος του φλάουτου, του βιολιού και του τσέλλου, αντιστοίχως. Η τέταρτη παραλλαγή τίθεται κατόπιν στην ομώνυμη ντο-ελάσσονα, δίνοντας μάλιστα έμφαση στην παρουσίαση παθητικών φιγούρων αναστεναγμού πάνω από την ακατάπαυστη συνοδεία της βιόλας. Εντούτοις, στην εκφραστική κλιμάκωση του μέρους συνεισφέρει ακόμη περισσότερο η αργή πέμπτη παραλλαγή (Adagio), η οποία αποκαθιστά τον μείζονα τρόπο και εμπλουτίζει με καλαίσθητα περάσματα την βασική μελωδική γραμμή του θέματος, προτού αυτό μεταμορφωθεί – στην έκτη και τελευταία παραλλαγή – σε έναν εύθυμο και ζωηρό τρίσημο χορό (Allegro), που επιστεγάζεται και με μιαν επιπρόσθετη ενεργητική καταληκτική προέκταση.

31.10.2008


© Ιωάννης Φούλιας