Σειρὰ «Καιρὸς» (Θέματα Ἐκκλησιαστικῆς Ἐπικαιρότητος)
Ἐκδόσεις «Βρυέννιος», 1998. Σχῆμα: 12x19, σελίδες: 40
Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ προέρχεται ἀπὸ δύο μικρὲς ραδιοφωνικὲς ὁμιλίες ποὺ ἐκφωνήθηκαν τὸ 1976 στὸν τότε κρατικὸ Ραδιοφωνικὸ Σταθμὸ Βορείου Ἑλλάδος ἀνάμεσα σὲ ἄλλες ὁμιλίες ποὺ ἐκάλυψαν τὰ ἔτη 1975-1976 μὲ γενικὸ θέμα «Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ἐποχή μας». Ἡ ἐπικαιρότητα τῶν παιδαγωγικῶν ἀπόψεων τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἐξακολουθεῖ νὰ ἰσχύει πολὺ περισσότερο σήμερα, μετὰ ἀπὸ εἴκοσι ἔτη, ἡ παρέλευση τῶν ὁποίων ἀντὶ νὰ βελτιώσει τὰ πράγματα στὴν ἀγωγὴ τῶν νέων δυστυχῶς τὰ ἐχειροτέρευσε.
Ὁ θεσμὸς τοῦ γάμου καὶ ἡ οἰκογένεια διέρχονται τρομερὴ κρίση μὲ σημαντικὴ αὔξηση τῶν διαζυγίων καὶ νομιμοποίηση σχεδὸν τῶν ἐξωγαμιαίων καὶ προγαμιαίων σαρκικῶν σχέσεων. Χωρὶς σωστὲς οἰκογένειες τὰ παιδιὰ γίνονται ἕρμαιο στὶς αὐξηθεῖσες κακὲς ἐπιδράσεις τοῦ περιβάλλοντος, ἐνῶ συγχρόνως τὰ σχολεῖα ἀδυνατοῦν νὰ βοηθήσουν, γιατὶ δὲν στοχεύουν πλέον στὴ διαμόρφωση καλῶν καὶ ἀγαθῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ στὴ μετάδοση γνώσεων.
Δὲν ἔγιναν ἀλλαγὲς στὸ κείμενο. παραμένει ὅπως ἐκφωνήθηκε τὸ 1976. Προστέθηκε μόνο στὸ τέλος ὁ προβληματισμὸς γιὰ τὸ προγραμματισμένο ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας μάθημα τῆς «Σεξουαλικῆς διαπαιδαγώγησης». Τὸ κείμενο κυκλοφοροῦσε δακτυλογραφημένο καὶ χρησιμοποιήθηκε βιβλιογραφικὰ ἀπὸ μεταπτυχιακοὺς φοιτητὰς καὶ ἄλλους στὴ διαπραγμάτευση σχετικῶν θεμάτων.
27 Ἰανουαρίου 1997
Μνήμη Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Πρωτοπρεσβύτερος
Θεόδωρος Ζήσης
Στοὺς πιὸ μεγάλους παιδαγωγοὺς ὅλων τῶν αἰώνων ἀνήκει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, τὸ γέννημα, ὁ καρπὸς τῆς Ἀντιοχείας, ποὺ δόξασε τὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς πρωτεύουσας τοῦ Βυζαντίου. Τὸ πιστοποιεῖ αὐτὸ ὄχι μόνον ἡ ἀναγνώρισή του ὡς παιδαγωγοῦ ἀπὸ τοὺς εἰδικοὺς μελετητὲς τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἔργου του, ἀλλὰ καὶ ἡ σύνδεσή του μὲ τὴν παιδεία, στὸ χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἱεράρχας, τοὺς ὁποίους στὶς 30 Ἰανουαρίου γιορτάζουμε στὰ σχολεῖα μας ὡς προστάτες τῶν γραμμάτων, ὡς πρότυπα τῶν παιδαγωγῶν καὶ τῶν διδασκάλων, ὡς φορεῖς καὶ προβολεῖς τοῦ ὀνομασθέντος ἑλληνοχριστιανικοῦ μορφωτικοῦ ἰδεώδους.
Ὁ Χρυσόστομος εἶναι ὁ πολυγραφότερος μεταξὺ τῶν πατέρων καὶ ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων. Στὴ γνωστὴ σειρὰ τοῦ Γάλλου μοναχοῦ Migne, Patrologia Graeca, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 161 ὀγκώδεις τόμους, τὰ συγγράμματά του καταλαμβάνουν τοὺς 18 ἐξ αὐτῶν. Μέσα στὸ πλούσιο αὐτὸ ὑλικὸ βρίσκονται κατεσπαρμένες παιδαγωγικὲς γνῶμες, πού, ἂν συγκεντρώνονταν, θὰ μποροῦσαν νὰ ἀποτελέσουν ἕνα ἄριστο ἐγχειρίδιο χριστιανικῆς παιδαγωγικῆς. Καὶ θὰ ἄξιζε τὸν κόπο νὰ ἀναλάβει κάποιος τὸ ἔργο αὐτό, σὰν προσφορὰ ὑγιῶν παιδευτικῶν ἀρχῶν γιὰ τὴ μόρφωση τῶν νέων μας1.
Πέρα ὅμως ἀπὸ τὶς κατάσπαρτες αὐτὲς γνῶμες στὸ σύνολο τοῦ ἔργου του, διεσώθη εὐτυχῶς μία εἰδικὴ παιδαγωγικὴ πραγματεία, ἡ ὁποία, μολονότι ἔχει διπλὸ τίτλο, εἶναι ἔργο ἑνιαῖο, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος ἔχει σὰ σκοπὸ νὰ δώσει τὶς ἀρχὲς γιὰ μία σωστὴ ἀγωγὴ τῶν νέων. Στὴ χειρόγραφη παράδοση ὁ τίτλος της εἶναι, «Περὶ κενοδοξίας καὶ ὅπως δεῖ τοὺς γονέας ἀνατρέφειν τὰ τέκνα». Γενικῶς ὁ τίτλος εἶναι γνωστός, σὲ συντετμημένη μορφή, «Περὶ κενοδοξίας καὶ ἀνατροφῆς τῶν τέκνων». Πῶς ἡ κενοδοξία συνδέεται μὲ τὴν ἀνατροφὴ τῶν τέκνων, θὰ δοῦμε στὴ συνέχεια, ὅταν θὰ κάνουμε ἀνάλυση τοῦ σπουδαίου αὐτοῦ ἔργου. Εἰδικοὶ μελετητὲς εἶπαν γιὰ τὸ ἔργο ὅτι ἀποτελεῖ τὴν ἀρχαιοτάτην, πλήρη καὶ τελείαν περὶ ἀγωγῆς χριστιανικὴν διδασκαλίαν, ἕνα ἀπὸ τοὺς λαμπροτέρους πνευματικοὺς καρποὺς τῆς Ἑλληνικῆς Χριστιανικῆς ψυχῆς, ὅτι εἶναι πλήρης καὶ συστηματικὴ ἔκθεσις περὶ τῆς χριστιανικῆς διαπαιδαγωγήσεως τῶν τέκνων, ἐπὶ τὴ βάσει ὄχι μόνον τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀλλὰ καὶ τῶν ψυχολογικῶν καὶ παιδαγωγικῶν διδαγμάτων τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καὶ τῆς πείρας2.
Ἦταν μεγάλο ἀτύχημα γιὰ τὴ μελέτη τῆς διδασκαλίας τοῦ Χρυσοστόμου καὶ τῆς συμβολῆς τῆς Ἐκκλησίας στὴ διαμόρφωση τῶν μορφωτικῶν ἰδανικῶν καὶ ἀρχῶν, τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ἔργο αὐτὸ δὲν περιελήφθη στὴ μεγάλη ἔκδοση τοῦ Migne καὶ ἔμεινε ἔτσι ἀχρησιμοποίητο καὶ ἀνεκμετάλλευτο. Μολονότι εἶχε ἤδη ἐκδοθῆ τὸ 1656 στὸ Παρίσι ἀπὸ τὸν F. Combefis, ὁ ὁποῖος μάλιστα στὸν τίτλο τῆς ἐκδόσεως τὸ ἐχαρακτήριζε ὡς χρυσὸ βιβλίο (De educandis liberis, liber aureus), ὁρισμένες ἀμφιβολίες γιὰ τὴ γνησιότητά του ἄλλων ἐρευνητῶν ἔγιναν αἰτία νὰ μὴ τὸ περιλάβει ὁ Montfaucon στὴν ἔκδοσή του καὶ στὴ συνέχεια οὔτε ὁ Migne ποὺ στηρίχθηκε στὸν Montfaucon. Στὶς ἀρχὲς τοῦ αἰῶνος μας ἡ γνησιότητα τοῦ ἔργου αὐτοῦ ἀποκαταστάθηκε μὲ ἰσχυρὰ ἐπιχειρήματα, ἔγιναν δὲ καὶ ἐκδόσεις αὐτοῦ. Στοὺς ὑποστηρικτὲς τῆς γνησιότητας τοῦ ἔργου ἀνήκει καὶ ὁ Ἕλλην ἀκαδημαϊκὸς διδάσκαλος, καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ἀείμνηστος Βασίλειος Ἔξαρχος, ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ δυναμικοὺς καὶ πιὸ συγκροτημένους ἐκπροσώπους τῶν θεολογικῶν γραμμάτων τῆς ἐποχῆς μας. Ὁ Ἔξαρχος ὑπεστήριξε μὲ εἰδικὴ μελέτη τὴ γνησιότητα τοῦ ἔργου3 καὶ ἑτοίμασε κριτικὴ ἔκδοση τοῦ κειμένου ποὺ τὴν παρουσίασε γερμανικὸς ἐκδοτικὸς οἶκος τὸ 19554. Ἐνωρίτερα, τὸ 1947, ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ ἐκδοτικὸ οἶκο «Ἀστὴρ» ἐξεδόθη μετάφραση τοῦ ἔργου στὴν ἁπλοελληνική, φιλοπονημένη ἀπὸ τὸν Βασίλειο Ἔξαρχο. Στὸν πρόλογο αὐτῆς τῆς ἐκδόσεως ὁ ἐκπονητῆς τῆς μεταφράσεως λέγει τὰ ἑξῆς:
«Ἐπειδή, ὅπως θὰ ἴδῃ εὐθὺς ἀμέσως ὁ προσεκτικὸς καὶ ἐνδιαφερόμενος ἀναγνώστης, τὸ βιβλίον αὐτὸ ἔχει ἀδαμαντίνης ἀξίας περιεχόμενον διὰ τὴν ἀνατροφὴν τῶν Ἑλλήνων Χριστιανοπαίδων, ἐκρίθη καλὸν καὶ ὠφέλιμον νὰ ἀποσπασθῇ ἀπὸ τὸ ὅλον ἐπιστημονικὸν ἔργον ἡ νεοελληνική του μετάφρασις καὶ νὰ ἐκδοθῇ αὐτοτελῶς, ὥστε πᾶς Ἕλλην γονεύς, ὁ ὁποῖος θέλει νὰ ἀναθρέψῃ Ἑλληνοπρεπῶς καὶ Χριστιανοπρεπῶς τὰ τέκνα του, νὰ ἠμπορῇ νὰ ἐντρυφήσῃ καὶ νὰ διδαχθῇ ἀπὸ τὸ βιβλίον αὐτὸ τοῦ Μεγάλου Διδασκάλου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ἔχει ἴσως τὸ ὅλον βιβλίον ὡς μυστικὴν ἐμπειρίαν ὅ,τι ὁ ἴδιος ὡς ὀρφανὸς ἐδοκίμασεν κατὰ τὴν ἀνατροφήν του ἐκ μέρους τῆς μητρὸς του Ἀνθούσης καὶ ἄρα τὸ βιβλίον ἀντικατοπτρίζει μίαν ζῶσαν πραγματικότητα, μίαν ἐπιτυχῆ δοκιμὴν καὶ ἀπόδειξιν τῆς δυνάμεως τῆς ἐκτιθεμένης Χριστιανικῆς ἀνατροφῆς τῶν τέκνων. Ἐὰν δὲ ληφθῆ ὑπ᾿ ὄψιν, ὅτι ἡ ἐποχή μας εἶναι ἐποχὴ ἀνασυγκροτήσεως τῆς Ἑλληνικῆς μας Πατρίδος, τότε ἡ σπουδαιότης τῆς ἐκδόσεως τοῦ παρόντος βιβλίου παρουσιάζεται μεγαλυτέρα. Διότι οἱαδήποτε προσπάθεια κοινωνικῆς καὶ οἰκονομικῆς ἀνασυγκροτήσεως εἶναι καταδικασμένη εἰς ἀποτυχίαν, ἐὰν δὲν ἀρχίσῃ ἀπὸ τὴν ἠθικὴν πνευματικὴν ἀνασύνταξιν καὶ ψυχικὴν ρύθμισιν τῆς νέας ἰδίᾳ γενεᾶς. Ὅσοι λοιπὸν εἶναι γονεῖς καὶ διδάσκαλοι πρέπει νὰ ἀναλάβουν μὲ πίστιν τὸ ἔργον τοῦτο καὶ νὰ ζητήσουν σπουδαίας συμβουλὰς καὶ ὁδηγίας διὰ τὴν ἐκτέλεσίν του. Ἀκριβῶς δὲ αὐτὸ εἶναι καὶ τοῦ παρόντος βιβλίου τὸ περιεχόμενον καὶ διὰ τοῦτο ἀσφαλῶς θὰ γίνῃ εὐπρόσδεκτον ἀπὸ κάθε γνήσιον Ἕλληνα Χριστιανὸν γονέα καὶ μορφωτὴν τῆς νέας γενεᾶς μας, εἰς γλωσσικὴν μορφὴν ἁπλὴν κοινήν, ὥστε νὰ εἶναι περισσότερον εὐανάγνωστον καὶ διὰ τοὺς πολλούς».
Σὲ ἐπιμελημένη κριτικὴ ἔκδοση ὑψηλοῦ ἐπιπέδου ἐκυκλοφόρησε τὸ ἔργο μὲ παράλληλη γαλλικὴ μετάφραση, ἐκτενῆ εἰσαγωγὴ καὶ πλούσιο σχολιασμὸ στὴ γνωστὴ πλέον στοὺς εἰδικοὺς σειρὰ «Χριστιανικὲς Πηγὲς» (Sources Chretiennes)5. Σὲ κείμενο μὲ παράλληλη νεοελληνικὴ μετάφραση ἐξεδόθη ἐπίσης στὴν γνωστὴ σειρὰ τῆς Θεσσαλονίκης «Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας»6.
Ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ εἰδικὸ παιδαγωγικὸ ἔργο τοῦ μεγάλου τῆς Ὀρθοδοξίας πατρὸς θὰ σταχυολογήσουμε ὁρισμένα στοιχεῖα, ποὺ ἰσχύουν καὶ στὴ δική μας ἐποχὴ σὰν ἀρχὲς θεμελιώδεις γιὰ τὴν ἀγωγὴ τῶν νέων μας. Γι᾿ αὐτὸ ἄλλωστε χαρακτηρίσαμε τὸ ἔργο ὡς κλασικό, γιατὶ ἀπευθύνεται καὶ στὸν σημερινὸ ἄνθρωπο, γιατὶ καὶ τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει7. Στὴ συνείδηση ἄλλωστε τῆς Ἐκκλησίας οἱ Πατέρες γενικῶς εἶναι οἱ κλασικοὶ διδάσκαλοι, οἱ κλασικοὶ παιδαγωγοί, γιατὶ μὲ τὸν πλούσιο μορφωτικὸ ἐξοπλισμό τους, μὲ τὰ ἐξαίρετα πνευματικὰ χαρίσματά τους, ἀλλὰ πρὸ παντὸς μὲ τὴν εἰδικὴ ὅραση καὶ διεισδυτικότητα ποὺ χαρίζει ὁ θεῖος φωτισμός, ἡ ἐπικοινωνία μὲ τὸ Θεό, μπόρεσαν νὰ εἰσχωρήσουν στὰ βάθη τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, νὰ ἀνατάμουν τὸν μυστηριώδη καὶ ἄγνωστο ψυχικὸ κόσμο τοῦ ἀνθρώπου, νὰ βροῦν τὶς σκοτεινὲς καὶ τὶς φωτεινὲς πλευρές του. Βοηθοῦν ἔτσι στὴν καταπολέμηση, στὴν ἐξαφάνιση τῶν σκοτεινῶν, τῶν κακῶν στοιχείων, καὶ στὴν τόνωση, στὴν ἐνίσχυση τῶν φωτεινῶν.Γιὰ νὰ πεισθοῦμε ὅμως γιὰ τὴν ἐπικαιρότητα τῶν παιδαγωγικῶν ἰδεῶν τοῦ χρυσοστομικοῦ αὐτοῦ ἔργου εἶναι ἀνάγκη νὰ δοῦμε γιὰ λίγο τὴν πνευματικὴ ἀτμόσφαιρα τῆς τότε ἐποχῆς, τὴν πνευματικὴ ἀτμόσφαιρα τῆς Ἀντιοχείας τὴν ὁποίαν ἔχει ὑπ᾿ ὄψιν του ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος. Νὰ δοῦμε δηλαδὴ μὲ ποιὰ μορφωτικὰ ἰδανικὰ ἐφοδίαζε τότε τοὺς νέους της ἡ Ἀντιόχεια. Ἂν ὁ ἐφοδιασμὸς αὐτὸς εἶναι παρόμοιος πρὸς αὐτὸν ποὺ ἐμεῖς σήμερα δίνουμε στοὺς νέους μας, τότε ἡ κριτικὴ ποὺ κάνει ὁ ἱερὸς πατὴρ εἶναι κριτικὴ καὶ γιὰ τὴ δική μας ἐποχή, καὶ γιὰ τὸ δικό μας παιδαγωγικὸ ἔργο καὶ ὡς διδασκάλων καὶ ὡς γονέων. Τὰ στοιχεῖα γιὰ τὴ γνώση αὐτῆς τῆς ἀτμόσφαιρας θὰ τὰ ἀντλήσουμε καὶ ἀπὸ τὸ ἔργο ποὺ παρουσιάζουμε καὶ ἀπὸ ἄλλα ἔργα τοῦ συγγραφέως.
Ἡ ἀδιαφορία γιὰ τὴν πνευματικὴ συγκρότηση τῶν νέων, γιὰ τὴν ἠθική τους ὁλοκλήρωση, ἦταν τὸ πρῶτο γνώρισμα τῆς στάσεως τῶν γονέων. Τὰ σχέδιά τους γιὰ τὸ μέλλον τῶν παιδιῶν ἀποκλειστικὰ καὶ μόνον περιορίζονταν στὸ νὰ ἐπιτύχουν ἐπαγγελματικὰ στὴ ζωή, στὸ νὰ εὐημερήσουν. Πρακτικοί, ὑλόφρονες καὶ ἀτομικιστικοὶ εἶναι οἱ στόχοι. Στὰ πλαίσια αὐτῶν τῶν στόχων οἱ γονεῖς ἐφρόντιζαν νὰ ἐξασφαλίσουν ὅλες τὶς ὑλικὲς ἀνέσεις γιὰ τὰ παιδιά τους, δὲν ἐλογάριαζαν δὲ ἔξοδα καὶ κόπους καὶ θυσίες γιὰ νὰ βροῦν τὰ κατάλληλα σχολεῖα, τοὺς καλυτέρους διδασκάλους, ὥστε νὰ ἀποκτήσουν τὰ παιδιὰ τὰ ἐφόδια ἐκεῖνα ποὺ θὰ τὰ βοηθοῦσαν στὴν κοσμικὴ ζωὴ καὶ καρριέρα τους. Ἡ μανία γιὰ τὴν ἀπόκτηση καὶ ἀπόλαυση ὑλικῶν ἀγαθῶν ἦταν τὸ ἰσχυρότερο κίνητρο τῆς φροντίδος γιὰ τὰ παιδιά. Ἀντιμετωπίζονταν οἱ νέοι μονομερῶς σὰν νὰ ἦσαν σωματικὰ μόνον ὄντα, σὰν νὰ μὴν εἶχαν ψυχὴ ποὺ ἤθελε καὶ αὐτὴ τὴ φροντίδα της. Μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν ἀτμόσφαιρα λοιπὸν τῆς μανίας γιὰ πλούτη καὶ γιὰ κοσμικὴ δόξα ἀνέπνεαν καὶ ἐμεγάλωναν τὰ παιδιά.
Ὅταν, λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀκούσει κανεὶς τοὺς γονεῖς νὰ συμβουλεύουν τὰ παιδιὰ νὰ μάθουν γράμματα, ἡ ἐπιχειρηματολογία τους εἶναι ἡ ἑξῆς: Ὁ τάδε, ἐνῶ καταγόταν ἀπὸ πτωχὴ καὶ ἄσημη οἰκογένεια, μὲ τὰ γράμματα ποὺ ἔμαθε κατάφερε νὰ γίνει μέγας καὶ τρανός, νὰ πάρει σπουδαῖες θέσεις, νὰ γίνει πλούσιος, νὰ νυμφευθεῖ μὲ πλούσια γυναίκα, νὰ κτίσει ὡραῖο σπίτι. Ἄλλος πάλι μὲ τὶς γλῶσσες ποὺ ἔμαθε πῆρε σπουδαία θέση στὰ ἀνάκτορα καὶ ρυθμίζει αὐτὸς ὅλες τὶς ὑποθέσεις. Οἱ περισσότεροι προβάλλουν σὰν παραδείγματα τοὺς ἐπιτυχημένους στὴ ζωή, «τοὺς ἐπὶ γῆς εὐδοκίμους». Στὶς εὔπλαστες ἔτσι καὶ δεκτικὲς ψυχὲς τῶν νέων οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς εἰσάγουν δυὸ μεγάλα κακά, δυὸ τυραννικοὺς ἔρωτες, τὸν ἔρωτα τῶν χρημάτων, τοῦ πλούτου, καὶ τὸν ἔρωτα τῆς κοσμικῆς δόξας, τῆς κοινωνικῆς ἀνόδου, θὰ λέγαμε σήμερα. Διαστρέφονται ἔτσι οἱ νέοι καὶ γίνονται ὑλόφρονες καὶ ματαιόδοξοι. Ἡ διαστροφὴ τῶν νέων σ᾿ αὐτὸ ὀφείλεται ἀποκλειστικά, παρατηρεῖ ὁ μέγας παιδαγωγός, στὴ μανία γιὰ τὰ βιωτικὰ ἀγαθά· «Οὐδαμόθεν τὴν διαστροφὴν γίνεσθαι τῶν παίδων, ἀλλ᾿ ἐκ τῆς περὶ τὰ βιωτικὰ μανίας».
Ὅλοι οἱ γονεῖς ἐφρόντιζαν, λέγει, νὰ ἐξασφαλίσουν πλούτη, καὶ ἐνδυμασία, καὶ ὑπηρέτες, καὶ οἰκόπεδα. Τὸ μόνο γιὰ τὸ ὁποῖο δὲν ἐφρόντιζαν ἦταν ἡ ψυχικὴ καλλιέργεια, τὸ νὰ γίνει ὁ νέος ἐνάρετος καὶ εὐσεβής. Ἀντιθέτως μάλιστα τὶς ἀρετὲς τὶς θεωροῦσαν ἐλαττώματα καὶ ἀδυναμίες. Ἐπικρατοῦσε μία πλήρης ἀντιστροφὴ τῶν ἀξιῶν. Οἱ κακίες ἐπῆραν τὰ ὀνόματα τῶν ἀρετῶν καὶ οἱ ἀρετὲς τὰ ὀνόματα τῶν κακιῶν. Ὁ ἔρωτας τῆς δόξης ὀνομαζόταν μεγαλοψυχία, τοῦ πλουτισμοῦ ἐλευθερία, ἡ αὐθάδεια ὀνομαζόταν παρρησία, ἡ ἀδικία ἀνδρεία. Ἀντίθετα ἡ σωφροσύνη ἐθεωρεῖτο χωριατιά, ἡ ἐπιείκεια δειλία, ἡ δικαιοσύνη ἀνανδρία, ἡ ἀνεξικακία ἀσθένεια καὶ ἡ ταπείνωση δουλοπρέπεια.
Μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν πνευματικὴ σύγχυση τίποτε τὸ σαφὲς καὶ σταθερὸ δὲν ὑπῆρχε. Οὔτε δικαστήρια, οὔτε νόμοι, οὔτε σχολεῖα ἠμποροῦσαν νὰ βοηθήσουν. Τοὺς δικαστὲς τοὺς διέφθειραν οἱ πλούσιοι μὲ τὰ χρήματα, οἱ δὲ διδάσκαλοι ἐνδιαφέρονταν μόνο γιὰ τὴν ἀμοιβή τους· «Οὐδὲν ὄφελος δικαστηρίων, οὐδὲ νόμων, οὐδὲ παιδαγωγῶν, οὐ πατέρων, οὐκ ἀκολούθων, οὐ διδασκάλων· τοὺς μὲν γὰρ ἴσχυσαν διαφθεῖραι χρήμασιν, οἱ δ᾿ ὅπως αὐτοῖς μισθὸς γένοιτο ὁρῶσι». Ὅσοι ἀνησυχοῦσαν γι᾿ αὐτὴν τὴν κατάσταση ἢ παρεπλανῶντο μὲ καθησυχαστικὰ κηρύγματα ἢ δὲν μιλοῦσαν, ἐπειδὴ ἐφοβοῦντο τὴν δύναμη τῶν ἀκολάστων.
Ἡ ἠθικὴ ἀσυδοσία καὶ οἱ κοινωνικὲς ἀναταραχὲς ὀφείλονται κατὰ τὸν Ἅγιο Χρυσόστομο στὴν ἐσφαλμένη φροντίδα γιὰ τὰ παιδιά, στὴν παραμέληση τῆς ψυχικῆς τους καλλιέργειας· «Τοῦτό ἐστι, ὃ τὴν οἰκουμένην ἀνατρέπει πᾶσαν, ὅτι τῶν οἰκείων ἀμελοῦμεν παίδων, καὶ τῶν μὲν κτημάτων αὐτῶν ἐπιμελούμεθα, τῆς δὲ ψυχῆς αὐτῶν καταφρονοῦμεν». Δὲν διστάζει γι᾿ αὐτὸ νὰ ὀνομάσει ἐγκληματικὴ αὐτὴ τὴν ἀδιαφορία τῶν γονέων γιὰ τὴν καλλιέργεια τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ψυχῆς τῶν παιδιῶν· εἶναι παιδοκτόνοι, φονεῖς τῶν παιδιῶν τους, ὅσοι τὰ ἐφοδιάζουν μὲ τυραννικὰ πάθη, μὲ κακίες ποὺ σκοτώνουν καὶ τυραννοῦν καθημερινῶς τὴν ψυχή τους8.
Ἡ κοινωνία δὲν πάσχει ἀπὸ ἔλλειψη ἐπιτηδείων ἐπιχειρηματιῶν, ἀπὸ ἔλλειψη ἐγγραμμάτων καὶ σπουδασμένων, πάσχει ἀπὸ ἔλλειψη ἐναρέτων ἀνθρώπων. Πάσχει, γιατὶ ἔχει κατακλυσθῆ ἀπὸ τοὺς ἐπιτηδείους, οἱ ὁποῖοι προκειμένου νὰ αὐξήσουν τὰ πλούτη καὶ νὰ σιγουρέψουν τὴν καλοπέρασή τους, εἶναι ἀδίστακτοι. Πάσχει, γιατὶ οἱ ἀρχομανεῖς στὴν προσπάθειά τους νὰ ἀνέλθουν ἀναστατώνουν τὸ πᾶν. Πάσχει, γιατὶ ἡ ἀπόκτηση πολυτελῶν οἰκιῶν καὶ ἀνέσεων ἔχει γίνει ὁ μοναδικὸς στόχος. Εἰς αὐτὸ ὀφείλεται ἡ κοινωνικὴ κακοδαιμονία, αὐτοὶ καταστρέφουν τὴν ἁρμονικὴ κοινωνικὴ συμβίωση καὶ ὄχι ὅσοι ζοῦν μὲ ἀρετὴ καὶ ἁγιότητα· «Τοῦτο γάρ ἐστι, τοῦτο ὅπερ πάντα ἀπολώλεκεν, ὅτι πράγμα οὕτως ἀναγκαῖον, καὶ τὴν ἡμετέραν συνέχον ζωήν, περιττὸν εἶναι καὶ πάρεργον δοκεῖ». Καὶ τὸ ἀναγκαῖο καὶ συνεκτικὸ αὐτὸ τῆς κοινωνίας πράγμα εἶναι ἡ ἀρετή, ἡ ψυχικὴ καλλιέργεια.
Κοντὰ σ᾿ αὐτὰ τὰ δυὸ πάθη καὶ ἕνα ἄλλο ἐξ ἴσου τυραννικὸ καὶ ἐπικίνδυνο, ἢ μᾶλλον περισσότερο ἐπικίνδυνο γιὰ τὴν εὔφλεκτη νεότητα, κυριαρχοῦσε στὸ κλίμα τῆς ἀγωγῆς τῶν νέων. Ὁ πανσεξουαλισμός, ὅπως θὰ λέγαμε σήμερα, ἡ διέγερση δηλαδὴ καὶ ἡ ἱκανοποίηση τῆς σαρκικῆς ἐπιθυμίας, ὁ ἔρωτας τῆς σάρκας. Διστάζει ὁ ἱερὸς πατὴρ νὰ ἀναφερθεῖ στὸ θέμα αὐτό, σ᾿ αὐτὸν τὸν τόσο ἱερὸ χῶρο τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων, ποὺ εἶχε καταντήσει ὁ πιὸ βρωμερὸς χῶρος, τόσο βρωμερός, ὥστε νὰ εἶναι τῆς μόδας καὶ νὰ μὴ προκαλοῦν ἀντίδραση ἀκόμη καὶ οἱ σαρκικὲς σχέσεις μεταξὺ προσώπων τοῦ ἰδίου φύλου. Ξεπερνάει ὅμως τοὺς δισταγμοὺς καὶ τὴν ἐντροπή του, γιὰ νὰ ἐλέγξει καὶ νὰ καυτηριάσει τὴν ἀδιαφορία ὅλων τῶν ὑπευθύνων φορέων τῆς ἀγωγῆς, μπροστὰ σ᾿ αὐτὴ τὴν ἀνατροπὴ ὄχι μόνον τῶν ἠθικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν φυσικῶν νόμων. Ἀπορεῖ δὲ καὶ ὁ ἴδιος, μαζὺ μὲ τὴν ἔκφραση τῆς ἀπορίας πολλῶν ἄλλων, πῶς ὁ Θεὸς μακροθυμεῖ τόσο πολὺ καὶ ἀνέχεται αὐτὴν τὴν ἀποκτήνωση τοῦ ἀνθρώπου, καὶ δὲν στέλνει φωτιὰ γιὰ νὰ κάψει τὴν πόλη τῆς Ἀντιοχείας, ὅπως ἄλλοτε τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορα.
Μεγάλη εὐθύνη γιὰ τὸν ἠθικὸ ἐκτραχηλισμὸ ἀποδίδει στὸ θέατρο, τὸ θεματολόγιο τοῦ ὁποίου κυρίως ἐκαλύπτετο ἀπὸ ὑποθέσεις πορνειῶν καὶ μοιχειῶν, ἀπὸ ὑποθέσεις πορνό· «Καὶ γὰρ καὶ μοιχεῖαι καὶ γάμων ἐκεῖ κλοπαὶ καὶ γυναῖκες ἐκεῖ πορνευόμεναι, ἄνδρες ἠταιρηκότες, νέοι μαλακιζόμενοι, πάντα παρανομίας μεστά, πάντα τερατωδίας, πάντα αἰσχύνης», παρατηρεῖ ἐπὶ λέξει9.
Οἱ τρεῖς λοιπὸν ἔρωτες, τῶν χρημάτων, τῆς δόξας, καὶ τῆς σάρκας κυριαρχοῦσαν στὸν πνευματικὸ χῶρο τῆς ἐποχῆς τοῦ Χρυσοστόμου καὶ καθόριζαν καὶ τὶς ἀρχὲς πρὸς τὶς ὁποῖες ἦταν προσανατολισμένη ἡ ἀγωγὴ τῶν νέων. Τὰ στοιχεῖα αὐτὰ κρίνει στὴν πραγματεία του «Περὶ κενοδοξίας καὶ ἀνατροφῆς τῶν τέκνων», ὅπου δίνει κατευθύνσεις γιὰ τὴν ὀρθὴ πορεία τῆς ἀγωγῆς.
Στὸ πρῶτο τμῆμα τῆς πραγματείας, τὸ περὶ κενοδοξίας, δείχνει ὅτι ἡ ἀγωγὴ τῶν νέων ἐπηρεάζεται ἀποφασιστικὰ ἀπὸ τὴν ἐπικρατοῦσα πράξη ζωῆς, ἀπὸ τὸν τρόπο ζωῆς καὶ σκέψεως τῶν μελῶν τῆς ὁμάδος, μέσα στὴν ὁποίαν ἀναπτύσσεται ὁ νέος. Στὸ κλίμα τῆς ζωῆς αὐτῆς τῆς ὁμάδος ἀναπνέει καὶ ἀναπτύσσεται ὁ νέος, καὶ ἀναποτρέπτως ἡ ἠθική του ποιότητα, ἡ πνευματική του ὀντότητα, προσδιορίζονται ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ κλίμα. Τὴν νοσηρότητα τοῦ κλίματος αὐτοῦ ἐντοπίζει ὁ Χρυσόστομος στὴν κενοδοξία, στὴ ματαιοδοξία δηλαδή, στὴν ἐσφαλμένη ἀντίληψη περὶ ἀξιοπρέπειας καὶ στὴ συνδεδεμένη μὲ αὐτὴ τάση γιὰ ἐπίδειξη πλούτου, ἐνδυμάτων, σπιτιῶν, ἐπιπλώσεων.
Ἀναφέρεται κατ᾿ ἀρχὴν στὴ συνήθεια ποὺ εἶχε ἐπικρατήσει μεταξὺ τῶν πλουσίων νὰ κάμνουν ἐπίδειξη τῶν οἰκονομικῶν τους δυνατοτήτων, χρηματοδοτώντας θεατρικὲς παραστάσεις ἢ ὀργανώνοντας ἀγώνες ἱπποδρόμου. Κίνητρο γι᾿ αὐτὰ ἦταν τὰ χειροκροτήματα, οἱ ἐπευφημίες τοῦ λαοῦ, ἡ δόξα. Ὁ ἀνταγωνισμὸς αὐτὸς στὴν ἐπίδειξη οἰκονομικῆς δυνάμεως εἶχε φθάσει σὲ τέτοιο σημεῖο, ὥστε μερικοὶ μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μὴ δυσφημισθοῦν, ἔφθαναν στὴν πτώχευση καὶ στὴν ἀθλιότητα, σκορπώντας τὰ χρήματά τους ἀλόγιστα σ᾿ αὐτὲς τὶς ἐκδηλώσεις, τὴ στιγμὴ ποὺ ὑπῆρχε πλῆθος ἀνθρώπων ποὺ πέθαιναν ἀπὸ τὴν πείνα.
Ἡ τάση ὅμως αὐτὴ γιὰ ἐπίδειξη δὲν ἦταν γνώρισμα ὀλίγων πλουσίων μόνον· εἶχε καταλάβει ὅλα τὰ στρώματα τῆς κοινωνίας. Ἀκόμη καὶ οἱ φτωχοὶ ἐφρόντιζαν νὰ ἀγοράζουν τὰ καλύτερα ἐνδύματα, τὰ καλύτερα ἔπιπλα καὶ σκεύη, γιὰ νὰ ἐπιδεικνύονται. Ἀκόμη καὶ ὑπηρεσία εἰς τὸ σπίτι προσελάμβαναν, γιατὶ ἐνόμιζαν ὅτι ἡ αὐτοεξυπηρέτηση ἐμείωνε τὴν κοινωνική τους ὑπόσταση.
Πολλοί, ἐνῷ πεινοῦσαν, δὲν ἐφρόντιζαν γιὰ τὴ διατροφή τους παρὰ γιὰ τὴν κοινωνική τους ἀξιοπρέπεια, γιὰ νὰ δείξουν ὅτι εἶναι κάτι, ὅτι εἶναι καλοστεκούμενοι. Ὁ ἰδανικὸς κοινωνικὸς τύπος, ὁ ἐπιτυχημένος, ὁ ἀξιοθαύμαστος δὲν ἦταν ὁ ἐνάρετος ἄνθρωπος, ὁ συνετός, ὁ πνευματικὰ καλλιεργημένος, ἀλλὰ ὁ πλούσιος, ὁ βολεμένος οἰκονομικά.
Ἀγανακτεῖ γιὰ τὴν κατάσταση αὐτὴ ὁ Χρυσόστομος· ὅλα αὐτά, λέγει, εἶναι ἐξωτερικὰ καὶ δὲν ἔχουν καμμία σχέση μὲ τὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο, δὲν χαρακτηρίζουν τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἰδανικὸς ἄνθρωπος κρίνεται ἀπὸ τὴν ἀρετή του. Ἡ ἀρετὴ δίνει ἀξιοπρέπεια, τιμὴ καὶ δόξα· «τοῦτο εὐσχημοσύνη, τοῦτο δόξα, τοῦτο τιμή». Καὶ στὸ σημεῖο αὐτό, συνδέοντας ἔτσι τὴν κενοδοξία μὲ τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν, παρατηρεῖ ὅτι αἰτία ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ὅτι τὰ παιδιὰ μεγαλώνουν μέσα στὸ νοσηρὸ αὐτὸ κλίμα καὶ ἐπηρεάζονται ἀπ᾿ αὐτό.
Μόλις γεννηθεῖ τὸ παιδὶ οἱ γονεῖς κάνουν τὸ πᾶν, ὄχι γιὰ νὰ βροῦν τὸν κατάλληλο τρόπο τῆς διαπαιδαγώγησής του, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸ καλλωπίσουν, νὰ τὸ ντύσουν, καὶ νὰ τοῦ ἀγοράσουν χρυσαφικά. Δὲν φροντίζουν νὰ βγάλουν ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ αὐτὴ τὴ μανία, ἀλλὰ οἱ ἴδιοι ἀπὸ τὴν ἀρχὴ εἰσάγουν τὸν ἔρωτα τῶν χρημάτων καὶ τὴ φροντίδα γιὰ ἀνώφελα πράγματα. Καὶ εἶναι ἡ παιδικὴ ἠλικία, ἡ πρώτη ἡλικία, τὸ πιὸ πρόσφορο ἔδαφος γιὰ νὰ φυτεύσει κανεὶς εἴτε τὴν ἀρετὴ εἴτε τὴν κακία. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἀνυπολόγιστη ἡ εὐθύνη τῶν γονέων, ὅταν ἀμελοῦν γιὰ τὴν ὀρθὴ καὶ ἔγκαιρη διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν τους.
Οἱ ψυχὲς τῶν παιδιῶν, λέγει, εἶναι μαλακὲς καὶ τρυφερές· ὅταν ἐντυπωθοῦν ἐπάνω τοὺς τὰ καλὰ διδάγματα ἀπὸ τὴν ἀρχή, κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ τὰ ἐξαλείψει, ὅταν στὴ συνέχεια γίνουν σκληρὲς σὰν σφραγίδα, ὅπως συμβαίνει μὲ τὸ κερί. Τὸ μαλακὸ πράγμα παίρνει ὁποιοδήποτε σχῆμα, γιατὶ δὲν ἔχει ἀποκτήσει ἀκόμη σταθερὴ δική του μορφή. Μοιάζουν ἀκόμη οἱ ψυχὲς τῶν παιδιῶν μὲ πίνακες ζωγραφικῆς ἢ μὲ ἀγάλματα. Χρειάζεται πολλὴ προσοχὴ ἐκ μέρους τῶν ζωγράφων καὶ πολλὴ ἐπιμέλεια γιὰ νὰ φιλοτεχνήσουν ἕνα πίνακα ὡραῖο. Οἱ γλύπτες πάλι μὲ πολλὴ ὑπομονὴ ἀφαιροῦν τὰ περιττὰ καὶ προσθέτουν ὅ,τι πρέπει, γιὰ νὰ παρουσιάσουν τὸ ἔργο ποὺ ἐπιθυμοῦν. Δὲν ὑπάρχει θαυμασιότερο ὑλικὸ γιὰ φιλοτέχνηση ἀπὸ τὶς παιδικὲς ψυχές, ἀρκεῖ αὐτὸ νὰ γίνει ἐγκαίρως. Κατασκευάζουν οἱ γονεῖς ἔμψυχες εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, ζωντανὰ ἀγάλματα.
Στὴ συνέχεια παρομοιάζει τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ σὰν μία πόλη καινούργια, καὶ τὸν γονέα σὰν τὸν βασιλέα αὐτῆς τῆς πόλεως, ποὺ ἀποστολή του εἶναι νὰ θέσει νόμους καὶ νὰ ὀργανώσει αὐτὴν τὴν πολιτεία, ὥστε νὰ μὴ καταστραφεῖ ἀπὸ τὴ δράση τῶν κακοποιῶν καὶ ἀναρχικῶν στοιχείων. Ποικίλες τάσεις καὶ κλίσεις καὶ δυνάμεις, ἀγαθὲς καὶ κακές, ἀγωνίζονται νὰ ἀποκτήσουν ἐρείσματα καὶ νὰ ἐμπεδώσουν τὴν κυριαρχία τους μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ. Στὴν καινούργια αὐτὴ πόλη οἱ γονεῖς εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ θὰ βάλουν τοὺς νόμους· καὶ εἶναι εὔκολο τὸ ἔργο αὐτὸ στὴν παιδικὴ ἡλικία, διότι ἄπειρα καὶ εὐπειθῆ ὅπως εἶναι τὰ παιδιὰ συμμορφώνονται εὔκολα. Ὅταν μεγαλώσουν, εἶναι δύσκολο πολὺ τὸ ἔργο αὐτὸ τῆς οἰκοδομῆς, τοῦ κτισίματος τοῦ ψυχικοῦ τους κόσμου.
Γιὰ νὰ ἐπιτύχει ἡ ὀργάνωση τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ, πρέπει ἰδιαιτέρως νὰ ἐλέγχεται τί μπαίνει μέσα εἰς αὐτήν, τί μορφωτικὸ ὑλικὸ προσφέρεται. Ἡ ἐπιλογὴ λοιπὸν τοῦ μορφωτικοῦ ὑλικοῦ ἔχει ἀποφασιστικὴ σημασία. Ἐποπτικῶς τὸν ἔλεγχο αὐτὸ τὸν παρουσιάζει ὁ Χρυσόστομος ὡς ἑξῆς. Τῆς ψυχικῆς πολιτείας τοῦ παιδιοῦ τεῖχος εἶναι τὸ σῶμα, πύλες δὲ οἱ πέντε αἰσθήσεις. Ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις εἰσέρχονται ὅλες οἱ ἐντυπώσεις καὶ οἱ ἐρεθισμοὶ ἀπὸ τὸν ἐξωτερικὸ κόσμο. Ἂν ἀνεξέλεγκτα ἀφήσουμε ἀπὸ τὶς πύλες αὐτὲς νὰ περνοῦν ὅλες οἱ ἐντυπώσεις, ἡ πόλη ὁπωσδήποτε θὰ ἁλωθεῖ καὶ θὰ καταστραφεῖ, διότι ἡ δύναμη ἀντιδράσεως τοῦ παιδιοῦ δὲν εἶναι μεγάλη.
Στὴ συνέχεια μὲ τὸ νὰ καθορίζει πῶς θὰ ἐλέγχουμε κάθε αἴσθηση ξεχωριστά, τί πρέπει νὰ βλέπει τὸ παιδί, νὰ ἀκούει, νὰ λέει, νὰ γεύεται καὶ νὰ ἐγγίζει, καλύπτει τὸ ὑπόλοιπο τμῆμα τῆς πραγματείας. Καὶ ἐπειδὴ ἡ παρουσίαση ὅλων αὐτῶν τῶν συστάσεων εἶναι ἐκτενής, θὰ ἀναφέρουμε μερικὲς μόνον.
Ἡ αὐστηρότητα εἶναι οὐσιώδης παράγων ἐπιτυχίας τοῦ παιδαγωγικοῦ ἔργου. Αὐστηρότητα ὅμως μετρημένη καὶ συνεπής, ἡ ὁποία οὔτε σὲ μόνιμη βαναυσότητα καταλήγει οὔτε ὅμως ἀφήνει τὴν ἐντύπωση ὅτι εἶναι πλαστή. Ὁ συνεχὴς ξυλοδαρμὸς π.χ. δὲν εἶναι ὀρθὸς τρόπος ἐπιβολῆς ποινῶν· συνηθίζει τὸ παιδὶ τὸ ξύλο καὶ δὲν συνετίζεται. Ἡ ἀπειλὴ γιὰ ἐπιβολὴ τιμωρίας, ἡ ὁποία κάπου-κάπου θὰ ἐπιβάλλεται, ὥστε νὰ φοβᾶται τὸ παιδὶ τὴν τιμωρία καὶ νὰ μὴ νομίσει ὅτι εἶναι μόνο λόγια, εἶναι ὁ πλέον ἐνδεδειγμένος τρόπος ἐπιβολῆς τιμωριῶν. Συνεχὴς αὐστηρότητα δὲν ἐπιτρέπεται, διότι ἐκ φύσεως ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται χαλαρότητα καὶ ἄνεση· «Ὅταν μέντοι ἴδης ἀπὸ τοῦ φόβου κερδάναντα, ἄνες· δεῖ γὰρ τίνος φύσει τῇ ἡμετέρᾳ καὶ ἀνέσεως».
Ἰδιαιτέρως ἐπιμένει στὸ θέμα τῆς φροντίδος γιὰ τὸ τί πρέπει νὰ ἀκούει καὶ τί πρέπει νὰ βλέπει τὸ παιδί. Ὅσα δὲ ἐν προκειμένῳ λέγει ἰσχύουν ἀπείρως περισσότερο γιὰ τὴν ἀγωγὴ τῶν σημερινῶν νέων, διότι τὰ μέσα πληροφορήσεως καὶ ἐνημερώσεως, βιβλία, ραδιόφωνο, τηλεόραση πολιορκοῦν ὄντως τὴν ἀκοὴ καὶ τὴν ὅραση τῶν νέων, ποὺ γίνονται πύλες γιὰ νὰ εἰσέλθει στὸν ἐσωτερικὸ κόσμο τῶν νέων, τελείως ἀνεξέλεγκτα, χαμηλῆς ποιότητος ἢ καὶ ἐπικίνδυνο ἠθικῶς ὑλικό.
Ὅπως τὰ φυτά, λέγει, ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ περισσότερη φροντίδα, ὅταν εἶναι τρυφερὰ καὶ ἀπαλά, ἔτσι καὶ τὰ παιδιά. Πρέπει νὰ προσέχουμε τὶς συναναστροφές τους, γιὰ νὰ ἐλέγχουμε τί λέγεται ἐκεῖ καὶ τί μαθαίνει τὸ παιδί. Δὲν πρέπει νὰ ἀφήσουμε στὸν ὁποιοδήποτε νὰ γίνει οἰκοδόμος τοῦ ψυχικοῦ κόσμου τοῦ παιδιοῦ μας. Ἱστορίες φλύαρες καὶ ἀνώφελες, ὅπως π.χ. «Ὁ τάδε ἀγάπησε τὴν τάδε· τὸ βασιλόπουλο καὶ ἡ βασιλοπούλα ἔκαναν αὐτὸ καὶ ἐκεῖνο». Ὑπάρχουν μέσα στὴν Ἁγία Γραφὴ ἑλκυστικὲς διηγήσεις, οἱ ὁποῖες, ἂν προσφερθοῦν μὲ τὸ σωστὸ τρόπο, καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ παιδιοῦ κρατοῦν ζωηρὸ καὶ τὴν ἀρετὴ τοῦ διδάσκουν. Ὁ ἴδιος ὁ Χρυσόστομος δίνει παραδείγματα σωστῆς προσφορᾶς αὐτῶν τῶν διηγήσεων.
Ἐνδιαφέροντα εἶναι καὶ ὅσα λέγει γιὰ τὴν σεξουαλικὴ διαπαιδαγώγηση τῶν νέων, τὰ ὁποῖα βεβαίως βρίσκονται σὲ ἀντίθεση πρὸς ὅσα ἡ σημερινὴ ἐλευθεριάζουσα καὶ ἀχαλίνωτη βιοθεωρία καὶ παιδαγωγικὴ προβάλει. Ἡ σαρκικὴ ἐπιθυμία ἀπὸ τὸ δέκατο πέμπτο ἔτος τῆς ἡλικίας ἐπιτίθεται μὲ σφοδρότητα καὶ ἡ χαλιναγώγησή της εἶναι πολὺ δύσκολη. Συνιστᾶ νὰ ἀποφεύγονται τὰ αἰσχρὰ θεάματα καὶ ἀκούσματα, ποὺ διεγείρουν τὴν ἐπιθυμία. Ὡς ἀντιστάθμισμα γιὰ τὴν ἀπώλεια αὐτῆς τῆς ψυχαγωγίας συνιστᾶ τὴ στροφὴ τοῦ ἐνδιαφέροντος τῶν νέων πρὸς ἄλλες κατευθύνσεις· σὲ ἐκδρομές, ἐπισκέψεις πόλεων καὶ μουσείων, συναναστροφὲς μὲ πνευματικοὺς καὶ ἁγίους ἀνθρώπους.
Στὴν ἐποχή μας ἡ κατάσταση σχετικὰ μὲ τὸ θέμα αὐτὸ εὑρίσκεται πλέον ἐκτὸς ἐλέγχου. Δὲν ἀρκεῖ ὁ καταιγισμὸς τῶν ἐντυπώσεων καὶ τῶν ἐρεθισμῶν ποὺ δέχονται τὰ παιδιὰ ἀπὸ τὴν ἀναίσχυντη ἐμφάνιση καὶ τὴν προκλητικὴ γύμνια ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, ποὺ τείνει νὰ γίνει θεσμός, ὡς καὶ ἀπὸ τὴν πορνογραφικὴ ὑστερία ἰδιαίτερα τῶν καναλιῶν τῆς τηλεοράσεως, οἱ σοφοὶ παιδαγωγοὶ τῶν καιρῶν μας, οὐσιαστικὰ ὅμως καταστροφεῖς τῆς νεολαίας, προγραμματίζουν τὴν εἰσαγωγὴ στὰ σχολεῖα καὶ τὴ διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῆς «σεξουαλικῆς διαπαιδαγώγησης». Ἡ σοφὴ παιδαγωγικὴ παράδοση τῶν Πατέρων μας στὸ θέμα αὐτὸ προσπαθεῖ νὰ ἐλέγξει τοὺς ἐρεθισμοὺς καὶ τὶς ἐντυπώσεις, ὥστε οἱ νέοι κατὰ τὸ δυνατὸν ἤρεμοι καὶ ἀπερίσπαστοι νὰ ἀσχοληθοῦν δημιουργικὰ μὲ τὴν παιδεία καὶ τὴν μάθηση ἀφ᾿ ἑνός, καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου νὰ γευθοῦν τὶς χαρὲς αὐτῆς τῆς περιοχῆς μέσα στὸν εὐλογημένο θεσμὸ τοῦ γάμου, ὁ ὁποῖος ἔτσι καὶ σὲ φυσικὸ ἐπίπεδο παραμένει πηγὴ χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης. Οἱ σημερινοὶ ἀπαίδευτοι παιδαγωγοὶ δὲν ἀφήνουν ἥσυχους τοὺς νέους οὔτε μέσα στὸ σχολεῖο, ὅπου θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχαν ἀποκλεισθῇ οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ ἐρεθισμοί, γιὰ νὰ λειτουργεῖ ἡ παιδεία ὡς εὐγενικὴ διέξοδος καὶ κατάλληλος ἐργαστηριακὸς χῶρος γιὰ τὴ σπουδὴ καὶ τὴ μάθηση. Πόσοι ἀπὸ τοὺς ἐκπαιδευτικοὺς εἶναι πρόσωπα ἠθικὰ καὶ πνευματικὰ καλλιεργημένα, ὥστε νὰ ἀναλάβουν μὲ σοβαρότητα καὶ εὐθύνη τὸ ἔργο αὐτό; Καὶ πόσοι ἀπὸ τοὺς γονεῖς θὰ δέχονταν εὐχαρίστως αὐτὴ ἡ κατ᾿ ἐξοχὴν ἱερὴ καὶ προσωπικὴ περιοχὴ τῶν παιδιῶν τους νὰ κακοποιηθεῖ καὶ νὰ διαστραφεῖ στὰ χείλη καὶ στὴ διδασκαλία τοῦ ὁποιουδήποτε δασκάλου, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ κουβαλᾷ στὸ θέμα αὐτὸ τὶς δικές του κακὲς ἐμπειρίες καὶ γνῶμες, ἀκόμη καὶ διαστροφές; Καὶ τί θὰ ἀπομείνει νὰ μάθουν καὶ νὰ γευθοῦν οἱ νέοι μέσα στὸ γάμο, ὅταν τὰ μαθαίνουν καὶ τὰ γεύονται ἔξω ἀπὸ αὐτόν; Γι᾿ αὐτὸ ὁ γάμος καὶ ἡ οἰκογένεια ἔχουν χάσει στὶς ἡμέρες μας κάθε γοητεία καὶ ἕλξη, ἀφοῦ τελικῶς αὐτὸς ὁ ἱερὸς καὶ μοναδικὸς καὶ προσωπικὸς δεσμὸς δυὸ ἀνθρώπων ἑτερόφυλων κατήντησε ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλοὺς δεσμοὺς ποὺ εἶχαν πρὶν ἀπ᾿ αὐτὸν ἄνδρας καὶ γυναίκα, συγκριτικὰ μάλιστα σὲ χειρότερη θέση, ἀφοῦ συνδέεται μὲ τὰ προβλήματα τῆς ἀναγκαστικῆς συμβίωσης καὶ τῶν ποικίλων δεσμεύσεων.
Δὲν χρειάζεται διδασκαλία εἰς τὰ τοῦ γάμου. Εἶναι αὐτάρκης διδάσκαλος ἡ φύση. Ἀκριβῶς ὅπως δὲν χρειάζεται νὰ μάθουμε πῶς θὰ φᾶμε, καὶ πῶς θὰ πιοῦμε καὶ πῶς θὰ κοιμηθοῦμε10. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ. Γενεὲς γενεῶν ἀνθρώπων ἔκαναν γάμους καὶ οἰκογένειες, καὶ μάλιστα εὐτυχισμένες καὶ σταθερές, χωρὶς σεξουαλικὴ διαπαιδαγώγηση, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ μία ἀκόμη τορπίλη στὰ θεμέλια τῆς παιδείας καὶ τῆς οἰκογενείας. Τελικῶς πιστεύει ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος ὅτι ὁ γάμος σὲ νεαρὴ ἡλικία εἶναι ἀπὸ τὰ προσφορότερα μέσα ὄχι μόνον γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος τῆς σεξουαλικῆς ἐπιθυμίας ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν εὐτυχία μέσα στὸ γάμο.
Ἡ σταχυολόγηση τῶν λίγων αὐτῶν στοιχείων ἀπὸ τὴν παιδαγωγικὴ πραγματεία τοῦ Χρυσοστόμου, ἡ ὁποία περιέχει καὶ ἄλλα ἐξ ἴσου σπουδαῖα καὶ ὠφέλιμα, δείχνει τὴν μεγάλη εὐαισθησία τοῦ ἱεροῦ πατρὸς στὰ θέματα τῆς ἀγωγῆς τῶν νέων καὶ τὴ βαθειὰ γνώση αὐτῶν τῶν προβλημάτων. Ἡ ἐπίδραση τοῦ περιβάλλοντος, τὸ ἔγκαιρο τῆς ἀγωγῆς, ὁ τρόπος ἐπιβολῆς τῆς τιμωρίας, ἡ ἐπιλογὴ αὐτῶν ποὺ βλέπει καὶ ἀκούει ὁ νέος, ἡ προσοχὴ στὴ σεξουαλικὴ ἀγωγή του, εἶναι θέματα ποὺ προβληματίζουν καὶ τοὺς σημερινοὺς γονεῖς καὶ τοὺς σημερινοὺς παιδαγωγούς. Οἱ συστάσεις τοῦ φωτισμένου παιδαγωγοῦ εἶναι χρήσιμες γιὰ ὅλους μας.
1. Ὡς μία πρώτη καλὴ προσπάθεια μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ αὐτὴ τοῦ Π. Στάμου, ὁ ὁποῖος συγκέντρωσε τὸ ὑλικὸ αὐτὸ στὸ ἔργο του, Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλίαι περὶ τῆς ἀνατροφῆς τῶν τέκνων, Ἀθῆναι 1962. Γενικὴ ἐπίσης παρουσίαση τῶν παιδαγωγικῶν ἀπόψεων τοῦ ἱεροῦ πατρὸς ὑπάρχει στὴ μελέτη τοῦ Α. Κ. Danassis, Johannes Chrysostomus. Pädagogisch-psychologische Ideen in seinem Werk, Bonn 1971.
2. Βλ. σχετικῶς Chr. Baur, Johannes Chrysostomus und seine Zeit, τόμ. l. Munchen 1929, σελ. 143. Δ. Μωραΐτου, Ἰωάννου Χρυσοστόμου Παιδαγωγικά, Βιβλιοθήκη Παπύρου 96, Ἀθῆναι 1940, σελ. 19.
3. Β. Ἐξάρχου, «Ἡ γνησιότης τῆς πραγματείας Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου περὶ κενοδοξίας καὶ ἀνατροφῆς τῶν τέκνων», Θεολογία 19 (1941-1948) 153-170, 340-355, 559-571. Στὶς ἀπόψεις τοῦ Β. Ἐξάρχου ἀντιτάχθηκε ὁ Δ. Μωραΐτης, «Ἡ γνησιότης τῆς πραγματείας περὶ κενοδοξίας», Θεολογία 19 (1941-1948) 718-733.
4. Β. Exarchos, Joh. Chrysostomus, Uber Hoffart und Kindererziehung, Munchen 1914.
5. Α.Μ. Malingrey, Jean Chrysostom, Sur la vaine gloire et l᾿ education des enfants, Sources Chretiennes 188, Paris 1972.
7. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσοστομος ὡς ρήτωρ καὶ διδάσκαλος, Τεργέστη 1898, σελ. 38: «Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀπευθύνεται πρὸς πάσαν ἐποχὴν καὶ πρὸς πάσαν γενεάν. Πάντες δύνανται νὰ διδαχθῶσι παρ᾿ αὐτοῦ, πάντες ἐν τῇ οἰκογενείᾳ, ἐν τῇ κοινωνίᾳ, ἐν τῇ πολιτείᾳ, ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ δὴ καὶ ἐν τῷ κατ᾿ ἰδίαν βίῳ».
8. Πρὸς τοὺς πολεμοῦντας 3, 4, PG 47,356: «Οὐκ ἀπεικότως τῶν παιδοκτόνων χείρους ἂν εἴποιμεν εἶναι. Οὐδὲ γὰρ ἔστιν οὕτω δεινὸν ἀκονῆσαι ξίφος, καὶ δεξιὰν ὀπλίσαι καὶ εἰς αὐτὸν τοῦ παιδὸς βαπτίσαι τὸν λαιμόν, ὡς τὸ ψυχὴν ἀπολέσαι καὶ διαφθεῖραι· ταύτης γὰρ ἡμῖν ἴσον οὐδέν».
9. Βλ. σχετικῶς ἰδικάν μας μελέτην. Ψυχαγωγία· κοσμικὴ καὶ χριστιανική, Θεσσαλονίκη 1994.
10. Γρηγορίου Νύσσης, Περὶ Παρθενίας 7, ΕΠΕ 9, 60: «Τούτου μὲν αὐτάρκης συνήγορος καὶ ἡ κοινὴ τῶν ἀνθρώπων φύσις ἐστὶν αὐτόματον τὴν πρὸς τὰ τοιαῦτα ῥοπὴν ἐντιθεῖσα πᾶσι τοῖς διὰ γάμου προϊοῦσιν εἰς γένεσιν».