Ὑπαρξισμός


Ὁ Ὑπαρξισμὸς εἶναι ἕνα φιλοσοφικὸ κίνημα, ποὺ γενικῶς λογίζεται ὡς μελέτη, ποὺ ἐπιδιώκει νόημα στὴν ὕπαρξη καὶ ἀναζητᾷ τὶς ἀξίες γιὰ τὸ ὑπαρκτὸ ἄτομο. Ὁ Ὑπαρξισμός, ἐν ἀντιθέσει μὲ ἄλλα φιλοσοφικὰ πεδία, δὲν συμπεριφέρεται στὸ ἄτομο ὡς ἔννοια, ἀλλ᾿ ἀποδίδει μεγαλύτερη ἀξία στὴν ἐξατομικευμένη ὑποκειμενικότητα ἀπὸ τὴν ἀντικειμενικότητα. Ὡς ἀποτέλεσμα, ἐρωτήματα ἀφορῶντα στὸ νόημα τῆς ζωῆς καὶ τὴν ὑποκειμενικὴ ἐμπειρία θεωροῦνται ὑψίστης σημασίας, ὑπεράνω ἄλλων ἐπιστημονικῶν καὶ φιλοσοφικῶν ἐπιδιώξεων. Ὁ Ὑπαρξισμὸς συχνὰ σχετίζεται μὲ τὸ ἄγχος, τὸν τρόμο, τὴν ἐπίγνωση τοῦ θανάτου καὶ τὴν ἐλευθερία. Στοὺς διάσημους ὑπαρξιστὲς συγκαταλέγονται οἱ Σάρτρ, Νίτσε, Κίρκεγκαρντ, Καμοὺς καὶ Χάιντεγγερ.

Ὁ Ὑπαρξισμὸς προσδίδει ἔμφαση στὴν δράση, τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ἀποφασιστικότητα, ὡς θεμελιώδη στὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ἀντιτίθεται δὲ καθέτως στὴν αἰτιοκρατικὴ παράδοση καὶ τὸν θετικισμό· ἐπιχειρηματολογεῖ ἐναντίον τοῦ ὁρισμοῦ τῶν ἀνθρωπίνων ὄντων, εἴτε ὡς πρωταρχικῶς αἰτιοκρατικῶν, γνωστικῶν ὄντων ποὺ σχετίζονται μὲ τὴν πραγματικότητα πρωτίστως ὡς ἕνα γνωστικὸ ἀντικείμενο, ἢ γιὰ ἐκείνους τῶν ὁποίων ἡ δράση μπορεῖ ἢ ὀφείλει νὰ κανονίζεται ἀπὸ αἰτιακὲς ἀρχές, καὶ εἴτε ὡς ὄντα ποὺ μποροῦν νὰ καθορισθοῦν μὲ συμπεριφορικοὺς ὅρους, ὅπως φαίνονται ἢ μελετῶνται ἀπὸ ἄλλους. Γενικότερα, ἀπορρίπτονται ὅλοι οἱ Δυτικοὶ αἰτιοκρατικοὶ ὁρισμοὶ τοῦ ὄντος ὅσον ἀφορᾷ σὲ λογικὲς ἀρχὲς ἢ οὐσίες ἢ ὡς τὸ γενικότερο χαρακτηριστικὸ ποὺ διαμοιράζονται ὅλες οἱ ὑπάρξεις. Ὁ Ὑπαρξισμὸς τείνει νὰ θεωρεῖ τὰ ἀνθρώπινα ὄντα ὡς ὑποκείμενα σὲ ἕνα οὐδέτερο, ἀντικειμενικό, συχνὰ διφορούμενο καὶ «ἄτοπο» σύμπαν, ὅπου τὸ νόημα δὲν παρέχεται ἀπὸ τὴν φυσιοκρατία, ἀλλὰ μᾶλλον μπορεῖ νὰ δημιουργηθεῖ, ὁπωσδήποτε προσωρινῶς καὶ ἀσταθῶς, μέσω τῶν ἐξατομικευμένων δράσεων καὶ ἑρμηνειῶν.

Μολονότι ὑπάρχουν συγκεκριμένες κοινὲς τάσεις μεταξὺ τῶν ὑπαρξιστῶν στοχαστῶν, ὑπάρχουν μεταξύ τους μείζονες διαφορὲς καὶ διαφωνίες· ὅπως τὸ ὅτι ὅλοι τους δὲν υἱοθετοῦν ἢ δὲν δέχονται τὴν ἐγκυρότητα τοῦ ὅρου «ὑπαρξισμός». Στὴ Γερμανική, χρησιμοποιεῖται ἐπίσης ἡ ἔκφραση Existenzphilosophie (φιλοσοφία τῆς ὑπάρξεως).