Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Giovanni Gabrieli (1554/1557-1612): 3 Canzoni
Canzon duodecimi toni, à 10 (αρ. 1), από την συλλογή Sacrae symphoniae (1597)
Canzon I, “La Spiritata”, à 4 (1608)
Canzon XV, à 10, από την συλλογή Canzoni et sonate (1615)
Με το σχετικά περιορισμένο σε έκταση αλλά οπωσδήποτε πληθωρικό έργο του, ο Giovanni Gabrieli απαθανάτισε με μοναδικό τρόπο όλο το μεγαλείο και την λαμπρότητα του ύφους της βενετικής μουσικής σχολής της ύστερης αναγεννησιακής περιόδου. Ο οργανίστας και συνθέτης του περίφημου ναού του Αγίου Μάρκου της Βενετίας από το 1585 έως το 1612 μετουσίωσε τις εμπειρίες του από την μαθητεία του δίπλα στον θείο του Andrea Gabrieli αλλά και τον μεγάλο Orlando di Lasso σε μια σειρά επιβλητικών μοτέττων και ενόργανων κομματιών, στα οποία η προϋπάρχουσα τεχνική των “cori spezzati” (δηλαδή του απλού αντιφωνικού χειρισμού μιας “διπλής χορωδίας”) μετεξελίχθηκε σε ένα είδος δυναμικού διαλόγου ανάμεσα σε δύο η περισσότερα φωνητικά είτε ενόργανα σύνολα, με έντονες υφολογικές, δυναμικές και ηχοχρωματικές αντιθέσεις. Για τα χαρακτηριστικά αυτά, αλλά και για την συμβολή τους στην ανάδειξη του καίριου ζητήματος της πολυδιάστατης τοποθέτησης του ήχου στον χώρο, οι πολυφωνικές και ενίοτε “πολυχορικές” canzoni και sonate του Gabrieli κατέχουν πλέον περίοπτη θέση στην ιστορία της ενόργανης μουσικής και συνιστούν μείζονα σταθμό στην μακρά πορεία της χειραφέτησής της από την φωνητική μουσική.
Σημαντικό μέρος των φωνητικών και ενόργανων συνθέσεων του Gabrieli εξεδόθη το 1597 στην συλλογή του Sacrae symphoniae, η οποία βρίθει έξοχων κομματιών εορταστικού χαρακτήρος, γραμμένων ως επί το πλείστον για ειδικές περιστάσεις και δη για επίσημες θρησκευτικές τελετές που ελάμβαναν χώραν στον Άγιο Μάρκο με ενισχυμένες ενόργανες και φωνητικές δυνάμεις. Η συλλογή αυτή περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τρεις ενόργανες canzoni σε δωδέκατο τόνο για δέκα φωνές, στην πρώτη εκ των οποίων ο συνθέτης κατανέμει ισόποσα τα διαθέσιμα όργανα σε δύο σύνολα, αλλά αξιοποιεί σε μικρό μόνο βαθμό την τεχνική των “cori spezzati”, δίνοντας σαφή προτεραιότητα στον πολυφωνικό συμφυρμό των φωνών. Η μορφή του κομματιού αυτού, ακολουθώντας τις τυπικές προδιαγραφές ενός μοτέττου ή ενός μαδριγαλιού του 16ου αιώνος, αποτελείται από μια σειρά διακριτών τμημάτων, τα οποία αναπτύσσουν αντιστικτικά ένα διαφορετικό κάθε φορά θέμα και περατώνονται με ομοφωνικούς (ενίοτε όμως και αντιφωνικούς) πτωτικούς σχηματισμούς· επιπροσθέτως, η συνολική εξέλιξη λαμβάνει ως αφετηρία της μιαν αρκετά επιβλητική ιδέα, την οποία διαδέχονται άλλες, περισσότερο ευέλικτες και εμπλουτισμένες με ζωηρά περάσματα, μέχρι το λαμπερό – αλλά και πιο στατικό από μελωδικής πλευράς – καταληκτικό επιστέγασμα της συνθέσεως.
Η τετράφωνη canzon “La Spiritata” δημοσιεύθηκε το 1608 (μαζί με άλλες πέντε ομοειδείς συνθέσεις του Gabrieli) σε μια συλλογική βενετική μουσική ανθολογία, αν και μια εκδοχή της για πληκτροφόρο όργανο ήταν ήδη γνωστή από το 1593. Ο χαρακτήρας των θεμάτων της είναι όντως “πνευματώδης” και ανάλαφρος, ενώ η ρυθμική της ζωντάνια παραμένει κατ’ ουσίαν αδιάλειπτη μέχρι την τελική της πτώση. Η γραφή της, προσέτι, είναι εμφαντικά αντιστικτική – και μάλιστα αρκετά “αυστηρή” – στο πρώτο της τμήμα, αλλά προοδευτικά επιβάλλεται ένα ομοφωνικότερο ύφος που απλά διανθίζεται από ελεύθερες μιμήσεις σύντομων χαρακτηριστικών μοτίβων. Αξιοπρόσεκτες, τέλος, είναι τόσο οι συχνές αντιφωνικές αντιπαραθέσεις των τεσσάρων φωνών ανά ζεύγη, όσο και μια αναζωογονητική αλλαγή από δίσημο σε τρίσημο μέτρο (και τανάπαλιν).
Μετά τον θάνατο του Gabrieli, όσες συνθέσεις του για ενόργανα σύνολα παρέμεναν αδημοσίευτες συγκεντρώθηκαν σε έναν τόμο που κυκλοφόρησε το 1615 υπό τον τίτλο Canzoni et sonate. Η Canzon XV της συλλογής αυτής είναι γραμμένη για ένα ενιαίο σύνολο δέκα οργάνων και (κατ’ εξαίρεσιν) επικεντρώνεται ουσιαστικά σε μια τετριμμένη αλλά και εύπλαστη αλυσιδωτή θεματική ιδέα, η οποία υποβάλλεται σε διεξοδική αντιστικτική εξύφανση καθ’ όλην σχεδόν την πορεία του κομματιού. Παρ’ όλα αυτά, η πυκνή πολυφωνική υφή διαπνέεται εν προκειμένω από έκδηλα εξωστρεφή και χαρμόσυνη διάθεση, η οποία μάλιστα επισφραγίζεται με την αίγλη των εμβόλιμων συγχορδιακών πτωτικών ακολουθιών αλλά και το σφρίγος των δεξιοτεχνικών περασμάτων που κοσμούν το καταληκτικό τμήμα της μεγαλοπρεπούς αυτής συνθέσεως.
16.10.2008
© Ιωάννης Φούλιας