«Φοβερὸν καὶ παράδοξον μυστήριον σήμερον ἐνεργούμενον καθορᾶται· ὁ ἀναφὴς (ἀψηλάφητος), κρατεῖται· δεσμεῖται, ὁ λύων τὸν Ἀδὰμ τῆς κατάρας· ὁ ἐτάζων (αὐτὸς ποὺ ἐρευνᾶ καὶ γνωρίζει) καρδίας καὶ νεφρούς, ἀδίκως ἐτάζεται (ἀνακρίνεται)· εἱρκτὴ κατακλείεται, ὁ τὴν ἄβυσσον κλείσας. Πιλάτω παρίσταται, ᾧ τρόμω παρίστανται οὐρανῶν αἱ δυνάμεις· ραπίζεται χειρὶ τοῦ πλάσματος, ὁ Πλάστης· ξύλῳ κατακρίνεται, ὁ κρίνων ζωντας καὶ νεκρούς· τάφῳ κατακλείεται, ὁ καθαιρέτης τοῦ ᾍδου...».
Τὸ μυστήριον τῶν Παθῶν καὶ τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου μας εἶναι ὄντως φοβερὸν καὶ παράδοξον, διότι ὑπερβαίνει τὴν συνήθη λογική μας καὶ τὰ ἀνθρώπινα μέτρα. Παράδοξο, διότι κατὰ τὸν ἅγιο Ἐπιφάνιο Κύπρου «αὐτὸς ἣν ὁ πάσχων καὶ μὴ πάσχων», παθητὸς κατὰ τὴν ἀνθρωπίνη φύσι, ἀπαθὴς κατὰ τὴν θεότητα.
Ἔκστασις μᾶς καταλαμβάνει καθὼς βλέπουμε τὸν Θεὸν σταυρούμενον. Ὅπως λέγει καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος· «Τί τούτου παραδοξότερον, Θεὸν σταυρούμενον βλέπειν, καὶ τοῦτον μετὰ ληστῶν, καὶ ὑπὸ τῶν παριόντων (περαστικῶν) γελώμενον τὸν ἀνάλωτον (ἀκατανίκητον) καὶ τοῦ παθεῖν ὑψηλότερον»1; Τέτοια ἔκστασις εἶχε καταλάβει καὶ τοὺς θεωροῦντας τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου Ἰουδαίους· «καὶ ἔκστασις ἔλαβεν ἅπαντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν καὶ ἐπλήσθησαν φόβου λέγοντες ὅτι, εἴδομεν παράδοξα σήμερον»2.
Οἱ ὀπαδοὶ τῶν ἄλλων θρησκειῶν ὄχι μόνον δὲν πιστεύουν σὲ Θεὸν σταυρωθέντα ἀλλὰ καὶ σκανδαλίζονται ἀπὸ τὴν ἰδική μας πίστι. Ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Κυρίου εἶναι κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο γιὰ τοὺς Ἰουδαίους σκάνδαλο καὶ γιὰ τοὺς Ἕλληνες (εἰδωλολάτρες καὶ φιλοσόφους) μωρία. Γιὰ μᾶς ὅμως τοὺς Χριστιανοὺς εἶναι καύχησις, Θεοῦ δύναμις καὶ Θεοῦ σοφία3.
Ἀναφέρει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅτι κάποιος ἐρώτησε εἰρωνικὰ ἕνα Χριστιανό, ἐὰν πιστεύῃ σὲ Θεὸ ἐσταυρωμένο, καὶ ἐκεῖνος ἀπήντησε ὅτι πιστεύει σ᾿ Αὐτὸν ποὺ ἐσταύρωσε τὴν ἁμαρτία4.
Αὐτὸς ὁ Ἐσταυρωμένος Θεός μας ποτὲ δὲν ἠθέλησε νὰ προσηλυτίσῃ ὀπαδούς, ἐξωραΐζοντας τὶς δυσκολίες τοῦ ἀγῶνος τῶν πιστευόντων σὲ Αὐτὸν ἢ ὑποσχόμενος ἄνετη ζωή. Ἀντίθετα ἐζήτησε ἀπὸ τοὺς μαθητάς Του, ἂν θέλουν νὰ τὸν ἀκολουθήσουν, νὰ ἄρουν καὶ αὐτοὶ τὸν Σταυρό τους ἀγωνιζόμενοι κατὰ τῆς φιλαυτίας, τοῦ ἐγωϊσμοῦ καὶ τῶν παθῶν τους. Οἱ ἀναρίθμητοι ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ ἀσκηταὶ τῆς ἐρήμου καὶ πλῆθος ἁπλῶν καὶ ταπεινῶν Χριστιανῶν συμμερίσθηκαν διὰ μέσου τῶν αἰώνων τὴν σταυρικὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ.
Μόνον οἱ ἐκκοσμικευμένοι Χριστιανοὶ ἀφαιροῦν ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας τὸν σταυρικό της χαρακτήρα. Αὐτοὶ ὁμοιάζουν μὲ τὸν ἀπόστολο Πέτρο ποὺ ἐζήτησε ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ ἀποφύγῃ τὸν σταυρικὸ θάνατο, ἀλλὰ γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος τὸν ἐπετίμησε πολὺ αὐστηρά.
Καὶ οἱ σταυρωταὶ τοῦ Κυρίου τὸν καλοῦσαν νὰ κατεβῇ ἀπὸ τὸν Σταυρὸ γιὰ νὰ πιστεύσουν. Ἀλλὰ τί θὰ ἦταν ὁ Χριστὸς χωρὶς Σταυρὸ καὶ τί θὰ ἦταν ἡ πίστις μας χωρὶς Χριστὸν σταυρωθέντα καὶ ἀναστάντα ἐκ τῶν νεκρῶν, χωρὶς τὴν Μητέρα καὶ τοὺς φίλους τοῦ Λυτρωτοῦ, ποὺ διὰ μέσου τῶν αἰώνων συνεσταυρώθησαν καὶ συνανεστήθησαν μὲ Αὐτόν;
Ὁ Ἀντίχριστος ὑπόσχεται νὰ σώσῃ τὸν κόσμο χωρὶς Σταυρό. Σύμφωνα μὲ μία ὡραία ἑρμηνεία τοῦ ἀριθμοῦ 666 –συμβόλου τοῦ Ἀντιχρίστου, ποὺ στὰ ἑλληνικὰ γράφεται χξς´–, ὁ Ἀντίχριστος θὰ εἶναι «Χριστὸς Ξένος Σταυροῦ». Πολλοὶ τέτοιοι ἀντίχριστοι, πρόδρομοι τοῦ τελικοῦ Ἀντιχρίστου, ἐφάνησαν στὸν κόσμο. Ἀντὶ τῆς εὐτυχίας ποὺ ὑποσχέθηκαν στοὺς ἀνθρώπους, ἄφησαν ἐρείπια. Θέλησαν νὰ σώσουν τὸν κόσμο σταυρώνοντας τοὺς ὑποτιθεμένους ἐχθρούς τους καὶ ὄχι σταυρούμενοι γι᾿ αὐτούς, ὅπως ἔκανε ὁ Κύριος ποὺ σταυρώθηκε γιὰ τοὺς σταυρωτάς Του καὶ προσηύχετο πρὸς τὸν Πατέρα Του· «Πάτερ, ἅφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι»5.
Μήπως οἱ λεγόμενοι σταυροφόροι τοῦ Μεσαίωνος καὶ οἱ σημερινοὶ ποικίλοι διάδοχοί τους δὲν σταυρώνουν τὸν Χριστὸ στὰ πρόσωπα χιλιάδων ἀθώων ἀνθρώπων; Δι᾿ αὐτοὺς βλασφημεῖται τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ στὰ ἔθνη.
* * *
Παράδοξα, κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας, δὲν εἶναι μόνον ὁ Σταυρὸς καὶ ἡ Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου ἀλλὰ ὅλα τὰ μυστήρια τῆς σωτηρίας μας.
Παράδοξος, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰγνάτιο τὸν Θεοφόρο, ὁ τοκετὸς τῆς Παρθένου Μαρίας.
Παράδοξος ἡ σάρκωσις τοῦ Λόγου, κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο· « Ὢ τῆς καινῆς μίξεως! Ὢ τῆς παραδόξου κράσεως! Ὁ ὤν, γίνεται· καὶ ὁ ἄκτιστος, κτίζεται· καὶ ὁ ἀχώρητος χωρεῖται».
Παράδοξο, κατὰ τὸν ἅγιο Ἱππόλυτο, τὸ «πῶς ὁ ἀκατάληπτος ἀγγέλοις καὶ ἀόρατος ἀνθρώποις ἐπὶ τὸ βάπτισμα ἔρχεται ὡς ηὐδόκησεν».
Παράδοξος, κατὰ τὸν ἴδιο Πατέρα, καὶ ἡ εἰς ᾍδου κάθοδος καὶ ἡ παρουσία Του στὰ καταχθόνια.
Παράδοξος ἡ ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασίς Του.
Παράδοξος ἡ εἰς οὐρανοὺς Ἀνάληψίς Του.
Παράδοξο καὶ τὸ γεγονὸς τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς.
Παράδοξος, κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, καὶ ἡ δευτέρα κοινωνία, τὴν ὁποία ὁ Κύριος συνῆψε μὲ τὸν ἄνθρωπο διὰ τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεως τῶν δυό Του φύσεων, πολὺ παραδοξοτέρα τῆς πρώτης στὸν Παράδεισο κοινωνίας· «ὅσῳ πρῶτον τοῦ κρείττονος μεταδούς, ὕστερον μετέλαβε θέλων τοῦ χείρονος, ἵνα καὶ τὴν εἰκόνα σώσῃ καὶ τὴν σάρκα ἀθανατίσῃ».
Παράδοξο, κατὰ τὸν ἅγιο Δαμασκηνό, εἶναι καὶ τὸ Μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος· «Μίαν θεότητα... ἐν τρισὶ τελείαις ὑποστάσεσι γνωριζομένην καὶ προσκυνουμένην... ἀσυγχύτως ἡνωμέναις καὶ ἀδιασπάστως διαιρουμέναις».
Ὅλα αὐτὰ τὰ Μυστήρια τὰ προσεγγίζουμε μὲ τὴν πίστι καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριο, ποὺ σημαίνει σταύρωμα τῆς περιωρισμένης ἀνθρωπίνης λογικῆς, γιὰ νὰ ὑψωθοῦμε στὴν θεία λογική. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινὴ χριστιανικὴ ταπείνωσις, νὰ δεχόμαστε ὅτι τὰ μυστήρια αὐτὰ δὲν κατανοοῦνται μὲ τὴν πτωχὴ λογικὴ τοῦ πεσόντος ἀνθρώπου καὶ ὅτι, ἐνῶ δὲν εἶναι παράλογα, εἶναι ὑπέρλογα. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἔλεγε ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι θεολογοῦμε ἁλιευτικῶς καὶ ὄχι ἀριστοτελικῶς, δηλαδὴ κατὰ τὸν τρόπο τῶν ἁλιέων (Ἀποστόλων) καὶ ὄχι τῶν φιλοσόφων.
Ὁ μακαριστὸς Βλαδίμηρος Λόσκυ ἔβλεπε νὰ ὑπάρχη στὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μία ἀντινομία· «Διὰ τὸν λόγον αὐτὸν τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας παρουσιάζονται συχνὰ εἰς τὸ ἀνθρώπινον λογικὸν ὑπὸ τὸ σχῆμα ἀντινομιῶν τόσον περισσότερον ἀδιαλύτων, ὅσον τὸ μυστήριον, τὸ ὁποῖον ἐκφράζουν, εἶναι μεγαλοπρεπέστερον. Δὲν πρόκειται προσαρμόζοντες τὸ δόγμα εἰς τὴν ἀνθρωπίνην διάνοιαν νὰ καταργήσωμεν τὴν ἀντινομίαν, ἀλλὰ νὰ μεταβάλωμεν τὸ πνεῦμα μας, διὰ νὰ δυνηθῶμεν νὰ φθάσωμεν εἰς τὴν θεωρίαν τῆς ἀληθείας, ἡ ὁποία μας ἀποκαλύπτεται, ἐνῶ ὑψούμεθα πρὸς τὸν Θεὸν καὶ ἑνούμεθα μετ᾿ Αὐτοῦ κατὰ τὸ μεγαλύτερον δυνατὸν μέτρον».
Ἡ ἀντινομία καὶ τὸ παράδοξο ποὺ ὑπάρχουν στὴν Πίστι μας καταδεικνύουν καὶ τὸ ὅτι αὐτὴ εἶναι ἐκ Θεοῦ οὐράνιος ἀποκάλυψις καὶ ὄχι ἀνθρωπίνη ἐπινόησις, σὲ ἀντίθεσι μὲ ἄλλες, εὔκολες στὴν ἀνθρωπίνη λογική, θρησκεῖες.
Παράδοξος ἐν τέλει εἶναι καὶ ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ τῶν πιστῶν Χριστιανῶν, ἐπειδὴ μετέχουν στὴν σταυροαναστάσιμη ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἐνῶ περιπατοῦν στὴν γῆ, πολιτεύονται ἐν οὐρανοῖς. Ζοῦν στὸν κόσμο, ἀλλὰ μὲ οὐράνιο φρόνημα καὶ προοπτικὴ αἰωνιότητος. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ· «Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες»6.
Ὁ συγγραφεὺς τῆς Πρὸς Διόγνητον ἐπιστολῆς ἤδη κατὰ τὴν μετα-ἀποστολικὴ περίοδο ὁμιλεῖ γιὰ τὸ παράδοξο τῆς ζωῆς τῶν Χριστιανῶν· «Κατοικοῦν βέβαια πόλεις ἑλληνικὲς καὶ βαρβαρικές, ὅπου ὁ καθένας ἔτυχε, ἀκολουθοῦν τὶς συνήθειες τῶν συντοπιτῶν τους στὴν ἐνδυμασία καὶ στὴν διατροφὴ καὶ στὴν ὑπόλοιπη βιοτή τους, ἀλλὰ ὅλα δείχνουν ὅτι ὁ τρόπος τῆς ζωῆς τους εἶναι θαυμαστὸς καὶ ὁμολογουμένως παράδοξος».
* * *
Μὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις προσεγγίζουμε καὶ ἐφέτος τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου μας. Γνωρίζουμε τὴν ἀδυναμία μας νὰ ζήσουμε σὲ ὅλο της τὸ βάθος τὴν θαυμαστὴ καὶ παράδοξο χριστιανικὴ ζωή, ποὺ ζητεῖ ὁ Κύριος. Μόνο με τὴν ἰδικὴ Του Χάρι μποροῦμε μὲ τὸν καθημερινό μας ἀγώνα νὰ συσταυρούμεθα καὶ νὰ συνανιστάμεθα μαζί Του. Καὶ μὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία τῶν ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων καὶ τῶν ἐπὶ γῆς ἀγωνιζομένων νὰ ἀναφωνοῦμε· «Τὸν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν Δέσποτα καὶ τὴν Ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».
Χριστὸς Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!
Ὁ Καθηγούμενος
τῆς Ι. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγ. Ὄρους
Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος
Ἅγιον Πάσχα 2005
4. Ὁμιλ. Εἰς τὸν Τίμιον καὶ Ζωοποιὸν Σταυρόν.