Τὸ θέμα τοῦ πάπα ἀπασχολεῖ τὰ πιστὰ καὶ συνειδητὰ μέλῃ τῆς Ἐκκλησίας ἐδῶ καὶ πολὺ καιρό. Κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ διανοηθεῖ ὅτι θὰ φθάναμε σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Ἀγωνιούσαμε καὶ ἀνησυχούσαμε, γιὰ τὴν ἄμβλυνση τοῦ ὀρθοδόξου αἰσθητηρίου, γιὰ τὴν ἔντεχνη μέσῳ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἅλωση ἐκ τῶν ἔνδον καὶ αἰχμαλωσία μας. Οἱ Θεολογικὲς Σχολές, μὲ ἐλάχιστες καὶ ἐπαινετὲς ἐξαιρέσεις, ἐκτρέφουν καὶ παράγουν οἰκουμενίζοντες θεολόγους καὶ κληρικούς. Ἂν κατὰ θεία ρύθμιση δὲν εἶχαν ἐπισυμβεῖ τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἡ ἀναγέννηση τῶν πατερικῶν σπουδῶν καὶ ἡ ἄνθηση τοῦ Μοναχισμοῦ θὰ εἶχε ἤδη πραγματοποιηθεῖ, χωρὶς ἀντίσταση καὶ ἀντίδραση, ἡ πλήρης ἐνσωμάτωσή μας στὴ Δύση, θὰ εἴχαμε φραγκέψει καὶ ὡς πρὸς τὴ θρησκεία, καὶ ὡς πρὸς τὴν πίστη.
Δὲν εἶναι γι᾿ αὐτὸ δύσκολο νὰ ἐξηγήσει κανεὶς τὴ στάση τῆς πλειοψηφίας τῶν ἱεραρχῶν ἀπέναντι στὸ θέμα τῆς ἐπισκέψεως τοῦ πάπα, ποὺ ἀπασχόλησε ἀνάμεσα σὲ ἄλλα τὴν τελευταία συνέλευση τῆς Ἱεραρχίας, μεσοῦντος τοῦ Ὀκτωβρίου. Ἡ κατάσταση μάλιστα αὐτὴ θὰ χειροτερεύει, ὅσο θὰ ἀποχωροῦν οἱ παλαιοὶ ἱεράρχες καὶ θὰ ἀναδεικνύονται νέοι μὲ οἰκουμενιστικὴ καὶ ἐκκοσμικευμένη νοοτροπία, καρπὸν τῆς οἰκουμενίζουσας καὶ αἱρετίζουσας θεολογίας καὶ ἐκκλησιολογίας. Ἡ τωρινὴ σύνθεση τῆς Ἱεραρχίας ἀπέτρεψε τὴν ἐπιθυμία καὶ πρόταση μερικῶν Ἱεραρχῶν νὰ κληθοῦν καὶ νὰ ἀπολογηθοῦν οἱ δυὸ πρωτοπρεσβύτεροι καθηγητὲς τῶν δυὸ Θεολογικῶν Σχολῶν, οἱ ὁποῖοι, σταθεροὶ στὴν παράδοση, ἀγωνίστηκαν, ὅσο μποροῦσαν, νὰ πείσουν τὸν ἀρχιεπίσκοπο καὶ τὴν Διαρκῆ Ἱερὰ Σύνοδο νὰ μὴ μετάσχει ἡ Ἐκκλησία στὴν ὑποδοχὴ τοῦ πάπα, γιατί αὐτὸ θὰ ἀποτελοῦσε κατάλυση καὶ παράβαση τῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν ἱερῶν κανόνων.
Εὐχαριστοῦμε θερμὰ ὅσους ἀρχιερεῖς κατανοοῦν καὶ συμμερίζονται τοὺς ἀγῶνες μας γράφοντας μάλιστα σὲ ἐπιστολές τους ὅτι ἐνισχύονται πνευματικά, διότι στὶς μέρες μας ὑπάρχουν ἀκόμη φύλακες τῆς πίστεώς μας καὶ ἄνθρωποι ἕτοιμοι νὰ θυσιαστοῦν ὑπὲρ αὐτῆς. Λυπούμαστε μόνον, γιατί πρῶτοι ἀνάμεσα σ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, φύλακες ἄγρυπνοί της Ὀρθοδόξου πίστεως μὲ πνεῦμα θυσίας, ἔπρεπε νὰ εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ, ex officio, ἐκ θείας ἐντολῆς καὶ ἐκ καθήκοντος, ὄχι δυὸ καὶ τρεῖς ἐπίσκοποι μεταξὺ τῶν ὀγδόντα, ἀλλὰ ἀντίστροφα ὀγδόντα στοὺς ὀγδόντα καὶ ἐμεῖς νὰ τοὺς ἀκολουθοῦμε.
Εἶναι δυνατὸν νὰ ἐννοηθεῖ ἐπίσκοπος, ποὺ ἀρνεῖται ἢ ποὺ ἀδιαφορεῖ νὰ ὑποστηρίξει καὶ νὰ στηρίξει τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ παράδοση, νὰ σκέπτεται καὶ νὰ ἐνεργεῖ διαφορετικά, ὡς πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες; Τὸ γράφουμε, γιὰ μία ἀκόμη φορὰ ἡ ἀποστολικὴ διαδοχὴ καὶ ἡ νομιμοποίηση ἑνὸς ἐπισκόπου δὲν διασφαλίζονται μόνον ἀπὸ τὴν κανονικότητα καὶ χρονικὴ συνέχεια τῆς ἱεροσύνης, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ συνέχιση τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς παραδόσεως. Οἱ ἅγιοι ἱεράρχες ἐξυμνοῦνται καὶ τιμῶνται ὄχι μόνον ὡς διάδοχοι τῶν θρόνων, ἀλλὰ καὶ ὡς διάδοχοι τῶν τρόπων. Δυστυχῶς, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς ἐπαναπαύονται στὴ δόξα καὶ στὶς ἀνέσεις τῶν θρόνων καὶ ἀδιαφοροῦν, γιὰ τὴ μίμηση τῶν τρόπων, τῆς συμπεριφορᾶς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων».
Θὰ θέλαμε γι᾿ αὐτὸ πολὺ νὰ μᾶς καλέσει ἡ Ἱεραρχία ἢ ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος νὰ δώσουμε λόγο, γιὰ τὴ στάση μας, νὰ συζητήσουμε ἀκόμη καὶ δημοσίως, γιὰ τὰ δυὸ βασικὰ θεολογικὰ θέματα, ποὺ προέκυψαν ἀπὸ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα καὶ ἔγιναν ἀντικείμενο ζωηρῶν συζητήσεων καὶ ἀντιπαραθέσεων. Γιὰ τὸ ἂν δηλαδὴ ὁ Παπισμὸς εἶναι αἵρεση καὶ ὡς ἐκ τούτου εἶναι ἄκυρα καὶ ἀνυπόστατα τὰ μυστήριά τους καὶ δεύτερον, γιὰ τὸ ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση τῶν πιστῶν, πολὺ περισσότερο τῶν ποιμένων, ἀπέναντι τῶν αἱρετικῶν. Εἶναι δυνατὸν νὰ σιωπᾷ, νὰ ἀρνεῖται νὰ πάρει θέση ἡ Ἱεραρχία ἀπέναντι στὰ βασικὰ αὐτὰ θέματα πίστεως, ποὺ εἶναι λελυμένα καὶ ἀποσαφηνισμένα πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως, ἀπὸ τὴν διδασκαλία Πατέρων καὶ Συνόδων.
Ἀπευθύνθηκαν πολλοὶ πιστοὶ καὶ μάλιστα νέοι, καὶ ζήτησαν νὰ ἔχουν ἀπάντηση ἐπίσημη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, περὶ τοῦ ἂν ὁ Παπισμὸς εἶναι Ἐκκλησία ἢ αἵρεση. Καὶ ἀπάντηση δὲν πῆραν, ἀλλὰ μόνον ὑπεκφυγὴ στὴ θέση ὅτι εἶναι δύσκολο θέμα καὶ δὲν ἔχει ἀκόμη ἐπιλυθεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Καλά, ποιοὶ εἶναι Ἐκκλησία; Οἱ σήμερα μόνον ζῶντες ἐπίσκοποι καὶ θεολόγοι ἢ καὶ ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων; Ἂν δὲ μένει καιρὸς σὲ πολλοὺς πολυπραγμονοῦντες ἢ ραθυμοῦντες νὰ μελετήσουν καὶ νὰ ἐρευνήσουν τὴ ζωὴ καὶ τὴ διδασκαλία τῶν Ἁγίων, ἂς ρωτήσουν καὶ ἂς μάθουν ἀπὸ τοὺς εἰδότες καὶ ἀγρυπνοῦντες.
Δὲν εἶναι πάντως οὔτε μόνον ὁ Ἅγιος Νικόδημος, οὔτε μόνον ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς οἱ διδάσκοντες πὼς ὁ Παπισμὸς εἶναι αἵρεση. Λυπᾶται κανείς, ὅταν ἀκούει ἀρχιερεῖς νὰ ὑποτιμοῦν ὅσα λέγει ὁ Ἅγιος Νικόλαος, γιὰ τοὺς Λατίνους καὶ νὰ ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Ἅγιος Νικόδημος δὲν εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἀσφαλῶς ἕνας ἅγιος μόνος δὲν ἀποτελεῖ κριτήριο καὶ κανόνα, ἀλλὰ ἡ συμφωνία τῶν Ἁγίων, ἡ Consensus Patrum. Ἐκτὸς ὅμως τοῦ ὅτι ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἀκολουθεῖ πάντοτε τοὺς Ἅγιους Πατέρες στὸ συγκεκριμένο θέμα περὶ τοῦ ὅτι οἱ Λατῖνοι εἶναι αἱρετικοί, ὑπάρχει τέτοιας ἐκτάσεως συμφωνία ἀνὰ τοὺς αἰῶνες, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μ. Φωτίου, καὶ τόσα πολλὰ κείμενα, ὥστε νὰ ἀπορεῖ κανεὶς πὼς ὑπάρχουν ἐπίσκοποι ἰσχυριζόμενοι καὶ μάλιστα πὼς τολμᾷ, ἡ ἐπίσημη, ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία νὰ ἀποφαίνεται ὅτι δὲν ἔχει ἐπιλυθεῖ τὸ θέμα. Αὐτὸ σημαίνει δυὸ πράγματα: ἢ ἀμάθεια καὶ ἄγνοια ἢ συνεσκιασμένη παποφιλία καὶ παποδουλεία. Μποροῦν νὰ ὑποδείξουν ἕναν Ἅγιο, ποῦ νὰ διδάσκει ὅτι ὁ Παπισμὸς δὲν εἶναι αἵρεση, ἀλλὰ ἐκκλησία, ὥστε τὸ πρᾶγμα νὰ καθίσταται ἀμφιλεγόμενο, θεολογούμενο;
Τόλμησε, ὅπως πληροφορηθήκαμε νὰ θέσει τὰ θέματα αὐτὰ στὴν Ἱεραρχία ἐπίσκοπος μὲ ἄριστη θεολογικὴ συγκρότηση καὶ μάλιστα ἡσυχαστική. Καὶ ὄχι μόνο δὲ βρῆκε τὴ δέουσα ἀνταπόκριση, ἀλλὰ εἰσέπραξε ἀπὸ ἄλλον ἀρχιερέα τὴν ἐρώτηση – ἔνσταση: «Καλὰ μὲ τὴ θεολογία θὰ ἀσχολούμαστε ἐδῶ μέσα;». Ποῦ ἀλλοῦ, ἂν ὄχι σὲ σύνοδο ἐπισκόπων, θὰ ἀναπτύσσονται καὶ θὰ ἐπιλύονται θεολογικὰ θέματα καὶ προβλήματα; Σύνοδοι ἐπισκόπων μὲ μακρὲς συζητήσεις διασάφησαν καὶ διαμόρφωσαν τὰ δόγματα τῆς πίστεως, θεολόγησαν, χριστολόγησαν καὶ εἰκονολόγησαν, ἀποκρούοντας τὶς τριαδολογικές, χριστολογικές, εἰκονομαχικὲς καὶ ἄλλες αἱρέσεις. Τὸ πλῆθος τῶν Ἁγίων Πατέρων μᾶς παρέδωσε τὸ μυστήριο τῆς Θεολογίας. Δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὶς συνόδους τῶν Πατέρων ἐκείνη ἡ σύνοδος, ποὺ δὲν ξέρει ἢ ἀδιαφορεῖ ἢ ἀποφεύγει σκόπιμα νὰ θεολογήσει καὶ νὰ ὁριοθετήσει τὴ θέση τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι τῶν αἱρετικῶν.
Τὸ εὐσεβὲς πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ συζήτησε καὶ συζητᾷ καὶ θὰ ἐξακολουθήσει νὰ συζητᾷ, γιὰ τὸν Παπισμὸ ἀποδεικνύεται ἄξιο τῶν Πατέρων, ἀναβιώνει πατερικὲς ἐποχές, κατὰ τὶς ὁποῖες τὰ θέματα τῆς πίστεως ἦταν θέματα καθημερινῆς ζωῆς. Συζητᾷ καὶ ἀγωνιᾷ γιὰ τοὺς θησαυροὺς τῶν Πατέρων, γιὰ τὴν κληρονομιά του, γιὰ τὴν ἐξασφάλιση τῆς σωτηρίας του. ζεῖ καὶ κινεῖται μέσα στὴ συνεχιζόμενη πάλη ἀληθείας καὶ πλάνης, ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεως. Βλέπει τοὺς φύλακες νὰ νυστάζουν, τοὺς ποιμένες νὰ ἀδιαφοροῦν μπροστὰ στοὺς λύκους, νὰ μετακινοῦνται καὶ νὰ καταστρέφονται τὰ ὅρια, ποὺ ἔθεσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Ἦταν μεγάλη μοναδικὴ εὐκαιρία, γιὰ τὴν Ἱεραρχία νὰ συμφωνήσει μ᾿ αὐτὴν τὴ διαχρονικὴ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ τὴν ἐκφράσει. Ἀποδείχθηκε κατώτερη τῶν περιστάσεων, ἐκτὸς μερικῶν ἐξαιρέσεων· δὲν συντάχθηκε μὲ τοὺς Ἁγίους Πατέρες. Ἔνιψε τὰς χεῖρας, ὅπως ὁ Πόντιος Πιλᾶτος καὶ ἄφησε τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη σὲ χέρια νέων σταυρωτῶν. Ἔπραξε ὄχι τὰ θεάρεστα, ἀλλὰ τὰ εὐάρεστα. Ἔρριψε βαριὰ πλάκα καὶ ἔθαψε τὸ θέμα τοῦ πάπα, συνιστώντας σὲ ὅλους σιωπή. Ἔβαλε καὶ κουστωδία νὰ φυλάσσει, μήπως βρεθοῦν μερικοὶ τολμηροὶ καὶ ἀναστήσουν τὸ θέμα καὶ συναναστήσουν τὴν Ὀρθοδοξία. Ἤδη ἡ Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν, γιὰ ἐκφοβισμό, διενεργεῖ ἀνακρίσεις καὶ στέλνει σὲ συνοδικὸ δικαστήριο πολύτεκνο ἀγωνιστὴ ἱερέα, γιατί μίλησε ἐναντίον τῆς ἐπισκέψεως τοῦ πάπα. Καὶ σὲ ἄλλες μητροπόλεις ἔχουν ἐπιβληθεῖ ποινὲς σὲ ἀγωνιστὲς ἱερεῖς καὶ μοναχούς. Ὅσοι σιωποῦν καὶ συνιστοῦν νὰ σιωπήσουμε καὶ ἐμεῖς, λησμονοῦν τὴ δύναμη τοῦ Ἀναστάντος. Θέλουν νεκρή, ἀδύναμη τὴν Ὀρθοδοξία. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἐμεῖς σιωπήσουμε, οἱ λίθοι κεκράξονται. Θὰ φωνάξουν τὰ ἁγιασμένα χώματα ἀπὸ τὰ αἵματα καὶ τὶς θυσίες, ἀπὸ τοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες, τῶν μαρτύρων καὶ τῶν ὁσίων, ποὺ ἀγωνίσθηκαν ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, θὰ κραυγάσουν οἱ εἰκόνες τῶν ἁγίων ἀπὸ τὰ τέμπλα καὶ τὰ εἰκονοστάσια, θὰ τρυποῦν τὰ αὐτιὰ καὶ τὶς καρδιὲς οἱ ὕμνοι τῶν λειτουργικῶν βιβλίων, ποὺ ἐξυμνοῦν τοὺς ἁγίους.