«Νεύτων: Ἡ κορυφαία στιγμὴ τῆς Φυσικῆς - ἡ θεμελίωση»

τοῦ ΙΩΑΝΝΗ Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ
Ἀν. Καθηγητῆ Παν. Ἀθηνῶν

1ο Ἐπιστημονικὸ Συμπόσιο
«Μεγάλες στιγμὲς τῆς Φυσικῆς»

Προλεγόμενα

Ὁ Ἀριστοτέλης ὑπῆρξε φιλόσοφος καὶ μάλιστα ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ὁ Νεύτωνας ὑπῆρξε φυσικὸς καὶ μαθηματικὸς καὶ μάλιστα ὁ θεμελιωτὴς τῆς Φυσικῆς. Ἔχει λοιπὸν νόημα τὸ ἐρώτημα: «Ἀπὸ τὸν Ἀριστοτέλη στὸ Νεύτωνα»; Νομιμοποιεῖται, ἄραγε, μία τέτοια διατύπωση; Ἡ ἀπάντηση εἶναι θετική. Διότι πρὸ τοῦ Νεύτωνος (ἢ ἔστω τοῦ Γαλιλαίου) ναὶ μὲν δὲν ὑπῆρχε ἡ Φυσικὴ ὡς ἀνεξάρτητος κλάδος τῆς ἐπιστήμης, ὅπως εἶναι σήμερα, ὑπῆρχε ὅμως ὡς Φιλοσοφία τῆς φύσης. Δηλαδὴ ἡ Φυσικὴ ἦταν κλάδος τῆς Φιλοσοφίας, ὅπως ἄλλωστε καὶ ἄλλες ἐπιστῆμες. Ἡ Φιλοσοφία τῆς φύσης μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἀποτελεῖ τὴν προϊστορία τῆς Φυσικῆς. Ὁ Ἀριστοτέλης, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἀσχολήθηκε καὶ μὲ τὴ Φιλοσοφία τῆς φύσης καὶ μάλιστα τὸ φιλοσοφικό του σύστημα κυριάρχησε ἐπὶ εἴκοσι περίπου αἰῶνες, μέχρι τὴν Ἀναγέννηση; Μὲ τὴν ἐκρηκτικὴ ἀνάπτυξη τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν ἄρχισαν ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη νὰ ἀποσπῶνται ἀπὸ τὴ Φιλοσοφία, ὅποτε κάποια στιγμὴ τέθηκε καὶ τὸ ἐρώτημα κατὰ πόσο ἔχει νόημα ἡ ὕπαρξή της ὡς ἀνεξάρτητης πλέον ἐπιστήμης.

Γιὰ πρώτη φορὰ τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα φιλοσόφησε στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ πρῶτο θέμα μὲ τὸ ὁποῖο ἀσχολήθηκε ἦταν ἡ φύση καὶ ἡ προέλευσή της. Οἱ προσωκρατικοὶ φιλόσοφοι ἀσχολήθηκαν μὲ τὴ Φιλοσοφία τῆς φύσης καὶ ἐπιχείρησαν μὲ βάση τὴ λογικὴ νὰ βροῦν τὴν αἰτία της, μακριὰ ἀπὸ τοὺς διαφόρους μύθους ποὺ ἴσχυαν μέχρι τότε καὶ πίστευαν οἱ διάφοροι λαοὶ τῆς Ἀνατολῆς. Ἡ σκέψη τους σήμερα, βέβαια, μοιάζει ἁπλοϊκή, ὅμως ἀποτελεῖ τὴν πρώτη ἀπόπειρα λογικῆς ἑρμηνείας τοῦ κόσμου.

Ἡ κυριαρχία τοῦ Ἀριστοτέλη

Μετὰ ἀπὸ τοὺς προσωκρατικοὺς φιλοσόφους τρία εἶναι τὰ κύρια σύστηματα τῆς Φιλοσοφίας γιὰ τὴ φύση ποὺ διαμορφώθηκαν στὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα καὶ ἐπηρέασαν καὶ ἐπηρεάζουν τὴν ἀνθρώπινη σκέψη: α) Τοῦ Δημόκριτου (460-360 π.Χ.). β) Τοῦ Πλάτωνα (427-347 π.Χ). γ) Τοῦ Ἀριστοτέλη (384-322 π.Χ.).

Ἀπὸ τοὺς τρεῖς αὐτοὺς φιλοσόφους ὁ πρῶτος θὰ ἀγνοηθεῖ μέχρι περίπου τὴν Ἀναγέννηση. Οἱ ἄλλοι δύο θὰ ἐπηρεάσουν βαθύτατα τὴ δυτικὴ σκέψη. Ὁ Πλάτωνας, «ὁ μέγιστος τῶν φιλοσόφων», θὰ ἐπηρεάσει τὴ Φιλοσοφία καὶ τὴ Θεολογία ἑνὸς ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους πατέρες τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου, καὶ μέσῳ αὐτοῦ ὅλου του τάγματος τῶν Φραγκισκανῶν μοναχῶν. Αὐτοὶ ἀποτελοῦν τὸ πλατωνικὸ ρεῦμα μέσα στοὺς κόλπους τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Δυτικῆς σκέψης εὐρύτερα. Ὁ πλατωνικός, ἀκριβέστερα ὁ νεοπλατωνικός, Αὐγουστίνος ἔζησε τὸν 4ο καὶ 5ο αἰῶνα (354-430 π.Χ.) καὶ λίγο μετὰ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ τὸ Δυτικὸ Ρωμαϊκὸ κράτος θὰ καταρρεύσει. Θὰ πέσει στὰ χέρια τῶν βαρβάρων καὶ «θὰ περάσουν αἰῶνες ὥσπου νὰ σταθεροποιηθεῖ ἕνα πολιτικὸ καὶ κοινωνικὸ καθεστὼς στὴ βαρβαροκρατούμενη Δύση ἡ ὥσπου οἱ βάρβαροι νὰ μάθουν λατινικὰ καὶ νὰ γίνουν χριστιανοί». Μὲ τὸν Κάρολο τῶν Φράγκων (768-814 μ.Χ.) θὰ ἀρχίσει πάλι σιγὰ-σιγὰ νὰ ἀνθίζει ἡ πνευματικὴ ζωή. Τὸν 12ο αἰῶνα θὰ μεταφραστοῦν τὰ «Φυσικὰ» καὶ τὰ «Μετὰ τὰ Φυσικά» του Ἀριστοτέλη ἀπὸ τὰ ἀραβικό, στὰ λατινικά. Ὁ μέγας συστηματικὸς τοῦ δυτικοῦ Μεσαίωνα Ἰταλὸς Δομινικανὸς μοναχὸς Θωμᾶς ὁ Ἀκινάτης (1225-1274 μ.Χ.) θὰ υἱοθετήσει κατὰ βάση τὴν Ἀριστοτέλεια Φιλοσοφία καὶ ὁλόκληρο τὸ τάγμα τῶν Δομινικανῶν μοναχῶν θὰ ἀκολουθήσει τὸ ρεῦμα αὐτό. Ἔχουμε, λοιπόν, στοὺς κόλπους τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας τὸ πρῶτο ρεῦμα, τῶν Φραγκισκανῶν μοναχῶν, ποὺ εἶναι πλατωνικό, καὶ τὸ δεύτερο ρεῦμα, τῶν Δομινικανῶν, ποὺ εἶναι ἀριστοτελικό. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Θωμᾶ τοῦ Ἀκινάτη κυριαρχεῖ στὴ Δύση ἡ Φιλοσοφία τῆς φύσης τοῦ μεγάλου Σταγειρίτη φιλοσόφου. Μάλιστα αὐτοὶ ποὺ ἐπιμένουν καὶ στὴν καταδίκη του Γαλιλαίου εἶναι οἱ Δομινικανοὶ μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ὑποστηρίζουν τὴν ἀριστοτέλεια γεωκεντρικὴ ἀντίληψη τοῦ Σύμπαντος. Τὸν Ἀριστοτέλη καὶ τὴ Φιλοσοφία του διδασκόταν ὁ νεαρὸς Ἰσαὰκ Νεύτων στὸ Trinity College (Κολέγιο τῆς Ἁγίας Τριάδας) τοῦ Cambridge καὶ οὐσιαστικὰ αὐτὴ θὰ ἀνατρέψει μὲ τὸ ἔργο του. Ἀξίζει λοιπὸν νὰ δοῦμε τὶς κεντρικὲς ἰδέες τῆς Φυσικῆς του Ἀριστοτέλη.

Τὸ κοσμοείδωλο τοῦ μεγάλου Σταγειρίτη

Ὁ Ἀριστοτέλης ὑπῆρξε, κατὰ τὸν ἀείμνηστο ἀκαδημαϊκὸ καὶ φιλόσοφο Ἰ. Ν. Θεοδωρακόπουλο, «ὁ μεγαλύτερος συστηματικὸς νοῦς τοῦ κόσμου». Φιλοσόφησε ἐπὶ παντός του ἐπιστητοῦ. Ἀπὸ τὴ Φυσικὴ μέχρι τὴ Λογική, τὴν Ἠθικὴ καὶ τὴν Πολιτική. Διασώθηκαν μόνο 169 ἀπὸ τὶς πραγματεῖες τοῦ Ἀριστοτέλη. Τὶς ἀντιλήψεις του γιὰ τὴ Φυσικὴ τὶς βρίσκουμε στὰ ἔργα του: α) Φυσικὴ ἀκρόασις (Τὰ Φυσικά), β) Μετὰ τὰ Φυσικά, γ) Περὶ οὐρανοῦ, δ) Μετεωρολογικά, ε) Προβλήματα μηχανικῆς, στ) Περὶ γεννήσεως καὶ φθορᾶς καὶ ζ) Μηχανικά.

Τὰ λογικά, ἐπιστημονικὰ καὶ φιλοσοφικὰ ἔργα τοῦ Ἀριστοτέλη σχημάτιζαν τὸν πυρῆνα τοῦ προγράμματος σπουδῶν τῶν εὐρωπαϊκῶν πανεπιστημίων τοῦ Μεσαίωνα. Τὰ ἔργα του «Τὰ Φυσικὰ» (σὲ ὀκτὼ βιβλία), «Περὶ οὐρανοῦ», «Μετεωρολογικὰ» (σὲ τέσσερα βιβλία) καὶ τὸ «Περὶ γεννήσεως καὶ φθορᾶς», ὅπως αὐτὰ περὶ Λογικῆς, ἦταν θεμελιώδη γιὰ τοὺς σπουδαστὲς τῶν ἐλευθερίων τεχνῶν, δηλαδὴ αὐτῶν ποὺ σπούδαζαν Λογικὴ καὶ Ἐπιστήμη.

Οἱ κεντρικὲς ἰδέες τῆς Φιλοσοφίας τῆς φύσεως τοῦ Ἀριστοτέλη μποροῦν νὰ συνοψισθοῦν στὰ παρακάτω:

α) Τὸ Σύμπαν εἶναι γεωκεντρικό, πεπερασμένο χωρικὰ καὶ ἄπειρο χρονικὰ (δηλαδὴ ἀδημιούργητο). Τὸ κέντρο τοῦ Σύμπαντος εἶναι ἡ ἀκίνητη Γῆ. Ἡ Σελήνη, οἱ πλανῆτες, ὁ Ἥλιος καὶ οἱ ἀπλανεῖς ἀστέρες βρίσκονται σὲ ὁμόκεντρες σφαῖρες, οἱ ὁποῖες περιστρέφονται γύρω ἀπὸ τὴ Γῆ. Ἡ ἐξώτατη σφαῖρα μὲ τοὺς ἀπλανεῖς ἀποτελεῖ τὸ ὅριο τοῦ Σύμπαντος. Ὅ,τι ὑπάρχει μέσα σὲ αὐτὴ τὴ σφαῖρα ἀποτελεῖ τὸ Σύμπαν. Ἔξω ἀπὸ αὐτὴ τὴ σφαῖρα δὲν ὑπάρχει τίποτε, οὔτε κενὸ οὔτε τόπος. Τὸ κενὸ εἶναι ἀνύπαρκτο. Ἡ ἀντίληψη αὐτὴ τοῦ Ἀριστοτέλη δικαιώνεται ἀπὸ τὴ Σύγχρονη Φυσική, ἡ ὁποία θεωρεῖ ὅτι τὰ πεδία ἔχουν ὀντολογικὴ ὑπόσταση. Δὲν εἶναι δηλαδὴ ἀφηρημένες μαθηματικὲς συλλήψεις.

Ὁ Ἀριστοτέλης ἐγκαταλείπει τὶς ἀπόψεις τοῦ δασκάλου τοῦ Πλάτωνα γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ κόσμου τῶν ἰδεῶν, ποὺ ὡς γνωστὸν ἔχει ὀντολογικὴ ὑπόσταση.

Δὲν εἶναι δηλαδὴ οἱ ἰδέες ποὺ ἔχουμε στὸ νοῦ μας. Δέχεται, ὅμως, ὁ Ἀριστοτέλης ὅτι ὑπάρχει στὸν ἄνθρωπο ἡ ἄυλη ψυχὴ καὶ ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ὅμως δὲν εἶναι ὁ δημιουργός της ἀρχικῆς ὕλης τοῦ Σύμπαντος. Μὲ δεδομένη καὶ προϋπάρχουσα τὴν ἀρχικὴ ὕλη, ὁ Θεὸς ἔφτιαξε τὸν κόσμο (κόσμος = κόσμημα).

β) Ὁ Ἀριστοτέλης βλέπει τὸ Σύμπαν σὰν ἕναν ὀργανισμό, στὸν ὁποῖο ὑπάρχει σκοπιμότητα, ὅπως καὶ στοὺς ἔμβιους ὀργανισμούς. Δὲν ὑπάρχει αἰτιοκρατία στὸν κόσμο τοῦ Ἀριστοτέλη, οὔτε τύχη.

Στὸν ἀντίποδα βρίσκεται τὸ Σύμπαν του Δημόκριτου, τὸ ὁποῖο εἶναι μία μηχανὴ ποὺ ὑπακούει αὐστηρὰ στοὺς νόμους τῆς αἰτιότητας. Στὸ Σύμπαν τοῦ Δημόκριτου δὲν ὑπάρχει περιθώριο γιὰ τύχη ἢ σκοπιμότητα, εἶναι ἄπειρο καὶ χωρικὰ καὶ χρονικὰ καὶ κατὰ συνέπεια ἀδημιούργητο. Μὲ τὸ Γαλιλαῖο καὶ τὸ Νεύτωνα θὰ ἐπιβληθεῖ στὴν ἐπιστήμη τὸ μηχανιστικὸ αὐτὸ μοντέλο τοῦ Δημόκριτου.

γ) Κατὰ τὸν Ἀριστοτέλη ἡ ὕλη εἶναι συνεχής, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἀτομικὴ θεωρία τοῦ Δημόκριτου.

Τὰ ὑλικὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦνται ὅλα τὰ σώματα εἶναι ἡ γῆ, ὁ ἀέρας, τὸ νερὸ καὶ τὸ πῦρ. Ὁ Ἀριστοτέλης διατηρεῖ ἐδῶ τὶς ἀπόψεις τοῦ δασκάλου του Πλάτωνα.

δ) Ἡ κίνηση εἶναι θεμελιώδης ἰδιότητα τῆς ὕλης. Ὁ Ἀριστοτέλης ὑποστήριζε ὅτι «γιὰ νὰ κινηθεῖ ἕνα σῶμα, πρέπει νὰ δρᾷ σὲ αὐτὸ δύναμη» καὶ συνδέει τὴ δύναμη μὲ τὴν ταχύτητα. Κάτι ποὺ ἀρνεῖται ὁ Γαλιλαῖος καὶ ὁ Νεύτωνας. Ὁ τελευταῖος θὰ συνδέσει τὴ δύναμη μὲ τὴν ἐπιτάχυνση.

Ὁ Ἀριστοτέλης δέχεται τὴν ἀρχὴ τῆς ἀδράνειας γιὰ νὰ τὴν ἀρνηθεῖ μετά, γιατὶ δὲν πιστεύει ὅτι ὑπάρχει κενὸς χῶρος. Γράφει: «Ἕνα σῶμα στὸ κενὸ θὰ ἠρεμεῖ ἢ θὰ κινεῖται εὐθύγραμμα καὶ ὁμαλά, γιατὶ τὸ κενὸ δὲν συνεπάγεται καμία διαφορὰ ἡ ὁποία θὰ καθόριζε κάποια κατεύθυνση γιὰ τὴν κίνηση» (Τὰ Φυσικὰ 2135, 215α). Ἐπειδὴ ὅμως, κατὰ τὸν Ἀριστοτέλη πάντα, δὲν ὑπάρχει κενό, δὲν ἰσχύει ἡ ἀρχὴ τῆς ἀδράνειας. Ὁ Γαλιλαῖος δὲν δέχεται τὴν ὕπαρξη τοῦ κενοῦ, ἄρα καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς ἀδράνειας.

ε) Τὰ φαινόμενα κατὰ τὸν Ἀριστοτέλη δὲν μποροῦν νὰ περιγραφοῦν ποσοτικά. Δὲν μποροῦν νὰ περιγραφοῦν μὲ μαθηματικὲς σχέσεις. Αὐτὸ βρίσκεται σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὴ Φιλοσοφία τοῦ Πλάτωνα. Κατὰ τὸν Πλάτωνα, γιὰ νὰ ἐξηγήσουμε τὰ φαινόμενα δὲν πρέπει νὰ τὰ περιγράφουμε ἁπλῶς, ἀλλὰ νὰ τὰ ἀνάγουμε σὲ ἀριθμητικὲς σχέσεις. Τὸ «σώζειν τὰ φαινόμενα», δηλαδὴ ἡ ἑρμηνεία τῶν φαινομένων, πρέπει νὰ ἀναχθεῖ σὲ ποσοτικὲς σχέσεις. Αὐτὸ ποὺ κάνει δηλαδὴ ἡ Φυσικὴ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Γαλιλαίου καὶ τοῦ Νεύτωνα. Αὐτὸ ἀποτελεῖ καὶ τὸ θρίαμβο τοῦ Πλάτωνα.

στ) Ὁ χρόνος στὸν Ἀριστοτέλη συνδέεται μὲ τὴν κίνηση. Ὁ χρόνος εἶναι μέτρο τῆς κίνησης καὶ δὲν νοεῖται χωρὶς αὐτόν. Ἐνῷ ὅμως οἱ κινήσεις εἶναι διαφορετικές, ὁ χρόνος εἶναι πάντα ὁ ἴδιος. Ἔτσι, τελικῶς, ὁ χρόνος κυλᾷ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς κινήσεις τῶν σωμάτων.

Ὁ Ἀριστοτέλης εἶχε καθιερωθεῖ τόσο πολὺ στὴ συνείδηση τῶν ἐπιστημόνων καὶ διανοούμενων τῶν μεσαιωνικῶν χρόνων, ὥστε ἀπὸ ἕνα σημεῖο καὶ πέρα ἀποτελοῦσε ἀνασχετικὸ παράγοντα γιὰ τὴν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης. «Αὐτὸς ἔφα» ἔλεγαν οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες, τὸ ἴδιο ἐπαναλάμβαναν ἀργότερα οἱ Εὐρωπαῖοι. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Γαλιλαῖος ντρεπόταν (!) νὰ πεῖ ὅτι ἡ Γῆ γυρίζει, παρ᾿ ὅτι εἶχε ἀδιάσειστα ἐπιστημονικὰ ἐπιχειρήματα γι᾿ αὐτό. Δὲν ὑπῆρχε λόγος γιὰ ἔρευνα καὶ μελέτη τῆς φύσης. Ὅλα τὰ εἶχε πεῖ ὁ Ἀριστοτέλης! Αὐτὸς εἶναι, κατὰ τὴ γνώμη μας, καὶ ὁ δεύτερος βασικὸς λόγος της μὴ προόδου τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν κατὰ τὸ Μεσαίωνα. Ὁ κύριος βέβαια λόγος παραμένει ὅτι στὸ μεγαλύτερο μέρος της ἡ Δύση ἦταν ὑπὸ τὴν κατοχὴ τῶν βαρβάρων.

Ἡ Φιλοσοφία τοῦ Ἀριστοτέλη ἔγινε τόσο ἀποδεκτὴ γιὰ δύο πιστεύουμε λόγους.

Πρῶτο, γιατί στηρίζεται καὶ συμφωνεῖ μὲ τὴν ἄμεση ἐμπειρία μας, δηλαδὴ τὴν ἐποπτεία.

Δεύτερο, γιατὶ εἶναι συμβατὴ μὲ τὴ χριστιανικὴ Ἀποκάλυψη, ἡ ὁποία εἶχε κυριαρχήσει στὸ γνωστὸ τότε κόσμο.

Οἱ ἀπόψεις τοῦ Ἀριστοτέλη πόρρω ἀπέχουν ἀπὸ τὶς λαϊκὲς δοξασίες τῆς ἐποχῆς του, περὶ δωδεκαθέου. Κατηγορήθηκε μάλιστα γιὰ ἀθεΐα καὶ κατέφυγε στὴ Χαλκίδα, τὴ γενέτειρα τῆς μητέρας του, ὁποὺ πέθανε τὸ 322 π.Χ.

Οἱ πρόδρομοι τοῦ Νεύτωνα

Ἀπ᾿ ὅσα ἔχουμε ἀναφέρει γιὰ τὴ Φυσικὴ Φιλοσοφία τοῦ Ἀριστοτέλη ὁ ἀναγνώστης ἀντιλαμβάνεται πόσο ἀπέχει ἀπὸ τὴ Νευτώνεια Φυσική. Ὁ Νεύτωνας ὅμως δὲν ξεκίνησε ἀπὸ τὸ μηδὲν γιὰ νὰ ἀνατρέψει τὴ Φυσικὴ τοῦ Ἀριστοτέλη. Ὑπῆρξαν πρόδρομοι οἱ ὁποῖοι τοῦ ἄνοιξαν τὸ δρόμο. Ἐνῷ στὸ Κολέγιο τῆς Ἁγίας Τριάδας ὁ Νεύτωνας διδασκόταν τὸν Ἀριστοτέλη, ὁ ἴδιος κατέφευγε σὲ «ἐξωσχολικοὺς» φιλοσόφους καὶ ἐπιστήμονες γιὰ νὰ ἀπαντήσει στὰ ἐπιστημονικὰ ἐρωτήματα ποὺ ἔθετε τὸ ἀνήσυχο πνεῦμα του. Οἱ σημαντικότεροι ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν:

α) Ὁ Γάλλος κληρικὸς καὶ φιλόσοφος Γκασεντὶ (1591-1655), ὁ ὁποῖος ἐπανέφερε στὸ προσκήνιο τὴν ξεχασμένη ἀτομικὴ θεωρία τοῦ Δημόκριτου καὶ τὴν ὁποία υἱοθέτησε ὁ Νεύτωνας.

β) Ὁ Γάλλος μαθηματικὸς καὶ φιλόσοφος Καρτέσιος (1596-1630), ἡ Φιλοσοφία τοῦ ὁποίου ἐπηρέασε ἀποφασιστικὰ τὴ σκέψη τοῦ Νεύτωνα. Ὁ Καρτέσιος μάλιστα διετύπωσε τρεῖς φυσικοὺς νόμους. Ὁ ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς εἶναι ὁ νόμος τῆς ἀδράνειας, τὸν ὁποῖο, ὅμως, εἶχε διατυπώσει ὁ Γαλιλαῖος ἑπτὰ χρόνια νωρίτερα.

γ) Ὁ βαθύτατα θρησκευόμενος Πολωνὸς ἀστρονόμος καὶ κληρικὸς Κέπλερ (1571-1630), ὁ ὁποῖος ὄχι ἁπλὰ εἶχε ἀποδεχτεῖ τὸ ἡλιοκεντρικὸ σύστημα, ἀλλὰ διετύπωσε τοὺς νόμους κίνησης τῶν πλανητῶν, ἀξιοποιώντας τὶς εἰκοσάχρονες παρατηρήσεις τοῦ δασκάλου τοῦ Τύχο Μπράχε.

δ) Ὁ Ἰταλὸς φυσικὸς καὶ μαθηματικὸς Γαλιλαῖος (1564-1642). Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ Νεύτωνας γεννιέται τὸ 1642, τὴ χρονιὰ ποὺ πεθαίνει ὁ Γαλιλαῖος, γιὰ νὰ συνεχίσει φαίνεται τὸ ἔργο του. Πράγματι ἀποδείχτηκε ἄριστος συνεχιστής του.

Ἀναπαράσταση τοῦ ἐργαστηρίου τοῦ Γαλιλαίου (Γερμανικὸ Μουσεῖο Μονάχου). Ὁ Γαλιλαῖος εἰσάγει πρῶτος κατὰ τοὺς νεότερους χρόνους τὶς ποσοτικὲς σχέσεις καὶ τὸ πείραμα στὴν περιγραφὴ τῶν φυσικῶν φαινομένων.

Ὁ Γαλιλαῖος ἔκανε τὰ ἑξῆς ἀξιοσημείωτα:

1. Εἰσάγει στὴ Φυσικὴ τὸ πείραμα. Μέχρι τότε χρησιμοποιεῖτο μόνο ἡ παρατήρηση καὶ ὁ στοχασμός. Θὰ ἦταν ἄδικο ὅμως νὰ μὴν ἀναφέρουμε ἐδῶ ὡς πρῶτο διδάξαντα τὸν Ἀρχιμήδη (287-212 π.Χ.), ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ἀπὸ πολλοὺς «ὁ μεγαλύτερος μαθηματικὸς ὅλων τῶν ἐποχῶν».

2. Εἰσάγει τὴν παρατήρηση τῶν οὐράνιων σωμάτων μέσῳ τοῦ τηλεσκοπίου. Μέχρι τότε οἱ παρατηρήσεις γίνονταν «διὰ γυμνοῦ ὀφθαλμοῦ». Διαπιστώνει ὅτι ἡ Σελήνη, τὸ μέχρι τότε ρομαντικὸ φανάρι τοῦ οὐρανοῦ ποὺ ἐνέπνεε ποιητὲς καὶ καλλιτέχνες, εἶναι κάτι πολὺ πεζό. Δηλαδὴ ἀποτελεῖται ἀπὸ ἔρημες ὁροσειρὲς καὶ κρατῆρες. Ἔτσι, τὸ φεγγάρι πλέον δὲν εἶναι κάτι διαφορετικὸ ἀπὸ τὴ Γῆ μας. Εἶναι ἕνα κομμάτι γῆς! Καὶ γιατί ὄχι καὶ τὰ ἄλλα ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ. Ἡ φύση λοιπὸν δὲν περιορίζεται μόνο στὴ Γῆ μας. Φύση ἀποτελοῦν καὶ ἡ Σελήνη καὶ τὰ ἀστέρια. Ὁ Γαλιλαῖος δηλαδὴ «ἑνοποίησε τὴ φύση». Λίγα χρόνια ἀργότερα, βλέποντας ὁ Νεύτωνας νὰ πέφτει ἕνα μῆλο ἀπὸ τὴ μηλιά, διετύπωσε τὸ νόμο τῆς παγκόσμιας ἕλξης! Θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ γίνει αὐτὸ ἂν δὲν εἶχε «ἑνοποιήσει τὴ φύση» ὁ Γαλιλαῖος; Τί εἶναι ἡ Σελήνη, θὰ σκέφτηκε ὁ Νεύτωνας. Ἕνα μεγάλο μῆλο εἶναι κι αὐτή, καὶ ὅπως ἡ Γῆ ἕλκει τὸ μῆλο θὰ ἕλκει καὶ τὴ Σελήνη.

3. Διατυπώνει τὸ νόμο τῆς ἀδράνειας. Δηλαδὴ ἀνατρέπει τὴν τόσο προφανῆ μέχρι τότε (καὶ ὄχι μόνο) ἀντίληψη τοῦ Ἀριστοτέλη, ὅτι γιὰ νὰ κινεῖται ἕνα σῶμα πρέπει νὰ ἀσκεῖται σ᾿ αὐτὸ δύναμη. Ἀποσυνδέει δηλαδὴ τὴ δύναμη ἀπὸ τὴν ταχύτητα καὶ τὴ συνδέει μὲ τὴν ἐπιτάχυνση. Τὴ θέση αὐτὴ υἱοθετεῖ καὶ ὁ Νεύτωνας.

4. Τέλος, εἰσάγει τὶς ποσοτικὲς σχέσεις στὴν περιγραφὴ τῶν φυσικῶν φαινομένων, κάτι τὸ ὁποῖο ἀρνιόταν ὁ Ἀριστοτέλης. Τὴν ἴδια ἐποχὴ μὲ τὸ Γαλιλαῖο, ὁ Κέπλερ διατυπώνει μαθηματικὲς ποσοτικὲς σχέσεις γιὰ τὴν κίνηση τῶν πλανητῶν.

Ἡ συνεισφορὰ τοῦ Γαλιλαίου ὑπῆρξε τόσο σημαντική, ὥστε πολλοὶ θεωροῦν αὐτὸν ὡς θεμελιωτὴ τῆς Φυσικῆς. Ἡ ἄποψή μας εἶναι ὅτι ὁ Γαλιλαῖος ὑπῆρξε μέγας πειραματικὸς φυσικός, ὅπως καὶ ὁ Faraday στὸν Ἠλεκτρισμό, δύο αἰῶνες ἀργότερα. Δὲν εἶχε ὅμως τὸ βάθος τῆς σκέψης τοῦ Νεύτωνα. Ὁ Γαλιλαῖος προσέφερε θεμέλιους λίθους (ὄχι τοὺς θεμέλιους λίθους) γιὰ νὰ θεμελιώσει τὴ Φυσικὴ ὁ Νεύτωνας.

Βιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ Νεύτωνα

Ὁ Νεύτωνας γεννήθηκε κοντὰ στὸ χωριὸ Colsterworth τοῦ Lincolnshire.

Τὸ διάστημα 1661-1665 φοιτᾷ στὸ κολέγιο τῆς Ἁγίας Τριάδας τοῦ Καίμπριτς.

Τὸ 1665 ἢ 1666, ὅταν ἦταν 23 ἐτῶν, συλλαμβάνει τὴν ἰδέα τῆς παγκόσμιας ἕλξης βλέποντας ἕνα μῆλο νὰ πέφτει ἀπὸ μία μηλιά.

Τὸ 1667 (25 ἐτῶν) γίνεται Ἑταῖρος τοῦ Κολεγίου τῆς Ἁγίας Τριάδας.

Τὸ 1672 (30 ἐτῶν) γίνεται μέλος τῆς Βασιλικῆς Ἑταιρείας (Royal Society) τοῦ Λονδίνου. Τὴν ἴδια χρονιὰ ἀνακοινώνει σ᾿ αὐτὴν τὴν πραγματεία τοῦ «Νέα θεωρία περὶ φωτὸς καὶ χρωμάτων».

Τὸ 1686 (44 ἐτῶν) παρουσίασε στὴ Βασιλικὴ Ἑταιρεία τὴν ἐργασία του «Μαθηματικὲς ἀρχὲς τῆς Φυσικῆς Φιλοσοφίας», τὸν ἐπιστημονικὸ ὀγκόλιθο μὲ τὸν ὁποῖο θεμελιώνει τὴν Κλασικὴ Φυσική.

Ἀπὸ τὸ 1703 ἕως τὸ 1727, δηλαδὴ μέχρι τὸ θάνατό του, ἐπὶ 24 συναπτὰ ἔτη, διετέλεσε πρόεδρος τῆς Βασιλικῆς Ἑταιρείας.

Τὰ τελευταῖα (ἴσως καὶ 20) χρόνια της ζωῆς τοῦ (πέθανε στὰ 85) δὲν ἀσχολήθηκε μὲ τὴν ἐπιστήμη, ἀλλὰ μὲ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἰδιαίτερα τὸν ἀπασχόλησαν οἱ προφητεῖες τοῦ Δανιὴλ καὶ ἡ Ἀποκάλυψη. Ἔγραψε καὶ σχετικὸ βιβλίο. Ὑποστήριξε ὅτι οἱ προφητεῖες δὲν μποροῦν νὰ κατανοηθοῦν παρὰ μόνο ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τῆς Ἀστρονομίας καὶ τῶν Μαθηματικῶν.

Οἱ ἄξονες τῆς Νευτώνειας φυσικῆς φιλοσοφίας

Οἱ τέσσερις στοχαστὲς καὶ ἐπιστήμονες Γκασεντί, Καρτέσιος, Κέπλερ καὶ Γαλιλαῖος ποὺ προαναφέραμε ὑπῆρξαν οἱ ἐμπνευστὲς τοῦ Νεύτωνα. Ὁ Νεύτωνας βλέπει τὸ Σύμπαν ἄπειρο χωρικὰ καὶ χρονικά. Ὁ χῶρος καὶ ὁ χρόνος εἶναι ἀπόλυτες ἔννοιες καὶ ἀνεξάρτητες ἀπὸ τὴν ὕπαρξη ἡ μὴ σωμάτων. Ὁ χῶρος εἶναι κενὸς καὶ μέσα σ᾿ αὐτὸν κινοῦνται τὰ διάφορα σώματα, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦνται ἀπὸ ἄτομα. Μάλιστα τὴν ἀντίληψη αὐτὴ τοῦ Δημόκριτου ὁ Νεύτωνας τὴν ἐπέκτεινε καὶ στὸ φῶς (σωματιδιακὴ θεωρία τοῦ φωτός).

Ὁ Νεύτωνας βλέπει τὸ Σύμπαν ὡς μία τεράστια μηχανή, ἡ ὁποία ὑπακούει σὲ αὐστηρὴ νομοτέλεια. Στὸ Σύμπαν του Νεύτωνα δὲν ἔχει θέση ἡ σκοπιμότητα τοῦ Ἀριστοτέλη ἡ ἡ τύχη. Εἶναι αὐστηρὰ αἰτιοκρατικό, δηλαδὴ Δημόκρίτειο. Ὁ Νεύτωνας ἀποκαθήλωσε τὸ «ἱερὸν τέρας», τὴν κορυφαία μορφὴ τοῦ ἀνθρώπινου πνεύματος, τὸν Ἀριστοτέλη. Ἔφερε στὸ προσκήνιο τὸ Δημόκριτο.

Θὰ νόμιζε κανεὶς μὲ ὅλα αὐτὰ ὅτι ὁ Νεύτωνας εἶναι ὑλιστής, ἐπειδὴ υἱοθετεῖ τὴ Δημόκρίτειο Φιλοσοφία τῆς φύσης. Ἄλλωστε καὶ ὁ Δημόκριτος θεωρεῖται ἀπὸ ὁρισμένους ὡς ὑλιστής. Καὶ ἀπὸ μία ἄποψη ἔχουν δίκιο. Πῶς ὅμως μποροῦμε νὰ τὸν θεωροῦμε τὸ Δημόκριτο ὡς ὑλιστὴ τὴ στιγμὴ ποὺ δέχεται τὴν ὕπαρξη ψυχῆς καὶ θεῶν, φτιαγμένων ἔστω ἀπὸ ἄτομα ἀλλοῦ εἴδους ἀπ᾿ ὅ,τι τὰ ἄλλα ὄντα;

Ὁ Νεύτωνας εἶναι πιστὸς χριστιανὸς (ἔστω ἰδιόρρυθμος). Καὶ τὸ παράδοξο εἶναι ὅτι αὐτὸς μαζὶ μὲ τοὺς ἐπίσης πιστοὺς χριστιανούς, τὸν Κέπλερ καὶ τὸν Γαλιλαῖο, «ἀποκαθήλωσαν» τὸν Ἀριστοτέλη, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ἀπὸ τὴ Δυτικὴ Ἐκκλησία ὡς ὁ πρὸ Χριστοῦ χριστιανὸς φιλόσοφος! Ὁ Γαλιλαῖος καταδικάστηκε (σὲ κατ᾿ οἶκον περιορισμὸ) ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Ἐξέταση ὄχι γιατὶ ἀμφισβήτησε τὸ δόγμα τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ ἐπειδὴ ἀμφισβήτησε τὸ δόγμα τοῦ Ἀριστοτέλη! Ἡ βιβλικὴ κοσμογονία καὶ κοσμολογία δὲν τοποθετεῖται ἐπὶ τοῦ θέματος τῆς περιφορᾶς ἡ μὴ τῆς Γῆς γύρω ἀπὸ τὸν Ἥλιο.

Ὁ Ἰσαὰκ Νεύτων θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ἐπιστήμονες ὅλων τῶν ἐποχῶν. Στὸ μεγαλειῶδες ἔργο τοῦ «Μαθηματικὲς ἀρχὲς τῆς Φυσικῆς Φιλοσοφίας» (PHILOSOPHIÆ ΝATURALIS PRINCIPIA ΜATHEΜATICA), ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 1687, περιέχονται οἱ ἀνακαλύψεις του γιὰ τοὺς νόμους τῆς κίνησης καὶ τῆς παγκόσμιας ἕλξης. Ὁ Stephen Hawking τὸ χαρακτήρισε ὡς «τὸ πιὸ σημαντικὸ βιβλίο Φυσικῆς ποὺ γράφτηκε ποτέ».

Ἡ Νευτώνεια Φυσικὴ

Ἡ Νευτώνεια Μηχανικὴ περιλαμβάνει: α) Τοὺς τρεῖς θεμελιώδεις νόμους τῆς κίνησης τῶν σωμάτων, β) Τὸ νόμο τῆς παγκόσμιας ἕλξης.

Ἡ Νευτώνεια Μηχανικὴ μαζὶ μὲ τὸν Ἠλεκτρομαγνητισμό, ὅπως τὸν διατύπωσε στὶς περίφημες ἐξισώσεις του ὁ Maxwell, ἀποτελοῦν τὴν Κλασικὴ Φυσική. [Τὸ φῶς κατὰ τὸ Maxwell ἔχει κυματικὸ χαρακτῆρα. Ἔτσι στὰ πλαίσια τοῦ κλασικοῦ οἰκοδομήματος τῆς Φυσικῆς, ὅπως διαμορφώθηκε στὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα, δὲν ἔχει θέση ἡ σωματιδιακὴ θεωρία τοῦ φωτὸς τοῦ Νεύτωνα. Ἴσχυσε ὅμως τοὺς δύο προηγούμενους αἰῶνες καὶ ἐπανῆλθε στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ.]

Οἱ τρεῖς νόμοι τῆς κίνησης τῶν σωμάτων, ὅπως ἀκριβῶς τοὺς διατύπωσε ὁ Νεύτωνας, ἔχουν ὡς ἑξῆς:

Νόμος I: Κάθε σῶμα συνεχίζει στὴν κατάσταση ἠρεμίας ἢ ὁμοιόμορφης εὐθύγραμμης κίνησης, ἐφόσον ἐξωτερικὲς δυνάμεις δὲν τὸ ὑποχρεώνουν νὰ μεταβάλλει αὐτὴν τὴ κατάσταση.

Νόμος II: Ἡ μεταβολὴ τῆς κίνησης εἶναι ἀνάλογη μὲ τὴν ἐπιβαλλόμενη δύναμη καὶ γίνεται κατὰ τὴν κατεύθυνση τῆς εὐθείας στὴν ὁποία ἐπιβάλλεται ἡ δύναμη.

Νόμος III: Σὲ κάθε δράση ἀντιστοιχεῖ πάντοτε μία ἀντίθετη καὶ ἴση ἀντίδραση ἡ οἱ φυσικὲς ἀλληλεπιδράσεις δύο σωμάτων εἶναι πάντοτε ἴσες καὶ κατευθύνονται στὰ ἀντίθετα μέρη.

Ἄξιο σχολιασμοῦ εἶναι τὸ πῶς διατυπώνει τὸ δεύτερο νόμο, ποὺ εἶναι συνήθως γνωστὸς μὲ τὴν ὑπὸ μορφὴ συμβόλων διατύπωσή του: F=mα. Στὴ διατύπωση τοῦ δεύτερου νόμου ὁ Νεύτωνας χρησιμοποιεῖ τὴν ἀδόκιμη ἢ καὶ λανθασμένη ἔκφραση «μεταβολὴ τῆς κίνησης» ἀντὶ τοῦ ὅρου «ἐπιτάχυνση». Κάτι, βέβαια, ποὺ δὲν σημαίνει τίποτα. Πολὺ περισσότερο δὲν σημαίνει «ἐπιτάχυνση». Αὐτὸ ὀφείλεται στὴν ἔλλειψη τοῦ κατάλληλου ἐννοιολογικοῦ ἐξοπλισμοῦ. Εἶναι τὸ δρᾶμα τῶν πρωτοπόρων, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν τὸν τρόπο νὰ ἐκφράσουν κατὰ τρόπο ἀκριβῆ καὶ κατανοητὸ τὶς μεγαλειώδεις συλλήψεις τους. Ἐπίσης, ὁ Νεύτωνας δὲν χρησιμοποιεῖ πουθενὰ σύμβολα, διότι εἶναι ἀκόμη ἄγνωστη στὴ Φυσικὴ ἡ δεύτερη γλῶσσα της, δηλαδὴ αὐτὴ τῶν συμβόλων. Σήμερα εἶναι ἀδιανόητη ἡ Φυσικὴ χωρὶς αὐτά, ἀφοῦ δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ ἐκφράσουμε τὶς περίπλοκες πολλὲς φορὲς σχέσεις μεταξὺ τῶν φυσικῶν μεγεθῶν ἡ τρίτη γλῶσσα τῆς Φυσικῆς εἶναι αὐτὴ τῶν σχημάτων. Ἔτσι, ἂν κάποιος μαθητής μας διατύπωνε σήμερα τὸ δεύτερο νόμο τῆς Μηχανικῆς ὅπως τὸν εἶχε διατυπώσει ὁ Νεύτωνας, θὰ τὸν ἀποῤῥίπταμε! Καὶ ὀρθῶς!

Πέραν, ὅμως, ἀπὸ τὶς παρατηρήσεις αὐτές, τὸ μεγαλεῖο του Νεύτωνα δὲν εἶναι ὅτι διατύπωσε τρεῖς νόμους, ἀλλὰ τοὺς τρεῖς νόμους ποὺ διέπουν τὴν κίνηση τῶν σωμάτων. Εἶπε: «Αὐτοὶ εἶναι οἱ νόμοι καὶ δὲν χρειάζονται ἄλλοι!». Αὐτὸ εἶναι μεγάλη κουβέντα.

Μὲ τὸ νόμο τῆς παγκόσμιας ἕλξης ὁ Νεύτων ἑνοποιεῖ τὶς ἐπίγειες μὲ τὶς οὐράνιες δυνάμεις καὶ ἐπιτυγχάνει γιὰ πρώτη φορὰ αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα «ἑνοποίηση τῶν δυνάμεων». Τὴ δεύτερη ἑνοποίηση θὰ πραγματοποιήσει 150 περίπου χρόνια ἀργότερα ὁ Ἀγγλος φυσικὸς Faraday, ἑνοποιώντας τὶς ἠλεκτρικὲς μὲ τὶς μαγνητικὲς δυνάμεις.

«Ὁ Ἰσαὰκ Νεύτων θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ἐπιστήμονες ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ὁρισμένοι δὲ τὸν θεωροῦν τὸ μεγαλύτερο», σημειώνει ὁ πιὸ πρόσφατος βιογράφος του Richard Westfall. Ὁ διαπρεπὴς Ἕλληνας μαθηματικὸς καὶ φυσικός, καθηγητὴς Δημήτρης Χριστοδούλου θὰ πεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ ὑπῆρξαν πολλοὶ διακεκριμένοι ἐπιστήμονες ἀλλὰ ὁ Ἀρχιμήδης καὶ ὁ Νεύτων εἶναι οἱ κορυφαῖοι, καὶ κατὰ διατύπωσή του «κινοῦνται σὲ ἐπίπεδα θεϊκά»! Σήμερα βέβαια γνωρίζουμε ὅτι ἡ Σύγχρονη Φυσικὴ ἔχει περιορίσει τὴν ἰσχὺ τῶν νόμων τοῦ Νεύτωνα.

Ὁ Νεύτωνας (μὲ τοὺς προδρόμους του) κατεδάφισε, σχεδὸν ἐκ θεμελίων, τὸ οἰκοδόμημα τῆς Ἀριστοτέλειας Φυσικῆς. Στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνα μία σειρὰ ἀπὸ διακεκριμένους ἐπιστήμονες ἀμφισβήτησαν μὲ τὴ σειρά τους τὸν Νεύτωνα.

Ἡ Φυσική του μικρόκοσμου (Κβαντομηχανικὴ) ἀρνεῖται παντελῶς τοὺς νόμους αὐτούς. Παράλληλα ἡ Φυσικὴ τῶν Ὑψηλῶν Ταχυτήτων (Εἰδικὴ Θεωρία τῆς Σχετικότητας) ἔχει ἐπιφέρει οὐσιώδεις τροποποιήσεις.

Ὁ Ἀριστοτέλης φαίνεται νὰ πῆρε τὴν ἐκδίκησή του!

Βιβλιογραφία (ἐπιλογή)

1. Ἀριστοτέλους, Φυσικὴ Ἀκρόασις (Τὰ φυσικά), μετάφρ. Κ. Δ. Γεωργούλη, ἔκδ. Δ. Ν. Παπαδήμας, Ἀθήνα, 1992.

2. Richard Westfall: Ἡ ζωὴ τοῦ Ἰσαὰκ Νεύτωνα, μετάφρ. Δ. Γιαννίμπα, Πανεπιστημιακὲς Ἐκδόσεις Κρήτης, Ἡράκλειο, 1999.

3. Ἰωάννου Ν. Θεοδωρακόπουλου: Εἰσαγωγὴ στὴ Φιλοσοφία (Τόμος Α), Ἀθήνα, 1974.

4. Βαγγέλη Σπανδάγου, Οἱ φυσικοὶ ἐπιστήμονες τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδας, ἔκδ. Αἴθρα.

5. Εὐτύχη Μπιτσάκη: Ἡ Φυσικὴ στὴ Διαλεκτικὴ Φιλοσοφία, ἔκδ. Σύγχρονη Ἐποχή, Ἀθήνα, 1984.

6. Κώστα Πολίτη, (Ε. Μπιτσάκης): Φυσικὴ καὶ Φιλοσοφία, ἔκδ. Τομή, Ἀθήνα, 1965.

7. Βέρνερ Χάιζενμπεργκ: Φυσικὴ καὶ Φιλοσοφία, μετάφρ. Κ. Κωνσταντίνου, ἔκδ. Διογένης, Ἀθήνα, 1971.

8. Βέρνερ Χάιζενμπεργκ: Σκέψεις γιὰ τὴν ἐξέλιξη τῶν ἰδεῶν στὴ φυσική, μετάφρ. Θ. Γραμμένος, ἔκδ. Π. Τραυλοῦ Ε. Κωσταράκη.

9. Βέρνερ Χάϊζενμπεργκ: Συναντήσεις μὲ τὸν Ἀϊνστάιν, μετάφρ. Ε. Γ. Βιτωράτου καὶ Μ. Πετράκη, ἔκδ. Κάτοπτρο.

10. Ἰερόθεου, Μητροπ. Ναυπάκτου: Μεταξὺ δύο αἰώνων, ἔκδ. Ἱ. Μονῆς Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας).

11. Παναγιώτη Κανελλόπουλου: Ἱστορία τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πνεύματος, μέρος πρῶτο, τεῦχος β, Ἀθήνα 1966, μέρος τρίτο, τεῦχος β, Ἀθήνα 1970.

12. Πάπυρος-Larousse-Brittanica(ἐγκυκλ.): Τὰ λήμματα: Ἀριστοτέλης, Γαλιλαῖος, Νεύτωνας.

Σημείωση: Τὸ παρὸν ἄρθρο δημοσιεύτηκε καὶ στὸ «Φυσικὸ κόσμο» (τεῦχος 8, 2002) μὲ τὸν τίτλο «Ἀπὸ τὸν Ἀριστοτέλη στὸ Νεύτωνα» ὡς πρῶτο μέρος μεγαλύτερου ἄρθρου.