Φώτιος Πετρόπουλος - Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ: μύθος ἢ πραγματικότητα;

(2008)

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ πραγματικότητα ἢ μύθο ἀνθρώπινης ἐφεύρεσης; Ἂν εἶναι ἱστορικὸ γεγονός, τότε ὁ Χριστὸς εἶναι μοναδικὸς στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου μας. Ἂν εἶναι μύθος, τότε ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶναι παρὰ θρησκεία αὐταπάτης. Ἡ πίστη μας ἂν ὁ Χριστὸς δὲν ἀνέστη εἶναι μάταια καὶ ἀδύναμη νὰ μᾶς σώσει.

Ἀναντίρρητα ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὑποκειμενικὴ ὑπόθεση, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἔχει βάση καὶ ἀξία πρέπει νὰ διαθέτει καὶ ἀντικειμενικὴ ὑπόσταση.

Ἡ ἔρευνα παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν δεσμεύει, δύναται νὰ μᾶς ἀπελευθερώσει ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἀμφιβολίας μας.

Στὴν Ἱερουσαλὴμ βρίσκεται ὁ τάφος τοῦ Χριστοῦ, ὄχι ὅμως τὸ νεκρὸ σῶμα του. Ἐδῶ ἀρχίζει ὁ Χριστιανισμός. Δὲν εἶναι φιλοσοφία, δὲν εἶναι θρησκεία ὅπως οἱ ἄλλες θρησκεῖες. Χριστιανισμὸς εἶναι Χριστὸς ζῶν. Κι ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς ζεῖ δίνει καινούργια ζωὴ σὲ ὅσους τὸν δέχονται ὡς Σωτήρα τους. Ὁ Παῦλος δὲν μίλησε γιὰ συναισθηματικὴ πίστη ὅταν μιλᾶ γιὰ τὴ βεβαιότητα τοῦ γεγονότος «ἀλλὰ τώρα ὁ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν». (Α´ Κορ. ιε´ 20) .

Ἀξίζει νὰ τονιστεῖ ὅτι ἡ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ γράφτηκε εἴκοσι ἑπτὰ χρόνια μετὰ τὴ σταύρωση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ μαρτυρία της εἶναι ἀρχαιότερη τῶν εὐαγγελίων καὶ ἀνεξάρτητη ἀπὸ αὐτά. Εἶναι δὲ μία ἀπὸ τὶς τέσσερις ἐπιστολές, ἡ αὐθεντικότητα τῶν ὁποίων δὲν ἀμφισβητήθηκε ποτὲ ἀπὸ κανένα ὀρθολογιστή, ἄπιστο ἢ κριτικὸ τῆς Βίβλου. Οἱ περισσότεροι χριστιανοὶ γιορτάζουμε σήμερα τὴν ἀνάσταση ὡς ἕνα γεγονὸς ποὺ τοὺς ἔδωσε ζωή. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει: «καθὼς ὁ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ Πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς περιπατήσωμεν εἰς νέαν ζωὴν» (Ρωμ. στ´ 4). Ὁ Χριστὸς παρεδόθη στὸ Σταυρὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ἀνέστη γιὰ τὴ δικαίωσή μας (Ρωμ. δ´ 25).

Τίθενται εὔλογα τὰ ἐρωτήματα ποὺ ἀπαιτοῦν εἰλικρινῆ ἀπάντηση. Εἶναι δυνατὸν ποτὲ ἀπὸ ἕνα ἀπατηλὸ ψέμα νὰ πηγάσει μία τέτοια ἠθικὴ διδασκαλία, ἡ διδασκαλία τῆς ἄδολης καὶ θυσιαστικῆς ἀγάπης τοῦ Ἰησοῦ; Ὡς μέλη τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ἔχουμε λάβει ἢ βιώσει τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ σταυρικοῦ θανάτου καὶ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ; Ἂν ἡ ἀπάντηση εἶναι ἀρνητικὴ τότε καὶ χίλια «χριστὸς Ἀνέστη» ἂν ἀναφωνήσουμε δὲν ἀποτελοῦμε ζωντανὰ μέλη τῆς ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, οὔτε βιώνουμε σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο τὸ θαῦμα τῆς χαρμόσυνης Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι σὰν νὰ λέμε ὅτι γνωρίζουμε ὅτι συνέβη ἕνα ἱστορικὸ γεγονός.

Ἡ γνώση ὅμως τῆς ἱστορίας δὲν πρόκειται νὰ ξελαφρύνει τὴν καρδιὰ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Δὲν πρόκειται νὰ μᾶς χαρίσει τὴν καινούργια ἐν Χριστῷ ζωή. Ἀποδοχὴ καὶ ἡ βίωση τῆς ἀναστάσεως προϋποθέτει τὴν πνευματικὴ συναναστροφὴ μὲ τὸ Σωτήρα καὶ τὴν πνευματικὴ συνανάσταση μαζί Του. Ἀναγεννιόμαστε, βαπτιζόμαστε πεθαίνουμε καὶ ἐγειρόμεθα μὲ τὸ Σωτήρα Χριστό.

Τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μὴ τὴ βλέπουμε ἁπλῶς ὡς ἕνα ἱστορικὸ γεγονὸς ποὺ δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὴ ζωή μας. Ἡ Ἀνάσταση μπορεῖ νὰ ἀνακαινίσει τὴ ζωή μας ὅταν πιστεύσουμε καὶ ἀναγεννηθοῦμε. Ἐξάλλου σύμφωνα καὶ μὲ τὸ Γρηγόριο τὸ Θεολόγο: «Δὲν ὑπάρχει ἄλλο μέσον γιὰ νὰ γνωρίσεις τὸ Θεὸ ἀπὸ τὸ νὰ ζῇς ἐν Θεῷ».

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε σωματική. Θὰ ἔλθει ἡ στιγμὴ ποὺ ἡ δική μας ἀνάσταση θὰ εἶναι σωματική. Μετὰ τὸ θάνατό μας τὸ φθαρτὸ σῶμα θὰ ἀντικατασταθεῖ μὲ σῶμα ἄφθαρτο (Α´ Κορ. ιε´ 42-45).

Καὶ αὐτὸ εἶναι γεγονὸς ποὺ θὰ συμβεῖ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴ θέλησή μας καὶ θὰ συμπεριλάβει πιστοὺς καὶ ἀπίστους. Γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε ὅμως τῆς σωματικῆς ἀναστάσεως πρέπει νὰ ζήσουμε τὴν πνευματικὴ ἀνάσταση. Καὶ ὅταν αὐτὸ συμβεῖ ἀναπάντεχα καὶ ἀπροσδόκητα γιὰ τὸν καθένα θὰ ἀποτελέσει τὸ προσωπικὸ θαῦμα τῆς νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς.

Ἀναμφίβολα τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθεῖ ἡ ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ τέλος σηματοδοτεῖ τὴν ἀρχή, τὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας Του. Τότε ἑορτάζεται σὲ πανανθρώπινη κλίμακα ἡ διπλὴ ἀνάσταση ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὴν εὐφρόσυνη πασχαλινὴ ἀναφώνηση: Ἀνάσταση τοῦ Θεοῦ! Ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου!