Καθὼς ὁ Κύριος πορεύεται στὸ ἑκούσιο Πάθος γιὰ μᾶς καὶ γιὰ τὴν σωτηρία μας, ὁδηγεῖται καὶ ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου γιὰ ἀνάκρισι καὶ τελικὴ ἔγκρισι τῆς θανατικῆς ποινῆς, ποὺ τοῦ ἐπέβαλε τὸ Συνέδριο τῶν Ἰουδαίων.
Ὁ Πιλάτος, ἄνθρωπος μὲ φιλοσοφικὲς ἀναζητήσεις, ὅταν ἄκουσε ἀπὸ τὸν Κύριο ὅτι ἡ βασιλεία Του δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου καὶ ὅτι ἦλθε νὰ μαρτυρήση «τῇ ἀληθείᾳ», δηλαδὴ νὰ φανερώση τὴν ἀλήθεια, ἐρώτησε: «Τί ἐστὶν ἀλήθεια» (Ἰωάν. ιη´ 38). Δὲν περίμενε τὴν ἀπάντησι, προφανῶς, γιατὶ ἤξερε ὅτι κανένας φιλόσοφος δὲν μπόρεσε νὰ δώσῃ ἱκανοποιητικὴ ἀπάντησι. Πολλῷ μᾶλλον δὲν περίμενε τὴν ἀπάντησι ἀπὸ ἕνα ὑπόδουλο στοὺς Ρωμαίους Ἑβραῖο, ποὺ οἱ συμπατριῶται του τὸν ἔκριναν ἔνοχο θανάτου. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἰησοῦς παρότι πολλὲς φορὲς ὡμίλησε γιὰ τὴν ἀποστολή Του νὰ φέρη στὸν κόσμο τὴν Ἀλήθεια, δὲν ἀπήντησε στὸν Πιλάτο. Ὁ Πιλάτος δὲν ἔλαβε ἀπάντησι, γιατὶ δὲν ἐρώτησε σωστά. Ἐὰν ἐρωτοῦσε ὄχι «τί ἐστὶν ἀλήθεια» ἀλλὰ «τίς ἐστὶν Ἀλήθεια», θὰ ἐλάμβανε τὴν ἀπάντησι: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ Ἀλήθεια» (Ἰωάν. ιδ´ 6).
Γράφει ὁ π. Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ: «Ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ φιλοσοφία θέτουν στὸν ἑαυτό τους τὸ ἐρώτημα «τί ἐστὶν ἀλήθεια», ἐνῶ ἡ γνήσια χριστιανικὴ συνείδηση ἀποτείνεται πρὸς τὴν ἀλήθεια ρωτώντας «τίς». Οἱ ἐκπρόσωποι τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς φιλοσοφίας συχνᾶ θεωροῦν τοὺς χριστιανοὺς ὀνειροπόλους χωρὶς βάθος, ἐνῶ γιὰ τὸν ἑαυτό τους ἔχουν τὴ γνώμη πὼς πατοῦν σὲ στέρεη βάση καὶ γι᾿ αὐτὸ αὐτοαποκαλοῦνται «θετικιστές». Κατὰ παράδοξο τρόπο δὲν ἀντιλαμβάνονται τὸν ἀφηρημένο χαρακτήρα ποὺ ἔχει τὸ «τί» τους. Δὲν καταλαβαίνουν πὼς ἡ Ἀλήθεια, ἡ συγκεκριμένη, ἡ ἀπόλυτη, μπορεῖ νὰ εἶναι μόνο «τίς» καὶ σὲ καμμία περίπτωση «τί». Γιατὶ ἡ Ἀλήθεια δὲν εἶναι ἕνας θεωρητικὸς τύπος ἢ μία ἀφηρημένη ἰδέα, ἀλλὰ ἡ Αὐτοζωή, τὸ «Ἐγώ εἰμι» (Ἰωάν. η´ 58), («Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης», σελ. 119).
Πράγματι, ὁ Κύριος δὲν ἐνηνθρώπησε γιὰ νὰ εἰσηγηθῆ μία νέα φιλοσοφικὴ πρότασι γιὰ τὴν ἀλήθεια ἢ ἔστω καὶ μία νέα ἠθικὴ συμπεριφορὰ ἢ μία νέα μεταξὺ ἄλλων θρησκεία, ἀλλὰ γιὰ νὰ φέρη στὸν κόσμο σαρκωμένη τὴν Ἀλήθεια, τὸν ἑαυτό Του. Ἔκτοτε γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὁ Χριστός. Κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Θεολόγο καὶ Εὐαγγελιστή: «ὁ νόμος διὰ Μωϋσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο» (Ἰωάν. α´ 17).
Καὶ ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ Ἀλήθεια, ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν πλάνη καὶ ἄγνοια καὶ σώζει τὸν ἄνθρωπο: «γνώσεσθε τὴν Ἀλήθειαν, καὶ ἡ Ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰωάν. η´ 32). Ὑπάρχουν πολλὲς ἀπόψεις γιὰ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ ἕνας μόνος εἶναι ἡ Ἀλήθεια.
Αὐτὸν τὸν Χριστὸ - Ἀλήθεια προεφήτευσαν οἱ Προφῆται, ἐκήρυξαν οἱ Ἀπόστολοι, ὡμολόγησαν οἱ Μάρτυρες, ἐδογμάτισαν οἱ Πατέρες.
Αὐτὸς ὁ Χριστὸς εἶναι «φῶς ἐκ φωτός, Θεὸς ἀληθινὸς ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, ὁμοούσιος με τὸν Πατέρα».
Αὐτὸς ὁ Χριστὸς ἕνωσε, τελικὰ καὶ ἀδιάσπαστα, τὴν θεία φύση μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύσι στὴν ὑπόστασί Του, στὸ ἕνα πρόσωπό Του, στὸ πρόσωπο τοῦ Λόγου.
Αὐτὸς ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ Ἀλήθεια, γιατὶ μὲ τὸν θάνατό Του νικᾶ τὸν θάνατό μας καὶ μὲ τὴν Ἀνάστασί Του μᾶς χαρίζει τὴν αἰώνιο ζωή.
Αὐτὴν τὴν Χριστοαλήθεια δὲν μποροῦμε νὰ τὴν συμβιβάσουμε μὲ τὶς «ἀλήθειες» τῶν ἄλλων θρησκειῶν καὶ ἄλλων πίστεων. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὅλη ἡ Ἀλήθεια. Δὲν εἶναι ἡ μισὴ Ἀλήθεια, ποὺ πρέπει νὰ συμπληρωθῆ ἀπὸ ἄλλες ἀλήθειες.
Ἔχοντας αὐτὴν τὴν πίστι καὶ ὁ μεγάλος Ντοστογιέφσκη ἔγραψε: «Πιστεύω ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ Ἀλήθεια, ἀλλὰ ἐὰν μὲ πείση κανεῖς ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ἀλήθεια, ἐγὼ θὰ προτιμοῦσα νὰ εἶμαι μὲ τὸν Χριστὸ παρὰ μὲ τὴν ἀλήθεια». Ὁ Ντοστογιέφσκη καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι πιστοὶ Χριστιανοὶ πράγματι προτιμοῦμε, πιστεύουμε στὴν προσωποποιημένη καὶ σαρκωμένη Ἀλήθεια καὶ ὄχι σὲ κάποιες ἀπρόσωπες ἀλήθειες, ἰδέες.
Στὴν Ρωσία, στὰ χρόνια τοῦ μαχητικοῦ ἀθεϊσμοῦ, κάποιος κομματικὸς παράγων προσπάθησε μὲ μία «ἐπιστημονική» ὁμιλία του νὰ πείση τὸ ἀκροατήριό του ὅτι ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ εἶναι μύθος. Ἐνόμισε ὅτι ὅλοι ἐπείσθησαν. Ὅταν ἐρώτησε, ἐὰν κάποιος ἔχῃ νὰ εἰπῆ κάτι, ἐζήτησε τὸν λόγο ἕνας εὐσεβῆς Ρῶσος, ὁ ὁποῖος εἶπε δυὸ λέξεις μόνον: «Χριστὸς Ἀνέστη». Ὅλο τὸ ἀκροατήριο ἐβροντοφώνησε: «Ἀληθῶς Ἀνέστη». Ἡ σαρκωμένη Ἀλήθεια, ὁ Χριστός, ἐνίκησε τὶς «ἀλήθειες» τοῦ κόσμου τούτου.
Οἱ σταυρωταὶ τοῦ Κυρίου προσπάθησαν νὰ κρύψουν τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως καὶ νὰ συκοφαντήσουν τοὺς μαθητὰς ὅτι ἔκλεψαν τὸν Κύριο ἀπὸ τὸν Τάφο. Δὲν μᾶς εἶπαν ὅμως πῶς αὐτοί, οἱ κατ᾿ αὐτοὺς ἀπατεῶνες μαθηταί, ἐκήρυξαν τὸν Σταυρωθέντα καὶ Ἀναστάντα Κύριό σε ὅλο τὸν κόσμο καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη Του ὑπέστησαν διωγμούς, βασανιστήρια καὶ φρικτοὺς θανάτους.
Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται. Σύγχρονοι σταυρωταὶ τοῦ Κυρίου συκοφαντοῦν τὸν Ἀναστάντα Κύριο. Προσπαθοῦν νὰ τὸν γελοιοποιήσουν, χρησιμοποιώντας τὸν τύπο, τὰ ραδιόφωνα, τὶς τηλεοράσεις, τὸ διαδίκτυο. Κυκλοφοροῦν Dvd-video μὲ βλάσφημες, ψευδεῖς καὶ ἀναπόδεικτες κατηγορίες κατὰ τοῦ Κυρίου, ποὺ διὰ μεγάλων καθημερινῶν ἐφημερίδων καὶ περιοδικῶν μπαίνουν σὲ κάθε σπίτι, ὥστε μικροὶ καὶ μεγάλοι νὰ κλονίζωνται στὴν πίστι τους, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει καὶ ἡ δυνατότης νὰ ἀκούσουν καὶ τὴν ἄλλη ἄποψι. Αὐτὸν τὸν στόχο ἐξυπηρετεῖ καὶ ἡ νεοποχίτικη πανθρησκειακὴ κίνησι τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἐξισώση τὸν Θεάνθρωπο Κύριο καὶ τὴν Ἁγία μας Ὀρθόδοξο πίστι μὲ τὶς ἄλλες θρησκεῖες καὶ ἄλλες ὁμολογίες.
Φοβεροὶ ἐχθροὶ τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξαν οἱ αἱρέσεις. Φοβερώτερος ὅλων εἶναι ὁ Συγκρητισμός, δηλαδὴ ἡ ἀνάμιξις καὶ σχετικοποίησις κάθε πίστεως. Ὑποβαθμίζει, μειώνει, ὑποσκάπτει ὄχι κάποιο ἀπὸ τὰ δόγματα ἀλλὰ ὅλα τὰ δόγματα, δηλαδὴ ὅλη τὴν Ἀλήθεια, τὸν Θεάνθρωπο Κύριο, γιὰ νὰ ἀνοίξη τὸν δρόμο στὴν Πανθρησκεία τῆς Νέας Ἐποχῆς, μὲ τὴν πίεση τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς.
Ἡ ἀπάντησίς μας σ᾿ αὐτὸν τὸν γενικευμένο πόλεμο κατὰ τῆς Ἀληθείας - Χριστοῦ θὰ πρέπη νὰ εἶναι ἡ μὲ παρρησία ὁμολογία μας ὅτι μόνος ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ μόνη Ἀλήθεια καὶ γι᾿ αὐτὸ ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου, καὶ μόνον ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἀληθινή, ἀποστολική, ἀκαινοτόμητη συνέχεια τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς Ἐκκλησίας τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων.
Ὁμολογοῦμε τὴν πίστι μας, ἔστω καὶ ἐὰν γι᾿ αὐτὴν τὴν ὁμολογία ὑφιστάμεθα ἢ θὰ ὑποστοῦμε στὸ μέλλον ἐντονώτερο κοινωνικὸ ἀποκλεισμό.
Καιρὸς μαρτυρίας καὶ μαρτυρίου γιὰ τὴν ὁμολογία τοῦ Σταυρωθέντος καὶ Ἀναστάντος Χριστοῦ, τῆς Αὐτοαληθείας καὶ σωτηρίας μας.
Χριστὸς Ἀνέστη!
Ἀληθῶς Ἀνέστη!
(Πηγή: «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ» 5/4/2007)