Αρχική σελίδα / Συνέδρια – ημερίδες – διαλέξεις

Ιωάννης Φούλιας, “Στρογγυλή τράπεζα εις μνήμην Ολυμπίας Φράγκου-Ψυχοπαίδη: Τρεις πτυχές της πολυδιάστατης προσφοράς της”, Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ., 2 Δεκεμβρίου 2017.

Ι. Πρώτη πτυχή: το περιοδικό Μουσικολογία

Αυτή η ιστορική «περιοδική έκδοση μουσικής θεωρίας και πράξης» ιδρύθηκε το 1985, σε μιαν εποχή κατά την οποία δεν είχαν ακόμη συσταθεί και λειτουργήσει τα Τμήματα Μουσικών Σπουδών. Η πρωτοβουλία ανήκε στην Ψυχοπαίδη, η οποία συγκέντρωσε γύρω της μία επίλεκτη ομάδα μουσικολόγων και μουσικών προκειμένου να στελεχώσει την συντακτική επιτροπή του περιοδικού: τον Δημήτρη Γιάννου, τον Γιώργο Ζερβό, τον αείμνηστο Ίωνα Ζώτο, τον Αντώνη Κοντογεωργίου, τον Απόστολο Κώστιο, τον Χάρη Ξανθουδάκη, την Καίτη Ρωμανού και τον Βύρωνα Φιδετζή. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η επιτροπή διευρύνθηκε με πολλά νέα πρόσωπα, αλλά η Ψυχοπαίδη διατήρησε μέχρι τέλους την αρμοδιότητα της διευθύντριας, αφού άλλωστε υπήρξε διαχρονικά εκείνη που με τις ενέργειές της διασφάλιζε την κυκλοφορία και την βιωσιμότητα της Μουσικολογίας: από τις συνεχείς παροτρύνσεις της για την συγγραφή κειμένων και την μέριμνά της για την συγκέντρωση της ύλης, μέχρι τις άοκνες διαπραγματεύσεις της με τους εκδότες αλλά και πλείστες άλλες συνεννοήσεις για την διανομή και την προώθηση των αντιτύπων.

Κατά την δεκαετία του 1980 κυκλοφόρησαν έξι τεύχη: τα τέσσερα πρώτα, της διετίας 1985-1986, υλοποίησαν την αρχική πρόθεση για μια τετραμηνιαία περιοδική έκδοση, η οποία όμως γρήγορα φάνηκε πως δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί επί μακρόν και έτσι έδωσε την θέση της σε μια πιο αραιή κυκλοφορία, με την εμφάνιση δύο διπλών τευχών το 1987 και το 1989. Έπειτα από την μεσολάβηση ενός μεγάλου διαστήματος απουσίας, η Μουσικολογία επανακυκλοφόρησε το 1997 με ένα μονό τεύχος και μπόρεσε τα επόμενα χρόνια να ανακτήσει την τακτικότητά της, με την εμφάνιση δύο ακόμη διπλών τευχών το 1998 και το 2000, καθώς και πέντε επιπλέον τευχών κατά τα αμέσως επόμενα έτη μέχρι το 2003. Έκτοτε, άλλα τέσσερα τεύχη είδαν το φως της δημοσιότητος κατά διαστήματα, από το 2007 έως το 2015.

Συνολικά, στα 22 τεύχη της (14 εκ των οποίων υπήρξαν μονά και άλλα 4 διπλά), η Μουσικολογία συμπεριέλαβε περισσότερα από 250 κείμενα, ως επί το πλείστον πρωτότυπα άρθρα και μεταφράσεις για θέματα επιστημολογίας, αισθητικής, κοινωνιολογίας και φιλοσοφίας της μουσικής, κείμενα εθνομουσικολογικά, μουσικοπαιδαγωγικά και συστηματικά, καθώς και συμβολές ιστορικού και αναλυτικού ενδιαφέροντος για την ευρωπαϊκή αλλά και την ελληνική μουσική, περαιτέρω δε ανακοινώσεις σε επιστημονικά συνέδρια, βιβλιοπαρουσιάσεις και τιμητικά αφιερώματα.

Αυτός ο ιδιαίτερα πλουραλιστικός χαρακτήρας του περιοδικού, ως προς τις τάσεις, τις απόψεις, τις μεθοδολογίες αλλά και τα πρόσωπα που φιλοξενήθηκαν κατά καιρούς στις σελίδες του, δεν προέκυψε τυχαία: υπήρξε ένας από τους πρωταρχικούς προγραμματικούς στόχους της εκδοτικής αυτής προσπάθειας της Ψυχοπαίδη για την ανάπτυξη της εγχώριας έρευνας περί την μουσική και την προώθηση των νέων μουσικολογικών δυνάμεων του τόπου, σε συνάρτηση και με την σταδιακή καλλιέργεια των μουσικολογικών σπουδών στον ελληνικό ακαδημαϊκό χώρο κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια. Έτσι, η Μουσικολογία συνέβαλε αποφασιστικά στην δημιουργία ελληνικής μουσικολογικής σκέψης μέσα σε ένα διεθνές πολιτισμικό πλαίσιο ανταλλαγής ιδεών, δίδοντας μάλιστα έμφαση στην διερεύνηση της ελληνικής μουσικής δημιουργίας και της ιδιότυπης «μικτής» πολιτισμικής μας ταυτότητας.

Παράλληλα, το περιοδικό απετέλεσε έναυσμα για την διεύρυνση της συνεργασίας των εγχώριων δυνάμεων με τους διεθνείς μουσικολογικούς κύκλους και την ενσωμάτωση των πρώτων στην διεθνή έρευνα, όχι μόνο δια της δημοσίευσης των μελετών τους σε μία έγκριτη περιοδική έκδοση αλλά και μέσω της συμμετοχής τους στα πρώτα διεθνή μουσικολογικά συνέδρια που οργανώθηκαν στην Αθήνα στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας.

 

ΙΙ. Δεύτερη πτυχή: τα διεθνή συνέδρια της Μουσικολογίας

Με αφετηρία την πλούσια συνεδριακή της εμπειρία από το εξωτερικό και αξιοποιώντας τις στενές επαφές που πάντοτε διατηρούσε με σημαντικές προσωπικότητες της διεθνούς μουσικολογικής κοινότητος, η Ψυχοπαίδη πρωτοστάτησε στην διεξαγωγή δύο μεγάλων διεθνών συνεδρίων στην Αθήνα – και δη σε μιαν εποχή που διοργανώσεις τέτοιας εμβέλειας φάνταζαν μάλλον αδιανόητες για τα ελληνικά δεδομένα στο πεδίο της μουσικής έρευνας.

Το πρώτο συνέδριο υπό την επιστημονική της επιμέλεια έλαβε χώραν τον Φεβρουάριο του 2002 στο Ινστιτούτο Goethe Αθηνών και έθεσε υπό πραγμάτευση την «Αξία της μουσικής σήμερα», εστιάζοντας στην θέση της «Μουσικής μεταξύ Ουμανισμού και Εμπορευματοποίησης». Προσκεκλημένοι στο συνέδριο αυτό ήσαν, μεταξύ άλλων, οι διεθνώς αναγνωρισμένοι μουσικολόγοι και ερευνητές Ludwig Finscher, Κωνσταντίνος Φλώρος, Günter Mayer και Claus-Steffen Mahnkopf, ενώ μεταξύ των 26 συνολικά εισηγητών περιλαμβάνονταν ακόμη – πέραν των περισσοτέρων εκ των ιδρυτικών μελών του περιοδικού Μουσικολογία – οι Μηνάς Αλεξιάδης, Πάνος Βλαγκόπουλος, Μάρκος Δραγούμης, Κωνσταντίνος Κακαβελάκης, Christoph Stroux, Μάρκος Τσέτσος, Νίκος Τσούχλος, Γιώργος Φιτσιώρης, Christoph Flamm, Τάσος Χαψούλας και Νίκος Χριστοδούλου. Οι ομιλητές εξέτασαν από πολλές επόψεις το ζήτημα του προσδιορισμού της αξίας της μουσικής σε σχέση με τις κοινωνικές λειτουργίες και τις ανθρωπιστικές διαστάσεις που αυτή δύναται να προσλάβει στις σύγχρονες συνθήκες του βίου, πυροδοτώντας μια σειρά γόνιμων συζητήσεων και ανταλλαγών απόψεων. Επιπλέον, τα πρακτικά του συνεδρίου κυκλοφόρησαν τον αμέσως επόμενο χρόνο, σε έναν από τους πρώτους τόμους αυτού του είδους που εμφανίσθηκαν στην ελληνική μουσικολογική βιβλιογραφία.

Η επιτυχία του πρώτου διεθνούς συνεδρίου του περιοδικού Μουσικολογία οδήγησε στην πραγματοποίηση και ενός δεύτερου ανάλογου τριήμερου συνεδρίου τον Νοέμβριο του 2003, με τίτλο «Μουσική ανάλυση και ερμηνεία». Το εν λόγω συνέδριο αφιερώθηκε στα 100 χρόνια από την γέννηση του Theodor Wiesengrund Adorno και στις εργασίες του, που έλαβαν χώραν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, συμμετείχαν 24 εισηγητές, μεταξύ των οποίων οι Nicholas Cook, Hermann Danuser, Hans-Joachim Hinrichsen, Olivier Revault d’Allonnes, Γεράσιμος Σολωμός και Κωνσταντίνος Φλώρος από το εξωτερικό, καθώς και διαπρεπείς έλληνες μουσικολόγοι, ακόμη και των νεώτερων γενεών. Και σε αυτήν την περίπτωση, οι εργασίες του συνεδρίου συνεισέφεραν ιδιαίτερα στην παρουσίαση και την συζήτηση των βασικών τάσεων της ανάλυσης και της ερμηνείας της μουσικής, της μεθοδολογίας και της εφαρμογής τους, καθώς και της προβληματικής για την αξία τους στην διαδικασία κατανόησης της μουσικής, όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει και από τον τόμο των πρακτικών που εκδόθηκε με εξαιρετική φροντίδα το 2006.

Τα δύο παραπάνω συνέδρια άνοιξαν τον δρόμο για την διοργάνωση κάμποσων άλλων μεταγενέστερων στην χώρα μας, πανελληνίων είτε διεθνών, και εξακολουθούν να συγκαταλέγονται έως σήμερα στα σημαντικότερα που έχουν διοργανωθεί εδώ, έχοντας δώσει γόνιμα εναύσματα για την ανάπτυξη και την ωρίμανση του εντόπιου μουσικολογικού χώρου. Η προσφορά και παρακαταθήκη της Ψυχοπαίδη αποδεικνύεται επομένως, και σε αυτήν την περίπτωση, ανεκτίμητη.

 

ΙΙΙ. Τρίτη πτυχή: η καλλιέργεια πολλαπλών πεδίων της μουσικολογίας μέσω της επίβλεψης εκπόνησης διδακτορικών διατριβών

Ο πλουραλισμός που αναφέρθηκε προηγουμένως σε σχέση με τα περιεχόμενα ενός εκ των κυριοτέρων πνευματικών τέκνων της Ψυχοπαίδη, του περιοδικού Μουσικολογία, είναι πρόδηλος και στα επιστημονικά πεδία που η ίδια φρόντισε να καλλιεργηθούν υπό την στιβαρή καθοδήγησή της από νέους επιστήμονες στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δύο δεκαετίες, από την έναρξη της λειτουργίας του, το 1991, μέχρι την αφυπηρέτησή της, το 2011.

Μεταξύ των 17 διδακτορικών διατριβών που υποστηρίχθηκαν επιτυχώς υπό την επίβλεψή της, μπορούμε κατ’ αρχάς να επισημάνουμε την ανάπτυξη των πεδίων της αισθητικής και της κοινωνιολογίας της μουσικής, τα οποία αποτελούσαν και τα αντικείμενα της απόλυτης ειδίκευσης της Ψυχοπαίδη, μέσα από τις μελέτες: α) του Μάρκου Τσέτσου για την Μυστικοποίηση και χρονικότητα στο ύστερο έργο του R. Wagner και του G. Mahler (1999), β) της Ούρσουλας Βρυζάκη για τις Ιδεολογικές και αισθητικές διαστάσεις της γερμανόφωνης όπερας του μεσοπολέμου (2009), γ) του Ηλία Γιαννόπουλου για τις Όψεις του χρόνου στη μουσική του εικοστού αιώνα (2011), αλλά και δ) της Σταματίνας Σπυράκη, η οποία προσέγγισε από κοινωνιολογικής και αισθητικής σκοπιάς τις Σχέσεις μεταξύ ελληνικής μουσικής και ζωγραφικής στις αρχές του 20ού αιώνα (2014).

Ένα άλλο πεδίο έρευνας που η Ψυχοπαίδη μερίμνησε να αναπτυχθεί στο ίδιο πλαίσιο αφορά την θεωρία της μουσικής ως κλάδο της συστηματικής μουσικολογίας: εδώ συγκαταλέγονται οι διδακτορικές διατριβές: α) του Γιώργου Φιτσιώρη για την Εφαρμογή της σενκεριανής αναλυτικής μεθοδολογίας στη διερεύνηση των αφηγηματικών διαστάσεων της τονικής μουσικής (2000), β) του Ιωάννη Φούλια για τα Αργά μέρη σε μορφές σονάτας στην κλασσική περίοδο ως Συμβολή στην εξέλιξη των ειδών και των δομικών τύπων μέσα από τα έργα των Haydn, Mozart και Beethoven (2005), γ) του Νίκου Τσούχλου πάνω στην Θεωρία και ανάλυση της μουσικής στο έργο του Ερνέστ Ανσερμέ (2005), καθώς και δ) της Ευτυχίας Πετροπούλου με αναφορά σε Νέες διαστάσεις στην έρευνα του γαλλικού ιμπρεσιονισμού και ειδικότερα σε Προβλήματα θεωρίας και μορφής στο έργο του Claude Debussy (2009).

Το ζωηρό ενδιαφέρον της Ψυχοπαίδη για την έρευνα της έντεχνης ελληνικής μουσικής εκδηλώθηκε παράλληλα διαμέσου των διατριβών: α) της Ιουλίας Λαζαρίδου-Ελμαλόγλου για Το συμφωνικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη της περιόδου 1937-1960 (2004), β) της Μαρίας Ντούρου για Το συνθετικό έργο του Γιάννη Α. Παπαϊωάννου κατά την τελευταία περίοδο της δημιουργίας του (2009), γ) της Δήμητρας Μαντζουράτου για την Ιστορική εξέλιξη της σχολής του πιάνου στην Αθήνα, στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα (2011), και δ) του Δημοσθένη Φιστουρή για την Μελωδική γραμμή και τη φωνητική γραφή στις όπερες του Σπύρου Σαμάρα, με Μουσικοδραματολογική ανάλυση και αισθητική ερμηνεία τους (2014).

Επιπλέον, η Ψυχοπαίδη υπήρξε από τους πρώτους στην Ελλάδα που έθεσαν τις βάσεις για την ανάπτυξη του κλάδου της μουσικής παιδαγωγικής και σε αυτό το πλαίσιο επέβλεψε τις διατριβές: α) της Ελισσάβετ Περακάκη για την Ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και το μάθημα της μουσικής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (2009), β) της Ανθούλας Κολιάδη-Τηλιακού για την Μουσική αυτοαντίληψη, την αυτοεκτίμηση και την κοινωνική συμπεριφορά παιδιών σχολικής ηλικίας (2009) και γ) του Ευάγγελου Πρωτοπαπά όσον αφορά την Αξιολόγηση παραγόντων που επηρεάζουν τις μουσικές προτιμήσεις με Έρευνα σε μαθητές ολοήμερων δημοτικών σχολείων (2009).

Τέλος, στο ευρύτερο πλαίσιο του κλάδου της συστηματικής μουσικολογίας εκπονήθηκαν οι διατριβές: α) της Εσθήρ Λέμη-Πετροπούλου με αντικείμενο τον Επαναπροσδιορισμό του συνολικού έργου τέχνης μέσα από τη χρήση νέων τεχνολογιών (2012), καθώς και β) της Ναυσικάς Χατζηχρήστου αναφορικά με Στρατηγικές πολιτιστικής διαχείρισης στο ελληνικό κοινό κλασσικής μουσικής και όπερας (2016).

Όλες οι παραπάνω διατριβές αποδεικνύουν το πολύπλευρο ενδιαφέρον της εκλιπούσης για την ανάπτυξη της μουσικολογικής έρευνας προς όλες τις κατευθύνσεις που η ίδια είχε την δυνατότητα να υποστηρίξει. Ορισμένοι από τους διδάκτορές της έχουν εν τω μεταξύ αναλάβει την τιμή και την ευθύνη να συνεχίσουν το σπουδαίο έργο της στον ακαδημαϊκό χώρο, μεταλαμπαδεύοντας στους νεώτερους την γνώση, την μεθοδολογία αλλά και το όραμα αυτής της εξαίρετης και πολυσχιδούς προσωπικότητος.

 


© Ιωάννης Φούλιας