π. Νικόλαος Χατζηνικολάου

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου
στὸν κ. Διονύσιο Μακρῆ (ἐφημ. «Στῦλος Ὀρθοδοξίας»)

Α´ Μέρος

Ἐρ. Δ.Μ.: Οἱ δοκιμασίες ποὺ ἐπιτρέπει στὸν ἄνθρωπο ὁ τριαδικὸς Θεός, Σεβασμιώτατε, ἀποσκοποῦν σύμφωνα μὲ τὴ θεολογία μας στὴν καλυτέρευσή του, στὴν ἐπαναφορά του στὸ σωστό, θὰ λέγαμε, δρόμο, ποὺ θὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ σωτηρία του. Μέσα στὸ πλαίσιο αὐτὸ ἡ δοκιμασία, λογιζομένη κυρίως ὡς κάθε λογῆς κρίση ἢ πρόβλημα, ἀποτελεῖ ἀφετηρία καὶ εὐκαιρία γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο καὶ δὴ γιὰ τὸν πιστό. Δυστυχῶς ὅμως, διαπιστώνεται ἡ ἀπουσία τοῦ θεολογικοῦ ἐκείνου λόγου ἀλλὰ καὶ τοῦ πρωταγωνιστικοῦ ρόλου τῆς διοικούσης Ἐκκλησίας ποὺ θὰ συνέδραμαν στὴν εὐεργετικὴ συνειδητοποίηση τῆς ἔννοιας τῆς δοκιμασίας καὶ στὴν κατήχηση τῶν πιστῶν, κάτι ποὺ θὰ ἐπέφερε κατὰ τὴν ταπεινή μας ἄποψη καὶ τὴν τάχιστη ἐπίλυσή της. Δὲν εἶναι λοιπὸν καιρός, ἡ Ἐκκλησία μας νὰ ἀναλάβει αὐτὸ τὸ ρόλο καὶ νὰ μὴν σύρεται (ἐνίοτε καὶ διασύρεται) πίσω ἀπὸ ἀποφάσεις ἄλλων;

Ἀπ.: Οἱ δοκιμασίες σίγουρα ἀποτελοῦν καὶ εὐκαιρίες καὶ εὐλογία γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο. Εὐκαιρίες σωτηρίας καὶ ἁγιασμοῦ. Ἀποτελοῦν ὅμως καὶ ...δοκιμασίες καὶ πειρασμό, γιὰ τὸν ὁποῖο μάλιστα προσευχόμαστε νὰ μὴν εἰσέλθουμε σὲ αὐτόν. Ὅταν ὅμως ὁ Κύριος παραχωρεῖ καὶ ἔρχονται δοκιμασίες, τότε ἐν ὑπομονῇ πολλῇ καὶ πίστει τὶς ὑποδεχόμαστε ὡς εὐλογία τοῦ Θεοῦ: «Πᾶσαν χαρὰν ἡγήσασθε ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις, γινώσκοντες ὅτι τὸ δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως κατεργάζεται ὑπομονὴν· ἡ δὲ ὑπομονὴ ἔργον τέλειον ἐχέτω, ἵνα ἦτε τέλειοι καὶ ὁλόκληροι, ἐν μηδενὶ λειπόμενοι» (Ἰακ. α´ 2-4). Μὲ κάποιον τρόπο ὁ Θεός, ἐν τῇ ἀπείρῳ σοφία καὶ ἀγάπῃ Του, «μεταποιεῖ τὸ πικρὸν εἰς γλυκύ», ὅπως καὶ ἐπὶ Μωϋσέως καὶ μεταμορφώνει τὶς δοκιμασίες καὶ τοὺς πειρασμοὺς σὲ ἐργαλεῖα πνευματικῆς ὁλοκληρώσεως καὶ ἐξαγιασμοῦ. Δὲν καταλαβαίνω ὅμως τὸ δεύτερο μέρος τοῦ ἐρωτήματός σας. Πῶς γενικεύετε τὸ ἐρώτημα λέγοντας ὅτι ἀπὸ τὴ διοικοῦσα Ἐκκλησία ἀπουσιάζει ὁ θεολογικὸς λόγος καὶ ὁ πρωταγωνιστικὸς ρόλος στὴν κατηχητικὴ διατύπωση τοῦ παραπάνω ἤθους; Νομίζω εἶναι ἄδικη ἡ γενίκευσή σας.

Ἐρ. Δ.Μ.: Αὐτὸ ποὺ ἐννοῶ, γιὰ νὰ γίνω λίγο πιὸ σαφής, εἶναι ὅτι γενικότερα ὁ σύγχρονος ἐπίσημος ἐκκλησιαστικὸς λόγος δὲν διακρίνεται γιὰ τὸ θεολογικὸ βάθος του, ἡ δὲ ἐκκλησιαστικὴ παρουσία ἐμφανίζεται ὡς ἡττοπαθής, ἐκκοσμικευμένη, μὴ πειστικὴ καὶ συνεπῶς ἀδύναμη νὰ φωτίσει καὶ νὰ ἐνισχύσει τὸν πιστὸ στὶς προσωπικὲς ἢ καὶ κοινωνικὲς δοκιμασίες του.

Ἀπ.: Σὲ αὐτὸ συμφωνῶ. Μᾶλλον καὶ ἐπαυξάνω. Πράγματι, ὁ λόγος μας δὲν ἔχει τόλμη καὶ ἐξυπνάδα, ἡ νοοτροπία μας μοιάζει ἐκλογικευμένη, ἀσθενική, ἄτονη, αὐτοπεριθωριοποιημένη, ἡ ζωή μας ἀσυνεπὴς ὡς πρὸς τὸ κήρυγμά μας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ παρουσία μας δείχνει μὴ αὐθεντική. Δὲν πείθουμε, δὲν ἐμπνέουμε. Αὐτὸ σὰν μιὰ γενικὴ τοποθέτηση, διότι ὑπάρχουν δόξα τῷ Θεῷ καὶ παρήγορες καὶ ἐλπιδοφόρες ἐξαιρέσεις. Εἴπατε καὶ κάτι ἄλλο. Ὅτι ἡ Ἑκκλησία θὰ ἔπρεπε νὰ ἀναλάβει πρωταγωνιστικὸ ρόλο καὶ ὄχι νὰ σύρεται ἀπὸ τοὺς διαφόρους. Ὁ χῶρος πρωταγωνισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ πνευματικός. Καὶ μόνον ἡ ἰδέα τῆς δοκιμασίας ὡς εὐλογίας εἶναι ἀνατρεπτικὴ· τὸ ἴδιο καὶ ὁ σταυρὸς ὡς σύμβολο νίκης. Ὅπως καὶ ὅλη της ἡ διδασκαλία, ὅλη της ἡ ζωή. Ὑπογραμμίζω αὐτὸ τὸ τελευταῖο, ἡ ζωή. Ἐὰν ὡς Ἐκκλησία ζούσαμε στὴν καθημερινότητά μας τὴν ἀλήθεια της, φαντάζεστε τί θὰ συνέβαινε στὴ ζωή μας ὡς πιστῶν καὶ στὴν κοινωνία καὶ τὸν κόσμο ὁλόκληρο;

Καὶ κάτι ἀκόμη· ἂν κατάλαβα καλά, θὰ προτιμούσατε μιὰ αὐτονόμηση τῆς Ἐκκλησίας, παρὰ αὐτὴ τὴν ἐξάρτηση ποὺ συχνὰ ἐξελίσσεται καὶ σὲ ἐμπαιγμὸ καὶ ἡ ὁποία ὀφείλεται στὸ ὑφιστάμενο νοσηρὸ σύστημα σχέσεών της μὲ τὸ κράτος.

Ἐρ. Δ.Μ.: Ἐδῶ καὶ δεκαετίες, ἡ Πολιτεία, ἀνεξαρτήτου πολιτικῆς ἀποχρώσεως ἀντιμετωπίζει τὴν Ἐκκλησία, ὄχι ὡς κιβωτὸ σωτηρίας, οὔτε ὡς οἶκο ἐκ τοῦ ὁποίου πηγάζουν ἀξίες, ἤθη καὶ ἰδανικὰ ποὺ χαρακτηρίζουν τὸν πλέον ἄριστο τρόπο ζωῆς, δηλαδὴ τὸν Ὀρθόδοξο Χριστιανικό. Τὴν ἀντιμετωπίζει ἐχθρικά, τὴ βλέπει ὡς πόλο ἀντίστασης τῶν νέων ξενόφερτων ἠθῶν, φιλοσοφιῶν καὶ ἰδεῶν ποὺ ἐκπορεύονται ἀπὸ οἴκους ἀνομίας ἐγχώριους καὶ ἀλλοδαπούς. Ἐπὶ σειρὰ δεκαετιῶν γίνεται λόγος γιὰ διάρρηξη τῶν σχέσεων συναλληλίας καὶ τῶν διακριτῶν ρόλων τῶν δύο θεσμῶν κ.ο.κ. Μέσα στὸ πλαίσιο αὐτὸ παρατηροῦνται κατευθυνόμενες διαπομπεύσεις, φαρισαϊκὲς νοοτροπίες καὶ ἐκδηλώσεις ἰδιοτέλειας, περίεργοι ἐναγκαλισμοί. Ὁ πιστὸς λαὸς ἔχει κουρασθεῖ νὰ ἀπορρίπτει τέτοιες συμπεριφορὲς καὶ διχάζεται ἀπὸ νοοτροπίες μὴ εὐαγγελικές, ποὺ γεννοῦν τὸ σκάνδαλο. Μήπως ἦρθε ἡ στιγμὴ νὰ βγεῖ ἐπισήμως ἡ Ἐκκλησία καὶ νὰ ἐξηγήσει γιατί ἐπιθυμεῖ ἢ δὲν ἐπιθυμεῖ τὸ καθεστὼς τῶν λεγομένων διακριτῶν ρόλων;

Ἀπ.: Γιὰ μένα, τὸ ἐρώτημα εἶναι κατὰ πόσον ἐμεῖς ὡς Ἐκκλησία δείχνουμε μὲ τὴν ὅλη πολιτεία μας τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἂν ἡ παρουσία μας εἶναι ἐντελῶς κοσμικὴ ἢ ἁπλᾶ συντηρητικὴ καὶ στενόκαρδη, τότε ἄλλα λέμε καὶ ἄλλα κάνουμε. Ἂν δηλαδὴ εἴμαστε μέρος τοῦ κοσμικοῦ συστήματος μὲ νοοτροπίες, διεκδικήσεις, φιλοδοξίες ξένες πρὸς τὸ μαρτυρικὸ καὶ ἅγιο φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς ἑτερότητα φρονήματος, ζωῆς καὶ λογικῆς, τότε ἡ κοινωνία ἀπορρίπτει αὐτὸ ποὺ βλέπει. Ἂν οἱ ἅγιοί μας εἶναι μόνον κολλημένοι στοὺς τοίχους, τοποθετημένοι στὰ βιβλία καὶ ἀποτελοῦν φαινόμενο ἄλλων ἐποχῶν, τότε ἔχει κάθε λόγο νὰ μᾶς ἀπορρίπτει. Ἂν ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ ὄχι ὡς μυστικὴ δύναμη καὶ φανέρωση τῶν σημείων τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ ὡς σωματεῖο τοῦ κόσμου τούτου, τότε μπορεῖ ὁ κόσμος νὰ μὴ μᾶς χρειάζεται· δὲν τοῦ προσθέτουμε τίποτα.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, τελευταῖα δὲν μᾶς κατηγοροῦν μόνο γιὰ συντηρητισμὸ καὶ στενότητα ἀντιλήψεων, ἀλλὰ μᾶς παρουσιάζουν σὰν ἑστία διαφθορᾶς, διαπλοκῆς καὶ διαστροφῶν. Αὐτὸ εἶναι πολὺ ἄδικο καὶ φυσικὰ ἔνοχα ψευδές. Τελικὰ ὁ θεὸς ποὺ ἀπορρίπτει συχνὰ ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος εἶναι αὐτὸς ποὺ κι ἐμεῖς ἀπορρίπτουμε. Ἁπλᾶ ἐμεῖς ὁμολογοῦμε ὡς Θεὸ κάτι, ἢ μᾶλλον κάποιον, ποὺ οἱ ἄλλοι δὲν ὑποψιάζονται.

Μιλήσατε ἐπίσης γιὰ περίεργους ἐναγκαλισμούς. Πραγματικά, ὁ ἐναγκαλισμὸς τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸ κράτος τὴν ἔχει μεταμορφώσει σὲ μέρος τοῦ καταρρέοντος συστήματος. Ἀρκετὰ πιά. Καιρὸς τὰ χέρια της νὰ ἀπελευθερωθοῦν γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ὑψωθοῦν πρὸς τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀγκαλιάσουν τὸν λαό. Γιὰ νὰ ἐπιτελεῖ τὸν προορισμό της ἡ Ἐκκλησία, πρέπει νὰ εἶναι «ἐλευθέρα καὶ ζῶσα». Πρὶν μᾶς δώσουν ἐντελῶς ἄδικα καὶ ἀχάριστα καὶ τὴν τελευταία κλωτσιά, καλὸ εἶναι διακριτικὰ ἀλλὰ καὶ παλληκαρήσια καὶ μὲ ἱερὴ ἀξιοπρέπεια νὰ προσδιορίσουμε μόνοι μας τὶς συντεταγμένες τῶν διακριτῶν ρόλων μας.

Ἐρ. Δ.Μ.: Παρατηρεῖται, Σεβασμιώτατε, τὸν τελευταῖο καιρὸ μία ἔκδηλη ἀνησυχία τοῦ χριστεπώνυμου ποιμνίου ποὺ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν διαπιστωμένη πλέον ἐπιχείρηση ὑποχρεωτικοῦ ἠλεκτρονικοῦ καρτοφακελώματος τῶν πολιτῶν. Ἡ δικαιολογία, ποὺ ὡς καραμέλα λέγεται, στηρίζεται στὶς δῆθεν διευκολύνσεις τοῦ πολίτη. Ἀλλὰ ἡ δικαιολογία αὐτὴ δὲν πείθει κανένα, ἀφοῦ στὴν οὐσία εἶναι ἡλίου φαεινότερον ὅτι τὸ καρτοφακέλωμα ἀποσκοπεῖ στὸν πλήρη ἔλεγχο τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ γνωστὰ πλέον κέντρα ἀνομίας, ὅπερ ἑρμηνεύεται, ὡς ἀπώλεια τῆς ἐλευθερίας του. Ἐπισήμως, ἡ Ἐκκλησία φαίνεται νὰ τὸ μελετᾶ ὁρίζοντας μία Συνοδικὴ Ἐπιτροπή. Ἡ καθυστέρηση, ὡστόσο, διατύπωσης μίας ξεκάθαρης θέσης γιὰ τὸ θέμα αὐτό, ἀπὸ μέρους της, συμβάλλει στὴν ἐνίσχυση τῆς προπαγάνδας καὶ στὴν περαιτέρω σύγχυση τοῦ λαοῦ. Θυμίζει δὲ τὴ ρήση τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφεὶμ πὼς ἕνα θέμα εἰσέρχεται στὶς καλένδες μέσῳ συγκροτήσεως μίας ἐπιτροπῆς!!! Βάσει τῶν ἐπιστημονικῶν γνώσεων σας ἀλλὰ καὶ ὡς Ἀρχιερέας ποὺ τολμᾶ νὰ ἐκφράζει χωρὶς φόβο τὴ γνώμη του ποιά εἶναι ἡ θέση σας;

Ἀπ.: Δὲν σᾶς κρύβω ὅτι αὐτὴ ἡ ἱστορία δὲν μοῦ ἀρέσει καθόλου. Ἡ κάρτα τοῦ πολίτη δὲν μοῦ φαίνεται καθόλου ἀθώα ὑπόθεση. Τελικὰ ποιοί θὰ μᾶς ἐλέγχουν; Αὐτοὶ ποὺ μᾶς ὁδήγησαν σὲ αὐτὸ τὸ οἰκονομικὸ κατάντημα; Ὁ ἴδιος μηχανισμὸς ποὺ ἔχει καταστρέψει τὸν ἁπλὸ πολίτη, αὐτὸς ποὺ διαρκῶς αὐτοδιαψεύδεται, αὐτὸς ποὺ ἔχει πλήρως ἀπαξιωθεῖ, αὐτὸς θὰ ἐλέγχει καὶ τὶς τελευταῖες λεπτομέρειες τῆς ζωῆς μας; Ἢ μήπως κάποιο ἀόρατο κέντρο; Γιατί τόση ἐξουσία καὶ δύναμη συγκεντρωμένη σὲ ἐπικίνδυνα, ἀποτυχημένα, ὕποπτα ἢ τουλάχιστον ἀνεξέλεγκτα κέντρα; Καλύτερα μὲ λιγότερη τεχνολογία ἐλεύθεροι, παρὰ μὲ σύγχρονες διευκολύνσεις σκλάβοι. Γιατί αὐτοὶ ποὺ σταδιακὰ παίρνουν στὸν ἔλεγχό τους τὴ ζωή μας, στὴν οὐσία αὐτοὶ διεκολύνονται νὰ ρουφήξουν τὴ συνείδησή μας.

Φοβοῦμαι ὅτι μετὰ τὴν καταρράκωση τῶν κοινωνικῶν ἀξιῶν, μετὰ τὴν ἐπικίνδυνα κατευθυνόμενη παραπληροφορητικὴ ἐνημέρωση, ἔρχεται καὶ ὁ φοβερὸς μηχανισμὸς τῆς ἀδυσώπητης παρακολούθησης γιὰ νὰ ἐξαφανίσει καὶ τὴν τελευταία ἰκμάδα πνευματικῆς ἐλευθερίας.

Στὴν ὑπόθεση αὐτήν, ἡ σιωπὴ ἢ ἀδράνεια τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας εἶναι ὁπωσδήποτε ἀνησυχητικὸ φαινόμενο. Αὐτὴ ὁδήγησε στὶς ἀνεύθυνες καὶ ἐν πολλοῖς αὐφθαίρετες πρωτοβουλίες ποικίλων φορέων. Τὸ κενὸ τοῦ προφητικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λόγου κάλυψε ὁ ζῆλος τοῦ λαοῦ. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, τὸ φαινόμενο αὐτῶν τῶν ἔντονων λαϊκῶν ἀντιδράσεων εἶναι ἐπίσης ἐπικίνδυνο. Δημιουργοῦνται ὁμάδες ποὺ ἀντὶ νὰ σέβονται τὴν ὑπεύθυνη Σύνοδο, τὴν συμβουλεύουν πῶς νὰ ἐνεργεῖ καὶ τὴν προκαταλαμβάνουν. Ὁ λαὸς ἀπὸ κρινόμενος γίνεται κριτὴς τῆς Συνόδου. Οἱ πιστοὶ ἀντὶ νὰ προσδοκοῦν νὰ φωτιστοῦν ἀπὸ τὴ Σύνοδο, τὴν κρίνουν καὶ τὴν καθοδηγοῦν. Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ὅμως ὑπάρχει γιὰ νὰ ἐκφράζει τὴ βούληση τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ καθοδηγεῖ τὸν λαό, ὄχι νὰ κατευθύνεται ἀπὸ αὐτόν. Αὐτὸ τὸ ἦθος ποὺ ἀνατρέπει τὴν ἰσορροπία τῆς σχέσης Συνόδου καὶ λαοῦ εἶναι χειρότερο καὶ ἀπὸ τὴν κάρτα τοῦ πολίτη. Κάνει μεγαλύτερη ζημιὰ ἀπὸ αὐτήν. Γιατί κλονίζει τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν πιστῶν στὴν Ἐκκλησία καὶ δημιουργεῖ σύγχυση γιὰ τὸ τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Γεννᾶ ἕνα φρόνημα ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει γιὰ νὰ τὴν σώζουμε καὶ ὄχι γιὰ νὰ μᾶς σώζει. Ἔτσι πολεμώντας τὴν κάρτα σκοτώνουμε τὴν ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση μέσα μας.

Ἐπίσης ἀναπαράγεται μιὰ λογικὴ σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία στόχος μας εἶναι ἡ ἀνατροπὴ ἢ τουλάχιστον ἡ ἀναχαίτιση τοῦ ἀντίχριστου συστήματος. Δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ στόχος τῆς Ἐκκλησίας. Σκοπός μας εἶναι νὰ ὁμολογήσουμε τὸν Κύριο, ὄχι νὰ νικήσουμε τὸν διάβολο. Αὐτὸν τὸν συντρίβει ὁ Χριστός. Ὁ Παντοκράτωρ Κύριος μάλιστα ἀνέχεται νὰ βλέπει τὸν διάβολο ὡς κοσμοκράτορα νὰ ὠρύεται «ζητῶν τίνα καταπίῃ» (Α´ Πετρ. 5,8). Αὐτὸ γίνεται κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα Του. Τί φοβερὸς ποὺ εἶναι ὁ λόγος τῆς Ἀποκαλύψεως: «ἐδόθη αὐτῷ πόλεμον ποιῆσαι μετὰ τῶν ἁγίων καὶ νικῆσαι αὐτοὺς» (Ἀποκ. ιγ´ 7). Ναί, ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ ἐπιτρέπει στὶς δυνάμεις τοῦ σκότους νὰ νικήσουν πρὸς καιρὸν τὴν Ἐκκλησία· «ἐδόθη αὐτῷ...». Φοβερὸς λόγος! Τί καταπληκτικὴ ποὺ εἶναι ἡ λογικὴ τοῦ Θεοῦ! Ὁ Νικητὴς τοῦ θανάτου εἶναι Αὐτὸς ποὺ φάνηκε πὼς ἔχασε τὴ μάχη στὸν σταυρό. Ἂν θέλουμε τὴ νίκη πρέπει νὰ μάθουμε νὰ δεχόμαστε τὴν κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ κοσμικὴ ἧττα μας. Ἀκόμη καὶ τὸν θάνατό μας. Ἀλήθεια, τί σημαίνει: «Μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτενόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι» (Ματθ. ι´ 28);

Δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἐπιλογὴ· πρέπει ὡς Σύνοδος νὰ λειτουργήσουμε προφητικά· ἡ μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ ἐκφρασθεῖ ὡς μαρτυρία δυνάμεως Θεοῦ, παρρησίας καὶ ἀλήθειας, ὄχι ὡς συμβιβασμὸς καὶ ἐκκοσμίκευση. Μόνον ἔτσι καὶ θὰ στηρίξουμε καὶ θὰ ἐμπνεύσουμε τὸν λαό. Μόνον ἔτσι ἡ Ἐκκλησία θὰ μπορέσει νὰ ἀντικαταστήσει τὸν συμβιβασμὸ μὲ τὸν ἡρωισμό, τὸ βόλεμα μὲ τὴν ἄσκηση, τὴν ἀσφάλεια τῆς ἐξουσίας μὲ τὴ θυσία καὶ τὴ διακονία, τὸ κοσμικὸ ψέμμα μὲ τὴν αἰώνια ἀλήθεια τῆς Τριαδικῆς θεότητος.

Β´ Μέρος

Ἐρ. Δ.Μ.: Ἡ πολιτικὴ ποὺ ἀκολουθεῖ ἡ ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας μας συμβάλλει, ὅπως διαπιστώνεται, στὴν διατήρηση ἢ καὶ ἐνίσχυση, ὅπως προσωπικὰ πιστεύουμε, τῶν ἐδῶ καὶ καιρὸ λιμναζόντων ὑδάτων. Μέσα ἀπὸ τὴν ὑπογραφὴ μνημονίων συνεργασίας, θεμελιώσεις κτιρίων καὶ εὐτελῶν κοινωνικὸ-φιλανθρωπικῶν παρεμβάσεων δίδεται ἡ ἐντύπωση πὼς ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ ὡς ἕνα περιθωριακὸ ὑφυπουργεῖο ἄνευ χαρτοφυλακίου ἢ ἐπαρχιακὸς Δῆμος! Ἡ ἐπίκληση τοῦ ἀθόρυβου, σιωπηλοῦ ἔργου καὶ ἡ ἐπιστράτευση τῆς σιωπῆς δὲν ἁρμόζουν στὸν ἐπισκοπικὸ ρόλο, τουλάχιστον, ὅπως αὐτὸς χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἁπτὰ παραδείγματα, μεγάλων ἁγίων ὅπως τοῦ Μ. Βασιλείου, τοῦ Ἰωάννη Χρυσοστόμου, τοῦ Ἀμβροσίου Μεδιολάνων κ.ἄ. Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ ζωντανὸ ὀργανισμό, ἀλλὰ σήμερα φαίνεται Σεβασμιώτατε, νὰ τῆς λείπει ἡ ζωντάνια...

Ἀπ.: Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ ἀποδώσουμε εὐθύνες οὔτε ἐσεῖς οὔτε κι ἐγώ, διότι σίγουρα ὑπάρχουν παράμετροι ποὺ ἐμεῖς ἀγνοοῦμε ὡς μὴ ἄμεσα ὑπεύθυνοι καὶ ἁρμόδιοι. Ἡ διαχείριση τῶν θεμάτων εἶναι πολὺ δύσκολη καὶ λεπτὴ ὑπόθεση, ἰδίως στὶς μέρες μας. Εἶναι εὔκολο κανεὶς νὰ κρίνει ἀλλὰ πολὺ δύσκολο νὰ προτείνει λύσεις καὶ ἀκόμη δυσκολότερο νὰ τὶς ὑλοποιεῖ. Μποροῦμε νὰ ἐκφράζουμε τὶς ἀνάγκες, τὶς σκέψεις, τὶς ἀνησυχίες μας, ἴσως καὶ δημόσια, καλὸ ὅμως εἶναι νὰ εἴμαστε λίγο ἐπιφυλακτικοὶ στὶς κρίσεις μας.

Ἔτσι ἐπὶ παραδείγματι, τὸ τί ἁρμόζει στὸν ἐπισκοπικὸ ρόλο, δὲν ἀποτελεῖ θέμα ποὺ πρέπει νὰ τὸ προσδιορίσουμε ἐσεῖς καὶ ἐγὼ σὲ ἕναν δημόσιο διάλογο. Δὲν νομίζω. Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἐκτὸς τῆς μαχητικῆς μαρτυρίας τῶν ἁγίων ποὺ ἀναφέρατε, ὑπάρχουν καὶ περιπτώσεις ἀθόρυβου καὶ σιωπηλοῦ ἔργου, ὅπως αὐτὴ τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Ὑπάρχουν περιπτώσεις ποὺ ἡ σιωπὴ μπορεῖ νὰ ἔχει μεγαλύτερη ζωντάνια ἀπὸ τὸν λόγο. Τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι τόσο ὁ λόγος ἢ ἡ σιωπή, ὅσο ὁ συσχηματισμός, ἡ δειλία καὶ ὁ συμβιβασμός.

Πέραν ὅμως ὅλων αὐτῶν, θὰ συμφωνήσω ἀπόλυτα μαζί σας ὅτι ἡ ἐποχή μας καὶ οἱ περιστάσεις ἀπαιτοῦν δυνατὸ λόγο καὶ μαχητικὴ ἔκφραση.

Ἐρ. Δ.Μ.: Ἐσεῖς εἶστε εὐχαριστημένος ἀπὸ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἐκφράζεται ὁ ἐπίσημος ἐκκλησιαστικὸς λόγος στὶς μέρες μας; Θεωρεῖτε ὅτι ἡ μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας μας στὴν Ἑλλάδα καὶ ἀνὰ τὸν κόσμον εἶναι ἐπαρκής; Αἰσθάνεστε ἱκανοποιημένος μὲ τὴν εἰκόνα τῆς ζωῆς μας καὶ τὴν παρουσία μας ὡς Ἐκκλησίας;

Ἀπ.: Ὄχι, δὲν εἶμαι καθόλου ἱκανοποιημένος. Δυστυχῶς, ἡ πραγματικότητά μας διαφέρει πολὺ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ κήρυγμά μας. Προσπαθῶ ὅμως νὰ μὴν ἐνοχοποιῶ ἄλλους, ἀλλὰ νὰ ἐξομολογοῦμαι· νὰ μὴν ψάχνω γιὰ ἐνόχους, ἀλλὰ γιὰ λύσεις· νὰ μὴν ἀγωνίζομαι νὰ πείσω τοὺς ἄλλους τί πρέπει νὰ κάνουν, ἀλλὰ νὰ δῶ πῶς ἐγὼ θὰ γίνω μέρος τῆς ὑγιοῦς μαρτυρίας· νὰ μὴν ἀσχολοῦμαι μὲ τὸ ὣς τώρα, ἀλλὰ μὲ τὸ ἀπὸ δῶ κι ἐμπρός. Δὲν τὸ καταφέρνω πάντοτε, αὐτὸς ὅμως εἶναι ὁ πνευματικός μου ἄξονας. Μὲ βάση αὐτά, θὰ σᾶς πῶ μὲ δυὸ λόγια πῶς θα ἤθελα τὴν Ἐκκλησία. Θὰ τὴν ἤθελα πιὸ δυναμική, πιὸ τολμηρή, πιὸ μαχητική, πιὸ ἀνατρεπτική, πιὸ ἀσκητική, πιὸ ἀπόλυτη. Ὅπως ἦταν σὲ ὅλη τὴν ἱστορία της. Ἡ παρουσία της νὰ θυμίζει «ρομφαία», ἡ ζωή της «πῦρ», ὁ λόγος της «μάχαιρα». Οἱ ὅροι αὐτοὶ δὲν εἶναι δικοί μου. Μίλησα γιὰ προφητικὸ λόγο καὶ μαρτυρικὴ παρουσία. Σήμερα τηροῦμε τοὺς τύπους, ἀλλὰ ὅλο καὶ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὴν οὐσία. Τρῶμε νηστήσιμα φαγητά, χωρὶς νὰ νηστεύουμε. Λέμε προσευχές, χωρὶς νὰ προσευχόμαστε. Διαβάζουμε χριστιανικὰ βιβλία, χωρὶς νὰ ἁγιαζόμαστε. Μιλᾶμε γιὰ τὴ δόξα ἄλλων ἐποχῶν, χωρὶς σύγχρονα σημεῖα. Ὑποστηρίζουμε χριστιανικὲς ἀρχές, χωρὶς αὐθεντικὰ βιώματα. Κοινωνοῦμε, χωρὶς νὰ ἀλλοιωνόμαστε. Εἴμαστε ὡς «ἔχοντες τὴν γνῶσιν τῆς εὐσεβείας τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι». Ἀλήθεια, τί σχέση ἔχουμε μὲ τὸ ψαλτήρι καὶ τὰ συναξάρια, μὲ τὴ ζωὴ τῶν πρώτων χριστιανῶν, μὲ τὸ φρόνημα τῶν μαρτύρων καὶ τῶν ὁμολογητῶν, μὲ τὶς ἐπιλογὲς τῶν ἀσκητῶν;

Φανταστεῖτε μέσα στὸν συμβιβασμὸ τῆς σύγχρονης ἐποχῆς μιὰ Ἐκκλησία μὲ ξεκάθαρο λόγο. Μέσα στὶς πολιτικὲς ἰσορροπίες καὶ τὴν ἐπικρατοῦσα σύγχυση, μιὰ Ἐκκλησία μὲ σαφήνεια. Μέσα στὴν ἀτμόσφαιρα τοῦ νὰ τὰ βροῦμε, μιὰ Ἐκκλησία μὲ ἀξιοπρεπῆ, εὐγενικὴ ἀλλὰ καὶ τολμηρὴ ὁμολογία. Φοβοῦμαι πὼς ἔτσι ποὺ κινούμαστε δὲν δίνουμε ταυτότητα οὐσίας ἀλλὰ μόνο μορφῆς καὶ τύπου. Κάπως χάσαμε τὴν οὐσιαστικὴ διαφορετικότητα καὶ τὴν ἑτερότητά μας. Ἐμφανιζόμαστε ὡς μιὰ συντηρητικὴ ὁμάδα ποὺ δὲν κομίζει κάτι καινούργιο, οὔτε κάτι ἄλλο, ὡς ἕνα κοσμικὸ σχῆμα μὲ θρησκευτικὸ ἐπίχρισμα.

Ἐρ. Δ.Μ.: Θὰ μπορούσατε, Σεβασμιώτατε, στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ μᾶς δώσετε ἕνα παράδειγμα;

Εὐχαρίστως. Νὰ ἀναφερθῶ στὴ συμμετοχή μας στοὺς οἰκουμενικοὺς διαλόγους, πράγμα ποὺ ἀποτελεῖ μοναδικὴ ἱστορικὰ εὐκαιρία νὰ καταθέσουμε μαρτυρία πίστεως στὸν σύγχρονο κόσμο. Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο διεξάγεται ὁ λεγόμενος διάλογος τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἑνότητας ἐμφανίζει χαρακτηριστικὰ συμβιβασμοῦ καὶ ὄχι ἀγώνα, σκοπιμότητας καὶ ὄχι θυσίας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δημιουργεῖ σύγχυση καὶ προκαλεῖ καχυποψία. Ὅταν στηρίζεται στὸ δόγμα νὰ βροῦμε τί μᾶς ἑνώνει καὶ ὄχι τί μᾶς χωρίζει, αὐτὸ ἀκούγεται πολὺ καλά, ἀλλὰ δὲν πείθει, διότι ἡ ἀλήθεια, ἂν τὴν κατέχουμε στὸ πλήρωμά της, φαίνεται ἀπὸ αὐτὸ ποὺ οἱ ἄλλοι δὲν ἔχουν, δηλαδὴ ἀπὸ τὶς διαφορές μας. Καὶ αὐτὸ μποροῦμε νὰ τὸ διακηρύξουμε ταπεινά, ἀφανάτιστα καὶ εὐγενικά. Ἂν στόχος μας εἶναι ἡ συνύπαρξη μὲ ἐπίγειους ὅρους, αὐτὸ εἶναι πολιτικὴ ποὺ δὲν ἐμπνέει. Ἂν ὅμως εἶναι ἡ συμπόρευση πρὸς τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, τότε αὐτὸ ἀπαιτεῖ ἀνυποχώρητη μαρτυρία καὶ συνέπεια ζωῆς, ποὺ πείθει. Ἡ ἀλήθεια δὲν συζητεῖται, ὁμολογεῖται. Σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ὁ θεὸς τοῦ χρήματος ἔχει καταρρεύσει παγκοσμίως, ὁ θεὸς τοῦ περιβάλλοντος ἔχει πεθάνει σὲ ὁλόκληρο τὸν πλανήτη, ὁ θεὸς τῆς ἐπιστημονικῆς καὶ τεχνολογικῆς δύναμης συνέχεια διαψεύδεται, ὅπως πρόσφατα στὴν Ἰαπωνία· σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ὁ θεὸς τῆς παγκόσμιας εἰρήνης διαρκῶς αὐτοκαταργεῖται, ποὺ ὁ θεὸς τῆς δημοκρατίας καθημερινὰ αὐτοαναιρεῖται, ποὺ ὁ θεὸς τῶν θρησκευτικῶν σχημάτων παντοῦ αὐτοδιαψεύδεται, ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ ἐπίγειου χριστιανισμοῦ φαντάζει ἐντελῶς ἀνεπαρκής, σὲ μιὰ τέτοια ἐποχή, εἶναι τόσο μεγαλειῶδες ὡς ἡ «μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία» νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι «εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρὸς» καὶ ὅτι «αὕτη ἡ πίστις τῶν ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν οἰκουμένην ἐστήριξεν». Ὄχι ὅμως μὲ τὰ λόγια, ἀλλὰ μὲ τὴ ζωή μας. Τὸ κάνουμε; ἢ μήπως πνίξαμε τὴν πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεὸ μέσα στὴν αὐταπάτη τῶν κοινωνικῶν ἔργων, τῶν πολιτισμικῶν δραστηριοτήτων, τοῦ πολιτικοῦ μας ρόλου καὶ τῶν συγκρητιστικῶν ἀπαιτήσεων.

Ἐρ. Δ.Μ.: Εἶναι ἀδιαμφισβήτητο γεγονός, ὅτι ὑφίσταται μία ἐνορχηστρωμένη ἀπὸ τὸν μιαρὸ Σατᾶν ἐκστρατεία ἀλλαγῆς τοῦ τρόπου ζωῆς ποὺ εὐθαρσῶς καθορίζεται ἀπὸ τὴ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν τριαδικὸ Θεὸ στὴν ἑλληνικὴ καὶ ὄχι μόνο κοινωνία. Μέσα στὸ πλαίσιο αὐτό, ἀνωμαλίες καὶ αὐταπόδεικτες ψυχασθένειες, ὅπως λ. χ. ἡ ὁμοφυλοφιλία ἢ ἑλληνιστὶ κιναιδισμὸς παρουσιάζονται προκειμένου νὰ ἐπιβληθοῦν ὡς ρατσιστικὲς συμπεριφορὲς ἢ διαφορετικότητες (!!!), ἡ μοιχεία, ἡ πορνεία, ἡ κλοπὴ (λογιζόμενη ὡς μίζα) καὶ ἡ ἔκτρωση (φόνος) νομιμοποιοῦνται, οἱ οἰκογένειες διαλύονται στὸ ὄνομα τῆς προόδου καὶ τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ! Τί συμβαίνει Σεβασμιώτατε; Θὰ παραμείνουμε ἁπλοὶ θεατὲς τοῦ γενικοῦ ξηλώματος ποὺ ἐπιβάλλει τὸ μυστήριο τῆς ἀνομίας ἢ ἔφθασε ἡ στιγμὴ νὰ φωνάξουμε τὸ "στῶμεν καλῶς"; Ποιός ὁ ρόλος τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας μας;

Ἀπ.: Θὰ τὸ πῶ καὶ πάλι· τὸν ρόλο τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας μας, κ. Μακρῆ, δὲν θὰ τὸν προσδιορίσουμε οἱ δυό μας μέσα ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα σας. Δὲν εἶναι δικός μας ρόλος νὰ ὑποδείξουμε στὴν Ἱεραρχία τὸ καθῆκον της. Ἂν ἐσεῖς τὸ κάνετε εἶναι λάθος, ποὺ ἐγὼ δὲν θὰ ἤθελα νὰ διαπράξω. Ἐξάλλου, οἱ θέσεις τῆς Ἐκκλησίας στὰ θέματα ποὺ ἀναφέρατε εἶναι σαφῶς καὶ ἐπαναληπτικὰ διατυπωμένες. Τώρα, τὸ ἂν ἡ Ἐκκλησία πρέπει νὰ φωνάξει μὲ ὅλες της τὶς δυνάμεις τὸ «στῶμεν καλῶς» καὶ στὰ πιστὰ τέκνα της καὶ στὴν κοινωνία καὶ στὴν οἰκουμένη, αὐτὸ εἶναι αὐτονόητο, μιᾶς καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ἀποστολή της. Ἡ Ἐκκλησία τὸ κάνει, ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ περιθώρια νὰ ὑψώσει περισσότερο τὴ φωνή της. Τὸ ἐρώτημα εἶναι πῶς αὐτὸ θὰ γίνει. Οἱ κοσμικὰ δυναμικὲς κινήσεις δὲν εἶναι πάντα συμβατὲς μὲ τὸ ἅγιο ἦθος της. Σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι νὰ ἀνατρέψει τὴν ὁρμὴ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ νὰ ὁμολογεῖ τὸν Χριστό, μὲ βάση τὸν ψαλμικὸ λόγο «ἔλεος καὶ ἀλήθεια συνήντησαν, δικαιοσύνη καὶ εἰρήνη κατεφίλησαν». Τί σοφὸς λόγος! Ἡ ἀλήθεια νὰ συμπορεύεται μὲ τὸ ἔλεος καὶ τὸ δίκαιο νὰ συμβαδίζει μὲ τὴν εἰρήνη.

Ἐρ. Δ.Μ.: Στὴν τοπικὴ Ἐκκλησία ποὺ ὁ Κύριος σᾶς ὅρισε νὰ διακονεῖτε, παρατηρεῖται τὸν τελευταῖο καιρὸ νὰ διεξάγεται ἕνας ἀγῶνας τῶν κατοίκων τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Κερατέας ἐνάντια σὲ μία ἀπόφαση τῆς Πολιτείας. Πήρατε ἀνοικτά, ἂν δὲν κάνω λάθος θέση. Ὡστόσο, διαπιστώνεται πὼς ἡ Πολιτεία ὄχι μόνο κωφεύει καὶ διαφωνεῖ, ἀλλὰ ἐφαρμόζει τακτικὲς ἐπιβολῆς καὶ βιαίας ἐφαρμογῆς ἀποφάσεων ποὺ ἐμφανῶς πλήττουν τὸν πολίτη καὶ ἱκανοποιοῦν ἄλλα κέντρα ἐξουσίας. Μήπως ἡ Ἑλλάδα ζεῖ σὲ καθεστὼς μίας ὡραιοποιημένης ὑποτέλειας καὶ ὡς ἐκ τούτου ἀγνοεῖ τὴ γνώμη τῶν πολιτῶν της;

Ἀπ.: Ἡ δική μου τοποθέτηση δὲν ἦταν ἐπὶ τῆς οὐσίας τοῦ προβλήματος. Ἡ τοπικὴ κοινωνία ἔχει ἐκλέξει τοὺς ἐκπροσώπους της γιὰ νὰ διαχειριστοῦν αὐτοὶ αὐτὰ τὰ θέματα. Αὐτὸ ποὺ ἐγὼ ἐξέφρασα, καὶ μάλιστα ἔντονα, ἦταν ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν ἡ καταδίκη τῆς βίας εἴτε ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ λαοῦ εἴτε τῶν ὀργάνων τῆς τάξεως καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου ἡ διαμαρτυρία γιὰ τὴν πείσμονα ἄρνηση τῶν ἁρμοδίων ὑπουργῶν νὰ συνομιλήσουν μὲ τοὺς ἐκπροσώπους τοῦ λαοῦ. Πόση δημοκρατία ὑπάρχει ὅταν ὁ λαὸς ἐκλέγει ἐκπροσώπους γιὰ νὰ τοῦ λύσουν τὰ προβλήματά του, αὐτὰ ποὺ προσδιορίζουν τὶς συνθῆκες τῆς ζωῆς του, τὴν ὑγεία του, τὴν ἀξία τῆς περιουσίας του καὶ ἡ Κυβέρνηση ἀρνεῖται ἀκόμη καὶ νὰ τοὺς ἀκούσει. Τότε γιατί τοὺς ἐκλέγουμε; Ἂν ἀρκοῦσε ἡ Κυβερνητικὴ ἄποψη, δὲν θὰ μᾶς χρειαζόταν τοπικὴ αὐτοδιοίκηση.

Ρωτᾶτε ἂν ἡ πολιτεία ἀγνοεῖ τὴ γνώμη τῶν πολιτῶν της. Ἀγνοεῖ ὄχι μόνο τὴ γνώμη ἀλλὰ καὶ τὰ δικαιώματα τῶν πολιτῶν της. Μήπως τὸ ἴδιο δὲν συμβαίνει μὲ τὶς ὑποθέσεις τῶν ἀστικῶν ἀκινήτων τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἔχουν τελεσιδικήσει ὑπὲρ αὐτῆς καὶ τὸ κράτος ἀρνεῖται νὰ τηρήσει τὶς ἀποφάσεις τῶν δικαστηρίων του;

Ἐρ. Δ.Μ.: Διανύουμε τὴν πλέον κατανυκτικὴ περίοδο, ὁδεύοντας μαζὶ μὲ τὸν Κύριο πρὸς τὸν Γολγοθά, τὴ σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάσταση. Στὴν πορεία αὐτὴ κάθε πιστὸς χρειάζεται τὰ ἐφόδια τῆς μετανοίας, χρειάζεται πνευματικὸ ὁδηγὸ ποὺ θὰ τὸν φέρουν μὲ σιγουριὰ στὸ νὰ βιώσει τὸ θεῖο Πάθος καὶ νὰ συμμετάσχει στὴν χαρὰ τῆς Ἀνάστασης. Ὡς Ἐπίσκοπος καὶ πνευματικὸς ὁδηγὸς τί θὰ συνιστούσατε; Πῶς θὰ ἐφοδιάζατε σήμερα τὸν πιστὸ ὥστε νὰ προχωρήσει στὴν προσωπικὴ σωτήρια συνάντηση του μὲ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό;

Ἀπ.: Στὸ ἐρώτημα αὐτὸ δὲν ἔχω καινούργιο, πρωτότυπο λόγο νὰ σᾶς πῶ. Τὰ λέει ὅλα ἡ σοφὴ καὶ ἁγία μας Ἐκκλησία μέσα στὰ ὑπέροχα τροπάρια καὶ τὶς θαυμάσιες λατρευτικὲς διατάξεις της. Αὐτὴ μᾶς προτρέπει καὶ ἐμεῖς ἐπαναλαμβάνουμε τὸν λόγο της: «πίστει καὶ πόθῳ προσέλθωμεν ἵνα μέτοχοι ζωῆς αἰωνίου γενώμεθα». Αὐτὸ ποὺ χρειαζόμαστε εἶναι ἡ πίστη ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ κιβωτὸς τῆς σωτηρίας. Νὰ μὴν τὴν πλησιάζουμε μόνο γιὰ τὴ θεραπεία ποὺ ἐνδεχομένως προσφέρει, ἀλλὰ κυρίως γιὰ τὴ σωτηρία ποὺ ἀμετακλήτως ἐπαγγέλλεται. Καὶ αὐτὸ μὲ πόθο ἱερὸ καὶ ἅγιο. Δυστυχῶς ἡ ἐποχή μας προσπαθεῖ μὲ κάθε τρόπο νὰ τραυματίσει αὐτὴ τὴν πίστη καὶ νὰ ἀποδυναμώσει αὐτὸν τὸν πόθο. Τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ δὲν τὴν προσεγγίζουμε μὲ διάθεση νηστείας ἀλλὰ πνευματικῆς λαιμαργίας. Μᾶς προσφέρονται πλούσια πνευματικὰ ἐδέσματα καὶ διαλέγουμε καὶ παίρνουμε. Νηστεύουμε ἀπὸ τροφή, στερούμαστε τὰ ὑλικὰ γιὰ νὰ λαχταρήσουμε τὰ πνευματικά. Καὶ τότε, ὅποιος καταλύει πνευματικὰ αὐτόματα γίνεται μέτοχος τῆς αἰώνιας ζωῆς.