Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Nicolas
de Grigny (1672-1703): Πέντε μέρη από το Πρώτο βιβλίο για όργανο
Ο πλήρης τίτλος της συλλογής κομματιών για όργανο που ο Nicolas de Grigny εξέδωσε το 1699 έχει ως εξής: Πρώτο βιβλίο για όργανο, που περιλαμβάνει μια λειτουργία και τους ύμνους των κύριων εορτών του έτους. Δυστυχώς, δεύτερο βιβλίο αναλόγου περιεχομένου δεν ήλθε ποτέ στο φως, εξ αιτίας του πρόωρου θανάτου του οργανίστα της Μητροπόλεως της Reims μεταξύ των ετών 1697-1703. Τα κομμάτια αυτού του μοναδικού λοιπόν τόμου κατανέμονται σε ομάδες και προορίζονται για λειτουργική χρήση (εντασσόμενα στο πλαίσιο του εκκλησιαστικού τυπικού), παράλληλα όμως κάθε τέτοια ομάδα κομματιών συνιστά επιτομή των αντιπροσωπευτικών τάσεων της γαλλικής σχολής οργάνου του μπαρόκ, με κύρια χαρακτηριστικά την συχνή αξιοποίηση γρηγοριανών ύμνων, τις πυκνές ηχοχρωματικές αντιθέσεις, τον συνδυασμό της αντιστικτικής γραφής με σχετικώς πλούσια αρμονία καθώς και την σημαντική χρήση των ποδοπλήκτρων.
Τα πέντε μέρη της πρώτης ενότητος (“Κύριε ελέησον”) παρουσιάζουν ως εκ τούτου μεγάλη ποικιλία μορφών και τεχνικών. Το πρώτο Κύριε για πέντε φωνές και cantus firmus στην μέση (1er Kyrie en taille à 5) φανερώνει ήδη από τον τίτλο του ότι βασίζεται σε γρηγοριανή μελωδία που τίθεται στο μέσον της ηχητικής εκτάσεως, καθώς αυτή εκτελείται στην υψηλή περιοχή των ποδοπλήκτρων. Αυτός ο ρυθμικά ισόχρονος, αργός μελωδικός σκελετός πλαισιώνεται από ζεύγη φωνών στο δεξί και το αριστερό χέρι, οι μελωδικές γραμμές των οποίων διαθέτουν ευλυγισία, σημαντικό αριθμό καλλωπισμών και ποικιλία ρυθμικών μοτίβων. Η πεντάφωνη γραφή είναι σε αρκετά σημεία ελαφρώς μιμητική, ενίοτε όμως η υψηλότερη φωνή προσλαμβάνει μιαν εμφανώς σολιστική ποιότητα που υποβιβάζει τον ρόλο των υπολοίπων σε συνοδευτικό. Η ίδια γρηγοριανή μελωδία συνιστά την βάση και της ακόλουθης Φούγκας για πέντε φωνές, που εμπεριέχει το άσμα του Κύριε (Fugue à 5, qui renferme le chant du Kyrie), μόνο που σε αυτήν την περίπτωση απουσιάζει πλέον η σταθερή παράθεση του cantus firmus σε μία μόνο φωνή. Χαρακτηριστική για την γαλλικής τεχνοτροπίας φούγκα είναι η ηχοχρωματική διάκριση των φωνών (οι δύο υψηλότερες ακούγονται σε ηχόχρωμα κορνέτου, οι δύο που ανατίθενται στο αριστερό χέρι αξιοποιούν το ηχόχρωμα της κρομόρνης και η χαμηλότερη τίθεται στα ποδόπληκτρα με ρεγγίστρο φλάουτου) καθώς και η δομική χαλαρότητα, η οποία επιτρέπει αφ’ ενός μεν την παράθεση ολόκληρου του (διαμελισμένου σε τρεις φράσεις) cantus firmus σε διάφορες φωνές – ενώ παράλληλα συνδυάζονται με αυτό οι κατ’ εξοχήν φουγκοειδείς διαδικασίες, διαμορφώνοντας πότε πυκνώτερες και πότε αραιότερες υφάνσεις – και αφ’ ετέρου τον πλούσιο μελωδικό στολισμό των ξεχωριστών φωνών, που παραπέμπει βέβαια περισσότερο σε σολιστική γραφή παρά σε αυστηρά αντιστικτικές τεχνικές.
Τα άλλα τρία κομμάτια της ενότητος του “Κύριε ελέησον” δεν βασίζονται σε γρηγοριανό μέλος. Οι ηχοχρωματικές αναζητήσεις δηλώνονται ρητά στον τίτλο του πρώτου εξ αυτών (Με κρομόρνη στην μέση σε δύο φωνές – Cromorne en taille à 2 parties), όπου δηλαδή ο ήχος της κρομόρνης καθιστά αισθητά διακριτές τις δύο φωνές που παίζονται από το αριστερό χέρι, τόσο από τις άλλες δύο φωνές του δεξιού χεριού, όσο και από εκείνη των ποδοπλήκτρων· από τεχνικής πλευράς, το μέρος αυτό προσεγγίζει την αντιστικτική γραφή της προηγούμενης πεντάφωνης φούγκας, μόνο που εδώ δεν λαμβάνει παράλληλα χώραν επεξεργασία cantus firmus. Στο Τρίο υπό μορφήν διαλόγου (Trio en dialogue), όπου το πλήθος των φωνών περιορίζεται μόλις σε τρεις, τα βασικά ηχοχρώματα της κρομόρνης και του κορνέτου αρχικά παρατίθενται κατ’ αντιφωνίαν στο δεξί χέρι, ενώ στο τέλος συνδυάζονται πράγματι σε διαλογική μορφή στα δύο χέρια· προς τον σκοπό αυτόν, άλλωστε, ο συνθέτης επιλέγει την μιμητική γραφή, η οποία ωστόσο κατανέμεται σε σχετικώς σύντομες φράσεις που καταλήγουν πάντοτε σε κάποιον πτωτικό σχηματισμό. Με τον Διάλογο σε πλήρες όργανο (Dialogue sur les Grands Jeux) – ο όρος “πλήρες όργανο” υποδεικνύει, ως γνωστόν, τον πολύ ηχηρό συνδυασμό του συνόλου των διαθέσιμων ρεγγίστρων – επιστεγάζεται η πρώτη ενότητα της καθολικής λειτουργίας. Η μορφή του τελευταίου αυτού κομματιού είναι παρατακτική, με τμήματα στα οποία αντιπαρατίθεται το σύνολο ή ένα μόνο μέρος των ρεγγίστρων: το πρώτο τμήμα είναι ομοφωνικό, με το μελωδικό ανάπτυγμα μιας σολιστικής γραμμής, ενώ το δεύτερο επιβάλλει την μιμητική γραφή, η οποία κατόπιν αναπτύσσεται με ήχο περισσότερο συμπαγή στο τρίτο δομικό τμήμα του κομματιού· στην συνέχεια δε, ένα χαρακτηριστικό γρήγορο πέρασμα απασχολεί πρώτα τις υψηλότερες φωνές (στο τέταρτο τμήμα), έπειτα το μπάσσο (στο πέμπτο τμήμα) και τελικά αναπτύσσεται σε όλο το εύρος του οργάνου (στο έκτο και τελευταίο δομικό τμήμα), οδηγώντας σε μιαν εντυπωσιακή κατάληξη.
22.09.2003
© Ιωάννης Φούλιας