Ὅσιος Πατάπιος ὁ Αἰγύπτιος

8 Δεκεμβρίου

Ὁ Ὅσιος Πατάπιος στὴν Αἴγυπτο ἐγεννήθη·
γιατρὸς εἶναι ὁ πατέρας του, φιλόσοφος ἐπίσης.

Τὸν ἐβαπτίσαν χριστιανὸ οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του,
εἶχαν δασκάλους χριστιανοὺς γιὰ τὴν ἀνατροφή του.

Μεγάλωσε ὁ Πατάπιος, ἦρθε σὲ ἡλικία,
τοῦ κόσμου αὐτοῦ ἐγνώρισε τὴ ματαιοδοξία.

Ἀγῶνες τ᾿ ἄρεσαν πολὺ ποὺ κάνουν οἱ πατέρες
Ἀντώνιος, Ἀθανάσιος ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες.

Ἀπὸ τὴν πόλι ἔφυγε, στὴν ἔρημο πηγαίνει,
μὲ τοὺς πατέρες ἄρεσε πάντα νὰ συντυχαίνῃ.

Πῆγε στὴν Ἀλεξάνδρεια ἐκεῖ γιὰ νὰ σπουδάσῃ,
στὴν κατηχητικὴ σχολὴ πολὺ νὰ ὡριμάσῃ.

Δίδυμο εἶχε δάσκαλο, δὲν ἔβλεπε στὰ μάτια,
μὰ ἡ ψυχή του ἔβλεπε οὐράνια παλάτια.

Νὰ τόνε κάνουν ἔπαρχο προσπάθησαν στὴ Θήβα,
σὲ μοναστῆρι τράβηξε Ταβεννησιωτῶν καλύβα.

Ἄσκηση κάνει, προσευχή, νηστεία, ἀγρυπνία,
Ἁγία Γραφὴ διάβαζε καὶ Ἁγίων τὰ βιβλία.

Δεκαοχτὼ ἐκάθησε ἐκεῖ στὸ μοναστῆρι,
τὸν ἐθαυμάζουν λαϊκοί, μὰ καὶ οἱ καλογῆροι.

Στὴ Θήβα τὸν ἐκάλεσαν ἐπίσκοπος νὰ γίνῃ,
ἀλλὰ αὐτὸς δὲν δέχτηκε ἀπὸ ταπεινοσύνη.

Στὴ Θήβα τότε ἔπεσε ἀρρώστια τῆς πανώλους
καὶ κάλεσαν τὸν ὅσιο νὰ θεραπεύσῃ ὅλους.

Πάλι καὶ ἐδῶ ἀρνήθηκε, μὰ μὲ δικό του τρόπο,
ἐγίνηκε θεραπευτὴς τῶν χριστιανῶν ἀνθρώπων.

Μὲ τὰ τριμμένα ράσα του σκέπαζε τὸ κεφάλι,
πῆγε τοὺς ἔκανε καλὰ καὶ ἀναχωροῦσε πάλι.

Ὅλους τοὺς ἐθεράπευε χωρὶς νὰ τὸν γνωρίσουν,
ἀπέφευγε τὸν ἔπαινο νὰ τὸν εὐχαριστήσουν.

Ἔφυγε ἀπαρατήρητος κρυφὰ ἀπὸ τὴν πόλι,
τότε τὸν ἐκατάλαβαν, ἦταν γιατρὸς γιὰ ὅλοι.

Οἱ ἄνθρωποι τὸ ἔμαθαν ποὺ ἤτανε στὴ Θήβα,
ἀρρώστους ἔκανε καλὰ στὴν φτωχικὴ καλύβα.

Θεράπευσε ἡγούμενο μέσα στὸ μοναστήρι,
ποὺ προσευχήθηκε θερμὰ μαζὶ μὲ καλογῆροι.

Παράλυτο ἕνα παιδὶ ἦταν ἐκ γενετῆς του
καὶ αὐτὸ τὸ ἐθεράπευσε ἔκανε προσευχή του.

Στὴ Θηβαΐδα ἔγινε γνωστὸ αὐτὸ τὸ θαῦμα,
μὰ ταπεινὸς ὁ ἅγιος τὸ κρύβει ἐν τῷ ἅμα.

Καὶ πάλι ὁ Πατάπιος στὴν ἔρημο πηγαίνει
καὶ ἐθεράπευε πολλοὺς ποὺ ἦταν ἀρρωστημένοι.

Πάει Κωνσταντινούπολι, μὰ πιάνει τρικυμία,
ὁ Ὅσιος ταξίδευε, μὰ ἔχει ψυχραιμία.

Κρατάει τὸ πηδάλιο καὶ πρὶν νὰ ξημερώσῃ,
ἡ τρικυμία στάθηκε, ὁ ὅσιος τὸ εἶχε σώσει.

Τὰ κύματα ἦσαν δυνατά, παίρνουν ἕνα παλληκάρι,
προσεύχεται ὁ ἅγιος, τὸν σῴζει ἕνα ψάρι.

Καὶ τὸ πετᾷ εἰς τὴ στεριὰ κοντὰ σὲ ἕνα λιμάνι,
τὸν ἅγιο εὐχαριστεῖ, τὴν προσευχή του κάνει.

Περνοῦν ἀπὸ τὴν Κόρινθο τὴν πόλι τὸ Λουτράκι
σπήλαιο βρίσκει ὁ ἅγιος ὡσὰν μοναστηράκι.

Στὴν Κόρινθο ἐζήτησε χάρι ἀπ᾿ τοὺς πατέρες,
στὴν Γερανείων τὴ μονὴ ποὺ ἦταν αὐτὲς τὶς μέρες.

Τοὺς παρακάλεσε πολὺ μετὰ τὸ θάνατό του,
στῶν Γερανείων τὴ μονὴ νὰ πᾶν᾿ τὸ λείψανό του.

Κορίνθιοι τοῦ πρότειναν νὰ γίνῃ ἐπίσκοπός τους,
ἀρνήθηκε ὁ ἅγιος καὶ χάθηκε ὁ σκοπός τους.

Πάει Κωνσταντινούπολι, μπαίνει σὲ μοναστήρι,
σκληραγωγοῦσε ἑαυτόν, δὲν ἔκανε χατίρι.

Στὴν πόρτα τοῦ μοναστηριοῦ βρισκόταν μιὰ μέρα·
ὅπου κηδεία πέρασε, νεκρὴ μιὰ θυγατέρα.

Περνώντας ἀπ᾿ τὸν Ὅσιο, ἡ νεκρὴ εὐθὺς ἀνέστη
καὶ τὸ σταυρό της ἔκανε μὲ σεβασμὸ καὶ ζέστη.

Κατέβηκε ἀπ᾿ τὸ φέρετρο καὶ τοῦ φιλεῖ τὸ χέρι
καὶ τ᾿ ὄνομα Πατάπιος στὰ χείλη της προφέρει.

Καὶ ἔγινε ὁ ἅγιος γνωστὸς ποὺ τὴν ἀκοῦσαν ὅλοι,
στοὺς μοναχοὺς καὶ λαϊκούς, μὰ ἀκόμα καὶ στὴν Πόλι.

Ἐκ γενετῆς σ᾿ ἕνα τυφλὸ κάνει τὴν προσευχή του,
τὸν ἐθεράπευσε ὁ Θεός, εἶδε τὴ φώτισί του.

Καὶ ὑδρωπικὸ ἐθεράπευσε πρησμένη τὴν κοιλία,
λάδι, κανδήλια ἄλειψε καὶ βρῆκε θεραπεία.

Νέος εἶχε δαιμόνιο καὶ τὸν ἐτυραννοῦσε,
κινδύνευε πολλὲς φορὲς καὶ τὸν ταλαιπωροῦσε.

Τοῦ ἔσκιζε τὰ ροῦχα του καὶ εἶχε γυμνοσύνη,
τὸν πήγαινε στὴ θάλασσα νὰ τόνε καταπίνῃ.

Τὸν ἐλυπήθη ὁ Θεὸς καὶ κατ᾿ οἰκονομία,
συνάντησε Πατάπιο νὰ βρῇ τὴν θεραπεία.

Ὅταν εἶδε τὸν ἅγιο, τὸ νέο τὸν ταράζει,
ἔτριζε τοὺς ὀδόντας του καὶ ἀφροὺς στὸ στόμα βγάζει.

Ἔκλαιγε τὸ δαιμόνιο τὸν ὅσιο σὰν βλέπει,
καὶ ἔλεγε σὰν παράπονο νὰ κατοικῇ ποὺ πρέπει.

Καὶ στὸν ἀέρα ἐσήκωσε εὐθὺς τὸ παλληκάρι,
κάτω τὸν πέταξε νὰ ξεραθῇ σὰν ψάρι.

Σταυρὸ κάνει ὁ ἅγιος μὲ τὸ δεξί του χέρι,
στὸ πνεῦμα τὸ ἀκάθαρτο λόγια Θεοῦ προφέρει.

Νὰ φύγῃ ἀπ᾿ τὸ νεαρό, στὴν ἔρημο νὰ πάῃ,
τὸ πνεῦμα τὸ ἀκάθαρτο ἐκεῖ νὰ κατοικάῃ.

Ἐβγῆκε τότε σὰν καπνὸς ἀπὸ τὸ παλληκάρι,
νέος δοξάζει τὸ Θεὸ γιὰ τὴν μεγάλη χάρι.

Γυναῖκα ἐθεράπευσε μὲ καρκινοπαθεία,
σκουλήκια εἶχε στὸ σῶμα της, δὲν ἔβλεπε ὑγεία.

Τῆς λέγει· -ἀθεράπευτο εἶναι τὸ πάθημά σου,
ἐὰν ἔχῃς πίστι εἰς τὸν Θεό, θὰ βρῇς τὴν γιατρειά σου.

Στενάζει τότε ἡ ἄρρωστη καὶ λέγει τοῦ ὁσίου·
-πιστεύω εἰς τὰ θαύματα Τριὰς ὁμοουσίου.

Τὴν σταύρωσε ὁ ἅγιος, γυνὴ ἐθεραπεύθη,
δόξαζε Θεὸν καὶ ὅσιον στὸν κόσμο ποὺ εὑρέθη.

Θαύματα ἔκανε πολλὰ διὰ Πνεύματος Ἁγίου,
μὰ ἔφθασε τὸ τέλος του Ὁσίου Παταπίου.

Ἐκλαίγανε οἱ μαθητὲς μαζὶ καὶ οἱ καλογῆροι
καὶ τοῦ παραπονιότανε ὅλοι στὸ μοναστήρι.

Μὴν τοὺς ἀφήσῃ μοναχοὺς δὲν θὰ ἔχουνε προστάτη,
Πατέρα νὰ τοὺς ὁδηγῇ στοῦ οὐρανοῦ τὰ βάθη.

Τότε τοὺς λέγει ὁ ἅγιος· -γιὰ μένα νὰ μὴν κλαῖτε
ψυχῆς μου τὴν παράκλησι εἰς τὸν Θεὸ νὰ λέτε.

Σταμάτησαν οἱ θρῆνοι τους, κάνει τὴν προσευχή του,
στὸν Κύριο παρέδωσε τὴν ἅγια ψυχή του.

Τὸ τετρακόσια ἑξήντα μετὰ Χριστοῦ ἦν τέλος τοῦ Ὁσίου
καὶ ἦταν ἡ μέρα τοῦ μηνὸς ὀγδόη Δεκεμβρίου.

Ὀγδόντα καὶ τριῶν χρονῶν ἦταν στὴν ἡλικία,
καὶ τὸν τιμᾷ ὡς ἅγιο Χριστοῦ ἡ Ἐκκλησία.

Τὸ ἱερό του λείψανο οἱ χριστιανοὶ ἐθάψαν,
Προδρόμου ἱερὰ Μονὴ καὶ τὸ ἐνταφιάσαν.

Πέρασαν χρόνια ἀρκετὰ τὸ λείψανο ἁγίου,
ἑβρέθηκε στὰ Γεράνεια, Μονὴ τοῦ Λουτρακίου.

Ὅταν τὸ ἀνακάλυψαν σὲ μία σπηλιὰ κρυμμένο,
λειψανοθήκη ἔκαναν καὶ εἶναι ἀσφαλισμένο.

Στὸ σπήλαιο ἀργότερα ἱερὰ Μονὴ ἱδρύθη,
κοινόβιο καλογραιῶν ἐκεῖ φιλοξενήθη.

Μονάζουν μέχρι σήμερα εἰς τὴν Μονὴν ἁγίου
καλόγριες σεβάσμιες πρὸς δόξα τοῦ Κυρίου.

Ἀπ᾿ τὸ Λουτράκι πήγαιναν καὶ ἄλλα μέρη ἀκόμα,
ἐπροσκυνοῦσαν καὶ ἔπαιρναν ἀπ᾿ τοῦ ἁγίου τὸ σῶμα.

Ἔκοβαν ἀπ᾿ τὸ λείψανο ἀπὸ ἕνα κομματάκι,
τὸ ἔπαιρναν γιὰ φυλαχτὸ μαζὶ ἀπ᾿ τὸ Λουτράκι.

Ἀλλὰ μὲ ὕφος αὐστηρὸ τότε ἑνὸς ἀνθρώπου,
στὸν ὕπνο του τὸν ξύπνησε, τοῦ εἶπε ἐπὶ τόπου.

Νὰ στρέψουνε τὰ φυλαχτὰ εἰς τὴν Μονὴ τ᾿ Ἁγίου
γιατὶ εἶχε παραμορφωθῆ τὸ πρόσωπο ὁσίου.

Ἀρρώστεια τότε φοβερὴ ἔπεσε στὸ Λουτράκι
αὐτὸ δὲν τὸ ἤθελε ὁ Θεὸς νὰ αἰσθανθοῦν λιγάκι.

Τρόμαξαν καὶ ἐπέστρεψαν ὅλοι τὰ φυλαχτά τους
καὶ στὸ Λουτράκι οἱ ἄρρωστοι εὑρῆκαν τὴν ὑγειά τους.

Ἡ γυναικεία αὐτὴ μονὴ τοῦ Ὁσίου Παταπίου
ἔγινε πανελλήνιος πρὸς δόξα τοῦ Κυρίου.

Ἀπέναντι στὴν Κόρινθο, πιὸ πάνω ἀπ᾿ τὸ Λουτράκι,
στὰ ὄρη τὰ Γεράνεια εἶν᾿ τὸ μοναστηράκι.

Πᾶνε ἐκεῖ προσκυνητὲς μὲ οἰκογένειά τους
καὶ προσκυνοῦν τὸν ἅγιο καὶ βρίσκουν γιατρειά τους.

Μεγάλη εἶναι ἡ μορφὴ τοῦ Ὁσίου Παταπίου
θαυματουργεῖ παντοτινὰ πρὸς δόξα τοῦ Κυρίου.

Προσεύχου πάντα Ὅσιε ποὺ ἔχεις παρρησία,
νὰ ἔχουμε οἱ ἁμαρτωλοὶ τὴ θεία εὐλογία.