Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Johann
Sebastian Bach (1685-1750): “Wohl mir, daß ich Jesus habe”, BWV 147 / 10
Το χορικό αυτό αποτελεί το δέκατο και τελευταίο μέρος της καντάτας Herz und Mund und Tat und Leben, BWV 147. Η ιστορία της εκκλησιαστικής αυτής καντάτας είναι αρκετά ενδιαφέρουσα. Ευρισκόμενος κατ’ αρχάς στην Βαϊμάρη, ο Bach την συνέθεσε για τις ανάγκες της λειτουργίας για την 4η από τις Κυριακές του σαρανταημέρου προ των Χριστουγέννων του 1716, βασιζόμενος σε κείμενο του Salomo Franck (BWV 147a· η πρώτη αυτή εκδοχή είναι σήμερα χαμένη). Όταν μερικά χρόνια αργότερα, το 1723, ως κάντορας του Αγίου Θωμά της Λειψίας πλέον, ο Bach έπρεπε να παρουσιάσει μια καντάτα για την εορτή της Επισκέψεως της Μαρίας (Festo Visitationis Mariae), προέβη σε μιαν αναθεώρηση του παλαιότερου έργου, προσαρμόζοντας διαφορετικό κείμενο σε αρκετά από τα ήδη υφιστάμενα μουσικά κομμάτια· η πρακτική αυτή ήταν πολύ συνηθισμένη την εποχή εκείνη και κατά κανέναν τρόπο αξιόμεμπτη, όπως πιθανόν θα υπέθετε ένας σύγχρονος ακροατής. Στην μορφή που έχει παραδοθεί το έργο στις μέρες μας, αποτελείται από 10 μέρη (χορωδιακά, ρετσιτατίβα και άριες) χωρισμένα σε δύο τμήματα, όπως δηλαδή διαμορφώθηκε το σύνολο έπειτα και από την εμπειρία μιας ακόμη εκτελέσεως της ίδιας καντάτας περί το 1730. Αν κρίνουμε από το προβλεπόμενο ενόργανο και φωνητικό δυναμικό, οι περιστάσεις ήταν αρκετά ευνοϊκές για τον συνθέτη: 4 σόλο φωνές, τετράφωνη χορωδία, τρομπέτα, 2 όμποε, oboe d’ amore, 2 oboe da caccia, 2 βιολιά, βιόλα και basso continuo.
Το κείμενο του εν λόγω χορικού προέρχεται από το θρησκευτικό άσμα Jesu, meiner Seelen Wonne του Martin Jahn (1661). Ως τελικό μέρος μιας σχετικώς εκτενούς καντάτας, το χορικό αυτό προσλαμβάνει ιδιαίτερη βαρύτητα, με την παρεμβολή ενόργανων ιντερλουδίων μεταξύ των μελωδικών του φράσεων. Προς τον σκοπό αυτόν, άλλωστε, το προβλεπόμενο για την εκτέλεση δυναμικό έχει κατανεμηθεί σε δύο ομάδες: από την μια πλευρά τα δύο όμποε, τα έγχορδα και τα όργανα του συνεχούς βασίμου εξυφαίνουν μιαν ιδιαιτέρως ήρεμη και τραγουδιστή μελωδική γραμμή με συνεχή κίνηση, ενώ από την άλλη πλευρά η χορωδία εγκαθιστά έναν πλατύτερο ρυθμό, συνοδευόμενη από το basso continuo αλλά και από την τρομπέτα, η οποία συμβάλλει σε ένα λαμπρότερο και μεγαλοπρεπέστερο ακουστικό αποτέλεσμα, διπλασιάζοντας και κατ’ επέκτασιν ενισχύοντας την ίδια την μελωδία του χορικού.
17.05.2000
© Ιωάννης Φούλιας