Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Franz Schubert (1797-1828): Impromptu σε Σι-ύφεση-μείζονα, D 935 αρ. 3

Μεταξύ των “κομματιών χαρακτήρα” για πιάνο του Schubert ξεχωρίζουν οι οκτώ συνολικά Impromptus (“Αυτοσχεδιασμοί”) καθώς και οι έξι Moments Musicaux (“Μουσικές στιγμές”), έργα της δεκαετίας του 1820, τα οποία δικαίως θεωρήθηκαν – αν και με σημαντική χρονική καθυστέρηση – ως άκρως αντιπροσωπευτικά δείγματα γραφής του πρώιμου μουσικού ρομαντισμού. Η δεύτερη τετράδα των Impromptus (D 935) γράφηκε πιθανότατα εντός του 1827, αφού υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του ιδίου αυτού έτους. Παρ’ όλα αυτά, η πρώτη (μεταθανάτια) έκδοσή τους πραγματοποιήθηκε μόλις το 1839, με τον αριθμό opus 142 και αφιέρωση του εκδότη Diabelli στον Franz Liszt. Ο Robert Schumann, επίσης, θεωρούσε ότι τα τέσσερα αυτά κομμάτια στοιχειοθετούσαν μια μεγάλη σονάτα, με γρήγορο πρώτο μέρος, scherzo, αργό μέρος και γρήγορο finale· η εκτίμηση αυτή δεν τεκμηριώνεται πάντως από την ίδια την σύνθεση, αν και συνιστά μια καλή προτροπή προς τους πιανίστες να ερμηνεύουν συνολικά τον μικρό αυτό κύκλο κομματιών, αντί να παρουσιάζουν μεμονωμένα κάποια εξ αυτών κατά περίσταση.

      Η τρίτη Impromptu της δεύτερης αυτής συλλογής, την οποία ο Otto Erich Deutsch ενέταξε στον κατάλογο απάντων των έργων του Schubert υπό τον αύξοντα αριθμό 935, συνιστά μια σειρά παραλλαγών πάνω σε ένα θέμα αργής χρονικής αγωγής (Andante), η αρχή του οποίου συναντάται επίσης τόσο στο ιντερλούδιο μετά την 3η πράξη της σκηνικής μουσικής για την Ροζαμούνδη, D 797, όσο και στο αργό μέρος του κουαρτέττου εγχόρδων σε λα-ελάσσονα, D 804. Στην παρούσα εκδοχή, που αξιοποιείται ως θέμα παραλλαγών για πιάνο, η δομή του είναι διμερής, καθώς αποτελείται από μια οκτάμετρη περίοδο στην τονική Σι-ύφεση-μείζονα και ένα δεύτερο οκτάμετρο με χαρακτήρα αντιθετικό και συμπληρωματικό παράλληλα προς το αρχικό, το οποίο έπειτα ολοκληρώνεται με μια δίμετρη καταληκτική προέκταση στην τονική (αυτό είναι και το μοναδικό δομικό τμήμα του θέματος που δεν επαναλαμβάνεται). Η ρυθμική ομοιογένεια του θέματος και η απλότητα της μελωδίας του καθιστούν σημαντικότερη την αρμονική διάσταση (με έμφαση στο δεύτερο οκτάμετρο) αλλά και την “ηχοχρωματική” παράμετρο (που προβάλλεται με την τακτική αλλαγή ηχητικής περιοχής ανά τετράμετρο ή δίμετρο).

      Και οι πέντε παραλλαγές διατηρούν αναλλοίωτες τόσο την δομή όσο και την αρμονική πορεία του θέματος. Ως εκ τούτου, η έμφαση δίνεται πρωτίστως στην μελωδική και την ρυθμική διαφοροποίηση. Η πρώτη παραλλαγή συνιστά εν προκειμένω ένα έξοχο παράδειγμα: η μελωδία του θέματος εμπλουτίζεται με ξένους φθόγγους και επιταχύνεται ρυθμικά με ένα παρεστιγμένο μοτίβο, ενόσω υποστηρίζεται συνεχώς από ροή δεκάτων-έκτων καθώς και από μια συγκοπική ρυθμική φιγούρα στο μέρος της συνοδείας. Στην δεύτερη παραλλαγή, εξ άλλου, η συνοδεία επικεντρώνεται σε συμπαγείς συγχορδίες που διατηρούν τον συγκοπικό ρυθμό της αμέσως προηγούμενης· η μελωδία, ωστόσο, αναπτύσσει ένα μονόμετρο μοτίβο που συχνά διαλύεται σε κίνηση δεκάτων-έκτων, απομακρυνόμενη έτσι σε μεγάλο βαθμό από το αρχικό θέμα. Μάλιστα, στην αρχή του τρίτου τετραμέτρου η διασταύρωση των ρόλων των δύο χεριών συνδυάζεται με ένα από τα ελάχιστα δυναμικά ξεσπάσματα σε ολόκληρο το κομμάτι, πράγμα που επιρρεάζει εν πολλοίς και τις ακόλουθες παραλλαγές. Η κεντρική τρίτη παραλλαγή τίθεται στην ομώνυμη τονικότητα της σι-ύφεση-ελάσσονος. Το μελωδικό της περιεχόμενο επιστρέφει εγγύτερα στο αρχικό θέμα, αλλά διαθέτει περισσότερη ρυθμική και εκφραστική ενέργεια, η οποία υποστηρίζεται και από την συνεχή παρουσία τριήχων ογδόων στο αριστερό χέρι. Το πρώτο οκτάμετρο επαναλαμβάνεται καταγεγραμμένο, λόγω της μεταφοράς του στην υπερκείμενη οκτάβα, ενώ στο δεύτερο οκτάμετρο κυριαρχούν οι δραματικές μεταπτώσεις της δυναμικής παραμέτρου. Η τέταρτη παραλλαγή εμφανίζεται παραδόξως στην Σολ-ύφεση-μείζονα, διατηρώντας έτσι τον οπλισμό των πέντε υφέσεων της προηγουμένης! Η μελωδία του θέματος έχει εδώ μετασχηματισθεί σε μια φιγούρα εν είδει αρπισμού, που εναλλάσσεται στο αριστερό και το δεξί χέρι (ανά τετράμετρο ή δίμετρο) με έναν ενεργητικό συνοδευτικό παλμό δεκάτων-έκτων. Η δυναμική αναταραχή του δευτέρου οκταμέτρου καταλαγιάζει στην δίμετρη καταληκτική προέκταση, η οποία επιπλέον διευρύνεται κατά τρία ακόμη μέτρα, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η επαναφορά της αρχικής τονικότητος στην τελευταία παραλλαγή. Η πέμπτη αυτή παραλλαγή διαθέτει ουσιαστικά όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της δεύτερης, με την διαφορά ότι το αφοριστικό μελωδικό της μοτίβο είναι περισσότερο ενεργητικό (τρίηχα δεκάτων-έκτων) και καλύπτει μεγαλύτερο ηχητικό εύρος. Μετά την δίμετρη κατακλείδα, εξ άλλου, εμφανίζεται ως coda μια τελείως απέριττη ανάμνηση του αρχικού θέματος σε ένα τετράμετρο που καταλήγει στην τονική· η επανάληψη αρχικά του τελευταίου διμέτρου και έπειτα μόνο του τελευταίου μέτρου του, συνιστά περαιτέρω μια διαδικασία σταδιακής διάλυσης του θέματος, το οποίο τελικά χάνεται, αφήνοντας ως απόηχό του μια συγχορδία της τονικής που σιγοσβήνει…

28.10.2003


© Ιωάννης Φούλιας