π. Νικόλαος Χατζηνικολάου - Ἀποκρυπτογράφηση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Γονιδιώματος


Κάποιοι θεωροῦν πὼς ἡ θρησκευτικὴ παράδοσή μας ἦταν ἕνα ἀναγκαῖο κακό. Κάποιοι ἄλλη θέλουν νὰ τὴν ἀποβάλουν σὰν σιχαμερὸ ροῦχο. Κάποιοι τρίτοι ἀδιαφοροῦν. Οἱ ξένοι δὲν μᾶς καταλαβαίνουν, περιμένουν ἐμεῖς νὰ τοὺς ποῦμε τί τελικὰ εἶναι, ποιοὶ εἴμαστε. Ὁ λαὸς στὸν ὁποῖο ἀπευθύνεται ἡ Ἐκκλησία πιστεύει πὼς ἀποτελεῖ τὸ πρὸς ἀποκρυπτογράφηση γονιδίωμά του, τὸ βαθύτερο γενετικὸ ὑλικό του.

Ἡ πίστη εἶναι πολὺ βαθειὰ μέσα στὸν ἄνθρωπο. Εἶναι τόσο ἰσχυρὴ ποὺ μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ τὶς παραβάσεις τῶν κληρικῶν καὶ τὴν ἀσυνέπειά τους, νὰ ἀψηφᾶ τὶς ἐξαγγελίες τῶν πολιτικῶν, νὰ ἀγνοεῖ τὰ προσωπικὰ συμφέροντα, νὰ ξεπερνᾶ τοὺς φόβους, νὰ μὴν ἔχει δουλεία στὴν κοινὴ λογική, νὰ παρακάμπτει τοὺς πατημένους δρόμους. Ὁ κόσμος δὲν ἔχει λόγο νὰ ταλαιπωρεῖται δίχως αἰτία γιὰ τὸν ὁποιονδήποτε Χριστόδουλο. Ἁπλὰ ἀκολουθεῖ ὅποιον τοῦ δίνει λίγη ἐλπίδα. Αὐτὴν τὴν ἐλπίδα στὸν πόνο, τὸ ἀδιέξοδο, τὸ ἄγνωστο, τὸν κοινωνικὸ παραλογισμό, τὴν ἀδικία προσφέρει ἡ Ἐκκλησία.

Ἀπὸ τὶς κοινωνικὲς ἀδικίες, ἂν δὲν μπορέσει νὰ μᾶς σώσει ἡ Κυβέρνηση, ἴσως μᾶς παρηγορήσει ἡ ἀντιπολίτευση μὲ τὶς ὑποσχέσεις της. Ἀπὸ τὰ οἰκονομικὰ προβλήματα ἴσως μᾶς ἀνακουφίσουν κάποιοι συνάνθρωποι ἢ κάποια ρουσφέτια. Ποιὸς ὅμως Ὑπουργὸς Δικαιοσύνης θὰ βοηθήσει ἀπὸ τίς… «ἀδικίες τοῦ Θεοῦ»; Ποιὸς Ὑπουργὸς Αἰγαίου θὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὸ πέλαγος τῆς ἀπειλῆς ἢ τῆς ἐμπειρίας τοῦ θανάτου; Ποιὰ Ὑπουργὸς Ἐσωτερικῶν θὰ μᾶς συμπαρασταθεῖ στὰ ἐσωτερικά μας δράματα καὶ τοὺς προσωπικοὺς διχασμούς; Ποιὸς Πρόεδρος τῆς Βουλῆς θὰ ἐνεργοποιήσει τὴν ἀνίκανη βούληση καὶ θὰ ἀπαντήσει στὰ ἀναπάντητα διλήμματά μας; Ποιὸς Πρωθυπουργὸς θὰ ἀντιπροτείνει λύση στὴ διαπίστωση τῆς ψευτιᾶς τοῦ ἀνθρώπου καὶ στὴν ἀνεπάρκεια τῆς παχειᾶς λογικῆς; Ποιὰ Κυβέρνηση, ποιὰ φιλοσοφία, ποιὰ νομικὴ διάταξη θὰ τολμήσει νὰ διορθώσει τά… λάθη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, τὴν τρέλα αὐτῆς τῆς ζωῆς;

Αὐτὸς εἶναι, 2000 χρόνια τώρα, ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας, ταπεινὰ νὰ διορθώνει τά… «λάθη τοῦ Θεοῦ». Μόνον αὐτὴ τολμᾶ καὶ μπορεῖ νὰ κάνει κάτι τέτοιο. Αὐτὸ ποὺ δὲν μπορεῖ εὔκολα νὰ κάνει εἶναι νὰ διορθώνει τὰ λάθη τῶν πολιτικῶν. Σ᾿ αὐτὸ ἴσως δυσκολεύεται καὶ ὁ Θεός!

Αὐτὸ τὸ λάθος ἔγινε στὶς μέρες μας. Οἱ ἰσχυροὶ ἀσέβησαν στὴν τελευταία ἐλπίδα τοῦ κοσμάκη. Βγῆκε ἡ Ἐκκλησία στὸ προσκήνιο καὶ, ἀντὶ νὰ σταυροκοπηθοῦν, φοβήθηκαν. Ἀντὶ νὰ τὴν δοῦν σὰν παρηγοριά, τὴν ἀντίκρυσαν σὰν ἀπειλή. Ἀντὶ νὰ συνετισθοῦν, ἀκούραστοι αὐτοὶ στὶς παραποιήσεις τῆς ἀλήθειας, μᾶς κούρασαν μὲ τὴν ὑπομονὴ τοῦ παραλογισμοῦ τους.

Συνεχῶς ἀκούγονται διαμαρτυρίες ὅτι ἡ Ἐκκλησία φοβᾶται καὶ γι᾿ αὐτὸ γεννᾶ φόβους. Τί ἄδικο! Εἶναι, ἴσως, ἡ πρώτη φορὰ στὴν σύγχρονη ἱστορία ποὺ ἔχουμε μίαν ἄφοβη, ἐλεύθερη καὶ χαρούμενη ἐκκλησιαστικὴ παρουσία. Καὶ ἴσως γι᾿ αὐτὸ βρισκόμαστε στὸ ἀπίστευτο θέαμα μιᾶς κατατρομαγμένης, ἀλλὰ πεισματάρας καὶ προκλητικῆς πολιτείας.

Ταράχθηκαν ποὺ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ὑπερέβη τὰ συνηθισμένα καὶ «προκάλεσε» τοὺς νόμους. Μὰ ἡ Ἐκκλησία μας πρῶτα τοὺς δικούς της νόμους παραβαίνει. Τὸ μεγαλεῖο της εἶναι ὅτι μπορεῖ νὰ ὑποκαθιστᾶ τὸν νόμο μὲ τὴ συγνώμη, τὴν ἀσφάλεια μὲ τὸ ρίσκο, τὴ λογικὴ μὲ τὸ μυστήριο, τὸν συντηρητισμὸ μὲ τὸ ἀπρόβλεπτο, τὴ δικαιοσύνη μὲ τὸ ἔλεος, τὸν εὐσεβοφανὴ κονφορμισμὸ μὲ τὴν ἀσάφεια τοῦ βιωματικοῦ πλουραλισμοῦ, τοὺς δίκαιους μὲ τοὺς ληστὲς καὶ τὶς πόρνες, τοὺς εὐλαβεῖς μὲ τοὺς καλοὺς διῶκτες.

Μπροστὰ στὴν ἀγάπη ὑποχωρεῖ κάθε νόμος καὶ κάθε ἐντολή. «Δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται». Γι᾿ αὐτὸ καὶ πρώτη ἀπ᾿ ὅλους συχνὰ αὐτὴ παραβαίνει τοὺς κανόνες της. Τοὺς θεωρεῖ «πηδάλιό» της καὶ ὅμως εἶναι ἕτοιμη νὰ τοὺς καταργήσει, ὅταν χρειάζεται. Σέβεται τὴν Κυβέρνηση καὶ τολμᾶ νὰ τῆς ἀντιταχθεῖ. Ὑπηρετεῖ τὸν λαὸ καὶ δὲν τὴν ἐνδιαφέρει τὸ πλῆθος. Λαοσυνάξεις κάνει, ἀλλὰ πρόσωπα καλλιεργεῖ. Πολιτικὸ λόγο βγάζει, ἀλλὰ πνευματικὸ μήνυμα μεταφέρει. Σὲ ἀνθρώπους ἀπευθύνεται, ἀλλὰ μὲ τὸ Θεὸ ἐπικοινωνεῖ.

Ἂν καὶ ὅποτε μ᾿ αὐτὸ τὸ φρόνημα κινεῖται, πάντοτε νικᾶ. Νικᾶ χωρὶς ὅμως ποτὲ νὰ ἔχει ἡττημένους. Καὶ γι᾿ αὐτοὺς κάνει τὸν ἀγώνα της. Καὶ αὐτοὶ εἶναι παιδιά της. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν ἔχει προσωπικὰ οὔτε μὲ τοὺς πρωθυπουργούς, οὔτε μὲ τοὺς ὑπουργοὺς τῆς ἐγκόσμιας Δικαιοσύνης. Μὲ τὸ ἴδιο μάτι ἀντικρύζει τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς διῶκτες της, τοὺς πιστοὺς καὶ τοὺς ἀρνητές της. Εἶναι, εἴμαστε ὅλοι παιδιά της.

Δὲν ἱκανοποιεῖται «ὁ ἐγωϊσμός» της μὲ παραιτήσεις ὑπουργῶν ποὺ δὲν τὴν πιστεύουν ἢ ὑψηλῶν ὑπηρετῶν τῆς Δικαιοσύνης ποὺ τὴν ἀδικοῦν, οὔτε μὲ ὑποχωρήσεις πρωθυπουργῶν ποὺ δημόσια τὴν εἰρωνεύονται καὶ ἀσεβοῦν ἀπέναντί της. Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει ἐγκόσμια προοπτικὴ ἢ σωματειακὲς φιλοδοξίες ἢ ἐγωιστικὲς ἐπιδιώξεις καὶ εὐαισθησίες. Σὲ τελικὴ ἀνάλυση δὲν πληγώνεται ἀπὸ τὸ ψέμμα τῶν φορέων τῆς ἐνημέρωσης, οὔτε τραυματίζεται ἀπὸ τὶς συκοφαντίες τῶν «ἱερέων» τῆς λαϊκῆς βούλησης. Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἐνοχλεῖται μὲν ἀπὸ ὁτιδήποτε τὴν προσβάλλει ὡς νομικὸ πρόσωπο ἢ ὀργανισμό, δὲν μπορεῖ ὅμως μὲ κανένα τρόπο σιωπώντας νὰ συμπράξει σὲ κάθε κίνηση ποὺ τῆς τραυματίζει τὴν θεσμικὴ ὑπόσταση, τὴν ἱστορικὴ παρουσία, τὴν κοινωνικὴ προσφορά, τὸ πνευματικὸ κύρος καὶ τὴν ἱερὴ ἀποστολή.

Νὰ γιατί τὸ ἐκκλησιαστικὸ ὄνομα εἶναι ἰσχυρότερο ἀπὸ τὸ πολιτικὸ ὄνομα. Νὰ γιατί ἡ ἀνάγκη ἀναγραφῆς του εἶναι ὄχι δικαίωμα ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὸ Σύνταγμα - ἴσως καὶ αὐτὸ - ἀλλὰ ὑπαρξιακὴ ἀνάγκη ποὺ ξεπηδάει ἀπὸ τὸ βαθύτερο χῶρο τῆς καρδιᾶς. Τοὺς πιστοὺς δὲν τοὺς μάζεψε ὁ Χριστόδουλος, τοὺς συγκέντρωσε ἡ πίστη τους, ἡ ἐλπίδα τους. Δὲν πῆγαν σὲ θρησκευτικὴ φιέστα, ἀλλὰ σὲ ἐκκλησιαστικὴ σύναξη. Δὲν κρατοῦσαν τὶς σημαῖες τῆς Ἑλλάδος καὶ τοῦ Βυζαντίου, ἀλλὰ ἔσειαν τὰ λάβαρα τῆς ταυτότητος καὶ τῶν ὁραμάτων τους. Δὲν συναντήθηκαν στὴν πλατεία Συντάγματος, ἀλλὰ συνήχθησαν στὸ ἱερό της συνειδήσεώς τους. Δὲν τοὺς ξεγέλασε ὁ Χριστόδουλος, ἀλλὰ τοὺς ἐνέπνευσε ὁ Ἀρχιεπίσκοπός τους. Ὅποιος πολεμάει τὸν Χριστόδουλο, τὴν Ἐκκλησία πολεμάει. Ὅποιος πολεμάει τὴν Ἐκκλησία δὲν προσβάλλει ἕνα κακοοργανωμένο καὶ ἄσχημα ἐκπροσωπημένο σωματεῖο, ἀλλὰ βεβηλώνει τὸ ἱερὸ τῆς ἄγνωστης σ᾿ αὐτὸν πίστεώς του, ἀσεβεῖ στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. Ὅποιος ἀγνοεῖ τὸν λαὸ αὐτὸν δὲν περιφρονεῖ τοὺς ψηφοφόρους του, ἀλλὰ μολύνει τὸ νερὸ τῆς ρίζας του, δαγκώνει τὸ στῆθος τῆς μάνας του, βεβηλώνει τὸ αἷμα τῆς ἱστορίας του, σχίζει τὸ ὄνομα τῆς ταυτότητός του.

«Ἡ ἀπάντηση στὴν πρόσκληση τῆς παγκοσμιοποίησης δὲν εἶναι μόνον ἡ ἄμυνα τῆς ἐθνικῆς ταυτότητος, ἀλλὰ κυρίως ἡ ἀντιπρόταση τῆς οἰκουμενικότητος καὶ καθολικότητος τῆς Ἐκκλησίας σὲ πνευματικὴ βάση», αὐτὸ εἶπε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος στὸν λόγο του. Πόσο δίκιο εἶχε ὁ ἄνθρωπος! Ἁπλὰ τὸν κόσμο δὲν πρέπει κάποιοι νὰ τὸν φτιάξουν «παγκόσμιο»στὰ μέτρα τους. Ἡ κοινωνία μας μπορεῖ νὰ βρεῖ τὴν παγκοσμιότητά της μέσα ἀπὸ τὰ σπλάγχνα τῆς παράδοσής της. Ἡ δισχιλιόχρονη ἐμπειρία τῆς οἰκουμενικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἔκφρασης καὶ ἀλήθειας ἀποτελεῖ τὴν μεγαλύτερη προσφορὰ τῆς μικρῆς Ἑλλάδας στὸν κόσμο. Μέσα στὴν ἀγκαλιά της ὅλα ἔχουν θέση - ἀκόμη καὶ οἱ τολμηρότερες ἰδέες καὶ τὰ πιὸ ριψοκίνδυνα ἀνοίγματα-, ὅλα χωροῦν - ἀκόμη καὶ οἱ ἀντιδράσεις-, ὅλα εἶναι κατανοητὰ - ἀκόμη καὶ οἱ ὕβρεις. Ἕνα μόνον δὲν συγχωρεῖται, ἡ ἐγωιστικὴ καὶ πείσμων ἐμμονὴ σὲ στενὲς προσωπικὲς ἀπόψεις ποὺ μαγικὰ βαφτίζονται «ἀπαραβίαστες συνταγματικὲς ἐπιταγές», ἢ «ἀδιαπραγμάτευτη» δῆθεν «προστασία τῶν ἀνθρώπινων δικαιωμάτων». Γιατὶ αὐτὴ δὲν ἀπεργάζεται τὴν ἔνταξη στὴν παγκόσμια κοινότητα, ἀλλὰ ἐγγυᾶται τὸν ὑπαρκτικὸ ἐκφυλισμό μας.

Σίγουρα ἡ ἀρχαία ἱστορία καὶ φιλοσοφία ἀποτελοῦν τὴ δόξα τοῦ λαοῦ μας, τὸ παρελθὸν ποὺ μᾶς χαρίζει καύχηση. Ἡ Ὀρθόδοξη ὅμως χριστιανικὴ παράδοσή μας ἀποτελεῖ τὸ παρελθὸν ποὺ ταυτίζεται μὲ τὴν ζωή, τὸ βαθύτερο εἶναι μας καὶ τὴν προοπτική μας. Τὸ Ὀρθόδοξο παρελθόν μας ἀποτελεῖ τὸ δικό μας μέλλον καὶ τὴν ἐλπίδα τοῦ κόσμου. Αὐτὸ λέει ὁ Χριστόδουλος.