Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων

Ludwig van Beethoven (1770-1827): Συμφωνία αρ. 8, σε Φα-μείζονα, opus 93

Το καλοκαίρι του 1812 ο Ludwig van Beethoven βρισκόταν στο Linz της Αυστρίας, φιλοξενούμενος από τον αδελφό του Johann. Εκεί συνέθεσε την Όγδοη συμφωνία του, ένα σχετικά μικρής εκτάσεως έργο αλλά ιδιαίτερα πνευματώδες και ενδιαφέρον, το οποίο ολοκληρώθηκε, έπειτα από τετράμηνη εργασία, τον Οκτώβριο του 1812. Η πρώτη εκτέλεση της νέας αυτής συμφωνίας πραγματοποιήθηκε στην Βιέννη, σε συναυλία με έργα του συνθέτη που δόθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1814, ενώ η έκδοση της παρτιτούρας ακολούθησε το 1817, δίχως πάντως να συνοδεύεται από την καθιερωμένη τιμητική αφιέρωση σε κάποιο πρόσωπο (γεγονός μοναδικό μεταξύ των εννέα συμφωνιών του Beethoven).

Το εναρκτήριο μέρος της συμφωνίας, Allegro vivace e con brio, ανοίγει με ένα σύντομο αλλά δυναμικό κύριο θέμα στην Φα-μείζονα, το οποίο συνδέεται άμεσα με μιαν εξόχως ενεργητική μετάβαση. Όμως, παρ’ όλη την σφοδρότητά της, η μετάβαση αυτή δεν αργεί να εγκλωβισθεί σε ένα αρμονικό αδιέξοδο, υποχρεώνοντας έτσι την ξέγνοιαστη πρώτη πλάγια θεματική ιδέα να βρει μόνη τον δρόμο της από την Ρε-μείζονα προς την αναμενόμενη Ντο-μείζονα. Επιπροσθέτως, η εμφάνιση ενός μυστηριώδους περάσματος στην ντο-ελάσσονα δραματοποιεί εκ νέου την πορεία της εκθέσεως και αποτελεί εφαλτήριο για την μετέπειτα “ηρωική” ανάκτηση του μείζονος τρόπου, που επικυρώνεται με εμφαντικές εμβατηριακές χειρονομίες, ηπιότερες μελωδικές ιδέες και τελικά με μια παρορμητική καταληκτική φιγούρα που οδηγεί σε ένα έμμονο ρυθμικό μοτίβο. Το μοτίβο αυτό καταλαγιάζει πάντως στην έναρξη της επεξεργασίας και αποτελεί ένα σταθερό υπόβαθρο για επάλληλες αναφορές στο επικεφαλής μοτίβο του κυρίου θέματος, οι οποίες ωστόσο διακόπτονται επανειλημμένως από νέες αναδρομές στην παρορμητική φιγούρα της κατακλείδας της εκθέσεως. Όταν δε η μετατροπική πορεία φθάσει στην σχετική ρε-ελάσσονα, το επικεφαλής μοτίβο του κυρίου θέματος προσλαμβάνει ευρύτερη θεματική υπόσταση και συνοδευόμενο από νέα παράγωγα της καταληκτικής παρορμητικής φιγούρας υπόκειται πλέον σε μια διεξοδική διαδικασία ρευστοποίησης που διέρχεται από πληθώρα τονικών περιοχών και παράλληλα διατηρεί στο ακέραιο τον δυναμισμό της μέχρι την αποθεωτική επανέκθεση του κυρίου θέματος στην Φα-μείζονα! Μάλιστα, το κύριο θέμα επαναλαμβάνεται αμέσως μετά, προσεγγίζοντας περισσότερο την αρχική του μορφή, ενώ η ακόλουθη μετάβαση αποδεικνύει για δεύτερη φορά την λειτουργική ανεπάρκειά της και έτσι η πλάγια θεματική ομάδα ξεκινά την πορεία της από την υποδεσπόζουσα Σι-ύφεση-μείζονα, προτού στραφεί προς την Φα-μείζονα για την επαναφορά όλων των υπολοίπων περιεχομένων της. Η εκτενής coda, τέλος, ανοίγει ρευστοποιώντας εκ νέου το υλικό του κυρίου θέματος και αργότερα ανασκευάζοντάς το με ιδιαίτερη λαμπρότητα, ενώ αμέσως μετά ανακαλεί την τελευταία από τις πλάγιες θεματικές ιδέες και την εξελίσσει περαιτέρω, στο πλαίσιο μιας ύστατης δυναμικής κλιμάκωσης που καταλήγει σε πανηγυρικές αναδρομές στο εναρκτήριο μοτίβο – το οποίο έχει και τον τελευταίο λόγο στο (μάλλον απρόσμενα) ήσυχο κλείσιμο του πληθωρικού αυτού μέρους.

Το όχι και τόσο “αργό” μέρος της συμφωνίας αυτής, ένα Allegretto scherzando σε Σι-ύφεση-μείζονα, βρίθει χιουμοριστικών στιγμών. Αν και η μηχανιστική ρυθμική του ροή έγινε αντιληπτή ως διακωμώδηση του μετρονόμου του Mälzel για τις ανάγκες της μυθοπλασίας που καλλιεργήθηκε αμέσως μετά τον θάνατο του Beethoven, στην πραγματικότητα το εν λόγω κομμάτι δεν έχει καμμία σχέση με την ανεκδοτολογία που συχνά το συνοδεύει. Εν προκειμένω, ο συνθέτης εκμεταλλεύεται κάθε δυνατή αντίθεση: οι εναλλαγές υψηλής και χαμηλής ηχητικής περιοχής, η τονική περιπλάνηση αλλά και οι απότομες δυναμικές μεταπτώσεις στην βάση ενός ελαχίστου μοτιβικού αποθέματος διαμορφώνουν μιαν αλλόκοτη κύρια θεματική ιδέα, το πνεύμα της οποίας μεταλαμπαδεύεται εν πολλοίς και στα πλάγια θεματικά στοιχεία που ακολουθούν στην Φα-μείζονα με τα ορμητικά τους ξεσπάσματα και την σπασμωδική αλλά και χαριτωμένη μελωδική τους κίνηση. Έπειτα από την μεσολάβηση ενός απλού συνδετικού περάσματος, η κύρια ιδέα επανεκτίθεται σε μικρότερη έκταση και παραλλάσσεται μελωδικά, ενώ το πλάγιο θεματικό υλικό, ελλείψει μεταβατικού τμήματος, υλοποιεί στο εσωτερικό του την απαραίτητη μετατροπία από την δεσπόζουσα προς την τονική. Τέλος, ο Beethoven προσθέτει μια ξεκαρδιστική coda, στο πλαίσιο της οποίας η διακριτική επαναφορά της αρχικής ιδέας εξοστρακίζεται σύντομα από αναπάντεχα ζωηρές και αιχμηρές χειρονομίες!

Το τρίτο μέρος της συμφωνίας επιφυλάσσει και αυτό μιαν έκπληξη, χάρη στην νοσταλγική αναδρομή του στην προγενέστερη παράδοση του μενουέττου (Tempo di menuetto), η οποία με την έλευση του 19ου αιώνος εκτοπίσθηκε από το πολύ πιο ζωηρό scherzo. Βέβαια, το ύστερο αυτό μενουέττο του Beethoven φαίνεται πως δεν είναι εύκολο να συμβιβασθεί με τον συγκρατημένο και ευγενή χαρακτήρα του παλαιομοδίτικου αυλικού χορού· έτσι, η βασική θεματική του ιδέα στην Φα-μείζονα εμπεριέχει μιαν ιδιαίτερη δυναμική, που εκδηλώνεται έως έναν βαθμό κατά την εξέλιξη της τριμερούς δομής του και τελικά αποκαλύπτεται πλήρως στις καταληκτικές του φανφάρες. Απεναντίας, το ενδιάμεσο τρίο αναπτύσσει στην ίδια τονικότητα έναν εύμολπο διάλογο ανάμεσα στα κόρνα και στο πρώτο κλαρινέττο, ο οποίος παραπέμπει έντονα σε ηχητικές εντυπώσεις από την φύση.

Με το τελικό Allegro vivace σε Φα-μείζονα ο συνθέτης επανέρχεται στο πνεύμα των δύο πρώτων μερών της συμφωνίας. Ήδη η έκθεση αυτής της μορφής σονάτας χαρακτηρίζεται από αρκετή εκκεντρικότητα: το κύριο θέμα εισάγεται χαμηλόφωνα, αλλά εκεί που πάει να σβήσει τελείως, η ορχήστρα αντιδρά ακαριαία και το επαναφέρει σε πλήρη δυναμική ισχύ· έπειτα, παρά το γεγονός ότι από την ανάπτυξη του υλικού του κυρίου θέματος προκύπτει μια τυπικότατη μετάβαση, το πλάγιο θέμα αγνοεί επιδεικτικά την αρμονική αυτή προετοιμασία και εισάγεται αυτοβούλως στην Λα-ύφεση-μείζονα, προτού τελικά επαναληφθεί και στην Ντο-μείζονα – ως όφειλε εξ αρχής· τέλος, το καταληκτικό θέμα της εκθέσεως μένει ανοικτό στην υποδεσπόζουσα της Ντο-μείζονος, δημιουργώντας έτσι πρόσφορο αρμονικό έδαφος για την άμεση επανεμφάνιση του κυρίου θέματος στην Φα-μείζονα. Όμως εδώ δεν στοιχειοθετείται μια πρώτη τονική επαναφορά του επωδικού θέματος μιας μορφής ρόντο, ούτε επιχειρείται μια επανάληψη της εκθέσεως της μορφής σονάτας! Ο συνθέτης αναιρεί ευφυώς τις προσδοκίες που ο ίδιος έχει δημιουργήσει σε αυτό το σημείο, διακόπτοντας σύντομα την αναμενόμενη εξέλιξη του κυρίου θέματος και υποβάλλοντας το υλικό του σε διεξοδική ανάπτυξη, στο πλαίσιο μιας επεξεργασίας που, επιδεικνύοντας ιδιαίτερο αντιστικτικό ζήλο, ολοκληρώνει την ασυγκράτητη μετατροπική της πορεία στην δεσπόζουσα της λα-ελάσσονος. Τώρα λοιπόν, το κύριο θέμα επιχειρεί – γεμάτο αυτοπεποίθηση – να επανεκτεθεί στην Λα-μείζονα, αλλά συνειδητοποιώντας το λάθος του σταματά, περιμένει τα τύμπανα να του δώσουν τον σωστό τόνο και έπειτα επανεκτίθεται ολόκληρο στην Φα-μείζονα! Το πλάγιο θέμα, εντούτοις, εξακολουθεί να αντιδρά στους ορθόδοξους αρμονικούς χειρισμούς της μεταβάσεως, καθώς εισέρχεται ξανά σε εσφαλμένη τονικότητα (Ρε-ύφεση-μείζονα), προτού τελικά επανεμφανισθεί στην σωστή (Φα-μείζονα), όπως και το καταληκτικό θέμα – το οποίο όμως μένει για δεύτερη φορά δίχως πτωτική ολοκλήρωση. Έτσι, ο Beethoven συνεχίζει, όπως άλλωστε έκανε και προηγουμένως, με μιαν αποσπασματική παράθεση του κυρίου θέματος στην Σι-ύφεση-μείζονα. Η περαιτέρω ανάπτυξη του υλικού του, δε, συνιστά σαφή ένδειξη ότι έχουμε ήδη εισέλθει σε μια coda, η έναρξη της οποίας παρουσιάζει κάποιες αναλογίες προς την επεξεργασία. Αυτό που κανείς δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσει, ωστόσο, είναι ότι ο συνθέτης βρίσκεται ακόμη στο μέσον περίπου του τελευταίου αυτού μέρους! Σε αυτήν την τεράστια – όπως εκ των υστέρων αποδεικνύεται – coda, το εναρκτήριο μοτίβο του κυρίου θέματος απομονώνεται και συνοδεύει για ένα διάστημα την εξύφανση μιας νέας μελωδικής ιδέας, η οποία προοδευτικά γιγαντώνεται, αναπτύσσεται μόνη της και τελικά καταλήγει στην Ρε-μείζονα, όπου το κύριο θέμα επιχειρεί αρχικά (όπως και στο τέλος της επεξεργασίας) να επανεκτεθεί στην εσφαλμένη αυτήν τονικότητα, αλλά οπισθοχωρεί, αφουγκράζεται τον ήχο των τυμπάνων και τελικά επανέρχεται ορθώς στην Φα-μείζονα. Τώρα όμως παρουσιάζονται νέες επιπλοκές στην εξέλιξή του, αφού το δυναμικό του ξέσπασμα μετατοπίζεται απρόσμενα στην φα-δίεση-ελάσσονα και με αυτήν την αφορμή το ίδιο το θέμα επεκτείνεται σημαντικά, ακόμη και μετά την (απότομη) αποκατάσταση της τονικής του αφετηρίας. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η εξέλιξη αυτή οδηγεί πλέον στην μοναδική διπλή παράθεση του πλαγίου θέματος στην Φα-μείζονα (διαδικασία η οποία αναμενόταν νωρίτερα, στην επανέκθεση), ενώ με την μετέπειτα ανάκληση μοτίβων του κυρίου θέματος σηματοδοτείται η έναρξη ενός ύστατου δομικού τμήματος, το οποίο κάλλιστα θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει “coda της coda” και όπου ο Beethoven δεν διστάζει να αναβάλλει – όσο μπορεί ακόμη – την οριστική περάτωση ενός έργου που «δεν λέει να τελειώσει»…

05.08.2008


© Ιωάννης Φούλιας