Αρχική σελίδα / Επιλογή κειμένων
Αλεξάντερ
Αρουτιουνιάν (γεν. 1920): Κοντσέρτο για
τρομπέτα σε Λα-ύφεση-μείζονα
Ο αρμένιος συνθέτης και πιανίστας Αλεξάντερ Αρουτιουνιάν γεννήθηκε στο Γιερεβάν, όπου πραγματοποίησε τον πρώτο κύκλο των μουσικών του σπουδών μέχρι το 1941. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο όμως, μετεκπαιδεύθηκε και στο Ωδείο της Μόσχας, προτού αναπτύξει την πολυσχιδή καλλιτεχνική του δραστηριότητα στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Για το συνθετικό του έργο, που είναι βαθύτατα επιρρεασμένο από τα μελωδικά, ρυθμικά αλλά και υφολογικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της παραδοσιακής μουσικής της Αρμενίας, ο Αρουτιουνιάν έχει αποσπάσει σημαντικές διακρίσεις. Παρ’ όλα αυτά, την διεθνή του φήμη την χρωστά σχεδόν αποκλειστικά στο κοντσέρτο του για τρομπέτα, που έχει καταστεί ένα από τα δημοφιλέστερα του είδους του. Το έργο αυτό άρχισε να απασχολεί τον συνθέτη το 1943, με την προοπτική να εμπλουτίσει το συναυλιακό ρεπερτόριο του προσωπικού του φίλου Τσολάκ Βαρταζαριάν. Δυστυχώς όμως, ο αξιόλογος αυτός τρομπετίστας σκοτώθηκε την χρονιά εκείνη στον πόλεμο και έτσι το σχεδιαζόμενο κοντσέρτο έμεινε στην άκρη για αρκετό καιρό, έως ότου υλοποιήθηκε πλήρως την περίοδο 1949-1950, δίχως κάποιαν εξωτερική αφορμή, παρά μάλλον γραμμένο από εσωτερική παρόρμηση, στην μνήμη του Βαρταζαριάν. Πρώτος εκτελεστής του έργου υπήρξε ο Αϊκάζ Μεσιαγιάν, στον οποίον και αφιερώθηκε η παρτιτούρα. Εντούτοις, εκείνος που συνέβαλε αποφασιστικά στην ευρύτατη διάδοση του κοντσέρτου ήταν ο ρώσος δεξιοτέχνης τρομπετίστας Τιμοφέι Ντοκσίτσερ, ο οποίος, έπειτα από την μετανάστευσή του στην Αμερική, το παρουσίασε επανειλημμένως σε συναυλίες, πραγματοποίησε την πρώτη του ηχογράφηση σε δίσκο και έγραψε ακόμη και την σολιστική καντέντσα το 1977, την οποίαν ο ίδιος ο Αρουτιουνιάν ενέκρινε με ενθουσιασμό, αντιμετωπίζοντάς την ως ένα αναπόσπαστο τμήμα του διασημότερου έργου του.
Το Κοντσέρτο για τρομπέτα του Αρουτιουνιάν αποτελείται ουσιαστικά από ένα σύνθετο μέρος. Η μελωδική εξύφανση του εναρκτήριου τροπικού μοτίβου από την τρομπέτα και οι σύντομες αλλά σφριγηλές αποκρίσεις της ορχήστρας στο αργό εισαγωγικό τμήμα του έργου (Andante) παραπέμπουν έντονα – με τον δραματικό και απαγγελτικό τους τόνο – σε λαϊκούς μουσικούς αυτοσχεδιασμούς της περιοχής του Καυκάσου. Η εισαγωγική λειτουργία επεκτείνεται όμως και στην έναρξη του ακόλουθου Allegro energico, όπου το εναρκτήριο μοτίβο προσλαμβάνει πλέον ζωηρό ρυθμικό παλμό και οδηγεί με αποφασιστικότητα στο εξωστρεφές και εύθυμο κύριο θέμα σε Λα-ύφεση-μείζονα, το οποίο παρουσιάζεται δύο φορές, από την τρομπέτα και την ορχήστρα. Με μια βραχύτατη ορχηστρική μεσολάβηση, το λυρικό πλάγιο θέμα (Meno mosso) της μορφής σονάτας εισάγεται κατόπιν από ένα κλαρινέττο στην Φα-δίεση-μείζονα και εξελίσσει την γοητευτική μελωδική του ιδέα στο πλαίσιο μιας εκτενούς διαλογικής κλιμάκωσης που ολοκληρώνεται με γαλήνιους καταληκτικούς απόηχους των πνευστών. Η αποκατάσταση της γοργής χρονικής αγωγής σηματοδοτεί στην συνέχεια την έναρξη της ενότητος της επεξεργασίας, στην οποία η αρχική φράση του κυρίου θέματος υπόκειται άμεσα σε δυναμική ανάπτυξη και ρευστοποίηση, ενόσω η πλάγια θεματική ιδέα ενσωματώνεται κατά τρόπον υπαινικτικό στην ίδια αυτή διαδικασία, προτού εκτοπίσει σταδιακά τις ολοένα και πιο αποσπασματικές αναφορές στο κύριο θέμα και αναδειχθεί με θέρμη από ολόκληρη την ορχήστρα. Η μετέπειτα σφοδρή και επίμονη αναδρομή στο μοτίβο της εισαγωγής, προσέτι, δίνει την εντύπωση πως έχει έλθει πλέον η ώρα για την επανέκθεση του δεδομένου θεματικού υλικού. Σε αυτό το σημείο, ωστόσο, ο συνθέτης εκτονώνει απότομα την δημιουργηθείσα ένταση και παρεμβάλλει ένα ήσυχο επεισόδιο (Meno mosso) στην ντο-δίεση-ελάσσονα, εν είδει αργού μέρους, στο οποίο η τρομπέτα, απαλύνοντας τον ήχο της με έναν πνιγέα (con sordino), συνδιαλέγεται με τις λεπτές αποχρώσεις της ορχήστρας επί τη βάσει μελαγχολικών αλλά και ήπιου ποιμενικού χαρακτήρος φολκλορικών μελωδικών “γυρισμάτων”. Ως εκ τούτου, το εισαγωγικό μοτίβο υποχρεώνεται έπειτα να επανέλθει εκ νέου στο προσκήνιο (Tempo I) και να αναπτυχθεί με ιδιαίτερο σθένος από την ορχήστρα, προετοιμάζοντας έτσι την (αυτούσια) τονική επαναφορά μόνο του κυρίου θέματος, την οποία διαδέχονται η σολιστική καντέντσα καθώς και ένα λακωνικότατο αλλά άκρως εμφαντικό κλείσιμο.
21.10.2008
© Ιωάννης Φούλιας