Αθήνα - Ελλάδα - Ευρώπη - Γη
Μία μικρή εγκυκλοπαίδεια


Αθήνα

(ΕΓ. - Α.Ε.Ι. - Β.Ε.Ι. - Ν.Ε.Ι.). Πόλη της αρχαίας Ελλάδας, που αναδείχτηκε κέντρο πνευματικής και καλλιτεχνικής ζωής και που η φήμη της και η επίδρασή της ξεπέρασε τα στενά ελληνικά όρια. Έτσι έγινε μέσα στους αιώνες και για ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο της ανθρωπότητας σύμβολο πολιτισμού. Αυτήν έχει για αφετηρία η σύγχρονη σκέψη, επιστήμη και καλλιτεχνία. Γιατί σ' αυτήν γεννήθηκαν έζησαν και έδρασαν φωτεινά πνεύματα, όπως ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης. Εδώ δημιουργήθηκαν τα ανεπανάληπτα αρχιτεκτονικά και πλαστικά μνημεία, όπως της Ακρόπολης. Από εδώ ξεπήδησε το θετικό επιστημονικό πνεύμα, η έρευνα, η πατρίδα του τελειότερου πολιτικού συστήματος, της δημοκρατίας, η οποία έφτασε στο ύψιστο σημείο ακμής με τον Περικλή. Καθετί το ωραίο και υψηλό γεννήθηκε στην πόλη αυτή και έλαμψε με το εκτυφλωτικό του φως σ' ολόκληρη την ανθρωπότητα και της έδειξε το δρόμο του πολιτισμού και της προόδου.

Πόσοι και πόσοι δεν εμπνεύστηκαν από το μεγαλείο αυτό της μόνης και ανεπανάληπτης στην ιστορία του κόσμου Αθήνας! Τη θαυμάσια αυτή πόλη πολλοί την αγάπησαν και την τραγούδησαν στα ποιήματά τους με λατρεία αληθινή για τα φυσικά της κάλλη, Έλληνες και ξένοι λογοτέχνες.

Α΄. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

1. Θέση. Η Αθήνα βρίσκεται στην πεδιάδα της Αττικής, προς το ΝΑ άκρο της Στερεάς Ελλάδας, σε απόσταση 12 χλμ. από τη θάλασσα και σε υψόμετρο 110 μ. κατά μέσο όρο. Είναι χτισμένη σε ένα από τα τρία λεκανοπέδια της Αττικής. Η γεωγραφική θέση του λεκανοπεδίου της Αθήνας είναι εξαιρετική. Από τις τρεις πλευρές του το περιβάλλουν χαμηλά βουνά και λοφοσειρές. Τα σπουδαιότερα από αυτά είναι ο Υμητός, η Πεντέλη, η Πάρνηθα και το Αιγάλεω. Στα νότια χαμηλώνει, ώσπου συναντάει τις γραφικές ακτές του Σαρωνικού. Το έδαφος αλλού ομαλό, αλλού απότομο και αλλού ελαφρά ορεινό, παρουσιάζει μια ποικιλία θαυμαστή και κάνει το λεκανοπέδιο όμορφο και γραφικό. Κόμβος συγκοινωνιακός η Αθήνα, αποτελεί αφετηρία τριών μεγάλων δρόμων. Ο πρώτος διαμέσου του Κορινθιακού κόλπου οδηγεί στην Ιταλία και τη λοιπή Ευρώπη. Ο δεύτερος διαμέσου του Αιγαίου πελάγους στην Θράκη, το Βόσπορο και διαμέσου αυτού στη Μαύρη θάλασσα. Και ο τρίτος ανάμεσα από τα Κυκλαδονήσια στη Μ. Ασία και τη Συρία.

2. Λόφοι και ποταμοί. Οι λόφοι που στολίζουν την πόλη και διασπούν χαριτωμένα το λεκανοπέδιό της είναι: τα Τουρκοβούνια (υψομ. 338 μ.), ο Λυκαβητός (277 μ.), της Ακρόπολης (156 μ.), του Φιλοπάππου (147 μ.), της Πνύκας (109 μ.), του Αστεροσκοπείου (104 μ.), ο Αρδητός (133 μ.).

Ποταμούς το λεκανοπέδιο των Αθηνών δεν έχει. Την πόλη διασχίζουν δύο χείμαρροι, ο Ιλισσός, που διαρρέει το ανατολικό της τμήμα, και ο Κηφισός το δυτικό. Ο Ιλισσός πηγάζει από τον Υμητό, περνά μέσα από το δήμο Ζωγράφου και χύνεται στο Φαληρικό όρμο κοντά στις Τζιτζιφιές. Ο Κηφισός σχηματίζεται από ρυάκια της Πάρνηθας και της Πεντέλης, φτάνει στις Τρεις Γέφυρες, εκεί δέχεται και το χείμαρρο Ποδονίφτη, που έρχεται από την κατεύθυνση των Πατησίων, περνά ανάμεσα από τα Σεπόλια, την Κολοκυνθού, τον Ελαιώνα του Αγ. Ιωάννη Ρέντη, το Μοσχάτο και χύνεται κι αυτός στο Φαληρικό όρμο κοντά στα όρια των δήμων Μοσχάτου και Νέου Φαλήρου.

3. Έκταση. Κατά την αρχαιότητα η Αθήνα ήταν χτισμένη γύρω από την Ακρόπολη, όπου κατέφευγαν οι κάτοικοι, όταν οι εχθροί έκαναν επιδρομές εναντίον της. Αργότερα και μέχρι την τουρκοκρατία εξακολουθούσε να είναι μία μικρή σε έκταση πόλη. Αμέσως όμως με την υπογραφή του πρωτοκόλλου της 3ης Φεβρουαρίου 1830, με το οποίο απελευθερώθηκε από τους Τούρκους, άρχισαν να επιστρέφουν οι διασκορπισμένοι Αθηναίοι και η πόλη να επεκτείνεται. Τη μεγαλύτερη όμως έκτασή της την πήρε, όταν με την καταστροφή του 1922 άρχισαν να καταφτάνουν πρόσφυγες από τη Μ. Ασία, την Ανατολική Θράκη και τον Πόντο.

Η Αθήνα εκτείνεται σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος του λεκανοπεδίου της Αττικής, σε μια έκταση 150, περίπου, τ.χλμ. από τις πλαγιές του Υμητού και τα Τουρκοβούνια φτάνει μέχρι το Ηράκλειο (Αττικής) και τον Πειραιά, με τον οποίο σχεδόν ενώθηκε.

4. Πληθυσμός. Ο δήμος Αθηναίων αριθμεί σήμερα περίπου 800 χιλιάδες κατοίκους Το τμήμα όμως περιφέρειας της πρωτεύουσας έχει 3.027.331 και η «μείζων» περιφέρεια Αθήνας 2.551.027 κατ. Απροσδόκητα ραγδαία υπήρξε η αύξηση του πληθυσμού από την απελευθέρωση μέχρι σήμερα, όπως φαίνεται από τον παρακάτω πίνακα:

έτος πληθυσμός
1822 8.645
1836 14.000
1856 30.069
1879 66.834
1896 128.735
1920 292.991
1940 481.225
1961 621.741
1971 867.023
1981 885.737
1991 748.110

Η Αθήνα με τους 34 δήμους και τις 16 κοινότητες που την περιβάλλουν αποτελεί τη λεγόμενη «μείζονα περιφέρεια».

5. Κλίμα. Η Αθήνα, χάρη στο γεωγραφικό πλάτος της (ο 38ος παράλληλος περνά από την περιοχή της) και τη θέση της στο λεκανοπέδιο της Αττικής, ανάμεσα στο Σαρωνικό και το Νότιο Ευβοϊκό κόλπο, προφυλαγμένη από τους ψυχρούς ανέμους, εξαιτίας των περιμετρικών βουνών, έχει εύκρατο και ήπιο κλίμα, με μεγάλη ηλιοφάνεια και μικρό ετήσιο ύψος βροχής.

Βρέχει κυρίως κατά τη χειμερινή περίοδο, της οποίας ψυχρότερος μήνας είναι ο Ιανουάριος, το χιόνι όμως είναι σπάνιο φαινόμενο, καθώς και ο παγετός. Γενικά στα βόρεια προάστια η θερμοκρασία είναι χαμηλότερη από ό,τι στην κυρίως πόλη. Κατά τους θερινούς μήνες η θερμοκρασία είναι αρκετά υψηλή και συνήθως επικρατεί ανομβρία, με εξαίρεση ορισμένες τοπικές καταιγίδες.

Η Αθήνα φημιζόταν για το υγιεινό κλίμα της και την εξαιρετική διαύγεια του ουρανού της, η αλόγιστη όμως επέκταση της αστικής περιοχής, η πυκνή δόμηση, χωρίς ενδιάμεσους χώρους πράσινου, η διάδοση του αυτοκινήτου και η εγκατάσταση πολλών βιομηχανικών μονάδων, προκάλεσαν τη μεγάλη ρύπανση της ατμόσφαιρας, σε βαθμό επικίνδυνο για την υγεία των κατοίκων. Τα καυσαέρια των αυτοκινήτων και των εγκαταστάσεων κεντρικής θέρμανσης, εξαιτίας κυρίως του θείου που περιέχεται στα καύσιμα και μετατρέπεται σε οξύ, προκαλούν επίσης σοβαρές ζημιές στα σπουδαία μνημεία της Αθήνας.

Η κατάσταση χειροτερεύει λόγω των συχνών περιόδων άπνοιας και γίνεται κρίσιμη όταν συμβαίνει και το ατμοσφαιρικό φαινόμενο της θερμοκρασιακής αναστροφής, που εμποδίζει την κατακόρυφη κίνηση των στρωμάτων της ατμόσφαιρας και καθηλώνει τους ρύπους κοντά στο έδαφος. Τότε ιδιαίτερα, με την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας, δημιουργείται το φωτοχημικό φαινόμενο της αιθαλομίχλης, το γνωστό «νέφος», που ταλαιπωρεί τους κατοίκους της πρωτεύουσας.

Β΄. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

1. Δημιουργία και ανάπτυξη της πόλης.

Οι αρχαίοι Αθηναίοι πίστευαν ότι ήταν ντόπιοι και για να αποδείξουν την πίστη τους αυτή έπλασαν τους μύθους του Κέκροπα, του πρώτου τους βασιλιά, τον οποίο παρίσταναν από τη μέση και πάνω άνθρωπο και από τη μέση και κάτω φίδι, και του Εριχθόνιου, που ήταν γιος του Ήφαιστου και της Γης και τον παρίσταναν όπως και τον Κέκροπα. Ο Κέκροπας, σύμφωνα με την ίδια πάντοτε παράδοση, εγκατέστησε τους σκορπισμένους κατοίκους της Αττικής σε δώδεκα πόλεις, τις οποίες ο τελευταίος μυθικός βασιλιάς της Αττικής και σπουδαιότερος από τους ήρωες του αττικού μυθικού κύκλου, Θησέας, διέλυσε και εγκατέστησε τους κατοίκους τους σε μια πόλη, την Αθήνα.

Κατά τη μυθολογία, όταν ιδρύθηκε η πόλη, φιλονίκησαν οι δύο θεοί, για το ποιος θα επικρατήσει σ' αυτήν. Ο Δίας, για να λύσει τη διαφορά τους, πρότεινε να προσφέρει ο καθένας τους από ένα δώρο στην πόλη και όποιος χάριζε το ωραιότερο θα την έπαιρνε στην προστασία του. Στον αγώνα αυτόν όρισαν διαιτητή τον Κέκροπα. Οι θεοί δέχτηκαν την πρόταση. Πρώτος ο Ποσειδώνας χτύπησε με την τρίαινά του το βράχο της Ακρόπολης σ' ένα του σημείο, από όπου ανάβλυσε νερό αλμυρό, αυτό που αργότερα ονομάστηκε «Ερεχθηίς θάλασσα». Με τη σειρά της η Αθηνά φύτεψε πάνω στην Ακρόπολη μια ελιά. Ο Κέκροπας διάλεξε το δώρο της Αθηνάς και οι θεοί του Ολύμπου έδωσαν την έγκρισή τους στην εκλογή. Από τότε η Αθηνά έγινε πολιούχος της μικρής πόλης που χτίστηκε πάνω στην Ακρόπολη και η ελιά που φύτεψε αποτέλεσε το πρώτο αντικείμενο λατρείας. Ο μύθος αυτός που σχετίζεται με την ίδρυση της πόλης και την καθιέρωση της λατρείας της Αθηνάς πάνω στην Ακρόπολη ή καλύτερα του συμβόλου της, δηλ. της ελιάς, φαίνεται ότι εκφράζει ίσως στην πραγματικότητα και την αντίληψη του τότε βασιλιά της για τα πλεονεκτήματα της γεωργίας απέναντι στη ναυτιλία, η οποία δεν είχε αναπτυχθεί ακόμα αρκετά.

2. Προϊστορική εποχή.

Κατά τη νεολιθική εποχή η Ακρόπολη φαίνεται ότι ήταν τελείως ανοχύρωτη ή τειχισμένη με μικρούς τοίχους από πέτρες σε μερικά της σημεία. Δε σώθηκε όμως τίποτε από αυτούς. Ίσως εξαφανίστηκαν κατά τις ανασκαφές που έγιναν στα μεταγενέστερα χρόνια. Βρέθηκαν όμως λίθινα εργαλεία και κομματιασμένα αγγεία, που βεβαιώνουν ότι κατά τη νεολιθική εποχή κατοικούσαν άνθρωποι πάνω στον ιερό βράχο. Κατά τους χρόνους εκείνους και για πολλούς αιώνες αργότερα η Ακρόπολη ήταν η κύρια πόλη της Αθήνας. Μέσα σ' αυτήν κατοικούσαν ο βασιλιάς και πιθανόν και το ιερατείο. Έξω και γύρω από αυτήν ήταν οι κατοικίες των αγροτών και των άλλων πολιτών, οι οποίες αποτέλεσαν το πρώτο «άστυ».

Αργότερα, κατά την εποχή του χαλκού, η οποία συνήθως ονομάζεται μυκηναϊκή, ο βράχος της Ακρόπολης οχυρώθηκε με ισχυρότατο τείχος, πίσω από το οποίο έτρεχαν να φυλαχτούν όσοι κατοικούσαν έξω απ' αυτό, όταν κινδύνευαν από εχθρούς. Το αρχαιότατο αυτό τείχος της Ακρόπολης το ονόμαζαν οι Αθηναίοι «πελασγικόν» ή «πελαργικόν». Αυτού βρέθηκαν λείψανα σε πολλά μέρη, όπως πίσω από τα Προπύλαια, κοντά στον Παρθενώνα, στο Ερέχθειο κα. Είναι κατασκευασμένα από μεγάλες πέτρες σχεδόν απελέκητες και έχουν πάχος 6 μέτρα. Η είσοδος ήταν και τότε στη δυτική πλευρά, γιατί αυτή είναι λιγότερο απότομη και διευκολύνει περισσότερο την ανάβαση.

Το ανάκτορο του βασιλιά ήταν χτισμένο στη θέση που βρίσκεται σήμερα το Ερέχθειο. Ναοί κατά την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν πάνω στην Ακρόπολη παρά μόνο βωμοί, όπως του Ερκείου Διός στην αυλή του ανακτόρου και τα ίχνη του ανταγωνισμού της Αθηνάς και του Ποσειδώνα, δηλ. η ελιά και το σημάδι από την τρίαινα του Ποσειδώνα και ένα πηγάδι με αλμυρό νερό, τα οποία οι Αθηναίοι θεωρούσαν ιερά κειμήλια και αποτέλεσαν πιθανόν την αρχή της λατρείας πάνω στην Ακρόπολη.

Αργότερα η Ακρόπολη διακοσμήθηκε με ναούς μεγαλοπρεπείς και ο ρόλος της περιορίστηκε μόνο στη λατρεία. Τότε και το κέντρο της πόλης μεταφέρθηκε στους βορειοδυτικούς πρόποδες της Ακρόπολης ανάμεσα στους λόφους του Αρείου Πάγου και του Αγοραίου Κολωνού (του λόφου δηλ. πάνω στον οποίο βρίσκεται το Θησείο), στην «Αγορά».

3. Ιστορικοί χρόνοι.

Κατά τους αρχαιότατους χρόνους το πολίτευμα της Αθήνας ήταν βασιλεία. Ο βασιλιάς ήταν αρχηγός κατά τον πόλεμο, ο πρόμαχος στη μάχη, ο δικαστής και ο ιερέας. Γι' αυτό και έπαιρνε το μεγαλύτερο μέρος από τα λάφυρα και τα εκλεκτότερα κομμάτια από τις θυσίες. Κατοικούσε μαζί με τους συμβούλους του στην Ακρόπολη, γύρω από την οποία ήταν εγκαταστημένοι οι άλλοι πολίτες. Ο πρώτος αυτός συνοικισμός ονομάστηκε Κηδαθήναιον. Στην Αγορά και στο Πρυτανείο συνεδρίαζε το δικαστήριο, αργότερα και η Βουλή, την οποία στην αρχή αποτελούσαν οι αρχηγοί των τεσσάρων φυλών και 12 πρυτάνεις από κάθε φυλή. Πώς από την κληρονομική βασιλεία το πολίτευμα των Αθηνών έγινε αριστοκρατία, δεν είναι απόλυτα γνωστό. Το πιο πιθανό είναι ότι οι αριστοκρατικές οικογένειες απέκτησαν με τον καιρό δύναμη και παραμέρισαν το βασιλιά.

Ο μύθος συνδέει την κατάργηση της βασιλείας στην Αθήνα με τον Κόδρο, τον τελευταίο δηλαδή βασιλιά της. Σύμφωνα μ' αυτόν το μύθο ο Κόδρος προκάλεσε το θάνατό του κατά την πολιορκία της Αθήνας από τους Δωριείς, για να εκπληρωθεί ο χρησμός του μαντείου των Δελφών, που έλεγε ότι την πόλη θα την έσωζε ο θάνατος του βασιλιά των Αθηναίων. Έτσι σώθηκε η Αθήνα και οι Αθηναίοι από φόβο μήπως κανείς άλλος βασιλιάς δε θα έφτανε στο ύψος της αυτοθυσίας του Κόδρου, κατάργησαν την κληρονομική βασιλεία, αφού οι Δωριείς έλυσαν την πολιορκία της Αθήνας και έφυγαν από την Αττική.

Οπωσδήποτε όμως η εξασθένηση της βασιλικής εξουσίας άρχισε από τον 9ο αι. π.Χ. (813 π.Χ.). Φαίνεται πως οι διάδοχοι του Κόδρου δεν ονομάζονταν πια βασιλείς, αλλά άρχοντες και εκλέγονταν από τους ευπατρίδες. Αυτό φανερώνει ότι κυβερνούσε η αριστοκρατία, η οποία και κατάργησε τη βασιλεία.

Στην αρχή οι άρχοντες ήταν, όπως και οι βασιλείς, ισόβιοι. Αργότερα όμως κάτω από την πίεση του λαού οι άρχοντες έχασαν το προνόμιο αυτό (752 π.Χ.). Η θητεία τους περιορίστηκε σε 10 χρόνια και μετά σε ένα, για να καταλήξει στην εκλογή των αρχόντων με κλήρο. Έτσι από το 684 είναι γνωστό ότι εκλέγονται εννιά άρχοντες που η εξουσία τους διαρκεί ένα χρόνο. Από αυτούς ο πρώτος και σπουδαιότερος ονομαζόταν «επώνυμος», γιατί έδινε το όνομά του στη χρονιά που κυβερνούσε. Ο δεύτερος ήταν ανώτατος ιερέας του λαού και ονομαζόταν «βασιλιάς» και ο τρίτος «πολέμαρχος», γιατί ήταν αρχηγός στον πόλεμο. Οι άλλοι 6 λέγονταν «θεσμοθέται» και αποτελούσαν τη νομοθετική και δικαστική εξουσία. Όλοι αυτοί εκλέγονταν από τον Άρειο Πάγο και ήταν από τους πιο ευγενείς και πιο πλούσιους Αθηναίους.

Τεράστια σημασία για την εποχή εκείνη είχαν οι «Δρακόντειοι νόμοι». Πρόκειται για τους νόμους που έγραψε ο Δράκων. Στην ιστορία έμειναν ως οι πιο σκληροί και απάνθρωποι νόμοι που γνώρισε ποτέ ο κόσμος. Χαρακτηριστικά έλεγαν ότι ο νομοθέτης δε χρησιμοποίησε μελάνη για να τους γράψει αλλά αίμα. Παρόλα αυτά η νομοθεσία του Δράκοντα ήταν επιεικέστερη από τις άγριες επιταγές του άγραφου δικαίου, που ίσχυε μέχρι τότε και το οποίο εφάρμοζαν με πολλές αυθαιρεσίες οι ευγενείς. Έτσι άνοιξε ο δρόμος προς τη δημοκρατία, γιατί η νέα νομοθεσία έδινε δικαιώματα και στο λαό και έβαζε μία τάξη μέσα στην αναρχία της εποχής εκείνης.

Τα αποτελέσματα όμως δεν ήταν εκείνα που περίμεναν όλοι από την εφαρμογή της νέας νομοθεσίας. Τα χωράφια εξακολουθούσαν να ανήκουν στους λίγους και όσοι δεν μπορούσαν να πληρώσουν τα χρέη τους πουλιούνταν ως δούλοι. Έτσι λίγο καιρό μετά τη δημοσίευση των νόμων του Δράκοντα, άλλος ευγενής, ο Κύλων, θέλησε να πάρει με το μέρος του τους αγρότες, με την υπόσχεση ότι θα αγωνιστεί να τους δοθούν τα χωράφια. Ο Κύλωνας, έχοντας την υποστήριξη των αγροτών, επαναστάτησε και με τους τολμηρούς οπαδούς του κατέλαβε την Ακρόπολη. Εκεί όμως τον πολιόρκησε ο άρχοντας Μεγακλής και μόλις κατόρθωσε ο Κύλωνας να σωθεί φεύγοντας στα Μέγαρα. Το τέλος όμως των οπαδών του ήταν τραγικό. Βέβαιοι ότι κατά τον άγραφο νόμο θα σωθούν, οι οπαδοί αυτοί κάθισαν στους βωμούς ως ικέτες. Ο Μεγακλής όμως δε σεβάστηκε το πατροπαράδοτο έθιμο και έσφαξε αυτούς που ζήτησαν με τον τρόπο αυτό την προστασία των θεών. Το έγκλημα αυτό έμεινε στην ιστορία γνωστό ως «Κυλώνειον άγος». Έτσι άδοξα τελείωσε μία προσπάθεια που είχε ως στόχο την καλυτέρευση της ζωής των φτωχών.

Ο μεγαλύτερος όμως μεταρρυθμιστής της Αθήνας ήταν ο Σόλων που προερχόταν από τους ευγενείς. Ο λαός όμως τον αγαπούσε και τον εκτιμούσε, γιατί υποστήριζε την αγροτική τάξη και ήταν μορφωμένος και πολυταξιδεμένος. Η εκτίμηση του λαού αυξήθηκε για το Σόλωνα, όταν αυτός κατόρθωσε να τιμωρήσει το δημιουργό του Κυλώνειου άγους και ολόκληρη την οικογένειά του (Αλκμαιονίδες) με εξορία.

Ύστερα από αυτό οι Αθηναίοι του ανέθεσαν να γράψει νέους νόμους. Πραγματικά το 594 π.Χ. ο Σόλωνας κατόρθωσε να δώσει στους συμπατριώτες του μία νομοθεσία, που για βασικό της στόχο είχε τη συμφιλίωση των αντιμαχόμενων τάξεων. Οι κυριότερες μεταρρυθμίσεις του ήταν: α) Ο χαρισμός των χρεών. Πρώτη η πολιτεία έδωσε το καλό παράδειγμα με το να χαρίσει τους φόρους που δεν μπορούσαν να πληρώσουν οι πολίτες. β) Διαίρεσε το λαό σε 4 τάξεις (πεντακοσιομέδιμνοι, ιππείς, ζευγίτες, θήτες). Στη διαίρεση αυτή για βάση πήρε τα εισοδήματα που είχε ο κάθε πολίτης από τα χωράφια και όχι την οικογενειακή καταγωγή. γ) Σε όλους τους πολίτες έδωσε το δικαίωμα να συμμετέχουν στην εξουσία της πόλης. Τόσο ευχαρίστησαν τους Αθηναίους οι νόμοι αυτοί, ώστε ονόμασαν το Σόλωνα οργανωτή της πολιτείας και μεγάλο νομοθέτη. Και πραγματικά η αρχή της δημοκρατίας χρονολογείται από τη χρονιά που ο Σόλωνας πήρε το αξίωμα του άρχοντα.

Κάθε άρχοντας από δω και πέρα ήταν υποχρεωμένος να ορκίζεται, όταν έπαιρνε το αξίωμα, ότι δε θα δέχεται δώρα και ότι θα εκτελεί τους νόμους του Σόλωνα. Αλλιώς, εάν δηλαδή παραβεί αυτούς τους νόμους, ήταν υποχρεωμένος να στήνει στους Δελφούς χρυσό άγαλμα που να έχει το βάρος του σώματός του. Εκτός από αυτό ο Σόλωναας κατάργησε τους νόμους του Δράκοντα, εκτός από τους λεγόμενους φονικούς, που τιμωρούσαν δηλαδή τους φονιάδες, μετατρέποντας όμως και τις ποινές αυτών έτσι, ώστε να είναι ελαφρότερες.

Η ηρεμία όμως και η τάξη δε διατηρήθηκαν για πολύ στην Αθήνα. Νέες ταραχές ξέσπασαν, ώσπου ο Πεισίστρατος κατόρθωσε να πάρει στα χέρια του την εξουσία (561 π.Χ.) και να κυβερνήσει την Αθήνα μέχρι το θάνατό του (528), με δύο διακοπές εξορίας. Τόσο καλή ήταν η διοίκηση του Πεισίστρατου και τόση η ευημερία της Αθήνας εκείνη την περίοδο, ώστε, όταν πέθανε αυτός, να γίνουν δεκτοί χωρίς ταραχές ως τύραννοι οι γιοι του (Πεισιστρατίδες) Ιππίας, Ίππαρχος, Ιοφών και Αγησίστρατος, από τους οποίους κυρίως κυβέρνησαν οι δύο πρώτοι. Κατά τα 50 περίπου χρόνια της τυραννίας των Πεισιστρατιδών η Αθήνα γνώρισε μία από τις πιο ένδοξες περιόδους της ζωής της. Η εξουσία των Πεισιστρατιδών τερματίστηκε το 510 π.Χ., οπότε οι τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτονας σκότωσαν τον Ίππαρχο και ο Ιππίας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα. Έτσι αποκαταστάθηκε και πάλι η δημοκρατία στην πόλη.

Ο Κλεισθένης διαδέχτηκε τους Πεισιστρατίδες στην εξουσία και οργάνωσε την πολιτεία πάνω σε νέες βάσεις. Περιόρισε τις αρμοδιότητες του Αρείου Πάγου, πολιτογράφησε τους ξένους που κατοικούσαν στην Αθήνα και απελευθέρωσε μεγάλο αριθμό δούλων. Αύξησε σε 10 τις μέχρι τότε φυλές και σε 500 τους 400 βουλευτές που είχαν έργο τους τη νομοθετική εξουσία.

4. Περσικοί Πόλεμοι.

Η είσοδος του ελληνικού κόσμου στον 5ο αι. π.Χ. αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους σταθμούς της ελληνικής ιστορίας. Χωρίς τον 5ο αι. καμία αξία δε θα είχε. Αυτός δόξασε την Ελλάδα στο πεδίο της μάχης αλλά και του πολιτισμού. Και η Αθήνα που πρωτοστάτησε κατά την εποχή αυτή έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στη δόξα.

Το 499 π.Χ. οι Αθηναίοι μαζί με τους Ερετριείς πήγαν στη Μ. Ασία, για να βοηθήσουν τους Ίωνες αποίκους των παραλίων στην επανάστασή τους εναντίον των Περσών. Η εκστρατεία απέτυχε και η επανάσταση καταπνίγηκε. Ο βασιλιάς όμως των Περσών Δαρείος οργίστηκε για τη βοήθεια που πρόσφεραν οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς στους επαναστάτες και γι' αυτό πήρε την απόφαση να τους εκδικηθεί. Στην αρχή έστειλε το γαμπρό του Μαρδόνιο, για να τους τιμωρήσει. Ο στόλος όμως αυτού καταστράφηκε στη χερσόνησο του Αγίου Όρους από την τρικυμία και η εκστρατεία ματαιώθηκε. Ο Δαρείος όμως ήταν αποφασισμένος να πάρει εκδίκηση. Γι' αυτό το 490 π.Χ. επανέλαβε το εγχείρημα με δύο αυτή τη φορά αρχηγούς, το Δάτη και τον Αρταφέρνη. Αυτοί ανάμεσα από τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου έφτασαν πρώτα στην Εύβοια και κατέστρεψαν την Ερέτρια. Στο Μαραθώνα όμως, όπου αποβιβάστηκαν, τους αντιμετώπισαν οι Αθηναίοι έχοντας τη βοήθεια μόνο 1.000 Πλαταιών. Στον άνισο αυτόν αριθμητικά αγώνα θριάμβευσε η στρατηγική του Μιλτιάδη και δοξάστηκε η ανδρεία των Αθηναίων. Οι Πέρσες νικήθηκαν και ο ελληνικός πολιτισμός σώθηκε.

Οι Αθηναίοι όμως δεν επαναπαύθηκαν στις δάφνες της νίκης. Ακολουθώντας το σχέδιο του Θεμιστοκλή οργάνωσαν έναν πολύ ισχυρό στόλο, γιατί πίστευαν ότι οι Πέρσες δε θα ησύχαζαν, αλλά θα επιχειρούσαν να ξεπλύνουν την ντροπή. Πραγματικά, ο Δαρείος ετοίμαζε τις δυνάμεις του για μια νέα εκστρατεία. Πάνω όμως στις ετοιμασίες αυτές τον βρήκε ο θάνατος και ο γιος του Ξέρξης ανέλαβε να συνεχίσει το πατρικό έργο. Το 480 π.Χ. ο Ξέρξης ήταν έτοιμος. Το εκστρατευτικό του σώμα το αποτελούσε μία δύναμη μοναδική στα χρονικά της εποχής εκείνης: 1.700.000 πεζοί, 80.000 ιππείς, 1.207 πολεμικά πλοία και 3.000 φορτηγά. Επικεφαλής της τρομακτικής αυτής δύναμης ήταν ο ίδιος ο Ξέρξης. Οι Αθηναίοι όμως τώρα δεν είναι πια μόνοι. Μαζί τους βγαίνουν στον πόλεμο και οι Σπαρτιάτες. Η πρώτη επαφή με τον εχθρό έγινε στις Θερμοπύλες, όπου ο βασιλιάς των Σπαρτιατών με 300 πολεμιστές αντιστέκεται και γράφει με την αυτοθυσία του τη λαμπρότερη σελίδα της ελληνικής πολεμικής αρετής.

Ανενόχλητοι μετά οι Πέρσες φτάνουν στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι όμως υπακούοντας στη συμβουλή του Θεμιστοκλή εγκαταλείπουν την πόλη τους. Οι Πέρσες καίνε και πυρπολούν την άδεια Αθήνα. Ύστερα όμως από λίγες μέρες νικούνται ολοκληρωτικά στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και ο Ξέρξης, αφήνοντας πίσω το Μαρδόνιο με 300.000 στρατό, φεύγει με τα υπολείμματα του στόλου του πανικόβλητος για την Περσία.

5. Ο «Χρυσός αιώνας» της Αθήνας.

Η ηγεμονία της Αθήνας στους συμμάχους της ωφέλησε οικονομικά τους Αθηναίους. Γιατί οι σύμμαχοι με τον καιρό, αντί να δίνουν πλοία και στρατό για τον αγώνα εναντίον των Περσών, άρχισαν να δίνουν χρήματα, για να συνεχίσουν μόνοι τους οι Αθηναίοι τον αγώνα. Μ' αυτά τα χρήματα δημιουργήθηκε ο πανίσχυρος αθηναϊκός στόλος και οι σύμμαχοι χωρίς να το καταλάβουν υποδουλώθηκαν οικονομικά, στρατιωτικά και πολιτικά στους Αθηναίους. Με τον καιρό το κοινό συμμαχικό ταμείο μεταφέρθηκε από τη Δήλο στην Αθήνα και τα χρήματα άρχισαν να χρησιμοποιούνται, όχι για πολεμικούς σκοπούς πλέον, αλλά για να χτίζονται λαμπρά και πολυτελή καλλιτεχνήματα, παρά τη δυσφορία των συμμάχων και τη ζηλοτυπία των Σπαρτιατών. Τόση είναι η ακμή και η λαμπρότητα της Αθήνας μετά τους Περσικούς πολέμους, ώστε ο 5ος αι. π.Χ. ονομάστηκε «Χρυσός αιώνας της Αθήνας». Με την ακμή αυτή συνδέεται στενά το όνομα του μεγάλου πολιτικού Περικλή. Άνδρας δυνατός και προικισμένος με σπάνια ψυχικά και πνευματικά χαρίσματα ο Περικλής, έκανε την Αθήνα πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο της Ελλάδας.

Εδώ συγκεντρώνονται τώρα οι σπουδαιότεροι ποιητές, φιλόσοφοι και καλλιτέχνες της εποχής και δημιουργούν τα αθάνατα αριστουργήματα της κλασικής Ελλάδας. Τώρα χτίζεται ο Παρθενώνας, τα Προπύλαια και το Ερέχθειο πάνω στην Ακρόπολη. Διαπρέπουν οι αρχιτέκτονες Ικτίνος, Καλλικράτης και Μνησικλής. Και ο Φειδίας κοσμεί τους ναούς με τα αθάνατα γλυπτά του, σπουδαιότερο από τα οποία είναι το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς. Και ενώ αυτά γίνονται στην κορυφή της Ακρόπολης, στους πρόποδες, στο θέατρο του Διονύσου, οι μεγάλοι τραγικοί διδάσκουν τα δραματικά τους έργα. Γι' αυτό έχει απόλυτο δίκιο ο Περικλής όταν περήφανος για τη δόξα της πατρίδας του λέει ότι η Αθήνα έγινε "Σχολείο της Ελλάδας».

6. Πελοποννησιακός πόλεμος.

Οι σύμμαχοι όμως των Αθηναίων δεν έβλεπαν με καθόλου καλό μάτι όλα αυτά τα πράγματα. Και δεν άργησαν να εκδηλώσουν την αντίδρασή τους στην πολιτική και οικονομική εκμετάλλευσή τους. Τότε βρήκαν την ευκαιρία και οι Σπαρτιάτες να επέμβουν και δεν άργησαν τα μικρά τοπικά κινήματα να εξελιχτούν σε μια πανελλήνια σύρραξη, που είναι στην ιστορία γνωστή με το όνομα «Πελοποννησιακός πόλεμος» και που κράτησε 27 ολόκληρα χρόνια (431 - 404 π.Χ.). Ο πόλεμος αυτός προκάλεσε πολλές συμφορές στον ελληνισμό. Πόλεις καταστράφηκαν, χιλιάδες στρατιώτες σκοτώθηκαν και λοιμοί αποδεκάτισαν τους πληθυσμούς. Μα πάνω απ' όλα σταμάτησε τον πολιτισμό. Η Αθήνα νικήθηκε και καταστράφηκε. Έτσι έσβησε για πάντα η εστία του κλασικού πολιτισμού και δεν ξανάνθισε το ελληνικό πνεύμα ούτε εδώ ούτε σε άλλο χώρο.

Από εδώ κι εμπρός τίποτε δε σταματά την πολιτική κατάπτωση της Αθήνας. Μία αναλαμπή παρουσιάζεται κατά τη δεκαετία 370 - 360 π.Χ., οπότε η Αθήνα παίρνει για δεύτερη φορά στα χέρια της την ηγεμονία της Ελλάδας. Δεν μπορεί όμως πια να παίξει το ρόλο που διαδραμάτισε κατά τον 5ο αι. Εξάλλου στην πολιτική κονίστρα κάνει τώρα την εμφάνισή της μία νέα δύναμη: οι Μακεδόνες.

7. Οι Μακεδόνες και οι Αθηναίοι.

Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος, άνδρας με ισχυρή θέληση και φιλόδοξα σχέδια, οραματίζεται μία ενωμένη Ελλάδα, επικεφαλής της οποίας θα βαδίσει εναντίον των Περσών. Στην Αθήνα σχηματίζονται δύο κόμματα: το φιλομακεδονικό με αρχηγούς τον Αισχίνη, τον Ισοκράτη και το Φωκίωνα, και το αντιμακεδονικό με αρχηγό το Δημοσθένη. Παρά τη λυσσαλέα αντίσταση του αντιμακεδονικού κόμματος ο Φίλιππος τελικά υπέταξε την Αθήνα. Το 336 π.Χ. όμως, όταν δολοφονήθηκε ο Φίλιππος, οι Αθηναίοι επαναστάτησαν με σκοπό να αποτινάξουν το μακεδονικό ζυγό. Ο νεαρός όμως διάδοχος του μακεδονικού θρόνου, ο θρυλικός Μέγας Αλέξανδρος, με την ορμητική του εμφάνιση έσβησε τα όνειρα των αντιμακεδόνων. Στο συνέδριο της Κορίνθου αποφασίζεται η εκστρατεία εναντίον των Περσών και ο Αλέξανδρος ανακηρύσσεται αρχηγός αυτής. Έτσι η Αθήνα όχι μόνο ξαναμπαίνει κάτω από το ζυγό των Μακεδόνων, αλλά και υποχρεώνεται να τους ακολουθήσει στην εκστρατεία. Οι αντιθέσεις όμως των δύο κομμάτων μέσα στην Αθήνα δεν έπαψαν ποτέ, ούτε και μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου. Έτσι στην εξουσία ανεβαίνει πότε το ένα και πότε το άλλο κόμμα και η πόλη βρίσκεται σε πολιτική αναστάτωση.

Κατά την περίοδο αυτή, όπως και κατά την περίοδο των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου, η Αθήνα εξακολούθησε να έχει αξιόλογη πνευματική κίνηση. Εδώ συγκεντρώνονται ποιητές, συγγραφείς και καλλιτέχνες από όλη την Ελλάδα. Αλλά και Αθηναίοι διαπρέπουν σ' όλες τις πνευματικές εκδηλώσεις: ο Ξενοφών στην Ιστορία, ο Αισχίνης, ο Ισοκράτης, ο Υπερείδης και, ιδίως, ο Δημοσθένης στη ρητορεία, ο Πλάτωνας στη φιλοσοφία κ.ά. Περίφημη υπήρξε η φιλοσοφική σχολή του Πλάτωνα, η γνωστή Ακαδημία, όπως και η Περιπατική Σχολή του Σταγειρίτη φιλόσοφου Αριστοτέλη, ο οποίος ήρθε από τη Μακεδονία και κατάκτησε την Αθήνα με το πνεύμα του, όπως ο μαθητής του Μ. Αλέξανδρος με τα όπλα και την ισχύ.

8. Υποταγή της Αθήνας στους Ρωμαίους (146 π.Χ. - 330 μ.Χ.).

Το 146 π.Χ. η Αθήνα μαζί με την υπόλοιπη Ελλάδα κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους. Οι κατακτητές δείχνουν σεβασμό στα ιερά της Αθήνας και δίνουν κάποια αυτονομία στην πόλη. Έτσι, ενώ η υπόλοιπη Ελλάδα πέφτει σε παρακμή, η Αθήνα γνωρίζει περίοδο ευημερίας και ακμής. Το 87 π.Χ. η Αθήνα επαναστατεί εναντίον της Ρώμης για να αποκτήσει την ελευθερία της. Τότε έρχεται εναντίον της ο Ρωμαίος στρατηγός Σύλλας και ύστερα από μακρόχρονη πολιορκία μπαίνει με έφοδο στην πόλη. Ακολουθεί ολοκληρωτική σχεδόν καταστροφή της Αθήνας και λεηλασία της Ακρόπολης. Από τότε η Αθήνα χάνει κάθε αυτονομία και ελευθερία. Ακμή γνωρίζει η Αθήνα μόνο κατά την εποχή του Αδριανού (117 - 138 μ.Χ.). Τρεις φορές επισκέφτηκε την πόλη ο Ρωμαίος αυτός αυτοκράτορας, γιατί θαύμαζε τον κλασικό πολιτισμό της. Τα φιλικά του αισθήματα για τη λαμπρή πόλη της Αθήνας τα έδειξε με τα πολλά έργα που φρόντισε να γίνουν σ' αυτήν. Ίδρυσε σχολεία και οικοδόμησε πολλά δημόσια κτίρια. Αποπεράτωσε το ναό του Ολυμπίου Δία, του οποίου η οικοδόμηση κράτησε, με ορισμένα διαλείμματα, έξι ολόκληρους αιώνες. Κατασκεύασε υδραγωγείο και έχτισε βιβλιοθήκη. Έχτισε ακόμα την ανατολική πύλη της πόλης κοντά στο ναό του Ολυμπίου Δία, η οποία σώζεται ακόμα και θυμίζει τον ευεργέτη της Αθήνας, την περίφημη Πύλη του Αδριανού. Στα χρόνια του Αδριανού έζησε στην Αθήνα ένας πλούσιος Αθηναίος, ο Ηρώδης ο Αττικός, που αναδείχτηκε μεγάλος ευεργέτης της πόλης χτίζοντας δημόσια ιδρύματα, το Παναθηναϊκό στάδιο και το Ωδείο στους πρόποδες της Ακρόπολης. Πνευματική ακμή γνώρισε η Αθήνα στα χρόνια των Αντωνίνων (130 - 180 μ.Χ.). Η Αθήνα έγινε το πνευματικό κέντρο του τότε γνωστού κόσμου και ήταν περίφημη για το πανεπιστήμιό της. Τον 3ο αι. μ.Χ. οι Γότθοι, που από τα βόρεια σύνορα μπήκαν στο Ρωμαϊκό κράτος, έφτασαν μέχρι την Αθήνα. Το 268 μ.Χ. αποβιβάστηκαν ξαφνικά στον Πειραιά. Οι Αθηναίοι όμως δε χάνουν την ψυχραιμία τους. Ο ιστορικός συγγραφέας Δέξιππος τους ενθαρρύνει και τους ενθουσιάζει με τους λόγους του και οι Αθηναίοι νικούν στην Κηφισιά τους βάρβαρους επιδρομείς.

9. Η Αθήνα κατά τους βυζαντινούς χρόνους.

Οι χριστιανοί της Αθήνας που διώχτηκαν κατά την περίοδο της ρωμαιοκρατίας και ανέδειξαν μάρτυρες, όπως το Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη (93 μ.Χ.), τον Πέτρο, τον Παύλο, ανακουφίστηκαν πολύ κατά τον 4ο αι. μ.Χ. με τα μέτρα που πήρε υπέρ της νέας θρησκείας ο Μ. Κωνσταντίνος. Οι χριστιανοί είναι ελεύθεροι τώρα να πιστεύουν τις ιδέες τους, να χτίζουν εκκλησίες και να διακηρύσσουν την πίστη τους. Κατά την εποχή του Κωνσταντίνου επίσης αναζωογονείται η πνευματική Αθήνα. Στις φιλοσοφικές σχολές της σπουδάζουν οι τρεις Ιεράρχες, καθώς και ο φανατικός λάτρης της αρχαιότητας Ιουλιανός ο Παραβάτης. Κέντρο των γραμμάτων και των επιστημών είναι η Πλατωνική Ακαδημία. Όταν όμως ο Κωνσταντίνος μετέφερε την πρωτεύουσά του από τη Ρώμη στο Βυζάντιο, μεταφέρεται εκεί και το πνευματικό κέντρο του κράτους. Η Αθήνα πέφτει σε μαρασμό και εκμηδενίζεται από το βυζαντινό μεγαλείο.

Το 395 μ.Χ. ο βασιλιάς των Γότθων Αλάριχος πολιόρκησε την Αθήνα. Γρήγορα όμως έλυσε την πολιορκία, γιατί, σύμφωνα με την παράδοση, ο αρχηγός των βαρβάρων είδε την Αθηνά και τον Αχιλλέα με πολεμική στολή πάνω στα τείχη και αποφάσισε να συνθηκολογήσει. Έτσι γλίτωσε για μία ακόμα φορά η Αθήνα από τη σφαγή και τη λεηλασία, με την οποία την απείλησαν οι Γότθοι.

Κατά τους χρόνους του Μεγάλου Θεοδοσίου διώχτηκαν οι ειδωλολάτρες της Αθήνας, γιατί και μετά τη διάδοση του χριστιανισμού οι Αθηναίοι στην πλειονότητά τους εξακολουθούσαν να είναι προσηλωμένοι στα είδωλα. Ο Μέγας Θεοδόσιος απαγόρευσε τις θυσίες, έκλεισε τα μαντεία, κατάργησε τους Ολυμπιακούς αγώνες κλπ. Οι διάδοχοί του προχώρησαν ακόμα περισσότερο. Αφαίρεσαν τα αγάλματα και την άλλη ειδωλολατρική διακόσμηση από τους εθνικούς ναούς και τους μετέτρεψαν σε χριστιανικές εκκλησίες. Οι φιλοσοφικές σχολές παρόλα αυτά εξακολουθούν να λειτουργούν και να δίνουν στην Αθήνα ένα μέρος από την παλιά της αίγλη. Ώσπου το 529 έκλεισαν και αυτές από τον αυτοκράτορα Ιουστιανιανό τον Α΄. Αυτό ήταν και το τελειωτικό χτύπημα. Η εστία του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, που ακτινοβόλησε για 900 ολόκληρα χρόνια, έσβησε. Η Αθήνα όμως δεν έπαψε ποτέ να γοητεύει τη σκέψη των ανθρώπων. Σ' αυτήν ξαναγυρνούσαν όσοι ήθελαν να λουστούν στα νάματα της αρχαιότητας και τη μνημόνευαν συχνά στα έργα τους οι συγγραφείς. Τα σπουδαιότερα γεγονότα που έζησε η Αθήνα μέχρι τη φραγκοκρατία είναι: Τον 6ο και 7ο αι. οι Σλάβοι κάνουν επιδρομές στην Αυτοκρατορία και φτάνουν μέχρι την Αθήνα. Ο αυτοκράτορας Λέων ο Δ΄ παντρεύεται την Ειρήνη την Αθηναία και αργότερα ο Σταυράκιος την επίσης Αθηναία Θεοφανώ. Το 727 οι Αθηναίοι επαναστάτησαν μαζί με άλλες πόλεις της κυρίως Ελλάδας κατά του εικονομάχου αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄ του Ισαύρου. Η εξέγερση όμως απέτυχε και η πόλη αποσπάστηκε από τον πάπα της Ρώμης και προσαρτήθηκε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το 1018 ο Βασίλειος ο Β΄ ο Βουλγαροκτόνος, αφού νίκησε τον τσάρο των Βουλγάρων Σαμουήλ και διέλυσε το κράτος του, κατέβηκε στην Αθήνα και στον Παρθενώνα, που είχε μεταβληθεί σε χριστιανική εκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία την Αθηνιώτισσα. Από τον 11ο αι. αρχίζουν να αναπτύσσονται κάπως τα γράμματα και οι τέχνες και η πόλη γίνεται έδρα μητρόπολης. Το 12ο αι., όταν μητροπολίτης ήταν ο Μιχαήλ Ακομινάτος, ο άρχοντας της Κορίνθου Λέων Σγουρός προσπάθησε να καταλάβει την Αθήνα. Οι Αθηναίοι όμως αντιστάθηκαν και έσωσαν την πόλη τους. Δεν κατόρθωσαν όμως να κάνουν το ίδιο και όταν οι Φράγκοι της Δ΄' Σταυροφορίας επιτέθηκαν στην Αθήνα.

10. Η Αθήνα στη φραγκοκρατία.

Το 1205 ο Βονιφάτιος παραχωρεί την Αθήνα μαζί με ολόκληρη την Αττική στον ιππότη της Βουργουνδίας Όθωνα Δελαρός. Η δυναστεία αυτού κυβερνά την Αθήνα μέχρι το 1308. Ένας άλλος ιππότης κυβερνά την Αθήνα από το 1308 μέχρι το 1311. Αυτόν τον διαδέχονται οι Καταλανοί μέχρι τα 1387 και ακολουθούν οι Φλωρεντίνοι Ατζαγιόλι μέχρι το 1456. Η φραγκοκρατία παραχωρεί τη θέση της στην τουρκοκρατία, όταν το 1456 οι Τούρκοι με αρχηγό τους τον Ομάρ κυρίευσαν την Αθήνα.

11. Η Αθήνα στην τουρκοκρατία.

Ο σουλτάνος των μωαμεθανών Μωάμεθ ο Β΄ φέρθηκε καλά στους Αθηναίους και τους παραχώρησε μάλιστα αρκετά προνόμια. Το 1458 μάλιστα τίμησε την πόλη με την επίσκεψή του. Το 1466 η Αθήνα καταλήφτηκε και λεηλατήθηκε από το στόλο των Βενετσιάνων, που με αρχηγό τους το Βίκτορα Καπέλο αποβιβάστηκε στον Πειραιά. Ο Καπέλο έφυγε παίρνοντας μαζί του πολλά λάφυρα από την πόλη. Μεγάλη καταστροφή έπαθαν τα μνημεία της Αθήνας το Σεπτέμβριο του 1687, όταν οι Βενετσιάνοι με αρχηγό τους το Μοροζίνη μπαίνουν στην Αθήνα. Οι κάτοικοι, με πρόσκληση των οποίων ήρθαν, τους υποδέχτηκαν ως ελευθερωτές, ενώ οι Τούρκοι κλείστηκαν στην Ακρόπολη, κατά την πολιορκία της οποίας ένα βλήμα πυροβόλου έπεσε στον Παρθενώνα που ήταν αποθήκη πυρομαχικών των Τούρκων και ένα μέρος του ναού ανατινάχτηκε. Η αντίσταση των Τούρκων κράτησε 15 μέρες. Μετά συνθηκολόγησαν και έφυγαν από την πόλη. Η Αθήνα έμεινε κάτω από την εξουσία των Βενετσιάνων μέχρι το 1668. Μετά ξανάρχονται οι Τούρκοι και πυρπολούν την άδεια σχεδόν πόλη. Οι Αθηναίοι, επειδή έτρεμαν την εκδίκηση των Τούρκων, είχαν ακολουθήσει το Μοροζίνη στη φυγή του. Μόνο από το 1699 και ύστερα από ειδική άδεια της τουρκικής κυβέρνησης άρχισαν να επιστρέφουν δειλά - δειλά μερικοί Αθηναίοι στην πόλη τους. Από τότε πάντως η πόλη δεν μπόρεσε να ορθοποδίσει. Για κάμποσα χρόνια παρέμεινε μία ασήμαντη τουρκοκρατούμενη πόλη.

Η αναζωογόνηση της Αθήνας άρχισε με αργό ρυθμό στις αρχές του 18ου αι. Τότε αριθμούσε 8.000 κατοίκους, οι οποίοι όμως υπέφεραν από τις φορολογικές αδικίες και την απληστία που χαρακτήριζε τους βοεβόδες (ιδιοκτήτες). Μάλιστα σημειώθηκε και μία επανάσταση στα 1754, στην οποία πήραν μέρος όλοι οι κάτοικοι, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, αλλά τελικά καταπνίγηκε στο αίμα από το βοεβόδα Χατζή Αλή Χασεκή. Οι Αθηναίοι υπέφεραν πολύ από τη σκληρότητα του Χασεκή, είδαν όμως και την εκτέλεση σπουδαίων έργων στις μέρες του. Τότε περιτειχίστηκε η Αθήνα για προστασία από τους Τουρκαλβανούς, χτίστηκαν πολλά κτίρια κ.ά. Η πνευματική ζωή στην Αθήνα με μικρές διακοπές συνεχίστηκε σ' ολόκληρη την τουρκοκρατία. Από εδώ κατάγονται οι δύο λόγιοι Ιωάννης και Δημήτριος Χαλκοκονδύλης, που έδρασαν στα πρώτα χρόνια της τουρκικής κατοχής. Το 17ο αι. παρουσιάζονται ο Θεόφιλος Κορυδαλλέας, ιδρυτής φιλοσοφικής σχολής, ο Άγγελος Βενιζέλος και τα παιδιά του Δημήτριος και Ιωάννης. Έρχονται όμως Έλληνες και από άλλα μέρη της χώρας και συμβάλλουν στην πνευματική της ανάπτυξη, όπως ο Επιφάνιος από τα Γιάννενα, που ίδρυσε στην Αθήνα το πρώτο συστηματικό σχολείο. Στο εκπαιδευτήριο αυτό δίδαξαν πολλοί και ονομαστοί εκπαιδευτικοί, όπως οι Βενιζέλοι, ο μητροπολίτης της Αθήνας Άνθιμος, ο Αργυρός Μπερναρδής, ο μοναχός Στεφανάκης κ.ά. Εκπαιδευτήριο ίδρυσε (1720) επίσης ο ιερομόναχος Γρηγόριος Σωτηριανός, όπου μεταξύ άλλων δίδαξαν ο Βησαρίωνας Ρούφος, ο Θεοφάνης Καβαλλάρης κ.ά. Στα μέσα του 17ου αι. ιδρύθηκε η Σχολή του Ιωάννη Ντέκα. Αλλά σε πνευματικές εστίες μετατρέπονται και πολλά από τα μοναστήρια που βρίσκονται γύρω από την πόλη.

12. Η Αθήνα στην επανάσταση του 1821.

Στις 25 Απριλίου 1821 κηρύχτηκε στην Αθήνα η επανάσταση και οι Τούρκοι πολιορκήθηκαν στην Ακρόπολη. Οι πολιορκημένοι ζήτησαν τη βοήθεια του Ομέρ Βρυώνη από τη Βοιωτία, που ήρθε στις 25 Ιουλίου και έλυσε την πολιορκία. Τότε οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να φύγουν στα νησιά του Σαρωνικού και να αφήσουν την πόλη τους στη διάκριση και τη μανία του κατακτητή. Από την εξορία τους γύρισαν οι Αθηναίοι το Νοέμβριο. Τέλος στις 10 Ιουνίου 1822 ύστερα από νέα πολιορκία οι Τούρκοι παραδίνουν την Ακρόπολη στους Έλληνες. Πρώτος φρούραρχός της διορίζεται ο Σπ. Κτενάς. Αυτόν διαδέχεται ο Ν. Σαρρής, το Σαρρή ο Οδυσσέας Ανδρούτσος (21 Αυγούστου 1822) και αυτόν ο Γκούρας, αφού τον σκότωσε ρίχνοντάς τον από την Ακρόπολη. Κατά την ίδια όμως περίοδο αντιμετωπίζουν οι Έλληνες εισβολή στην Αττική (1824). Ο Γκούρας κατορθώνει να νικήσει τους Τούρκους του Ομέρ Μπέη και να σώσει την Αθήνα από μία νέα καταστροφή. Μετά τη σωτηρία τους οι Αθηναίοι αφοσιώνονται σε έργα ειρηνικά. Ανοίγουν και πάλι τα σχολεία, γίνεται ανασύσταση της «Φιλομούσου Εταιρείας», αρχίζει η έκδοση της «Εφημερίδος των Αθηνών», τα μοναστήρια της Πεντέλης, του Βρανά, των Ασωμάτων και της Καισαριανής γίνονται αξιόλογες πνευματικές εστίες.

Τον Ιούνιο του 1826 ο Κιουταχής και ο Ομέρ Μπέης ορμούν στην Αττική με 10.000 άνδρες και αξιόλογη ιππική δύναμη. Ο Γκούρας κλείνεται στην Ακρόπολη. Κοντά του είναι και ο Μακρυγιάννης. Οι επιτυχίες των 1.400 πολιορκουμένων και η θαρραλέα ανάβαση του Φαβιέρου στην Ακρόπολη (30 Νοεμβρίου 1826) δεν μπόρεσαν να αλλάξουν την πορεία των πραγμάτων. Η Ακρόπολη εγκαταλείφτηκε ύστερα από συνθήκη (24 Μαΐου 1827) και οι Αθηναίοι πήραν για μία ακόμα φορά το δρόμο της εξορίας. Κατά το διάστημα της πολιορκίας σκοτώθηκε ο αρχηγός της φρουράς Γκούρας (30 Σεπτεμβρίου 1826) και καταστράφηκε η στέγη του Ερέχθειου (12 Ιανουαρίου 1827). Η Ακρόπολη μένει κάτω από την τουρκική κατοχή και μετά τη συνθήκη της 24ης Σεπτεμβρίου 1829. Η φρουρά αναχωρεί τελικά μόνο στις 31 Μαρτίου 1833 και η Αθήνα απαλλάσσεται και από τα τελευταία ίχνη του Τούρκου κατακτητή.

13. Η Αθήνα πρωτεύουσα του νέου κράτους.

Το 1834 με διάταγμα της αντιβασιλείας του Όθωνα η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του νέου Ελληνικού κράτους. Μέχρι εκείνη την ώρα η κυβέρνηση είχε για έδρα της το Ναύπλιο. Όταν στις 10 Δεκεμβρίου 1834 ήρθε και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα ο Όθωνας και η κυβέρνησή του, η πόλη είχε μόλις 10.000 κατοίκους. Από τότε όμως αρχίζει να αναπτύσσεται ραγδαία και σύντομα γίνεται το μεγαλύτερο κέντρο της Ελλάδας με τη μεγαλύτερη έκταση και τον περισσότερο πληθυσμό. Το πρώτο σχέδιο της νέας πόλης οφείλεται στους αρχιτέκτονες Σταμάτη Κλεάνθη και Εδουάρδο Σάουμπερτ. Οι ίδιοι αρχιτέκτονες έκαναν και την πρώτη ονοματοθεσία των δρόμων της. Από εδώ και στο εξής τα μεγαλύτερα και σπουδαιότερα γεγονότα του Ελληνικού κράτους διαδραματίζονται στην Αθήνα ή έχουν την αφετηρία τους εκεί. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1843 επαναστάτησε ο λαός της Αθήνας μαζί με το στρατό που βρισκόταν σ' αυτήν και ο Όθωνας αναγκάστηκε να παραχωρήσει το Σύνταγμα και να απομακρύνει τα βαυαρικά στρατεύματα. Το Πάσχα του 1847 δημιουργήθηκε το περίφημο επεισόδιο Πατσίφικο, που η αγγλική διπλωματία το χρησιμοποίησε ως αφορμή για το ναυτικό αποκλεισμό του Πειραιά, που τον πραγματοποίησε ο ναύαρχος Πάρκερ, διάρκεσε πέντε μήνες και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στην πρωτεύουσα και σ' ολόκληρο το κράτος. Στις 6 Σεπτεμβρίου 1861 ο Αριστείδης Δόσιος, μέλος της οργάνωσης «Το μέλλον της πατρίδος», αποπειράθηκε να σκοτώσει τη βασίλισσα Αμαλία. Στις 10 Οκτωβρίου 1862 εκθρονίζεται ο Όθωνας και φεύγει από την Ελλάδα. Τον Ιούνιο του 1863 έγιναν οδομαχίες ανάμεσα στους οπαδούς των δύο κομμάτων, δηλ. των «πεδινών» και των «ορεινών». Στις συγκρούσεις πήραν μέρος και οι λήσταρχοι της περιοχής. Τελικά συμφιλιώθηκαν οι αντίπαλοι. Η συμφιλίωση γιορτάστηκε στην πλατεία Όθωνος, η οποία από τότε μετονομάστηκε σε πλατεία Ομονοίας. Στις 13 Οκτωβρίου 1863 φτάνει στην Αθήνα ο νέος βασιλιάς Γεώργιος ο Α΄. Το 1870 οι ληστές πιάνουν και σκοτώνουν Άγγλους περιηγητές στο Πικέρμι, που βρίσκεται σε μικρή απόσταση από την Αθήνα.

Το 1873 η Αθήνα έζησε την εξέγερση που προκάλεσαν τα «Λαυρεωτικά». Το 1875 έγινε η τρίτη στη σειρά, αλλά η μεγαλύτερη έκθεση προϊόντων της ελληνικής δραστηριότητας, του πνεύματος, των τεχνών, της βιοτεχνίας, βιομηχανίας και γεωργίας στο Ζάππειο. Το 1876 ιδρύθηκε το χρηματιστήριο, με το οποίο η χώρα μπήκε στη διεθνή οικονομική κίνηση. Το 1880 αρχίζει η λειτουργία του σιδηροδρόμου Αθήνας - Πειραιά και των ιπποσιδηροδρόμων. Το 1890 χτίζονται τα Νέα Ανάκτορα και ακολουθούν το Βασιλικό Θέατρο, το Ωδείο, το Στάδιο, η Γεωπονική Σχολή, το Λυσσιατρείο κ.ά. Το 1896 έγιναν οι πρώτοι Ολυμπιακοί αγώνες, που επιστέφτηκαν με τη νίκη του μαραθωνοδρόμου Σπύρου Λούη.

14. Η Αθήνα στον 20ό αιώνα.

Η είσοδος στον 20ό αι. έγινε με ταραχές. Αφορμή στάθηκε η μετάφραση του Ευαγγελίου στη δημοτική (1901). Οι αιματηρές συμπλοκές με αφορμή το γλωσσικό ζήτημα κατέληξαν στην πτώση της κυβέρνησης Θεοτόκη. Στις 15 Αυγούστου 1909 επαναστατεί ο στρατός στην Αθήνα με αρχηγό το συνταγματάρχη Νικ. Ζορμπά. Πρόκειται για την περίφημη επανάσταση στο Γουδί. Το 1912 η Αθήνα πανηγυρίζει τις νίκες του στρατού στους Βαλκανικούς πολέμους. Το Μάρτιο του 1913 ο αθηναϊκός λαός παρακολουθεί την κηδεία του βασιλιά Γεωργίου Α΄ που δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη και ύστερα από μερικούς μήνες υποδέχτηκε το νέο βασιλιά Κωνσταντίνο, που γύριζε νικητής από το δεύτερο Βαλκανικό πόλεμο. Από το 1914 μέχρι το 1918 ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος συντάραξε την πόλη. Σε μεγάλη οξύτητα έφτασαν τότε τα πράγματα από τη διαφωνία Βενιζέλου- Κωνσταντίνου. Στις 30 Μαΐου 1917 παραιτείται ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και στο θρόνο ανεβαίνει ο Αλέξανδρος. Η παλινόρθωση του Κωνσταντίνου έγινε στις 6 Δεκεμβρίου 1920 ύστερα από δημοψήφισμα. Το 1922 μετά τη Μικρασιατική καταστροφή έγινε επανάσταση με αρχηγό το συνταγματάρχη Ν. Πλαστήρα. Το συγκλονιστικότερο γεγονός της επανάστασης εκείνης ήταν η «Δίκη των εξι» και η εκτέλεσή τους για την ευθύνη τους στην καταστροφή του 1922. Στις 24 Μαρτίου 1924 ανακηρύχτηκε η δημοκρατία, αφού προηγουμένως είχε απομακρυνθεί ο βασιλιάς Γεώργιος από την Αθήνα, που είχε διαδεχτεί τον εξαναγκασμένο σε παραίτηση πατέρα του Κωνσταντίνο. Στις 25 Ιουνίου 1925 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα η δικτατορία του Πάγκαλου, την οποία ανέτρεψε η επανάσταση του Αυγούστου 1926. Οι δύο επαναστάσεις του 1933 και του 1935 έγιναν με ταραχές και συμπλοκές στην πόλη με ελάχιστα ευτυχώς θύματα. Ακολούθησε η παλινόρθωση του βασιλιά Γεωργίου και η δικτατορία του Ι. Μεταξά. Οι νίκες του Ελληνοϊταλικού πολέμου (1940 - 1941) γιορτάστηκαν με μεγάλο ενθουσιασμό στην Αθήνα, η οποία υποτάχτηκε στις 27 Απριλίου 1941 στους Γερμανούς. Στην Ακρόπολη υψώνεται ο «αγκυλωτός σταυρός» και για την Αθήνα αρχίζει μία περίοδος δοκιμασιών. Περιορίζεται η κυκλοφορία των κατοίκων, εξαφανίζονται τα τρόφιμα από την αγορά και πολλοί πεθαίνουν από την πείνα. Γρήγορα όμως δημιουργούνται παράνομες αντιστασιακές ομάδες, οι οποίες με σαμποτάζ και κατασκοπία πολεμούν τον κατακτητή. Οι Γερμανοί απαντούν με αντίποινα και άπειρα είναι τα θύματα των εκτελέσεων. Ώσπου στις 12 Οκτωβρίου 1944 οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Αθήνα και στην Ακρόπολη ξαναϋψώνεται η γαλανόλευκη.

Γ'. Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΑΘΗΝΑ

Η σύγχρονη Αθήνα με τα προάστιά της είναι ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα του μεσογειακού χώρου, όχι μόνο από άποψη πληθυσμού, αλλά και οικονομικής, συγκοινωνιακής, τουριστικής και πολιτιστικής σημασίας.

Με την ταχύτατη πολεοδομική ανάπτυξη η περιοχή της πρωτεύουσας καταλαμβάνει πλέον ολόκληρο το λεκανοπέδιο, ανάμεσα στον Υμητό, την Πεντέλη, την Πάρνηθα και το Αιγάλεω, συγκεντρώνοντας περισσότερο από το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας.

Μεγάλο πρόβλημα είναι η κυκλοφοριακή συμφόρηση, για την αντιμετώπιση της οποίας εφαρμόζονται περιορισμοί της κυκλοφορίας των ιδιωτικών αυτοκινήτων στο κέντρο της πόλης, κατασκευάζονται ανισόπεδες διαβάσεις και προγραμματίζεται η ανάπτυξη του υπόγειου σιδηροδρόμου.

Η Αθήνα είναι μεγάλο κέντρο των αεροπορικών συγκοινωνιών, λόγω όχι μόνο της σημασίας της ως μεγάλου αστικού κέντρου, αλλά και της θέσης της στη διασταύρωση των αερογραμμών προς τη Μέση Ανατολή, τη νότια και ανατολική Ασία, καθώς και την ανατολική και νότια Αφρική. Το αεροδρόμιο του Ελληνικού δεν μπορεί πλέον να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των αερομεταφορών και για το λόγο αυτό άρχισε η κατασκευή ενός νέου πολιτικού αεροδρομίου στα ανατολικά της πρωτεύουσας, στην περιοχή των Σπάτων.

Θα πρέπει να σημειωθεί, τέλος, η ζωηρή πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση της Αθήνας, με τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, το πλήθος των αξιόλογων θεάτρων, των εκθέσεων εικαστικών τεχνών, των επιστημονικών συνεδρίων και άλλων εκδηλώσεων. Για το λόγο αυτόν η πόλη υπήρξε η πρώτη που ορίστηκε ως πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης, το 1985.

Στη σημερινή θορυβώδη Αθήνα, μοναδικό κατάλοιπο της παλιάς ειδυλλιακής εποχής είναι η συνοικία της Πλάκας, που διασώθηκε από την καταστροφή.

Οι σπουδαιότεροι δρόμοι της Αθήνας είναι: Οι λεωφόροι Πατησίων, Πανεπιστημίου, Ακαδημίας και Βασιλίσσης Σοφίας. Η τελευταία που αρχίζει από το Σύνταγμα, προχωρεί πλάι από τα Ανάκτορα και τον Εθνικό Κήπο, φτάνει στους Αμπελόκηπους, όπου παίρνει το όνομα της Κηφισιάς και συνεχίζει τη διαδρομή της μέχρι τα βόρεια προάστια της Αθήνας. Άλλοι δρόμοι είναι η 28ης Οκτωβρίου ή Πατησίων, η Φιλελλήνων, η Βασιλέως Κωνσταντίνου, η Πειραιώς, η Συγγρού, η Αμαλίας, η Μεσογείων, η Λιοσίων, η Ιερά Οδός, η Βουλιαγμένης κ.ά.

Από τις πλατείες, που ξεπερνούν τις 40, οι σπουδαιότερες είναι: Η πλατεία Ομονοίας, η καρδιά της Αθήνας, όπου ξεκινούν ακτινωτά οι περισσότεροι και σημαντικότεροι δρόμοι της Αθήνας. Η πλατεία Συντάγματος, που πήρε το όνομά της από την επανάσταση του ελληνικού λαού στις 3 Σεπτεμβρίου 1843 με μοναδικό αίτημα την κατοχύρωση των ελευθεριών με το Σύνταγμα, πράγμα που παραχώρησε τελικά ο Όθωνας. Η πλατεία Κλαυθμώνος, που πήρε το όνομά της από τους απολυόμενους και θρηνούντες τη μοίρα τους, στην πλατεία αυτή, δημόσιους υπαλλήλους που διορίζονταν η απολύονταν παλαιότερα από τις κομματικές κυβερνήσεις του Δεληγιάννη και του Βούλγαρη. Άλλες πλατείες είναι: Αβησσυνίας ("Παλιατζήδικα"), Αγ. Ασωμάτων, Αγ. Ειρήνης, Αγ. Θεοδώρων, Αγίου Νικολάου Πευκακίων, Αγ. Κωνσταντίνου, Αγ. Παντελεήμονος, Αμερικής ή Αγάμων (Πλατεία Ανθεστηρίων), Ανεξαρτησίας (Βάθης), Βικτωρίας ή Κυριακού, Δεξαμενής, Δημοπρατηρίου, Ελευθερίας ή Κουμουνδούρου, Ηρώων (Ψυρρή), Θησείου, Κάνιγγος, Καραμάνου, Κολοκοτρώνη, Λαυρίου, Λουδοβίκου, Μητρόπολης, Μοναστηρακίου, Πλαστήρα, Ρηγγίλης, Φιλικής Εταιρείας (Κολωνακίου) κ.ά.

Λιγοστοί είναι οι κήποι της Αθήνας, αποτελούν όμως σημαντικούς πνεύμονες και ευχάριστες οάσεις μέσα στο πλήθος των πολυκατοικιών. Οι σημαντικότεροι είναι: ο Εθνικός (Βασιλικός) Κήπος, που έχει επιφάνεια 150 στρέμματα, ο Βοτανικός, του Μουσείου, του Συντάγματος, του Πολυτεχνείου, του Πανεπιστημίου, του Ζαππείου (130 στρέμ.), του Πεδίου του Άρεως (230 στρέμ. χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα συνεχόμενα άλση της Σχολής Ευελπίδων και του λόφου Φινοπούλου), της Κυψέλης κ.ά. Εκτός από τους κήπους η Αθήνα έχει και άλση: της Ακρόπολης, 50 περίπου στρεμμάτων. Του Λυκαβητού, στον ομώνυμο λόφο, 220 στρεμμάτων. Του λόφου των Νυμφών, 180 στρεμμάτων. Της Συγγρού, του Φιλοπάππου, του Παγκρατίου, του Ευαγγελισμού, της Ν. Φιλαδέλφειας κ.ά.

Η Αθήνα και το μεγάλο επίνειό της, ο Πειραιάς, έχουν πολυάριθμα προάστια. Το σύνολο αποτελεί τη μείζονα περιοχή της πρωτεύουσας. Από' αυτά δήμοι είναι η Αγία Βαρβάρα, η Αγία Παρασκευή, οι Άγιοι Ανάργυροι, ο Άγιος Δημήτριος (Μπραχάμι), ο Άγιος Ιωάννης Ρέντης, το Αιγάλεω, ο Άλιμος, το Αμαρούσιο (Μαρούσι), η Αργυρούπολη, ο Βύρωνας, το Γαλάτσι, η Γλυφάδα, η Δάφνη, η Δραπετσώνα, του Ζωγράφου, η Ηλιούπολη, το Ηράκλειο, η Καισαριανή, η Καλλιθέα, το Καματερό, το Κερατσίνι, η Κηφισιά, ο Κορυδαλλός, η Μεταμόρφωση (Κουκουβάουνες), το Μοσχάτο, η Νέα Φιλαδέλφεια, η Νίκαια, το Παλιό Φάληρο, το Πέραμα, το Περιστέρι, ο Ταύρος, ο Υμητός, το Χαϊδάρι, το Χαλάνδρι και ο Χολαργός. Κοινότητες αποτελούν η Βούλα, η Βουλιαγμένη, τα Βριλήσσια, η Εκάλη, το Ελληνικό, η Λυκόβρυση, τα Μελίσσια, η Νέα Ερυθραία, η Νέα Πεντέλη, η Νέα Χαλκηδόνα, το Νέο Ψυχικό, του Παπάγου, η Πεντέλη, η Πετρούπολη, η Πεύκη, η Φιλοθέη και το Ψυχικό. Το Νέο Φάληρο ενσωματώθηκε στον Πειραιά.

Η Αθήνα είναι γεμάτη αρχαιότητες, στις οποίες οφείλει την τουριστική της κίνηση, που διαρκεί ολόκληρο το χρόνο, αλλά βρίσκεται σε έξαρση ιδίως το καλοκαίρι. Οι σημαντικότεροι από αυτούς είναι: Η Ακρόπολη, πάνω στην οποία σώζονται τα ερείπια των Προπυλαίων, του ναού της Απτέρου Νίκης, του Παρθενώνα, του Ερεχθείου. Το Θησείο (Ναός Ηφαίστου) χαμηλά και δυτικά της Ακρόπολης. Ο πιο καλοδιατηρημένος ναός της αρχαίας Ελλάδας. Ο Κεραμεικός, το πιο επίσημο από τα αρχαία νεκροταφεία. Βρίσκεται ανάμεσα στις οδούς Πειραιών, Ερμού και Σαλαμίνος. Ο Πύργος των Ανέμων ή του Αιόλου, στην αρχή της οδού Αιόλου. Ο ναός του Ολυμπίου Διός, στα ΝΑ της Ακρόπολης και κοντά του η Πύλη του Αδριανού. Ακόμα το Ωδείο του Ηρώδη του Αττικού, το θέατρο του Διονύσου, το μνημείο του Χορηγού Θρασύλλου κ.ά.

Αρχαιολογικά και άλλα ευρήματα και συλλογές μπορεί κανείς να περιεργαστεί στα μουσεία της Αθήνας: Εθνικό Αρχαιολογικό (Πατησίων). Βυζαντινό Μουσείο και Πολεμικό Μουσείο (Λεωφόρος Βασ. Σοφίας 52). Μουσείο Μπενάκη, στη γωνία Βασ. Σοφίας και Κουμπάρη. Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, στην Πλατεία Μοναστηρακίου. Εθνολογικό Μουσείο, στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής, στην οδό Σταδίου. Μουσείο Ακρόπολης, στο οποίο συγκεντρώθηκαν τα ευρήματα της Ακρόπολης. Στοά του Αττάλου στην αρχαία Αγορά, της οποίας τα ευρήματα περιέχει. Ιστορικό Αρχείο, στο υπόγειο της Ακαδημίας, όπου φυλάγεται το Γενικό Αρχείο του κράτους. Λιγοστά, αλλά σημαντικά, είναι τα ερείπια της βυζαντινής Αθήνας. Οι σπουδαιότερες από τις βυζαντινές εκκλησίες της είναι: Η Παναγία η Γοργοεπήκοος (Άγιος Ελευθέριος 12ος αι.), στην πλατεία Μητρόπολης, η Καπνικαρέα, στην οδό Ερμού (11ος αι.), οι Άγιοι Θεόδωροι, στην ομώνυμη πλατεία (11ος αι.), οι Άγιοι Απόστολοι κοντά στη Στοά Αττάλου (11ος αι.), η Σωτήρα Λυκοδήμου, στην οδό Φιλελλήνων (ρωσική εκκλησία), η Όμορφη Εκκλησία, στο τέρμα Πατησίων (12ος αι.), η Μεταμόρφωση, κάτω από την Ακρόπολη (15ος αι.). Ακόμα ο Άγιος Ανδρέας, ο Άγιος Γεώργιος του Βράχου (στα Αναφιώτικα της Ακρόπολης), ο Άγιος Δημήτριος (στο δασύλλιο του λόφου της Πνύκας), Κοίμησης της Θεοτόκου (στο Μοναστηράκι, 11ος αι.), η Αγία Μαρίνα (στο λόφο των Νυμφών), η Αγία Άννα (στην οδό Διοσκούρων).

Η Αθήνα έχει βιβλιοθήκες, μέσα στις οποίες φυλάγονται αμύθητοι πνευματικοί θησαυροί. Οι σπουδαιότερες απ' αυτές είναι: Η Εθνική ή Βαλλιάνειος, στην οδό Πανεπιστημίου, η Βιβλιοθήκη της Βουλής, που στεγάζεται σε αίθουσες του Δημαρχείου, και άλλες μικρότερες σε διάφορες πανεπιστημιακές σχολές και πνευματικά ιδρύματα.

Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα παλιά κτίρια της Αθήνας, στα οποία διατηρείται ακόμα μία περασμένη πια φυσιογνωμία χαρακτηριστικά δική της. Τα πιο αξιόλογα από αυτά είνα: Τα Νέα και τα Παλαιά Ανάκτορα (Βουλή), το Ζάππειο μέσα στον ομώνυμο κήπο. Στην οδό Πανεπιστημίου το Ιλίου Μέλαθρον, το Οφθαλμιατρείο, η Ακαδημία Αθηνών, το Πανεπιστήμιο, η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Αρσάκειο. Στην οδό Σταδίου η Παλαιά Βουλή, το Πρωτοδικείο. Στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου το Εθνικό Θέατρο. Στην οδό Πατησίων το Πολυτεχνείο. Στο λόφο των Νυμφών το Αστεροσκοπείο. Στο Πεδίο του Άρεως η Σχολή Ευελπίδων. Υπήρχαν και άλλα πολλά που θυσιάστηκαν όμως στο μεταπολεμικό οικοδομικό οργασμό.


Ελλάδα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΑΡΘΡΟΥ.

Α) ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ : 1) Γεωλογική διαμόρφωση. 2) Όρη. 3) Πεδιάδες. 4) Ποταμοί. 5) Λίμνες. 6) Θάλασσες. 7) Ακτογραφία: α) Χερσόνησοι, β) κόλποι, γ) λιμένες, δ) ακρωτήρια, ε) πορθμοί, διώρυγες κ.λ.π. 8) Θαλάσσια ρεύματα. 9) Νησιά. 10) Θερμές πηγές. 11) Κλίμα. 12) Βλάστηση. 13) Ζωικός κόσμος.

Β) ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ: 1) Σύνορα. 2) Διοικητική διαίρεση. 3) Πληθυσμός: α) Αριθμός κατοίκων, β) πυκνότητα πληθυσμού, γ) κατανομή του πληθυσμού, δ) αστυφιλία, ε) μετανάστευση. 4) Πολίτευμα. 5) Θρησκεία. 6) Παιδεία.

Γ) ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ: 1) Γεωργία. 2) Κτηνοτροφία. 3) Δάση. 4) Αλιεία. 5) Ορυκτά. 6) Βιομηχανία. 7) Ηλεκτρική ενέργεια. 8) Εμπόριο. 9) Ναυτιλία. 10) Τουρισμός. 11) Συγκοινωνίες (σιδηρόδρομοι, οδικό δίκτυο, θαλάσσιες μεταφορές, αεροπορικές μεταφορές) 12) Τηλεπικοινωνίες.

Δ) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: 1) ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (Παλαιολιθική, νεολιθική και χάλκινη εποχή-Κάθοδος των ελληνικών φυλών-Πρώτος αποικισμός). 2) ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ: α) Αρχαϊκή εποχή. β) Δεύτερος ελληνικός αποικισμός. γ) Περσικοί Πόλεμοι. δ) «Χρυσός αιώνας των Αθηνών». ε) Πελοποννησιακός πόλεμος. στ) Ηγεμονία της Σπάρτης. ζ) Βοιωτικός ή Κορινθιακός πόλεμος η) Ηγεμονία των Θηβών. 3) ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ: α) Ηγεμονία των Μακεδόνων-Φίλιππος Β΄ (359-336 π.Χ.). β) Μέγας Αλέξανδρος (336-323). γ) Οι διάδοχοι του Μ. Αλεξάνδρου. δ) Αιτωλική Συμπολιτεία. 4) ΥΠΟΤΑΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟΥΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ. 5) ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΧΡΟΝΟΙ. 6) ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ: α) Η ζωή των υπόδουλων Ελλήνων. β) Εξεγέρσεις κατά την τουρκοκρατία. γ) Φιλική Εταιρεία. 7) Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821: α) Η Επανάσταση στην κυρίως Ελλάδα, β) το χρονικό του αγώνα. 8) ΤΟ ΝΕΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ: α) Ιωάννης Καποδίστριας. β) Η βασιλεία του Όθωνα. γ) Η βασιλεία του Γεωργίου Α΄. δ) Ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος (1914-1918). ε) Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922). στ) Η περίοδος του Μεσοπολέμου (1922-1940). ζ) Ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος (1939-1944). η) Από την απελευθέρωση μέχρι τις μέρες μας.

Ε) ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ: 1) ΘΡΗΣΚΕΙΑ: α) Αρχαία ελληνική θρησκεία. β) Ελληνικοί και ρωμαϊκοί χρόνοι. γ) Χριστιανισμός. 2) ΠΑΙΔΕΙΑ: α) Αρχαίοι χρόνοι. β) Ελληνιστικοί χρόνοι. γ) Βυζαντινοί χρόνοι. δ) Τουρκοκρατία. ε) Νεότεροι χρόνοι. 3) ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: α) Ίωνες φιλόσοφοι. β) Σοφιστές-Σωκράτης. γ) Πλάτωνας-Αριστοτέλης. δ) Στωικοί-Επικούρειοι. ε) Η χριστιανική φιλοσοφία. στ) Περίοδος της τουρκοκρατίας (1453-1821). ζ) 19ος αιώνας. η) Η σύγχρονη φιλοσοφική σκέψη. 4) ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: α) Αρχαίοι χρόνοι (προομηρική ποίηση, Όμηρος, κυκλικοί ποιητές, διδακτικό έπος, Ησίοδος, λυρική ποίηση, δραματική ποίηση, πεζός λόγος). β) Ελληνιστικοί χρόνοι. 5) ΤΕΧΝΗ: α) Προϊστορικοί χρόνοι. β) Ιστορικοί χρόνοι. γ) Βυζαντινοί χρόνοι. δ) Νεολληνική τέχνη.

ΓΕΝΙΚΑ

Χώρα της Ευρώπης στο νοτιότατο άκρο της Βαλκανικής Χερσονήσου του Αίμου. Αποτελεί ανεξάρτητο κράτος και έχει συνολική έκταση 131.986 τ.χλμ. και πληθυσμό 8.768.640 κατ. Πρωτεύουσα έχει την Αθήνα, πολίτευμα τη δημοκρατία, γλώσσα ελληνική, θρησκεία τον ορθόδοξο χριστιανισμό και νόμισμα τη δραχμή. Συνορεύει προς Β. με την Αλβανία, Σκόπια και Βουλγαρία, Α με την Τουρκία και περιβρέχεται προς Α, Δ και Ν από τις θάλασσες της Μεσογείου, από το Αιγαίο και Ιόνιο πέλαγος. Τα πιο ακραία σημεία της είναι στα Β. το χωριό Ορμένιο του νομού Έβρου, στα Ν το ακρωτήριο Τρυπητή της νησίδας Γαύδου (στα Ν της Κρήτης), στα Δ το νησί Οθωνοί (ΒΔ της Κέρκυρας) και στα Α η νησίδα Στρογγυλή (ΝΑ του Καστελόριζου Δωδεκανήσου).

Ελλάδα αρχικά ονομαζόταν η «Αχαΐα Φθιώτις», μια μικρή δηλ. περιοχή που οριζόταν από τους δύο κόλπους, Παγασητικό και Μαλιακό, και αποτελούσε κατά τον Όμηρο την επικράτεια του Αχιλλέα (Ιλ. Β 383). Κατά τον 8ο αι π.Χ. ήταν όνομα ολόκληρου του τμήματος της χερσονήσου, από τις Θερμοπύλες και κάτω, μαζί με τα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου πελάγους. Κατά το μεσαίωνα ήταν όνομα ιδιαίτερου θέματος του Βυζαντινού κράτους, που περιλάμβανε την Αττική, τη Βοιωτία, τη Φωκίδα, τη Λοκρίδα, τις Κυκλάδες κ.λ.π. Μετά την άλωση της Κωσταντινούπολης το όνομα Ελλάδα αναβίωσε και πάλι και δήλωνε την εθνική κοιτίδα των Ελλήνων αόριστα και χωρίς σαφή γεωγραφικά όρια. Μετά την απελευθέρωση το νέο Ελληνικό κράτος πήρε επίσημα το όνομα Ελλάδα. Τώρα, με το όνομα αυτό νοείται η ελεύθερη επικράτεια που περιλαμβάνει την Πελοπόννησο, Στερεά, Θεσσαλία, Ήπειρο, Μακεδονία και Θράκη, μαζί με τα νησιά που ανήκουν στις περιοχές αυτές.

Α) ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

1) Γεωλογική διαμόρφωση. Ο σημερινός ελληνικός χώρος διαμορφώθηκε ύστερα από σειρές γεωλογικών ανατροπών, ηπειρογενετικών και ορογενετικών κινήσεων της πλειόκαινης εποχής. Τα γεωλογικά αυτά φαινόμενα, στην περιοχή της παλιάς «Αιγηίδος», προκάλεσαν κατακερματισμό και καταποντισμό διάφορων τμημάτων ξηράς, ενώ αλλού ανάδυση άλλων τμημάτων ξηράς από τη θάλασσα. Προηγουμένως, κατά την ολιγόκαινη εποχή, με την αλπική πτύχωση σχηματίστηκαν με προέκταση των «Δειναρίδων» οροσειρών οι «Ελληνίδες» οροσειρές, οι οποίες σκέπασαν τον ηπειρωτικό κορμό της Ελλάδας, την Πελοπόννησο, την Κρήτη. Έτσι, η χώρα διαμορφώθηκε κυρίως σε ορεινή, με μέγιστο κατακόρυφο και οριζόντιο διαμελισμό και με πολλά ρήγματα (Κορινθιακός κόλπος, κοιλάδα Σπερχειού, Μαλιακός κόλπος, στενό Ευρίπου, ρήγμα Ιονίου πελάγους κ.λ.π.). Παράλληλα δημιουργήθηκαν πολυάριθμα νησιά, πολλά από τα οποία είναι ηφαιστειογενή, σκορπισμένα σε μία θαλάσσια περιοχή γεμάτη από υποβρύχιες τάφρους, φρέατα και βυθίσματα. Η γεωλογική διαμόρφωση δεν έχει ακόμα εντελώς οριστικοποιηθεί και γι΄ αυτό η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι μία από τις πιο σεισμογενείς χώρες του κόσμου, αν και η ηφαιστειακή δράση έχει ουσιαστικά ατονήσει και ελάχιστα είναι σήμερα τα ενεργά ηφαίστεια (Σαντορίνη, Νίσυρος).

2) Όρη. Έτσι, το ελληνικό ανάγλυφο έχει γενικά ως κύριο χαρακτηριστικό τη συσσώρευση ορεινών όγκων. Τα 3/5 της χώρας καλύπτονται από βουνά, με ψηλότερο τον Όλυμπο (2.918 μ.). Αναφέρουμε τα σπουδαιότερα από τα ελληνικά βουνά με βάση το ύψος τους.

3) Πεδιάδες. Η Ελλάδα είναι ορεινή κυρίως χώρα, γι΄ αυτό και δεν έχει παρά λίγες και μέτριες σε έκταση πεδιάδες. Μόνο το 1/5 της ξηράς αποτελείται από πεδιάδες, που περιβάλλονται συνήθως από φραγμό ψηλών βουνών ή περιορίζονται από τη θάλασσα. Η μεγαλύτερη πεδινή έκταση της Ελλάδας βρίσκεται στην κεντρική Μακεδονία, απαρτίζεται από τις πεδιάδες Θεσσαλονίκης, Γιαννιτσών, Κατερίνης, αποτελούν όμως ουσιαστικά ενιαίο σύνολο, που έχει έκταση 2.616 τ.χλμ. Παραθέτουμε τις κυριότερες πεδιάδες κατά σειρά έκτασης.

Από τις πεδιάδες αυτές οι της Κοζάνης-Καϊλαρίων και της Φλώρινας είναι υψίπεδα, που βρίσκονται σε ύψος 620-650μ., του Δομοκού σε ύψος 300μ., των Φαρσάλων και Τρικάλων-Καρδίτσας με υψόμετρο 120μ., ενώ όλες οι άλλες κάτω από 100μ.

4) Ποταμοί. Οι ποταμοί της Ελλάδας είναι μικροί, ακολουθούν τη διεύθυνση των κοιλάδων και χύνονται στις ελληνικές θάλασσες. Κανένας τους δεν είναι πλωτός. Μόνο σε ορισμένα σημεία του Έβρου και του Λουδία (νομός Θεσσαλονίκης) κυκλοφορούν λέμβοι. Οι ελληνικοί ποταμοί μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες λάσπης και έτσι σχηματίζουν συχνά προσχώσεις και δέλτα στις εκβολές τους. Είναι γενικά αβαθείς και ορμητικοί. Τα νερά τους όμως από το 1952 άρχισαν να χρησιμοποιούνται για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, όπως στον Αχελώο, στον Αλιάκμονα κ.ά. Επίσης αρδεύουν τις γύρω απ΄ αυτούς πεδινές εκτάσεις και καθιστούν γόνιμο το έδαφός τους. Οι μεγαλύτεροι ποταμοί που διαρρέουν την Ελλάδα είναι ο Έβρος και ο Αξιός. Και οι δύο όμως πηγάζουν έξω από την ελληνική επικράτεια. Ο Έβρος από τη Βουλγαρία και ο Αξιός από τα Σκόπια. Το μήκος τους μέσα στην Ελλάδα είναι περιορισμένο. Από τους ποταμούς που πηγάζουν μέσα στον ελληνικό χώρο ο μεγαλύτερος είναι ο Αλιάκμονας, που διασχίζει τη Δ. Μακεδονία και χύνεται στο Θερμαϊκό. Οι σημαντικότεροι ποταμοί κατά σειρά μήκους είναι οι εξής:

Σημ. (1) Μήκος ποταμού στο ελληνικό έδαφος.

5) Λίμνες. Οι ελληνικές λίμνες είναι λίγες και μικρές, εκτός από τη Μεγάλη Πρέσπα, η οποία όμως δε βρίσκεται ολόκληρη μέσα στην ελληνική επικράτεια. Τη μοιραζόμαστε με την Αλβανία και τα Σκόπια. Η στάθμη των νερών τους δεν είναι σταθερή λόγω των υπόγειων ροών. Χρησιμοποιούνται για ιχθυοτροφεία (χέλια, πέστροφες) και δεν είναι σε μεγάλη έκταση πλωτές. Οι περισσότερες και μεγαλύτερες βρίσκονται στη Μακεδονία. Υπάρχουν και λιμνοθάλασσες (Αγουλινίτσας, Μεσολογγίου). Έχουν γίνει σοβαρά αποστραγγιστικά έργα στις λίμνες μας. Δύο μάλιστα από αυτές (Γιαννιτσών, Κωπαΐδας) έχουν τελείως αποξηρανθεί και μεταβλήθηκαν σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Οι κυριότερες λίμνες κατά σειρά έκτασης είναι οι εξής:

Σημ. (1) Εμβαδόν λίμνης σε ελληνικό έδαφος.

6) Θάλασσες. Η Ελλάδα βρέχεται από τρία πελάγη της Α Μεσογείου: Αιγαίο, Ιόνιο, Κρητικό. Το σπουδαιότερο απ΄ όλα είναι το Αιγαίο, γιατί αποτελεί δρόμο ενδιάμεσο, που συνδέει τον Εύξεινο Πόντο με τη Μεσόγειο, καθώς και την Ευρώπη με τη Μ. Ασία. Αφθονία μικρών και μεγάλων νησιών είναι διασπαρμένα στο πέλαγος αυτό. Το Κρητικό πέλαγος, καθώς και το Θρακικό και το Μυρτώο, αποτελούν τμήματα του Αιγαίου.

Το Ιόνιο πέλαγος είναι πιο ομαλό από το Αιγαίο. Τα λίγα νησιά του έχουν διάταξη παράλληλη προς τη δυτική ακτή της ηπειρωτικής Ελλάδας. Το βάθος του πελάγους μέχρι τα νησιά αυτά μόλις που ξεπερνά τα 200μ. Πέρα όμως από τα νησιά ανοίγεται απότομη και εκτεταμένη υφαλολεκάνη με βάθη που διαρκώς αυξάνονται.

Μέγιστα βάθη θαλασσών της Ελλάδας.

α) Φρέαρ Οινουσών: Μέγιστο βάθος 4.850μ. σε απόσταση 62 μιλίων ΝΔ του ακτωτηρίου Ταίναρου. Το βάθος αυτό είναι το μέγιστο της Μεσογείου.

β) Τάφρος Καρπάθου: Μέγιστα βάθη 3.294 και 2.467μ. ΝΔ της βορειότερης άκρης της νήσου Καρπάθου. Είναι υφαλοχαράδρα με κατεύθυνση προς τη ΒΑ άκρη Σίδερο της Κρήτης και από εκεί προς το μεταξύ της Κρήτης και Θήρας διάστημα. Το μέγιστο βάθος 3.294μ. βρίσκεται σε απόσταση 32 μιλίων ΝΑ της άκρης Σίδερο της Κρήτης και το βάθος των 2.467μ. σε απόσταση 20 μιλίων προς Β του Σίδερου Κρήτης.

γ) Φρέαρ Θερμαϊκού: Μέγιστο βάθος 1.550μ. μεταξύ Χαλκιδικής και Βόρειων Σποράδων, σε απόσταση 19 μιλίων Ν του ακρωτηρίου Δρέπανο της Χαλκιδικής ή 12 μιλίων ΒΔ της βορειότερης των Σποράδων νησίδας Ψαθούρα.

δ) Φρέαρ Ρόδου: Βρίσκεται Α της Ρόδου. Μέγιστο βάθος 4.710μ. σε απόσταση 14 μιλίων Α του φάρου της βραχονησίδας Παξιμάδα.

7) Ακτογραφία. Οι ελληνικές ακτές έχουν μήκος 15.020 χλμ. και σχηματίζουν μεγάλο αριθμό χερσονήσων και κόλπων.

α) Χερσόνησοι. Κυριότερη χερσόνησος είναι η Χαλκιδική στο Αιγαίο πέλαγος. Αυτή διαιρείται σε τρεις μικρότερες χερσονήσους: Του Αγίου Όρους ή Άθωνος (αρχ. Ακτή), της Κασσάνδρας (αρχ. Παλλήνη) και της Λόγγου (αρχ. Σιθωνία). Η Πελοπόννησος ουσιαστικά είναι και αυτή χερσόνησος, γιατί συνδέεται με τον κορμό της ηπειρωτικής Ελλάδας με τον ισθμό της Κορίνθου.

β) Κόλποι. Πολυάριθμοι και βαθείς κόλποι σχηματίζονται κατά μήκος των ακτών. Κυριότεροι απ΄ αυτούς κατά σειρά από τα Α όρια της χώρας (Θράκη) είναι οι εξής: Αλεξανδρούπολης (Δεδέ Αγάτς), στις εκβολές του ποταμού Έβρου, Καβάλας, Στρυμωνικός, ανάμεσα στη Χαλκιδική και στην Α Μακεδονία, Αγίου Όρους (αρχ. Σιγγιτικός) και Κασσάνδρας (αρχ. Τορωναίος), ανάμεσα στις χερσονήσους της Χαλκιδικής, Θερμαϊκός, ανάμεσα στη Χαλκιδική και στην Κεντρ. Μακεδονία. Σ΄ αυτόν εκβάλλουν οι ποταμοί Αξιός, Αλιάκμονας, Γαλλικός και Λουδίας. Παγασητικός, απέναντι από τη Β Εύβοια, Ευβοϊκός, ανάμεσα στην Εύβοια και τη Στερεά Ελλάδα, Μαλλιακός, στο μυχό του Β Ευβοϊκού κόλπου, Σαρωνικός, μεταξύ Στερεάς και ΒΑ Πελοποννήσου, Κορινθιακός, που αποτελεί θαλάσσια διαχωριστική ζώνη μεταξύ Στερεάς και Πελοποννήσου. Επικοινωνεί με το Ιόνιο πέλαγος με τον πορθμό του Ρίου (ελάχιστο πλάτος 1.850μ.) και με το Αιγαίο με την ομώνυμη διώρυγα, που ανοίχτηκε το 1893. Η νότια ακτή του Κορινθιακού κόλπου είναι ομαλή, η βόρεια όμως σχηματίζει τρεις μικρότερους κόλπους: Ιτέας, Αντικύρων, Αιγοσθένων.

Η Πελοπόννησος από Α προς Δ επίσης σχηματίζει τους εξής κόλπους: Αργολικό, Λακωνικό, Μεσσηνιακό, Κυπαρισσιακό και Πατραϊκό.

Στη Δ ηπειρωτική Ελλάδα κυριότερος κόλπος είναι ο Αμβρακικός, ανάμεσα στην Ήπειρο και τη Στερεά. Συνδέεται με το Ιόνιο πέλαγος διαμέσου του πορθμού της Πρέβεζας, που έχει ελάχιστο πλάτος 400μ.

Στην Κρήτη σχηματίζονται τρεις μεγάλοι κόλποι: Σούδας, Μιραμπέλλου και Μεσσαράς.

Στη Λέσβο σχηματίζεται ο κόλπος της Καλλονής, στην Κεφαλλονιά του Αργοστολίου, στη Ζάκυνθο ο ομώνυμος κόλπος.

Στους κόλπους αυτούς πρέπει να προστεθούν ορισμένα φυσικά λιμάνια και όρμοι, όπως του Πειραιά, του Βαθέος Σάμου, της Μήλου, του Μούδρου και της Πύλου.

γ) Λιμάνια. Από άποψη εμπορικής κίνησης, αλλά και συγκοινωνιακής, τα σημαντικότερα λιμάνια της Ελλάδας είναι: α) Του Πειραιά: Είναι ευρύτατο και βαθύ και έχει κατάλληλη είσοδο, ώστε εύκολα να μπαίνουν σ΄ αυτό κάθε είδους πλοία, χωρίς να επηρεάζονται από θαλασσοταραχές. Αποτελεί συγχρόνως συγκοινωνιακό κόμβο με πολλά λιμάνια της Ευρώπης και άλλων ηπείρων· β) της Θεσσαλονίκης: Είναι το μεγαλύτερο της Βαλκανικής και αποτελεί μοναδική έξοδο στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο.

δ) Ακρωτήρια. Τα μεγαλύτερα ακρωτήρια είναι το Ρίο, ο Ακρίτας, το Ταίναρο και ο Μαλέας στην Πελοπόννησο, το Άκτιο, απέναντι από την Πρέβεζα, το Σούνιο στην Αττική, το Αρτεμίσιο και ο Καφηρέας στην Εύβοια, το Τρίκερι στη Θεσσαλία και ο Άθως στη Χαλκιδική.

8) Θαλάσσια ρεύματα. Μεγάλα θαλάσσια ρεύματα δεν παρουσιάζουν οι ελληνικές θάλασσες. Τα κυριότερα απ΄ αυτά είναι τα εξής: α) Το ψυχρό ρεύμα του Εύξεινου Πόντου, που προχωρεί κατά μήκος των ανατολικών ακτών της ηπειρωτικής Ελλάδας και εξαφανίζεται στο νότιο Αιγαίο. Απ΄ αυτό επηρεάζεται το κλίμα των ακτών προς το ψυχρότερο και ξηρότερο. β) Το θερμό ρεύμα της Μεσογείου, που διακλαδίζεται προς το Ιόνιο και το Αιγαίο πέλαγος και καθιστά το κλίμα της Ν Ελλάδας θερμό και υγρό.

9) Νησιά. Πολλά νησιά, μεγάλα, μέτρια, μικρά, καθώς και ερημονήσια περιβάλλουν την Ελλάδα. Η συνολική τους επιφάνεια είναι 25.484 τ.χλμ. Το μήκος των ακτών κατανέμεται ως εξής: Ηπειρωτικής Ελλάδας, χλμ., 2.699,3, Πελοποννήσου, χλμ., 1.378,7, Νησιών, χλμ., 10.942,9, Συνολικό μήκος ακτών, 15.020,9.

Το μεγαλύτερο ελληνικό νησί είναι η Κρήτη, που έχει έκταση 8.305 τ.χλμ., όση δηλ. περίπου και η Θράκη.

Περιοχή Μεγαλύτερα Νησιά
Κρήτη Κρήτη, Γαύδος, Γαυδοπούλα, Δία
Δωδεκάνησα Αστυπάλαια, Κάλυμνος, Κάρπαθος, Καστελλόριζο, Κως, Λειψοί, Λέρος, Πάτμος, Ρόδος, Σύμη, Κάσος, Νίσυρος, Τήλος, Χάλκη
Κυκλάδες Αμοργός, Άνδρος, Ανάφη, Δήλος, Ίος, Κουφονήσια, Κέα, Κίμωλος, Μύκονος, Νάξος, Πάρος, Αντίπαρος, Σέριφος, Σίκινος, Σίφνος, Σαντορίνη, Φολέγανδρος, Μήλος, Κύθνος, Τήνος, Σύρος
Ανατολικό Αιγαίο Λέσβος, Χίος, Σάμος, Λήμνος, Ψαρά, Ικαρία, Οινούσσες. Βόρειες Σποράδες: Αλόννησος, Σκιάθος, Σκόπελος, Σκύρος
Αργοσαρωνικός Αγκίστρι, Αίγινα, Πόρος, Σαλαμίνα, Σπέτσες, Ύδρα, Μέθανα, Κύθηρα
Επτάνησα Ζάκυνθος, Ιθάκη, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Λευκάδα, Παξοί- Αντίπαξοι, Κύθηρα

10) Θερμές πηγές. Αφθονούν στην Ελλάδα οι θερμές ιαματικές πηγές. Οι σπουδαιότερες απ΄ αυτές είναι: α) Στη Μακεδονία: Ελευθερών, Καβάλας (οξυανθρακικές, αλκαλικές), Λαγκαδά Θεσσαλονίκης (αλκαλικές, ραδιενεργές), Νιγρίτας Σερρών (αλκαλικές, ραδιενεργές), Σέδες Θεσσαλονίκης (θειούχες), Βελβενδού Κοζάνης (θειούχες), Σιδηρόκαστρου Σερρών (αλκαλικές, δισανθρακικές), Ξυνού Νερού Φλώρινας (οξυανθρακικές, αλκαλικές). β) Στη Θράκη: Της Σαμοθράκης (θειούχες). γ) Στην Ήπειρο: Καβασίλων Ιωαννίνων (θειούχες), Βρωμονερίου Κόνιτσας (θειούχες). δ) Στη Στερεά Ελλάδα: Βουλιαγμένης Αττικής (χλωρονατριούχες, θειούχες, οξυανθρακικές), Υπάτης (θειούχες), Πλατύστομου Φθιώτιδας (οξυανθρακικές, αλκαλικές, σιδηρούχες, θειούχες), Καμένων Βούρλων Λοκρίδας (ραδιενεργές), Αιδηψού Εύβοιας (οξυανθρακικές θερμές αλιπηγές), Αίγινας (αλκαλικές), Θερμοπυλών Φθιώτιδας (θειούχες) κ.λ.π. ε) Στη Θεσσαλία: Του Τσάγεζι (σιδηρούχες, οξυανθρακικές), Δρανίτσας (θειούχες), Σμοκόβου Καρδίτσας (αλκαλικές). στ) Στην Πελοπόννησο: Μεθάνων (οξυανθρακικές, θειούχες), Λουτρακίου Κορινθίας (αλκαλικές), Κυλλήνης Ηλείας (θειούχες), Καϊάφα Ολυμπίας (θειούχες) κ.ά. ζ) Στην Κρήτη: Λέντας Ηρακλείου (αλκαλικές). η) Στα νησιά του Αιγαίου: Θερμής Λέσβου (αλκαλικές, θειούχες, σιδηρούχες), Πολυχνίτου Λέσβου (αλκαλικές), Κεράμου Χίου (θειούχες, αλκαλικές), Κουρνού Λήμνου (θειούχες). θ) Κυκλάδες: Κύθνου (θερμές, σιδηρούχες και ιωδοβρομιούχες αλιπηγές), Σάριζας Άνδρου (οξυανθρακικές, χλωρονατριούχες).

Οι θερμότερες απ' αυτές είναι του Πολυχνίτου Λέσβου (87° Κελσίου). Της Αιδηψού κυμαίνονται μεταξύ 65° και 78° Κελσίου. Οι πιο ενεργές είναι των Καμένων Βούρλων.

Οι αρχαίοι Έλληνες πιθανόν να μη γνώριζαν τις ιαματικές ιδιότητες των πηγών αυτών, γιατί πουθενά δε φαίνεται να έκαναν συστηματική χρήση τους. Αργότερα μιμήθηκαν τους Ρωμαίους. Ο Σύλλας, κατά τον Πλούταρχο, πήγε στην Αιδηψό για να θεραπευτεί, ενώ για τα λουτρά Καϊάφα και την ικανότητά τους να θεραπεύουν δερματικές παθήσεις αναφέρει ο Παυσανίας.

11) Κλίμα. Το κλίμα της Ελλάδας είναι γενικά μεσογειακού τύπου, με βροχές που περιορίζονται κυρίως στο εξάμηνο Οκτωβρίου-Μαρτίου. Παρουσιάζει όμως τοπικώς μεγάλες ποικιλομορφίες, ανάλογα με τη διάπλαση του εδάφους, τη θέση σχετικά με τη θάλασσα και άλλους παράγοντες.

Στη Δ Ελλάδα είναι θερμό και υγρό, στην Α Ελλάδα και τα νησιά ξερό και ψυχρό. Στο εσωτερικό, και μάλιστα στα ορεινά της Στερεάς, Ηπείρου και Μακεδονίας μάλλον είναι ηπειρωτικό.

Η μέση ετήσια θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 14° και 19° Κελσίου, ενώ η υγρασία μεταξύ 65%-72%.

Η νέφωση είναι μικρή σχετικά, το χιόνι σπάνιο, εκτός από τις πολύ ορεινές περιοχές, και τα αιώνια χιόνια σχεδόν ανύπαρκτα.

Οι πιο συχνοί άνεμοι είναι από Β και Ν (σιρόκος, λίβας). Κατά το καλοκαίρι επικρατούν σταθερά οι «ετησίαι» (μελτέμια). Πολλοί επίσης είναι οι τοπικοί άνεμοι.

12) Βλάστηση. Χαρακτηριστικά παραμεσογειακή χώρα η Ελλάδα, είναι πλούσια σε αειθαλή και σκληρόφυλλα δέντρα και θάμνους και σε αρωματικά φυτά. Το σύνολο του φυτικού κόσμου της ανέρχεται σε 4.045 είδη, από τα οποία κυριαρχούν η ελιά, η λεύκα, ο πλάτανος, το κυπαρίσσι, η συκιά, η δάφνη, το πεύκο, το έλατο, η δρυς, η καστανιά, τα εσπεριδοειδή, η άμπελος, η χαρουπιά κ.ά. Πολυάριθμα είναι τα είδη των λουλουδιών, από τα οποία τα περισσότερα καλλωπιστικά, ανθοκομικά και καρποφόρα έχουν εισαχθεί από άλλες χώρες, όπως ο λωτός (Ν Ασία), η αρωκάρια (νήσοι Νόρφολκ), το γιασεμί (Μαλαισία), η ορτανσία (Κίνα), ο υάκινθος (Κεντρ. Αμερική), ο βασιλικός, η μαντζουράνα κ.ά.

13) Ζωικός κόσμος. Ο ζωικός κόσμος της Ελλάδας έχει μεσογειακό χαρακτήρα, με πολυπληθέστερα τα παραθαλάσσια και θαλάσσια ζώα. Υπάρχουν 50 είδη θηλαστικών, 362 πτηνών και πολλά θαλάσσια είδη και ερπετά. Γενικά έχουν καταγραφεί 1.500 είδη ζώων.

Τα άγρια ζώα, όπως ο λύκος, η αρκούδα, το αγριογούρουνο, το ελάφι, το αγριοκάτσικο και το τσακάλι είναι σπάνια. Από τα ήμερα συνήθη είναι τα πρόβατα, τα ιπποειδή, τα βοοειδή, οι κατσίκες και διάφορα κατοικίδια.

Τα πτηνά είναι κυρίως αποδημητικά. Υπάρχουν όμως και ενδημικά αρπακτικά (γύπας, αετός, γεράκι, κουκουβάγια) και αλεκτοροειδή. Ιδιαίτερα αφθονούν τα είδη των ερπετών.

Β) ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

1) Σύνορα. Οι διαστάσεις της Ελλάδας είναι από Δ προς Α 992 χλμ., από Β προς Ν 792 χλμ. Τα χερσαία σύνορά της φτάνουν τα 1.215 χλμ., από τα οποία 257 χλμ. προς την Αλβανία, 244 χλμ. προς τη Δημ. των Σκοπίων, 497 χλμ. προς τη Βουλγαρία και 215 χλμ. προς την Τουρκία.

2) Διοικητική διαίρεση. Η Ελλάδα διαιρείται σε 10 διαμερίσματα, 55 νομούς, 147 επαρχίες, 264 δήμους, 5.972 κοινότητες και 11.679 οικισμούς. Ως ενδέκατο διαμέρισμα θεωρείται η αυτοδιοίκητη μοναστηριακή πολιτεία του Αγίου Όρους.

Γεωγραφικά Διαμερίσματα, Νομοί, Πρωτεύουσες

Γεωγραφικά Διαμερίσματα Νομοί της Ελλάδος Πρωτεύουσες
1. Στερεά Ελλάδα και Εύβοια Αττική Αθήνα
. Αιτωλοακαρνανία Μεσολόγγι
. Βοιωτία Λιβαδειά
. Εύβοια Χαλκίδα
. Ευρυτανία Καρπενήσι
. Φθιώτιδα Λαμία
. Φωκίδα Άμφισσα
2. Πελοπόννησος Αργολίδα Ναύπλιο
. Αρκαδία Τρίπολη
. Αχαΐα Πάτρα
. Ηλεία Πύργος
. Κορινθία Κόρινθος
. Λακωνία Σπάρτη
. Μεσσηνία Καλαμάτα
3. Μακεδονία Γρεβενών Γρεβενά
. Δράμας Δράμα
. Ημαθίας Βέροια
. Θεσσαλονίκης Θεσσαλονίκη
. Καβάλας Καβάλα
. Καστοριάς Καστοριά
. Κιλκίς Κιλκίς
. Κοζάνης Κοζάνη
. Πέλλας Έδεσσα
. Πιερίας Κατερίνη
. Σερρών Σέρρες
. Φλώρινας Φλώρινα
. Χαλκιδικής Πολύγυρος
. Άγιον Όρος Καρυές
4. Θράκη Έβρου Αλεξανδρούπολη
. Ξάνθης Ξάνθη
. Ροδόπης Κομοτηνή
5. Ηπειρος Άρτας Άρτα
. Θεσπρωτίας Ηγουμενίτσα
. Ιωαννίνων Ιωάννινα
. Πρέβεζας Πρέβεζα
6. Θεσσαλία Καρδίτσας Καρδίτσα
. Λάρισας Λάρισα
. Μαγνησίας Βόλος
. Τρικάλων Τρίκαλα
7. Νήσοι Αιγαίου Δωδεκανήσου Ρόδος
. Κυκλάδων Ερμούπολη
. Λέσβου Μυτιλήνη
. Σάμου Σάμος
. Χίου Χίος
8. Κρήτη Ηρακλείου Ηράκλειο
. Λασιθίου Άγιος Νικόλαος
. Ρεθύμνης Ρέθυμνο
. Χανίων Χανιά
9. Νήσοι Ιονίου Ζακύνθου Ζάκυνθος
. Κέρκυρας Κέρκυρας
. Κεφαλονιάς Αργοστόλι
. Λευκάδα Λευκάδα

3) Πληθυσμός. α) Αριθμός κατοίκων. Η Ελλάδα από τότε που έγινε ανεξάρτητο κράτος (1828) μέχρι σήμερα, πέρασε από πολλά στάδια εξέλιξης έκτασης και πληθυσμού. Η εξέλιξη αυτή φαίνεται παραστατικά στον παρακάτω πίνακα, στον οποίο τα δεδομένα του 1821 εξακριβώθηκαν αναδρομικά, με την απογραφή του 1828.

Η δημογραφική αύξηση του ελληνικού λαού υπήρξε μικρή μέσα στα 150 περίπου χρόνια του ελεύθερού του βίου, όπως φαίνεται από τον παραπάνω πίνακα. Σε αντιστάθμισμα αυτού παρουσιάζει μεγάλη ομοιογένεια τόσο εθνική και φυλετική, όσο και γλωσσική και θρησκευτική. Έτσι ενώ το 1920 οι Έλληνες κάτοικοι της χώρας έφταναν τα 80,75% του συνόλου, σήμερα φτάνουν το 99%. Το ίδιο ποσοστό περίπου καλύπτουν και αυτοί που έχουν ως μητρική γλώσσα την ελληνική, εφόσον την υιοθέτησαν ολοκληρωτικά και οι αλβανόφωνοι και οι σλαβόφωνοι και αυτοί ακόμα οι ατσίγγανοι.

β) Πυκνότητα πληθυσμού. Η πυκνότητα πληθυσμού της Ελλάδας είναι από τις χαμηλότερες της ευρωπαϊκής ηπείρου με 76 περίπου κατοίκους ανά τ. χλμ.

γ) Κατανομή του πληθυσμού. Ως προς την κατανομή του πληθυσμού ανάμεσα στην ύπαιθρο και στις πόλεις, η Ελλάδα ακολούθησε τη συγκέντρωση στις πόλεις, φαινόμενο που χαρακτηρίζει όλες τις αναπτυσσόμενες χώρες του κόσμου. Έτσι, το ποσοστό του αγροτικού πληθυσμού πέφτει αδιάκοπα, ενώ ανέρχεται το ποσοστό του αστικού πληθυσμού. Με τον όρο αστικός πληθυσμός νοείται αυτός που κατοικεί σε πόλεις άνω των 10.000 κατ.,

δ) Μετανάστευση. Από παλιά οι Έλληνες παρουσίαζαν μία τάση φυγής. Διάφοροι λόγοι τους ωθούσαν σε αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής σ΄ άλλες χώρες. Κατά την αρχαιότητα ίδρυσαν αποικίες στα παράλια της Μ. Ασίας, στην Κάτω Ιταλία και Σικελία κ.α., όπου μεταφύτευσαν τον πολιτισμό τους και συντέλεσαν στη γρήγορη ανάπτυξη των νέων τους πατρίδων. Νέα αξιόλογη μεταναστευτική κίνηση παρατηρήθηκε μετά την άλωση της Κωσταντινουπόλεως. Χιλιάδες Έλληνες διασκορπίστηκαν τότε στις ευρωπαϊκές χώρες. Κατά την πρώτη περίοδο (1453-1850) η διασπορά γίνεται προς τις χριστιανικές χώρες της Ευρώπης, ενώ από τα μέσα του 19ου αι. η μεταναστευτική κίνηση στρέφεται προς τη Β. Αφρική, Ν. Αφρική, Αυστραλία, όπου τους προσέλκυσε ο φυσικός πλούτος των χωρών αυτών. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο παρατηρήθηκε νέα μεταναστευτική κίνηση και πάλι προς την Ευρώπη, και ιδίως προς τη Γερμανία, όπου οι Έλληνες εργάτες κατά εκατοντάδες χιλιάδες αναζήτησαν εργασία στις βιομηχανίες που αναπτύχθηκαν εκεί.

4) Πολίτευμα. Το πολίτευμα της Ελλάδας από το 1821 μέχρι σήμερα γνώρισε πολλές μεταβολές. Τα κυριότερα στάδια αυτού υπήρξαν τα εξής: Από το 1821-1833 οι διάφορες εθνοσυνελεύσεις καθόρισαν τη δημοκρατία ως πρώτο πολίτευμα της Ελλάδας. Από το 1833-1843 επικράτησε η απόλυτη μοναρχία, στην αρχή με τους Βαυαρούς αντιβασιλείς και μετά με τον Όθωνα. Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 επέβαλε τη συνταγματική μοναρχία, η οποία διατηρήθηκε μέχρι το 1862, οπότε με έξωση του Όθωνα καθιερώθηκε η βασιλευόμενη δημοκρατία, με πρώτο βασιλιά το Γεώργιο τον Α΄. Το 1924 εγκαθιδρύθηκε αβασίλευτη δημοκρατία και το 1935 έγινε παλινόρθωση της βασιλείας. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο εξακολούθησε να υπάρχει η βασιλευόμενη δημοκρατία, η οποία, ύστερα από το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967, καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την προεδρική δημοκρατία. Με το δημοψήφισμα του 1974 οριστικοποιήθηκε η απομάκρυνση του βασιλιά και η καθιέρωση της δημοκρατίας.

5) Θρησκεία. Μέχρι την εμφάνιση του χριστιανισμού και επί 2.000 περίπου χρόνια η ελληνική θρησκεία, όπως και ο πολιτισμός, δεν είχε μορφή σταθερή. Παρουσίασε εξελικτικά στάδια και διάφορες περιόδους. Έτσι έχουμε τη μυκηναϊκή, την ομηρική και ησιόδεια, την αρχαϊκή και κλασική, την ελληνιστική, την ελληνορωμαϊκή και τη λαϊκή θρησκεία και δεισιδαιμονία. Βασικό χαρακτηριστικό όλων αυτών των περιόδων είναι η ειδωλολατρία και η πολυθεΐα.

Η βαθμιαία σύγχυση και αποσύνθεση του αρχαίου κόσμου έφερε μαζί της και την πτώση της ειδωλολατρίας. Τη θέση της πήρε ο χριστιανισμός με το φλογερό κήρυγμα του αποστόλου Παύλου. Η νέα θρησκεία πέρασε από πολλές δοκιμασίες, ώσπου κατά τη βυζαντινή περίοδο καθιερώθηκε επίσημα. Η μακροχρόνια τουρκική κατοχή δεν κατόρθωσε να την εξαφανίσει. Και σήμερα εξακολουθεί να είναι επίσημη θρησκεία του κράτους ο ορθόδοξος χριστιανισμός. Τα 97,6% του πληθυσμού είναι χριστιανοί του ανατολικού δόγματος. Επίσημη Εκκλησία είναι η Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη της Ελλάδας, αλλά η Κρήτη εκκλησιαστικώς είναι αυτόνομη, η Δωδεκάνησος υπάγεται απευθείας στο οικουμενικό πατριαρχείο Κωσταντινουπολεως και το Άγιον Όρος πνευματικώς υπάγεται στο ίδιο πατριαρχείο, διοικητικώς όμως είναι αυτόνομο.

6) Παιδεία. Στην Ελλάδα η παιδεία είναι δημόσια ή ιδιωτική. Η πρώτη παρέχεται δωρεάν. Η προσχολική εκπαίδευση στα νηπιαγωγεία, από την ηλικία των 3,5 ετών, είναι προαιρετική. Ακολουθεί η εξαετής πρωτοβάθμια υποχρεωτική εκπαίδευση στα δημοτικά σχολεία και η μέση εκπαίδευση ή δευτεροβάθμια, στα γυμνάσια και τα λύκεια. Η τριετής φοίτηση στα γυμνάσια είναι επίσης υποχρεωτική. Η μέση εκπαίδευση χωρίζεται σε γενική, επαγγελματική και εκκλησιαστική. Λύκεια υπάρχουν ημερήσια και εσπερινά· στα πρώτα η φοίτηση είναι τριετής, ενώ στα δεύτερα τετραετής. Τα λύκεια διακρίνονται στους κλάδους α) γενικής κατεύθυνσης, β) πρότυπα κλασικά και γ) ναυτικής κατεύθυνσης. Στη μέση τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση ανήκουν τα α) τεχνικά λύκεια, β) τα επαγγελματικά λύκεια και γ) οι μέσες τεχνικές και επαγγελματικές σχολές. Στα λύκεια αυτά η φοίτηση είναι διάρκειας έξι ή οκτώ εξαμήνων, ανάλογα αν είναι ημερήσια ή νυχτερινή, και υπάρχουν διάφορα τμήματα εξειδίκευσης. Στις μέσες τεχνικές και επαγγελματικές σχολές η διάρκεια της φοίτησης είναι 1-4 εξάμηνα, αν είναι ημερήσιες, και 2-6 εξάμηνα, αν είναι νυχτερινές. Υπάρχουν και άλλες επαγγελματικές σχολές, με διάρκεια φοίτησης 2-3 χρόνια, εμπορικές, άλλων τομέων παροχής υπηρεσιών, γεωργικές, ναυτικές και καλών τεχνών, η δε εκκλησιαστική εκπαίδευση παρέχεται σε εκκλησιαστικά φροντιστήρια, γυμνάσια και λύκεια.

Η τριτοβάθμια εκπαίδευση χαρακτηρίζεται ως ανώτερη και ανώτατη. Στην πρώτη ανήκουν τα Τ.Ε.Φ.Α.Α., οι σχολές οικιακής οικονομίας, οι σχολές νηπιαγωγών, οι παιδαγωγικές ακαδημίες, σχολές τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, όπως τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Τ.Ε.Ι.), μετονομασία των παλιότερων Κ.Α.Τ.Ε.Ε., κ.ά. Στη δεύτερη ανήκουν τα πανεπιστήμια, τα πολυτεχνεία και ορισμένες ακόμα σχολές, όπως η Ανώτατη Εμπορική και η Πάντειος Σχολή Πολιτικών Επιστημών. Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα έχουν πλήρη διοικητική αυτοτέλεια και αποτελούν νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου.

Η φοίτηση στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα διαρκεί 2-3 χρόνια και στα ανώτατα 4-6 χρόνια.

Γ) ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η ελληνική οικονομία γνώρισε στις δεκαετίες μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο μια βαθιά διαφοροποίηση και γρήγορη ανάπτυξη, δεν κατόρθωσε όμως να ολοκληρώσει το μετασχηματισμό της, με τη δημιουργία αποδοτικής γεωργίας σ΄ όλους τους τομείς, κτηνοτροφίας που να καλύπτει τις ανάγκες της χώρας και προπαντός της βιομηχανίας, η οποία να μειώσει την εξάρτηση από το εξωτερικό και να παράγει προϊόντα ανταγωνιστικά των ξένων στις διεθνείς αγορές.

Οι λόγοι της καθυστέρησης αυτής, της οποίας οι συνέπειες είναι αισθητές, ήταν πολλοί: Έλλειψη προηγούμενης βιομηχανικής παράδοσης, ανεπάρκεια κεφαλαίων, παρασιτική παραοικονομία, μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων και βραχυπρόθεσμα κερδοσκοπικός χαρακτήρας των δραστηριοτήτων τους, υπερκαταναλωτικές τάσεις του πληθυσμού και ιδιαίτερα των ευπορότερων τάξεων, πολιτική αστάθεια και έλλειψη εμπιστοσύνης στο μέλλον της ελληνικής οικονομίας, κακή χρήση της αποταμίευσης, γιγαντισμός ενός ανεξέλεγκτου εσωτερικού εμπορίου, μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή, ελεεινές δημόσιες υπηρεσίες, γραφειοκρατικές, χαμηλότατης απόδοσης, κ.λ.π.

Παρά τους ανασταλτικούς αυτούς παράγοντες, παρατηρήθηκε γενικά σημαντική πρόοδος και η Ελλάδα έπαψε να είναι μια υποανάπτυκτη γεωργική χώρα, πράγμα που επέτρεψε την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Η συμμετοχή της στην οργάνωση αυτή προηγμένων χωρών της Ευρώπης θα μπορούσε να είχε ευεργετικά αποτελέσματα, αν γινόταν έντονη και μεθοδική προσπάθεια εκσυγχρονισμού της ελληνικής οικονομίας και της δημόσιας διοίκησης, από την ένταξη όμως στην Ε.Ο.Κ. μέχρι σήμερα χάθηκε πολύτιμος χρόνος και οι προοπτικές εμφανίζονται δυσοίωνες.

ΓΕΩΡΓΙΑ

Το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής γεωργίας είναι ο μεγάλος αριθμός των εκμεταλλεύσεων και, κατά συνέπεια, η μικρή έκταση του γεωργικού κλήρου, που μαζί με τον κατατεμαχισμό του κάνουν αδύνατη την ορθολογιστική καλλιέργεια και αντιοικονιμική τη χρήση μηχανικών μέσων.

Οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις έχουν -στη μεγάλη πλειονότητά τους- οικογενειακό χαρακτήρα. Ένα σημαντικό μέρος των εκμεταλλεύσεων (250.080 στρέμ.) δεν επιδίδεται στην εντατική ετήσια καλλιέργεια και σε εκτάσεις 3.377.410 στρεμμάτων εφαρμόζεται η μέθοδος της αγρανάπαυσης.

Η μεγάλη πλειονότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων (788.344 στρέμ.) διαθέτει γη έκτασης μικρότερης από 50 στρέμματα, χωράφια συνολικής έκτασης 50-100 στρεμμάτων διαθέτουν μόνο 149.864 εκμεταλλεύσεις, ενώ πάνω από 100 στρέμματα διαθέτουν μόνο 60.668 εκμεταλλεύσεις. Η μικρή, κατά μέσο όρο, έκταση του γεωργικού κλήρου αποτελείται, τις περισσότερες φορές, από πολλά αγροτεμάχια, πράγμα που δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την ορθολογιστική καλλιέργεια. Για ένα σύνολο 24.009.000 στρεμμάτων αροτραίων καλλιεργειών χρησιμοποιήθηκαν 260.788 γεωργικοί ελκυστήρες, 6.505 θεριζοαλωνιστικές μηχανές, 5.387 θεριστικές μηχανές, 893 αλωνιστικές, 34.799 σπαρτικές σιταριού και 19.590 σπαρτικές άλλων φυτών.

Σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία του έτους 1994, οι εκτάσεις των καλλιεργειών στο σύνολο της χώρας, μαζί με αυτές της αγρανάπαυσης (4.935.000 στρέμ.) και τις συγκαλλιέργειες, ήταν 40.466.000 στρέμματα, από τα οποία το 22.710.000 στρέμματα των πεδινών περιοχών, τα 10.136.000 των ημιορεινών και τα 7.621.000 των ορεινών.

Από τις εκτάσεις αυτές αρδεύτηκαν συνολικά 10.296.000 στρέμματα, από τα οποία 7.410.000 ήταν των πεδινών περιοχών, 1.711.000 των ημιορεινών και 1.175.000 των ορεινών.

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, οι αροτραίες καλλιέργειες κάλυπταν 24.009.000 στρέμματα, 1.299.000 στρέμματα καλλιεργήθηκαν με λαχανικά και γενικά κηπευτικά είδη, τα αμπέλια καλλιεργήθηκαν σε 1.777.000 στρέμματα και οι δενδρώνες κάλυπταν έκταση 8.489.000 στρεμμάτων.

Όπως είναι φυσικό, το μεγαλύτερο μέρος των αροτραίων καλλιεργειών και των κηπευτικών βρίσκεται στις πεδινές περιοχές, ενώ τα αμπέλια καλλιεργούνται σε ίση περίπου έκταση στις πεδινές περιοχές, από τη μία μεριά, και στις ημιορεινές και ορεινές, από την άλλη· αντίθετα το μεγαλύτερο μέρος των δενδρώνων βρίσκεται στις ημιορεινές και τις ορεινές περιοχές.

Από τις περιοχές της Ελλάδας, τη μεγαλύτερη έκταση της γεωργικής γης (9.850.000 περίπου στρέμματα, σχεδόν το 30% του συνόλου της χώρας) έχει η Μακεδονία και ακολουθούν η Πελοπόννησος, η Στερεά (με την Εύβοια), η Θεσσαλία, η Κρήτη, η Θράκη, τα νησιά του Αιγαίου, η Ήπειρος και τα νησιά του Ιονίου.

Στο σύνολο σχεδόν της χώρας καλλιεργείται το σιτάρι, αλλά ιδιαίτερα στην κεντρική Θεσσαλία, τις πεδινές περιοχές της δυτικής Μακεδονίας, το ανατολικό και βόρειο τμήμα της κεντρικής Μακεδονίας και στην πεδιάδα του Έβρου.

Τα ζαχαρότευτλα καλλιεργούνται στην κεντρική και την ανατολική Μακεδονία, τη Θεσσαλία και την πεδιάδα του Έβρου, ενώ το βαμβάκι στην κεντρική Μακεδονία και την ανατολική Στερεά, σε μικρότερη έκταση και στην ανατολική Μακεδονία, τη Θεσσαλία και τη νότια Ήπειρο.

Το ρύζι καλλιεργείται προπαντός στην ανατολική Μακεδονία και τη δυτική Μακεδονία, το δυτικό τμήμα της Ηπείρου κ.ά. περιοχές.

Η καπνοκαλλιέργεια είναι διαδομένη στις περιοχές της Ξάνθης (όπου παράγονται οι εκλεκτότερες ποιότητες), του Αγρινίου και της Κατερίνης, αλλά και σε ολόκληρη τη δυτική Στερεά, την ανατολική Μακεδονία, τη Θεσσαλία και περιοχές των νομών Ροδόπης, Κιλκίς και Κοζάνης.

Τα οπωροφόρα δέντρα -προπαντός ροδακινιές και μηλιές- καλλιεργούνται σε μεγάλη έκταση στους νομούς Ημαθίας και Πέλλας, αλλά και σε άλλες περιοχές, όπως στο νομό Μαγνησίας, στη βόρεια παράκτια Πελοπόννησο, τη δυτική Μακεδονία και την Κρήτη, όπου ευδοκιμούν εξαιρετικά τα εσπεριδοειδή, που παράγονται επίσης στις περιοχές της Άρτας, της Κορινθίας, της Αργολίδας και της Λακωνίας.

Αμπέλια καλλιεργούνται σε πολλά μέρη της χώρας, στην Πελοπόννησο, την Κρήτη, την ανατολική Στερεά και την Εύβοια, σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου και προπαντός τη Σάμο, τη δυτική Μακεδονία και την περιφέρεια της κεντρικής, την Ήπειρο, την περιοχή της Καβάλας και της Θεσσαλονίκης -όπου παράγονται μεγάλες ποσότητες επιτραπέζιων σταφυλιών- τα Εφτάνησα κ.ά. Σταφίδες παράγονται ειδικότερα στα βόρεια και δυτικά τμήματα της Πελοποννήσου, καθώς και στην Κρήτη.

Η ελιά καλλιεργείται σ΄ όλα σχεδόν στα μέρη της Ελλάδας που έχουν ήπιο κλίμα και περισσότερο στην περιοχή της Άμφισσας, την ανατολική Κρήτη, την Αττική, τη Χαλκιδική, τη Μαγνησία, τη νότια Πελοπόννησο, τα παράλια της Ηπείρου και τα νησιά Εύβοια, Θάσο, Μυτιλήνη, Κέρκυρα, Λευκάδα και Κάρπαθο.

Λαχανικά καλλιεργούνται παντού και προπαντός στην πεδιάδα της Θεσσαλονίκης και την Κρήτη, όπου παράγονται πρώιμα είδη, που πουλιούνται ευκολότερα και σε αυξημένες τιμές. Εξάλλου επεκτείνονται διαρκώς οι καλλιέργειες κηπευτικών σε θερμοκήπια, ενώ η παραγωγή των προϊόντων αυτών αυξάνεται χάρη και στα πολλά αρδευτικά έργα που πραγματοποιούνται.

Εδώ θα πρέπει να αναφερθεί η σχεδιαζόμενη εκτροπή των νερών του Αχελώου, που θα αυξήσει τις αρδευόμενες εκτάσεις του Θεσσαλικού κάμπου.

Τα δύο τρίτα περίπου των αροτραίων καλλιεργειών είναι σιταριού και ακολουθούν το κριθάρι και το καλαμπόκι. Το 1992, που ήταν ευνοϊκή χρονιά για τα περισσότερα δημητριακά, η παραγωγή μαλακού σιταριού έφτασε τους 2.251.352 τόνους και του σκληρού τους 788.048 τόνους. Η παραγωγή του καλαμποκιού ήταν 1.549.789 τόνοι, του κριθαριού 823.041 τόνοι, του ρυζιού 82.470 τόνοι, της βρόμης 81.540 τόνοι και της σίκαλης 11.389 τόνοι. Η παραγωγή κεχριού και σόργου ήταν μικρή.

Στα όσπρια την πρώτη θέση έχουν τα φασόλια, με 31.703 τόνους. Ακολουθούν τα ρεβίθια (10.460 τόνοι), τα κουκιά (7.890 τόνοι), η φακή (5.833 τόνοι), η φάβα (2.165) και τα μπιζέλια. Η παραγωγή κτηνοτροφικών οσπρίων ανήλθε, το 1992 πάντοτε, σε 14.600 τόνους συνολικά.

Σπουδαιότερα από τα βιομηχανικά φυτά είναι τα ζαχαρότευτλα, με παραγωγή 2.452.321 τόνων, το βαμβάκι, με παραγωγή (σύσπορα) 308.480 τόνων, και ο καπνός, αρδευτικός και ξερικός, συνολικής ποσότητας 138.386 τόνων. Σπόροι ηλιοτροπίου (ηλίανθος) παράγονται σε διαρκώς μεγαλύτερες ποσότητες (27.195 τόνοι το 1993), ενώ σημαντική είναι και η παραγωγή αραχίδων (9.830 τόνοι, τον ίδιο χρόνο).

Καλλιεργούνται επίσης πολλά κτηνοτροφικά φυτά για το χόρτο τους (τριφύλλι, βίκος, κριθάρι, βρόμη, καλαμπόκι, σόργο κ.ά.), οι κτηνοτροφές όμως γενικά δεν επαρκούν για τις ανάγκες της κτηνοτροφίας.

Καρπούζια (609.343 τόνοι το 1993) και πεπόνια (109.817 τόνοι) παράγονται σε σημαντικές ποσότητες. Από τα άλλα κηπευτικά σημαντικότερες είανι οι ντομάτες (1.868.795 τόνοι), οι πατάτες (1.135.298 τόνοι), τα λάχανα (176.127 τόνοι), τα κρεμμύδια (135.778 τόνοι) και τα αγγουράκια (141.406 τόνοι). Σημαντική είναι και η παραγωγή κουνουπιδιών, μαρουλιών, πράσων και σπανακιού. Θα πρέπει ακόμα να αναφερθούν τα ραδίκια και τα αντίδια, τα νωπά κρεμμυδάκια, τα σκόρδα, τα χλωρά μπιζέλια και κουκιά, τα φασολάκια (76.235 τόνοι), τα κολοκυθάκια (79.657 τόνοι), οι μελιτζάνες (68.551 τόνοι), οι πιπεριές (73.046 τόνοι), ο μπάμιες (17.874 τόνοι), ο αρακάς, τα παντζάρια, τα καρότα (42.608 τόνοι), οι αγκινάρες (33.285 τόνοι), τα σπαράγγια (2.522 τόνοι) και οι φράουλες (9.863 τόνοι).

Από τα σταφύλια 746.495 τόνοι χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή κρασιού και 245.195 τόνοι καταναλώθηκαν νωπά, ενώ 176.578 τόνοι μετατράπηκαν σε σταφίδες.

Στις δενδρώδεις καλλιέργειες την πρώτη θέση έχει η ελιά· το 1992 η παραγωγή βρώσιμων καρπών ήταν 205.275 τόνοι, ενώ 1.577.953 τόνοι ελιών έδωσαν 343.842 τόνους ελαιολάδου.

Εσπεριδοειδή, και ιδιαίτερα πορτοκάλια, παράγονται σε μεγάλες ποσότητες (738.700 τόνοι το 1992)· ακολουθούν τα λεμόνια (178.795 τόνοι) και τα μανταρίνια (60.023 τόνοι), ενώ τα κίτρα, νεράντζια, φράπες και περγαμότα παράγονται σε μικρές ποσότητες.

Ενώ για τα πορτοκάλια καλύτερη χρονιά ήταν το 1992, για τα περισσότερα από τα άλλα φρούτα επικράτησαν ευνοϊκότερες συνθήκες το 1993 (σημειώνεται ότι δεν υπάρχουν κατά την έκδοση του παρόντος επίσημα μεταγενέστερα στοιχεία). Την τελευταία αυτή χρονιά, η παραγωγή ροδάκινων κάθε ποικιλίας έφτασε τους 495.275 τόνους, μήλων τους 308.002 τόνους, αχλαδιών τους 145.183 τόνους, βερίκοκων τους 136.897 τόνους, νωπών σύκων τους 30.907 τόνους και κερασιών τους 28.563 τόνους. Μικρότερη σημαντικά ήταν η παραγωγή κυδωνιών, βύσσινων, κορόμηλων και νωπών δαμάσκηνων.

Οι ξηροί καρποί, κατά σειρά ποσότητας, ήταν: τα αμύγδαλα (59.231 τόνοι), τα καρύδια (28.098 τόνοι), τα χαρούπια (24.415 τόνοι), τα ξερά σύκα (919.080 τόνοι), τα κάστανα (14.107 τόνοι), τα φουντούκια, τα φιστίκια και τα ξερά δαμάσκηνα (700 μόνο τόνοι).

Από τα άλλα γεωργικά προϊόντα αξίζει να αναφερθούν η μαστίχα (219 τόνοι το 1982), που παράγεται μόνο στη Χίο, τα ρόδια (4.778 τόνοι) και οι μπανάνες (3.158 τόνοι).

ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ

Η παραγωγή κρέατος και γενικά κτηνοτροφικών προϊόντων δεν επαρκεί για τις ανάγκες της χώρας. Κάθε χρόνο ξοδεύονται τεράστια ποσά -της τάξης των 100 δισεκατομμυρίων δραχμών- για τις εισαγωγές κρέατος. Ιδιαίτερα μεγάλη είναι η ανεπάρκεια της παραγωγής κρέατος βοοειδών, ενώ κατά καιρούς παρατηρείται κάποια αταξία στην αγορά του κρέατος αρνιών. Κατά τα τελευταία χρόνια εξαγγέλθηκαν κυβερνητικά μέτρα για τη βελτίωση των βοσκοτόπων και σε ορισμένες περιοχές πραγματοποιήθηκαν ήδη, συνήθως όμως αφορούν την εντατική προβατοαιγοτροφία και όχι την εκτροφή βοοειδών με σύγχρονες μεθόδους.

Παρά τις αδυναμίες της, η κτηνοτροφία έχει μεγάλη σημασία για την αγροτική οικονομία, της οποίας εξασφαλίζει ένα σημαντικό μερίδιο του προϊόντος. Βασικό ελάττωμά της είναι η μικρή παραγωγικότητα, λόγω της μη ορθολογιστικής εκμετάλλευσης, του μικρού μεγέθους των επιχειρήσεων, του σχετικά μικρού ακόμα ποσοστού ζώων, φυλών υψηλής απόδοσης, και της ανεπάρκειας της εγχώριας παραγωγής ζωοτροφών.

Κατά την απογραφή του 1991 υπήρχαν στην Ελλάδα 824.056 βοοειδή, 8.553.660 πρόβατα, 4.741.816 κατσίκες, 1.268.036 γουρούνια και 31.561.012 πουλερικά. Τα άλογα, μουλάρια και γαϊδούρια ήταν συνολικά 422.884.

Τα μισά σχεδόν από τα βοοειδή όλης της χώρας εκτρέφονται στη Μακεδονία, ενώ και η Θράκη, σχετικά με το μέγεθός της, είναι περιοχή σημαντικής κτηνοτροφίας βοοειδών.

Ενδεικτικά, για την εκτίμηση του μεγέθους των επιχειρήσεων, αναφέρουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων βοοειδών διαθέτει περίπου έξι ζώα μόνο η καθεμιά, ενώ γύρω στις 28.000 εκμεταλλεύσεις διαθέτουν λιγότερα από τόσα, 2.000 σχεδόν επιχειρήσεις έχουν περίπου 13 ζώα η καθεμιά και μόνο γύρω στους 1.100 εκτροφείς διαθέτουν κατά μέσο όρο δεκαπέντε ζώα ο καθένας. Οι λίγοι αυτοί αριθμοί δείχνουν την ανεπάρκεια της ελληνικής εντατικής κτηνοτροφίας βοοειδών και τις δυσκολίες για μια παραγωγική εκμετάλλευση.

Ανάλογα ανεπαρκής είναι και η γεωργική γη των κτηνοτροφικών επιχειρήσεων, η οποία στην πλειονότητα των περιπτώσεων έχει έκταση 20-100 στρεμμάτων.

Η πτηνοτροφία είναι αρκετά αναπτυγμένη, ιδιαίτερα των συστηματικών πτηνοτροφείων, που παρέχουν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, από άποψη ποιότητας όμως κρέατος και αβγών υπερτερούν τα πουλερικά «ελεύθερης βοσκής», όπως λέγεται.

Τα υπόλοιπα οικιακά ζώα και πτηνά εκτρέφονται σε πολύ μικρότερους αριθμούς: 1.776.283 κουνέλια, 1.400.901 περιστέρια, 157.653 ινδιάνοι, 105.091 πάπιες και 43.529 χήνες.

Στη διάρκεια ενός χρόνου (από το Νοέμβριο του ΄92 μέχρι και τον Οκτώβριο του ΄93) γεννήθηκαν 7.582.813 αρνάκια, 4.650.386 κατσικάκια, 2.231.549 γουρουνάκια και 366.956 μοσχαράκια.

Στη διάρκεια του 1993 η παραγωγή γάλακτος έφτασε την ποσότητα των 1.678.526 τόνων και κρέατος των 490.123 τόνων. Παρασκευάστηκαν 142.262 τόνοι τυριού, 10.215 τόνοι μυζήθρας, 4.430 τόνοι βουτύρου και 3.410 τόνοι κρέμας νωπής. Η παραγωγή αβγών ήταν περίπου 2,5 δισεκατομμύρια τεμάχια.

Η παραγωγή μαλλιού προβάτων ήταν 9.286 τόνοι και των δερμάτων 7.564.739 τεμάχια μικρών ζώων και 279.782 τεμάχια μεγάλων ζώων.

Η στασιμότητα της ελληνικής κτηνοτροφικής παραγωγής φαίνεται από τα γενικά στοιχεία της εξαετίας 1988-1993, κατά την οποία η παραγωγή κρέατος όχι μόνο δεν αυξήθηκε, αλλά σημειώθηκε και μικρή μείωση· η ποσότητα μάλιστα του βοδινού κρέατος μειώθηκε σημαντικά. Η παραγωγή του γάλατος και τυριού παραμένει στάσιμη, ενώ του βουτύρου μειώνεται.

ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΑ-ΣΗΡΟΤΡΟΦΙΑ

Η μελισσοκομία αποτελεί μάλλον περιθωριακή απασχόληση στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας και μόνο σε λίγες περιοχές έχει ιδιαίτερη σημασία όπως, η Θάσος, η Χαλκιδική και η Εύβοια. Η παραγωγή μελιού κυμαίνεται μεταξύ 10.000 και 12.000 τόνων το χρόνο και δεν επαρκεί για τις ανάγκες της χώρας, αν και οι κλιματικές συνθήκες και η φύση της ελληνικής χλωρίδας ευνοούν τη μελισσοκομία. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τα μελίσσια είναι εξίσου σχεδόν διαδομένα στις πεδινές, ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Και στον τομέα αυτόν παρατηρείται η ίδια αντιπαραγωγική διασπορά που χαρακτηρίζει ολόκληρη την ελληνική γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή, καθώς, στο σύνολο της χώρας, ο κάθε μελοσσοκόμος έχει, κατά μέσο όρο, 30 μόνο κυψέλες· πρέπει όμως να ειπωθεί ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των περιοχών της χώρας: εκεί όπου η μελισσοκομία αποτελεί μάλλον ερασιτεχνική απασχόληση, ο αριθμός των κυψελών ανά παραγωγό είναι μικρός, ενώ στα μέρη όπου ασκείται περισσότερο επαγγελματικά (Χαλκιδική, Θάσος) ο αριθμός των κυψελών ανά παραγωγό είναι σχετικά μεγάλος (100-140 κατά μέσο όρο).

Η σηροτροφία δεν έχει πλέον μεγάλη σημασία στην ελληνική αγροτική οικονομία, καθώς η παραγωγή χλωρών κουκουλιών κυμαίνεται γύρω στους 65-70 τόνους μόνο το χρόνο. Περιοχές με τη μεγαλύτερη παραγωγή είναι η Θεσσαλία, η κεντρική και ανατολική Μακεδονία και η Θράκη και προπαντός των νομών Τρικάλων, Θεσσαλονίκης, Σερρών και Έβρου.

ΔΑΣΟΚΟΜΙΑ

Η δασοκομία είναι ένας εντελώς παραμελημένος κλάδος της ελληνικής οικονομίας, αν και η ορεινή φύση του εδάφους της χώρας δεν επιτρέπει τις γεωργικές καλλιέργειες ούτε στο ένα τρίτο της έκτασής του και επομένως το δάσος θα πρέπει να έχει τη φροντίδα της πολιτείας όχι μόνο για την τεράστια οικολογική σημασία του, αλλά και για την αξιοποίηση των περιοχών που δεν προσφέρονται για άλλες δραστηριότητες.

Οι αναδασώσεις που πραγματοποιούνται είναι εντελώς ανεπαρκείς και πιθανότατα δεν αναπληρώνουν ούτε τις απώλειες λόγω των συχνών πυρκαγιών.

Σήμερα τα δάση καλύπτουν λιγότερο από το 20% του εδάφους της Ελλάδας και πολλά απ΄ αυτά έχουν ακόμη υποστεί και ποιοτική υποβάθμιση· είναι αραιά, φτωχά σε ξυλεία και προσβλημένα από έντομα. Και αυτών όμως των λίγων δασών δε γίνεται συστηματική εκμετάλλευση, λόγω της έλλειψης δασικών δρόμων, της ανεπάρκειας των δασικών υπηρεσιών και της κρατικής γραφειοκρατίας.

Η ετήσια παραγωγή «στρογγυλής» ξυλείας κυμαίνεται συνήθως γύρω στις 750.000 κυβικά μέτρα μόνο, ενώ η ποσότητα των καυσόξυλων είναι περίπου 700.000 τόνοι. Παράγονται επίσης γύρω στις 30.000 τόνοι ξυλανθράκων και περίπου 120.000 τόνοι ξυλώδους υλικού από θάμνους. Στα δασικά προϊόντα συγκαταλέγεται και η ρίγανη (2.000-4.000 τόνοι το χρόνο) και το τσάι του βουνού (700-1.000 τόνοι).

Τα περισσότερα δάση βρίσκονται στη Μακεδονία, τη μεγαλύτερη όμως δασική κάλυψη, σχετικά με την έκτασή της, έχει η Θράκη.

ΑΛΙΕΙΑ

Η αλιεία έχει αρκετά μεγάλη σημασία για την ελληνική οικονομία, η ανάπτυξή της όμως δεν είναι ανάλογη με την έκταση των ελληνικών ακτών και το μέγεθος γενικά της ναυτιλίας. Τα αλιεύματα δεν επαρκούν για την εσωτερική αγορά και τα καλύτερα ψάρια πουλιούνται σε απαγορευτικές τιμές. Πέρα απ΄ αυτό, οι ψαράδες δεν τηρούν συχνά τους κανόνες προστασίας των αλιευμάτων και το παράνομο ψάρεμα, με πολύ πυκνά δίχτυα και άλλες ανεπίτρεπτες μεθόδους, συντελεί στην καταστροφή του αλιευτικού πλούτου.

Με τον εκσυγχρονισμό της αλιείας θα μπορούσε, ως ένα βαθμό, να αυξηθεί η παραγωγή, περισσότερες όμως δυνατότητες παρουσιάζει η ως τώρα παραμελημένη υπερπόντια αλιεία. Μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης παρουσιάζει η ιχθυοτροφία, λόγω της ύπαρξης εξαιρετικά ευνοϊκών γι΄ αυτή θαλάσσιων κλειστών κόλπων, όπως ο Αμβρακικός.

Κατά την πενταετία 1988-1992 ο αριθμός των σκαφών υπερπόντιας αλιείας παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητος, κατά το 1993 όμως αυτός εμφανίζει σημαντική μείωση και δεν απομένουν παρά 30 πλοία, από τα οποία τα 28 είχαν δύναμη μηχανών μεγαλύτερη από 500 ίππους.

Ο συνολικός αριθμός των αλιευτικών σκαφών κατά την παραπάνω περίοδο αυξήθηκε κατά πολύ και το 1993 υπήρχαν 5.469 πλοία, από τα οποία τα 845 ήταν της χαρακτηριζόμενης ως μέσης αλιείας, στη Μεσόγειο και τα ανοιχτά των ελληνικών πελαγών. Η κατηγορία αυτή εμφάνισε μικρή άνοδο και το 1993 περιλάμβανε 348 μηχανότρατες, 350 γρι-γρι και 147 μεικτά σκάφη, με ισχύ μηχανών, στις περισσότερες περιπτώσεις, 150-500 ίππους. Τον ίδιο χρόνο υπήρχαν 779 τράτες παράκτιας αλιείας και 3.815 διάφορα άλλα αλιευτικά, κατηγορία που σημείωσε τη μεγαλύτερη αριθμητική αύξηση.

Το 1993 απασχολήθηκαν επαγγελματικά με την αλιεία 11.741 άτομα, έναντι 9.337 το 1987. Παρά τη σημαντική αυτή αύξηση, καθώς και των αλιευτικών σκαφών, που προαναφέρθηκε, η ποσότητα των αλιευμάτων μειώθηκε κατά 7.700 τόνους και δεν ήταν παρά 89.500 τόνοι. Αν η μείωση αυτή οφείλεται στην εξάντληση των αλιευμάτων, το μέλλον της ελληνικής αλιείας διαγράφεται πολύ σκοτεινό.

Χαρακτηριστικό της ελληνικής αλιείας προϊόν είναι οι σπόγγοι, που μαζεύονται από το βυθό από ειδικούς δύτες, που συνήθως κατάγονται από την Κάλυμνο. Ο αριθμός τους παρουσιάζει μείωση κατά την τελευταία δεκαετία (230 το 1994). Μικρότερος είναι και ο αριθμός των σκαφών (55), με πλήρωμα τεσσάρων περίπου ανδρών το καθένα.

Η παραγωγή παρουσιάζει σημαντικές ετήσιες αυξομειώσεις και γενικά σταθερή μείωση, το προϊόν όμως διατίθεται σε ικανοποιητικές τιμές, εξαιτίας της πολύ καλής ποιότητάς του και της έλλειψης ανταγωνισμού στις διεθνείς αγορές. Κατά τη δεκαετία 1985-94 μεγαλύτερη ήταν η παραγωγή του 1989 (48.903 κιλά) και μικρότερη του 1994 (29.000 κιλά).

ΟΡΥΚΤΑ

Το ελληνικό υπέδαφος περιέχει πολλά ορυκτά, τα περισσότερα όμως απ΄ αυτά δε βρίσκονται σε μεγάλες ποσότητες ή η περιεκτικότητα των κοιτασμάτων δεν είναι ικανοποιητική, ώστε να είναι δυνατή η οικονομική εκμετάλλευση.

Σπουδαιότερα από τα ορυκτά, σχετικά με την αξία της συνολικής παραγωγής τους, το 1993, είναι το πετρέλαιο, που αντλείται από τη θαλάσσια περιοχή του Πρίνου της Θάσου, ο λιγνίτης, η μεγαλύτερη ποσότητα του οποίου εξορύσσεται στην περιοχή της Πτολεμαΐδας, στη δυτική Μακεδονία, ο βωξίτης, στη Φωκίδα και δυτική Βοιωτία, και ο λευκόλιθος (μαγνησίτης) στη Χαλκιδική.

Σημασία έχουν επίσης τα μεταλλεύματα σιδηρονικελίου, χρωμίου, μαγγανίου και θειούχα, καθώς και ο αμίαντος. Αξιόλογη είναι και η αξία των λατομικών προϊόντων, της πέτρας, της άμμου και των μαρμάρων, της θηραϊκής γης, της κίσηρης, του γύψου, του καολίνη, του μπεντονίτη και του περλίτη.

Σε διεθνή κλίμακα, σημαντική είναι η παραγωγή βωξίτη, ένα μέρος του οποίου κατεργάζεται στην Ελλάδα μέχρι το τελικό προϊόν, το αλουμίνιο. Αξιόλογη είναι και η ποσότητα των μεταλλευμάτων νικελίου, με σημαντικές επίσης διακυμάνσεις, αλλά σε συνεχή γενικά άνοδο. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για το μαγνησίτη.

Σε μικρότερες ποσότητες παράγονται εμπλουτισμένα μεταλλεύματα σιδηροπυρίτη, χρωμίτη, σφαλερίτη, γαληνίτη, μαγγανίου και βαριτίνης.

Γενικά η παραγωγή των κυριότερων ορυκτών και λατομικών προϊόντων παρουσιάζει σχεδόν συνεχή αύξηση, με εξαίρεση το βωξίτη, του οποίου η παραγωγή παραμένει στο επίπεδο του 1970. Με βάση το έτος αυτό, η παραγωγή του λιγνίτη είχε υπερτριπλασιαστεί το 1994, των μεταλλευμάτων σιδήρου και χρωμίου είχε υπερδιπλασιαστεί, του μαγνησίτη σημείωσε αύξηση 58% και των μεικτών θειούχων ορυκτών και βαριτίνης αυξήθηκε κατά 30%. Τα οικοδομικά υλικά και γενικά τα λατομικά προϊόντα παρουσίασαν κατά την περίοδο αυτή αύξηση μόνο 35% και αυτό λόγω της ύφεσης στον κατασκευαστικό τομέα κατά τα τελευταία χρόνια.

Τέλος, θα πρέπει να αναφερθούν οι δεκαπέντε αλυκές της Ελλάδας, των οποίων η συνολική παραγωγή το 1994 ήταν 132.707 τόνοι αλατιού.

Στα ορυχεία, λατομεία, πετρελαιοπηγές και αμμοληψίες απασχολούνται γύρω στα 21.000 άτομα, το ένα τέταρτο των οποίων στα λιγνιτωρυχεία· το ίδιο περίπου ποσοστό εργάζεται και στα λατομεία οικοδομικών υλικών, ενώ στα μεταλλεία γύρω στα 9.000 άτομα.

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Κατά τη μεταπολεμική περίοδο και ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ΄60 η ελληνική βιομηχανία παρουσίασε σημαντικό ρυθμό ανάπτυξης, μεταβάλλοντας τον προηγουμένως αγροτικό χαρακτήρα της οικονομίας· η ανάπτυξη όμως της βιομηχανίας υπήρξε απρογραμμάτιστη και άτακτη, αφορώντας κυρίως τομείς χαμηλής τεχνολογίας και μονάδες μικρού δυναμικού, με ελάχιστη ανταγωνιστικότητα στις ξένες αγορές, αλλά και στην εσωτερική πολλές φορές, ιδιαίτερα μετά την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τη μείωση των εισαγωγικών δασμών.

Συνέπεια της συχνά μέτριας ποιότητας των ελληνικών βιομηχανικών προϊόντων, αλλά και μιας αδικαιολόγητης ξενομανίας του καταναλωτικού κοινού, είναι η προτίμηση των εισαγόμενων προϊόντων, πράγμα που δυσχεραίνει τη βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας. Άλλα εμπόδια σ΄ αυτήν είναι η στενότητα της εσωτερικής κεφαλαιοαγοράς, η έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού -συνέπεια του χαμηλού επιπέδου της τεχνικής εκπαίδευσης, ιδιαίτερα της μέσης- η κρατική γραφειοκρατία και τα ελλείμματα του δημόσιου τομέα, η πολιτική ένταση, ο πληθωρισμός, οι δυσκολίες συνεργασίας των επιχειρηματιών και η μυωπική βραχυπρόθεσμα κερδοσκοπική νοοτροπία τους.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ακόμη και σε περίοδο μικρής αύξησης των μισθών -όπως για παράδειγμα κατά το πρόσφατο σταθεροποιητικό οικονομικό πρόγραμμα της κυβέρνησης- και επομένως του κυριότερου συντελεστή του κόστους, παρατηρούνται σε πολλά προϊόντα, τα οποία δεν ελέγχονται αγορανομικά, τεράστιες αυξήσεις της τιμής, πολλαπλάσιες από το γενικό δείκτη του πληθωρισμού.

Για όλους αυτούς τους λόγους, και άλλους ακόμη, παρατηρείται κατά τα τελευταία χρόνια στασιμότητα ή και μείωση της ελληνικής βιομηχανικής παραγωγής και αύξηση της ανεργίας. Όπως ειπώθηκε, παρατηρείται ανισορροπία στη διάρθρωση της βιομηχανίας, με υπεροχή της ελαφράς βιομηχανίας και ιδιαίτερα της απλής μεταποίησης των αγροτικών προϊόντων.

Διαδομένη είναι επίσης η υφαντουργία, η κατασκευή ενδυμάτων και υποδημάτων, η επιπλοποιία και η κατασκευή απλών αντικειμένων οικιακής χρήσης. Η χημική βιομηχανία παρουσιάζει κάποια ανάπτυξη, πολλά χημικά προϊόντα όμως και προπαντός φαρμακευτικά και καλλυντικά κατασκευάζονται με την άδεια και τις συνταγές ξένων οίκων, πράγμα που αποτελεί ανασχετικό παράγοντα για την έρευνα και διαιωνίζει την οικονομική εξάρτηση της Ελλάδας από το εξωτερικό. Η βαριά βιομηχανία και η βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας παρουσιάζουν μεγάλη καθυστέρηση και μόνο στον τομέα της παραγωγής όπλων γίνονται ορισμένες προσπάθειες, όχι αρκετές όμως για να εξασφαλίσουν την αμυντική αυτοδυναμία της χώρας.

Ανισορροπία παρουσιάζεται και στη γεωγραφική κατανομή της βιομηχανικής δραστηριότητας, με υπερβολική συγκέντρωση στην περιφέρεια της πρωτεύουσας και, σε μικρότερο βαθμό, της Θεσσαλονίκης. Λιγότερο σημαντικές βιομηχανικές περιοχές είναι η υπόλοιπη Αττική, η Αχαΐα και ιδιαίτερα η Πάτρα, η Ημαθία, η Βοιωτία, μέρος της Εύβοιας και οι αστικές ζώνες της Λαμίας, της Λάρισας, του Βόλου, των Σερρών, της Καβάλας, της Κορίνθου και του Ηρακλείου.

Κατά την απογραφή του 1988 (τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν συνοπτικά δημοσιευμένα στοιχεία) υπήρχαν συνολικά 128.988 βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις, που απασχολούσαν 671.496 άτομα. Απ΄ αυτά τα 281.821 εργάζοναν στην περιφέρεια της πρωτεύουσας, όπου όμως το βιομηχανικό δυναμικό αυξήθηκε ελάχιστα σε σχέση με το τέλος της προηγούμενης πενταετίας (1.997 άτομα), σε αντίθεση με την υπόλοιπη χώρα (65.457 περισσότεροι εργαζόμενοι).

Η μεγάλη πλειονότητα των μεταποιητικών επιχειρήσεων (109.291 το 1988) είναι ασήμαντες βιοτεχνίες που δεν απασχολούν περισσότερα από τέσσερα άτομα· πέντε μέχρι δεκαεννιά άτομα απασχολούσαν 15.609 επιχειρήσεις, είκοσι μέχρι 99 εργαζομένους είχαν καθεμιά από 3.337 επιχειρήσεις και μόνο 751 βιομηχανικές μονάδες είχαν περισσότερους από 100 εργαζομένους.

Η βιομηχανική παραγωγή παρουσίασε σημαντική αύξηση μέχρι το 1979. Το 1980 σημειώθηκε πολύ μικρή αύξηση και από τότε μέχρι και το 1984 παρατηρήθηκε μείωση, που, όπως φαίνεται, συνεχίζεται μέχρι και το 1987. Μικρή αύξηση -κατά την περίοδο 1980-84- υπήρξε μόνο στους κλάδους της ποτοποιίας, του καπνού, των εκτυπώσεων και εκδόσεων, των ειδών από ελαστικό ή πλαστικές ύλες, των χημικών προϊόντων και των μεταλλικών προϊόντων (πλην μηχανών).

Αναλυτικότερα, αναφέρονται παρακάτω μερικά από τα σπουδαιότερα σε ποσότητα βιομηχανικά προϊόντα (σε παρένθεση η παραγωγή του 1993 σε τόνους, αν δεν αναγράφεται άλλη μονάδα, των επιχειρήσεων με περισσότερους από τέσσερις εργαζομένους).

Από τα επεξεργασμένα κτηνοτροφικά προϊόντα αξίζει να αναφερθούν τα αλλαντικά (28.788), το τυρί (37.063), το γιαούρτι (43.193) και τα παγωτά (18.344). Από τα γεωργικά προϊόντα παράγονται φυσικοί χυμοί φρούτων (28.076), συμπυκνωμένοι (11.279) και ζαχαρούχοι (20.245), κομπόστες (153.561), σπορέλαια (59.100), μαγειρικά λίπη (42.799), ζυμαρικά (77.422), ζάχαρη (297.522), μελάσα (102.650), σοκολάτα (14.479), μπισκότα (33.283), ζωοτροφές (634.209), άνυδρο οινόπνευμα (24.463), μπράντι (13.436), ούζο (18.816), εμφιαλωμένα κρασιά (98..929) και μη εμφιαλωμένα (205.725), μπίρα (284.680), αναψυκτικά με χυμούς φρούτων (98.345), τσιγάρα (περ. 24 δισεκατομ. τεμ.).

Κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα είναι τα νήματα κάθε είδους (203.921), υφάσματα (78.664), κλινοσκεπάσματα (8.109), κλωστές (2.985), κάλτσες (περ. 90 εκατομ. τεμ.), πλεχτά εσώρουχα (περ. 69 εκατομ. τεμ.), πλεχτά ενδύματα (περ. 47 εκατομ. τεμ.), μάλλινοι τάπητες (1.038.000 τετρ. μέτρα), άλλοι τάπητες και μοκέτες (5.292.000 τετρ. μέτρα), φλοκάτες (4.029), σάκοι (12.155), σκοινιά (3.864).

Κατασκευάστηκαν ακόμη 12.599.000 ζεύγη δερμάτινων υποδημάτων και 49.707.000 εξωτερικών ενδυμάτων από ύφασμα.

Η βιομηχανία ξύλου, μεταξύ των άλλων, κατασκεύασε 60.827.000 τ.μ. κόντρα-πλακέ, 1.056.000 τ.μ. παρκέ, 14.671.000 τ.μ. καπλαμάδων, 417.382.000 τ.μ. μοριοσανίδων και παρασχιδοσανίδων, καθώς και 42.265.000 τ.μ. πηχοσανίδων (πλακάζ)· επίσης 9 εκατομ. περ. κιβώτια και 21 εκατομ. τελάρα. Κατασκευάστηκαν ακόμη 295 λυόμενες κατοικίες, κυρίως από ξύλο.

Τα μεταλλικά έπιπλα έφτασαν τον αριθμό των 1.197.000 τεμαχίων.

Κύρια προϊόντα της χαρτοβιομηχανίας είναι το χαρτί γραφής (40.273), συσκευασίας (79.296) και υγείας (86.755), το χαρτόνι (50.920) και τα κιβώτια και κουτιά (61.078).

Από τα επεξεργασμένα δέρματα περισσότερα ποσοτικά είναι τα σολοδέρματα (1.952) και τα πανωδέρματα (2.705.000 τ.μ.), ενώ τα δέρματα ενδυμάτων φτάνουν τα 249.000 τ.μ. και τα υπόλοιπα τα 1.859.000 τ.μ.

Τα πλαστικά είδη οικιακής χρήσης παράγονται σε σημαντικές ποσότητες (9.754) και σε μεγαλύτερες ακόμη τα είδη συσκευασίας (87.000), οι πλαστικοί σωλήνες (58.755) και τα οικοδομικά πλαστικά είδη (12.545).

Από τα χημικά προϊόντα, σε σημαντικές ποσότητες παράγεται το ανθρακικό ασβέστιο (18.795), το θειικό αργίλιο (18.295), το θειικό νάτριο (7.173), το υποχλωριώδες νάτριο (23.093), το θειικό οξύ (1.015.971), το νιτρικό (439.986), το υδροχλωρικό (40.499) και το φωσφορικό (298.926).

Το σύνολο των λιπασμάτων ξεπερνά τα 2 εκατομ. τόνους· σε μεγάλες επίσης ποσότητες (98.187) παράγονται και οι πλαστικές ύλες και συνθετικές ρητίνες, οι συνθετικές ίνες (24.858), τα λιπαρά οξέα (8.276), το κολοφώνιο (7.526) και το νέφτι (1.913).

Από τα αέρια βιομηχανικής σημασίας, σπουδαιότερη είναι η παραγωγή αζώτου (166 εκατομ. κυβ. μέτρα), υδρογόνου (315 εκατομ. κυβ. μέτρα), αιθυλενίου (12.949), αμμωνίας (275.943), οξυγόνου (περ. 205 εκατομ. κυβ. μέτρα) και χλωρίου (26.342).

Βερνίκια, ελαιοχρώματα και στιλβώματα παράγονται στην ποσότητα των 59.912 τόνων.

Τα φαρμακευτικά προϊόντα (πλην των κτηνιατρικών) ήταν, το 1993 πάντοτε, αξίας 19,4 δισεκατομ. δρχ. Τα γεωργικά φάρμακα (16.960) έφτασαν την αξία των 4,2 δισεκατομ. δρχ.

Άλλα χημικά προϊόντα είναι τα καλλυντικά και προϊόντα καθαρισμού: σαπούνια (14.502) και απορρυπαντικά (114.971), οι κόλλες (47.489), οι εκρηκτικές ύλες (22.554) και τα σπίρτα (151 εκατομ. κουτιά).

Από τα διυλιστήρια αργού πετρελαίου παράγεται βενζίνη (1.575.243), διάφορα είδη πετρελαίου (10.985.628), νάφθα (830.504) και καύσιμα αέρια (445.226). Άλλα προϊόντα πετρελαίου είναι τα ορυκτέλαια (110.131), η άσφαλτος (174.323) και μονωτικά υλικά (5.725).

Προϊόντα μη μεταλλοφόρων ορυκτών είναι τα κεραμίδια (περ. 69 εκατομ. τεμ.), τα κοινά τούβλα (1,4 περ. δισεκατομ. τεμ.), τα τσιμεντότουβλα (περ. 34 εκατομ. τεμ.), τα πυρότουβλα (41.862), τα πυρίμαχα πλακίδια (19.509), οι υαλοπίνακες (39.483), οι φιάλες (77.933), τα γυαλικά οικιακής χρήσης, φωτιστικά κ.λ.π. (11.530), τα είδη οικιακής χρήσης από πορσελάνη (περ. 20 εκατομ.), τα είδη υγιεινής (928.000 τεμ.).

Σημαντικό προϊόν είναι το τσιμέντο (14.196.307), από το οποίο κατασκευάζονται επίσης γύρω στα 800 χλμ. σωλήνων και 353.000 στύλοι. Η παραγωγή άνυδρου ασβέστη ξεπερνά τους 300.000 τόνους, του γύψου είναι γύρω στους 40.000 τόνους και του θείου γύρω στους 25.000 τόνους.

Σπουδαιότερα μεταλλουργικά προϊόντα είναι οι χάλυβες (754.559), ο λευκοσίδηρος (40.297), ο σίδηρος για μπετόν (803.373), τα χαλυβδόφυλλα (281.639) και χαλυβδοταινίες (177.966), σωλήνες, φύλλα κ.ά. αντικείμενα από μόλυβδο (2.598), χαλκό (19.129) και ορείχαλκο (34.364). Σημαντική είνια η παραγωγή αλουμίνας (413.339), αλουμίνιου (157.935) και επεξεργασμένων μορφών του (82.140).

Προϊόντα από μέταλλο είναι οι σιδηροσωλήνες (239.767), τα σύρματα και πλέγματα (259.711), οικοδομικά και άλλα εξαρτήματα (25.787), διάφορα εργαλεία (378.000 τεμ.), θερμάστρες (133.047 τεμ.), μαγειρικά σκεύη (1.576), κουτιά λευκοσιδήρου (περ. 1,24 δισεκατομ. τεμ.), ηλεκτρόδια (75.118), ξυριστικές λεπίδες και μηχανές με λεπίδα (περ. 1,24 δισεκατομ. τεμ.) και φερμουάρ (2.725 χλμ.).

Μηχανές εσωτερικής καύσης παράγονται μόνο 6,5 περίπου χιλιάδες το χρόνο· λίγες είναι οι κλιματιστικές συσκευές (9.104 τεμ.), ενώ οι ηλιακοί θερμοσίφωνες παράγονται σε μεγαλύτερους αριθμούς (46.000 τεμ.).

Γεωργικά μηχανήματα κατασκευάζονται πολλών ειδών: άροτρα (8.150 τεμ.), ελκυστήρες (4.822 τεμ.), σπαρτικές μηχανές (1.726 τεμ.) και διάφορα άλλα(26.253 τεμ.).

Ο αριθμός των μηχανημάτων για οικοδομικές εργασίες, οδοποιία και λατομεία είναι μικρός, καθώς και αυτά της βιομηχανίας τροφίμων και της ξυλουργίας.

Παράγονται ακόμη αντλίες (54.305 τεμ.), ψεκαστήρες (34.548 τεμ.), πυροσβεστήρες (74.958 τεμ.), λέβητες (17.295 τεμ.), ηλεκτροκινητήρες (59.562 τεμ.), μετασχηματιστές (674.656 τεμ.), συσσωρευτές (323.000 τεμ.), ηλεκτρικά σύρματα και καλώδια (54.723), ηλεκτρικοί λαμπτήρες (περ. 26,2 εκατομ. τεμ.), μονωτικοί σωλήνες (27.231 χλμ.), τηλεφωνικές συσκευές (165.247 τεμ.), δέκτες τηλεόρασης (130.802 τεμ.), μετρητές ηλεκτρικού ρεύματος (313.347 τεμ.), διάφορες ηλεκτρικές συσκευές οικιακής χρήσης, όπως κουζίνες (141.056 τεμ.), πλυντήρια ρούχων (50.638 τεμ.), τοστιέρες (53.137 τεμ.), ψυγεία (149.769 τεμ.), αερόθερμα (24.274 τεμ.), απορροφητήρες (124.654 τεμ.), θερμάστρες και θερμαντικά σώματα (79.829 τεμ.), θερμοσυσσωρευτές (48.098 τεμ.) και θερμοσίφωνες (233.202 τεμ.).

Η Ελλάδα δε διαθέτει αξιόλογη βιομηχανία μεταφορικών μέσων· συμαρμολογούνται μόνο λίγα αυτοκίνητα (19.484 τεμ.), κατασκευάζονται αμαξώματα (13.126 τεμ.) και μοτοσικλέτες (17.135 τεμ.).

Παράγονται επίσης διορθωτικά κρύσταλλα για την όραση (περ. 1,5 εκατομ. τεμάχια), φωνογραφικοί δίσκοι (5,5 εκατομ. τεμ.), ένσφαιρες γραφίδες και μαρκαδόροι (929,6 εκατομ. τεμ.), αποτυπωτικό χαρτί (1.242), ομπρέλες (260.000 τεμ.) σύριγγες ενέσεων (περ. 27,8 εκατομ. τεμ.) και βελόνες ενέσεων (17,1 εκατομ. τεμ.).

ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ

Ο τομέας των οικοδομικών κατασκευών παρουσίασε μεγάλη δραστηριότητα κατά τα μεταπολεμικά χρόνια, στα τέλη όμως της δεκαετίας του '70 παρατηρήθηκε κάποια ύφεση, που στα επόμενα χρόνια πήρε το χαρακτήρα ανησυχητικής κάμψης. Ο συνολικός όγκος των νέων οικοδομών μειώθηκε από τα 57,6 εκατομ. κυβ. μέτρα του 1990 στα περίπου 34,0 εκατομ. κυβ. μέτρα του 1994. Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η μείωση του όγκου των προσθηκών σε ήδη υπάρχοντα κτίρια.

Το 1994 κατασκευάστηκαν 39.121 νέες οικοδομές, με συνολικό αριθμό ορόφων 61.777. Η πτώση της δραστηριότητας ήταν μεγαλύτερη στις αστικές περιοχές και ιδιαίτερα στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ενώ στις ημιαστικές ήταν κάπως μικρότερη και στις αγροτικές ακόμη πιο μικρή.

ΕΝΕΡΓΕΙΑ

Η μόνη αξιόλογη πηγή ενέργειας της χώρας είναι τα κοιτάσματα του λιγνίτη, ενώ το υδροηλεκτρικό δυναμικό είναι περιορισμένο και τα υγρά καύσιμα ανεπαρκή. Οι ανάγκες της ηλεκτρικής ενέργειας αυξάνονται με γρήγορο ρυθμό και καλύπτονται με δυσκολία, χάρη και στις εισαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος από τις βόρειες γειτονικές χώρες. Μεγάλη είναι η εξάρτηση της Ελλάδας από τις εισαγωγές πετρελαίου, παρά την αύξηση της ποσότητας του λιγνίτη που εξορύσσεται.

Κατά την απογραφή του 1988 εργάζονταν στον τομέα του ηλεκτρισμού 19.846 άτομα και του φωταερίου 494 άτομα, ενώ το 1994 εργάζονταν στον τομέα του ηλεκτρισμού 21.480 άτομα. Στη διάρκεια της εικοσαετίας 1970-1990 η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε κατά 5,5 περίπου φορές φτάνοντας το ετήσιο ποσό των 22,8 δισεκατομμυρίων ωριαίων κιλοβάτ. Το μεγαλύτερο ποσοστό (19,9 δισεκατομ. ΚWh περίπου) ήταν θερμικής προέλευσης και το υπόλοιπο υδροηλεκτρικής.

Σε σχέση με την παραγωγή του 1969 εκείνη του 1994 ήταν αυξημένη κατά 11,6 φορές περίπου. Αντίθετα η παραγωγή φωταερίου φθίνει και από τα 12,0 εκατομ. κυβ. μέτρα του 1975 έφτασε στα 8,5 εκατομ. κυβ. μέτρα του 1993.

Από την εγκαταστημένη ισχύ των 6.715.228 κιλοβάτ (1994), τα 2.838.000 παράγονται στο νομό Κοζάνης. Στην κατανάλωση πρώτη έρχεται η περιφέρεια της πρωτεύουσας, που απορροφά περισσότερο από το ένα τρίτο της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας.

ΕΜΠΟΡΙΟ

Εξωτερικό εμπόριο. Το εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας παρουσιάζει χρόνιο παθητικό, πολύ μεγάλο μάλιστα, αφού συνήθως οι εξαγωγές δεν καλύπτουν ούτε το μισό της αξίας των εισαγωγών. Το 1984, αν και σχετικά ευνοϊκό για το εξωτερικό εμπόριο, άφησε παθητικό 541.204.000.000 δραχμών, γενικά όμως, αν απαλειφθούν οι ετήσιες διακυμάνσεις, παρατηρείται μια αργή βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου κατά το ποσοστό κάλυψης των εισαγωγών από τις εξαγωγές. Το ποσοστό αυτό, από 30% περίπου της δεκαετίας το ΄60 και το 40% της επόμενης, πλησιάζει το 50% κατά τη δεκαετία του ΄80, το φτάνει μάλιστα το 1984.

Η Ελλάδα, χώρα μικρή και με περιορισμένες παραγωγικές δυνατότητες, με χαμηλή τεχνολογία γενικά και ασήμαντη βαριά βιομηχανία, εισάγει όλων των ειδών τα προϊόντα και ιδιαίτερα μεταφορικά μέσα, μηχανολογικό εξοπλισμό, ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, οπτικά είδη, συσκευές και αντικείμενα οικιακής χρήσης, αργό πετρέλαιο, πρώτες ύλες, ξυλεία, χαρτί, τρόφιμα, και ιδιαίτερα κρέας και βούτυρο, καθώς και πολλά άλλα προϊόντα, όπως ενδύματα, παρότι υπάρχει υπερεπάρκειά τους εγχώριας κατασκευής και ικανοποιητικής ποιότητας.

Το μεγαλύτερο σχετικά μέρος των ελληνικών εισαγωγών προέρχεται από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (50%) και ιδιαίτερα από την Ομοσπονδιακή Γερμανία (16,6%), την Ιταλία (9,6%) και Γαλλία (6,9%).

Το ποσοστό των εισαγωγών από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης είναι 8,6%, με πρώτη τη Ρωσία (5,3%), από τις ασιατικές χώρες 20,3%, με πρώτη την Ιαπωνία (7,6%), από τις αφρικανικές 11,2%, τις αμερικανικές 4,7%, τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές 3% και την Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία 0,6%.

Ανάλογος είναι και ο προορισμός των ελληνικών εξαγωγών, με τη διαφορά ότι οι χώρες της Ε.Ο.Κ. έχουν μεγαλύτερο ποσοστό -σε σχέση με τις εισαγωγές- και οι πετρελαιοεξαγωγικές χώρες και η Ιαπωνία μικρότερο.

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα απορροφά το 57% των ελληνικών εξαγωγών, οι ασιατικές χώρες το 15,5%, οι αμερικανικές το 9,1% (8,3% μόνο οι Η.Π.Α.), οι αφρικανικές το 8,2%, οι ανατολικοευρωπαϊκές το 5,9%, οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές το 3,5% και οι άλλες το 0,8%.

Η Ελλάδα εξάγει βιομηχανικά είδη (45,1% του συνόλου των εξαγωγών), τρόφιμα και ζώα (22%), ορυκτά, πετρελαιοειδή κ.λ.π. (10,1%), άλλες πρώτες ύλες (7,2%), έλαια και λίπη (3,8%), ποτά και καπνό (4,6%), χημικά προϊόντα (4,0%), μηχανήματα και μεταφορικό υλικό (2,5%).

Σε σχέση με την αξία τους, σπουδαιότερα από τα τρόφιμα που εξάγονται είναι τα τυριά, τα παρασκευασμένα ψάρια και οστρακοειδή, οι κτηνοτροφές, και προπαντός το σιτάρι, το αλεύρι και τα παρασκευάσματα από δημητριακά, τα παρασκευασμένα και νωπά λαχανικά και τα νωπά, ξερά ή παρασκευασμένα φρούτα.

Τα ξερά φύλλα καπνού και τα οινοπνευματώδη ποτά είναι επίσης αξιόλογα εξαγωγικά προϊόντα, καθώς και τα ακατέργαστα δέρματα και το βαμβάκι.

Από τις άλλες πρώτες ύλες, σημαντική είναι η αξία των μεταλλευμάτων και άλλων ορυκτών. Γίνονται επίσης μεγάλες εξαγωγές ραφιναρισμένων πετρελαιοειδών και μικρότερες ακατέργαστου πετρελαίου.

Αξιόλογη είναι και η αξία των φυτικών ελαίων που εξάγονται, των ιατρικών και φαρμακευτικών προϊόντων, διάφορων ανόργανων χημικών ενώσεων, λιπασμάτων και πλαστικών υλών.

Άλλα εξαγωγικά προϊόντα, που αξίζει να αναφερθούν, είναι τα κατεργασμένα δέρματα και γουναρικά, λάστιχα, χαρτί και χαρτόνι.

Πολύ σημαντική είναι η αξία των κλωστών και νημάτων που εξάγονται, των υφασμάτων, των ενδυμάτων και των υποδημάτων, ενώ μικρότερη, αλλά όχι ασήμαντη, των ταπήτων και συναφών ειδών. Εξάγονται ακόμη μεγάλες ποσότητες τσιμέντου και ασβέστη, καθώς και κεραμικών οικοδομικών υλικών, σε μικρότερες όμως ποσότητες.

Αξιόλογη είναι και η αξία του χυτοσιδήρου και άλλων μορφών σιδήρου και χάλυβα, των λαμαρινών, των σωλήνων, του χαλκού, του αλουμινίου, των μεταλλικών δοχείων και κατασκευών και των ειδών οικιακής χρήσης από μέταλλα.

Από τα μηχανήματα και συσκευές που εξάγονται, μόνο οι αντλίες, ο τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός, τα ηλεκτρολογικά υλικά και τα ρυμουλκά αυτοκινήτων παρουσιάζουν κάποιο ενδιαφέρον, ενώ από τα υπόλοιπα είδη σημασία έχουν τα έντυπα, αντικείμενα από πλαστικά υλικά, τα παιχνίδια, τα κοσμήματα και τα πυροβόλα όπλα και πυρομαχικά.

Εσωτερικό εμπόριο. Χαρακτηριστικά του εμπορίου στο εσωτερικό της χώρας είναι ο τεράστιος αριθμός των καταστημάτων και το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, με δύο περίπου άτομα προσωπικό, κατά μέσο όρο. Ο μεγαλύτερος αριθμός των καταστημάτων ανήκει στον κλάδο των ειδών διατροφής και σ΄ εκείνον της ενδυμασίας-υπόδησης· πολλά είναι και τα καταστήματα επίπλων, διακοσμητικών ειδών, φωτισμού και συναφών.

ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ

Στον τομέα των συγκοινωνιών έχουν επιτελεστεί στη χώρα σημαντικές πρόοδοι κατά τις τελευταίες δεκαετίες, ιδιαίτερα στις οδικές και αεροπορικές, ενώ οι σιδηρόδρομοι παρουσιάζουν στασιμότητα και η ακτοπλοΐα δεν εξυπηρετεί ικανοποιητικά όλες τις παράκτιες περιοχές και τα νησιά.

Σιδηρόδρομοι. Το μήκος του σιδηροδρομικού δικτύου είναι μόνο 2.479 χλμ., μικρότερο ακόμη και από ό,τι ήταν πριν από τον πόλεμο. Ακόμη, μόνο τα 1.565 χλμ. των γραμμών έχουν το κανονικό διεθνές πλάτος. Στασιμότητα ποσοτική, και για ορισμένες κατηγορίες αμαξών μείωση, παρουσιάζει και το τροχαίο υλικό του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδας (Ο.Σ.Ε.).

Οδικές μεταφορές. Το εθνικό δίκτυο έχει συνολικό μήκος 8.792 χλμ., από τα οποία 8.544 χλμ. είναι ασφαλτοστρωμένα και τα 6.642 χλμ. βρίσκονται σε καλή κατάσταση. Το επαρχιακό οδικό δίκτυο έχει μήκος 28.877 χλμ., από τα οποία τα 16.537 χλμ. είναι ασφαλτοστρωμένα.

Εμπορική ναυτιλία. Ο εμπορικός στόλος έχει μεγάλη σημασία για την ελληνική οικονομία, κατέχοντας μία από τις πρώτες θέσεις στον κόσμο. Μετά το 1981 το μέγεθος του, από άποψη συνολικής χωρητικότητας, παρουσίασε σημαντική μείωση, ενώ ο αριθμός των πλοίων άρχισε να μειώνεται ένα χρόνο νωρίτερα.

Το 1994 ο ελληνικός εμπορικός στόλος περιλάμβανε 2.788 πλοία, συνολικής χωρητικότητας 32.335.000 κ.ο.χ. (κόροι ολικής χωρητικότητας). Από αυτά τα 2.174 ήταν φορτηγά και δεξαμενόπλοια, τα 338 επιβατικά και 276 μεικτά ή διάφορα.

Ο ελληνικής ιδιοκτησίας εμπορικός στόλος αποτελούσε το 1975 το 12,6% του συνόλου του παγκόσμιου στόλου· το 1984 το ποσοστό αυτό δεν ήταν παρά 10,0% και τα ελληνικής ιδιοκτησίας πλοία ήταν 3.417, συνολικής χωρητικότητας 41.739.000 κ.ο.χ.

Αν και ο ελληνικός εμπορικός στόλος ανανεώθηκε αρκετά κατά τα τελευταία χρόνια, περιλαμβάνει ακόμη πολλά παλιά πλοία, στα οποία τα πληρώματα εργάζονται κάτω από δύσκολες συνθήκες.

Εξάλλου, η κρίση στις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές προκάλεσε τον παροπλισμό πολλών ελληνικών πλοίων.

Πολιτική αεροπορία. Η μικρή έκταση της Ελλάδας και το μέτριο γενικά βιοτικό επίπεδο των κατοίκων αποτελούν ανασχετικούς παράγοντες στην ανάπτυξη των αεροπορικών μεταφορών στο εσωτερικό, η κίνηση όμως βρίσκεται σε διαρκή άνοδο.

Τα αεροδρόμια με τη μεγαλύτερη κίνηση είναι, κατά σειρά, της Αθήνας -όπου, παράλληλα με του Ελληνικού, άρχισε και η λειτουργία του αεροδρομίου των Σπάτων, προς το παρόν για την εξυπηρέτηση των ειδικά ναυλωμένων αεροσκαφών ("τσάρτερ")- της Θεσσαλονίκης, της Ρόδου, του Ηρακλείου και της Κέρκυρας.

Μοναδική ελληνική αεροπορική εταιρία είναι η Ολυμπιακή Αεροπορία (με τη θυγατρική της Ολυμπιακή Αεροπλοΐα, που πραγματοποιεί ορισμένες εσωτερικές πτήσεις). Σπουδαιότερες σε κίνηση επιβατών, από τις 41 εσωτερικές γραμμές της, είναι κατά σειρά η Αθήνας-Θεσσαλονίκης, Αθήνας-Ηρακλείου και Αθήνας-Ρόδου, σημαντικά είναι όμως και τα δρομολόγια από την πρωτεύουσα προς τα Χανιά και αντίστροφα, την Κέρκυρα, τη Μυτιλήνη, την Αλεξανδρούπολη, την Κω, τη Σάμο και τη Χίο.

Τα περισσότερα δρομολόγια έχουν ως αφετηρία την Αθήνα· από τη Θεσσαλονίκη υπάρχει αεροπορική συγκοινωνία επίσης με τα Γιάννενα, τη Λήμνο, τη Μυτιλήνη, τη Ρόδο, την Κέρκυρα και το Ηράκλειο.

Για τις διεθνείς αερογραμμές, το αεροδρόμιο της Αθήνας είναι ένα από τα σπουδαιότερα σε κίνηση σ΄ ολόκληρο τον κόσμο.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ

Ταχυδρομεία. Η διακίνηση του ταχυδρομείου ήταν μέχρι το 1970 έργο μιας κρατικής υπηρεσίας, που υπαγόταν απευθείας στο υπουργείο Συγκοινωνιών, κατόπι όμως αυτή συγκροτήθηκε σε έναν ανεξάρτητο κρατικό οργανισμό, που λειτουργεί ως ανώνυμη εταιρία, με την ονομασία ΕΛΤΑ (Ελληνικά Ταχυδρομεία). Κύρια εργασία τους είναι η παραλαβή, διαλογή και επίδοση ταχυδρομικών αντικειμένων (επιστολών, δεμάτων και εντύπων), προσφέρουν όμως και άλλες υπηρεσίες, όπως η έκδοση και πληρωμή επιταγών, πληρωμή μισθών και συντάξεων κ.λ.π.

Ο αριθμός των μικρών ταχυδρομικών αντικειμένων που διακινούνται ανέρχεται σε αρκετές εκαντοντάδες εκατομμυρίων το χρόνο, ενώ της τάξης των εκατομμυρίων είναι ο αριθμός των δεμάτων και των επιταγών.

Τα Ελληνικά Ταχυδρομεία διαθέτουν ιδιαίτερη υπηρεσία για την πώληση γραμματοσήμων στους συλλέκτες, η οποία πραγματοποιεί σημαντικά έσοδα.

Τηλεπικοινωνίες. Οι τηλεφωνικές επικοινωνίες και η μετάδοση τηλεγραφημάτων είναι έργο του ΟΤΕ (Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδας), που λειτουργεί, με την ονομασία αυτή, ως ανεξάρτητος κρατικός οργανισμός από το 1949. Το τηλεφωνικό δίκτυο και γενικά οι τεχνικές εγκαταστάσεις του (πραγματοποιεί, μεταξύ των άλλων, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές αναμεταδόσεις) επεκτάθηκαν ταχύτατα και σήμερα εξυπηρετούν το σύνολο σχεδόν της χώρας.

Η γρήγορη αυτή ανάπτυξη δε συμβαδίζει πάντοτε με την τεχνική αρτιότητα και η κακή συντήρηση ή τοποθέτηση των γραμμών, καθώς και η υπερφόρτωση του δικτύου προκαλούν συχνές ανωμαλίες στις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις. Αντιστοιχούν περίπου 40 τηλεφωνικές γραμμές στους 100 κατοίκους, ένα ποσοστό που κατατάσσει την Ελλάδα μεταξύ των προηγμένων τηλεπικοινωνιακά χωρών.

Εκτός από τα τηλεφωνήματα, ο ΟΤΕ μεταδίδει κάθε χρόνο εκατομμύρια τηλεγραφημάτων και πραγματοποιεί έναν ακόμη μεγαλύτερο αριθμό συνδέσεων ΤΕLΕΧ. Επίσης, εξασφαλίζει την παράκτια ραδιοεπικοινωνία με τα πλοία.

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Χάρη στο κλίμα της, τις εκτεταμένες ωραίες ακτές, το πλήθος των νησιών, την ποικιλία και ωραιότητα του τοπίου, το πλήθος των ιστορικών μνημείων και το σημαντικό ξενοδοχειακό δυναμικό, η Ελλάδα είναι μία από τις αξιολογότερες τουριστικές χώρες και ο τουρισμός αποτελεί σημαντικό κλάδο της οικονομίας της.

Χάρη στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου της χώρας και την αύξηση της περιόδου των πληρωμένων διακοπών για τους εργαζόμενους, αναπτύχθηκε, παράλληλα με τον εξωτερικό, και ο εσωτερικός τουρισμός.

Η προαγωγή του τουρισμού στην Ελλάδα συντονίζεται και υποβοηθείται από τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.).

Το ρεύμα των επισκεπτών της χώρας, ξένων και Ελλήνων του εξωτερικού, βρίσκεται σε διαρκή άνοδο και η αύξησή του δεν ανακόπηκε παρά δύο μόνο φορές κατά τις τελευταίες δεκαετίες -προσωρινά άλλωστε-, λόγω της επιβολής της δικτατορίας, το 1967, και της ελληνοτουρκικής διένεξης, το 1974.

Οι περισσότεροι τουρίστες έρχονται κατά τη θερινή περίοδο και ιδιαίτερα από τον Ιούνιο μέχρι και το Σεπτέμβριο· Ιούλιος και Αύγουστος είναι οι μήνες της αιχμής της τουριστικής κίνησης, αλλά ικανοποιητικός είναι και ο αριθμός των αφίξεων κατά τους μήνες Απρίλιο, Μάιο και Οκτώβριο.

Για τη χρονική εξισορρόπηση του τουριστικού ρεύματος, καταβάλλονται προσπάθειες ανάπτυξης του χειμερινού τουρισμού, με την ίδρυση περισσότερων χιονοδρομικών κέντρων.

Το μεγαλύτερο μέρος των ξένων τουριστών έρχεται από τις ευρωπαϊκές χώρες και προπαντός από το Ηνωμένο Βασίλειο (Μ. Βρετανία), τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία. Αναλογικά με τον πληθυσμό τους, σημαντικοί πελάτες του ελληνικού τουρισμού είναι και η Αυστρία, η Δανία, η Ελβετία, η Νορβηγία, η Ολλανδία, η Σουηδία και η Φιλανδία.

Από την Αμερική, αξιόλογος αριθμός τουριστών έρχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά· από τις ασιατικές χώρες ενδιαφέρον για τον ελληνικό τουρισμό παρουσιάζουν η Ιαπωνία, η Τουρκία, το Ισραήλ, η Συρία και ο Λίβανος, ενώ από τις αφρικανικές η Αίγυπτος και η Νοτιοαφρικανική Ένωση και από τις υπόλοιπες η Αυστραλία.

Σπουδαιότερα κέντρα του εξωτερικού τουρισμού είναι η Αθήνα, η Ρόδος, η Κρήτη και η Κέρκυρα.

Δ) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

1) Προϊστορική περίοδος. Αν και πολύ λίγες πληροφορίες υπάρχουν σχετικά με τον παλαιολιθικό άνθρωπο της Ελλάδας, εντούτοις πιστεύεται ότι υπήρξε στον ελληνικό χώρο ανθρωπολογικός τύπος της απώτατης εκείνης περιόδου, που ανήκε στη νομαδική ή ημινομαδική κατηγορία. Αφθονία πληροφοριών όμως έχουμε για το νεολιθικό πολιτισμό της Ελλάδας (τέλος 7ης χιλιετηρίδας-μέσα 3ης χιλιετηρίδας). Στην Κρήτη διαπιστώθηκε παρουσία ανθρώπινης ζωής από την 6η ακόμα χιλιετηρίδα. Νεολιθικοί οικισμοί της 4ης χιλιετηρίδας ανακαλύφθηκαν στη Θεσσαλία, στη Βοιωτία, στην Αργολίδα κ.α. Οι τελευταίες ανασκαφές έφεραν στο φως νεολιθικά λείψανα και στην Αττική (Ακρόπολη, Ραφήνα, ακρωτήριο Αγίου Κοσμά). Τα σπίτια της περιόδου αυτής ήταν χτισμένα από πέτρες και πηλό και τα εργαλεία από λίθο, προπάντων της Μήλου. Με τη λήξη της περιόδου αυτής αρχίζει η εποχή του χαλκού, τα ευρήματα της οποίας αποκαλύπτουν ύπαρξη ζωής σ΄ ολόκληρο σχεδόν τον ελλαδικό χώρο με κέντρο πολιτισμού τις Κυκλάδες.

Οι λαοί που έζησαν κατά τις περιόδους αυτές στον ελλαδικό χώρο ονομάζονται με το κοινό όνομα Αιγαίοι, γιατί αναπτύχθηκαν γύρω από την περιοχή του Αιγαίου πελάγους. Λέγονται και Προέλληνες, γιατί έζησαν εδώ πριν από την άφιξη των Ελλήνων. Ανάλογα με τις περιοχές όπου αναπτύχθηκε ο πολιτισμός τους ονομάστηκε κρητικός ή μινωικός, κυκλαδικός, μυκηναϊκός κ.λ.π.

Η κάθοδος των ελληνικών φύλων στο χώρο της Ελλάδας αρχίζει από την προϊστορική εποχή. Πρώτοι έρχονται στις αρχές της 2ης χιλιετηρίδας οι Ίωνες. Ακολουθούν το 14ο και 13ο αι. π.Χ. οι Αιολοαχαιοί και τέλος οι Δωριείς τον 11ο αι. Παλαιότερα οι ιστορικοί δέχονταν ότι η κάθοδος των ελληνικών φύλων έγινε από το Βορρά. Νεότερες όμως έρευνες καταρρίπτουν την άποψη αυτή και υποστηρίζουν ότι αυτή έγινε από την Ανατολή και ότι ακολούθησε το θαλάσσιο δρόμο ανάμεσα από το νησιωτικό σύμπλεγμα του Αιγαίου.

Η εισβολή των Δωριέων αναστάτωσε κυριολεκτικά τον ελληνικό χώρο. Λαός ποιμενικός, οπλισμένος με σιδερένια όπλα οι Δωριείς κατέκλυσαν τη Θεσσαλία, τη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο και από εκεί κατευθύνθηκαν στα νησιά του Αιγαίου και στην Κρήτη. Τη δωρική εισβολή απέφυγε μόνο η Αττική, η Αρκαδία και για λίγο η Μεσσηνία. Ένα τμήμα Δωριέων εγκαταστάθηκε στη Λακωνία, όπου με το όνομα Σπαρτιάτες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ελληνική ιστορία.

Οι Δωριείς κατέστρεψαν τον πολιτισμό που είχαν αναπτύξει στο μεταξύ τα προηγούμενα ελληνικά φύλα και υπέταξαν τους κατοίκους της χώρας που κυρίευσαν. Μπροστά στη δωρική αυτή πλημμυρίδα πολλοί αναγκάστηκαν να μεταναστεύουν με κατεύθυνση τα νησιά του Αιγαίου και τα παράλια της Μ. Ασίας. Αλλά και Δωριείς άποικοι ακολούθησαν το μεταναστευτικό αυτό ρεύμα. Πρόκειται για τον πρώτο ελληνικό αποικισμό, με την ολοκλήρωση του οποίου οι Ελληνες παρουσιάστηκαν χωρισμένοι σε τέσσερις φυλές: Τους Αχαιούς, Δωριείς, Ίωνες και Αιολείς. Οι σπουδαιότερες από τις αποικίες της περιόδου αυτής ήταν η Κύμη, η Σμύρνη, η Ιωνική Δωδεκάπολη, η Δωρική Εξάπολη κ.ά.

2. Ιστορικοί χρόνοι. α) Αρχαϊκή εποχή (8ος-6ος αι. π.Χ.). Το σημαντικότερο γεγονός της εποχής αυτής υπήρξε η διαμόρφωση στον ελληνικό χώρο της πόλης-κράτους, η κατάργηση της βασιλείας και αργότερα η κυριάρχηση της τυραννίδας. Με τον καιρό αναδείχτηκαν δύο πόλεις: η αριστοκρατική Σπάρτη, η οποία μετά τους Μεσσηνιακούς πολέμους (734-724 και 645-628) κυριάρχησε σ΄ ολόκληρη την Πελοπόννησο, και η Αθήνα, η οποία προσανατολίστηκε προς το θαλάσσιο εμπόριο και τη μεταβολή της τυραννίδας σε δημοκρατία.

β) Δεύτερος ελληνικός αποικισμός (750-550 π.Χ.). Κατά την εποχή αυτή σημειώνεται και ισχυρή μεταναστευτική κίνηση, από την κυρίως Ελλάδα και από τις μικρασιατικές πόλεις, προς όλες τις κατευθύνσεις της Μεσογείου. Ιδρύονται αποικίες στα παράλια του Ελλήσποντου και του Εύξεινου Πόντου (Άβυδος, Λάμψακος, Κύζικος, Σινώπη, Τραπεζούντα, Ολβία, Ίστρος, Οδησσός, Ταναΐς, Φάσις κ.λ.π.), στις εκβολές του Νείλου (Ναύκρατη), στην Ισπανία (Μασσαλία, Μαινάκη), στην Κορσική (Αλαλία), στην Κάτω Ιταλία (Ελέα, Κύμη, Ρήγιο, Γέλα, Ακράγας, Τάρας κ.λ.π.), στη Σικελία (Ζάγκλη, Νάξος, Συρακούσες κ.λ.π.), στη Β. Αφρική (Κυρήνη, Βάρκα) κ.λ.π.

Τα αίτια της τεράστιας αυτής μετακίνησης ήταν κυρίως οικονομικά, όπως ανάγκη για την προμήθεια πρώτων υλών, ειδών διατροφής, αναζήτηση νέων εμπορικών δρόμων κ.λ.π. Άλλα αίτια ήταν ο υπερπληθυσμός, οι πολιτικές ανωμαλίες και η συνείδηση υπεροχής έναντι των βαρβάρων.

Τα αποτελέσματα του αποικισμού αυτού ήταν λαμπρά. Οι άποικοι κερδίζουν γρήγορα χρήματα, χτίζουν ωραίες πόλεις, δημιουργούν νέους όρους κοινωνικής και πολιτικής ζωής και αναπτύσσουν σημαντικό πνευματικό και καλλιτεχνικό πολιτισμό. Το κέντρο βάρους του ελληνικού πολιτισμού μετατοπίστηκε τώρα και στη Ν. Ιταλία και Σικελία, που για το πλήθος των αποικιών τους ονομάστηκαν «Μεγάλη Ελλάς».

γ) Περσικοί Πόλεμοι. Προς το τέλος του 6ου αι. π.Χ. οι Πέρσες υπέταξαν τις ελληνικές αποικίες της Μ. Ασίας και εγκατέστησαν σε καθεμία απ΄ αυτές τυράννους. Από τους τυράννους αυτούς ο Αρισταγόρας ο Μιλήσιος έπεσε στη δυσμένεια του Πέρση βασιλιά Δαρείου και ζήτησε να σωθεί με επανάσταση. Ξεσήκωσε σε επανάσταση λοιπόν τη Μίλητο (499 π.Χ.) εναντίον των Περσών και ζήτησε τη βοήθεια της μητροπολιτικής Ελλάδας. Η Σπάρτη αρνήθηκε, αλλά η Αθήνα και η Ερέτρια έστειλαν πλοία και στρατιώτες. Με τη βοήθεια αυτών οι Έλληνες της Μ. Ασίας πέτυχαν την άλωση των Σάρδεων. Η επιχείρηση όμως τελικά απέτυχε και ο Δαρείος, αφού υπέταξε και πάλι τις αποικίες και κατέστρεψε τη Μίλητο (493 π.Χ.), στράφηκε εναντίον της Αθήνας και της Ερέτριας, για να τις εκδικηθεί, επειδή βοήθησαν τους Ίωνες.

Η πρώτη εκστρατεία των Περσών στην Ελλάδα έγινε το 492 π.Χ. με αρχηγό το γαμπρό του Δαρείου Μαρδόνιο. Ο στρατός όμως αυτού έπαθε φοβερά δυστυχήματα στη Θράκη και ο στόλος του, ενώ περνούσε το ακρωτήριο του Άθω, έπεσε σε τρικυμία και έχασε 300 πλοία. Εξαιτίας της ζημίας αυτής ο Μαρδόνιος αναγκάστηκε να γυρίσει στην Ασία άπρακτος.

Η Β΄ περσική εκστρατεία έγινε από τη θάλασσα το 490 π.Χ. Αρχηγοί του νέου στρατού και στόλου ήταν ο Δάτης και ο Αρταφέρνης. Αυτοί, αφού κυρίευσαν την Ερέτρια της Εύβοιας, έπλευσαν στην Αττική και αποβιβάστηκαν 110.000 Πέρσες στο Μαραθώνα. Μπροστά σ΄ αυτούς αντιπαρατάχτηκαν 10.000 Αθηναίοι και 1.000 Πλαταιείς με αρχηγό τον Αθηναίο στρατηγό Μιλτιάδη. Τόση ήταν η ορμή των Ελλήνων, ώστε κατόρθωσαν να συντρίψουν το δεκαπλάσιο περσικό στρατό και να τον απωθήσουν στα πλοία. Στο πεδίο της μάχης μετρήθηκαν πάνω από 6.000 νεκροί Πέρσες και μόνο 192 Αθηναίοι. Από τα πλοία αιχμαλωτίστηκαν 7, ενώ τα υπόλοιπα έσπευσαν να καταλάβουν την ανυπεράσπιστη Αθήνα. Αλλά οι νικητές επέστρεψαν γρήγορα στην πόλη τους και ήταν παραταγμένοι στο προάστιο των Αθηνών Κυνόσαργες, όταν τα βαρβαρικά πλοία φάνηκαν μπροστά στο Φάληρο. Όταν είδαν οι Πέρσες αυτή την υποδοχή, χωρίς να επιτεθούν, στράφηκαν πίσω και γύρισαν στην Ασία άπρακτοι.

Η Γ΄ περσική εκστρατεία έγινε μετά το θάνατο του Δαρείου (480-479) από το γιο του Ξέρξη. Αυτός ξεκίνησε με 1.700.000 πεζούς και 80.000 ιππείς. Πέρασε τον Ελλήσποντο και κατευθυνόταν προς την Κεντρ. Ελλάδα, ενώ ο στόλος από 1.207 πολεμικά και 3.000 μεταγωγικά πλοία τον ακολουθούσε παραπλέοντας τα ελληνικά παράλια. Πίστευε, ότι χωρίς να πολεμήσει, με μόνο το πλήθος των δυνάμεών του, θα κατορθώσει να εξολοθρεύσει τους Έλληνες. Ο κίνδυνος, πραγματικά, ήταν πολύ μεγάλος. Γι΄ αυτό οι Σπαρτιάτες και οι Αθηναίοι κάλεσαν πανελλήνιο συνέδριο στον Ισθμό, το οποίο αποφάσισε να οργανώσει κοινή άμυνα.

Η Σπάρτη έστειλε έναν από τους βασιλείς της, το Λεωνίδα, με μικρό στράτευμα 7.200 ανδρών να φυλάξει τις Θερμοπύλες. Στην τελική φάση του αγώνα ο Λεωνίδας κράτησε μόνο 300 Σπαρτιάτες, 700 Θεσπιείς και 80 Μυκηναίους, που θυσιάστηκαν όλοι στο πεδίο της τιμής. Η θρυλική αυτή θυσία εμψύχωσε τους Έλληνες και ενίσχυσε το φρόνημά τους και την απόφασή τους να αγωνιστούν «μέχρις εσχάτων».

Οι Αθηναίοι από την άλλη μεριά εξόπλισαν μόνοι τους 127 τριήρεις, οι οποίες, μαζί με 144 πλοία των άλλων πόλεων, κατευθύνθηκαν προς το ακρωτήριο της Εύβοιας Αρτεμίσιο και εμπόδισαν τον περσικό στόλο να ενισχύσει τον Ξέρξη στις Θερμοπύλες. Μετά τη θυσία του Λεωνίδα και των στρατιωτών του, τα ελληνικά πλοία έφυγαν και συγκεντρώθηκαν στη Σαλαμίνα, ενώ ο Ξέρξης προχώρησε με το στρατό του μέχρι την Αττική και κατέστρεψε την Αθήνα, όπου ελάχιστοι κάτοικοι είχαν παραμείνει. Οι υπόλοιποι είχαν καταφύγει στη Σαλαμίνα. Συγχρόνως είχε φτάσει και ο περσικός στόλος στο Φαληρικό όρμο και διατάχτηκε από τον Ξέρξη να καταστρέψει τα ελληνικά πλοία. Επακολούθησε η περίφημη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.), η οποία έληξε με νίκη των Ελλήνων και καταστροφή των Περσών.

Ο ίδιος ο Ξέρξης επέστρεψε στην Περσία, αφήνοντας στην Ελλάδα το στρατηγό Μαρδόνιο με 300.000 άνδρες για να συνεχίσει τον πόλεμο. Το χειμώνα τον πέρασε ο Μαρδόνιος στη Θεσσαλία και το 479 π.Χ., μαζί με τους Θηβαίους που είχαν «μηδίσει», στρατοπέδευσε στις Πλαταιές. Εναντίον τους εκστράτευσε ο βασιλιάς της Σπάρτης Παυσανίας και στη μάχη, γνωστή ως μάχη των Πλαταιών, νίκησε τους Πέρσες και σκότωσε το Μαρδόνιο. Την ίδια μέρα και ο ελληνικός στόλος νίκησε τον περσικό απέναντι από τη Σάμο, κοντά στο ακρωτήριο της Μυκάλης. Έτσι ολοκληρώθηκε ο θρίαμβος και οι Σπαρτιάτες και οι άλλοι Πελοποννήσιοι αποχώρησαν από τη συμμαχία και τη συνέχιση του πολέμου ανέλαβαν οι Αθηναίοι επικεφαλής των άλλων Ελλήνων. Έτσι άρχισε η μεγάλη ακμή της Αθήνας.

δ) «Χρυσός αιώνας των Αθηνών». Το 478 π.Χ. ιδρύθηκε η ναυτική συμμαχία της Δήλου, στην οποία οι πόλεις-μέλη ήταν τυπικά ισότιμες, ουσιαστικά όμως όλο και περισσότερο υποτάσσονταν στους Αθηναίους. Κατά την περίοδο 478-431 π.Χ. η Αθήνα, κάτω από τη δυναμική ηγεσία του Αριστείδη, του Κίμωνα και κυρίως του Περικλή (443-429), γνώρισε το «χρυσό αιώνα» της ιστορίας της, έγινε το πρώτο πολιτικό και εκπολιτιστικό κέντρο της αρχαίας Ελλάδας και το ισχυρότερο ναυτικό κράτος. Ανέδειξε ακόμα το αρχαίο δημοκρατικό καθεστώς με την οριστική διαμόρφωση των νέων θεσμών, δηλ. της Βουλής, της Εκκλησίας του Δήμου και της Ηλιαίας.

ε) Πελοποννησιακός πόλεμος (431-404 π.Χ.). Η αύξηση της αθηναϊκής δύναμης και επιρροής μεταξύ του ελληνικού κόσμου προκάλεσε το φθόνο της Σπάρτης και οι δύο υπερδυνάμεις της εποχής εκείνης δεν άργησαν να συγκρουστούν. Ο πόλεμος που ακολούθησε κράτησε 27 χρόνια και υπήρξε ο σκληρότερος πόλεμος της ελληνικής ιστορίας.

Οι πολεμικές επιχειρήσεις διαιρούνται σε τρεις περιόδους: Αρχιδάμειος πόλεμος (431-421 π.Χ.), εκστρατεία της Σικελίας (415-413), Δεκελεικός πόλεμος (431-404).

Αρχιδάμειος πόλεμος. Το 431 π.Χ. οι Σπαρτιάτες εισέβαλαν στην Αττική και κατέστρεψαν την ύπαιθρο χώρα. Το χειμώνα του ίδιου χρόνου οι Αθηναίοι έθαψαν τους πρώτους νεκρούς τους και ο Περικλής εκφώνησε τον περίφημο «Επιτάφιο», που διέσωσε ο Θουκυδίδης στην ιστορία του και που αποτελεί στην ουσία έναν ύμνο στην αθηναϊκή δημοκρατία. Το 429 πέθανε ο Περικλής και το 428 αποστάτησε η Λέσβος από την αθηναϊκή συμμαχία. Ύστερα από τα δύο αυτά πλήγματα, οι Αθηναίοι με αρχηγό τον Κλέωνα είχαν μία επιτυχία, την κατάληψη της Πύλου και της Σφακτηρίας. Το 422 όμως ο Κλέων σκοτώθηκε στην Αμφίπολη, πολεμώντας εναντίον του Σπαρτιάτη στρατηγού Βρασίδα και τον επόμενο χρόνο (421) έγινε η «Νικίειος ειρήνη».

Η εκστρατεία της Σικελίας υπήρξε η πιο μεγάλη αποτυχία των Αθηναίων. Σ΄ αυτήν τους παρέσυρε ο Αλκιβιάδης, ο οποίος πίστευε ότι με την κατάληψη της Σικελίας θα πλεονεκτούσαν οι Αθηναίοι έναντι των Σπαρτιατών και ότι τελικά οι τελευταίοι θα υπέκυπταν. Οι Συρακούσιοι όμως νίκησαν τους Αθηναίους, από τις 40.000 των οποίων μόνο 7.000 σώθηκαν. Με τους άλλους, όσοι δε σκοτώθηκαν, επάνδρωσαν τα λατομεία τους οι νικητές.

Δεκελεικός πόλεμος. Το 431 οι Σπαρτιάτες εισέβαλαν στην Αττική και οχυρώθηκαν στη Δεκέλεια. Από το γεγονός αυτό πήρε το όνομά της και η περίοδος αυτή του πολέμου. Η μοναδική νίκη των Αθηναίων κατά την περίοδο αυτή ήταν η διάλυση του σπαρτιατικού στόλου κοντά στις Αργινούσες (406 π.Χ.). Οι πρωτεργάτες όμως της νίκης αυτής δεν πρόλαβαν να χαρούν για την επιτυχία τους, γιατί οι Αθηναίοι τους καταδίκασαν σε θάνατο, επειδή δεν είχαν κατορθώσει να περισυλλέξουν τους νεκρούς από τη θάλασσα. Ο Λύσανδρος όμως, που στη συνέχεια ανέλαβε την ηγεσία των Σπαρτιατών, καταναυμάχησε τους Αθηναίους στους Αιγός ποταμούς (405 π.Χ.) και ύστερα ήρθε στον Πειραιά και απέκλεισε την Αθήνα από τη θάλασσα. Αυτή ήταν και η τελευταία πολεμική ενέργεια. Ύστερα απ΄ αυτήν οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να παραδοθούν με εξευτελιστικούς όρους.

στ) Ηγεμονία της Σπάρτης (404-371 π.Χ.). Ο Λύσανδρος, μετά τη νίκη του επί των Αθηναίων, κατέλυσε όλες τις δημοκρατίες και επέβαλε ολιγαρχικά πολιτεύματα στις ελληνικές πόλεις. Στην Αθήνα εγκατέστησε τους «Τριάκοντα τυράννους» με αρχηγό τον Κριτία. Τον επόμενο χρόνο όμως ο Θρασύβουλος, με μικρή δύναμη φυγάδων πατριωτών, ανέτρεψε το τυραννικό καθεστώς των Τριάκοντα και επανέφερε τη δημοκρατία στην Αθήνα.

Το σπουδαιότερο γεγονός μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο υπήρξε η σύγκρουση της Σπάρτης με τους Πέρσες. Τα γεγονότα συνέβησαν ως εξής: Ο σατράπης της Λυδίας Κύρος αποφάσισε να εκθρονίσει τον αδερφό του Αρταξέρξη και να γίνει ο ίδιος βασιλιάς της Περσίας. Στο στρατό του υπήρχαν και 13.000 Έλληνες μισθοφόροι με αρχηγό τους το Χειρίσοφο. Στη μάχη κοντά στα Κούναξα νικήθηκε και σκοτώθηκε ο Κύρος (401 π.Χ.) και οι Έλληνες, ύστερα από πολλές περιπέτειες, κατόρθωσαν να φτάσουν στην Τραπεζούντα και από εκεί να περάσουν στη Θράκη. Την εκστρατεία αυτή και την επιστροφή ("Κάθοδος των μυρίων") περιγράφει στο έργο του «Κύρου Ανάβασις» ο Ξενοφώντας. Ο Αρταξέρξης όμως θέλησε να τιμωρήσει τους Έλληνες της Ιωνίας που είχαν υποστηρίξει τον Κύρο. Τότε οι Ίωνες ζήτησαν τη βοήθεια των Σπαρτιατών, οι οποίοι έσπευσαν αμέσως και νίκησαν τους Πέρσες, οι οποίοι όμως δεν παραιτήθηκαν από το σκοπό τους, μόνο που άλλαξαν τακτική. Ενίσχυσαν οικονομικά πολλές ελληνικές πόλεις και τους Αθηναίους και τους έστρεψαν εναντίον της Σπάρτης. Έτσι άρχισε νέος εμφύλιος πόλεμος, ο Βοιωτικός.

ζ) Βοιωτικός ή Κορινθιακός πόλεμος (395-387 π.Χ.). Πρώτη η Θήβα συμμάχησε με τους Πέρσες και στη συμμαχία αυτή πήραν μέρος μετά η Αθήνα, η Κόρινθος και το Άργος. Κατά το 394 π.Χ. νίκησαν τους Σπαρτιάτες στη μάχη της Αλιάρτου, όπου σκοτώθηκε ο αίτιος της σπαρτιατικής τυραννίας Λύσανδρος. Η Σπάρτη τότε κινδύνευσε πολύ και ανακάλεσε τον Αγησίλαο από την Ασία, ο οποίος, υπακούοντας στη φωνή της πατρίδας του, παραιτήθηκε από το σχέδιό του να ανατρέψει τον περσικό θρόνο. Πολεμώντας διέσχισε τη Θράκη και τη Μακεδονία και έφτασε στην Κορώνεια, όπου τον περίμεναν οι σύμμαχοι. Η μάχη ήταν δύσκολη για τους Σπαρτιάτες και ο Αγησίλαος γέμισε τραύματα, αλλά τελικά νίκησε (394 π.Χ.).

Η νίκη της Κορώνειας στερέωσε την ηγεμονία της Σπάρτης στην ξηρά. Αλλά ο Κόνωνας, ναύαρχος του αθηναϊκού και συμμαχικού στόλου, διατηρούσε την ηγεμονία στη θάλασσα (393 π.Χ.). Η Σπάρτη τότε, επειδή φοβήθηκε, με τον απεσταλμένο της Ανταλκίδα έκλεισε με τους Πέρσες την αισχρή «Ανταλκίδειο ειρήνη» (387 π.Χ.), σύμφωνα με την οποία υποτάχτηκαν στους Πέρσες όλες οι ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας, ακόμα και οι Κλαζομενές και η Κύπρος. Στους Αθηναίους επιτράπηκε να κρατήσουν μόνο την Ίμβρο, τη Λήμνο και τη Σκύρο. Όλες οι άλλες ελληνικές πόλεις αφήνονταν ελεύθερες.

η) Η ηγεμονία των Θηβών. Με τη βοήθεια του Σπαρτιάτη στρατηγού Φοιβίδα οι ολιγαρχικοί Θηβαίοι Λεοντιάδης και Αρχίας κατέλυσαν το 382 π.Χ. τη δημοκρατία στην πατρίδα τους και κάτω από τη σπαρτιατική προστασία κυβέρνησαν τυραννικά επί τρία χρόνια. Οι 400 όμως φυγάδες δημοκρατικοί επέστρεψαν στη Θήβα και με τη βοήθεια των Αθηναίων αποκατέστησαν τη δημοκρατία. Δύο μεγάλοι άνδρες ανέλαβαν τότε τη διακυβέρνηση των Θηβών, ο Πελοπίδας και ο Επαμεινώνδας, οι οποίοι ευνόησαν τη δημιουργία της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας (378 π.Χ.), γιατί σ΄ αυτήν στήριζαν τις ελπίδες τους για τη φθορά της Σπάρτης. Όταν όμως διαψεύστηκαν στις ελπίδες τους και η Αθήνα συμμάχησε με τη Σπάρτη, οι δύο συναρχηγοί μόνοι τους συνέχισαν τον πόλεμο εναντίον των Σπαρτιατών (371-362 π.Χ.). Το 371 π.Χ. σύντριψαν τους Σπαρτιάτες στα Λεύκτρα και ο Επαμεινώνδας εισέβαλε στην Πελοπόννησο κατά τον επόμενο χρόνο, απελευθέρωσε τη Μεσσηνία και περιόρισε τους Σπαρτιάτες στη Λακωνική. Έτσι οι Θηβαίοι έγιναν πια κυρίαρχοι της Ελλάδας. Το 363 π.Χ. όμως σκοτώθηκε ο Πελοπίδας, πολεμώντας στη Θεσσαλία εναντίον του τυράννου Αλέξανδρου του Φεραίου, και τον επόμενο χρόνο (362 π.Χ.) ο Επαμεινώνδας, στη μάχη της Μαντινείας, πολεμώντας εναντίον των Σπαρτιατών.

Μετά τη μάχη της Μαντινείας επικράτησε μεγαλύτερη ταραχή στην Ελλάδα από όση προηγουμένως. Ο πόλεμος αυτός υπήρξε ασφαλώς το τελευταίο πλήγμα της σπαρτιατικής ηγεμονίας, δε στερέωσε όμως τη θηβαϊκή εξουσία. Τον επόμενο χρόνο συμφώνησαν και έκαναν ειρήνη, σύμφωνα με τη συμβουλή που είχε αφήσει ο Επαμεινώνδας.

3) ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ. α) Ηγεμονία των Μακεδόνων. Οι εμφύλιοι πόλεμοι εξάντλησαν τις ελληνικές πόλεις. Η αναλαμπή της Σπάρτης και της Θήβας υπήρξε πρόσκαιρη και το καθεστώς της Αθήνας άρχισε και αυτό να φθείρεται ανεπανόρθωτα. Τότε παρουσιάστηκε στο προσκήνιο μία νέα δύναμη, το συγκεντρωτικό-στρατιωτικό κράτος των Μακεδόνων, που με επικεφαλής το Φίλιππο Β΄ (359-336), γιο του Αμύντα Γ΄, ήταν πεπρωμένο να καταλύσει τα καθεστώτα των άστεων, παρά τις προσπάθειές τους να δημιουργήσουν πλατύτερες πολιτικές ενότητες. Τα γεγονότα εξελίχτηκαν με μία ανεπανάληπτη ραγδαιότητα.

Το 357 π.Χ. ο Φίλιππος κατέλαβε την Αμφίπολη και την Πύδνα· το 356 π.Χ. την Ποτίδαια και τα μεταλλεία χρυσού της Θράκης· μετά κατέπνιξε την εξέγερση των Ιλλυριών, Παιόνων και Θρακών και εξασφάλισε έτσι τα βόρεια σύνορά του. Γι΄ αυτό, όταν κατά το Β΄ Ιερό πόλεμο (355-346 π.Χ.) οι Φωκείς εισέβαλαν στη Θεσσαλία, δέχτηκε την πρόσκληση των Θεσσαλών για βοήθεια και έτσι αναμείχτηκε στα πράγματα της νότιας Ελλάδας, γιατί αυτό εξυπηρετούσε τα επεκτατικά του σχέδια. Αφού λοιπόν έδιωξε τους Φωκείς, έγινε συγχρόνως κύριος όλης της Θεσσαλίας και εμφανίστηκε στα μάτια των Ελλήνων ως προστάτης του ιερού των Δελφών. Το 352 π.Χ. εκστράτευσε στη Θράκη και έφτασε μέχρι την Προποντίδα. Το 349 π.Χ. κατέλαβε την Όλυνθο, παρά την αντίδραση του Αθηναίου ρήτορα Δημοσθένη. Η αδιαφορία των Αθηναίων τον κατέστησε κύριο σ΄ ολόκληρη τη Χαλκιδική. Ύστερα από την επιτυχία του αυτή προσποιήθηκε το διαλλακτικό και έκλεισε με τους Αθηναίους τη Φιλοκράτειο ειρήνη (346 π.Χ.). Αμέσως μετά κατέλαβε τη Φωκίδα. Το 344 π.Χ. οι Θεσσαλοί τον εξέλεξαν άρχοντα και στη συνέχεια έγιναν σύμμαχοί του η Μεσσηνία, η Μεγαλόπολη, το Άργος, η Ήλιδα, η Εύβοια, η Ήπειρος και η Θράκη. Ο Γ΄ Ιερός πόλεμος (339 π.Χ.) έδωσε την ευκαιρία στο Φίλιππο να υποτάξει την Ελλάδα. Κατέλαβε την Άμφισσα και την Ελάτεια και άφησε να φανεί η πρόθεσή του για μία νέα αναμέτρηση οριστική με τη νότια Ελλάδα. Η αναμέτρηση έγινε στη Χαιρώνεια το 338 π.Χ., όπου συνέτριψε τους ενωμένους Αθηναίους, Θηβαίους, Φωκείς, Κορινθίους και Αχαιούς. Ύστερα υπέταξε όλη τη Νότια Ελλάδα και στις πόλεις διόρισε ολιγαρχικές κυβερνήσεις από «φιλιππίζοντες». Στο συνέδριο της Κορίνθου, που οργάνωσε αμέσως μετά, επέβαλε αναγκαστική πανελλήνια ένωση, της οποίας φρόντισε να διοριστεί αρχηγός ο ίδιος. Ύστερα από την επιτυχία του αυτή και ενώ διοργάνωνε εκστρατεία εναντίον των Περσών, δολοφονήθηκε την άνοιξη του 336 π.Χ.

β) Μέγας Αλέξανδρος (336-323). Το Φίλιππο διαδέχτηκε ο γιος του Αλέξανδρος, ο οποίος σε πανελλήνιο συνέδριο, που συγκάλεσε στην Κόρινθο, ανακηρύχτηκε στρατηγός αυτοκράτορας. Αμέσως μετά στράφηκε εναντίον των βαρβάρων στα βόρεια σύνορα του κράτους του. Τότε διαδόθηκε ότι ο Αλέξανδρος σκοτώθηκε στην εκστρατεία αυτή και οι Θηβαίοι επαναστάτησαν. Οργισμένος ο Αλέξανδρος επέστρεψε και κατέστρεψε τη Θήβα (335 π.Χ.). Η αστραπιαία αυτή ενέργεια τρομοκράτησε τους άλλους Έλληνες, οι οποίοι δήλωσαν υποταγή. Και τότε απερίσπαστος ο Αλέξανδρος επιδόθηκε στην προπαρασκευή της εκστρατείας του στη Μ. Ασία.

Το 334 π.Χ. με 30.000 πεζούς και 5.000 ιππείς πέρασε στην Ασία, αφήνοντας τη διοίκηση της Ελλάδας στο στρατηγό του Αντίπατρο. Η πρώτη νικηφόρα σύγκρουσή του με τους Πέρσες έγινε στο Γρανικό ποταμό (334 π.Χ.). Μετά κυρίευσε τη Φρυγία, τις Σάρδεις, την Έφεσο, τη Μίλητο, την Αλικαρνασσό, την Καρία, τη Λυκία, την Παμφυλία, την Πισδία. Μετά πέρασε στη Μεγάλη Φρυγία, κατέλαβε χωρίς μάχη τις Κελαινές και προχώρησε για το Γόρδιο. Μετά την εντυπωσιακή κοπή του «Γόρδιου δεσμού» προχώρησε στην Παφλαγονία και στην Καππαδοκία, πέρασε τον Άλη ποταμό και υπέταξε τις πόλεις του Πόντου. Μετά στράφηκε προς το νότο, έφτασε στην Κιλικία, κατέλαβε τις «Πύλες της Κιλικίας» και υπέταξε την ορεινή Λυκαονία, τους Σόλους, την ορεινή Κιλικία και άλλες γειτονικές περιοχές. Το 333 π.Χ. συνέτριψε στην Ισσό τις τεράστιες δυνάμεις του Δαρείου (400.000 πεζοί και 100.000 ιππείς), ο οποίος με 4.000 μόνο στρατιώτες πέρασε τον Ευφράτη για να σωθεί. Σε μία νέα εξόρμηση ο Αλέξανδρος κυρίευσε τη Φοινίκη, την Παλαιστίνη, την Κύπρο και την Αίγυπτο (332 π.Χ.). Οι Αιγύπτιοι τον υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό και οι ιερείς τους τον θεοποίησαν. Μετά επισκέφτηκε το ιερό του Άμμωνα Δία στη Λιβυκή έρημο του Σίβα, θεμελίωσε την Αλεξάνδρεια και, αφού έμεινε πέντε μήνες στην Αίγυπτο, επέστρεψε στην Τύρο (331 π.Χ.), για να συνεχίσει από εκεί την εκστρατεία του.

Η συντριβή του Δαρείου έγινε στα Γαυγάμηλα (331 π.Χ.). Η μεγάλη στρατιά του Δαρείου από 800.000 πεζούς, 200.000 ιππείς και 200 δρεπανηφόρα άρματα διαλύθηκε και ο ίδιος δραπέτευσε από τη μάχη κατευθυνόμενος στα Εκβάτανα. Ο Αλέξανδρος τότε κινήθηκε προς τη Βαβυλώνα, την κατέλαβε και δήμευσε τους θησαυρούς του Δαρείου. Το ίδιο έκανε ύστερα από ένα μήνα στα Σούσα. Μετά κατέλαβε τις δύο ιερές πόλεις των Περσών, τις Πασαργάδες και την Περσέπολη, όπου ήταν τα ανάκτορα της περσικής δυναστείας.

Στο μεταξύ ο Δαρείος είχε αιχμαλωτιστεί από το σατράπη Βήσσο. Εναντίον του κινήθηκε ο Αλέξανδρος και τον νίκησε. Κατά τη φυγή του ο Βήσσος σκότωσε το Δαρείο και αυτοανακηρύχτηκε βασιλιάς. Ο Αλέξανδρος τον καταδίωξε μέχρι τη Βακτριανή, όπου τον συνέλαβε και τον παρέδωσε στους Πέρσες, οι οποίοι τον σταύρωσαν.

Το 327 π.Χ., μετά την κατάκτηση της Περσικής Αυτοκρατορίας, ο Αλέξανδρος εκστράτευσε για την κατάκτηση της Ινδικής. Πέρασε τον Ινδό ποταμό, νίκησε το βασιλιά Πώρο στον Υδάσπη ποταμό, διέσχισε την πεδιάδα των 5 ποταμών και έφτασε στον τελευταίο, τον Ύφαση, όπου οι Μακεδόνες αρνήθηκαν να συνεχίσουν την εκστρατεία. Και ο Αλέξανδρος αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Επέστρεψε στην Περσία και εγκαταστάθηκε στα Σούσα, όπου ασχολήθηκε με την κατάστρωση σχεδίου για τη συγχώνευση του βαρβαρικού και του ελληνικού κόσμου σε μία εθνότητα με τη μετάδοση του ελληνικού πολιτισμού στους βαρβάρους. Το 324 π.Χ. εκστράτευσε εναντίον των ορεινών Κισσαίων που τους νίκησε και έπειτα επέστρεψε στη Βαβυλώνα, όπου άρχισε να ετοιμάζει μεγάλη ναυτική εκστρατεία. Ξαφνικά όμως αρρώστησε από δυνατό πυρετό και μετά από 11 ημέρες, τον Ιούνιο του 323 π.Χ., πέθανε, σε ηλικία 33 χρονών.

γ) Οι διάδοχοι του Μ. Αλεξάνδρου. Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου ήταν πεπρωμένο να διαλυθεί η μεγάλη του αυτοκτρατορία. Η έλλειψη διαδόχου και οι ανταγωνισμοί των στρατηγών στάθηκαν οι αιτίες του κατακερματισμού της σε μικρά κρατίδια. Οι αγώνες αυτοί κράτησαν πάνω από 20 χρόνια (323-301 π.Χ.), κατά τα οποία η Ελλάδα και η Ασία πολλές φορές ερημώθηκαν από τους στρατούς. Περί το 306 π.Χ. οι ισχυρότεροι από τους διοικητές των σατραπειών πήραν τον τίτλο του βασιλιά. Την αρχή την έκανε ο Αντίγονος, που κυριαρχούσε στην Ασία. Το παράδειγμά του το ακολούθησαν ο Πτολεμαίος στην Αίγυπτο, ο Λυσίμαχος στη Θράκη, ο Σέλευκος στη Βαβυλώνα και ο γιος του Αντίπατρου Κάσσανδρος στην Ελλάδα. Και πάλι όμως οι μεταξύ τους πόλεμοι εξακολούθησαν, ώσπου ενώθηκαν όλοι οι άλλοι κατά του Αντίγονου, τον νίκησαν, τον σκότωσαν στη μάχη της Ιψού (301 π.Χ.) και μοιράστηκαν τις χώρες του. Αλλά και αυτοί που απέμειναν ήρθαν σε σύγκρουση μεταξύ τους. Τελικά, το 278 π.Χ. είχαν απομείνει τρία μόνο μεγάλα και ισχυρά κράτη: Της Μακεδονίας με τους Αντιγονίδες, της Ασίας με τους Σελευκίδες και της Αιγύπτου με τους Πτολεμαίους.

Το βασίλειο της Μακεδονίας, παρά τους εμφύλιους πολέμους, την αναρχία και την επιδρομή των Γαλατών (280 π.Χ.), δημιουργήθηκε από τον Αντίγονο Γονατά (278 π.Χ.), ο οποίος το διέσωσε και το άφησε στους απογόνους του. Το κράτος των Σελευκιδών ήταν κολοσσιαίο. Περιλάμβανε τις ασιατικές χώρες μέχρι το Βόσπορο, το Αιγαίο πέλαγος και τη Μεσόγειο θάλασσα. Υπάγονταν ακόμα σ΄ αυτό, έμμεσα, η Αρμενία, η Καππαδοκία, ο Πόντος, η Παφλαγονία, η Βιθυνία και η Πέργαμος, που είχαν δικούς τους ηγεμόνες, υπέκυψαν όμως στην επιρροή του ελληνισμού και εργάστηκαν για τη διάδοσή του. Στο κράτος των Πτολεμαίων υπάγονταν η Αίγυπτος, η Λιβύη και πολλά ελληνικά νησιά. Η Ρόδος γνώρισε ακμή ως αυτοτελής εμπορική και ναυτική πολιτεία. Επίσης η Δήλος με τη βοήθεια των Μακεδόνων βασιλέων εξελίχτηκε σε κέντρο εμπορίου σίτου και δούλων. Η ακμή της διατηρήθηκε και κατά τη ρωμαϊκή εποχή μέχρι το 88 π.Χ., οπότε καταστράφηκε κατά το Μιθριδατικό πόλεμο.

Ανάμεσα στους βασιλείς των ελληνιστικών χρόνων διακρίθηκαν ιδιαίτερα δύο: Ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, ο οποίος, εκτός από τις άλλες πολεμικές μηχανές, επινόησε και εφάρμοσε στις πολιορκίες την περίφημη «ελέπολιν», έναν πύργο «εννεάδομο», που τον έσερναν πάνω σε 4 ισχυρούς τροχούς και που είχε πλάτος σε κάθε πλευρά 45 και ύψος 90 πήχες και απασχολούσε 200 άνδρες. Ο άλλος ήταν ο Πύρρος, ο βασιλιάς της Ηπείρου. Αυτός επιχείρησε να πετύχει προς τη Δύση ό,τι ο Αλέξανδρος στην Ανατολή. Δέχτηκε την πρόταση των Ταραντίνων και πήγε στην Ιταλία ως σύμμαχός τους εναντίον των Ρωμαίων. Νίκησε τους Ρωμαίους στην Ηράκλεια (280 π.Χ.) και στο ΄Ασκλο (279 π.Χ.), αλλά νικήθηκε στο Βενεβέντο (275 π.Χ.) και αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ήπειρο άπρακτος. Το 274 π.Χ. υπέταξε τη Μακεδονία και έπειτα στράφηκε προς την Πελοπόννησο και σκοτώθηκε τυχαία στο Άργος.

δ) Αιτωλική και Αχαϊκή Συμπολιτεία. Οι υπόλοιπες πόλεις της κυρίως Ελλάδας διατηρούσαν την αυτονομία τους, αλλά είχαν εξαντληθεί εξαιτίας των εμφύλιων πολέμων και των επαναστάσεων. Μόνο οι Αιτωλοί και οι Αχαιοί παρουσίαζαν κάποια ακμή και προσπαθούσαν να πετύχουν ενότητα μεταξύ των Ελλήνων. Έτσι προέκυψε η Αιτωλική και Αχαϊκή Συμπολιτεία.

Σύμφωνα με τον οργανισμό της Αιτωλικής Συμπολιτείας, κάθε χρόνο στο «Παναιτώλιο» συνέδριο του Θέρμου συνεδρίαζαν οι αντιπρόσωποι των πόλεων και αποφάσιζαν για πόλεμο ή ειρήνη. Εκτός από την κοινή αυτή σύνοδο υπήρχε και άλλο συνέδριο, των «Αποκλήτων», οι οποίοι εκπροσωπούσαν τους ευπατρίδες της χώρας. Ο ανώτατος άρχοντας της εκτελεστικής εξουσίας, ο στρατηγός, προερχόταν απ΄ αυτούς και η εκλογή του επικυρωνόταν από τη σύνοδο. Δεύτερος άρχοντας της Συμπολιτείας ήταν ο ίππαρχος και τρίτος ο δημόσιος γραμματέας. Η Αιτωλική Συμπολιτεία κατά τα μέσα του 3ου αι. π.Χ. δέχτηκε στη συμμαχία της την Κεφαλλονιά, την Ηλεία, τη Μεσσηνία, μερικές αρκαδικές πόλεις, τους Λοκρούς, τους Φωκείς, τους Βοιωτούς και μερικές θεσσαλικές πόλεις.

Οι Αχαιοί, το 281 π.Χ., συγκρότησαν τη Συμπολιτεία τους από 10 πόλεις, οι αντιπρόσωποι των οποίων συνεδρίαζαν στο Αίγιο και αποφάσιζαν για πόλεμο, ειρήνη και συμμαχίες. Την εκτελεστική εξουσία την είχαν δύο στρατηγοί και ένας γραμματέας. Αργότερα ο δεύτερος στρατηγός ονομάστηκε ίππαρχος. Εκτός από το στρατηγό υπήρχε συνέδριο δέκα ανδρών, που ονομάστηκαν «δημιουργοί» και εκπροσωπούσαν τις 10 ομόσπονδες πόλεις. Το 250 π.Χ. στην Αχαϊκή Συμπολιτεία εντάχτηκε η Σικυώνα, από το Σικυώνιο Άρατο, ο οποίος έγινε η ψυχή της Συμπολιτείας και αγωνίστηκε κατά των τυραννικών καθεστώτων και της μακεδονικής κυριαρχίας. Επί μία τριακονταετία (245-213 π.Χ.) εκλεγόταν κάθε δεύτερο χρόνο άρχοντας στρατηγός και πρόσθεσε στην ομοσπονδία το Άργος, την Κόρινθο, τα Μέγαρα κ.ά. και περιέλαβε σχεδόν ολόκληρη την Πελοπόννησο στην ομοσπονδία. Τον διαδέχτηκε ο Φιλοποίμην ο Μεγαλοπολίτης (253-189 π.Χ.), που ανάγκασε και τη Σπάρτη να περιληφτεί στη Συμπολιτεία. Από τους αρχαίους επονομάστηκε «έσχατος των Ελλήνων», γιατί με το θάνατό του σταμάτησε και η τελευταία προσπάθεια για τη διατήρηση της ελευθερίας της Ελλάδας. Η ρωμαϊκή προπαγάνδα διέλυσε τη Συμπολιτεία με τη σύμπραξη του Καλλικράτη.

4) ΥΠΟΤΑΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟΥΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ

Ο ρωμαϊκός κίνδυνος για την Ελλάδα εμφανίστηκε το 229 π.Χ., όταν στα παράλια της Ιλλυρίας εγκαταστάθηκαν οι Ρωμαίοι. Τη στιγμή εκείνη οι Έλληνες ήταν διαιρεμένοι και φθείρονταν με εμφύλιους πολέμους, όπως μεταξύ της Αιτωλικής και Αχαϊκής Συμπολιτείας (227-217 π.Χ.), ο γνωστός ως συμμαχικός. Η κατάσταση αυτή ευνοούσε τους Ρωμαίους στο κατακτητικό έργο τους. Πρώτα νίκησαν το βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο Ε΄ στη μάχη στις Κυνός Κεφαλές (200 π.Χ.), κοντά στα Φάρσαλα, και τον υποχρέωσαν να αποχωρήσει απ΄ όλες τις κτήσεις του στη Μ. Ασία, Θράκη, Νότια Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου πελάγους. Το 190 π.Χ. κοντά στη Μαγνησία νίκησαν τον Αντίοχο, τον οποίο υποχρέωσαν να τους παραχωρήσει όλες τις ευρωπαϊκές κτήσεις του και τη Μ. Ασία, και έτσι διέλυσαν το βασίλειο των Σελευκιδών. Το 168 π.Χ. στη μάχη της Πύδνας νίκησαν τον Περσέα και υπέταξαν ολόκληρη τη Μακεδονία. Τέλος, το 146 π.Χ., ο Ρωμαίος στρατηγός Μόμμιος κυρίευσε την Κόρινθο, λεηλάτησε και κατέστρεψε την πόλη και κατέσφαξε ή πούλησε δούλους τους κατοίκους της. Έτσι η Ρώμη υπέταξε με τη βία των λεγεώνων της ολόκληρη την Ελλάδα.

Οι Έλληνες έχασαν την πολιτική τους ανεξαρτησία. Παρά τη συμφορά του όμως ο ελληνισμός νίκησε σε λίγο τον κατακτητή του, με τη ριζική επίδρασή του στη δημιουργία του ρωμαϊκού πολιτισμού. Έχουν αξία επιγράμματος τα λόγια που είπε σχετικά ο Ρωμαίος ποιητής Οράτιος: « Αν και καταλήφθηκε η Ελλάς, κατέκτησε τον άγριο κατακτητή και έφερε στο αγροίκο Λάτιο τις Τέχνες».

Οι Ρωμαίοι όχι μόνο δεν εξαφάνισαν τον ελληνικό πολιτισμό, αλλά αντίθετα τον σεβάστηκαν, τον τίμησαν και τον καλλιέργησαν στην πατρίδα τους. Σπούδαζαν ό,τι ήταν ελληνικό, γλώσσα, γράμματα, φιλοσοφία, δίκαιο, ρητορική, καλές τέχνες. Η εμφάνιση μάλιστα του χριστιανισμού παγίωσε τον ελληνισμό στην Ανατολή και τη Δύση, γιατί η γλώσσα, στην οποία γράφονταν τα ιερά βιβλία και διδασκόταν η νέα θρησκεία, ήταν η ελληνική. Έτσι, από το παγκόσμιο Ρωμαϊκό κράτος, που εκτεινόταν από τον Ατλαντικό Ωκεανό μέχρι τον Ευφράτη ποταμό και από το Βρετανικό πορθμό και τη Βόρεια θάλασσα μέχρι τους καταρράκτες του Νείλου και τη μεγάλη έρημο της Βόρειας Αφρικής, γεννήθηκε η ελληνοχριστιανική Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

5) ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΧΡΟΝΟΙ (330-1453 μ.Χ.)

Ιδρυτής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, θεωρείται ο γιος του αυτοκράτορα Κωνστάντιου Κωνσταντίνος (306-387 μ.Χ.), ο οποίος από τη ρωμαϊκή σύγκλητο ονομάστηκε θεός, από την ιστορία μέγας και από τη χριστιανική Εκκλησία άγιος και ισαπόστολος. Ο πλήρης όμως εξελληνισμός του Ανατολικού κράτους έγινε αργότερα, όταν διαλύθηκε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία οριστικά, μετά δηλ. το θάνατο του Μ. Θεοδοσίου (395 μ.Χ.). Τότε από τους δύο γιους του ο Ονώριος έγινε αυτοκράτορας στη Δύση και ο Αρκάδιος στην Ανατολή. Ο Αρκάδιος λοιπόν είναι ο πρώτος καθαυτό Βυζαντινός μονάρχης.

Ο εξελληνισμός του Ανατολικού κράτους οδήγησε σε νέα περίοδο την ιστορία του Ελληνισμού, που κράτησε πάνω από χίλια χρόνια και τερματίστηκε με την εμφάνιση των Σελτζούκων Τούρκων. Οι νέοι αυτοί κατακτητές, αφού κυριάρχησαν στο αραβικό κράτος της Βαγδάτης, στην Περσία, στην Αρμενία, στην Καππαδοκία και κατέλαβαν το Ικόνιο και τη Νίκαια, έφτασαν έξω από την Κωνσταντινούπολη (1079) και ύστερα από αγώνες τριών αιώνων περίπου υποδούλωσαν ολόκληρη τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία (1453) (βλέπε Βυζαντινή Αυτοκρατορία).

6) ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

Μετά την άλωση της Κωσταντινούπολης συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε η κατάκτηση και των υπόλοιπων ελληνικών χωρών. Το 1456 καταλύθηκε το δουκάτο των Αθηνών, το 1460 το δεσποτάτο του Μιστρά, το 1461 η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Στη θέση ενός λαού με μεγάλη εκπολιτιστική δύναμη έρχεται τώρα ένας άλλος λαός, βάρβαρος και απολίτιστος, που δεν ήταν σε θέση να αφομοιώσει και να συνεχίσει τον πολιτισμό που βρήκε. Έτσι, ολόκληρη η περιοχή της Εγγύς Ανατολής μαζί και η Ελλάδα βυθίστηκαν σε μεσαιωνική βαρβαρότητα. Το πλήγμα ήταν βαρύ, όμως ο Ελληνισμός δεν έσβησε. Εξακολούθησε να ζει κάτω από την ισχυρή επίδραση του Βυζαντίου και να ελπίζει σε ανάσταση και αναγέννηση του Έθνους.

α) Η ζωή των υπόδουλων Ελλήνων. Ο σουλτάνος αναγνώρισε την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία ως επίσημο θεσμό μέσα στο κράτος του και παραχώρησε ορισμένα προνόμια στον οικουμενικό πατριάρχη, που τον καθιστούσαν εθνάρχη, δηλ. θρησκευτικό και πολιτικό αρχηγό των υπόδουλων Ελλήνων. Ανέβασε όμως στον πατριαρχικό θρόνο τον ανθενωτικό Γεννάδιο Σχολάριο, για να εμποδίσει κάθε συνεννόηση μεταξύ υπόδουλων και Δυτικών, και κατέστησε τον πατριάρχη υπεύθυνο για την υποταγή των ραγιάδων.

Παραχώρησε ακόμα και μερικά προνόμια κοινοτικής αυτοδιοίκησης, για να μπορούν οι Τούρκοι να ασχολούνται απερίσπαστοι με τον πόλεμο και να εισπράττουν χωρίς κόπο τους φόρους. Τα θρησκευτικά και κοινοτικά όμως αυτά προνόμια ήταν υποτυπώδη και ανεπαρκή, για να ισοσκελίσουν τα δεινά των υπόδουλων Ελλήνων.

Συχνές ήταν οι καθαιρέσεις, φυλακίσεις ή σφαγές κληρικών. Εκπαίδευση ουσιαστικά δεν υπήρχε. Η ζωή, η τιμή και η περιουσία των ραγιάδων βρισκόταν στη διάθεση των Τούρκων. Με τον κεφαλικό φόρο (χαράτσι) και τους ποκίλους άλλους φόρους πλούτιζαν οι Τούρκοι άρχοντες, ενώ από την άλλη μεριά οι Ελληνες φυτοζωούσαν και εξαθλιώνονταν οικονομικά. Αλλά ο φοβερότερος φόρος ήταν ο «φόρος του αίματος», το γνωστό παιδομάζωμα. Στους δύο πρώτους αιώνες της δουλείας οι Τούρκοι είχαν αρπάξει ένα εκατομμύριο Ελληνόπουλα, για να επανδρώσουν τα τάγματα των γενίτσαρων. Συχνοί επίσης ήταν και οι βίαιοι εξισλαμισμοί.

Τίποτε όμως δεν μπόρεσε να κλονίσει το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων και να αμβλύνει τη συνείδηση της φυλετικής τους οντότητας. Σ΄ αυτό τους βοηθούσαν οι αγεφύρωτες διαφορές που υπήρχαν ανάμεσα σ΄ αυτούς και τους Ασιάτες κατακτητές, όπως ήταν ο θρησκευτικός φανατισμός, τα ήθη και τα έθιμα, ο τρόπος ζωής, η γενική νοοτροπία.

Το ελληνικό μάλιστα δαιμόνιο βρήκε πολλές φορές τρόπους να εκδηλωθεί και να πετύχει θαυμαστά αποτελέσματα, όπως έγινε με την εξαιρετική εξέλιξη που γνώρισαν οι κοινότητες: Χίος, Ρόδος, Τήνος, Νάξος, Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά και ιδιαίτερα τα 24 χωριά του Πηλίου, τα Αμπελάκια και τα Μαντεμοχώρια. Επίσης μια δυναμική τάξη Ελλήνων, οι Φαναριώτες, εκμεταλλευόμενοι την ανικανότητα των Τούρκων, κατόρθωσαν να προωθηθούν σε ανώτατες εμπιστευτικές θέσεις της κρατικής μηχανής. Έγιναν διερμηνείς, διαχειριστές της εξωτερικής πολιτικής, ηγεμόνες των παραδουνάβιων ηγεμονιών (Μαυροκορδάτοι, Υψηλάντες, Καρατζάδες, Σούτσοι κ.ά.) και ωφέλησαν με πολλούς τρόπους το υπόδουλο γένος.

Με τον καιρό το υπόδουλο έθνος απέκτησε και τη στρατιωτική του δύναμη, τους κλέφτες και τους αρματολούς. Οι υπερήφανοι και ανυπότακτοι Έλληνες πήραν τα βουνά και αγωνίζονταν εναντίον των Τούρκων, οι οποίοι τους αποκαλούσαν με περιφρόνηση «κλέφτες». Οι γενναίοι, πειθαρχικοί και τίμιοι όμως κλέφτες εκπροσωπούσαν για τον Ελληνισμό την αντιστασιακή δύναμη του έθνους και ενσάρκωναν την υψηλότερη έννοια της ελληνικής λεβεντιάς.

Οι Τούρκοι, για να αντιδράσουν κατά των κλεφτών, υιοθέτησαν το θεσμό των αρματολών, που ήταν μία αναβίωση των «ακριτών» του Βυζαντίου. Διαίρεσαν τη χώρα σε «αρματολίκια» και έβαλαν στο καθένα επικεφαλής τον «καπετάνιο». Στις αρχές του 19ου αι. υπήρχαν τα εξής αρματολίκια: 3 στη Μακεδονία, 10 στη Θεσσαλία και στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα και 4 στη Ήπειρο, Ακαρνανία και Αιτωλία. Στην Πελοπόννησο δεν είχε ανάπτυξη ο κλεφταρματολισμός.

Ανάμεσα στους αρματολούς και στους κλέφτες δεν υπήρχε εχθρότητα. Αυτό φαίνεται και από το ότι με μεγάλη ευκολία άλλαζαν στρατόπεδα. Με τον καιρό μάλιστα οι δύο έννοιες ταυτίστηκαν και η λαϊκή μούσα χωρίς διάκριση και με εθνική υπερηφάνια ύμνησε τα κατορθώματά τους. Και οι δύο νιώθουν το ίδιο μίσος για τον κατακτητή και τον ίδιο πόθο για την ελευθερία. Γι΄ αυτό και πρωτοστάτησαν σ΄ όλες τις εξεγέρσεις του έθνους και αποτέλεσαν την κυριότερη δύναμη κατά την έκρηξη και τη διεξαγωγή της Επανάστασης του 1821.

β) Εξεγέρσεις κατά την τουρκοκρατία. Κατά τα 400 περίπου χρόνια σκλαβιάς οι Έλληνες ζούσαν με την ελπίδα ότι θα αποκτήσουν και πάλι την ελευθερία τους και θα ξαναστήσουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Γι΄ αυτό δεν άφηναν να χαθεί καμιά ευκαιρία χωρίς να πάρουν τα όπλα κατά του κατακτητή. Υπολογίζεται ότι από το 1453 μέχρι το 1821 έγιναν 30 περίπου επαναστατικά κινήματα. Το ένα τρίτο απ΄ αυτά θεωρούνται πραγματικά αξιόλογα.

γ) Φιλική Εταιρεία. Ο πόθος για την ελευθερία δεν ατόνησε ποτέ κατά την τουρκοκρατία. Το μόνο που έλειπε ήταν η καλή οργάνωση και η συστηματική προπαρασκευή. Το κενό αυτό ήρθε να αναπληρώσει η Φιλική Εταιρεία κατά το 1814. Τρεις νέοι φλογεροί πατριώτες, ο Νικόλαος Σκουφάς από την Άρτα, ο Αθανάσιος Τσακάλοφ από τα Ιωάννινα και ο Εμμανουήλ Ξάνθος από την Πάτμο, αποφάσισαν, παρά τις δυσχέρειες και τα ανυπέρβλητα εμπόδια, να συγκροτήσουν οργάνωση με σκοπό την απελευθέρωση του Έθνους. Τα ιδρυτικά αυτά μέλη αργότερα πλαισιώθηκαν και από άλλα στελέχη, όπως τον Παναγιώτη Σέκερη, τον Αντώνιο Κομιζόπουλο, τον Άνθιμο Γαζή, το Γεώργιο Λεβέντη, τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο κ.ά., ενώ απόστολοι της Εταιρείας σκορπίστηκαν σ΄ όλα τα κέντρα του μητροπολιτικού και απόδημου ελληνισμού, για να μυήσουν τους σημαντικότερους Έλληνες, λόγιους, ιερωμένους, εμπόρους, καραβοκύρηδες, αρματολούς και κλέφτες. Υπολογίζεται ότι κατά την κήρυξη της επανάστασης η Εταιρεία αριθμούσε 600.000 μέλη.

Από την ίδρυσή της η Εταιρεία πήρε συνωμοτικό χαρακτήρα. Τα μέλη της ορκίζονταν ανάλογα με το βαθμό που είχαν και χρησιμοποιούσαν κρυπτογραφικό κώδικα. Η αρχηγία στην αρχή προσφέρθηκε στον Κερκυραίο υπουργό των Εξωτερικών της Ρωσίας Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος, επειδή γνώριζε καλύτερα από κάθε άλλον τις διαθέσεις της ευρωπαϊκής διπλωματίας εκείνη τη στιγμή, αρνήθηκε να την αναλάβει. Δεν αρνήθηκε όμως ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο ευνοούμενος υπασπιστής του τσάρου Αλέξανδρου Α΄, και έγινε γενικός επίτροπος της Αρχής (12-4-1820).

Οι Φιλικοί οργάνωσαν και κατεύθυναν την προπαρασκευή της επανάστασης, όπλισαν μεγάλα στρατιωτικά τμήματα και στο συνέδριο, που έγινε τον Οκτώβριο του 1820, αποφάσισαν ο αγώνας να αρχίσει από τη Μολδοβλαχία.

7) Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821

α) Η επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο Αλ. Υψηλάντης πέρασε τον Προύθο και αυτό σήμανε την έναρξη του αγώνα. Στο Ιάσιο ο Υψηλάντης κήρυξε επίσημα την επανάσταση και ο Γεωργάκης Ολύμπιος έσπευσε να ενωθεί μαζί του (26 Φεβρουαρίου). Στον έρανο που επακολούθησε συγκεντρώθηκε ποσό ενός εκατομμυρίου γροσίων, ενώ ο Καντακουζηνός ανέλαβε την αρχηγία του Ιερού Λόχου, που τον αποτέλεσαν 500 νέοι σπουδαστές. Στις 17 Μαρτίου ο Υψηλάντης ύψωσε την ελληνική σημαία στην πρωτεύουσα της Βλαχίας, το Βουκουρέστι· στο Γαλάτσι οι Έλληνες με επικεφαλής τον Καρπενησιώτη συγκρούστηκαν για πρώτη φορά με τους Τούρκους και κατόρθωσαν να διασπάσουν τις γραμμές τους. Στο Δραγατσάνι όμως έπεσαν οι Ιερολοχίτες και στη μονή του Σέκου ο Γεωργάκης Ολύμπιος και οι συμπολεμιστές του έδωσαν την τελευταία μάχη και έμειναν να θυσιαστούν, αν και μπορούσαν να φύγουν.

Σύντομη και άτυχη υπήρξε η πρώτη προσπάθεια των αγωνιστών στη Μολδοβλαχία. Διευκόλυνε όμως παρ΄ όλα αυτά και προετοίμασε την έκρηξη της επανάστασης στο Μοριά, στη Ρούμελη, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία, στη Θεσσαλία και στα νησιά.

β) Η επανάσταση στην κυρίως Ελλάδα. Μετά την αποτυχία του Υψηλάντη, πρώτη εξεγέρθηκε η Πελοπόννησος. Στις 22 Μαρτίου 1821 έγινε η άλωση της Καλαμάτας. Η επίσημη όμως έναρξη του αγώνα έγινε στις 25 Μαρτίου, στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, όπου ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης, η οποία απλώθηκε ως πυρκαγιά σ΄ ολόκληρη την Ελλάδα. Στις 26 Μαρτίου επαναστάτησαν οι Σπέτσες, στις 27 τα Σάλωνα με τον Πανουργιά, στις 28 ο Δήμος Καλτσάς κατέλαβε το Λιδωρίκι, στις 29 ο Διάκος ξεσήκωσε τη Λειβαδιά, στις 31 επαναστάτησε η Αταλάντη, την 1η Απριλίου η Θήβα, στις 8 η Λαμία. Οι Τούρκοι ανησύχησαν σοβαρά και, θέλοντας να τρομοκρατήσουν τους ραγιάδες, απαγχόνισαν τον πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄ (10 Απριλίου). Την ίδια όμως ημέρα επαναστάτησαν τα Ψαρά και στις 15 οι Έλληνες νίκησαν τους Τούρκους στο Λεβίδι. Στην Ύδρα ο Α. Οικονόμου κήρυξε την επανάσταση (16 Απριλίου) και στις 24 μαρτύρησε ο Διάκος στη Λαμία, στις 25 καταλήφθηκε η Αθήνα και οι Τούρκοι κλείστηκαν στην Ακρόπολη. Στις 7 Μαΐου ο Άνθιμος Γαζής κήρυξε την επανάσταση στη Μαγνησία και στις 8 ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ανδραγάθησε στο Χάνι της Γραβιάς με εκατό μαχητές, που έκοψαν το δρόμο 8.000 στρατιωτών του Μεχμέτ και του Ομέρ Βρυώνη. Η επανάσταση εξαπλώθηκε στη Μακεδονία και στις 16 Μαΐου εξεγέρθηκε η Χαλκιδική και το Άγιο Όρος με αρχηγό το Σερραίο Εμμανουήλ Παππά. Στις 20 Μαΐου επαναστάτησε το Μεσολόγγι, ενώ στην Πελοπόννησο άρχισε η πολιορκία της Τριπολιτσάς. Στις 23 Μαΐου οι Έλληνες είχαν την πρώτη «σε παράταξη» νίκη στο Βαλτέτσι με το Νικηταρά τον Τουρκοφάγο, στις 26 οι πρόκριτοι του Μοριά συγκρότησαν την «Πελοποννησιακή Γερουσία», την πρώτη δηλ. αρχή της επαναστατημένης Ελλάδας και στις 28 οι επαναστάτες μπήκαν στο Αγρίνιο. Συγχρόνως στο Αιγαίο οι στόλοι των νησιών άρχισαν πολεμική δράση, στην οποία πήραν μέρος η Κρήτη, η Σάμος, η Μύκονος, η Κάλυμνος, η Κάσος και άλλα νησιά και ανδραγάθησαν οι Παπανικολής, Μαντώ Μαυρογένους κ.ά. Τέλος, στις 23 Σεπτεμβρίου οι Έλληνες κατέλαβαν την Τριπολιτσά και έτσι εδραιώθηκε η επανάσταση, ενώ στις 30 Δεκεμβρίου συνήλθε στην Επίδαυρο η Α΄ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων υπό την προεδρία του Μαυροκορδάτου.

γ) Το χρονικό του Αγώνα. 1822. Στις 14 Ιανουαρίου κυριεύτηκε ο Ακροκόρινθος, στις 19 Φεβρουαρίου επαναστάτησε η Νάουσα με τον Καρατάσο, στις 20 ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης νίκησε τον τουρκικό στόλο στον κόλπο της Πάτρας, στις 18 Μαρτίου ο Λυκούργος Λογοθέτης με 2.000 Σαμίους κατέλαβε τη Χίο, αλλά η τούρκικη αρμάδα αποβίβασε 30.000 άνδρες, οι οποίοι προέβησαν στην τρομερή «σφαγή της Χίου». Ο Κανάρης εκδικήθηκε για τη σφαγή με την ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας (7 Ιουνίου). Ο Χουρσίτ πασάς πολιόρκησε τους Σουλιώτες και ο Μαυροκορδάτος και Κυρ. Μαυρομιχάλης έτρεξαν να τους βοηθήσουν. Στο Κομπότι οι Έλληνες και πολλοί φιλέλληνες νίκησαν, αλλά στη μάχη του Πέτα έπαθαν μεγάλη καταστροφή.

Νέος εχθρός εμφανίστηκε, ο Μαχμούτ πασάς Δράμαλης, που εισέβαλε στην Πελοπόννησο, αλλά στις 26 Ιουλίου έπαθε μεγάλη καταστροφή από τον Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια, όπου ο Νικηταράς, για δεύτερη φορά, αναδείχτηκε τουρκοφάγος. Από τις 8-11 Σεπτεμβρίου ο ελληνικός στόλος συγκρούστηκε στο Ναύπλιο με τον τουρκικό, ο οποίος αναγκάστηκε να καταφύγει στη Σούδα. Στις 24 Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι αποβιβάστηκαν στην Κρήτη, για να κάμψουν την αντίστασή της. Στις 25 Οκτωβρίου ο Κιουταχής και ο Βρυώνης στρατοπέδευσαν έξω από το Μεσολόγγι. Στις 27 ο Κανάρης πυρπόλησε στην Τένεδο την υποναυαρχίδα του τουρκικού στόλου, ο οποίος κατέφυγε στον Ελλήσποντο, και ο Στάικος Σταματόπουλος κυρίευσε το απόρθητο Παλαμήδι. Στις 31 Δεκεμβρίου οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία του Μεσολογγίου.

1823. Στις 15 Ιανουαρίου ο Καραϊσκάκης απώθησε τους Τούρκους από τα Άγραφα. Στις 29 Μαρτίου συνήλθε η Β΄ Εθνική Συνέλευση στο Άργος. Το Μάιο νίκησαν τους Τούρκους ο Κριεζιώτης στην Κάρυστο, ο Μπότσαρης στη Βόνιτσα και ο Καρατάσος στο Τρίκερι. Στις 21 Αυγούστου ο Μάρκος Μπότσαρης με 350 Σουλιώτες νίκησε το Μουσταή στο Καρπενήσι, αλλά σκοτώθηκε και ο ίδιος.

1824. Στις 5 Ιανουαρίου 1824 έφτασε ο Βύρωνας στο Μεσολόγγι και εμψύχωσε τους αγωνιστές, αλλά στις 7 Απριλίου πέθανε στην ίδια πόλη. Στις 7 Ιουνίου οι Αιγύπτιοι, τους οποίους κάλεσαν για ενίσχυση οι Τούρκοι, κατέστρεψαν την Κάσο. Στις 9 Ιουνίου κυριεύτηκε το ηρωικό νησί των Ψαρών. Προς το τέλος του Ιουλίου οι Σαχτούρης, Κανάρης, Ματρόζος, Βατικιώτης και Ραφαλιάς σημείωσαν επιτυχίες στη θάλασσα. Στις 29 Αυγούστου σημείωσε νέα λαμπρή επιτυχία στο Γέροντα. Στις 22 Σεπτεμβρίου πυρπολήθηκαν δύο εχθρικά πολεμικά κοντά στη Χίο και την 1 Νοεμβρίου, ύστερα από σφοδρή σύγκρουση κοντά στο Ηράκλειο, αναγκάστηκε ο στόλος του Ιμπραήμ να υποχωρήσει.

1825. Στις 12 Φεβρουαρίου ο Ιμπραήμ αποβιβάστηκε στη Μεθώνη και στις 16 Απριλίου στο Σχοινόλακκα της Μεσσηνίας ο Καρατάσος με τους Μακεδόνες του αντιμετώπισε με επιτυχία τους Αιγύπτιους. Στη Σφακτηρία όμως νίκησαν οι Αιγύπτιοι και σκοτώθηκαν οι Τσαμαδός, Σαχίνης, Αναγνωσταράς και ο φιλέλληνας Σανταρόζα. Στις 23 Απριλίου άρχισε η Β΄ πολιορκία του Μεσολογγίου. Στις 20 Μαΐου σκοτώθηκε ηρωικά ο Παπαφλέσσας στο Μανιάκι. Στους Μύλους στις 13 Μαΐου ο Μακρυγιάννης και ο Κ. Μαυρομιχάλης αναχαίτισαν τον Ιμπραήμ, που προχώρησε για το Ναύπλιο. Το Δεκέμβριο ο Ιμπραήμ πήγε στο Μεσολόγγι για να πάρει μέρος στην πολιορκία.

1826. Στις 10 Απριλίου έγινε η έξοδος του Μεσολογγίου. Στις 22 και 24 Ιουνίου οι Μανιάτες αποκρούουν τους Οθωμανούς στη Βέργα. Στις 27 και 28 οι Αιγύπτιοι νικούνται στη Μανιάκοβα και Πολυτσάραβο. Στις 3 Αυγούστου ο Κιουταχής κατέλαβε την Αθήνα και πολιόρκησε την Ακρόπολη. Οι Καραϊσκάκης και Φαβιέρος στρατοπέδευσαν στο Χαϊδάρι και στις 8 Αυγούστου συγκρούστηκαν με τους Τούρκους. Στις 3 Σεπτεμβρίου οι Έλληνες απέκτησαν το πρώτο πολεμικό ατμόπλοιο «Καρτερία» και το Δεκέμβριο τη φρεγάτα «Ελλάς». Στην Ακρόπολη σκοτώθηκε ο Γκούρας και διορίστηκε φρούραρχος ο Κριεζιώτης, που ανέβηκε στον Ιερό Βράχο με 500 πολεμιστές. Στην Αράχοβα ο Καραϊσκάκης συνέτριψε τους Οθωμανούς (18-23 Νοεμβρίου) και την 1 Δεκεμβρίου ο Φαβιέρος ανέβηκε στην Ακρόπολη με 500 άνδρες.

1827. Στις 18 Ιανουαρίου οι Σουλιώτες απέκρουσαν στο Δίστομο τον Κιουταχή και ελευθέρωσαν το φρούριο των Σαλώνων. Ύστερα απ΄ αυτό ο Κιουταχής στράφηκε στην Αττική και στις 30 Ιανουαρίου επιτέθηκε εναντίον του Γκόρντον στην Καστέλλα. Στο Κερατσίνι διεξήγαγε σφοδρούς αγώνες ο Καραϊσκάκης κατά του Κιουταχή, ενώ στο Φάληρο αποβιβάστηκε ο αρχιναύαρχος Κόχραν και ο αρχιστράτηγος Τσορτς. Από 8 μέχρι 13 Απριλίου διεξάγονταν καθημερινά μάχες και στις 23 τραυματίστηκε θανάσιμα ο Καραϊσκάκης. Επακολούθησε σειρά αποτυχιών και στις 27 Μαΐου η Ακρόπολη παραδόθηκε στον Κιουταχή. Στις 24 Ιουνίου οι υπερασπιστές του Μεγάλου Σπηλαίου (600) απέκρουσαν τους στρατιώτες του Ιμπραήμ (3.000) και τους υποχρέωσαν να υποχωρήσουν.

Η εξέλιξη των πραγμάτων ανάγκασε επιτέλους τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να ενδιαφερθούν για τη λήξη του πολέμου και την τύχη του Ελληνισμού. Η Ιερά Συμμαχία δεν υπήρχε πια και η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία υπέγραψαν τη συμφωνία του Λονδίνου, με την οποία ρυθμίστηκε το ελληνικό ζήτημα. Συγχρόνως οι μοίρες των στόλων τους κατέπλευσαν στα ελληνικά νερά και στις 8 Οκτωβρίου προκλήθηκε από τη θρασύτητα των Τουρκοαιγυπτίων η ολέθρια γι΄ αυτούς ναυμαχία του Ναυαρίνου. Μετά τη ναυμαχία αυτή ο αγώνας συνεχίστηκε βέβαια για λίγο ακόμα, ουσιαστικά όμως είχε λήξει.

8) ΤΟ ΝΕΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

α) Ιωάννης Καποδίστριας. Η Γ΄ Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων (3 Απριλίου 1827), που είχε ψηφίσει το «Πολιτικό Σύνταγμα της Ελλάδας», είχε εκλέξει συγχρόνως και τον Ιωάννη Καποδίστρια κυβερνήτη της χώρας για επτά χρόνια. Ο Καποδίστριας αποβιβάστηκε στην Αίγινα (12 Ιανουαρίου 1828), στην προσωρινή έδρα της ελληνικής κυβέρνησης, και στις 26 ορκίστηκε και ανέλαβε καθήκοντα. Από τη στιγμή εκείνη κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες για τη συγκρότηση συγχρονισμένου κράτους μέσα στα ερείπια που άφησε ο μακροχρόνιος αγώνας.

Το Σεπτέμβριο ο Γάλλος στρατηγός Μαιζόν ξεκαθάρισε την Πελοπόννησο υποχρεώνοντας τον Ιμπραήμ να αποχωρήσει με τα τουρκοαιγυπτιακά του στρατεύματα. Τον Ιούνιο-Αύγουστο 1829 συγκλήθηκε η Δ΄ Εθνοσυνέλευση στο Άργος και στις 12 Σεπτεμβρίου ο Δημ. Υψηλάντης έδωσε την τελευταία νικηφόρα μάχη του αγώνα στην Πέτρα της Βοιωτίας.

Στις 22 Ιανουαρίου 1830 υπογράφτηκε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, με το οποίο αναγνωριζόταν η πλήρης ανεξαρτησία της Ελλάδας και καθορίζονταν τα σύνορά της. Στις 9 Σεπτεμβρίου δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο ο Καποδίστριας και μ΄ αυτόν το βίαιο τρόπο διακόπτεται η πρώτη περίοδος ζωής του ελεύθερου κράτους.

β) Η βασιλεία του Όθωνα. Μετά τη δολοφονία του κυβερνήτη σχηματίστηκε διοικητική επιτροπή με πρόεδρο τον Αυγουστίνο Καποδίστρια. Τον επόμενο χρόνο συνήλθε στην Πρόνοια του Ναυπλίου η Ε΄ Εθνοσυνέλευση και εξέλεξε για βασιλιά το Βαυαρό πρίγκιπα Όθωνα, που αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο στις 25 Ιανουαρίου 1833. Μέχρι την ενηλικίωσή του όμως (20 Μαρτίου 1835) ορίστηκε να επιτροπεύεται από τριμελή αντιβασιλεία, που την αποτελούσαν οι Άρμανσμπεργκ, Μάουερ και Έιδεκ. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1834 η Αθήνα ορίστηκε πρωτεύουσα και η μεταφορά έγινε την 1η Δεκεμβρίου. Στις 10 Νοεμβρίου 1836 ο Όθωνας παντρεύτηκε τη δούκισσα Αμαλία. Στις 3 Μαΐου 1837 άρχισε η λειτουργία του πανεπιστημίου της Αθήνας. Το 1838 η ημέρα του Ευαγγελισμού γιορτάστηκε για πρώτη φορά και ως επέτειος της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Τον ίδιο χρόνο θεμελιώθηκε ο μητροπολιτικός ναός της Αθήνας. Στις 30 Μαΐου 1841 ιδρύθηκε η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1843 ξέσπασε επανάσταση και ο Όθωνας αναγκάστηκε να παραχωρήσει σύνταγμα. Στη συνέχεια όμως αναμείχτηκε στην πολιτική και έπειτα από νέα επανάσταση αναγκάστηκε να παραιτηθεί και να εγκαταλείψει την Ελλάδα (12-10-1862), ύστερα από 30 χρόνια βασιλείας.

γ) Η βασιλεία του Γεωργίου Α΄. Ένα χρόνο μετά την εκθρόνιση του Όθωνα (18-10-1863), στο θρόνο ανέβηκε ο Γεώργιος Α΄, γιος του βασιλιά της Δανίας Χριστιανού, ενώ ήδη η Αγγλία είχε παραχωρήσει τα Ιόνια νησιά στην Ελλάδα. Με τη συνθήκη του Βερολίνου προσαρτήθηκε η Θεσσαλία και μικρό μέρος της Ηπείρου (1881). Το 1885 οι Βούλγαροι κατέλαβαν με πραξικόπημα την ανατολική Ρωμυλία. Το 1893 ο Χαρ. Τρικούπης αναγκάστηκε να κηρύξει τη χώρα σε πτώχευση. Το 1896 σημειώθηκαν νέα επαναστατικά κινήματα στην Κρήτη. Η Ελλάδα αποφάσισε να βοηθήσει τους επαναστάτες, με συνέπεια να οδηγηθεί τελικά στην κήρυξη του άτυχου πολέμου του 1897. Τον επόμενο όμως χρόνο η Κρήτη κηρύχτηκε αυτόνομη· το 1905 ξέσπασε η επανάσταση του Θέρισου, με αρχηγό τον Ελ. Βενιζέλο, και το 1908 κηρύχτηκε η ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα (πραγματοποιήθηκε όμως το 1912 και διεθνώς αναγνωρίστηκε το 1913). Παράλληλα διεξαγόταν ο Μακεδονικός Αγώνας (1902-8).

Το 1909 ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, με αρχηγό το Ν. Ζορμπά, έκανε την επανάσταση στο Γουδί, η οποία έφερε στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας τον Ελ. Βενιζέλο. Ακολούθησαν οι νικηφόροι Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-13), κατά τη διάρκεια των οποίων δολοφονήθηκε ο βασιλιάς Γεώργιος και στο θρόνο ανέβηκε ο Κωνσταντίνος Α΄ (Μάρτιος 1913).

δ) Ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος (1914-1918). Όταν κηρύχτηκε ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, εκδηλώθηκε σοβαρή διαφωνία ανάμεσα στον Ελ. Βενιζέλο, που υποστήριζε τη συμμετοχή της Ελλάδας σ΄ αυτόν, και στο βασιλιά Κωνσταντίνο, που είχε αντίθετη γνώμη. Η διαφωνία αυτή οδήγησε στον εθνικό διχασμό, που αποκορυφώθηκε με τη διαίρεση της χώρας σε δύο επικράτειες. Η Αθήνα με τον Κωνσταντίνο έμεινε ουδέτερη, ενώ η επαναστατική κυβέρνηση του Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη κήρυξε τον πόλεμο (1916) κατά των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανίας, Αυστρουγγαρίας, Τουρκίας, Βουλγαρίας). Το 1917 ο Κωνσταντίνος αναγκάστηκε να παραιτηθεί και στο θρόνο ανέβηκε ο γιος του Αλέξανδρος. Έτσι αποκαταστάθηκε η κρατική ενότητα και ο Βενιζέλος ξαναγύρισε στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια του πολέμου αυτού ο ελληνικός στρατός συνέτριψε τους Βούλγαρους στο Σκρα και τους ανάγκασε να υπογράψουν ανακωχή (1918). Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου έγινε η μάχη του Βέτερνικ-Γκόλο Μπίλο και η μάχη της Δοϊράνης.

ε) Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922). Το 1919, μετά τον τερματισμό του πολέμου, η Ελλάδα κατέλαβε τη Σμύρνη και το 1920 την Ανατολική Θράκη με βάση τις συνθήκες του Νεϊγί και των Σεβρών. Τον Οκτώβριο του 1920 όμως πέθανε ο βασιλιάς Αλέξανδρος, νικήθηκε ο Βενιζέλος στις εκλογές και το Νοέμβριο, ύστερα από δημοψήφισμα, επέστρεψε στην Ελλάδα ο Κωνσταντίνος. Επακολούθησε νέος εθνικός διχασμός. Συγχρόνως οι σύμμαχοι εγκατέλειψαν την Ελλάδα σε μία επιχείρηση που ξεπερνούσε τις δυνάμεις της. Έτσι οδηγήθηκε η χώρα στη συντριπτική ήττα του 1922 και οι στρατιωτικές της δυνάμεις αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το μικρασιατικό έδαφος. Η μικρασιατική καταστροφή είχε ως συνέπεια τη στρατιωτική επανάσταση των Ν. Πλαστήρα και Στ. Γονατά (Σεπτέμβριος 1922), η οποία υποχρέωσε τον Κωνσταντίνο να παραιτηθεί. Στο θρόνο ανέβηκε ο Γεώργιος Β΄, ενώ τα περισσότερα μέλη της κυβέρνησης του Δ. Γούναρη, που θεωρήθηκαν υπεύθυνα για την καταστροφή, καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.

στ) Η περίοδος του Μεσοπολέμου (1922-1940). Το Μάρτιο του 1924 κηρύχτηκε έκπτωτη η μοναρχία και αντικαταστάθηκε από τη δημοκρατία, με πρώτο πρόεδρο τον Αλ. Ζαΐμη. Η πολιτική όμως κατάσταση ήταν πολύ ασταθής. Έτσι το 1925 ο στρατηγός Πάγκαλος κήρυξε τη δικτατορία, ανατράπηκε όμως τον επόμενο χρόνο. Το 1928 οι εκλογές έδωσαν την πλειοψηφία στο Βενιζέλο και ύστερα από τέσσερα χρόνια στο Λαϊκό κόμμα. Ακολούθησε νέα περίοδος αστάθειας, που κατέληξε στην επάνοδο του Γεωργίου Β΄ (1935) και στη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά (1936).

ζ) Ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος (1939-1944). Η Ελλάδα προσπάθησε να μείνει έξω από τη σύρραξη αυτή. Το 1940 όμως δέχτηκε την απρόκλητη επίθεση της φασιστικής Ιταλίας, η οποία κατείχε τότε στρατιωτικά και πολιτικά την Αλβανία. Κατά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις που επακολούθησαν και κράτησαν ένα εξάμηνο, η Ιταλία νικήθηκε και μόνο ύστερα από την επίθεση των Γερμανών από τη Βουλγαρία (1941) κάμφτηκαν τα ελληνικά στρατεύματα και υποδουλώθηκε η Ελλάδα. Ο Ι. Μεταξάς είχε στο μεταξύ πεθάνει και η νέα κυβέρνηση του Εμμ. Τσουδερού μαζί με το βασιλιά Γεώργιο Β΄ κατέφυγε στην Κρήτη και μετά την κατάληψη και αυτής στη Μέση Ανατολή, για να συνεχίσει στο πλευρό των συμμάχων τον αγώνα κατά του Άξονα.

Επακολούθησε τετραετής κατοχή: Βουλγάρων στη Θράκη και Γερμανοϊταλών στην υπόλοιπη Ελλάδα. Παρά την πείνα και τη δυστυχία που απλώθηκε σ΄ ολόκληρη τη χώρα, ο ελληνικός λαός δεν έσκυψε το κεφάλι. Αντίθετα οργάνωσε εθνική αντίσταση και έφθειρε τους κατακτητές.

η) Από την απελευθέρωση μέχρι τις ημέρες μας. Με την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με πρόεδρο τον Γ. Παπανδρέου. Ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ γύρισε στην Ελλάδα, ύστερα από το δημοψήφισμα του 1946, πέθανε όμως σύντομα (1 Απριλίου 1947) και τον διαδέχτηκε ο αδερφός του Παύλος Α΄. Στο μεταξύ είχε υπογραφτεί η συνθήκη ειρήνης με την Ιταλία, σύμφωνα με την οποία η Δωδεκάνησος ενσωματώθηκε με τη μητέρα Ελλάδα.

Από το 1946-1949 η χώρα δοκιμάστηκε από τον εμφύλιο πόλεμο. Το 1964 πέθανε ο βασιλιάς Παύλος Α΄ και στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του Κωνσταντίνος Β΄. Από την 21η Απριλίου 1967 μέχρι το 1974 εγκαθιδρύθηκε στη χώρα η δικτατορία της 21ης Απριλίου, την οποία ο βασιλιάς Κωνσταντίνος επιχείρησε να ανατρέψει (13-12-1967), απέτυχε όμως και αναχώρησε για τη Ρώμη. Το 1974 σημειώθηκε η εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, ανατράπηκε η δικτατορία και σχηματίστηκε κυβέρνηση εθνικής ενότητας με τον Κ. Καραμανλή, ο οποίος μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1974 σχημάτισε δική του κυβέρνηση πλειοψηφίας. Επακολούθησε δημοψήφισμα (8-12-74), με το οποίο καταργήθηκε η βασιλεία και πρόεδρος της δημοκρατίας προσωρινά ανέλαβε ο Μ. Στασινόπουλος. Αυτόν διαδέχτηκε ο Κων. Τσάτσος, το 1976. Οι εκλογές του 1977 έδωσαν και πάλι την πλειοψηφία στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας υπό τον Κ. Καραμανλή, ο οποίος το 1980 διαδέχτηκε τον Κ. Τσάτσο στην προεδρία της δημοκρατίας. Στις εκλογές του 1981 πρώτο κόμμα αναδείχτηκε το ΠΑΣΟΚ με ηγέτη τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος με την πλειοψηφία του 48% σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση. Στις μέρες της κυβέρνησης αυτής αναγνωρίστηκε η Εθνική Αντίσταση, καθιερώθηκε ο πολιτικός γάμος και δόθηκε δικαίωμα ψήφου στους δεκαοχτάχρονους. Μετά την ήττα του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του Ιουνίου 1989 σχηματίστηκε κυβέρνηση Ν. Δημοκρατίας-Συνασπισμού και τον Οκτώβριο οικουμενική. Μετά τις εκλογές του Απριλίου 1990 ανήλθε στην εξουσία η Ν. Δημοκρατία, με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Στην προεδρία της Δημοκρατίας, το 1985 εκλέχτηκε ο αρεοπαγίτης Χρήστος Σαρτζετάκης και το 1990 επανήλθε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που υποστηρίχτηκε από τη Νέα Δημοκρατία. Το 1995 πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέχτηκε ο Κωστής Στεφανόπουλος.

Όσο αφορά τις σχέσεις της χώρας με το διεθνή χώρο τα σημαντικότερα γεγονότα ήταν: το 1952 η ένταξή της στον πολιτικοστρατιωτικό συνασπισμό του ΝΑΤΟ. Το 1974 η έξοδός της από το στρατιωτικό σκέλος και η επανεισδοχή της το 1979. Το 1979 πραγματοποιήθηκε η ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.

Ε) ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

1) ΘΡΗΣΚΕΙΑ

α) Αρχαία ελληνική θρησκεία.

Κατά την προϊστορική περίοδο φαίνεται ότι οι Έλληνες πέρασαν από το στάδιο της μαγείας, που είναι προβαθμίδα της θρησκείας σε όλους τους πρωτογόνους. Πίστευαν ότι σε ορισμένα αντικείμενα, όπως λίθοι, ξύλα κ.λ.π., κατοικούσαν υπερφυσικές δυνάμεις. Γι΄ αυτό σ΄ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας διατηρήθηκαν υπολείμματα φετιχισμού και τοτεμισμού. Με τον καιρό η λατρεία πέρασε στις δυνάμεις της φύσης, δηλ. στους ποταμούς, τα δέντρα, τα δάση, τα ζώα κ.λ.π. Επιβίωση της λατρείας αυτής κατά τους ιστορικούς χρόνους απηχούν τα σύμβολα των θεών. Έτσι π.χ. ο Δίας είχε για σύμβολό του τον αετό, η Αθηνά τη γλαύκα, η Ήρα την αγελάδα κ.λ.π.

Το τελευταίο και ανώτερο στάδιο είναι ο ανθρωπομορφισμός. Όλες οι δυνάμεις της φύσης θεοποιήθηκαν και πήραν ανθρώπινη μορφή. Έτσι δημιουργήθηκε μία ολόκληρη κοινωνία θεών, στην οποία βρίσκει κανείς πιστή αντιγραφή της ανθρώπινης κοινωνίας του καιρού εκείνου. Οι θεοί έχουν όλες τις αρετές και τις αδυναμίες των ανθρώπων. Οι πιο μεγάλοι από αυτούς αποκτούν πανελλήνια καθιέρωση.

Ο Ησίοδος στη «Θεογονία» του προσπάθησε να ταξινομήσει τους πολυπληθείς θεούς και να παρακολουθήσει την εξέλιξη της θεϊκής αυτής κοινωνίας, από τη στιγμή που γεννιέται μέχρι την επικράτηση του Δωδεκάθεου. Σύμφωνα με τον Ησίοδο, λοιπόν, στην αρχή υπήρχε το Χάος, η Γαία, ο Τάρταρος και ο Έρως. Μόνη της η Γαία γέννησε τον Ουρανό, τα Όρη και τον Πόντο, ενώ από την ένωση της Γαίας και του Ουρανού γεννήθηκαν οι Τιτάνες, οι Κύκλωπες και οι Εκατόγχειρες. Ένας από τους Τιτάνες, ο Κρόνος, ανέτρεψε τον Ουρανό και έγινε άρχοντας του σύμπαντος. Ο Κρόνος με την αδερφή του Ρέα γέννησε τη Δήμητρα, την Ήρα, την Εστία, τον Άδη (Πλούτωνα), τον Ποσειδώνα και το Δία. Ο Δίας με τη σειρά του ανέτρεψε τον πατέρα του, έγινε αρχηγός των θεών και των ανθρώπων και ιδρυτής μιας πιο ήμερης θεοκρατικής κοινωνίας που εγκαταστάθηκε στον Όλυμπο.

Οι καινούριοι θεοί, εκτός από τον αρχηγό Δία, ήταν: Ήρα (σύζυγος του Δία), Ποσειδώνας (θεός της θάλασσας), Απόλλωνας (του φωτός και της μουσικής), Άρης (του πολέμου), Ήφαιστος (της φωτιάς), Δήμητρα (της βλάστησης), Αθηνά (της σοφίας), Αφροδίτη (του έρωτα), Άρτεμη (του κυνηγιού), Πλούτωνας (του κάτω κόσμου), Ερμής (του εμπορίου και αγγελιοφόρος των θεών).

Οι αρχαίοι Έλληνες εκτός από τους θεούς λάτρευαν και τους προγόνους τους.

Η αρχαιότερη μορφή λατρείας φαίνεται ότι ήταν ανθρωποθυσία, η οποία με τον καιρό εξελίχτηκε σε θυσία ζώων.

β) Ελληνιστικοί και ρωμαϊκοί χρόνοι. Η συγχώνευση των μικρών πόλεων της αρχαιότητας μέσα στα απέραντα κράτη των Μακεδόνων επηρέασε την κοινωνική ζωή και επομένως και τη θρησκεία. Ο θεός έπαψε να είναι τοπικός και έγινε πανελλήνιος. Ξένες μυστηριακές θρησκείες της Ανατολής (της Ίσιδας, του Μίθρα, του Άμμωνα κ.ά.) μπήκαν στον ελληνικό χώρο και η μυστικιστική σκέψη εκτόπισε το θρησκευτικό ορθολογισμό.

Με την κατάργηση των συνόρων μέσα στο απέραντο Ρωμαϊκό κράτος, πολλοί ξένοι θεοί ταυτίστηκαν με τους αρχαίους. Έτσι π.χ. η αιγυπτιακή Ίσιδα ταυτίστηκε με την Αφροδίτη, την Ήρα, τη Δήμητρα, την Αθηνά κ.ά. Και η λατρεία των ηρώων και των βασιλέων, που άρχισε κατά τους μακεδονικούς χρόνους, συνεχίστηκε και στη ρωμαϊκή εποχή. Παράλληλα παρατηρείται η τάση της μετατροπής των θεών σε εντελώς αφηρημένες έννοιες. Σ΄ αυτό συντελούν κυρίως διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα.

Με την εμφάνιση του χριστιανισμού η παλιά θρησκεία με τον πολυθεϊστικό, ανθρωπομορφικό και ειδωλολατρικό της χαρακτήρα παραμερίστηκε και με τον καιρό εξαλείφτηκε εντελώς.

γ) Χριστιανισμός. Κήρυκας του χριστιανισμού στην Ελλάδα υπήρξε ο απόστολος Παύλος, ο οποίος γνώριζε καλά την ελληνική γλώσσα και σοφία. Από την Τρωάδα πέρασε στην Καβάλα και στους Φιλίππους και στη συνέχεια περιόδευσε στη Θεσσαλονίκη, τη Βέροια, την Αθήνα (50 μ.Χ), την Κόρινθο κ.ά. Άλλοι απόστολοι που εργάστηκαν για την εμπέδωση του χριστιανισμού στην Ελλάδα ήταν: ο απ. Ανδρέας στην Πάτρα, ο Τίτος στην Κρήτη, οι απ. Φίλιππος και Λουκάς. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην Πάτμο είδε το υπέροχο όραμα της Αποκάλυψης. Δεν άργησε η ελληνική γλώσσα να γίνει το όργανο για τη διάδοση της νέας θρησκείας σ΄ όλο τον κόσμο και σ΄ αυτή να γραφτούν τα ιερά βιβλία.

Οι αντιδράσεις και οι διωγμοί κατά της Εκκλησίας, τις οποίες οργάνωσαν οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες (Νέρωνας, Δομιτιανός κ.α.) δημιούργησαν κάμψη στην πρόοδο του χριστιανισμού και στην Ελλάδα. Κατά τους βυζαντινούς όμως χρόνους επικράτησε τελείως και έγινε η επίσημη θρησκεία του κράτους. Κατά την τουρκοκρατία, παρά τη συστηματική καταδίωξη, επέζησε και πρόσφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στο υπόδουλο έθνος. Ο μεγαλύτερος εθναπόστολος κατά την περίοδο αυτή υπήρξε ο Κοσμάς ο Αιτωλός.

Η Εκκλησία της Ελλάδας υπαγόταν στο πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Στις 23-6-1831 κηρύχτηκε ανεξάρτητη και η ανεξαρτησία της αυτή αναγνωρίστηκε από το πατριαρχείο το 1850. Σήμερα η Εκκλησία της Ελλάδας διοικείται από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, στην οποία προεδρεύει ο αρχιεπίσκοπος της Αθήνας.

2) ΠΑΙΔΕΙΑ. α) Αρχαίοι χρόνοι. Η μόρφωση των παιδιών στην αρχαία Ελλάδα άρχιζε από τον έκτο χρόνο του παιδιού. Στα κορίτσια ήταν περιορισμένη και γινόταν μέσα στο σπίτι από τις γυναίκες. Στα αγόρια ήταν πιο πολύπλοκη και γινόταν έξω από το σπίτι. Ένας δούλος, ο «παιδαγωγός», συνόδευε το παιδί στο σχολείο για να διδαχτεί «γράμματα», δηλ. ανάγνωση, γραφή, αριθμητική και μουσική, και στο γυμναστήριο για τη γυμναστική. Όργανα γραφής ήταν ο ξύλινος πίνακας με μια επίστρωση μαλακού κεριού, πάνω στον οποίον χάραζαν τα σύμβολα, και ένα μυτερό μεταλλικό όργανο για τη χάραξη. Πολλοί πίνακες διπλώνονταν και ως βιβλίο και ονομάζονταν «πολύπτυχοι δέλτοι». Αργότερα χρησιμοποιήθηκε ο αιγυπτιακός πάπυρος και οι περγαμηνές, που ήταν κατεργασμένα δέρματα. Οι πάπυροι και οι περγαμηνές περιτυλίγονταν γύρω από ράβδο (κύλινδροι) και φυλάγονταν μέσα σε θήκες. Πάνω σ΄ αυτά έγραφαν με μελάνη, χρησιμοποιώντας την άκρη κατάλληλα ξυσμένου καλαμιού.

Τα σχολεία ήταν ιδιωτικά και οι δάσκαλοι πληρώνονταν από τους γονείς. Την επίβλεψή τους είχαν ιδιαίτεροι άρχοντες της πολιτείας, έργο των οποίων ήταν η επιτήρηση των ηθών και της τακτικής τους λειτουργίας. Τους δασκάλους διάλεγαν οι γονείς ανάλογα με την καλή τους φήμη. Οι πρώτοι δάσκαλοι ονομάζονταν «γραμματοδιδάσκαλοι» ή «γραμματισταί».

β) Ελληνιστικοί χρόνοι. Στα ελληνιστικά κράτη μερικές πόλεις είχαν θεσπίσει ειδικούς νόμους, που ρύθμιζαν την ίδρυση και οργάνωση των σχολείων και οι πολίτες συζητούσαν στη λαϊκή συνεύλευση τα ζητήματα της παιδείας και εξέλεγαν τους δασκάλους. Η συντήρηση των σχολείων γινόταν από το ταμείο της πόλης και τη γενναιοδωρία των πλουσίων και των βασιλέων. Ανώτερη εκπαίδευση έπαιρναν μόνο τα παιδιά των πλουσίων, γιατί ήταν ιδιωτική και πολυδάπανη.

γ) Βυζαντινοί χρόνοι. Για την εκπαίδευση στο Βυζάντιο φρόντιζε η πολιτεία και η εκκλησία. Αξιόλογη ήταν η συμβολή των μοναστηριών, μέσα στα οποία λειτουργούσαν σχολεία, είτε κατώτερα είτε ανώτερα, όπου διδάσκονταν οι αρχαίοι συγγραφείς παράλληλα με το κύριο έργο της εκκλησιαστικής μόρφωσης.

Σοβαρή ανακαίνιση της ανώτατης παιδείας έγινε τον 9ο αι. από τον αδερφό της Θεοδώρας καίσαρα Βάρδα, ο οποίος ίδρυσε τη Σχολή της Μαγναύρας. Κατά τον 11ο αι. ο Ρωμανός ο Γ΄, που ήταν κάτοχος της ελληνικής παιδείας, ανανέωσε το αρχαίο ελληνικό ιδεώδες. Στην εποχή του υπήρχαν όχι μόνο κατώτερα και μέσα σχολεία, αλλά και ανώτερα «μειζόνων μαθημάτων». Κατά τους αιώνες αυτούς είναι φανερή η έντονη προσέγγιση μεταξύ ελληνισμού και χριστιανισμού.

Η μεγαλύτερη όμως στροφή προς την παιδεία πραγματοποιήθηκε κατά τους 13ο, 14ο και 15ο αι. Η κύρια επιδίωξη των κρατών, που σχηματίστηκαν μετά την άλωση της Κωσταντινούπολης από τους Λατίνους Σταυροφόρους (1204), ήταν να ανασυγκροτήσουν την αυτοκρατορία, ανυψώνοντας την παιδευτική στάθμη του έθνους. Η προσπάθεια αυτή είναι εμφανής στο πρόσωπο του αυτοκράτορα Ιωάννη Δούκα Βατάζη (1225-1254). Όχι μόνο φρόντισε να ιδρυθεί η ανώτερη σχολή Νίκαιας, αλλά κατέβαλε προσπάθειες να ιδρυθούν σχολεία και σε άλλες πόλεις της επικράτειάς του. Βοηθό του στην προσπάθεια αυτή είχε το Νικηφόρο Βλεμμύδη. Σ΄ αυτόν οφείλεται η διάσωση και η περισυλλογή των αρχαίων χειρογράφων. Άλλα κέντρα εκπαίδευσης έγιναν η Θεσσαλονίκη, η Τραπεζούντα και ο Μιστράς. Μετά την επανάκτηση της Κωσταντινούπολης (1261) ανασυστήθηκε εκεί το πανεπιστήμιο και λειτούργησε μέχρι το 1453. Όπως και κατά τις παλαιότερες εποχές, διδάσκονταν εκεί οι επιστήμες, η ρητορική, η φιλοσοφία και το δίκαιο. Η θεολογία ήταν υπόθεση της εκκλησίας και γι΄ αυτό δε συμπεριλαμβανόταν στα διδασκόμενα μαθήματα. Το ενδιαφέρον για την παιδεία συνεχίστηκε μέχρι τις τελευταίες στιγμές της αυτοκρατορίας, παρά το ότι αυτή περνούσε τις μεγαλύτερες περιπέτειες της ζωής της. Όχι μόνο δε χαλαρωνόταν με την πάροδο του χρόνου, αλλά εμφανιζόταν ισχυρότερη. Έτσι κατορθώθηκε ώστε να ανασυγκροτηθεί το έθνος πνευματικά και να βρεθεί οπλισμένο με την πίστη προς τος εαυτό του και την παράδοσή του, η οποία το συγκράτησε κατά την εποχή της τουρκοκρατίας.

δ) τουρκοκρατία. Η παιδεία κατά την τουρκοκρατία δεν ήταν δυνατόν να συστηματοποιηθεί πάνω σε ενιαία βάση, γιατί δεν υπήρχε κάποιο κεντρικό όργανο για την άσκηση της παιδευτικής πολιτικής. Η Εκκλησία απέβλεπε στη μόρφωση των δικών της στελεχών. Όσοι από τους πολίτες μπορούσαν να ακολουθήσουν ανώτερες σπουδές και να πάρουν επιστημονική μόρφωση, έπρεπε να ξοδέψουν δικά τους χρήματα και να καταφύγουν στο εξωτερικό. Η στοιχειώδης παιδεία περιοριζόταν στη γραφή και την ανάγνωση των λειτουργικών βιβλίων. Οι γνώσεις των μαθητών συμπληρώνονταν με λίγα μαθηματικά και την εκμάθηση εύκολων αττικών συγγρφέων. Η εκκλησιαστική μουσική διδασκόταν στους υποψήφιους ιερείς και ψάλτες. Το μάθημα της φιλοσοφίας ατόνησε. Μόνο ελάχιστοι μορφωμένοι μπορούσαν να τη διδάξουν σε προχωρημένους μαθητές. Οι βιβλιοθήκες των μοναστηριών είχαν αξιόλογα χειρόγραφα, τα οποία ερευνούσαν μόνο οι περίεργοι.

Μεγάλα μορφωτικά κέντρα ήταν: η Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη, όπου δίδαξαν επιφανείς άνδρες, η Αθωνιάδα στο Άγιο Όρος, τα λαμπρά σχολεία των Ιωαννίνων. Η σχολή της Αγίας Αικατερίνης των Σιναϊτών στο Χάνδακα της Κρήτης, καθώς και άλλα σχολεία σε πόλεις και κοινότητες του εξωτερικού, όπου ανθούσαν οι ελληνικές παροικίες. Αλλά οι Έλληνες μορφώνονταν και στη Δύση (Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία κ.α.), όπου σπούδαζαν κυρίως ιατρική και φιλοσοφία. Έτσι δε σταμάτησε ούτε στιγμή η επαφή των Ελλήνων με το πνεύμα και τις ιδέες της Δύσης. Η αδιάκοπη αυτή επαφή υπήρξε γόνιμη για τον ελληνισμό μετά την Άλωση.

ε) Νεότεροι χρόνοι. Με τη δημιουργία του ελεύθερου Ελληνικού κράτους, ο Καποδίστριας καταπιάστηκε σωστά με το θέμα της παιδείας. Έδωσε μεγάλη προσοχή στην επιλογή του διδακτικού προσωπικού. Στην Αίγινα ίδρυσε ορφανοτροφείο, όπου συγκεντρώθηκαν 500 περίπου ορφανά του Αγώνα. Σ΄ αυτό εκτός από τη στοιχειώδη εκπαίδευση οι τρόφιμοι έπαιρναν και επαγγελματική μόρφωση. Αργότερα προστέθηκε στο ορφανοτροφείο και μία ανώτερη τάξη, όπου καταρτίζονταν δάσκαλοι για την ύπαιθρο. Ο Καποδίστριας επίσης καθιέρωσε υποτροφίες, ίδρυσε εκκλησιαστική σχολή και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Το 1829 υπήρχαν 71 αλληλοδιδακτικά σχολεία στην Ελλάδα: στην Πελοπόννησο 31 με 2.064 μαθητές, 37 στα νησιά με 3.650 μαθητές και 3 στη Στερεά με 407 μαθητές.

Από την εποχή του Καποδίστρια μέχρι σήμερα έγιναν πολλές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και βελτιώθηκε η ελληνική παιδεία σε όλους τους τομείς: διδακτικά βιβλία, εποπτικά όργανα κ.λ.π.

3. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

α) Ίωνες φιλόσοφοι. Η ελληνική φιλοσοφική σκέψη στην αρχή εξέτασε τη φύση (γένεση του κόσμου, αρχή και σκοπός των όντων), ήταν δηλ. φυσική, και πρώτοι από τους Έλληνες φιλοσόφησαν οι Ίωνες (7ος αι. π.Χ.), οι οποίοι έθεταν στον εαυτό τους το ερώτημα: τι είναι ο κόσμος αυτός στον οποίο ζούμε. Από αυτούς ο Θαλής (640-546 π.Χ.) δεχόταν ως αρχή του κόσμου το νερό, υποστήριζε δηλ. ότι τα ποικίλα είδη της ύλης είναι τροποποιήσεις ενός αδημιούργητου και ανόλεθρου στοιχείου, δηλ. του νερού, ο Αναξαγόρας το άπειρο, δηλ. την ύλη, η οποία έχει μέσα της τα σπέρματα των «όντων» και την αιώνια κίνηση, και ο Αναξιμένης τον αέρα. Κατά τον Ηράκλειτο αρχή του κόσμου είναι το «πυρ», από το οποίο γίνονται όλα με την αραίωση και την πύκνωση. Οι Αβδηρίτες Λεύκιππος και Δημόκριτος (5ος αι. π.Χ.) μπορούν να θεωρηθούν πρόδρομοι του υλισμού· αρχή του κόσμου κατά το Δημόκριτο είναι τα «άτομα» και το κενό. Ένα βήμα προς τα εμπρός πραγματοποίησε ο Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος, που θεωρούσε αιτία της κίνησης όχι την ύλη, άλλα το νου. Τέλος ο Πυθαγόρας ο Σάμιος, ο οποίος περί το 530 π.Χ. εγκαταστάθηκε στον Κρότωνα, αρχή των όντων θεωρούσε τους αριθμούς.

Β) Σοφιστές-Σωκράτης. Οι σοφιστές (5ος αι. π.Χ.) άφησαν κατά μέρος τις αλληλοσυγκρουόμενες και άκαρπες συζητήσεις για την αρχή των όντων και στράφηκαν προς τη μελέτη των ανθρώπινων και την έρευνα για την αξιοπιστία της γνώσης. Υποστήριζαν ότι δεν υπάρχει αλήθεια με γενικό κύρος· μοναδική βάση για κάθε γνώση είναι η προσωπική του καθενός αντίληψη, την οποία σχηματίζει με τις αισθήσεις του (αισθησιαρχικοί). Αλήθεια είναι ό,τι συμφέρει στο άτομο και αγαθό ό,τι τον ωφελεί· «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος» διακήρυξε ο Πρωταγόρας (480-410). Για να ευτυχήσει ο άνθρωπος, πρέπει να έχει την τέχνη να πείθει τους άλλους σε ό,τι τον συμφέρει. Με τη διδασκαλία τους αυτή συνέβαλαν ακόμα περισσότερο από τους φυσικούς φιλοσόφους στη διάσειση των θρησκευτικών, ηθικών και κοινωνικών αξιών και υπήρξαν αφορμή να αναθεωρηθεί ολόκληρο το πνευματικό οικοδόμημα των Ελλήνων από τους μετέπειτα φιλοσόφους. Εκτός από τον Πρωταγόρα τον Αβδηρίτη, διέπρεψαν και οι εξής ακόμα σοφιστές: Γοργίας ο Λεοντίνος, Πρόδικος ο Κείος και Ιππίας ο Ηλείος.

Στις αντιλήψεις των σοφιστών αντιτάχτηκε ο Σωκράτης, που υποστήριζε ότι υπάρχει αλήθεια και αγαθό με αντικειμενικό και παραδεκτό από όλους κύρος. «Πάντων χρημάτων μέτρον» δεν πρέπει να είναι ο «άνθρωπος», αλλά οι «άνθρωποι», δηλ. το λογικό του ανθρώπου, που είναι αμετάβλητο και όμοιο σε όλους. Σκοπός του ανθρώπου δεν πρέπει να είναι η «νομιζόμενη» ευτυχία, όπως υποστήριζαν οι σοφιστές, αλλά η αρετή, η οποία είναι η πραγματική ευτυχία.

γ) Πλάτων-Αριστοτέλης. Ο Πλάτων προχώρησε ακόμα περισσότερο από το δάσκαλό του Σωκράτη. Είναι ο εισηγητής των «ιδεών». Οι πλατωνικές ιδέες είναι γενικοί και αιώνιοι τύποι των όντων, βρίσκονται πάνω από την αίσθηση και είναι ουσίες αντιληπτές μόνο με το λογικό. Όλα τα αισθητά τα θεωρεί είδωλα των ιδεών αυτών, οι οποίες βρίσκονται σε τόπο επουράνιο και αποτελούν αρχέτυπα του ορατού κόσμου και αιώνια πρότυπα και παραδείγματα. Ως προς την ψυχή, διακρίνει τρία μέρη σ΄ αυτήν: το «λογιστικόν», το «θυμοειδές» και το 'επιθυμητικόν». Γι΄ αυτό και τρεις είναι οι αρετές που αναγνωρίζει: η σοφία, η ανδρεία και η σωφροσύνη, που η καθεμία τους αντιστοιχεί και σε ένα από τα μέρη της ψυχής. Από την αρμονική ανάπτυξη των τριών αρετών αποτελείται η «δικαιοσύνη».

Ο μαθητής του Πλάτωνα Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) απέρριψε τη θεωρία του δασκάλου του περί των ιδεών. Η ιδέα, την οποία ο Αριστοτέλης ονομάζει «μορφήν», προϋπάρχει μέσα στο ίδιο το πράγμα και δεν είναι ανεξάρτητη από αυτό. Ταλαντεύεται επίσης ανάμεσα στον ιδεαλισμό και τον υλισμό. Κάθε πράγμα κατ΄ αυτόν αποτελείται από την ύλη και το πνεύμα, που είναι αδιάσπαστα συνδεμένα μεταξύ τους. Στη γνωσιολογία πλησιάζει πολύ τον υλισμό, με το να δέχεται την καταγωγή των γνώσεων από τις αισθήσεις: Η αριστοτελική «λογική» διδάσκει ότι τα στοιχεία της νόησης είναι οι έννοιες, οι κρίσεις και οι συλλογισμοί· ο Αριστοτέλης θεωρείται ιδρυτής της «Τυπικής Λογικής».

δ) Στωικοί-Επικούρειοι. Κατά τους ζοφερούς χρόνους, κατά τους οποίους η αρχαία θρησκεία βρισκόταν σε κατάπτωση και η νέα δεν είχε επικρατήσει ακόμα, ενώ συγχρόνως βασίλευε πολιτική νάρκη και έκλυση ηθών, έκανε την εμφάνισή της η φιλοσοφία της Στοάς, που διδάσκει το καθήκον και την ηθική. Η στωική φιλοσοφία, της οποίας ιδρυτής υπήρξε ο Ζήνωνας ο Κιτιέας (336-264 π.Χ.), είχε για δόγμα της: ζωή σύμφωνη προς τη φύση και τη λογική. Κατ΄ αυτήν τα πάθη είναι αρρώστιες της ψυχής· γι΄ αυτό συνιστούσε όχι μόνο την απάθεια και την αποχή από τις ηδονές ("απέχου"), αλλά και την υπομονή και καρτερία κατά τις λύπες και τις συμφορές της ζωής ("ανέχου"). Εκτός από την αυστηρή ηθική οι στωικοί έκλιναν και προς τον κοσμοπολιτισμό. Κήρυτταν ότι όλοι οι άνθρωποι είναι δημότες και πολίτες του αυτού κράτους και όλοι συγγενείς μεταξύ τους. Γι΄ αυτό επί μισή χιλιετηρίδα (300π.Χ-200μ.Χ.), μέσα στον ελληνικό και ρωμαϊκό κόσμο, η στωική φιλοσοφία βρίσκεται στο προσκήνιο, χωρίς όμως τελικά να κατορθώσουν τη δημιουργία της μίας και μόνης πολιτείας που οραματίζονταν.

Αντίθεση προς τη στωική φιλοσοφία αποτελεί η επικούρεια, της οποίας ιδρυτής ήταν ο Αθηναίος Επίκουρος (341-270 π.Χ). Οι επικούρειοι, αντίθετα από τους στωικούς, όριζαν ως σκοπό της ζωής όχι μόνο την αρετή, αλλά την ηδονή, και την ψυχική και τη σωματική, γι΄ αυτό επονομάζονταν «ηδονικοί». Ενώ όμως ο Επίκουρος έζησε λιτή ζωή, οι οπαδοί του παραδόθηκαν όλοι στις ηδονικές απολαύσεις.

ε) Η χριστιανική φιλοσοφία. Στόχος της φιλοσοφίας κατά τους βυζαντινούς χρόνους είναι να αποδείξει την ορθότητα των χριστιανικών δογμάτων, τα οποία συχνά επιχειρεί να τα εναρμονίσει με την πλατωνική κυρίως διδασκαλία. Οι πιο χαρακτηριστικές μορφές αυτής της περιόδου είναι: ο Μιχαήλ Ψελλός (1018-1078), ο πατριάρχης Φώτιος (9ος αι.), ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθωνας (14ος αι.) κ.ά. Φιλοσοφικές σχολές άκμασαν στην Αντιόχεια, στην Αλεξάνδρεια, στην Κωσταντινούπολη κ.α.

στ) Περίοδος της τουρκοκρατίας (1453-1821). Οι Έλληνες λόγιοι κατά το 15ο και 16ο αι. ανέπτυξαν δράση κυρίως στην Ιταλία, όπου δίδασκαν κυρίως αριστοτελική φιλοσοφία. Κορυφαίοι είναι: ο Θεόφιλος ο Κορυδαλλέας (1563-1646) και ο Κύριλλος Λούκαρης (1572-1638). Κατά το 17ο και 18ο αι. διαπρέπουν οι: Βικέντιος Δαμωδός, Ευγένιος Βούλγαρης, Βενιαμίν ο Λέσβιος κ.ά.

ζ) 19ος αιώνας. Μετά την απελευθέρωση του έθνους η ελληνική φιλοσοφική σκέψη επηρεάστηκε από τη θετικιστική και υλιστική νοοτροπία των λεγόμενων «μορφωμένων» της Δύσης και απομακρύνθηκε από την αρχαία ελληνική φιλοσοφική παράδοση. Παρ΄ όλα αυτά παρουσιάστηκαν τρεις πολύ ενδιαφέρουσες φιλοσοφικές φυσιογνωμίες: ο Θεόφιλος Καΐρης (1784-1853) και ο Απόστολος Μακράκης (1831-1905), που προέρχονταν απο το θρησκευτικό περιβάλλον και η φιλοσοφία τους έχει ρίζες θεοσεβικές, και ο Πέτρος Βραΐλας Αρμένης (1812-1884), που στρέφεται στη μεταφυσική χριστιανική φιλοσοφία και μένει πιστός στις φιλοσοφικές αντιλήψεις της χριστιανικής δογματικής. Ασχολήθηκαν επίσης με τη φιλοσοφία οι: Δημ. Χαντζέρης, Μαργαρίτης Ευαγγελλίδης και ο Χρ. Ανδρούτσος.

η) Σύγχρονη φιλοσοφική σκέψη. Κατά την πρώτη δεκαετία του 20ού αι. η φιλοσοφία μας επηρεάστηκε από το Νίτσε και κατά τη δεύτερη από τον Μπερξόν. Κατά την τρίτη δεκαετία άρχισε να διαδίδεται ο διαλεκτικός υλισμός και ο θετικιστικός διαφωτισμός, που γέννησαν όμως την ισχυρή αντίδραση της νεοκαντιανής φιλοσοφίας. Το 1940 έγινε στροφή προς την ελληνική φιλοσοφική παράδοση, η οποία συνεχιζόμενη προφυλάσσει τον ελληνικό στοχασμό από τα διάφορα ρεύματα και τη διεθνή μόδα, που κάθε λίγο επιχειρούν να δρασκελίσουν τα σύνορά μας.

Κατά τον αιώνα μας διακρίθηκαν στον τομέα του φιλοσοφικού στοχασμού οι: Κ.Δ. Γεωργούλης, Ι.Ν. Θεοδωρακόπουλος, Ευάγγ. Παπανούτσος, Κ.Δ. Τσάτσος, Π. Κανελλόπουλος, Θεοδωρίδης, Βάρναλης, Φωτιάδης, Αξελός, Καστοριάδης κ.ά.

4. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Η ελληνική λογοτεχνία αποτελεί ένα από τα υψηλότερα επιτεύγματα της ανθρώπινης σκέψης και ευαισθησίας. Πολλά από τα προϊόντα της, όπως η επική, η λυρική και η δραματική ποίηση, είναι τελείως πρωτότυπες ελληνικές δημιουργίες. Η μεγάλη λογοτεχνική μας ακμή κατά την αρχαιότητα οφείλεται στο θαυμάσιο κλίμα της χώρας, στη θρησκεία, την πολιτεία και, προπάντων, στο έξοχο ελληνικό πνεύμα.

α) Αρχαίοι χρόνοι. Τα κυριότερα ελληνικά ποιήματα ήταν κυρίως επικλήσεις και ύμνοι προς τους θεούς (ιερή ποίηση) ή πραγματεύονταν τις περιπέτειες βασιλικών γενών (μυθική ποίηση). Δημιουργοί της προομηρικής αυτής ποίησης αναφέρονται ο Ορφέας, ο Εύμολπος, ο Λίνος, ο Μουσαίος, ο Θάμυρης. Οι πανάρχαιοι αυτοί «αοιδοί», των οποίων τα ονόματα χάνονται μέσα στην αχλύ του μύθου, είχαν μεγάλη εκτίμηση από τους σύγχρονούς τους, γιατί οι άνθρωποι πίστευαν γι' αυτούς ότι το χάρισμα να συνθέτουν ποιήματα το είχαν πάρει ως δώρο από τον Απόλλωνα, το Δία και τις Μούσες. Φαίνεται ότι κατά την περίοδο αυτή γίνονταν και αγώνες μουσικοί και ποιητικοί. Αυτό αφήνει να εννοήσουμε το περιστατικό που αναφέρει ο Όμηρος για το Θάμυρη, ο οποίος, επειδή νικήθηκε σε αγώνα με τις Μούσες, έχασε «την όρασιν, την θεσπεσίαν αοιδήν και την κιθαριστύν» (την τέχνη της κιθάρας). Από το ίδιο αυτό απόσπασμα φαίνεται επίσης ότι ο «αοιδός» συνόδευε την απαγγελία των ποιημάτων του με υπόκρουση κιθάρας.

Ο Όμηρος υπήρξε ο μεγαλύτερος επικός ποιητής της αρχαιότητας. Τα ποιήματά του «Ιλιάδα» και «Οδύσσεια» είναι τα αρχαιότερα και πολυτιμότερα μνημεία του ελληνικού λόγου. Εκτός από τη λογοτεχνική τους αξία, που αναγνωρίζεται σε παγκόσμια κλίμακα, τα ομηρικά έπη έχουν και μεγάλη εθνική σημασία, όχι μόνο γιατί περιέχουν τους αγώνες ολόκληρου του έθνους κατά των Τρώων, αλλά και γιατί στα πρόσωπα των ηρώων του διακρίνεται όλο το ιδεώδες του έθνους. Ο Αχιλλέας π.χ. απεικονίζει τη νεανική τόλμη και το ηρωικό φρόνημα, ενώ ο Οδυσσέας το εφευρετικό πνεύμα, την τόλμη και τη θαυμαστή εγκαρτέρηση. Στον Όμηρο αποδίδονταν παλαιότερα και μερικά άλλα ποιήματα, όπως 34 ύμνοι, καθώς και η «Βατραχομυομαχία», ο «Μαργίτης» κ.ά., τα οποία όμως η έρευνα απέδειξε ότι δεν ήταν δικά του.

Κυκλικοί ποιητές ονομάζονται όσοι μετά τον Όμηρο έγραψαν έπη, τα οποία αναφέρονται σε προγενέστερα ή μεταγενέστερα γεγονότα της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Ποιήματα του κύκλου αυτού είναι: Θεογονία (όχι του Ησίοδου), Τιτανομαχία, Δαναΐς, Οιδιπόδεια, Θηβαΐς, Επίγονοι, Κύπρια έπη, Αιθιοπίς, Νόστοι, Οδύσσεια, Τηλεγόνεια κ.ά.. Από αυτά δε σώζονται σήμερα παρά ελάχιστα αποσπάσματα.

Διδακτικό έπος. Ησίοδος. Μετά το ηρωικό έπος αναπτύχθηκε και το διδακτικό. Το πρώτο το εκπροσωπεί ο Όμηρος, το δεύτερο ο Ησίοδος (750-700 π.Χ.). Και ενώ ο ένας απευθύνεται στους βασιλείς, ο άλλος απευθύνεται στους χωρικούς, των οποίων την ταλαίπωρη ζωή προσπαθεί να διορθώσει με τις πρακτικές του συμβουλές. Έργα του είναι: «Έργα και Ημέραι», «Θεογονία», «Ηοίαι».

Το διδακτικό έπος καλλιεργήθηκε και μετά τον Ησίοδο, γιατί οι διάφοροι σοφοί διατύπωναν τα ηθικά τους παραγγέλματα στην επική διάλεκτο και στο επικό μέτρο. Αξιομνημόνευτοι είναι οι Ελεάτες φιλόσοφοι, ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος, ο Παρμενίδης και ο Εμπεδοκλής.

Η λυρική ποίηση είναι το δεύτερο ποιητικό είδος, το οποίο ανάλογα με το περιεχόμενο και τη μορφή που εκφράζεται, διακρίνεται σε τέσσερα κύρια είδη: στην ιαμβική, στην ελεγειακή, τη μελική και τη χορική. Ως έντεχνο είδος έκανε την εμφάνισή της από τα μέσα του 8ου αι. π.Χ., δηλ. πολύ μετά την επική ποίηση. Οι κυριότεροι εκπρόσωποί της ήταν· στην ελεγεία: Καλλίνος, Μίμνερμος, Σόλωνας, Ξενοφάνης, Θέογνης, Σιμωνίδης ο Κείος· στο επίγραμμα (είδος της ελεγείας): Πλάτωνας, Θουκυδίδης, Ανακρέοντας, Φίλιππος ο Θεσσαλονικέας, Παλλαδάς· στην ιαμβική: Αρχίλοχος, Σιμωνίδης ο Αμοργίνος· στη μελική: Αλκαίος, Σαπφώ, Ανακρέοντας· στη χορική: Τέρπανδρος, Στησίχορος, Βακχυλίδης, Πίνδαρος.

Η δραματική ποίηση. Το δράμα είναι πρωτότυπο δημιούργημα του ελληνικού πνεύματος. Γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στην Αττική από το «διθύραμβο», που ήταν τραγούδι της διονυσιακής λατρείας. Από το σοβαρό διθύραμβο γεννήθηκε η τραγωδία, ενώ από το φαιδρό η κωμωδία. Οι πρώτοι τραγωδοποιοί ήταν ο Θέσπης (6ος αι. π.Χ), ο Χοιρίλος, ο Πρατίνας και ο Φρύνιχος. Η μεγάλη όμως ανάπτυξη σημειώθηκε τον 5ο αι. π.Χ. με τους τρεις μεγάλους τραγικούς Αισχύλο, Σοφοκλή και Ευριπίδη. Άλλοι τραγικοί του 5ου και του 4ου αι. π.Χ. ήταν ο Ίωνας ο Χίος, ο Αχαιός ο Ερετριέας και ο Αγάθωνας ο Αθηναίος. Με την τραγωδία ήταν συνδεμένο και το σατυρικό δράμα. Στις τρεις τραγωδίες που διδάσκονταν μαζί (τριλογία δραματική), πρόσθεταν οι τραγικοί και τέταρτο δράμα, που το χορό του αποτελούσαν πάντοτε Σάτυροι και γι΄ αυτό το ονόμαζαν σατυρικό δράμα.

Πρώτο ποιητή κωμωδίας θεωρούν οι αρχαίοι το Σουσαρίωνα από τα Μέγαρα (570 π.Χ.). Από εκεί διαδόθηκε στην Αττική. Στη Σικελία ο μεγάλος ποιητής Επίχαρμος από την Κω (486 π.Χ.) έγραψε αξιόλογες κωμωδίες. Στην Αθήνα η κωμωδία παρουσιάστηκε επίσημα δίπλα στην τραγωδία μετά το 486 π.Χ. Διακρίνονται οι μεγάλοι κωμωδιοποιοί Κρατίνος, Φερεκράτης, Φρύνιχος και προπάντων οι ευφυέστατοι Εύπολης και Αριστοφάνης, που διαμόρφωσαν καλλιτεχνικά την «παλαιά αττική κωμωδία» σε σάτιρα προσωπική και πολιτική. Στη «μεσαία κωμωδία» (404-338 π.Χ.), που διακωμωδεί τάξεις και ήθη, με 617 δράματα 55 ποιητών, διακρίνονται ο Αντιφάνης και ο Άλεξης. Στη «νέα κωμωδία» (338-250 π.Χ.), που διαμορφώνει χαρακτήρες ανθρώπων, με 64 κωμωδοποιούς, διακρίνονται ο Μένανδρος και ο Φιλήμονας.

Ο πεζός λόγος ακολούθησε τον ποιητικό. Μητέρα αυτού υπήρξε η Μίλητος. Οι Μιλήσιοι ήταν οι πρώτοι που ήρθαν σε επαφή με τους Αιγύπτιους, από τους οποίους πήραν τον πάπυρο (600 π.Χ.). Ως πρώτο είδος του πεζού λόγου εμφανίζεται η ιστοριογραφία. Οι πρώτοι ιστοριογράφοι ήταν απλώς χρονογράφοι και ονομάζονται λογογράφοι. Μνημονεύονται 12 λογογράφοι, αλλά οι πιο αξιόλογοι από αυτούς ήταν οι: Κάδμος ο Μιλήσιος, Εκαταίος ο Μιλήσιος και Ελλάνικος ο Μυτιληναίος. Πατέρας όμως της ιστορίας θεωρείται ο Ηρόδοτος (489-410 π.Χ.). Ακολουθεί ο Θουκυδίδης (470-397 π.Χ.), που είναι ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς των αιώνων και ο πρώτος που χρησιμοποίησε στη συγγραφή της ιστορίας επιστημονικά κριτήρια. Τρίτος σημαντικός ιστορικός είναι ο Ξενοφώντας (434-355 π.Χ.). Αναφέρονται και άλλοι ιστορικοί, όπως ο Κτησίας, ο Αινείας, ο Θεόπομπος ο Χίος, ο Θεόκριτος ο Χίος, ο Πτολεμαίος ο Λάγου, ο Ευμένης κ.ά.

Μετά την κατάλυση της βασιλείας οι Έλληνες ασκούν τη ρητορεία, που είναι και αυτή ένα είδος του πεζού λόγου. Εκπρόσωποι της «φυσικής» ρητορείας είναι ο Θεμιστοκλής, ο Περικλής κ.ά., ενώ της «εντέχνου» ο Κόρακας ο Συρακούσιος, ο Τεισίας, ο Γοργίας ο Λεοντίνος κ.ά. Στην Αθήνα κατά τον 5ο και 4ο αι. διακρίθηκαν οι: Αντιφώντας, Ανδοκίδης, Λυσίας, Ισοκράτης, Δημοσθένης, Ισαίος, Λυκούργος, Αισχίνης, Υπερείδης και Δείναρχος.

Η επιστημονική συγγραφή έχει επίσης να παρουσιάσει αξιόλογα μνημεία κατά την εποχή αυτή. Ο Ιπποκράτης ο Κώος (460-359 π.Χ.) έγραψε ιατρικά συγγράμματα, ο Αινείας ο Αρκάδας (4ος αι. π.Χ.) ασχολήθηκε με την «τακτική», δηλ. την τέχνη της παράταξης του στρατού, ο Θαλής έγραψε αστρονομικά έργα, ο Αναξίμανδρος γεωγραφικά, ο Πυθαγόρας ο Σάμιος ασχολήθηκε με τη γεωμετρία και ο Αριστοτέλης με τη «ρητοτική», την «ποιητική» κ.λ.π.

β) Ελληνιστικοί χρόνοι. Κατά τους χρόνους αυτούς ως πνευματικά κέντρα διακρίνονται η Αθήνα, η Πέλλα της Μακεδονίας, η Αντιόχεια της Συρίας, οι Συρακούσες, η Ρόδος, η Ταρσός της Κιλικίας, η Πέργαμος της Μ. Ασίας και προπάντων η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, η οποία με τους φιλόκαλους και φιλόμουσους βασιλείς της, τους Πτολεμαίους, που προστάτευαν τα γράμματα, τις επιστήμες και τις τέχνες, ξεπέρασε όλες τις πόλεις στην πνευματική κίνηση και άνθηση.

Στην επική ποίηση διακρίθηκαν οι: Απολλώνιος ο Ρόδιος, Ριανός, Άρατος, Νίκανδρος ο Κολοφώνιος, Νουμήνιος, Βόιος, Ερατοσθένης, Απολλόδωρος. Στην ελεγεία οι: Φιλήτας ο Κώος, Ερμησιάνακτας ο Κολοφώνιος και κυρίως ο Καλλίμαχος. Γράφτηκαν και αξιόλογα επιγράμματα, τα οποία συγκέντρωσε ο επιγραμματοποιός Μελέαγρος (80 π.Χ.). Η πιο πρωτότυπη όμως ποίηση την εποχή αυτή είναι η «βουκολική», της οποίας ο γνησιότερος εκπρόσωπος είναι ο Θεόκριτος ο Συρακούσιος (310-245 π.Χ.). Ακμή επίσης παρουσιάζει η «Νέα Αττική κωμωδία» (Φιλήμονας, Μάχωνας), ενώ παράλληλα καλλιεργείται ο «μίμος» (Ηρώνδας ο Κώος), η ποίηση των «Φλυάκων», που ήταν κωμικά δημοτικά ποιήματα (Σώπατρος) και η σκωπτική ποίηση (Σωτάδης, Τίμωνας, Μένιππος ο κυνικός, Λουκιανός κ.ά.).

Τα είδη του πεζού λόγου που καλλιεργούνται τώρα είναι: η ιστορία (Τίμαιος ο Ταυρομενίτης, Φύλαρχος, Μανέθωνας, Βηρωσός, Μεγασθένης, Πυθέας ο Μασσαλιώτης· ο σπουδαιότερους από όλους είναι ο Πολύβιος ο Μεγαλοπολίτης 205-120 π.Χ), η γεωγραφία, που είναι συνδεμένη με την ιστορία (Νέαρχος, ναύαρχος του Μ. Αλεξάνδρου, Ερατοσθένης, Τιμοσθένης), η γραμματική (Ηρακλείδης, Χαμαιλέοντας, Δικαίαρχος, Αριστόξενος, Φανίας, Αριστοφάνης ο Βυζάντιος, Αρίσταρχος ο Σαμόθρακας, Απολλόδωρος ο Αθηναίος, Διονύσιος ο Θράκας κ.ά.). Από τις επιστήμες: η ιατρική (Ηρόφιλος ο Χαλκηδόνιος, Ερασίστρατος ο Κείος, Ηρακλείδης ο Ταραντίνος κ.ά.), τα μαθηματικά, η αστρονομία και η μηχανική (Ευκλείδης, Αρχιμήδης, Απολλώνιος, Αρίσταρχος ο Σάμιος, Κτησίβιος, Ίππαρχος κ.ά.).

γ) Ρωμαϊκοί χρόνοι. Κέντρο των ελληνικών γραμμάτων κατά την περίοδο της ρωμαϊκής κοσμοκρατορίας είναι η Ρώμη, η οποία κατά το Λατίνο ποιητή Γιουβενάλη έγινε «urbs Graeca», δηλ. πόλη ελληνική. Αλλά κέντρα μόρφωσης είναι: η Αθήνα, η Αλεξάνδρεια, η Ρόδος, η Πέργαμος, η Έφεσος, η Σμύρνη, η Αντιόχεια, η Ταρσός, η Προύσα, η Νίκαια κ.ά. Από τους αυτοκράτορες, κυρίως ο Αδριανός και ο Μάρκος Αυρήλιος υποστήριξαν τα ελληνικά γράμματα.

Στην ποίηση διακρίθηκαν οι επικοί: Αρριανός (όχι ο ιστορικός), ο Σκοπελιανός, ο Πτολεμαίος ο Χέννος, ο Πείσανδρος, που έγραψαν ηρωικά έπη, και οι Οππιανός, Ανδρόμαχος, Δαμοκράτης, Μάρκελος, Διονύσιος ο Περιηγητής κ.ά. διδακτικά. Λυρική ποίηση έγραψαν οι Μεσομήδης ο Κρητικός, Αντίπατρος, Φιλόδημος, Ζωνάς κ.ά. Στο δράμα δεν έχουμε κανέναν αξιόλογο δημιουργό. Τώρα όμως εμφανίζεται για πρώτη φορά και η χριστιανική ποίηση (ύμνοι, ψαλμοί).

Στον πεζό λόγο διακρίνονται κυρίως οι ιστοριογράφοι, όπως ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, ο Διόνυσος ο Αλικαρνασσέας, ο Καικίλιος, ο Νικόλαος ο Δαμασκηνός, ο Ιώσηπος (ιουδαϊκής καταγωγής) και οι κορυφαίοι Πολύβιος ο Μεγαλοπολίτης (2ος αι. π.Χ.), Πλούταρχος (46-120 μ.Χ.) και Φλάβιος Αρριανός (95-180 μ.Χ.). Μεγάλη είναι η πρόοδος της γεωγραφίας κατά την περίοδο αυτή, κατά την οποία διακρίνεται ο Στράβωνας από την Αμάσεια του Πόντου (67π.Χ.-23μ.Χ.). Άλλοι γεωγράφοι είναι οι Μαρίνος ο Τύριος, Κλαύδιος Πτολεμαίος, Παυσανίας κ.ά.

Η ρητοτική διέρχεται τώρα την τρίτη της περίοδο. Σ΄ αυτή διαπρέπουν ο Λεσβώνακτας ο Μυτιληναίος, ο Διόνυσος ο Αλικαρνασσέας, ο Αίλιος Αριστείδης, ο Νικόστρατος ο Μακεδόνας κ.ά. Ευφυέστατος συγγραφέας της ρητορικής είναι ο Λουκιανός από τα Σαμόσατα της Συρίας και πολυμαθής ρητοδιδάσκαλος ο Λογγίνος. Άλλοι συγγραφείς ρητορικών έργων είναι ο Γοργίας ο Νεότερος και ο Κλαύδιος. Ευδοκιμεί επίσης η μυθιστοριογραφία με τους Λούκιο, Αντώνιο Διογένη, Ιάμβλιχο το Σύρο, Ηλιόδωρο τον Εμεσηνό, Αχιλλέα Τάτιο, Λόγγο το Λέσβιο κ.ά. και η επιστολογραφία με τους Αλκίφρονα, Λιβάνιο, Ιουλιανό κ.ά.

Αξιόλογα έργα γραμματικής έγραψαν οι Ιόβας, Θέωνας, Πάμφιλος, Αίλιος, Ηρωδιανός κ.ά. Μερικοί γραμματικοί συγκεντρώνουν τις λέξεις των αττικών συγγραμμάτων. Είναι οι λεγόμενοι αττικιστές λεξικογράφοι: Φιλήμονας ο Αθηναίος, Κράτης, Δημήτριος Ιξίωνας, Αλέξανδρος Πολυΐστορας κ.ά.

Παροιμίες συγκέντρωσε ο Ζηνόβιος και μύθους ο Ηράκλειτος ο Τύριος. Τέλος με τη μουσική ασχολήθηκαν οι Κοϊντιλιανός, Κλεονίδης κ.ά.

δ) Βυζαντινοί χρόνοι (330-1453 μ.Χ.). Η βυζαντινή λογοτεχνία στο μεγαλύτερο μέρος της είναι θρησκευτική προπάντων στα πιο πρωτότυπα από τα μνημεία της. Στην πληρότητά της όμως φτάνει κάθε φορά που στη μακρά πορεία της συμπορεύεται με τον κλασικιστικό ελληνισμό. Στο τέλος ενώνονται τα δύο αυτά στοιχεία και δίνουν μία ενιαία έκφραση, την ελληνοχριστιανική.

Στην πεζογραφία αναπτύσσονται οι κλάδοι: της δογματικής και αντιρρητικής (4ος-9ος αι.) για την καταπολέμηση των εθνικών (Κύριλλος Αλεξάνδρειας, Αναστάσιος ο Σιναΐτης, Γεννάδιος ο πατριάρχης Κωσταντινούπολης κ.ά.), του ισλαμισμού (Νικήτας ο Βυζάντιος, Ιωάννης Καντακουζινός κ.ά.) και των αιρέσεων (Τιμόθεος Γ΄ και Σεβήρος Αλεξάνδρειας κ.ά.). Από το 10ο μέχρι το 15ο αι. διακρίνονται επίσης οι: Μιχαήλ Ψελλός, Γεώργιος Ακροπολίτης, Νικηφόρος Βλεμμύδης, Γρηγόριος ο Παλαμάς, Ιωάννης Ευγενικός, Γεώργιος Γεμιστός, Βησσαρίωνας κ.ά. Στον κλάδο της ερμηνείας των γραφών επιδίδονται οι: Προκόπιος ο Γαζής, Γεώργιος ο Χοιροβοσκός, Λέοντας ο Μάγιστρος, Μιχαήλ Γλυκάς κ.ά. Με την ασκητική λογοτεχνία και τη μυστική φιλοσοφία ασχολήθηκαν: ο Ιωάννης ο της Κλίμακας, Θεόδωρος ο Εδέσσης, Γρηγόριος ο Σιναΐτης, Νικόλαος ο Καβάσιλας κ.ά. Η εκκλησιαστική ρητορεία είναι το είδος που γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή σ΄ όλη τη διάρκεια του μεσαιωνικού ελληνισμού. Οι κορυφαίοι του είδους ήταν οι Τρεις Ιεράρχες: Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Παράλληλα με τη θεολογία ακμάζει και η ιστορία (Προκόπιος, Ενάγριος, Κωσταντίνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος, Λέοντας Διάκονος, Κεκαυμένος Νικηφόρος Βρυένιος, Άννα Κομνηνή, Γ. Ακροπολίτης, Γ. Παχυμέρης, Λ. Χαλκοκονδύλης, Γ. Φραντζής, Κριτόβουλος ο Ίμβριος κ.ά.) και η χρονογραφία (Ιωάννης Μαλάλας, Γ. Σύγκελος, Ι. Σκυλίντζης, Ι. Ξιφιλίνος, Ι. Ζωναράς, Μ. Γλυκάς κ.ά.).

Στη φιλοσοφία διακρίνουμε τους νεοπλατωνικούς (Ιάμβλιχος ο Χαλκιδέας, Θεόδωρος ο Ασηναίος, Πρόκλος ο Λύκιος κ.ά.) και τους θεοσοφιστές (Αθανάσιος Αλεξάνδρειας, Επιφάνιος Κύπρου, Κύριλλος Ιεροσολύμων, Δαμασκηνός, Μιχ. Ψελλός κ.ά.). Οι φιλόλογοι ασχολούνται με τη διάδοση των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων και με τη σύνταξη εγχειριδίων γραμματικής, συντακτικού και μετρικής και την έκδοση λεξικών. Διακρίθηκαν: οι Φώτιος, Αρέθας, Ι. Τζέτζης, Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Σουίδας κ.ά. Στο μυθιστόρημα ξεχωρίζουν οι: Αχιλ. Τάτιος, ο Ευστ. Μακρεμβολίτης κ.ά. Αλλά και η ιατρική καλλιεργήθηκε με πολλή επιμέλεια. Σ΄ αυτή ξεχωρίζουν ο Αέτιος ο Αμιδηνός, Παύλος Αιγινίτης κ.ά. Επίσης αναπτύχθηκαν τα μαθηματικά και η αστρονομία.

Η ποίηση των Βυζαντινών διακρίνεται σε θρησκευτική και κοσμική. Στη θρησκευτική καλλιεργούνται τα εξής είδη: Κοντάκιο, απολυτίκιο, εξαποστειλάριο, εωθινό, ευλογητάριο, κεκραγάριο, κοινωνικό, δοξαστικό, ιδιόμελο, προσόμοιο, τροπάριο, ειρμός, θεοτοκίο, σταυροθεοτοκίο, χερουβικό, κάθισμα, ωδή, αντίφωνο, οίκος, κανών, ανοιξαντάριο, μακαρισμός, ειρηνικά, στιχηρά κ.λ.π. Κορυφαίος είναι ο Ρωμανός ο Μελωδός, «ο Πίνδαρος του Βυζαντίου», όπως επονομάστηκε. Άλλοι είναι ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας, ο Γρηγ. ο Ναζιανζηνός, ο Θεόδ. Στουδίτης, ο Ι. Μαυρόπους, ο Ι. Δαμασκηνός κ.λ.π.

Η κοσμική ή «θύραθεν» ποίηση διακρίνεται σε λόγια και δημοτική. Στη λόγια ανήκουν οι επιγραμματοποιοί Παλλάδας, Π. Σιλεντιάριος, οι επικοί Κόιντος Σμυρναίος, Νόννος Μουσαίος, Γ. Πισίδης κ.ά., οι λυρικοί Λέοντας Στ΄ ο φιλόσοφος, Φίλιππος ο Μονότροπος κ.ά. Στη δημοτική ανήκουν: η ακριτική ποίηση (δημοτικά ακριτικά τραγούδια και το έπος του Διγενή Ακρίτα), τα ηρωικά ποιήματα (του Αρμούρη, η ριμάδα του Μ. Αλέξανδρου κ.ά.), το Χρονικό του Μορέως, τα μυθιστορήματα (Βέλθανδρος και Χρυσάντζα κ.λ.π.), τα προδρομικά ποιήματα, τα ηθικοδιδακτικά (Σπανέας, Πτωχολέοντας κ.λ.π.) και οι ιστορίες ζώων (Διήγησις πεζόφραστος των τετραπόδων ζώων κ.λ.π.).

ε) Τουρκοκρατία (1453-1830). Η ποίηση κατά την περίοδο αυτή εγκαινιάστηκε με τους θρήνους για το πάρσιμο της Πόλης. Με τον καιρό αναπτύχθηκαν και τα άλλα είδη: λυρική ποίηση (Λεονάρδος Δελαπόρτας κ.ά.), ερωτική (ριμάδα κόρης και νιού κ.ά.), του κάτω κόσμου (Μπεργαδής, Ι. Πικκατόρος), ιστορικά ποιήματα (Μαρίνου Μπουνιαλή, Κρητικός πόλεμος κ.ά.), της ξενιτιάς (αλφάβητος της ξενιτείας), θρησκευτικά (Γ. Χούμνος κ.ά.), ηθικοδιδακτικά (Στεφ. Σαχλίκης κ.ά.), δραματικά (Γ. Χορτάτζη, Ερωφίλη κ.ά.), - λόγια (ύμνοι, ωδές, επιγράμματα), δημοτικά (ιστορικά, κλέφτικα και παραλογές).

Η πεζογραφία γνώρισε κάποια ακμή στον τομέα της θρησκευτικής συγγραφής, με στόχους την ορθόδοξη κατήχηση και την αντιπαπική πολεμική, και της ρητορικής (Μελέτιος Πηγάς κ.ά.). Η ιστορία δεν έχει να παρουσιάσει πρωτότυπα έργα. Η φιλοσοφία είναι υποταγμένη στη θρησκεία, αλλά ανέδειξε αξιόλογους στοχαστές, όπως τους Θεοφ. Κορυδαλλέα, Γερ. Βλάχο, Μεθόδιο Ανθρακίτη, Ευγ. Βούλγαρη κ.ά. Γράφονται επίσης την εποχή αυτή έργα γεωγραφικά και περιηγητικά, καθώς και βιβλία γραμματικής και λεξικά.

στ) Νέοι χρόνοι. Από τα προεπαναστατικά χρόνια είχε αρχίσει να απασχολεί τους Έλληνες λόγιους το γλωσσικό πρόβλημα. Φανατικοί υποστηρικτές της αρχαίας γλώσσας ήταν ο Νεοφ. Δούκας, ο Στέφ. Κομμητάς κ.ά. Στην αντίθετη παράταξη, των δημοτικιστών, ανήκαν οι προσολωμικοί ποιητές Αθ. Χριστόπουλος, Ι. Βηλαράς, Αθ. Ψαλλίδας κ.ά. Τις δύο ακραίες θέσεις προσπάθησε να τις προσεγγίσει ο Αδαμ. Κοραής, που χάραξε ένα μέσο δρόμο ανάμεσά τους. Τον ακολούθησαν πολλοί (Κ. Κούμας, Κ. Οικονόμος, Θεοκλ. Φαρμακίδης, ΄Ανθ. Γαζής, Νεόφ. Βάμβας κ.ά.). Η γεφύρωση όμως του χάσματος δεν έγινε ποτέ.

Στην καθαρεύουσα έγραψαν ο Ανδρέας Κάλβος και οι οπαδοί της παλιάς Αθηναϊκής Σχολής, στους οποίους υπάγονται και οι Φαναριώτες. Οι πιο αντιπροσωπευτικοί απ΄ αυτούς είναι οι Αλ. Σούτσος, Α. Ρ. Ραγκαβής, Ηλ. Τανταλίδης, Αχ. Παράσχος, Θεόδ. Ορφανίδης, ΄Αγγ. Βλάχος, Γ. Βιζυηνός, Αρ. Προβελέγγιος κ.ά. Στη δημοτική έγραψε ο Διον. Σολωμός που έγινε αρχηγός σχολής, της Επτανησιακής, με κυριότερους εκπρόσωπους τους Γ. Τερτσέτη, Ιουλ. Τυπάλδο, Αρ. Βαλαωρίτη, Λορ. Μαβίλη, Ανδρ. Λασκαράτο κ.ά. Δημοτικιστές είναι και οι περισσότεροι ποιητές από το 1880 μέχρι σήμερα: Κ. Παλαμάς, Γ. Δροσίνης, Ι. Γρυπάρης, Μιλτ. Μαλακάσης, Λ. Πορφύρας, Ά. Σικελιανός, Γ. Σεφέρης, Γ. Ρίτσος, Ο. Ελύτης, Ν. Βρεττάκος, Τ. Λειβαδίτης κ.ά. Ο Κ. Καβάφης έγραψε σε ιδιότυπη γλώσσα.

Στον πεζό λόγο επιβλήθηκε περισσότερο η καθαρεύουσα με εξαίρεση το διήγημα και το μυθιστόρημα. Στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια ακμάζει η απομνημονευματογραφία (Μακρυγιάννης, Φωτάκος, Κασομούλης κ.λ.π.). Η ιστορία έχει λαμπρούς εκπρόσωπους, τους Σπ. Λάμπρο, Π. Καρολίδη και Κ. Παπαρρηγόπουλο. Φιλολογικά έργα έγραψαν οι Ν. Βέης, Κ. Άμαντος, Γιάννης Αποστολάκης, Ν. Τωμαδάκης, Διον. Ζακυνθηνός, Μαν. Κριαράς, Κ. Θ. Δημαράς, Χρ. Θεοδωράτος, Γ. Βαλέττας κ.λ.π.

Τη μεγαλύτερη όμως ακμή τη γνώρισε το μυθιστόρημα και το διήγημα. Από το μεγάλο κατάλογο των λογοτεχνών αναφέρουμε τους πιο σημαντικούς: Παναγ. Σούτσος, Αλέξ. Σούτσος, Αλέξ. Ραγκαβής, Σπ. Ζαμπέλιος, Εμμ. Ροΐδης, Αλέξ. Παπαδιαμάντης, Γ. Δροσίνης, Ανδρ. Καρκαβίτσας, Εμμ. Λυκούδης, Αλέξ. Μωραϊτίδης, Μιχ. Μητσάκης, Ι. Κονδυλάκης, Δημ. Καμπούρογλου, Γιάννης Ψυχάρης, Γρηγ. Ξενόπουλος, Π. Νιρβάνας, Κ. Χατζόπουλος, Κ. Θεοτόκης, Κ. Χρηστομάνος, Δ. Βουτυράς, Στρ. Μυριβήλης, Ηλ. Βενέζης, Γ. Θεοτοκάς, Μ. Καραγάτσης, Αγγ. Τερζάκης, Θαν. Πετσάλης, Τ. Δόξας, Π. Χάρης, Φ. Κόντογλου, Γιάννης Βλαχογιάννης, Σπ. Μελάς, Ν. Καζαντζάκης, Αντ. Τραυλαντώνης, Στεφ. Γρανίτσας, Πηνελόπη Δέλτα, Χρ. Χρηστοβασίλης, ΄Αγγ. Βλάχος, Μ. Περάνθης, Κ. Ταχτσής, Α. Σαμαράκης, Μ. Λουντέμης κ.ά.

5. ΤΕΧΝΗ

α) Προϊστορική περίοδος. Λείψανα προϊστορικής τέχνης βρέθηκαν σε όλες τις περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας, καθώς και σε πολλά νησιά. Τα πιο γνωστά όμως κέντρα της τέχνης αυτής είναι η Κνωσσός, η Φαιστός, η Αγία Τριάδα, το Ζάκρο, οι Μυκήνες, η Τίρυνθα, η Βεργίνα κ.λ.π. Από τις ανασκαφές που έκαναν ο Έβανς και ο Σλίμαν, καθώς και πολλοί Έλληνες αρχαιολόγοι, ήρθαν στο φως θαυμάσια δείγματα αρχιτεκτονικής, γλυπτικής κ.λ.π., όπως κατοικίες, ανάκτορα, τάφοι, βωμοί, ιερά, θέατρα, τείχη, αγαλματίδια από πηλό, λίθους, ελεφαντόδοντο, χαλκό και χρυσό, ανάγλυφα, κοσμήματα, αγγεία πήλινα με διακοσμήσεις, σφραγιδόλιθοι, τοιχογραφίες κ.λ.π. Τα ευρήματα αυτά, εκτός από το αρχαιολογικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν, αποτελούν και πόλο έλξης μεγάλου αριθμού τουριστών.

β) Ιστορικοί χρόνοι. Η απαρχή της ιστορίας συμπίπτει με τη «γεωμετρική» τέχνη, το όνομα της οποίας οφείλεται στα γεωμετρικά σχήματα της αγγειογραφίας. Η τέχνη αυτή διαιρείται σε δύο φάσεις: 1) Πρωτογεωμετρική (1050-900 π.Χ.) και 2) Γεωμετρική (900-700 π.Χ.), η οποία υποδιαιρείται σε Πρώιμη (900-850), Μέση (850-760) και Ύστερη Γεωμετρική (760-700). Κέντρο της γεωμετρικής τέχνης είναι η Αττική. Στους τάφους του Διπύλου της Αθήνας βρέθηκαν τα σημαντικότερα δείγματα κεραμικής. Η πλαστική της περιόδου αυτής συναντάται μόνο σε μικρά έργα, ειδώλια κυρίως. Στην αρχιτεκτονική διαμόρφωσε μικρά ευθύγραμμα οικοδομήματα με έναν ή δύο χώρους, κτίρια «εν παραστάσει» και «περίπτερους» ναούς.

Ο 7ος αι. είναι η περίοδος κατά την οποία πραγματοποιούνται γόνιμες αναζητήσεις και ανακατατάξεις. Προς το τέλος του οι Αθηναίοι τελειοποίησαν το λεγόμενο «μελανόμορφο ρυθμό» στην αγγειογραφία και στη δεκαετία 530-520 τον «ερυθρόμορφο», που αποτελεί ουσιαστικό βήμα στην πρόοδο της τέχνης. Μεγάλη ακμή όμως σημειώνεται κατά τον 5ο και 4ο αι. π.Χ., κατά την «κλασική» δηλ. περίοδο. Στη γλυπτική διαπρέπουν ο Κάλαμης, ο Ηγίας και προπάντων ο Φειδίας και ο Μύρωνας. Στην περίοδο αυτή ανήκουν τα γλυπτά της Ολυμπίας και του Παρθενώνα. Οναμαστά έργα είναι: ο δορυφόρος του Πολύκλειτου, ο «Ηνίοχος» των Δελφών, ο Ερμής του Πραξιτέλη, η Νίκη του Παιωνίου κ.ά. Τώρα χτίζονται μεγάλοι περίπτεροι ναοί δωρικού ή ιωνικού ρυθμού, όπως του Δία στην Ολυμπία και ο Παρθενώνας στην Ακρόπολη, που αποτελούν μνημεία τελειότητας και κάλλους.

Κατά την ελληνιστική περίοδο η Αλεξάνδρεια, η Πέργαμος και η Αντιόχεια αναδείχτηκαν σπουδαιότατες εστίες ελληνικής παιδείας και τέχνης. Χαρακτηριστικά της είναι η εγκατάλειψη του μέτρου και της ισορροπίας μορφής και περιεχομένου. Επικρατεί επίσης ο ρεαλισμός και η τάση προς το κολοσσιαίο, το πολυσύνθετο και το επιβλητικό. Αντιπροσωπευτικό επίτευγμα της τέχνης αυτής είναι ο βωμός της Περγάμου, καθώς και τα γλυπτά του Λύσιππου, όπως είναι ο «Αποξεόμενος», κ.ά.

Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο σημειώνεται κάμψη στη γλυπτική και ανάπτυξη της προσωπογραφίας, ενώ χιλιάδες αγάλματα και άλλα έργα τέχνης μεταφέρονται στη Ρώμη για να κοσμήσουν επαύλεις και ναούς.

γ) Βυζαντινοί χρόνοι. Κέντρο και πηγή της τέχνης κατά την περίοδο αυτή είναι η Κωσταντινούπολη. Στη διαμόρφωσή της συνέβαλαν αρκετά ελληνιστικά, ρωμαϊκά και ανατολικά στοιχεία. Η βυζαντινή τέχνη διαιρείται στις εξής περιόδους: 1) παλαιοχριστιανική (330-630 μ.Χ.), 2) πρωτοβυζαντινή (680-843), 3) μεσοβυζαντινή (843-1204), 4) υστεροβυζαντινή (1204-1453), 5) μεταβυζαντινή (1453-1800). Ως πρώτη χρυσή εποχή της χριστιανικής τέχνης θεωρείται η εποχή του Ιουστινιανού και μεγαλύτερο επίτευγμά της ο ναός της Αγίας Σοφίας στην Κωσταντινούπολη (532-537). Στη ζωγραφική δημιουργήθηκε μία τεράστια παράδοση, όπου κυριαρχούν τα ιερά πρόσωπα του χριστιανισμού και οι ευαγγελικές σκηνές. Παράλληλα μ΄ αυτήν αναπτύχθηκε και η ψηφιδογραφία, καθώς και η διακοσμητική γλυπτική και η μικροτεχνία. Ιδιαίτερη ακμή παρουσιάζει η τοιχογραφία, κυρίως στα χρόνια των Παλαιολόγων. Ανάμεσα στις πολλές σχολές ξεχωρίζουν η Μακεδονική, με έξοχο εκπρόσωπο τον Πανσέληνο, και η Κρητική με το Θεοφάνη τον Κρήτα.

Αλλά και η μουσική, η εκκλησιαστική, γνώρισε μεγάλη ακμή. Αναπτύχθηκε η μονοφωνική μελωδική τέχνη, η οποία επιδόθηκε στη μελοποίηση ύμνων.

δ) Νεοελληνική τέχνη. Αυτή, κατά την πρώτη μεταεπαναστατική περίοδο, αναζητεί τρόπους έκφρασης και εμπνέεται από την Επανάσταση και τους πρωταγωνιστές της. Με την άφιξη του Όθωνα αρχίζει ο νεοκλασικισμός στην Ελλάδα. Εκφραστές του στην αρχιτεκτονική είναι ο Σταμάτης Κλεάνθης, ο οποίος μαζί με το Σάουμερτ, κατάρτισε και το πολεοδομικό σχέδιο της Αθήνας. Στη ζωγραφική κυρίως ξένοι, όπως ο Βιεννέζος Κάρλ Ραλ, στη γλυπτική οι Π. Προσαλέντης, Λέων Δρόσης, Λάζ. Σώχος, Δημ. Φιλιππότης κ.ά. Ο ρομαντισμός στη ζωγραφική εκπροσωπείται με τους Νικηφόρο Λύτρα, Νικόλαο Γύζη, Γ. Ιακωβίδη και στη γλυπτική με τους Γιαννούλη Χαλεπά, Ι. Βιτσάρη, Θ. Θωμόπουλο.

Και τα άλλα όμως ρεύματα βρίσκουν ανταπόκριση στην Ελλάδα. Ο εμπρεσιονισμός έχει οπαδούς τον Κ. Βολονάκη, τον Κ. Παρθένη κ.ά., καθώς και τον αυθεντικότερο εκπρόσωπο της λαϊκής ζωγραφικής, τον αυτοδίδακτο και ιδιόμορφο Θεόφιλο Χατζημιχαήλ. Κάπως καθυστερημένος έφτασε στη χώρα μας ο ρεαλισμός, που εκπροσωπήθηκε κυρίως από τους Πολυχρόνη Λεμπέση, Κ. Δημητριάδη, Θαν. Απάρτη. Ο εξπρεσιονισμός ήρθε στην Ελλάδα με το Γ. Μπουζιάνη και ανανέωσε την ελληνική ζωγραφική. Οι ζωγράφοι που ακολουθούν, προχωρούν ακόμα περισσότερο στην αφαίρεση, όπως ο Χρ. Λεφάκης, ο Ν. Σαχίνης κ.ά. Η χαρακτική ακολουθεί και αυτή τις νέες τεχνοτροπίες, καθώς και η γλυπτική με κορυφαίο τον πρωτοποριακό Μ. Τόμπρο.

Αξιόλογη είναι και η ελληνική λαϊκή τέχνη, που διαιωνίζει την παράδοση και συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη με τη μορφή βιοτεχνίας που παράγει είδη αργυροχοΐας, κεραμικής, χειροτεχνίας κ.λ.π.

Η μουσική στην Ελλάδα εκφράζεται με τρεις μορφές: τη βυζαντινή, τη δημοτική και τη δυτικοευρωπαϊκή. Η πρώτη διατήρησε τη θρησκευτική παράδοση, η δεύτερη επηρεάστηκε από την αρχαία και τη βυζαντινή και η τρίτη διαμορφώθηκε με την επίδραση της ευρωπαϊκής και κυρίως της ιταλικής. Από τους πρώτους αναμορφωτές της μουσικής μας ήταν οι Επτανήσιοι Ν. Μάντζαρος, Σπ. Σαμάρας κ.ά. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο ανανέωσαν την ελληνική μουσική οι Ν. Σκαλκώτας, Ν. Μαμαγκάκης, Γ. Ξενάκης κ.ά.


Ευρώπη

Α. Εισαγωγή. Η τέταρτη σε έκταση ήπειρος της Γης με 10.527.346 τ.χλμ., αλλά η πιο πυκνοκατοικημένη.

Στην πραγματικότητα η Ευ. δεν είναι ανεξάρτητη ήπειρος, αλλά ακραίο δυτικό τμήμα της Ευροασιατικής ηπείρου, της λεγόμενης Ευρασίας. Το ότι αποτέλεσε ξεχωριστή ήπειρο οφείλεται σε λόγους όχι τόσο γεωγραφικούς, όσο πολιτιστικούς και ιστορικούς. Οι κάτοικοί της είχαν ομοιογένεια στον πολιτισμό τους, που υπερείχε από τον αντίστοιχο κάθε άλλης ηπείρου. Η Ελλάδα αποτελεί τον πυρήνα αυτού του πολιτισμού. Γύρω απ' αυτήν ανδρώθηκε και διαμορφώθηκε ο ευρωπαϊκός πολιτισμός.

Ιστορία: Η ιστορία της Ευ. είναι αρχαιότατη. Εδώ αναφάνηκε ο μεγαλύτερος πολιτισμός, ο ελληνικός. Από εδώ ξεκίνησαν και οι Ρωμαίοι, που συνέχισαν την ελληνική πολιτιστική παράδοση. Και οι δύο αυτοί λαοί - Έλληνες και Ρωμαίοι - κάλυπταν ουσιαστικά την αρχαία περίοδο.

Η σημερινή Ευ. δεν ήταν όλη γνωστή κατά την αρχαιότητα. Γνωστές ήταν οι μεσογειακές χώρες της Ελλάδας, Ιταλίας, Γαλατίας (σημερινής Γαλλίας) και Ισπανίας, ένα τμήμα της Βαλκανικής και τα νησιά της Μεσογείου. Οι υπόλοιπες χώρες της Ευ. ανακαλύφθηκαν από τους τολμηρούς Φοίνικες, που ταξίδευαν μεχρι τα Βρετανικά νησιά, για την προμήθεια κασσίτερου. Είναι οι πρώτοι θαλασσοπόροι που τόλμησαν να περάσουν τις Ηράκλειες στήλες (σημερινό Γιβραλτάρ). Εξερεύνησαν επίσης και τα βόρεια παράλια, προς την πλευρά του Ατλαντικού. Έλληνες και Ρωμαίοι βασίστηκαν αργότερα σ' αυτές τις γνώσεις, για να ανακαλύψουν νέα, άγνωστα μέχρι τότε, εδάφη στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Με τις κατακτητικές τους εκστρατείες οι Ρωμαίοι ανακάλυψαν και γνωστοποίησαν στον υπόλοιπο κόσμο τα νέα μέρη της Ευρώπης: τις γερμανικές, ισπανικές και τις υπόλοιπες γαλατικές περιοχές. Οι ιεραπόστολοι του Βυζαντίου εξερεύνησαν αργότερα και έκαναν γνωστές τη Ρωσία και τις Σκανδιναβικές χώρες. Έτσι άρχισαν να σχεδιάζονται και οι πρώτοι ευρωπαϊκοί χάρτες.

1. ΦΥΣΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ

α) Θέση - Σύνορα. Ως σύνορα της Ευ. παίρνουμε τη νοητή γραμμή που εκτείνεται κατά μήκος των Ουραλίων, του ποταμού Έμπα και της κοιλάδας Κουμά - Μάνιτς. Μερικοί γεωγράφοι περιλαμβάνουν στα όρια της Ευ. ολόκληρο τον Καύκασο. Η Ευρώπη βρίσκεται ολόκληρη στο βόρειο και ανατολικό ημισφαίριο της Γης και οι χώρες της απλώνονται κυρίως στην εύκρατη ζώνη. Στα Β βρέχεται από το Β Παγωμένο ωκεανό, Ν από τη Μεσόγειο θάλασσα (τμήματα της οποίας είναι ο Εύξεινος Πόντος, η Προποντίδα, ο Ελλήσποντος, το Αιγαίο πέλαγος και η Αδριατική θάλασσα). Προς Α συνορεύει με την Ασία και ΝΑ με την Κασπία θάλασσα. Στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.

β) Θάλασσες - πορθμοί. Αξιόλογες θάλασσες στο Β Παγωμένο Ωκεανό είναι η Λευκή, που εισχωρεί στα βόρεια παράλια της Ρωσίας και σχηματίζει τους τρεις κόλπους του Ονέγκα, του Αρχάγγελου και του Καντλάσκα. Βορειότερα είναι η θάλασσα του Μπάρεντς, με τον κόλπο Τσέσκαγια και τον πορθμό του Καρά.

Στην πλευρά του Ατλαντικού βρίσκεται η Βόρεια θάλασσα και νοτιότερα η θάλασσα της Μάγχης, με τον περίφημο πορθμό του Καλέ. Βορειότερα είναι οι πορθμοί Σκάγερακ και Κάτεγατ και στη συνέχεια μπαίνουμε στη Βαλτική θάλασσα. Είναι κλειστή και σχηματίζει το Βοθνικό, το Φιλανδικό και τον κόλπο της Ρίγας. Στον Ατλαντικό βρίσκεται και ο μεγάλος Βισκαϊκός (ή Γασκονικός) κόλπος, ανάμεσα στην Πυρηναϊκή και τη Χερσόνησο της Βρετάνης.

Στη Μεσόγειο θάλασσα συναντάμε τον πορθμό του Γιβραλτάρ, τους κόλπους του Λέοντα, της Γένουας, του Τάραντα, της Βενετίας, της Τεργέστης και τους ελληνικούς κόλπους: Στρυμωνικό, Κασσάνδρας, Θερμαϊκό, Αμβρακικό, Μαλλιακό, Παγασητικό, Πατραϊκό, Λακωνικό, Κυπαρισσιακό, Σαρωνικό, Ευβοϊκό. Οι σπουδαιότεροι πορθμοί είναι της Μεσσήνης και του Οτράντο. Η διώρυγα της Κορίνθου είναι η πιο σημαντική. Υπάρχουν πολλές διώρυγες που ενώνουν τους διάφορους ποταμούς μεταξύ τους ή με λίμνες, στο εσωτερικό πολλών χωρών της Ευ.

γ) Χερσόνησοι - Ακρωτήρια - Νησιά. Εισχωρώντας βαθιά μέσα σε δύο ωκεανούς και σε πολλές θάλασσες σχηματίζει πλήθος ακρωτήρια, χερσόνησους, πορθμούς, νησιά, ισθμούς. Στα βόρεια σύνορά της σχηματίζονται οι χερσόνησοι Χάνιν και Κόλα, στο Β Παγωμένο Ωκεανό, όπου απλώνεται και η μεγάλη Σκανδιναβική χερσόνησος, με το Βόρειο ακρωτήριο. Στον Ατλαντικό βρίσκουμε τη χερσόνησο της Γιουτλάνδης (ή Δανική), τις δύο μικρές χερσονήσους της Γαλλίας: της Νορμανδίας και της Βρετάνης, με τα ακρωτήρια Φινιστέρο και Άγιος Βικέντιος. Στη Μεσόγειο υπάρχουν οι μεγάλες χερσόνησοι: Ιβηρική (ή Ισπανική ή Πυρηναϊκή), η Ιταλική, η Βαλκανική και η Κριμαϊκή στον Εύξεινο Πόντο. Ακρωτήρια υπάρχουν ακόμα το Σπαρτιβέντο στην Ιταλία και τα ελληνικά: Ταίναρο, Μαλέας, Καφηρέας, Σούνιο, Άκτιο.

Ανάμεσα στο Φιλανδικό κόλπο και τη λίμνη Λατόγκα σχηματίζεται ο ισθμός της Καρελίας και στην Ελλάδα ο ισθμός του Αγίου Όρους (ο ισθμός της Κορίνθου είναι τώρα διώρυγα). Τα μεγαλύτερα νησιά της Ευρώπης είναι: η Μεγάλη Βρετανία (230.000 τ.χλμ.), η Ισλανδία (103.000 τ.χλμ.), η Ιρλανδία (84.420 τ.χλμ.), η Νόβαγια Ζέμλια (82.600 τ.χλμ.), η Δυτική Σπίτσμπεργκ (39.414 τ.χλμ.), η Σικελία (25.462 τ.χλμ.), η Σαρδηνία (23.818 τ.χλμ.), η Κορσική (8.720 τ.χλμ.), η Κρήτη (8.258 τ.χλμ.), η Σχέλαντ (6.835 τ.χλμ.), η Εύβοια (3.908 τ.χλμ.), η Κολγκούγεφ (5.250 τ.χλμ.), η Μαγιόρκα (3.500 τ.χλμ.), η Γκότλαντ (3.200 τ.χλμ.) και η Μάλτα (316 τ.χλμ.).

δ) Μορφολογία του εδάφους. Μεγάλες ανωμαλίες παρουσιάζει το ευρωπαϊκό έδαφος. Η Α Ευ. όμως εμφανίζεται με επίπεδη και εξαιρετικά ομοιόμορφη κατασκευή. Καταλαμβάνει κυρίως τη μεγάλη λοφώδη ανατολικοευρωπαική ρωσική πεδιάδα, ένα μεγάλο τμήμα της οποίας βρίσκεται σε υψόμετρο λιγότερο από 200 μ. Τα όρη που βρίσκονται στην περιοχή αυτή είναι προς Α τα Ουράλια (με ψηλότερη κορυφή τη Ναρόνταγια (1894 μ.), στα Ν τα όρη της Κριμαίας (1545 μ.) και ΒΔ η οροσειρά Χίμπιον (1125 μ.). Σε αντίθεση με την Α, η Δ Ευ. φαίνεται ως μία συνέχεια από μεγάλες και εύφορες πεδιάδες, που χωρίζονται από ορεινές αλυσίδες και όγκους με ακανόνιστη διάταξη προς όλες τις διευθύνσεις. Στα ΒΑ τμήματα της Δ Ευ. υπάρχουν οι λοφώδεις πεδιάδες και τα οροπέδια της Φιλανδίας και της Σουηδίας, που έχουν δυτικό σύνορο το σκανδιναβικό υψίπεδο, όπου δεσπόζει το όρος Γκαλντχέπιγκεν (ύψους 2468 μ.). Στα νότια συναντάμε το μεγάλο βύθισμα, που περιλαμβάνει τη Βόρεια θάλασσα και τη Βαλτική. Μ' αυτή συνορεύει στα Ν το βόρειο βαθύπεδο του κεντρικού τμήματος της Δ Ευ. Νοτιότερα ακόμα εκτείνεται η ορεινή αλυσίδα, με ψηλότερη κορυφή το όρος Πι ντε Σανσί του κεντρικού ορεινού όγκου της Γαλλίας. Στα Ν η Δ Ευρώπη ορίζεται από τοξοειδείς οροσειρές αλπικής προέλευσης: τα Πυρηναία (ύψ. 3404 μ.), τις Άλπεις (Λευκό Όρος 4810 μ.), τα Καρπάθια (2663 μ.). Από τις δύο πλευρές των νότιων Καρπαθίων βρίσκονται οι κοιλάδες του Δούναβη, ενώ στα Ν των Άλπεων εκτείνεται η κοιλάδα του Πάδου (Λομβαρδίας). Στην Ιβηρική χερσόνησο υψώνονται τα όρη της Ανδαλουσίας, τα Κανταβρικά, η Σιέρα Μορένα, η Σιέρα Νεβάδα. Η μεγάλη οροσειρά των Άλπεων αποτελεί τεράστιο φράγμα, που εμποδίζει την επίδραση των μεσογειακών ανέμων να φτάσουν το εσωτερικό της Ευ. και να αλλάξουν το ηπειρωτικό της κλίμα. Επιπλέον οι Άλπεις τροφοδοτούν με άφθονα νερά τους περισσότερους ποταμούς της Κεντρ. Ευ. Οι ουγγρικές πεδιάδες χωρίζονται από τις ρουμανικές με τις Τρανσυλβανικές Άλπεις, που αποτελούν συνέχεια των Καρπαθίων. Συνέχεια των Κεντρικών είναι και οι Δειναρικές Άλπεις, που εκτείνονται μέχρι το έδαφος της Ελλάδας, όπου διαμορφώνουν την οροσειρά της Πίνδου. Στη Βαλκανική δεσπόζει επίσης ο Αίμος (ή Βαλκάν), που έδωσε το όνομα στη Βαλκανική χερσόνησο. Νοτιότερά του εκτείνεται η Ροδόπη, φυσικό όριο με τη Βουλγαρία. Στα ΝΑ ο Καύκασος, ένα από τα ψηλότερα βουνά της Γης, χωρίζει την Ευρώπη από την Ασία. Στην Ιταλική χερσόνησο τα Απένινα αποτελούν συνέχεια των Κεντρικών Άλπεων (ανώτερο ύψος 2950 μ., Γκραν Σάσο). Απλώνονται κατά μήκος της Ιταλικής Χερσονήσου, κατηφορίζοντας - αλλού ομαλά και αλλού ανώμαλα- προς τις παραλιακές πεδιάδες της. Στη Σικελία έχουμε τα Σικελικά όρη (Αίτνα, 3300 μ., ηφαίστειο). Εκεί βρίσκεται και το ηφαίστειο Στρόμπολι, πλάι σ' ένα νησάκι. Κοντά στην ιταλική Νάπολη βρίσκεται και ο Βεζούβιος. Οι Σκανδιναβικές Αλπεις, στα Β της Ευ., εκτείνονται μέσα στη Νορβηγία - Σουηδία (ψηλότερη κορυφή Γιοτουμχάιμ, 2600 μ.). Μικρότερα βουνά είναι ο Όλυμπος, τα Σουδήτια, ο Μέλας Δρυμός, ο Βοημικός Δρυμός, οι Αρδένες, τα Πένινα, ο Παρνασσός κ.ά.

ε) Ποτάμια - λίμνες. Πυκνότατο είναι το ποτάμιο δίκτυο της Ευ. Τα σημαντικότερα ποτάμια είναι:

1) ο Βόλγας, με μήκος 3.820 χλμ. και εμβαδό λεκάνης 1.380.000 τ.χλμ. Το μεγαλύτερο πλάτος του είναι 3.400 μέτρα. Είναι το πιο μεγάλο ποτάμι της Ευ. και της Ρωσίας.

2) ο Δούναβης, δεύτερος μεγάλος ποταμός της Ευ., με 2.850 χλμ. μήκος και εμβαδό κοίτης 8.17000 τ.χλμ. Είναι πλωτός σε μεγάλη έκταση για μικρά και μεγάλα ποταμόπλοια. Πηγάζει από το Μέλανα Δρυμό και διαρρέει οκτώ χώρες της Κεντρικής κυρίως Ευ.: Γερμανία, Αυστρία, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Σερβία, Ρουμανία, Βουλγαρία. Δέχεται τα νερά πολλών παραπόταμων και εκβάλλει στον Εύξεινο Πόντο. Αρδεύει το μεγάλο ουγγρικό λεκανοπέδιο και άλλες πεδιάδες, δίνοντας ευημερία σε εκατομμύρια ανθρώπους των χωρών που διαρρέει. Στις όχθες του είναι χτισμένες μικρές και μεγάλες πόλεις. Οι πιο σπουδαίοι παραπόταμοί του είναι: ο Προύθος, ο Σερέτης, ο Αλούτας, ο Τέμες, ο Σάβος, ο Δράβος και ο Μοράβας.

3) Ο Ουράλης (2.534 χλμ. μήκος και 220.000 τ.χλμ. λεκάνη), που ανήκει περισσότερο στην Ασιατική Ρωσία.

4) Ο Δνείπερος (μήκος 2.201 χλμ., εμβαδό κοίτης 504.000 τ.χλμ.), πηγάζει από το οροπέδιο Βαλντάι και εκβάλλει στον Εύξεινο Πόντο.

5) Ο Ντον (μήκος 1.970 χλμ., εμβαδό κοίτης 442.500 τ.χλμ.), πηγάζει επίσης από το Βαλντάι και χύνεται στον Εύξεινο Πόντο.

6) Ο Πετσχόρας, με μήκος 1.890 χλμ. και επιφάνεια λεκάνης 322.000 τ.χλμ. Είναι ο μεγαλύτερος από τους βόρειους ποταμούς της Ρωσίας. Πηγάζει από τα Β Ουράλια και εκβάλλει στη θάλασσα της Πετσχόρας, σχηματίζοντας μεγάλο δέλτα.

7) Ο Βιστούλας (μήκος 1.387 χλμ., εμβαδό 194.000 τ.χλμ.), πηγάζει από τα Καρπάθια και χύνεται στη Βαλτική θάλασσα. Είναι ο μεγαλύτερος πλωτός ποταμός της Πολωνίας.

8) Ο Ρήνος (μήκος 1.326 χλμ. εμβαδό 252.000 τ.χλμ.) έχει μεγάλη οικονομική και ιστορική σπουδαιότητα. Διασχίζει την Ελβετία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία. Ξεκινά από τις Ελβετικές Άλπεις, κοντά στον Άγιο Γοτθάρδο, προχωρεί ορμητικά προς τη λίμνη της Κωνσταντίας και κατηφορίζει προς τα Βόσγια όρη. Διαρρέει τις ολλανδικές και γερμανικές πεδιάδες και κοντά στη Χάγη εκβάλλει στη θάλασσα της Μάγχης. Από το Στρασβούργο μέχρι τη θάλασσα είναι πλωτός. Μέχρι τη Βασιλεία της Ελβετίας μπορούν να πλεύσουν μικρά ποταμόπλοια. Με τα ποτάμια της Γαλλίας συνδέεται με διώρυγες.

9) Ο Δνείστερος (μήκος 1.352 χλμ., εμβαδό 7.2000 τ.χλμ.), πηγάζει από τα Καρπάθια και χύνεται στον Εύξεινο Πόντο.

10) Ο Ντβίνα πηγάζει από δύο περιοχές. Ο Ντβίνα - Βιτσέγκτα (μήκος 1.780 χλμ.), ξεκινά από την περιοχή της βορειορωσικής ράχης, ενώ ο Ντβίνα - Σουχόνα (μήκος 1.293 χλμ.) ξεκινά από την περιοχή της Βολόγκτα.

11) Ο Έλβας (μήκος 1.165 χλμ., εμβαδό κοίτης 150.000 τ.χλμ.) έχει τις πηγές του στα όρη της Βοημίας και εκβάλλει στη Βόρεια θάλασσα. Είναι πλωτός μέχρι ένα σημείο για μικρά πλοιάρια. Αρδεύει και γονιμοποιεί πολλές πεδινές εκτάσεις.

12) Ο Λίγηρας (μήκος 1.020 χλμ., εμβαδό 115.000 τ.χλμ.) είναι ένα από τα μεγαλύτερα ποτάμια της Γαλλίας. Πηγάζει από το κεντρικό οροπέδιο και εκβάλλει στον Ατλαντικό.

13) Ο Τίσα (μήκος 976 χλμ., εμβαδό 153.000 τ.χλμ.)

14) Ο Ροδανός (812 χλμ. μήκος και εμβαδό 99.000 τ.χλμ.) πηγάζει από τις Άλπεις και χύνεται στη Μεσόγειο θάλασσα. Πλωτός κατά το μεγαλύτερο μήκος του.

15) Ο Σηκουάνας (μήκος 776 χλμ. και εμβαδό 80.000 τ.χλμ.) έχει τις πηγές του στα Βόσγια και τις Αρδένες. Πλωτός σε μήκος 570 χλμ. Εκβάλλει στη θάλασσα της Μάγχης.

16) Ο Όντερ (μήκος 912 χλμ. και επιφάνεια κοίτης 119.000 τ.χλμ.). Πηγάζει από τα Καρπάθια και χύνεται στη Βαλτική.

17) Ο Εβρος (μήκος 814 χλμ. και εμβαδό 85.000 τ.χλμ.) πηγάζει από τα Πυρηναία και χύνεται στη Μεσόγειο.

18) Ο Τάγος (μήκος 1.046 χλμ., εμβαδό 56.000 τ.χλμ.), πηγάζει από τα Ιβηρικά όρη, διασχίζει ολόκληρη τη Νέα Καστίλη της Ισπανίας, την Εστρεμαδούρα και χύνεται στον ποταμόκολπο της Λισαβόνας. Είναι πλωτός μέχρι την πορτογαλική πόλη Αμπράντες.

19) Ο Βέσερ (μήκος 772 χλμ., εμβαδό 82.000 τ.χλμ.) πηγάζει από τα όρη της Θουριγγίας και εκβάλλει στη Βόρεια θάλασσα.

20) Την Ιταλική Χερσόνησο διαρρέουν ο Πάδος και ο Τίβερης. Ο πρώτος πηγάζει από τις Κεντρικές Άλπεις και χύνεται στην Αδριατική θάλασσα. Το μήκος του φτάνει τα 700 χλμ. Είναι πλωτός και αρδεύει τη μεγάλη ομώνυμη πεδιάδα. Ο Πάδος είναι ο μεγαλύτερος ποταμός της Ιταλίας. Μικρότερος είναι ο Τίβερης (400 χλμ. μήκος), αλλά είναι και ο γνωστότερος. Βρίσκεται κοντά στη Ρώμη.

21) Ο Έβρος (μήκος 552 χλμ.) πηγάζει από τον Αίμο και εκβάλλει στο Αιγαίο πέλαγος. Αρδεύει την Ελλάδα, τη Βουλγαρία και την Τουρκία.

Υπάρχουν και άλλοι μικρότεροι, αλλά αξιόλογοι ποταμοί, όπως ο Μόζας, ο Γαρούνας, ο Τάμεσης, ο Ονέγκα, ο Προύθος, ο Μέμελ, ο Νέβα, ο Μέζεν και οι ελληνικοί: Αξιός, Αλκιάκμονας, Στρυμόνας, Αχελώος, Σπερχειός, Πηνειός.

Από τις λίμνες της Ευ. οι σημαντικότερες είναι η Λατόγκα, η Ονέγκα (στη Ρωσία), η Βένερ, η Βέτερ (στη Σουηδία), η λίμνη Ματζιόρε και Κόμο (στην Ιταλία),η λίμνη της Κωνσταντίας και της Γενεύης (στην Ελβετία), Μπάλατον (στην Ουγγαρία), η Σκόδρα, η Πρέσπα, Οστρόβου κ.ά.

στ) Κλίμα. Για τον καθορισμό του κλίματος της Ευ. πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι: 1) Η Ευ. βρίσκεται στην εύκρατη ζώνη, 2) σ' αυτή τη ζώνη επικρατούν άνεμοι με κατεύθυνση από Δ προς Α και 3) αυτός είναι ο λόγος που το κλίμα γίνεται περισσότερο ηπειρωτικό στην Α και ΝΑ πλευρά της. Επομένως το κλίμα της Ευ. διακρίνεται σε:

1) Αρκτικό, στα πολικά νησιά και στην ακρότατη ΒΑ περιοχή. Ο χειμώνας εκεί είναι βαρύς (θερμοκρασία -12 μέχρι -18 Κελσίου) και το καλοκαίρι είναι πολύ δροσερό (10 Κελσίου). Μέτριες είναι εξάλλου οι βροχοπτώσεις στα βόρεια τμήματα. 2) Ηπειρωτικό στην Α Ευρώπη, με μεγάλες διαφορές θερμοκρασίας, αραιές βροχοπτώσεις (κυρίως καλοκαιρινές) και μεγάλη διάρκεια παγετού κατά το διάστημα του χειμώνα. 3) Ωκεάνιο στη Δ Ευ. Ο χειμώνας είναι ήπιος και το καλοκαίρι σχετικά δροσερό. Οι βροχοπτώσεις εδώ είναι άφθονες.

4) Μεσογειακό στη Ν Ευ. Οι βροχοπτώσεις αραιές, ο χειμώνας μαλακός και το καλοκαίρι ξερό και κάπως θερμό.

στ) Βλάστηση - Ζώα. Ο φυτικός κόσμος της Ευρώπης είναι ανάλογος με τις παραπάνω κλιματολογικές συνθήκες. Έτσι στο ΒΑ άκρο της ηπείρου εκτείνονται οι στενές λουρίδες της τούνδρας, όπου επικρατούν τα βρύα, οι λειχήνες, οι θάμνοι και η ποώδης βλάστηση. Νοτιότερα επικρατούν τα κωνοφόρα (πεύκα, έλατα) και θαμνώδης βλάστηση από φτέρες και μυρτιές. Στην Κεντρ. Ευ. επικρατούν τα εύκρατα δάση με φυλλοβόλα δέντρα (δρυς, οξιές κ.ά.). Στην πεδιάδα της Ρωσίας και στα βαθύπεδα του Δούναβη απλώνεται η ζωή της στέπας με φυτά ποώδη. Στη Ν Ευ. επικρατεί η μεσογειακή βλάστηση, με αειθαλή μεσογειακά δάση και θάμνους. Ποικιλία δέντρων συναντάμε εδώ, όπως πλατύφυλλα, μεικτά κ.ά. Οι Ευρωπαίοι με το κυνήγι έχουν σχεδόν εξαφανίσει τα ζώα. Τα άγρια ζώα έχουν περισωθεί σε λίγες μόνο περιοχές και αντιπροσωπεύονται από ζαρκάδια, ελάφια, τσακάλια, λύκους, αλεπούδες, λύγκες, αγριόγατους, αγριόχοιρους, κουνάβια, σκίουρους, αγριοκάτσικα και διάφορα τρωκτικά και εντομοφάγα. Υπάρχει επίσης ποικιλία πουλιών και ψαριών. Εξάλλου στα απέραντα λιβάδια της Ευ. και τις μεγάλες πεδιάδες της βόσκουν όλα τα γνωστά οικόσιτα ή αγελαία ζώα: πρόβατα, κατσίκιες, αγελάδες, βόδια, άλογα, μουλάρια, κουνέλια, κότες, χήνες, πάπιες.

2. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ

Τα αξιολογότερα γεωργικά προιόντα είναι το σιτάρι (το 58% της παγκόσμιας παραγωγής), το κριθάρι (τα 52%), η σίκαλη (90%), η βρόμη (62%), η πατάτα (91%), η ζάχαρη (από τα τεύτλα) τα 32%, το κρασί (72%), το βαμβάκι, ο αραβόσιτος, ο καπνός, οι ελιές, η σταφίδα και φρούτα κάθε λογής.

Η κτηνοτροφία των ευρωπαικών χωρών βρίσκεται σε εξαιρετική ανάπτυξη, όπως αναφέραμε. Άφθονα είναι τα κτηνοτροφικά προιόντα: γαλακτοκομικά, μαλλί, κρέατα, δέρματα. Από τα αλιευτικά προιόντα της Ευρώπης αναφέρουμε τα πολλά και κάθε είδους μικρά ή μεγάλα ψάρια, που αλιεύονται στα νερά της Μεσογείου, του Εύξεινου Πόντου, στις ακτές του Ατλαντικού, καθώς και στα ποτάμια και τις λίμνες της ηπείρου. Αλιεύονται κυπρίνοι, κεφαλόπουλα, γαρίδες, σαρδέλες, ρέγκες, χέλια, πέστροφες, λιθρίνια, μπαρμπούνια, συναγρίδες, σφυρίδες, τσιπούρες, φαγκριά, βακαλάοι κ.ά. Μεγάλες ποσότητες από τα ψάρια κονσερβοποιούνται και δίνονται στο εμπόριο ή διατηρούνται σε ψυγεία. Σημαντικός είναι και ο ορυκτός πλούτος του υπεδάφους της Ευ. Παράγει το 40% της παγκόσμιας παραγωγής άνθρακα (Γερμανία, Βέλγιο, Αγγλία, Γαλλία, Πολωνία), τα 40% της παραγωγής σιδήρου (Σουηδία, πρώην ΕΣΣΔ, Γαλλία, Αγγλία, Γερμανία, Πολωνία, Ισπανία, Ουγγαρία, Λουξεμβούργο), τα 25% του βωξίτη (πρώην ΕΣΣΔ, Ουγγαρία, Γαλλία, πρώην Γιουγκοσλαβία, Ιταλία, Ρουμανία, Ελλάδα), άφθονο πετρέλαιο και φυσικά αέρια (πρώην ΕΣΣΔ, Ρουμανία, Πολωνία, Ουγγαρία, Αγγλία, Ελλάδα). Παράγει επίσης μεγάλες ποσότητες λιγνίτη (πρώην ΕΣΣΔ, Γερμανία, Πολωνία, Ελλάδα), μαγνησίτη (Αυστρία, Τσεχία, Ελλάδα), χαλκού (Γερμανία, πρώην Γιουγκοσλαβία, Ισπανία), μολύβδου, ψευδαργύρου, υδραργύρου, χρυσού, ορυκτών αλάτων και αλάτων καλίου, λευκόχρυσου, γραφίτη, θειαφιού, ουρανίου κ.ά.

Τεράστια είναι η βιομηχανική ανάπτυξη της Ευ. Επειδή υπάρχουν άφθονες πρώτες ύλες για την κίνηση ή τροφοδότηση των εργοστασίων (από τις ορυκτές και γεωργικές ύλες και πολλά νερά με καταρράκτες), η ανάπτυξη αυτή πήρε τεράστιες διαστάσεις μεταπολεμικά. Οι πιο βιομηχανικές χώρες είναι η Γερμανία, η Ρωσία, η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Σουηδία. Παράγονται υφάσματα, μηχανήματα, λιπάσματα, υαλικά, αυτοκίνητα, τρόφιμα, χημικά προιόντα (φάρμακα, χρώματα, καλλυντικά, αρώματα), ηλεκτρικά οικιακά σκεύη και ό,τι άλλο μπορεί να παράγει η σύγχρονη βιομηχανία.

Ζωηρό είναι εξάλλου το εξαγωγικό και εισαγωγικό εμπόριο, που βρίσκεται στην πιο μεγάλη του ακμή και διεξάγεται μ' όλες τις ηπείρους της Γης. Εξάγονται κάρβουνο, χρώματα, υφάσματα, μηχανήματα, φάρμακα, πολύτιμα μέταλλα και εισάγονται τρόφιμα, βαμβάκι, πετρέλαιο, μπαχαρικά κ.ά.

3. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ

Α) Πληθυσμός - Φυλές. Ο σημερινός πληθυσμός της Ευ. φτάνει τα 690.000.000 κάτ., οι οποίοι προέρχονται από την αρχαία Ινδοευρωπαική ή Άρια φυλή, που υπολογίζεται ότι μετανάστευσε στην Ευ. από την περιοχή της Αρμενίας και το οροπέδιο του Παμίρ. Η ανάμειξη της Άριας φυλής με τις εγχώριες ευρωπαικές οδήγησε στη διαμόρφωση των παρακάτω φυλών, που κατοικούν σήμερα στην ήπειρο:

α) Οι Ευρωπαίοι της Ανατολής, που είναι ξανθοί, κοντόχοντροι, με λαμπερά μάτια, πλατύ πρόσωπο και πλατιά - κοντή μύτη. Στη φυλή αυτή κατατάσσονται οι Σλάβοι (Ρώσοι, Πολωνοί, Τσέχοι, Βούλγαροι).

β) Οι Βόρειοι Ευρωπαίοι, ανάστημα μεγάλο, κορμί ίσιο, λευκόξανθοι, με στενόμακρο πρόσωπο και βλέμμα αστραφτερό, μύτη στενή και χείλη λεπτά. Κατοικούν γύρω από τη Βόρεια θάλασσα και τη Βαλτική (Νορβηγοί, Σουηδοί, Φιλανδοί, πολλοί Γερμανοί).

γ) Οι Ευρωπαίοι των Άλπεων, με μέτριο ύψος, βαθύ σκούρο καστανό δέρμα, στρογγυλό κρανίο και πρόσωπο. Ζουν κυρίως στην Κεντρ. και Δ Ευ. από τα Καρπάθια μέχρι τη Χερσόνησο της Βρετάνης (Αυστριακοί, Γερμανοί, Γάλλοι, Ελβετοί, Ολλανδοί, Βέλγοι, Λουξεμβούργιοι, Άγγλοι).

δ) Οι Ευρωπαίοι της Μεσογείου, ανάστημα κανονικό, δέρμα καστανό, μαύρα ή καστανά μαλλιά, σκούρα μάτια και κρανίο μακρουλό. Κατοικούν στα μεσογειακά παράλια και στις βορειοαφρικανικές ακτές (Ισπανοί, Πορτογάλοι, Ιταλοί και Έλληνες).

ε) Επίσης στην Ευ. ζουν και ασιατικές φυλές, διασκορπισμένες στα διάφορα κράτη (Εβραίοι, Φιλανδοί, Τσιγγάνοι, Μαγυάροι).

Β) Εκπαίδευση - Εφευρέσεις - Ανακαλύψεις. Η Ευ. έχει το μικρότερο ποσοστό αναλφάβητων στον κόσμο. Σ' όλες τις ευρωπαικές χώρες η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική και προσφέρεται δωρεάν. Υπάρχουν όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης: από τα δημοτικά μέχρι τα πανεπιστήμια. Οι χώρες διαθέτουν τουλάχιστον ένα ή δύο πανεπιστήμια, με ανώτερες σχολές, εφοδιασμένες μ' όλα τα μέσα της σύγχρονης επιστημονικής τεχνικής, που κάνει πιο αφομοιώσιμη τη γνώση. Οι τυχόν αναλφάβητοι μαθαίνουν γράμματα σε ειδικά σχολεία.

Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, πολλοί Έλληνες σοφοί μετέφεραν τα ελληνικά γράμματα και τους αρχαίους κλασικούς συγγραφείς, που άνοιξαν νέους ορίζοντες στους μελετητές της Δύσης. Με την αναγέννηση στα γράμματα, τις τέχνες και τις επιστήμες άρχισε η θεμελίωση του ευρωπαικού πολιτισμού, που βασίζεται στον ελληνικό. Ανακαλύψεις γίνονται πολλές, όπως η ανακάλυψη της Αμερικής, της Αυστραλίας, πολλών τμημάτων της Αφρικής. Καινούριες προοπτικές δημιουργούνται με τις ποικίλες εφευρέσεις που κάνουν ανετότερη και πιο ενδιαφέρουσα τη ζωή. Η πολιτιστική στάθμη της ανθρωπότητας ανυψώθηκε.

Γ) Γλώσσα - Θρησκεία - Πολιτική κατάσταση. Από την ινδοευρωπαική διάλεκτο προήλθαν οι διάφορες ευρωπαικές γλώσσες. Οι σπουδαιότερες από αυτές είναι:

α) Η αρχαία ελληνική, από την οποία διαμορφώθηκε η νέα ελληνική. Στα περισσότερα ευρωπαϊκά (αλλά και άλλων ηπείρων) πανεπιστήμια διδάσκεται και σήμερα.

β) Η λατινική, από την οποία προήλθαν η ιταλική, η γαλλική, η ισπανική, η πορτογαλική, η ρουμανική.

γ) Η αρχαία γερμανική, από την οποία διαμορφώθηκαν οι σημερινές γλώσσες της γερμανικής, ολλανδικής, σουηδικής, νορβηγικής, αυστριακής, φλαμανδικής, αγγλικής.

δ) Η σλαβική γλώσσα, στην οποία υπάγονται η ρωσική, τσεχική, σερβική, πολωνική, βουλγαρική.

ε) Υπάρχουν ακόμα και άλλες γλώσσες και διάλεκτοι, που μιλούνται από μικρότερους λαούς. Ετσι, οι Ιρλανδοί χρησιμοποιούν την ιρλανδική, οι Φιλανδοί τη φιλανδική, οι Ούγγροι την ουγγρική.

Οι κάτοικοι της Ευ. είναι χριστιανοί:

α) Ορθόδοξοι, περίπου τα 28% (Ελληνες, Ρώσοι, Σέρβοι, Ρουμάνοι, Βούλγαροι).

β) Καθολικοί, τα 40% (Ιταλοί, Γάλλοι, Ισπανοί, Πορτογάλοι, Πολωνοί, Τσέχοι, Σλοβάκοι).

γ) Προτεστάντες, τα 27% (Γερμανοί, Ελβετοί, Αυστριακοί, Ολλανδοί, Σκανδιναβοί, Βέλγοι, Αγγλοι).

δ) Ιουδαίοι και μωαμεθανοί. Στην Ευ. ζουν περίπου 3,5 εκατ. Εβραίοι της διασποράς και 3 εκατ. μουσουλμάνοι, που ζουν στην Αλβανία, στην Ουγγαρία, στη Βουλγαρία, στον Καύκασο και στη Θράκη. Πριν από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρχαν στην Ευ. περισσότερα από τα σημερινά κράτη. Πολλά απ' αυτά άλλαξαν μορφή κατά τη διάρκεια του πολέμου ή μετά από αυτόν. Μερικά μεγάλωσαν και άλλα μίκρυναν ή και εξαφανίστηκαν. Τα περισσότερα βέβαια ξαναπήραν την παλιά μορφή τους. Οι Σύμμαχοι έκαναν μερικές μεταβολές: α) Ενσωμάτωση των τριών Βαλτικών χωρών (Λιθουανίας, Λετονίας, Εσθονίας) στη Σοβ. Ένωση. β) Η Πολωνία μεγάλωσε προς Δ, φτάνοντας μέχρι τον ποταμό Όντερ, και παίρνοντας προς Β το μικρό κρατίδιο του Ντάντσιχ. Αλλά προς Α ένα σημαντικό τμήμα της πήρε η Ρωσία. γ) Η Ιταλία έχασε τις αποικίες της στην Αφρική. δ) Η Γερμανία έχασε - όπως είδαμε - τις ανατολικές περιοχές της πέρα από τον Όντερ. Η Α Πρωσία δόθηκε στη Ρωσία, η Αλσατία και η Λοραίνη παραχωρήθηκαν στη Γαλλία. Ολόκληρη η χώρα εξάλλου χωρίστηκε σε 4 ζώνες, από τις οποίες οι τρεις (Αγγλία, Γαλλία, Η.Π.Α.) αποτέλεσαν τη Δυτική Γερμανία. ε) Η Ρουμανία, η Ουγγαρία και η Βουλγαρία ρύθμισαν τις εδαφικές διεκδικήσεις τους στη Δοβρουτσά και την Τρανσυλβανία. Η Γιουγκοσλαβία ξαναπήρε τα προπολεμικά της σύνορα. στ) η Τσεχοσλοβακία ανέκτησε τα παλιά της όρια και ενώθηκαν τα δύο τμήματα, στα οποία οι Γερμανοί τη χώρισαν: η Τσεχία και η Σλοβακία. ζ) Η Ελλάδα, μετά από πολλές περιπέτειες και θυσίες, πήρε τα Δωδεκάνησα, που μέχρι τότε (1947) κατείχαν οι Ιταλοί.

Δ) Συγκοινωνία - Πόλεις - Διαίρεση της Ευ. Αρτιότατο είναι το συγκοινωνιακό δίκτυο της ηπείρου: αυτοκινητόδρομοι, σιδηρόδρομοι, ατμοπλοϊκές και αεροπορικές γραμμές συνδέουν όλες τις πρωτεύουσες και τις πόλεις.

Οι πιο σημαντικές από τις ευρωπαικές πόλεις είναι το Λονδίνο, Γλασκόβη, Εδιμβούργο, Μάντσεστερ, Μπίρμιγχαμ, Δουβλίνο, Παρίσι, Μπορντό, Λυόν, Μασσαλία, Μαδρίτη, Βαρκελόνη, Καρθαγένα, Σεβίλη, Ρώμη, Τορίνο, Μιλάνο, Νάπολη, Φλωρεντία, Γένουα, Χάγη, Άμστερνταμ, Βρυξέλλες, Αμβέρσα, Βέρνη, Γενεύη, Ζυρίχη, Βιέννη, Βόννη, Αμβούργο, Φραγκφούρτη, Στουτγκάρδη, Όσλο, Στοκχόλμη, Ελσίνκι, Βερολίνο, Λιψία, Βουδαπέστη, Πράγα, Βουκουρέστι, Βελιγράδι, Ζάγκρεμπ, Βαρσοβία, Κρακοβία, Μόσχα, Λένινγκρατ, Στάλινγκρατ, Γκόρκι, Οδησσός, Σόφια, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιάς.

Ευρωπαϊκά λιμάνια: Θεσσαλονίκη, Πειραιάς, Πάτρα (Ελλάδα), Γένουα, Βενετία, Τεργέστη, Πρίντεζι, Μπάρι, Νάπολη, Λιβόρνο (Ιταλία), Μασσαλία, Χάβρη, Χερβούργο, Μπορντό, Τουλόν (Γαλλία), Εδιμβούργο, Λίβερπουλ, Πλύμουθ, Πόρτσμουθ, Σαουθάμπτον, Κάρντιφ (Αγγλία), Βαρκελόνη, Βαλέντσια, Σαραγόσα, Καρθαγένα (Ισπανία), Αμβούργο, Κίελο, Βρέμη (Γερμανία), Άμστερνταμ, Ρότερνταμ (Ολλανδία), Αμβέρσα, Λιέγη (Βέλγιο), Λένινγκρατ, Οδησσός, Αρχάγγελος, Μπακού, Σεβαστούπολη (Ρωσία,Ουκρανία,Γεωργία), Οπόρτο, Φάρο, Λισσαβόνα (Πορτογαλία), Ντουμπρόβνικ, Ριγέκα (Κροατία), Βάρνα, Πύργος (Βουλγαρία), Γδύνια, Γκντάνσκ (Πολωνία), Όσλο (Νορβηγία), Στοκχόλμη (Σουηδία), Ελσίνκι (Φιλανδία), Κωνστάντζα (Ρουμανία).

Η Ευρώπη διαιρείται σε πέντε βασικές περιοχές:

α) Νότια Ευ., Περιλαμβάνει τις χώρες της Βαλκανικής (Ελλάδα, Αλβανία, Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία - Ερζεγοβίνη, Σερβία, Σκόπια, Ρουμανία, Βουλγαρία, Ευρωπαική Τουρκία, Ιταλικής (Ιταλία) και Ιβηρικής (Ισπανία, Πορτογαλία) χερσονήσου.

β) Βόρεια Ευ., Περιλαμβάνει τη Σκανδιναβική Χερσόνησο (Νορβηγία, Σουηδία, Φιλανδία), τη Γιουτλάνδη (Δανία) και τις Βαλτικές χώρες (Λιθουανία, Εσθονία, Λετονία) και την Ισλανδία.

γ) Ανατολική Ευ., που περιλαμβάνει τη Ρωσία, τη Λευκορωσία, την Ουκρανία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία και τη Μολδαβία.

δ) Δυτική Ευ., στην οποία ανήκουν: η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, η Αγγλία και η Ιρλανδία.

ε) Κεντρική Ευ., στην οποία ανήκουν: Η Γερμανία, η Αυστρία, η Ελβετία, η Τσεχία, η Σλοβακία, η Πολωνία και η Ουγγαρία.

4. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ

Η Ευ. είναι σήμερα η πιο πολιτισμένη ήπειρος της Γης. Εδώ αναπτύχθηκε πρώτα ο ελληνικός, αργότερα ο ελληνορωμαϊκός και τελικά ο ευρωπαϊκός πολιτισμός. Έλληνες και Ρωμαίοι συντέλεσαν στη μετάδοση του υπέροχου αυτού πολιτισμού σ' όλο το γνωστό και άγνωστο κόσμο της. Στους αιώνες της παλαιολιθικής περιόδου οι άνθρωποι ζούσαν από το κυνήγι και το ψάρεμα. Κατά τη νεολιθική εποχή άρχισε η ανάπτυξη της γεωργίας και η εξημέρωση των ζώων. Οι Κρήτες μετέφεραν από την Αίγυπτο την κατεργασία του χαλκού (3000 π.Χ.), που διαδόθηκε στη Γερμανία και στην Αγγλία. Οι Έλληνες δημιούργησαν τον περίφημο μυκηναϊκό πολιτισμό και αργότερα συνεργάστηκαν με το μινωικό πολιτισμό της Κρήτης. Νέοι εισβολείς (οι Αχαιοί) κατέστρεψαν το μυκηναϊκό πολιτισμό και τον ανασύνθεσαν σ' ένα νέο πολιτισμό. Εμφανίστηκαν οι πόλεις-κράτη, όπου τη θέση του μονάρχη πήραν οι γαιοκτήμονες, οι οποίοι πάλι - με την εμπορική ανάπτυξη που σημειώθηκε - παρέδωσαν την εξουσία στο λαό. Έτσι μπήκαν οι βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος. Από τον 6ο αι. μέχρι τον 4ο αι. π.Χ. στον ελλαδικό χώρο αναπτύχθηκε ο πιο λαμπρός πολιτισμός που γνώρισε μέχρι τότε ο κόσμος. Ο Μ. Αλέξανδρος (334-323 π.Χ.) τον μετέφερε και τον διέδωσε με τις κατακτήσεις του στα βάθη της Ασίας. Τον ίδιο καιρό (3ος αι. π.Χ.), στην Ιταλική Χερσόνησο κυριαρχεί η δημοκρατία της Ρώμης. Τα εδάφη της - μετά το τέλος των Καρχηδονιακών πολέμων - επεκτάθηκαν μέχρι τη Σικελία και την Ισπανία. Η Ελλάδα υποτάχτηκε στη Ρώμη το 146 π.Χ. και έγινε επαρχία της. Επακολούθησε η υποταγή των Κελτών, της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Αγγλίας, της Γαλλίας, και έτσι τον καιρό του αυτοκράτορα Αύγουστου ο Δούναβης και ο Ρήνος αποτελούσαν τα βόρεια σύνορα της Αυτοκρατορίας. Για πολύ διάστημα είχε επιβληθεί η τάξη, αναπτύχθηκε το εμπόριο και διαθόθηκε ο ελληνορωμαϊκός πολιτισμός. Με την εμφάνιση και την επέκταση του χριστιανισμού και στον ευρωπαικό χώρο τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Η επίδραση της αυτοκρατορίας έληξε σχεδόν το 2ο αι. μ.Χ. Οι οικονομικές και διοικητικές αδυναμίες της, οι διαδοχικές εισβολές των βαρβάρων από τα βόρεια σύνορά της οδήγησαν στη διάλυσή της. Το διάταγμα των Μεδιολάνων (Μιλάνου) συντέλεσε στην παραπέρα εξάπλωση του χριστιανισμού. Από τον 4ο αι. μέχρι τον 6ο αι. μ.Χ. στη Δ Ευρώπη εισέβαλαν οι Αγγλοσάξονες, οι Φράγκοι, οι Γότθοι, οι Λομβαρδοί. Το 476 μ.Χ. το Δ Ρωμαϊκό κράτος διαλύεται. Με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη δημιουργήθηκε από το Μ. Κωνσταντίνο η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, που επί 1000 χρόνια επηρέαζε την πορεία της Ευ. Αλλά η παλιά ακμή της Ρώμης αποτέλεσε την πρώτη απόπειρα πολιτικής ένωσης της Ευ. Κάτω από το ρωμαϊκό ζυγό η Ευ. αφομοίωσε τον ελληνικό πολιτισμό, συγχωνευμένο με τις πολιτιστικές αντιλήψεις της Ρώμης. Ο αραβικός επεκτατισμός απείλησε - κατά τον 7ο και 8ο αι. μ.Χ. - το Βυζάντιο και το χριστιανισμό. Οι Άραβες κατέκτησαν την Ισπανία και έκαναν πρωτεύουσα την Κόρδοβα. Η Δ Ευ., αν και κατακερματισμένη, ανέπτυξε αξιόλογο πολιτισμό, με πρώτη εκδήλωση την ίδρυση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που ίδρυσε ο Καρλομάγνος το 800 μ.Χ. Ο χριστιανισμός έγινε θρησκεία όλων σχεδόν των ευρωπαικών λαών και έδωσε καινούρια ώθηση και λάμψη στον πολιτισμό, την εποχή που έκαναν την εμφάνισή τους οι Βίκινγκς, οι μουσουλμάνοι και οι Μαγυάροι. Ιδρύθηκαν χριστιανικά βασίλεια στην Αγγλία, Δανία, Γαλλία, Ουγγαρία, Νορβηγία, Σουηδία, Πολωνία, Πορτογαλία. Ο χάρτης της Ευ. άρχισε να διαμορφώνεται και η ήπειρος άρχισε να παίζει αποφασιστικό ρόλο στην παγκόσμια ιστορία. Οι Σταυροφορίες (μετά το 1300) έφεραν την Ευ. σε επαφή με την Ανατολή. Οι επιδρομές των Μογγόλων και οι εισβολές τους συντέλεσαν στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής συνείδησης. Και η αναβίωση του ενδιαφέροντος για τον αρχαίο - κλασικό πολιτισμό προετοίμασε το έδαφος για την Αναγέννηση, που έθεσε τις βάσεις της καινούριας Ευρώπης.

Η Αναγέννηση έχει την αρχή της στο 15ο αι. και αποτέλεσε την πιο λαμπρή σελίδα της ευρωπαϊκής ιστορίας και στο γραμματολογικό και στον καλλιτεχνικό τομέα. Αλλά υπήρξε και η περίοδος των μεγάλων ενδοχριστιανικών διαμαχών, που κατέληξαν στην Μεταρρύθμιση (Μαρτίνος Λούθηρος, 1517), καθώς και στην δημιουργία της προτεσταντικής Εκκλησίας. Οι μεγάλοι άρχοντες δημιούργσαν πανίσχυρες δυναστείες, που κατευθύνονταν από απολυταρχικές τάσεις. Κυριαρχούν οι Βουρβόνοι της Γαλλίας, οι Αψβούργοι της Ισπανίας και Αυστρίας, οι Ρομανόφ της Ρωσίας, οι Βάζα της Σουηδίας και οι Χοεντζόλερν της Πρωσίας. Με την ανάπτυξη του εμπορίου και τη δημιουργία ισχυρών ναυτικών δυνάμεων στην Αγγλία και στην Ολλανδία, μία νέα τάξη προωθείται: η αστική. Οι αστοί δε δέχονται πια την απολυταρχία των αρχόντων και των ευγενών. Νωρίτερα (13ος αι.) με τη «Μάγκνα Κάρτα» στην Αγγλία περιορίζονται τα δικαιώματα του βασιλιά. Τώρα (1689) οι Αγγλοι αστοί περιόρισαν ακόμα περισσότερο την απολυταρχία των βασιλέων τους. Αλλά το πιο αποφασιστικό χτύπημα στην απολυταρχία το έφερε η Γαλλική Επανάσταση (1789), που έφερε στο προσκήνιο τις δημοκρατικές αντιλήψεις και τις διέδωσε σ' όλη την Ευρώπη με τους Ναπολεόντειους πολέμους που επακολούθησαν.

Στο μεταξύ νέα πολιτιστική εποχή εμφανίστηκε με τη λεγόμενη βιομηχανική επανάσταση. Αλλά η συγκέντρωση του πλούτου στους μεγάλους κεφαλαιούχους δημιούργησε οξύτατη κοινωνική ανισότητα, που οδήγησε σε νέα ένταση την πάλη των τάξεων. Η σκλαβωμένη Ελλάδα επαναστάτησε (1821) και αποτίναξε μετά από δεκάχρονο σχεδόν σκληρό και αιματηρό πόλεμο την τετρακοσιόχρονη τουρκική δουλεία. Τα ευρωπαικά κράτη συνεχώς διαμορφώνονται, πραγματοποιώνοντας κάποιες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Στις αρχές του 20ού αι. η Ευ. διχάστηκε και οδηγήθηκε στη σφαγή του Α' Παγκόσμιου Πολέμου (1914-1918), που αλλοίωσε τον πολιτικό χάρτη της ηπείρου. Στη Ρωσία κηρύχτηκε κατά το ίδιο διάστημα επανάσταση, που κατέλυσε τη δυναστεία των Ρομανόφ και δημιούργησε την ΕΣΣΔ. Οι δυσαρέσκειες των ηττημένων - κυρίως - ευρωπαικών λαών έφεραν στην εξουσία τους δικτάτορες της Ιταλίας και της Γερμανίας (Μουσολίνι και Χίτλερ), που εξαπέλυσαν το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, φοβερότερο και φρικτότερο από κάθε προηγούμενο (1939-1945). Οι Σύμμαχοι (Άγγλοι, Γάλλοι, Ρώσοι, Αμερικανοί), συνέτριψαν τελικά τον άξονα Γερμανών, Ιταλών και Ιαπώνων. Η πατρίδα μας απάντησε το ανεπανάληπτο «ΟΧΙ» στη θρασύτατη πρόκληση των Ιταλών και αντιστάθηκε στους Γερμανούς. Μεταπολεμικά η Ευ. και όλος ο κόσμος πέρασε τη λεγόμενη «Ψυχροπολεμική» περίοδο δυτικών - κομουνιστών, που αποκρυσταλλώθηκε στη δημιουργία δύο συμμαχιών: ΝΑΤΟ και συμφώνου Βαρσοβίας. Το 1945 ιδρύθηκε και ο ΟΗΕ, με σκοπό να αποτρέψει μελλοντικά κάθε πόλεμο. Μετά την άνοδο του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στην εξουσία της Σοβ. Ενωσης, ακολούθησαν κοσμογονικές αλλαγές στις ανατολικές χώρες, με την πτώση των απολυταρχικών καθεστώτων και την ίδρυση κοινοβουλευτικών δημοκρατιών. Οι σχέσεις Ανατολής - Δύσης βελτιώθηκαν, πραγματοποιήθηκε η ενοποίηση της Γερμανίας και συγκλήθηκε στο Παρίσι (Νοέμβ. 1990) η Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, που αποφάσισε τη δραστική μείωση των εξοπλισμών και σήμανε το οριστικό τέλος του ψυχρού πολέμου, με την ανάπτυξη ενός νέου κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ των ευρωπαικών λαών.


Γη

Ένας από τους εννέα πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος (Ερμής, Αφροδίτη, Γη, Άρης, Ζευς, Κρόνος, Ουρανός, Ποσειδώνας και Πλούτωνας). Έρχεται τρίτος σε απόσταση από τον Ήλιο, μετά από τον Ερμή και την Αφροδίτη και έκτος στο μέγεθος και στο βάρος. Η απόσταση της Γης από τον Ήλιο είναι περίπου 149.500.000 χλμ. και ονομάζεται αστρονομική μονάδα. Έχει ένα φυσικό δορυφόρο, τη Σελήνη, που εκτελεί περίπου κυκλική τροχιά με μέση ακτίνα 384.400 χλμ. σε 27, 32 ημέρες.

1. Σχήμα της Γης. Σήμερα είναι γενικά παραδεκτό ότι το σχήμα της Γης είναι σφαιρικό με πεπλατυσμένους τους πόλους της και εξογκωμένη ελαφρά τη ζώνη του Ισημερινού. Η ισημερινή της ακτίνα υπολογίζεται ότι είναι περίπου 6.380.000 μ., ενώ η πολική της ακτίνα είναι περίπου 6.360.000 μ. Το μήκος του Ισημερινού είναι 40.077.000 μ. περίπου, ενώ το μήκος κάθε μεσημβρινού είναι 40.010.000 μ. περίπου. Το εμβαδό της επιφάνειας της Γης ανέρχεται σε 510.100.000 τ.χλμ. περίπου και καλύπτεται κατά 29% από ξηρά και 71% από θάλασσα, ενώ ο όγκος της υπολογίζεται σε 1.083.320.000.000 κυβ. χλμ. περίπου. Το βάρος της Γης τέλος, υπολογίζεται ότι είναι 6x1021 τόνοι. Το σχήμα της Γης θεωρείται ειδικό γεωμετρικό σχήμα, κυρτό προς όλες τις κατευθύνσεις, και ονομάζεται γεωειδές. Μέχρι τον 6ο αι. π.Χ. οι άνθρωποι πίστευαν ότι η Γη είναι επίπεδη. Σχετικά με την πιθανή σφαιρικότητά της πρώτος θεωρείται ότι αναφέρθηκε ο Πυθαγόρας. Από τότε πολλοί έδωσαν αποδείξεις για τη σφαιρικότητα της Γης, μόνο όμως κατά το 12ο αι. έγινε γενικά παραδεκτό το σφαιρικό της σχήμα. Ο Αριστοτέλης, για να αποδείξει τη σφαιρικότητα της Γης, παρατήρησε ότι κατά τις εκλείψεις η σκιά της Γης προβάλλεται στη Σελήνη κυκλική· ο Αρχιμήδης, αργότερα στηρίχτηκε στο γεγονός ότι τα αντικείμενα, όταν πέφτουν, ακολουθούν τη διεύθυνση που έχει μια ακτίνα της σφαίρας. Εκτός από τις αποδείξεις αυτές δόθηκαν και άλλες, η επιβεβαίωση όμως για το σφαιρικό σχήμα της Γης έγινε με τον περίφημο περίπλου του Μαγγελάνου κατά το 15ο αι. Με την ανάπτυξη της σύγχρονης τεχνολογίας και τη χρήση των τεχνητών δορυφόρων έγινε δυνατή η φωτογράφιση της Γης, οπότε και αποδείχτηκε και οπτικά το σφαιρικό της σχήμα. Οι μετρήσεις που έγιναν με τη βοήθεια των τεχνητών δορυφόρων εμφανίζουν τη Γη με ένα σχήμα κάπως απιοειδές. Πρώτος ο Νεύτωνας έδωσε, κατά τις αρχές του 18ου αι., την απόδειξη ότι η Γη είναι ελαφρά πεπλατυσμένη στους πόλους, βασιζόμενος στην παρατήρηση ότι η ένταση της βαρύτητας στους πόλους είναι κάπως μεγαλύτερη από ό,τι σε άλλους τόπους (και κυρίως στη ζώνη του Ισημερινού) και αποδίδοντας το γεγονός αυτό στο ότι η απόσταση των πόλων από το κέντρο της Γης είναι μικρότερη από την απόσταση των σημείων του Ισημερινού.

2. Η δημιουργία της Γης. Το πρόβλημα της δημιουργίας της Γης είναι μεγάλο και δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι άσχετο με το πρόβλημα της γένεσης όλου του πλανητικού μας συστήματος. Επίσης παρουσιάζεται ως πολύ παλιό, καθώς ξέρουμε ότι απασχόλησε κατά καιρούς πολλούς αρχαίους λαούς, όπως ήταν οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι, οι Ασσύριοι, οι Αιγύπτιοι, οι Φοίνικες, οι Ινδοί κ.λ.π. Σύγχρονες υποθέσεις και θεμελιωμένες επιστημονικά έχουν διατυπωθεί αρκετές από το 18ο αι. και έπειτα.

Αξιόλογο ενδιαφέρον παρουσιάζει η θεωρία του Γερμανού φιλοσόφου Καντ που, αν και όχι ικανοποιητική, αποτελεί όμως την αρχή για μια καλή συνέχεια από σωστότερες θεωρίες. Ο Καντ δέχεται ότι όλο το Σύμπαν, συνεπώς και η Γη, προήλθαν από το χάος, που αποτελούνταν από σωματίδια ύλης, ακίνητα και με σχετική συγγένεια μεταξύ τους. Τα σωματίδια αυτά, κάτω από την επίδραση αμοιβαίων ελκτικών δυνάμεων άρχισαν να κινούνται και να σχηματίζουν ξεχωριστά συμπυκνώματα ύλης. Τα συμπυκνώματα αυτά άρχισαν να κινούνται περιστροφικά από Δ προς Α. Στο κέντρο τους άρχισε να παρατηρείται μεγαλύτερη συγκέντρωση μάζας, παρά στην επιφάνεια. Τα σωματίδια που βρίσκονταν στην περιοχή με τη μικρότερη συμπύκνωση αποσπάστηκαν σιγά σιγά από το κύριο τμήμα, δημιουργώντας έτσι τους διάφορους πλανήτες. Με τον ίδιο τρόπο σχηματίζονται και οι δορυφόροι των πλανητών. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή η Γη προήλθε από την απόσπαση ηλιακού υλικού, λόγω της περιστροφής του Ηλίου.

Ο Λαπλάς ανέπτυξε τη θεωρία του, σύμφωνα με την οποία στη θέση του ηλιακού συστήματος υπήρχε αρχικά ένα διάχυτο νεφέλωμα με μεγάλη θερμοκρασία. Εξαιτίας όμως της ψύξης, το νεφέλωμα αυτό άρχισε να συστέλλεται. Αργότερα, εξαιτίας της φυγόκεντρης δύναμης άρχισαν να αποχωρίζονται από το κύριο τμήμα διάφορα κομμάτια ύλης, τα οποία είχαν αρχικά σχήμα δακτυλίου και μετασχηματίστηκαν σε σφαίρες. Με τον τρόπο αυτό σχηματίστηκε η Γη και οι υπόλοιποι πλανήτες.

Γενικά παραδεκτή είναι η θεωρία του Άγγλου Τζινς. Ο Άγγλος αυτός αστρονόμος δεχόταν ότι το ηλιακό μας σύστημα δημιουργήθηκε από την απόσπαση ενός μεγάλου τμήματος του Ηλίου λόγω της σύγκρουσης του με έναν άλλο Ήλιο.

Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι η δημιουργία του πλανητικού μας συστήματος και της Γης οφείλεται στην απόσπαση αιωρούμενων σωματιδίων που βρίσκονταν μέσα σε ένα νέφος από διαστρική ύλη. Το νέφος αυτό προηγουμένως είχε υποστεί την έλξη του Ηλίου.

Ο Γερμανός φιλόσοφος Vοn Weizsacker θεωρεί ως γενεσιουργό αιτία του ηλιακού συστήματος τις διάφορες στροβιλώδεις κινήσεις αιωρούμενων σωματιδίων.

Όλες οι παραπάνω θεωρίες συγκλίνουν τελικά στο γενικό συμπέρασμα ότι η Γη και οι άλλοι πλανήτες του πλανητικού μας συστήματος δημιουργήθηκαν από απόσπαση ηλιακού υλικού σε διάπυρη κατάσταση, που κατόπι ψύχτηκε. Η ψύξη αυτή άρχισε από την επιφάνεια και προχώρησε προς το εσωτερικό των πλανητών. Μετά την ψύξη της, η επιφάνεια της Γης καλύφτηκε από ένα φλοιό, τα συστατικά του οποίου ήταν ελαφρά. Το πάχος του φλοιού αυτού ήταν λεπτό και αυτό υπήρξε αιτία για να συμβούν διάφοροι θραυσμοί και εκτοξεύσεις υλικού και λάβας κάτω από την επίδραση της πίεσης των διάφορων αέριων σωμάτων που βρίσκονται κάτω από το φλοιό. Έτσι στην επιφάνεια της Γης δημιουργήθηκαν διάφορες ανωμαλίες, με τελικό αποτέλεσμα τη δημιουργία των ηπείρων και των ωκεανών. Την εποχή που γίνονταν οι μεταβολές αυτές στην επιφάνεια της Γης, η θερμοκρασία που επικρατούσε στο φλοιό ήταν πολύ μεγαλύτερη των 100°C, της θερμοκρασίας δηλ. στην οποία βράζει το νερό. Έτσι, όλο το νερό βρισκόταν στην ατμόσφαιρα και σε κατάσταση ατμού. Αργότερα ακολούθησε η συμπύκνωση των ατμών της ατμόσφαιρας, με αποτέλεσμα να σημειωθούν μεγάλοι κατακλυσμοί. Επειδή τα σύννεφα που υπήρχαν στη γήινη ατμόσφαιρα ήταν πολύ βαριά, οι ακτίνες του Ηλίου δεν κατάφερναν να φτάσουν μέχρι την επιφάνεια της Γης κι έτσι τα νερά που έπεφταν δεν προλάβαιναν να εξατμιστούν, αλλά γέμιζαν τις κοιλότητες που είχαν δημιουργηθεί εξαιτίας της θραύσης του φλοιού. Τις επόμενες εποχές η επιφάνεια της Γης ξαναθερμάνθηκε, εξατμίστηκαν τα περίσσια νερά και άρχισε να εμφανίζεται η ζωή.

Η Γη πήρε την τελική της μορφή πριν από 4.700.000 χρόνια.

3. Κινήσεις της Γης. Η Γη εκτελεί συνολικά πολλές κινήσεις στο Διάστημα. Οι κινήσεις αυτές οφείλονται σε καταστάσεις, στις οποίες βρισκόταν αρχικά η Γη και τις διατηρεί σύμφωνα με την αρχή της αδράνειας και της διατήρησης της στροφορμής και εξαρτώνται βασικά από τις αμοιβαίες έλξεις και απώσεις ανάμεσα στον πλανήτη μας και στους άλλους πλανήτες και κυρίως ανάμεσα στη Γη και στον Ήλιο. Όλες οι κινήσεις της Γης συμπυκνώνονται τελικά σε πέντε σπουδαιότερες, που είναι η περιφορά της γύρω από τον Ήλιο, η περιφορά της γύρω από τον άξονα, η μετάπτωση, η κλόνιση και η μεταβατική κίνηση.

α. Η περιφορά της Γης γύρω από τον Ήλιο γίνεται σε ελλειπτική τροχιά από Δ προς Α. Η τροχιά αυτή λέγεται και εκλειπτική, γιατί στο επίπεδό της γίνονται οι εκλείψεις. Το μήκος της ελλειπτικής τροχιάς (που πρακτικά παίρνεται ως κυκλική, μια και ελάχιστα διαφέρει απ' αυτήν) είναι 949.000.000 χλμ. Η Γη διανύει το μήκος αυτό σε διάστημα 365,256 ημερών, που λέγεται αστρικό έτος. Ο Ήλιος, σχετικά με την τροχιά της Γης φέρεται τοποθετημένος σε μία από τις δύο εστίες της έλλειψης, οπότε η μικρότερη απόσταση Γης- Ηλίου είναι περίπου 147.000.000 χλμ. (θέση περιηλίου) και η μεγαλύτερη απόσταση είναι 152.000.000 χλμ. (θέση αφηλίου). Στους διάφορους υπολογισμούς όμως παίρνονται ως μέση απόσταση τα 149.500.000 χλμ. (αστρονομική μονάδα). Η μέση ταχύτητα περιφοράς της έχει μετρηθεί 108.000 χλμ. την ώρα περίπου. Ο άξονας της Γης παρουσιάζει μία σταθερή κλίση ως προς το επίπεδο της ελλειπτικής και έχει ως αποτέλεσμα την εναλλαγή των εποχών, καθώς και της νύχτας και της ημέρας. Γενικά, η κίνηση της Γης γύρω από τον Ήλιο ακολουθεί τους νόμους του Κέπλερ και του Νεύτωνα.

β. Η περιστροφή της Γης γύρω από τον άξονά της γίνεται μέσα σε 24 ώρες από Δ προς Α. Η ύπαρξη της κίνησης αυτής είχε διαπιστωθεί από τα αρχαία χρόνια, αλλά επιβεβαιώθηκε μόνο με τη θεωρία του Κοπέρνικου. Αποτέλεσμα της περιστροφής της Γης είναι η συνεχής διαδοχή της ημέρας και της νύχτας σε όλα τα σημεία της. Η μέση ταχύτητα περιστροφής υπολογίζεται σε 1.670 χλμ. την ώρα. Επειδή όμως η φυγόκεντρη δύναμη που εμφανίζεται στους πόλους είναι μικρότερη από αυτήν που εμφανίζεται στον Ισημερινό, τα σώματα που βρίσκονται στους πόλους εμφανίζουν μικρότερο φαινόμενο βάρος από αυτά που βρίσκονται στη ζώνη του Ισημερινού.

γ. Η μετάπτωση του άξονα της Γης είναι το φαινόμενο κατά το οποίο ο άξονάς της δεν παραμένει παράλληλος προς τη θεωρητική του θέση κατά τη σύνθετη κίνηση της περιφοράς και περιστροφής της Γης. Αυτό οφείλεται στη συνδυασμένη επίδραση επί της Γης του Ηλίου και της Σελήνης. Έτσι ο άξονας της Γης σε χρονική διάρκεια 26.000 ετών συμπληρώνει μια κίνηση όμοια μ' αυτήν του άξονα μιας σβούρας. Η μέγιστη κλίση που παρουσιάζει ο άξονας κατά τη μετάπτωση είναι 23° 27΄. Αποτέλεσμα του φαινομένου της μετάπτωσης είναι ότι μεταβάλλεται ο χρόνος κατά τον οποίο ένας αστέρας θεωρείται πολικός.

δ. Η κλόνιση του άξονα της Γης είναι ένα φαινόμενο που οφείλεται στην ανομοιόμορφη έλξη του ισημερινού εξογκώματος από τη Σελήνη και έχει ως αποτέλεσμα να γράφει ο άξονας της Γης, κατά την ολοκλήρωση του φαινομένου της μετάπτωσης, όχι μια κυκλική τροχιά, αλλά μια κυματοειδή.

ε. Η μεταβατική κίνηση τέλος είναι η κίνηση που εκτελεί η Γη μαζί με όλο το ηλιακό σύστημα, καθώς κατευθύνεται σε ένα σημείο του αστερισμού του Ηρακλή.

4. Συστατικά του εσωτερικού της Γης. Η μελέτη και εξακρίβωση της εσωτερικής σύστασης της Γης είναι αρκετά δύσκολο θέμα και γίνεται με έμμεσο τρόπο. Η παρατήρηση των πετρωμάτων του εξωτερικού φλοιού και η μέτρηση της πυκνότητάς του γίνεται σε όσο βάθος είναι τεχνικά δυνατό. Η παραπέρα εξακρίβωση βασίζεται σε συγκρίσεις των πυκνοτήτων σε διάφορα σημεία του εσωτερικού της Γης, ενώ παράλληλα παίρνονται υπόψη και οι αρχικές συνθήκες δημιουργίας των διάφορων στρωμάτων. Η πυκνότητα των πετρωμάτων που υπάρχουν στον εξωτερικό φλοιό φτάνει το 2,75 περίπου, ενώ σε μικρό βάθος έχει μετρηθεί ότι είναι 5,57 περίπου. Η σύγκριση των δύο αυτών τιμών, σε συνδυασμό με το βάθος που ανταποκρίνεται η καθεμία, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η πυκνότητα σε μεγάλο βάθος στο εσωτερικό της Γης είναι αρκετά μεγάλη, περίπου 8,20. Αλλά και η ίδια η θεωρία σχετικά με τη δημιουργία της Γης δέχεται ότι στο αρχικό στάδιο της γένεσης του πλανήτη μας, εξαιτίας της περιστροφικής κίνησης τα βαρύτερα υλικά συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της μάζας, ενώ τα ελαφρότερα διώχτηκαν προς το εξωτερικό.

Τελικά οι μελέτες και οι παρατηρήσεις οδήγησαν στο διαχωρισμό της γήινης σφαίρας σε τρεις μεγάλες γενικές ζώνες, που είναι οι εξής:

α. Λιθόσφαιρα (εξωτερικός φλοιός). Η ζώνη αυτή φτάνει σε βάθος 1.200 χλμ. και περιβάλλεται εξωτερικά από ένα στρώμα πετρωμάτων, πάχους 50 χλμ. περίπου. Κάτω από το στρώμα αυτό υπάρχουν υλικά σε διάπυρη και ρευστή κατάσταση. Κυριαρχούν δύο υλικά: το sima και το sial. Το sima (sillicium=πυρίτιο και magnesium=μαγνήσιο) αποτελείται κυρίως από πυριτικά άλατα του μαγνησίου, ειδικού βάρους 2,5 περίπου και χρησιμεύει ως υπόστρωμα πάνω στο οποίο επικάθεται το δεύτερο υλικό, το sial (sillicium=πυρίτιο και aluminium=άργιλος). Αυτό αποτελείται από πυριτικά άλατα του αργιλίου ειδικού βάρους 2,75. Τα δύο αυτά στρώματα διαχωρίζονται από την ασυνέχεια του Μοχορόβισιτς και βρίσκονται σε ισορροπία μεταξύ τους.

β. Ενδιάμεσος φλοιός. Φτάνει σε βάθος 2.900 χλμ. και αποτελείται από χαλκό, κασσίτερο, μόλυβδο, βισμούθιο, υδράργυρο, αντιμόνιο, που εμφανίζονται είτε ως οξίδια είτε ως θειούχες ενώσεις.

γ. Εσωτερικός πυρήνας. Αρχίζει από τα 2.900 χλμ. και φτάνει μέχρι τα 3.500 χλμ. Η σύστασή του είναι κυρίως βαριά μέταλλα, όπως σίδηρος, νικέλιο, λευκόχρυσος, χρυσός και είναι δυνατό να συγκριθεί με τη σύσταση των μετεωριτών.

Τη λιθόσφαιρα περιβάλλει η ατμόσφαιρα, που αποτελείται από οξυγόνο, άζωτο, υδρογόνο, ευγενή αέρια κ.λ.π.· η μαγνητόσφαιρα είναι μια ζώνη που φτάνει σε ύψος 50.000 χλμ. και προστατεύει τη Γη από τις ηλιακές και κοσμικές ακτινοβολίες.

Η θερμοκρασία στην επιφάνεια της Γης είναι κατά μέσο όρο 14,3°C. Κάτω από την επιφάνεια υπολογίζεται ότι η θερμοκρασία αυξάνει κατά 1°C κάθε 33 μέτρα. Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, υπολογίζεται ότι η θερμοκρασία στον πυρήνα είναι 2.000 - 4.000°C.