Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Γιάννης Χρήστου (1926-1970): Μουσική του Φοίνικα

Ο έλληνας συνθέτης Γιάννης Χρήστου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αίγυπτο, ενώ αργότερα έκανε λαμπρές σπουδές στην φιλοσοφία και την μουσική, τόσο στην Αγγλία όσο και στην Ιταλία. Πνεύμα ανήσυχο, κοσμοπολίτης και διαπρεπής εκπρόσωπος των πλέον νεωτεριστικών μουσικών τάσεων της εποχής του, ο Χρήστου εγκαταστάθηκε τελικά στην Ελλάδα το 1960, διατηρώντας όμως και τους δεσμούς του με τα διεθνή κέντρα προβολής της σύγχρονης μουσικής. Παρά τον πρόωρο θάνατό του, πρόφθασε να αφομοιώσει στα έργα του πολλές τεχνικές της μουσικής πρωτοπορίας των μέσων του 20ού αιώνος και τελικά να χαράξει έναν απολύτως προσωπικό δημιουργικό – και, υπό μίαν έννοια, μεταμουσικό – δρόμο. Ο ίδιος, μάλιστα, παραβλέποντας κάποια πρωτόλεια έργα του, γραμμένα μέχρι το 1948, διέκρινε από εκεί και ύστερα έξι συνθετικές περιόδους στην δημιουργική του εξέλιξη, με αφετηρία την Μουσική του Φοίνικα, την οποία αναγνώριζε ως το πρώτο επίσημο έργο του, ως το δικό του “opus 1”, ούτως ειπείν.

Η Μουσική του Φοίνικα είναι ένα ορχηστρικό έργο με πέντε συνεχόμενα μέρη, το οποίο θα μπορούσε να εκληφθεί και ως ένα συμφωνικό ποίημα ψυχολογικού (και όχι περιγραφικού) περιεχομένου. Γράφηκε το 1948-1949 και δεν άργησε να παρουσιασθεί με μεγάλη επιτυχία για πρώτη φορά στο Λονδίνο, στις 5 Μαρτίου 1950, υπό την διεύθυνση του Alec Sherman, αλλά και να εκδοθεί σε παρτιτούρα από τον γνωστό ιταλικό οίκο Ricordi το ίδιο κιόλας έτος. Πρόκειται για μιαν εκπληκτικά ώριμη και εμπνευσμένη νεανική σύνθεση σε ελεύθερο ατονικό ιδίωμα, με λεπταίσθητη ενορχήστρωση και πολλά άλλα χαρακτηριστικά, τα οποία ο Χρήστου καλλιέργησε περαιτέρω σε μεταγενέστερα έργα του. Μεταξύ αυτών, προέχει ασφαλώς η “Αρχή του Φοίνικα”, το κεντρικό θέμα του συγκεκριμένου έργου, που δεν είναι άλλο από τον κύκλο της γέννησης, της εξέλιξης, της δραματικής κορύφωσης, του τέλους (θανάτου) και της νέας αρχής (αναγέννησης) του περιώνυμου αυτού μυθικού πουλιού – ένας κύκλος, που εν προκειμένω υλοποιείται συμβολικά με αμιγώς μουσικά μέσα: έτσι, στο πρώτο μέρος («γαλήνια, εκ βαθέως, αργά»), ένα τρίφθογγο θεματικό κύτταρο (σι – λα-δίεση – ντο) αναδύεται εκ του μη όντος και αρχίζει να παραλλάσσεται και να μετασχηματίζεται με εξπρεσσιονιστική διάθεση και αστείρευτη ενεργητικότητα στο «γρήγορο, πολύ ρυθμικό» δεύτερο μέρος· η οργανική ανάπτυξη του σπερματικού αυτού υλικού προσλαμβάνει κατόπιν πιο ήπια και σκιώδη υπόσταση στο τρίτο μέρος («σαν παύση»), για να οδηγηθεί μέσα από μια σειρά νέων μεταμορφώσεών του στην φωτιά του «επίμονου, γεμάτου αγωνία» τέταρτου μέρους, όπου εφιαλτικά επαναλαμβανόμενα ρυθμικά σχήματα κατακαίνε τα πάντα, υποβάλλοντας παράλληλα όλον τον μυστικισμό μιας αρχέγονης ιεροτελεστίας· στο τέλος, όμως, το τρίφθογγο γενεσιουργό μοτίβο ανασυντίθεται μέσα από τις ηχητικές του στάχτες και οδηγεί την συμμετρική δομή του συνολικού έργου σε ένα γαλήνιο και σκοτεινό κλείσιμο «στην αρχική χρονική αγωγή» (πέμπτο μέρος).

07.08.2008


© Ιωάννης Φούλιας