Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Georg Friedrich Händel (1685-1759): Μουσική για τα βασιλικά πυροτεχνήματα, HWV 351

Το τέλος του οκταετούς “Πολέμου της Αυστριακής Διαδοχής” με την σύναψη της “Συνθήκης της Aix-la-Chapelle” (ή “Ειρήνης του Aachen”) το 1748 έδωσε αφορμή για την διεξαγωγή αρκετών πανηγυρικών εκδηλώσεων ανά την Ευρώπη. Στην Αγγλία, ο βρετανός ηγεμόνας Γεώργιος ο Β΄ θέλησε να εορτάσει το ευτυχές αυτό γεγονός με μιαν εντυπωσιακή τελετή που θα περιελάμβανε μουσική, πυροτεχνήματα αλλά και τιμητικούς κανονιοβολισμούς. Για την μουσική απευθύνθηκε εύλογα στον μεγαλύτερο συνθέτη που δραστηριοποιείτο τότε στο Λονδίνο, τον Georg Friedrich Händel, ο οποίος έγραψε για την περίσταση μια σουΐτα γαλλικού τύπου (με εκτενή γαλλική εισαγωγή και τέσσερεις ακόμη χορούς) για ένα σύνολο πνευστών και κρουστών οργάνων, δεδομένης ασφαλώς της εκτέλεσης του νέου αυτού έργου στην ύπαιθρο και όχι σε κάποια (κλειστή) αίθουσα. Η Μουσική για τα βασιλικά πυροτεχνήματα, όπως τελικά ονομάσθηκε η συγκεκριμένη σουΐτα για προπαγανδιστικούς λόγους, εκτελέσθηκε για πρώτη φορά στις 21 Απριλίου του 1749, στο πλαίσιο μιας γενικής δοκιμής που πραγματοποιήθηκε στους Vauxhall Gardens του Λονδίνου ενώπιον 12.000 ακροατών, οι οποίοι και υποδέχθηκαν την μεγαλειώδη αυτή σύνθεση του Händel με άκρατο ενθουσιασμό. Η επίσημη τελετή, ωστόσο, που έλαβε χώραν στις 27 Απριλίου, στο Green Park του Λονδίνου, κάθε άλλο παρά ομαλά κύλησε, αφού η ξύλινη σκηνή έπιασε φωτιά από τα πυροτεχνήματα! Ευτυχώς, η μουσική έσωσε τουλάχιστον τα προσχήματα και απέτρεψε το διαφαινόμενο φιάσκο. Έκτοτε, το αντιπροσωπευτικό αυτό έργο του Händel συγκαταλέγεται στις δημοφιλέστερες συνθέσεις του, ακόμη και αν – στο πλαίσιο της σύγχρονης συναυλιακής πρακτικής – εκτελείται συνήθως επανενορχηστρωμένο με την προσθήκη εγχόρδων.

Η μεγαλοπρεπής γαλλική εισαγωγή (Ouverture) επεκτείνει εν προκειμένω το καθιερωμένο τριμερές μακροδομικό πρότυπο του Jean-Baptiste Lully σε μια τετραμερή ακολουθία αργών και γοργών ενοτήτων. Η αργή πρώτη ενότητα, ειδικότερα, προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά ενός πρελουδίου, καθώς το υλικό της επιβλητικής αρχικής θεματικής ιδέας στην Ρε-μείζονα – με τον χαρακτηριστικό παρεστιγμένο ρυθμό της – αναπτύσσεται επί μακρόν στο περιβάλλον της δεσπόζουσας, προτού η ίδια επιστρέψει ολόλαμπρη στην βασική τονικότητα. Αντιθέτως, η γοργή και ενεργητική δεύτερη ενότητα εξυφαίνει τις δικές της φανφάρες και παρεστιγμένες φιγούρες σε ομοφωνικό ύφος και σε δύο μεγάλα τμήματα, εκ των οποίων το πρώτο ουδέποτε εκφεύγει ουσιαστικά της Ρε-μείζονος, ενώ το δεύτερο διέρχεται από αρκετές συγγενικές περιοχές και τελικά αποκαθιστά την βασική τονικότητα ανατρέχοντας εν πολλοίς στην καταληκτική εξέλιξη του πρώτου τμήματος. Η τρίτη ενότητα (Lentement), εν συνεχεία, αποτελεί ένα σύντομο αναστοχαστικό επεισόδιο στην σχετική σι-ελάσσονα, πριν την πλήρη επαναφορά του πρώτου τμήματος της δεύτερης ενότητος, με την οποία και ολοκληρώνεται πανηγυρικά το εναρκτήριο αυτό μέρος της σουΐτας.

Η Bourrée που ακολουθεί στην ομώνυμη ρε-ελάσσονα περιορίζεται δραστικά από ενορχηστρωτικής πλευράς σε ένα τρίο για δύο μελωδικές φωνές (όμποε) και μία γραμμή μπάσσου (φαγγόττων). Η ανάλαφρη θεματική της ιδέα οδηγείται στο πρώτο τμήμα σε πτώση στην σχετική Φα-μείζονα, ενώ το εκτενέστερο δεύτερο τμήμα αρκείται σε μια τυπική αντιστροφή της τονικής πορείας του πρώτου. Τα δύο επόμενα μέρη του έργου επαναφέρουν στο προσκήνιο την Ρε-μείζονα και προσλαμβάνουν αμφότερα προγραμματικό χαρακτήρα: έτσι, το αργό siciliano σκιαγραφεί με την ήρεμη και ευγενική του μελωδική κίνηση την ειρήνη (La Paix: Largo alla siciliana), ενώ τα ζωηρά μοτίβα του Allegro αποδίδουν με θαυμαστή αμεσότητα το συναίσθημα της αγαλλίασης (La Réjouissance). Από δομικής πλευράς, εξ άλλου, το τρίτο μέρος είναι απολύτως συμμετρικό, εν αντιθέσει προς το τέταρτο, όπου το δεύτερο τμήμα χρειάζεται λίγο περισσότερο χώρο και χρόνο για να αντιστρέψει την δεδομένη τονική πορεία του πρώτου. Η σουΐτα καταλήγει τελικά σε ένα ζεύγος – δομικά συμμετρικών – μενουέττων, εκ των οποίων το πρώτο, στην Ρε-μείζονα, χαρακτηρίζεται περαιτέρω από ηχητική πληθωρικότητα, ενώ το δεύτερο λειτουργεί ως ενδιάμεσο τρίο (με την κυριολεκτική σημασία του όρου) που εξελίσσεται ήσυχα στην ομώνυμη ρε-ελάσσονα.

16.10.2008


© Ιωάννης Φούλιας