Νεκροκεφαλή

N


Ὦ πές μου νεκροκεφαλή, καὶ σὺ μίαν ἡμέραν
δὲν ἔπνεες τῆς φύσεως τὸν καθαρὸν ἀέραν;

Δὲν εἶχες πνεῦμα καὶ ἐσὺ ποτὲ δὲν ὁμιλοῦσες;
δὲν τραγουδοῦσες στὴ χαρά, στὴ λύπη δὲν θρηνοῦσες;

Τί ἔγιναν τὰ κάλλη σου ποὺ εἶν᾿ τὰ χρήματά σου;
τοῦ βίου σου αἱ ἡδοναὶ ἡ μαγικὴ χαρά σου;

Ποὖναι τὸ μέλλον τῆς ζωῆς ποῦνε ἡ εὐτυχία;
ποῦνε αἱ δόξαι, αἱ τιμαὶ ποῦ τὰ μεγαλεῖα;

Ποῦνε ἡ περηφάνεια καὶ ἡ εὐδαιμονία;
τῶν κερδοσκόπων τ᾿ ἀγαθὰ ποὺ πάντα μ᾿ ἀτιμία,
μὲ φθόνους, μὲ διαβολάς, μὲ πάθη καὶ μὲ μίση,
νομίζει ἕκαστος αὐτὴν τὴν γῆν νὰ κατακτήση;

Ποὖναι τῶν πλουσίων ὁ χορὸς καὶ τῶν πτωχῶν ἡ γύρα,
ποὖν᾿ ἡ ἀδαμαντοστόλιστος βασιλικὴ πορφύρα;

Ὦ πές μου νεκροκεφαλή, τί ἦσο ὅταν ζοῦσες;
πές μου μὲ ποῖα ὄνειρα στὸν κόσμον ἐπετοῦσες;

Καὶ ὅμως τί κατάλαβες ὅτ᾿ εἶδες στὴν ζωήν σου;
εὐχαριστήθηκε ποτὲ στὸν κόσμον ἡ ψυχή σου;

Δὲν ἦσαν ὅλα μάταια μ᾿ ἀβάσιμες ἐλπίδες;

Ἐσκέφθης νεκροκεφαλὴ προτοῦ ριφθῆς στὸ μνῆμα
ὅταν διέπραττες κακῶς τὸ φοβερὸν τὸ κρίμα;

Ἐσκέφθης, τί θὰ πῆ τιμὴ καὶ ὄχι ἀτιμία;
ἔζησες μὲ τὴν ἀρετή, καὶ ὄχι μ᾿ ἁμαρτία;

Γιατὶ ἐδῶ εἰς τὴν ζωὴν τ᾿ ἀγριεμένο μνῆμα,
ὅπου ἀχόρταγα ρουφᾶ τοῦ κόσμου μας τὸ κῦμα;

Κανένας δὲν τὸ σκέπτεται πῶς θὰ βρεθῆ μπροστά του,
νἄχῃ τὸ στόμα ἀνοικτὸ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου.

Αὐτὸ ποὺ αἰώνια ρουφᾶ ἀνθρώπινα κουφάρια,
καὶ μᾶς ἀφήν᾿ ὀπίσω του ἀνθρώπινα λιθάρια;

Σβήνει τὴν κάθ᾿ ἐλπίδα μας τὴ δόλια τὴ χαρά μας,
καὶ δόλια ποτίζεται ἀπὸ τὰ δάκρυά μας.

Γι᾿ αὐτὸ ὅταν πηγαίνετε εἰς τὰ νεκροταφεῖα
νὰ ρίχνετε θερμὴ ματιὰ ἐπάνω στὰ μνημεῖα.

Τὰ γράμματα διαβάζετε τὸν ἄνθρωπον σκεφθῆτε,
πῶς ἦταν καὶ τί ἔγινε κι εὐθὺς μετανοεῖτε.

Ὅλα αὐτὰ τὰ μνήματα κρατοῦν χρυσοῦν βιβλίο
καὶ μᾶς δεικνύουν τοῦ Θεοῦ τὸ οὐράνιο μεγαλεῖο.

Ἰδοὺ μᾶς λέγουν τί ἐστὶ στὸν κόσμον ἀνθρωπότης,
τὰ πάντα εἶναι μάταια τὰ πάντα ματαιότης.

Σκεφθῆτε ὅτι ἄνθρωπος πάντα στὸ μνῆμα σβύνει,
μόνον τὰς ἀναμνήσεις του εἰς τὴν ζωὴν ἀφήνει.

Βρῶμα σκωλήκων γίνεται τὸ σῶμα του στὸ χῶμα,
μόν᾿ ἡ ψυχή του σώζεται εἰς τ᾿ οὐρανοῦ τὸ δῶμα.

Καὶ σώζεται, ὅταν κανεὶς εἰς τὴν ζωὴν γνωρίζει,
τιμὴν καὶ δόξαν κι ἀρετὴν κι ὅτι ἀγαθὸν βαδίζει.

Κι ἂν σφάλλη εἰς τὸν βίον του κι εὐθὺς μετανοήση,
τότε ἡ ψυχή του τ᾿ οὐρανοῦ τὸ δῶμα θὰ κερδίση.

Τέλος καὶ τῷ Θεῷ Δόξα.