Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Joseph Haydn (1732-1809): Σονάτες σε Ντο-μείζονα, Hob. XVI: 50 / WU 60, και σε Μι-ύφεση-μείζονα, Hob. XVI: 52 / WU 62

Οι δύο αυτές σονάτες για πληκτροφόρο σηματοδοτούν το τελικό στάδιο στην μακρά και γόνιμη ενασχόληση του Joseph Haydn με το εν λόγω είδος: από τα σύντομα και ανάλαφρα divertimenti της δεκαετίας του 1750 έως τις εκτενείς και απαιτητικές σονάτες του όψιμου 18ου αιώνος που ανοίγουν τον δρόμο στις “συμφωνικών” διαστάσεων πιανιστικές σονάτες του Beethoven. Αμφότερες οι σονάτες αυτές γράφηκαν κατά την διάρκεια της δεύτερης περιοδείας του Haydn στο Λονδίνο (1794-1795) και μάλιστα ειδικά για την εξαίρετη πιανίστα Therese Jansen-Bartolozzi. Το γεγονός αυτό αιτιολογεί τόσο τον μεγάλο βαθμό δεξιοτεχνίας (που σε γενικές γραμμές δεν χαρακτηρίζει το πιανιστικό ρεπερτόριο του Haydn), όσο και την εκμετάλλευση μιας πληθώρας δυναμικών και ηχοχρωματικών δυνατοτήτων που μόνο τα στιβαρά πιάνα βρετανικής κατασκευής επέτρεπαν την εποχή εκείνη.

Η σονάτα σε Μι-ύφεση-μείζονα, Hob. XVI: 52 / WU 62, είναι έργο του 1794. Η επιβλητική εναρκτήρια ιδέα προεξοφλεί σε μεγάλο βαθμό τον χαρακτήρα ολόκληρου του πρώτου μέρους (Allegro), αν και στην εξέλιξή της πάντοτε συνδυάζεται με ηπιότερες μελωδικές εμπνεύσεις. Η μετάβαση, η πλάγια θεματική περιοχή και η κατακλείδα της εκθέσεως ανοίγουν με παραλλάγματα του βασικού αυτού μορφώματος, πλην όμως περιλαμβάνουν και πολλά άλλα περάσματα ποικίλου ύφους· ξεχωριστή, επίσης, είναι μια “παιχνιδιάρικη” και χαριτωμένη πλάγια θεματική ιδέα, η οποία κατόπιν όχι μόνον ανοίγει την ενότητα της επεξεργασίας αλλά, κατά τρόπον τελείως απρόσμενο, παρατίθεται και λίγο πριν την ολοκλήρωσή της στην ιδιαίτερα απομεμακρυσμένη τονική περιοχή της Μι-μείζονος! Τελικά, η τονική τάξη αποκαθίσταται στην επανέκθεση, όπου όλες οι ιδέες επανέρχονται με λιγότερο ή περισσότερο ουσιαστικές τροποποιήσεις. Ένα από τα στοιχεία που έχουν αναμφίβολα καταστήσει διάσημη την σονάτα αυτή είναι η τονικότητα του αργού της μέρους: πρόκειται για την Μι-μείζονα, η οποία διαμορφώνει μια σπανιότατη εν γένει – παρ’ ότι προαναγγελθείσα – τονική σχέση ως προς την βασική τονικότητα του έργου. Η ποιότητα του μεσαίου μέρους, ωστόσο, σε τριμερή ασματική μορφή, είναι τέτοια που δεν επιτρέπει σε κάποιον να το προσπεράσει επισημαίνοντας μονάχα το “εξωτερικό” αυτό χαρακτηριστικό· το εν λόγω Adagio διαθέτει χαρακτήρα στοχαστικό κατ’ αρχήν, με πολλές ορμητικές εκλάμψεις και καλαίσθητους μελωδικούς καλλωπισμούς, καθώς και με μια μεσαία ενότητα αρκετά σκοτεινή και ενίοτε απειλητική. Αντιθέτως, το Finale: presto, σε μορφή σονάτας όπως και το πρώτο μέρος, ξεκινά κάπως διστακτικά, προσκρούοντας σε ένα “αδιέξοδο”, αλλά βρίσκει γρήγορα τον τρόπο να το υπερβεί με ένα ενεργητικό ξέσπασμα, ενώ κατά την περαιτέρω εξέλιξη της εκθέσεώς του αναστοχαστικές και ενίοτε χιουμοριστικές στιγμές εναλλάσσονται με ζωηρές και άκρως δεξιοτεχνικές φιγούρες. Το υλικό αυτό εμφανίζεται στην συνέχεια με πληθωρικότερες (τονικές) φωτοσκιάσεις και με μια τάση δημιουργίας εντονότερων διαφωνιών στο πλαίσιο της κεντρικής επεξεργασίας, ενώ αργότερα επανεκτίθεται με ελάχιστες μεταβολές, ολοκληρώνοντας κυκλικά αυτό το αρκετά ανάλαφρο τελικό μέρος.

Η σύνθεση της σονάτας σε Ντο-μείζονα, Hob. XVI: 50 / WU 60, ξεκίνησε το 1794 και ολοκληρώθηκε το 1795· πρόκειται, κατά πάσαν πιθανότητα, για την τελευταία σονάτα για πληκτροφόρο του Haydn και σίγουρα για μία από τις πλέον πνευματώδεις. Το εναρκτήριο Allegro βασίζεται ουσιαστικά σε μιαν απέριττη ιδέα, η οποία αρχικά παρουσιάζεται χαμηλόφωνα με κάτισχνη συνοδεία και έπειτα “εκρήγνυται” με εξωστρεφείς συγχορδίες, ακολουθούμενη από νέες, χαριτωμένες και ενεργητικές φιγούρες. Στην πλάγια θεματική περιοχή της εκθέσεως, όμως, η αρχική ιδέα επανέρχεται δύο ακόμη φορές, ως αντιστικτικό υπόβαθρο για την εξύφανση ρευστότερων μελωδικών περασμάτων, προτού παραχωρήσει οριστικά την θέση της σε μια πληθώρα αντιθετικών καταληκτικών χειρονομιών. Οι μετασχηματισμοί αυτής της βασικής ιδέας έχουν περίοπτη θέση και στο πλαίσιο της εκτενούς επεξεργασίας που ακολουθεί, όπου εναλλάσσονται με την διεξοδική ανάπτυξη πολλών ακόμη από τις ιδέες και τα μοτίβα της εκθέσεως. Η ανεξάντλητη φαντασία του συνθέτη εκδηλώνεται επίσης στην επανέκθεση, όπου και πάλι η αρχική ιδέα παρουσιάζεται ως επί το πλείστον σε νέα παραλλάγματα, εν αντιθέσει προς το υπόλοιπο θεματικό υλικό, το οποίο υπόκειται σε περιορισμένες μόνο τροποποιήσεις. Σε μορφή σονάτας είναι γραμμένο και το επόμενο Adagio· εδώ, όμως, δεσπόζει εξ αρχής ο λυρικός τόνος και τα περάσματα που συχνά παρεμβάλλονται στην βασική μελωδική γραμμή μάλλον ενισχύουν παρά υπονομεύουν τον υποδηλούμενο ασματικό και αισθαντικό χαρακτήρα του αργού αυτού μέρους. Ως μέσο εκφραστικής επίτασης, εξ άλλου, ο Haydn προσδίδει μιαν ελεγειακή ποιότητα τόσο στα περιεχόμενα της επεξεργασίας, όσο και κατά την ανασύνθεση της μεταβάσεως στο πλαίσιο μιας ευφάνταστα τροποποιημένης επανεκθέσεως. Η σονάτα Hob. XVI: 50 ολοκληρώνεται με ένα βραχύτατο και ξεκαρδιστικό Allegro molto: πρόκειται για ένα scherzo, τόσο από δομικής όσο και από υφολογικής επόψεως, η βασική ιδέα του οποίου άλλοτε εξελίσσεται γεμάτη αυτοπεποίθηση και άλλοτε χάνει εντελώς τον (αρμονικό) προσανατολισμό της, διακόπτεται και αναγκάζεται να ξεκινήσει από την αρχή για να ολοκληρώσει ομαλά – και με ιδιαιτέρως ενθουσιώδεις χειρονομίες – την πτωτική της πορεία.

06.03.2008


© Ιωάννης Φούλιας