17 Ἰουλίου
Δοξάζουμε ὅλοι τὸν Θεόν, χριστιανικὴ θρησκεία, Ὅταν διαβάζῃ ὁ χριστιανὸς τοὺς βίους τῶν ἁγίων, Μᾶς δίνει ἕνα παράδειγμα καὶ ἡ ἁγία Μαρίνα Γεννήθηκε σ᾿ ἕνα χωριό, λεγόταν Πισιδία, Εἰδωλολάτρες οἱ γονεῖς, πατέρας ἱερέας, Τὴ γέννησε ἡ μητέρα της, ὅμως σὲ λίγο χρόνο Καὶ τότε ὁ Αἰδέσιος ρωτᾷ καὶ ἐξετάζει Μαρίνα ἐμεγάλωνε, μέρα μὲ τὴν ἡμέρα, Ὀρφάνεια δὲν τὴν ἔβλαψε, ἦταν εὐτυχισμένη, Στὸ περιβάλλον ἄκουγε γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστι, Γιὰ τοὺς ἁγίους μάθαινε ὅτι ἀγωνιζόταν, Ἔμεινε νύχτες ἄυπνη, τοὺς ἅγιους σκεπτόταν, Παρακαλοῦσε τὸν Θεὸν νὰ τὴν καταξιώσῃ, Ἦταν δεκατριῶν ἐτῶν τότε στὴν ἡλικία, Διαλαλοῦσε πάντοτε πὼς στὸ Χριστὸ πιστεύει, Τὸ ἔμαθε ὁ πατέρας της ποὺ εἴδωλα προσκυνοῦσε, Ἐνεύριασε στὴν κόρη του, προστάζει νὰ θυσιάσῃ, Νὰ ἀρνηθῇ καὶ τὸν Χριστόν, νὰ τὸν ἀκολουθήσῃ Μὲ πεῖσμα τὸν πατέρα της ἐκείνη τὸν ἐλέγχει, Κι ὅτι ἡ ἀλήθεια βρίσκεται εἰς τοῦ Χριστοῦ θρησκεία, Θηρίο ἔγινε ἀνήμερο, ἡ κόρη τὸν προσβάλλει, Λύσιν εὑρίσκει ὁ Αἰδέσιος καὶ τὴν ἀποκληρώνει, Μαρίνα ἦταν νεαρή, στὰ δεκαπέντε χρόνια, Δὲν στεναχωρέθηκε ποὺ ἀπόπαιδο εἶχε γίνει, Εἶχε διπλὴ τὴν ὀμορφιὰ εἰς τὴν ψυχὴ καὶ σῶμα, Μιὰ ἡμέρα ἕνας ἔπαρχος στὴν πόλι Ἀντιοχεία, Τὸν θάμπωσε τὸ κάλλος της καὶ εἶχεν ἐπιθυμία Καὶ διατάζει τὸν στρατό, τὴν ἔφεραν μπροστά του, Τὴν ἐρωτάει πῶς λέγεται καὶ ποιὰν ἔχει θρησκεία Μαρίνα μὲ φωνάζουνε ὅλοι τὸ ὄνομά μου, Εἰδωλολάτρης ἔπαρχος εἶδε πὼς δὲν ἐπείσθη· Τὴν ἄλλη ἡμέρα γιόρταζαν μεγάλο πανηγύρι, Βγάζουν ἀπὸ τὴ φυλακὴ τὴ νεαρὴ Μαρίνα, Νὰ θυσιάσω εἴδωλα, ποτέ μου δὲν τὸ κάνω, Ἔξαλλος ἦν ὁ ἔπαρχος Μαρίνα τὸν προσβάλλει, Δὲν μὲ φοβίζουν ἀπειλές, τοῦ λέγει ἡ Ἁγία, Ντροπιάστηκε ὁ Ὀλύβριος ἀμέσως διατάζει Μὲ ροζιασμένα ρόπαλα τὸ σῶμα της ματώνει Μπαίνει ξανὰ στὴ φυλακή, τὴν πίστι δὲν ἀλλάζει Ἔγινε μαῦρο τὸ κορμὶ μὲ τὸ μαρτύριό της, Μπῆκε ξανὰ στὴ φυλακή, ἐκεῖ νὰ χουζουρέψῃ, Ἔγινε δράκος ἄγριος, σφύριζε στὸ σκοτάδι, Μαρίνα δὲν ἐδειλίασε· κάνει τὴν προσευχή της· Τὴν φοβερίζει ὁ σατανᾶς, ψεύτικη φαντασία, Κάνει σημεῖον τοῦ Σταυροῦ καὶ εὐθὺς τὴν προσευχή της, Καὶ δεύτερη ἐπίθεσιν ὁ σατανᾶς τῆς κάνει, Μαρίνα δὲν ἐτρόμαξε, ἕνα σφυρὶ ἁρπάζει Ὁ σατανᾶς τὴν ἔπιασε γιὰ νὰ τὴν βασανίσῃ, Χτυπιοῦνται, κλαῖνε οἱ δαίμονες γιὰ τὴν ἀποτυχία, Πανηγυρίζουν οὐρανοὶ τὴν νίκη τῆς Ἁγίας, Ἕνας πελώριος Σταυρός, ποὺ πάνω στὴν κορφή του, Ὅλα μαζὶ φανέρωναν τὴν θείαν ὀπτασία, Σταυρὸς ἐσήμαινε Υἱὸν καὶ φῶς εἰς τὸν Πατέρα Ἐμίλησε ἡ περιστερὰ καὶ λέγει στὴ Μαρίνα, Καὶ πλησιάζει ὁ καιρὸς νὰ πάρῃ τὸ στεφάνι, Βλέπει εὐθὺς τὸ σῶμα της καὶ εἶχε γίνει θαῦμα, Εἶναι εὐτυχία καὶ χαρὰ καὶ τὸν Θεὸ δοξάζει, Τὴν βγάλαν ἀπ᾿ τὴ φυλακή, ἦταν θεραπευμένη, Σὲ λυπηθῆκαν οἱ θεοὶ διὰ τὴν ὀμορφιὰν σου, Ἐκείνη τοῦ ἀποκρίθηκε· εἶναι νεκροὶ οἱ θεοί σου, Ἐμένα μὲ ἐγιάτρεψε ὁ Ἰησοῦς Χριστός μου Σὰν τ᾿ ἄκουσε ὁ ἔπαρχος, ἔτρεμε στὰ σαγόνια, Τὴν ἔγδυσαν, τὴν ἔκαιγαν κορμὶ μὲ τὶς λαμπάδες, Ὑπέμεινε καρτερικά, κάνει τὴν προσευχή της, Μέσ᾿ τὸ καζάνι ἔριξαν τὴν κεφαλὴ τῆς κάτω, Ἡ Ἁγία κάνει προσευχὴ μὲ βροντερὴ φωνή της, Ὅλα τρέμουν συθέμελα, γίνεται μέγα θαῦμα, Τὸ περιστέρι ἔφερε μαζί του ἕνα στεφάνι, Πάνω σ᾿ ἀστραφτερὸ Σταυρὸ περιστερὰ καθίζει, Τὸ περιστέρι ἔλεγε θεία παραγγελία, Χιλιάδες ἐπιστέψανε εἰς τοῦ Χριστοῦ θρησκεία, Σὰν ἐπιστέψαν στὸ Χριστό, ἔπαρχος διατάζει, Ἄνδρες ἔσφαξε ὁ ἔπαρχος, δίχως πολλὲς κουβέντες, Κατάλαβε ὁ ἔπαρχος, Μαρίνα ἦν ἡ αἰτία, Γι᾿ αὐτὸ τὸ συντομότερο εἶχεν ἀποφασίσει, Σὰν βγῆκε ἡ διαταγὴ σὲ τόπο καταδίκης, Κόσμος τὴν παρακολουθεῖ, ἐκείνη τοὺς διδάσκει, Γιὰ τοὺς ἀμετανόητους ἔκλαιγε ἡ Ἁγία, Ἔγινε τότε ἕνας σεισμός, ὁ δήμιος ὑποφέρει, Ὅμως τὸν ἐνεθάρρυνε καὶ τότε ἡ Ἁγία. Ὁλόλευκη ἡ ψυχούλα της στὸν οὐρανὸ ἀνεβαίνει, Δεκαέξι ἤτανε ἐτῶν, τότε εἰς τὴν ζωή της, Διακόσια ὀγδόντα ἕξι μετὰ Χριστὸν κι ἡμέρα μαρτυρίου Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας τότε τήνε γιορτάζει, Εἰς τὴν Κωνσταντινούπολι λείψανα τῆς Ἁγίας, Πολλὰ εἶν᾿ τὰ χαρίσματα ποὺ εἶχε ἡ Ἁγία, Ναὸν Ἅγιον ἔκτισαν, βρίσκεται στὴν Ἀθῆνα, Χάριν λαμβάνει ἀπ᾿ τὸ Θεό, προστάτις στὰ παιδία, Ἂν τὴν ζηλεύουν νεαρὲς νὰ εἶναι καὶ αὐτὲς κοντά της, Μὲ προσοχὴ τὸ βίον της ὅ,ποιος τὸ μελετήσῃ, Ἀπὸ μικρὴ ὀρφάνεψε δὲν γνώρισε μητέρα, Ὁ σαρκικὸς πατέρας της ἀπόπαιδο τὴν κάνει, Μικρὴ ἐπεριφρόνησε νεανικά της χρόνια Πολέμησε τὸ σατανᾶ καὶ τὰ τεχνάσματά του, Θεὸς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἔβλεπε τὸν ἀγῶνα, Ἁγία Μαρίνα νεαρά, κάνε τὴν προσευχή σου, |