Ὁ Ὅσιος Λεόντιος καὶ ἡ Ἱερὰ Μονὴ Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας
Ἐπίλογος


Σύγχρονη φορητὴ εἰκόνα τοῦ Ὁσίου, λάδι σὲ ξύλο

Παρουσιάστηκαν στὶς προηγούμενες ἑνότητες οἱ κυριότεροι σταθμοὶ τῆς ζωῆς τοῦ Ὁσίου Λεοντίου καὶ ἐκτάθηκαν μὲ κάθε δυνατὴ συντομία τὰ πιὸ ἀξιομνημόνευτα γεγονότα τῆς ἱστορίας τῶν δύο μοναστηριῶν, ἐκείνου ποὺ ἵδρυσε ὁ ἴδιος στὰ χρόνια τῶν Παλαιολόγων στὸν ἀπόκρημνο βράχο τοῦ Κλωκοῦ, καθὼς καὶ τοῦ ἄλλου, ποὺ ζεῖ σήμερα καὶ συνεχίζει τὴν παράδοση. Τὸ μοναστήρι τοῦ βράχου, μὲ τὴν ἰδιότυπη βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονικὴ καὶ τὶς ἀξιόλογες τοιχογραφίες τῶν ναῶν καὶ τῶν ἀσκηταριῶν του, ἀποτελεῖ τὸν πυρῆνα, ἐνῶ ἡ βασιλικὴ καὶ σταυροπηγιακὴ μονὴ τῶν Ταξιαρχῶν εἶναι ἡ συνέχεια.

Ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Ὅσιος Λεόντιος ἐπέλεξε ὡς τόπο ἀσκήσεώς του, τὸν βράχο τοῦ Κλωκοῦ πέρασαν ἕξι σχεδόν αἰῶνες. Στὸ διάστημα αὐτὸ τὰ δύο μοναστήρια, τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ ἐπάνω, καθὼς καὶ τῶν Ταξιαρχῶν κάτω παρουσίασαν πλούσια καὶ ποικίλη δράση. Ὑπῆρξαν τόποι πνευματικῶν ἀγώνων πλήθους μοναχῶν, άναδείθηκαν κέντρα παραγωγῆς τοῦ μοναχικοῦ ἰδεώδους, ἔγιναν ἐργαστήρια ἀσκήσεως τῆς ἐλευθερίας, τῆς φιλανθρωπίας καὶ τῆς ἀγάπης. Ἔδωσαν στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸ Ἔθνος φωτισμένους ποιμένες, ἀκάματους κήρυκες τοῦ θείου λόγου, δασκάλους καὶ καθηγητές, σοφοὺς συγγραφεῖς καὶ σπουδαίους κοινωνικοὺς ἐργάτες, ταπεινοὺς ρασοφόρους καὶ γενναίους πολεμιστές. Στὰ χρόνια τῆς πικρῆς σκλαβιᾶς ἡ ψυχὴ τοῦ γένους ἐκεῖ μποροῦσε ἐλεύθερα νὰ ὁραματίζεται καὶ νὰ προπαρασκευάζει τὴν ἀπελευθέρωσή του ἀπὸ τὸν καταθλιπτικὸ ζυγὸ τοῦ τυράννου.

Ἔζησαν καὶ τὰ δύο μοναστήρια ἡμέρες ἀγώνων καὶ καταστροφῆς, κατατρεγμοὺς καὶ δόξες. Τώρα στέκουν στην πλαγιὰ τοῦ Κλωκοῦ, τὸ νέο κάτω ἀπὸ τὸν ἴσκιο τοῦ παλιοῦ καὶ δίνουν τὸ παρών τὸ καθένα μὲ τὸ δικό του τρόπο. Πρωταγωνίστησαν στὶς μεγάλες ὧρες τῆς ἱστορίας μας καὶ μὲ τὸν τρόπο τους τροφοδότησαν τὴν πατρίδα καὶ τὴν εκκλησία μὲ μεγάλους ἄνδρες. Μὲ τὴν ἱστορική του παρουσία, ποὺ καὶ σήμερα ἀκόμα εἶναι ζωντανή, μέσα ἀπὸ τὰ κειμήλια καὶ τὰ ἔγγραφα ποὺ ὑπάρχουν στὸ μοναστήρι, ἀποδεικνύεται ὁ μεγάλος του ρόλος στὴν ἱστορία τῆς περιοχῆς.

Μπροστὰ στὴν τόση πολλὴ καὶ τόσον μεγάλη δραστηριότητα, ὁ κάθε ἀπροκάλυπτος ἄνθρωπος αἰσθάνεται θαυμασμό, δέος καὶ σεβασμό· προσδίδει δὲ στὸ μοναστήρι τὴν θέση ποὺ τοῦ ἀνήκει στὴν ἱστορία καὶ στὴν ζωή.

Προκαλεῖ δέος ἡ λειψανδρία τοῦ μοναστηριοῦ καὶ ἡ ἰδέα ὅτι κάποια στιγμὴ ἴσως νὰ μὴν ὑπάρξουν μοναχοὶ καὶ ἡ μονὴ νὰ ἐρημώσει. Ἂς ἐλπίσουμε ὅτι δὲν θὰ ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς κάτι τέτοιο, κι ὅτι τὸ μοναστήρι θὰ συνεχίσει τὴν ἱστορική του πορεία, τὴν ὄντως τόσο σημαντική.