Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Gabriel Fauré (1845-1924): Παβάνα σε φα-δίεση-ελάσσονα, opus 50

Ο γάλλος συνθέτης, οργανίστας και εξαίρετος παιδαγωγός Gabriel Fauré ανέδειξε τον πλούτο της μελωδικής του εμπνεύσεως και την λεπτότητα της μεστής αρμονικής του αίσθησης πρωτίστως στα είδη του έντεχνου τραγουδιού, της πιανιστικής μουσικής και της μουσικής δωματίου. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένες παρτιτούρες του για ορχήστρα, όπως η Παβάνα σε φα-δίεση-ελάσσονα, opus 50, συγκαταλέγονται επίσης στα ωραιότερα – αλλά και δημοφιλέστερα, συνάμα – δείγματα της προσωπικής του γραφής καθώς και του γαλλικού ύστερου ρομαντικού ύφους γενικότερα. Η σύντομη αυτή σύνθεση γράφηκε το 1887 για μια μικρή ορχήστρα, με την προοπτική να παρουσιασθεί σε μια σειρά θερινών συναυλιών. Όμως η υπόσταση του έργου έμελλε να αναθεωρηθεί εκ βάθρων αμέσως μόλις περατώθηκε, καθ’ ότι ο Fauré, επιθυμώντας να το αφιερώσει στην καλλιτεχνική του προστάτιδα, κόμισσα Greffulhe, αισθάνθηκε την ανάγκη να προσθέσει σε αυτό χορωδιακές φωνές (βασιζόμενος σε στίχους του συμβολιστή ποιητή Robert de Montesquiou-Fezensac) και να το μετουσιώσει σε μουσική μπαλλέττου. Με αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, η Παβάνα προσέλαβε τρεις διαφορετικές μορφές: η πρωτογενής ορχηστρική της εκδοχή εκτελέσθηκε για πρώτη φορά στις 25 Νοεμβρίου του 1888 στο Παρίσι, με την προαιρετική προσθήκη της χορωδίας η ίδια σύνθεση παρουσιάσθηκε τρεις μέρες αργότερα σε άλλη συναυλία, ενώ η παρθενική παράσταση του έργου εν είδει “χορογραφικού θεάματος” έλαβε χώραν το 1891.

Η μουσική της Παβάνας, και ειδικότερα της βασικής θεματικής της ιδέας, διέπεται από ελαφρώς μελαγχολικό λυρισμό και κομψότητα. Η απλή αυτή ιδέα παρουσιάζεται αρχικά από ξύλινα πνευστά κατά τρόπον σολιστικό, όπως και το μεσαίο τμήμα της τριμερούς δομής της, ενώ κατά την ταυτόσημη επαναφορά της έγχορδα και πνευστά αντιπαρατίθενται πλέον σε πιο συμπαγείς ομάδες. Η δεύτερη ενότητα του κομματιού βασίζεται σε ένα εμφαντικό αλλά λιγότερο χαρακτηριστικό μελωδικό μοτίβο των εγχόρδων, το οποίο μάλιστα εξυφαίνεται σταθερά από τις βιόλες σε μιαν αλυσιδωτή διαδοχή νέων τονικών περιοχών, έως ότου οδηγήσει στην ενορχηστρωτικά εμπλουτισμένη ανάκληση του δεύτερου και κατόπιν του τρίτου δομικού τμήματος της αρχικής ενότητος. Το μικρό αυτό έργο ολοκληρώνεται τελικά με νέα παραλλάγματα αλλά και ρευστοποίηση της βασικής του ιδέας, στο πλαίσιο μιας – ιδιαιτέρως εκλεπτυσμένης από αρμονικής πλευράς – επιπρόσθετης κατακλείδας.

07.10.2008


© Ιωάννης Φούλιας