8 Ἰανουαρίου
Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται 8 Ἰανουαρίου, Κύπριος στὴν καταγωγή, κι οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του Εἶχε καὶ ἄλλον ἀδελφό, τὸν λέγαν Ἡρακλείδη, Στὸν Ἰορδάνη προσκυνᾶ καὶ Λαύρα Καλαμῶνος· Ἔμεινε ὁ Γεώργιος μονάχος του στὸ σπίτι, Ἐμάζεψε τὰ πράγματα ποὺ εἶχε κληρονομήσει Μονάκριβη ὁ θεῖος του εἶχε μιὰ θυγατέρα, Δὲν ἤθελε ὁ Γιῶργος νὰ παντρευτῇ ἀρνιόταν Ἔφυγε ἀπὸ τὸ νησὶ, Ἁγίους Τόπους φτάνει Στὴν Καλαμῶνος τὴν Μονὴ βρῆκε τὸν ἀδελφό του Τὸν κράτησε ὁ γέροντας, τοῦ εἶπε τὶ νὰ κάμῃ Ὁρμητικὸ μὲ καλαμιὲς ἦταν τὸ ποταμάκι Γιατί, τοῦ λέγει ὁ γέροντας, ἄργησες στὸ ποτάμι; Στὴν κεφαλὴ τὸν χτύπησε μὲ τὸ δεξί του χέρι Ἥμαρτον, λέγει στὸ παιδί, τότε ὁ γέροντάς του Γέροντας τότε καὶ παιδὶ προσεύχονται οἱ δύο, Φοβήθηκε ὁ Γεώργιος τότε κενοδοξία Πάντοτε συμφωνούσανε σὲ ὅλη τὴν ζωήν τους Τὰ ἀποφάγια μάζευαν ὅλα σὲ μιὰ λεκάνη Φωτιὰ ποτὲ δὲν ἄναψαν, ἔκαναν συμφωνία, Ἀνέστησαν ἕνα παιδὶ ποὺ εἶχε ξεψυχήσει, Μὲ εἰρήνη καὶ εὐλάβεια περνοῦσαν τὴν ζωήν τους, Ὁ Ἡρακλείδης πέθανε στὰ ἑβδομήντα χρόνια Στὴν ἐκκλησία ἔψαλλε μὲ ταπεινοφροσύνη, Στεκότανε σὲ μιὰ γωνιὰ μέσα στὴν ἐκκλησία, Καὶ ὁ πατὴρ Γεώργιος ἔμεινε στὸ κελλί του, Ἡγούμενος τοῦ Χοζεβᾶ τότε στὸ μοναστήρι Ἐτότε ὁ Γεώργιος στὸν Χοζεβᾶ πηγαίνει Κατοίκησε σ᾿ ἕνα κελλὶ καὶ εἶχε γιὰ τροφή του Εἰς τὰ κελιὰ τοῦ Χοτζεβᾶ ἔκανε ὁμιλία Στερέωνε τοὺς χριστιανοὺς πολλὰ τὰ θαύματά του. Ἄνθρωπος ἤτανε κι αὐτὸς ἔπρεπε νὰ πεθάνῃ, Μὲ ἐλαφριὰ ἀσθένεια ἔπεσε καὶ ἐκοιμήθη, Ἐφίλησε τοὺς ἀδελφούς, ἀποχαιρετιστῆκαν, Στὶς τελευταῖες του στιγμὲς μαζὶ μὲ εὐλογία «Τώρα ψυχή μου ἔξελθε, πήγαινε ἐν Κυρίῳ» Εἶπε τὸν λόγο τρεῖς φορὲς καὶ βγῆκε ἡ ψυχή του Μὲ λίγα λόγια γράψαμε γέροντα τὸν πρεσβύτη Τὸ ἱερό του λείψανο θάψαν τὴν ἄλλη μέρα |