Πολὺς λόγος γίνεται τελευταῖα γιὰ τὴν κατάργησι τοῦ ἀβάτου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ τὴν χειροτονία γυναικῶν. Ἐζητήθη καὶ ἡ ἰδική μου γνώμη, τὴν ὁποία καὶ καθηκόντως διατυπώνω, διότι κατὰ τὸν σοφὸν Σολομῶντα «καιρὸς τοῦ σιγᾶν καὶ καιρὸς τοῦ λαλεῖν» (Ἐκκλ. γ´ 7).
Οἱ φεμινίστριες ζητοῦν τὴν κατάργησι τοῦ ἀβάτου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, γιατὶ θεωροῦν ὅτι θίγεται τὸ ἀτομικὸ δικαίωμά τους νὰ μποροῦν νὰ ἐπισκεφθοῦν καὶ πιθανῶς νὰ ἐγκαταβιώσουν καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος.
Λησμονοῦν ὅμως ὅτι καὶ οἱ Μοναχοὶ ἔχουν τὸ ἀτομικὸ δικαίωμα νὰ μονάζουν σ᾿ ἕναν τόπο ποὺ οἱ ἴδιοι τὸν διάλεξαν, οἱ ἴδιοι τὸν δημιούργησαν καὶ οἱ ἴδιοι τὸν θέλησαν ἄβατο. Καὶ ἀκόμη, ὅτι ὅσοι βοήθησαν νὰ δημιουργηθῇ τὸ Ἅγιον Ὄρος, Ὀρθόδοξοι Αὐτοκράτορες καὶ Ἡγεμόνες, Ἕλληνες καὶ μὴ Ἕλληνες, καὶ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχαι, ἔτσι τὸ ἤθελαν καὶ ἔτσι μὲ χρυσόβουλα καὶ σιγίλλια τὸ κατωχύρωσαν.
Ἀκόμη ὅτι καὶ ἡ Ἔφορος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἡ Κυρία Θεοτόκος, μὲ σημεῖα καὶ θαύματα ἔδειξε τὴν θέλησί της τὸ Ἅγιον Ὄρος νὰ παραμείνη ἄβατο.
Κάποτε ἐρώτησαν ἕναν Ἁγιορείτη Γέροντα, γιατί οἱ μοναχοὶ θέλουν τὸ ἄβατο, καὶ αὐτὸς ἔδωσε μία παράδοξη ἀπάντησι: Γιατὶ ἀγαποῦν τὶς γυναῖκες.
Πράγματι οἱ Μοναχοὶ θέλουν νὰ ἀγαποῦν ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ τοὺς ἄνδρες καὶ τὶς γυναῖκες, μὲ μία ἀγάπη ποὺ δὲν θὰ εἶναι σαρκικὴ ἢ φίλαυτη. Δηλαδὴ νὰ ἀγαποῦν πνευματικά, ὅπως ἀγαποῦσε ὁ Χριστός.
Γιὰ νὰ ἀποκτήσουν ὅμως οἱ Μοναχοὶ αὐτὴ τὴν Χριστομίμητο ἀγάπη, πρέπει νὰ ἀσκηθοῦν σὲ περιβάλλον ποὺ δὲν θὰ ὑπάρχουν οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ προκλήσεις τοῦ ἄλλου φύλου.
Οἱ Μοναχοὶ εἶναι ρεαλισταί. Δὲν παραγνωρίζουν τὴν ἀδυναμία καὶ τὸ εὐόλισθο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Κατὰ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, «πᾶς ὁ βλέπων γυναίκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτῆς, ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ» (Ματθ. ε´ 28).
Ὅταν οἱ Μοναχοὶ μετὰ ἀπὸ πολυχρόνιο ἀγώνα καὶ ἄσκησι ἀποκτήσουν τὴν ἀπάθεια, μποροῦν νὰ ἀγαποῦν ἀπαθῶς.
Αὐτὴν τὴν ἀπαθὴ―μὴ ἐμπαθὴ―ἀγάπη ἔχουν ἀνάγκη σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ σήμερα ἄνδρες καὶ γυναῖκες.
Οἱ ἔχοντες αὐτὴν τὴν ἀγάπη Μοναχοὶ προσεύχονται γιὰ τοὺς συνανθρώπους των καὶ μάλιστα τοὺς πάσχοντες, καὶ οἱ προσευχές των γίνονται δεκτὲς ἀπὸ τὸν Θεόν. Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος, ὅπως ψάλλουμε στὸ ἀπολυτίκιό του, μὲ τὶς προσευχές του ἐστήριζε τὴν οἰκουμένη.
Οἱ Μοναχοὶ αὐτοί, καὶ μάλιστα ὅσοι εἶναι Πνευματικοὶ ἐξομολόγοι, ἐξερχόμενοι στὸν κόσμο ἐξ ὑπακοῆς στὴν Ἐκκλησία δέχονται τὶς ἐξομολογήσεις ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν καὶ τοὺς βοηθοῦν πνευματικά.
Ὅλοι γνωρίζουν πόση ἀνάπαυση εὕρισκαν ὅσοι κατέφευγαν στοὺς μακαριστοὺς Γέροντες Γαβριὴλ Διονυσιάτην, Παΐσιον καὶ ἄλλους.
Ἂν οἱ φεμινίστριες εἶχαν πνευματικὰ καὶ χριστιανικὰ κριτήρια καὶ δὲν ἐνεφοροῦντο ἀπὸ μία ὑλιστικὴ καὶ ἀθεϊστικὴ ἰδεολογία, ὄχι μόνο δὲν θὰ ἤθελαν τὴν κατάργησι τοῦ ἀβάτου, ἀλλὰ καὶ θὰ παρακαλοῦσαν γιὰ τὴν καθιέρωσί του, ἂν δὲν ὑπῆρχε.
Αὐτὴ ἡ ὑλιστικὴ καὶ φίλαυτη στάσις τῶν φεμινιστριὼν ὑποφώσκει καὶ στὴν ἀποδοχὴ ἐκ μέρους των τοῦ ἀποτροπαίου ἐγκλήματος τῶν ἐκτρώσεων, ὡς ἀτομικοῦ δικαιώματος τῆς γυναίκας. Καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ δὲν λαμβάνουν ὑπ᾿ ὄψιν των ὅτι καὶ τὸ ἔμβρυο ἔχει τὸ ἀτομικὸ δικαίωμα νὰ ἔλθη στὴν ζωή, ἄσχετα ἂν δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ἐκφράση.
Τίθεται λοιπὸν ἕνα σοβαρὸ ἠθικὸ καὶ νομικὸ ζήτημα. Μέχρι ποίου σημείου τὸ ἀτομικὸ δικαίωμα κάποιου μπορεῖ νὰ ἀσκῆται εἰς βάρος τοῦ ἀτομικοῦ δικαιώματος ἄλλου ἢ ἄλλων προσώπων;
Μετὰ χαρᾶς πληροφορήθηκα ὅτι σὲ ἔρευνα ποὺ ἔγινε πρόσφατα ἀπὸ τοὺς συνεργάτες τῆς ἐκπομπῆς «Ράδιο-παράγκα» του Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τὸ 95% τῶν γυναικῶν ποὺ ἐρωτήθηκαν ἀπήντησαν ὅτι δὲν θέλουν τὴν κατάργησι τοῦ ἀβάτου. Ἡ διαπίστωσις εἶναι παρήγορη. Ἡ μεγάλη πλειονότης τῶν ἑλληνίδων γυναικῶν ἀντιμετωπίζει μὲ σοβαρότητα τὸ ζήτημα.
Οἱ εὐσεβεῖς μάλιστα καὶ πιστὲς καὶ ταπεινὲς γυναῖκες χαίρονται γιὰ τὸ ἄβατο, γιατὶ γνωρίζουν τί σημασία ἔχει γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία καὶ γιὰ ὅλον τὸν κόσμο νὰ ὑπάρχουν Μοναχοὶ προσευχόμενοι ἀπερίσπαστα καὶ ἁγιαζόμενοι.
Αὐτοὶ οἱ Μοναχοὶ στηρίζουν μὲ τὶς προσευχές των καὶ μὲ τὸ παράδειγμά των τὶς χριστιανικὲς οἰκογένειες, καὶ μὲ τὸν ἀγώνα τους νὰ ζήσουν μὲ συνέπεια τὴν ἐν Χριστῷ παρθενία ἐνισχύουν τοὺς ἐγγάμους Χριστιανοὺς νὰ ζήσουν μὲ συνέπεια τὴν ἀντίστοιχη γι᾿ αὐτοὺς ἀρετὴ τῆς συζυγικῆς πίστεως.
Ὅσο πνευματικώτερα εἶναι τὰ κοινόβια καὶ οἱ Μοναχοὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, τόσο πνευματικώτερες γίνονται καὶ οἱ χριστιανικὲς οἰκογένειες.
Ὅσον ἀφορᾶ τὸ θέμα τῆς χειροτονίας τῶν γυναικῶν, τὸ κίνητρο τῶν φεμινιστριῶν εἶναι τὸ ἴδιο: ἡ ἔπαρσις· νὰ θέσουν τὸ θέλημά τους καὶ τὴν ἰδεολογία τους ὑπεράνω τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, ὑπεράνω τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῶν Ἁγίων.
Στὴν ἀντίληψί τους ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνας ἀνθρώπινος θρησκευτικὸς ὀργανισμὸς ποὺ μπορεῖ κάθε φορὰ νὰ μεταβάλλεται ἀνάλογα μὲ τὶς ἐπικρατοῦσες ἰδεολογίες.
Αὐτὴ ἡ τάσις, ὡς γνωστόν, συνιστᾶ τὴν ἐκκοσμίκευσι.
Ἂν ἡ Ἐκκλησία ἀκολουθοῦσε καὶ υἱοθετοῦσε τὴν ἐκκοσμίκευσι, δηλαδὴ δεχόταν τὴν ἀλλοίωσί της ἀπὸ τοὺς συρμοὺς κάθε ἐποχῆς, δὲν θὰ ἦταν ἡ Μία Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ἡ ἐκκλησία τοῦ κ. Τάδε, ἢ τῆς κ. Τάδε. Ὅπως γράφει ὁ Ἀντίοχος ὁ Πανδέκτης: «Πᾶσαι αἱρέσεις ἐπ᾿ ὀνόματι ἀνθρώπου ὀνομαζόμεναι, οἶον Ἀρειανοί, Νεστοριανοί, Σεβηριανοί, καὶ ἄλλαι ὁμοίως, τοῦ διαβόλου εἰσὶν αἱρέσεις. Ἡ γὰρ καθολικὴ (Ὀρθόδοξος) Ἐκκλησία οὐκέτι κέκληται ὄνομα ἀνθρώπου, ἀλλὰ πάντες ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, Χριστιανοὶ ὀνομαζόμεθα» (Ρ.G. 89, 1844D).
Ἡ Ἐκκλησία ἀντέχει 2000 χρόνια τώρα, συχνὰ πολεμουμένη ἀπὸ πολλὲς πλευρές. Ἡ ἀντοχὴ καὶ ἡ συνέχειά της ὀφείλεται στὸ ἀμετάβλητο τῆς ταυτότητός της μέσα στοὺς αἰῶνες.
Αὐτὴ τὴν ἀμετάβλητη ταυτότητά της ἀποτελεῖ ἡ Ἱερὰ Παράδοσις, τὴν ὁποία συντηρεῖ ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅσοι μὲ ταπείνωσι δέχονται καὶ ὑποτάσσονται στὴν Ἱερὰ Παράδοσι, εἶναι ἄξια μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσοι ἀπὸ ὑπερηφάνεια τὴν ἀρνοῦνται ἢ θέλουν ἀνθρωποκεντρικὰ νὰ ἀλλοιώσουν τὸν θεανθρωποκεντρικὸ χαρακτήρα της, ἐξέρχονται τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ χειροτονία τῶν γυναικῶν ἀλλοιώνει τὴν Ἀποστολικὴ Παράδοσι, γιατὶ ποτὲ δὲν ὑπῆρξε στοιχεῖο τῆς ταυτότητός της. Οἱ διακόνισσες δὲν ἦσαν ἱερεῖς ἢ ἐπίσκοποι. Εἶχαν μόνο τὸ διακόνημα νὰ βοηθοῦν στὸ βάπτισμα τῶν γυναικῶν, ὅπου γιὰ λόγους σεμνότητος δὲν βοηθοῦσαν οἱ ἄνδρες ἱερεῖς.
Δὲν θὰ κάνουμε τὸ λάθος τῶν ἑτεροδόξων, νὰ ἀλλάξουμε τὴν ἁγία μας Ἀποστολικὴ Παράδοσι μὲ τὴν τοῦ ἀλαθήτου, Πάπα ἢ κάθε Προτεστάντη, ποὺ ἀλάθητα καὶ ἀτομικιστικὰ ἑρμηνεύει τὴν Ἁγία Γραφή.
Ἂς προσέξουν οἱ κυρίες φεμινίστριες τί γράφει ἡ Ῥωσσίδα Τατιάνα Γκορίτσεβα, ἀναφερομένη στὴ ἀθεϊστικὴ ἀγωγὴ ποὺ ἔλαβε στὴν Σοβιετικὴ Ἕνωσι: «Τότε ἦρθε Ἐκείνη. Ἐκείνη ποὺ σώζει τοὺς ψυχορραγοῦντας. Χάρις σ᾿ Ἐκείνη μπόρεσα νὰ βρῶ τὸν ἑαυτό μου βρίσκοντας τὸν Θεό. Ὁ πνευματικὸς δεσμὸς μὲ τὴν Παναγία μὲ βοήθησε νὰ ἀνακαλύψω καὶ νὰ φανερώσω μέσα μου καθαρὰ καὶ ἀπόλυτα τὴ γυναίκα. Τὸ θῆλυ ποὺ δαιμονοποιεῖται ἀπὸ τὶς εἰδωλολατρικὲς θρησκεῖες καὶ ἀπὸ τὸν θλιβερὸ καὶ σύγχρονο παγανισμό, ἐξαγιάζεται στὴν Παναγία διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σὲ τέτοιο σημεῖο ὥστε νὰ μπορέσει νὰ δεχθεῖ τὸν Λόγο στὸ ἴδιο της τὸ σῶμα καὶ νὰ γίνει ἀληθινὰ δοχεῖο τοῦ Πνεύματος». (Περιοδ. Σύναξη, τ. 3, 1982, σελ. 4649).
Πράγματι, κάθε χριστιανὴ γυναίκα μπορεῖ νὰ ἀκολουθήση τὸ παράδειγμα τῆς Παναγίας μας, ἡ ὁποία χωρὶς νὰ εἶναι ἱερεὺς ἢ ἐπίσκοπος ἔγινε μήτηρ τοῦ Λυτρωτοῦ, γιατὶ προσέφερε ὅλη τὴν ἐλευθερία καὶ ὅλη τὴν ἀγάπη της στὸν Θεὸ καὶ ἔτσι ἔγινε ἀνώτερη ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ ἐπισκόπους ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ ἀπὸ τὰ ἀγγελικὰ τάγματα τιμιωτέρα καὶ ἐνδοξοτέρα.