Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Georg Friedrich Händel (1685-1759): Concerto grosso σε ρε-ελάσσονα, opus 3 αρ. 5 / HWV 316
Η συλλογή των Έξι concerti grossi (HWV 312-317) του Georg Friedrich Händel που δημοσιεύθηκε το 1734 από τον John Walsh ως “opus 3” περιλαμβάνει συνθέσεις, οι οποίες ανάγονται ως επί το πλείστον στην δεύτερη δεκαετία του 18ου αιώνος και που εν μέρει δεν είναι διόλου συμβατές με τα δεδομένα του είδους του concerto grosso. Ενδεικτική ως προς τα παραπάνω είναι η περίπτωση του πέμπτου έργου της συλλογής, σε ρε-ελάσσονα (HWV 316), για δύο όμποε, δύο πάρτες βιολιών, βιόλες και basso continuo. Τρία από τα πέντε μέρη του, κατ’ αρχάς, προέρχονται από άλλα έργα του Händel: τα δύο πρώτα συγκροτούν την διμερή εισαγωγή του ανθεμίου “In the Lord put I my trust” (του δεύτερου από τα “Chandos Anthems”, HWV 247) που χρονολογείται στα 1717-1718, ενώ το τέταρτο ταυτίζεται με το δεύτερο μέρος της εισαγωγής στην πρώτη εκδοχή του ανθεμίου “As pants the hart for cooling streams” (HWV 251a) που γράφηκε περί το 1712-1713. Αλλά το ιστορικό του εν λόγω “concerto grosso” καθίσταται ούτως ή άλλως ακόμη πιο “σκοτεινό”, αν αναλογισθεί κανείς ότι τα τρία τελευταία μέρη του δεν συμπεριλαμβάνονταν καν στην πρώτη έκδοση του “opus 3” του Händel, αλλά προσετέθησαν μόλις στην δεύτερη έκδοση της συλλογής αυτής! Επιπροσθέτως δε, το συγκεκριμένο έργο δεν έχει καμμία απολύτως σχέση με το είδος που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει, αφού σε κανένα σημείο του δεν εντοπίζονται αντιπαραθέσεις οιωνδήποτε σολιστικών οργάνων προς το υπόλοιπο ορχηστρικό σύνολο· τουναντίον, όλα σχεδόν τα μέρη του είναι γραμμένα για τρεις ουσιαστικά φωνές, ως εάν να επρόκειτο, δηλαδή, για μιαν “ενορχηστρωμένη” τρίο-σονάτα.
Το εναρκτήριο μέρος δεν φέρει ένδειξη χρονικής αγωγής, αλλά εκπληρώνει σαφέστατα την λειτουργία μιας αργής εισαγωγής στην επερχόμενη Fuga (Allegro). Μάλιστα, το περιεχόμενό του, που έγκειται σε συνεχείς εναλλαγές συγχορδιακών διαδοχών και διαμεσολαβητικών περασμάτων με τρίηχα ογδόων, του προσδίδει εν τέλει τον χαρακτήρα ενός “πρελουδίου” πριν την γοργή τρίφωνη φούγκα με δύο θέματα (δεύτερο μέρος), στην εξέλιξη της οποίας η χαρακτηριστική κεφαλή του πρώτου θέματος έχει ενίοτε την δυνατότητα να αναπτυχθεί ακόμη και εν είδει πυκνού κανόνος, ενώ ο συνδυασμός της σφριγηλής συνέχισης του ιδίου με τους πλατύτερους ρυθμικούς αντιχρονισμούς του δεύτερου θέματος προσφέρεται πρωτίστως για αλυσιδοποιήσεις που εμπλουτίζουν σημαντικά τον συνολικό αρμονικό σχεδιασμό της σύνθεσης. Το κεντρικό Adagio είναι μεν αρκετά σύντομο, αλλά διακρίνεται για την υφολογική του συγγένεια προς το είδος της σολιστικής σονάτας του μπαρόκ μάλλον, παρά της τρίο-σονάτας, δεδομένης της μελωδικής υπεροχής της υψηλότερης εκ των τριών διαφορετικών φωνών και του συνοδευτικού – κυρίως – ρόλου της μεσαίας. Αντιθέτως, το ακόλουθο Allegro, ma non troppo συνιστά υπόδειγμα γραφής για τρίο-σονάτα, χάρη στην ισοτιμία των δύο κατ’ εξοχήν μελωδικών γραμμών του αλλά και στην μεστή αντιστικτική του ύφανση, η οποία μάλιστα ενισχύεται και από την εμφαντική σύμπραξη της γραμμής του μπάσσου κατά τις συχνές μιμητικές αναδρομές στην βραχύτατη θεματική αφετηρία του τέταρτου αυτού μέρους. Το Concerto grosso σε ρε-ελάσσονα ολοκληρώνεται με ένα Allegro, γραμμένο επίσης για τρεις διαφορετικές φωνές (αν και εμφανώς ομοφωνικότερης υφής), το οποίο παραπέμπει έως έναν βαθμό σε χαρακτηριστικά της bourrée και προσλαμβάνει την τριμερή μορφή του da capo: στην έναρξη και την κατάληξη των ταυτόσημων εξωτερικών ενοτήτων, συγκεκριμένα, η βασική ιδέα του μέρους παρουσιάζεται εν είδει ritornello σε ταυτοφωνία, ενώ στο εσωτερικό τους και, ειδικότερα, σε τρία επάλληλα τμήματα – καθώς και στην (τροπικά και τονικά) αντιθετική μεσαία ενότητα, που εμπεριέχει άλλα δύο διακριτά τμήματα – η ίδια θεματική ιδέα εξυφαίνεται περαιτέρω με πληθωρικότερα αρμονικά και υφολογικά μέσα, αναδεικνύοντας παράλληλα και την μετατροπική της δυναμική.
06.01.2009
© Ιωάννης Φούλιας