Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Boris Blacher (1903-1975): Concertante Musik, για ορχήστρα, opus 10

Έχοντας μεγαλώσει στην Άπω Ανατολή, ο Γερμανός Boris Blacher ξεκίνησε το 1924 τις συστηματικές μουσικές του σπουδές στο Βερολίνο, όπου και σταδιοδρόμησε ως συνθέτης αλλά και εξαίρετος καθηγητής σύνθεσης. Ευρύτερα γνωστός έγινε το 1937, όταν ο Carl Schuricht, σε συναυλία της Φιλαρμονικής του Βερολίνου στις 6 Δεκεμβρίου, διηύθυνε σε πρώτη εκτέλεση το ορχηστρικό έργο του Blacher Concertante Musik, opus 10, που είχε γραφεί νωρίτερα την ίδια χρονιά και τελικά αφιερώθηκε με ευγνωμοσύνη στον Schuricht. Η σύνθεση αυτή ενσωματώνει όλα τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της μουσικής του Blacher μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, που ήταν άλλωστε αρκετά ώστε να εκδιωχθεί ως “εκφυλισμένη μουσική” από το ναζιστικό καθεστώς: τον έντονο και ζωτικό ρυθμό (που απορρέει ουσιαστικά από την μουσική τζαζ), την εμφαντική χρήση των αντιστικτικών μέσων της “αυστηρής συνθέσεως”, μια “χαλαρή” αντιμετώπιση της τονικής γλώσσας, καθώς και μια διάφανη ενορχήστρωση που παραπέμπει περισσότερο στον χώρο της μουσικής δωματίου. Επιπροσθέτως, η Concertante Musik ανακαλεί την μορφή αλλά και την υφή ενός τετραμερούς concerto grosso του μπαρόκ, έστω και αν οι επιμέρους ενότητές της συνδέονται μεταξύ τους θεματικά και κατανοούνται ως τμήματα μιας ενιαίας μακροδομικής πορείας. Έτσι, η απέριττη μελωδική ιδέα του κόρνου σε ρε-ελάσσονα, που εισάγεται στο εναρκτήριο Moderato πάνω από ένα επίμονο και μυστηριώδες βάσιμο, δεν αποτελεί μονάχα μια σύντομη εισαγωγική χειρονομία πριν την εμφάνιση του ζωηρού θέματος του ακόλουθου Molto allegro σε Φα-μείζονα, το υλικό του οποίου εξυφαίνεται ευφάνταστα μεταξύ των διαφόρων ομάδων ή μεμονωμένων οργάνων της ορχήστρας, αλλά και επιστρέφει τακτικά στην αρχική του μορφή εν είδει ritornello· τουναντίον, ένα εκτενέστερο Moderato έρχεται αργότερα να προσφέρει όλο τον απαραίτητο χώρο, προκειμένου η εναρκτήρια ιδέα να αναπτυχθεί τώρα σε πλήρη έκταση από ένα όμποε και, αφού ρευστοποιηθεί μιμητικά από τα δύο φλάουτα σε ένα ενδιάμεσο τμήμα, να επαναληφθεί εν τέλει από τα έγχορδα με ενισχυμένη ηχηρότητα. Από την άλλη πλευρά, το θέμα του Molto allegro επανέρχεται κατόπιν σε ανεστραμμένη εκδοχή, όπως και πολλά άλλα στοιχεία από την εξέλιξη της δεύτερης ενότητος του έργου, τα οποία εδώ μοιάζουν να επανεκτίθενται κατά τρόπον πιο συνοπτικό. Όμως, το επιστέγασμα της Concertante Musik διαμορφώνεται και πάλι με την ανάκληση της μελωδικής ιδέας του Moderato και δη σε αναστροφή και σε ρυθμική μεγέθυνση, προκειμένου να συνδυασθεί πλέον αντιστικτικά με τα αιχμηρά ρυθμικά μοτίβα του θέματος του Molto allegro, προτού οι αστραπιαίες καταληκτικές υπομνήσεις του τελευταίου οδηγήσουν αυτήν την γεμάτη ζωντάνια και φαντασία “νεανική” σύνθεση στην ορμητική της αποπεράτωση (Quasi presto).

23.10.2008


© Ιωάννης Φούλιας