Δημώδη ἱστορικὰ ᾄσματα

Ὁμιλία τοῦ Ν.Μ. στὰ πλαίσια ἐκδηλώσεως παραδοσιακῆς μουσικῆς
μὲ ἱστορικὰ τραγούδια, ποὺ ἑρμήνευσε ὁ παπα-Χρῖστος Κυριακόπουλος
στὸν Ἅγιο Παντελεήμονα Πτέρης Αἰγίου, τὴν Κυριακή, 10-7-2005.
Κείμενο, βασισμένο σὲ σχετικὲς μελέτες, ἄρθρα καὶ τὴν δισκογραφία.


Δημώδης Μουσική

Ἡ Δημώδης Μουσικὴ (ἢ δημοτικὸ τραγούδι) εἶναι ἕνα σύνθετο λαϊκὸ δημιούργημα τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖται κυρίως ἀπὸ τὴν ποίησιν, τὴν μελῳδία καὶ τὴν ὄρχησιν. Ὑποστηρίζεται ὅτι πίσω ἀπὸ κάθε δημοτικὸ τραγούδι κρύβεται ἕνας δημιουργός.

Τοῦτο ὅμως ἐξ αἰτίας τοῦ σκοποῦ γιὰ τὸν ὁποῖο δημιουργήθηκε, συμπληρώθηκε καὶ τελειοποιήθηκε σὲ μία ἀτελείωτη δημιουργικὴ ἀλληλουχία ἀπ᾿ ὅλο τὸν λαό. Γι᾿ αὐτὸ τὰ δημοτικὰ τραγούδια καθρεφτίζουν τοὺς ἀγῶνες καὶ τοὺς πόθους τοῦ λαοῦ, τὶς δύσκολες στιγμές του, ἀλλὰ καὶ τὰ κλέη του.

Ἐπίσης, τὰ δημοτικὰ τραγούδια καθρεφτίζουν καὶ τὴν εὐγένεια τῆς ψυχῆς του, τὴν ἀνωτερότητά της καὶ περιγράφουν τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα, τοὺς καημοὺς καὶ τοὺς πόθους τῆς ἁπλῆς καθημερινῆς ζωῆς. Στὰ δημοτικὰ τραγούδια διατηρεῖται καὶ συνεχίζεται ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ παράδοση, κατὰ τὴν ὁποία ὁ ποιητής, ἀνώνυμος ἢ ἐπώνυμος εἶναι καὶ ὁ μελοποιὸς καὶ σὲ πολλὲς περιπτώσεις ὁ ὀρχηστὴς ἢ χορευτής.

Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ποίηση, κατὰ τὴν ὁποία ὁ ποιητὴς εἶναι καὶ ὁ μελοποιός, ἑπομένως συνεχίζεται ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ παράδοση καὶ στοὺς δυὸ κλάδους τῆς μουσικῆς τῶν Ἑλλήνων. Οἱ δυὸ αὐτοὶ κλάδοι συμπορεύονται μέσα στὴν ἱστορία, ἔχοντες ὡς ἀφετηρίες τὴν ἀρχαιότητα.

Συγκεκριμένα παρατηρεῖται, ὅτι ὁλόκληρο τὸ σύστημα τῆς ἀρχαίας ρυθμοποιϊας σῴζεται στὰ νεο-Ἑλληνικὰ δημοτικὰ τραγούδια. Χοροὶ ἀρχαιότροποι, ὅπως οἱ ἀτομικὲς ἢ κατὰ ζεύγη ὀρχήσεις, «τὰ βαλλίσματα», ποὺ συναντῶνται στοὺς σημερινοὺς μπάλλους ἢ ὁ πιὸ διαδεδομένος στὴν Ἑλλάδα συρτὸς κυκλικὸς χορός, ποὺ εἶναι γνωστὸς ἀπὸ τὸν 1ον μ.Χ. αἰῶνα, εἶναι ἀπὸ τὰ στοιχεῖα ποὺ συνδέουν αὐτὴ τὴν παράδοση μὲ τὴν ἀρχαιότητα.

Ἀλλὰ καὶ σὲ παραστάσεις ἀγγείων ἢ ἄλλων ἀρχαιολογικῶν εὐρημάτων, ἢ σὲ παραστάσεις κατοπινές της χριστιανικῆς ἐποχῆς, ζωγραφισμένες ἀπὸ ἁγιογράφους, ἀναγνωρίζει κανεὶς σημερινοὺς ἑλληνικοὺς χορευτικοὺς τρόπους ἢ λαϊκὰ μουσικὰ ὄργανα, ποὺ χρησιμοποιοῦν ἀκόμα οἱ Ἕλληνες λαϊκοὶ ὀργανοπαῖκτες. Τὰ ὡς ἄνω τρία βασικὰ στοιχεῖα (ποίησις, μελῳδία, ὄρχησις) ἐμπεριέχουν καὶ ἄλλα στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα προσδίδουν τὴν ἰδιαιτερότητα, τόσο τὴν τοπική, ὅσο καὶ τὴ γενικώτερη στὸν ἑλληνικὸ χῶρο, π.χ. ἡ ποίησις ἐμπεριέχει, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, πληροφορίες ἱστορικές, γεωγραφικές, λαογραφικὲς καὶ κυρίως τὶς γλωσσικὲς ἰδιαιτερότητες τοῦ τόπου ἀπὸ τὸν ὁποῖο προέρχεται.

Οἱ μελῳδίες μὲ τὶς ὁποῖες εἶναι ἐπενδεδυμένη ἡ ποίηση στὴν δημώδη μουσικὴ παρουσιάζουν μεγαλύτερη ποικιλία καὶ εὖρος ἀπ᾿ ὅτι στὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ διασῴζουν ζωντανὰ ὅλον τὸν μυστικὸ πλοῦτο τοῦ ἑνιαίου κορμοῦ τῆς Ἐθνικῆς Ἑλληνικῆς μουσικῆς (ἤτοι κλίμακες, διαστήματα, χρόες, ἤχους, φθορές, γένη, συστήματα κ.λ.π.). Ἐπειδὴ συνοδεύονται καὶ μὲ ὄργανα, εἶναι ἰδιαίτερα ἀναπτυγμένες, ὡς «ἐτεροφωνίες», κατὰ τοὺς ἀρχαίους (δηλ. ὀργανικὲς μελῳδίες ποὺ συνοδεύουν τὸ τραγούδι). Πολλὲς δὲ φορὲς παρουσιάζονται καὶ χωρὶς κείμενο. Εἶναι οἱ λεγόμενες ὀργανικὲς μελῳδίες. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος δανείζονται τὴ βυζαντινὴ μουσικὴ γραφή, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ, θὰ λέγαμε, καὶ τὴ γλῶσσα τους.

Δημοτικὰ γραμμένα σὲ βυζαντινὴ παρασημαντικὴ εὑρίσκουμε ἀπὸ τὴ μεταβυζαντινὴ κυρίως ἐποχὴ καὶ ἐντεῦθεν. (π.χ. χειρόγραφα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων Ἁγίου Ὄρους). Ὕστερα, ποὺ μεταρρυθμίστηκε ἡ γραφή, ὅσοι καταγίνονται μὲ τὴ μουσικὴ καταγραφὴ δημοτικῶν τραγουδιῶν, προτιμοῦν τὴν βυζαντινὴ μουσικὴ σημειογραφία ὡς πληρεστέρα τῆς δυτικῆς.

Ἀκριτικὰ Δημοτικὰ τραγούδια, Παραλλαγές, Ἱστορικὰ Τραγούδια, Κλέφτικα, Τραγούδια τοῦ καθημερινοῦ βίου, Μοιρολόγια, & τὰ λεγόμενα κάλαντα.

Τὰ ἐν λόγῳ τραγούδια διατηροῦνται ἀκόμη στὰ χείλη τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ φυλάσσονται μὲ ἰδιαίτερη ἀγάπη στὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του. Μ᾿ αὐτὰ συνοδεύει τὶς ἑορτάσιμες στιγμὲς τοῦ βίου του, τὶς Ἐθνικές του ἑορτές, ἀλλὰ καὶ τὶς πένθιμες ὧρες του. Ἀκόμη καὶ κατὰ τὰ θρησκευτικὰ πανηγύρια τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων ἀποτελοῦν τὴν προέκταση τῆς θείας λατρείας, διότι ὅλο τὸ Ἐκκλησίασμα, «ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μία καρδία», παλαιότερα τουλάχιστον, ἐχόρευε, συνήθως χωρὶς ὄργανα, πέριξ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν ἱερέα, ἄδοντας Ἀκριτικὰ καὶ Ἱστορικὰ ᾄσματα μὲ βαθειὰ ριζωμένη τὴν ἀντίληψη, ὅτι ἔτσι τιμοῦν τὸν ἑορτάζοντα ἅγιο ἢ τὸ ἑορταζόμενο γεγονός.

Αὐτὴ εἶναι ἡ παράδοση τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων, αὐτὸς εἶναι ὁ Ἑλληνορθόδοξος βίος συνυφασμένος μὲ τὰ ἤθη, τὰ ἔθιμά του καὶ τὴν τραγουδιστική του παράδοση (ποίηση, μελῳδία καὶ ποικίλη ὄρχηση) ἡ ὁποία κατὰ κοινὴ ὁμολογία Ἑλλήνων καὶ ξένων ἐρευνητῶν εἶναι ὑψηλῆς ἀξίας.

Κιβωτὸς Ἀσμάτων

Γιὰ τὰ Δημοτικά μας τραγούδια πολλὰ ἔχουν γραφεῖ καὶ ἀρκετὰ ἔχουν λεχθεῖ. Οἱ εἰδικοὶ ποὺ ἀσχολήθηκαν ἢ ἀσχολοῦνται μὲ αὐτὰ ἔχουν καταλήξει ὅτι εἶναι ἀριστουργήματα λόγου καὶ τέχνης, ἕνας ἀνεκτίμητος καὶ πολυδιάστατος θησαυρὸς τοῦ Ἔθνους μας, μία σπουδαία κληρονομιὰ ποὺ πρέπει νὰ διατηρηθεῖ ἀνόθευτη. Δὲν γνωρίζω κατὰ πόσον ἡ Πολιτεία τὸ γνωρίζει ἢ τὸ ἔχει συνειδητοποιήσει, διότι μέχρι τώρα δὲν ἔχουμε ἔμπρακτες ἀποδείξεις. Μᾶλλον εὑρίσκεται σὲ μακάριο ὕπνο, ὡσὰν ὁ λαὸς τοῦτος, μὲ τὴν μακραίωνη παράδοσή του, δὲν ἔχει ρίζες, καμιά οὐσία καὶ ἀξία.

Τὰ λεγόμενα Μέσα Μαζικῆς Ἐπικοινωνίας, ἡ πλειονότητα τῶν ῥαδιοτηλεοπτικῶν δικτύων, ἔχουν ἀπορρίψει σχεδὸν ὁλοκληρωτικὰ τὸ δημοτικὸ τραγούδι, διότι ὅπως φαίνεται δὲν «πουλάει» κατὰ τὴ σύγχρονη ἔκφραση. Ἀρέσκονται νὰ προβάλλουν τὸν ἀνεύθυνο τρόπο ζωῆς καὶ νὰ δηλητηριάζουν τοὺς ἀκροατὲς μὲ φρικτὰ ἀκούσματα, ποὺ προκαλοῦν φόβο καὶ τρόμο, καθ᾿ ὅλα ξένα πρὸς τὶς Ἑλληνικὲς καὶ Χριστιανικές παραδόσεις μας. Φωτεινὴ ἐξαίρεση ἀποτελοῦν μερικοὶ ἰδιωτικοὶ ῥαδιοφωνικοὶ σταθμοὶ τῆς ἐπαρχίας, οἱ ὁποῖοι διανθίζουν πολλὲς ἐκπομπές μὲ τὴ μετάδοση παραδοσιακῶν σκοπῶν καὶ ᾀσμάτων.

Σημερινὴ κατάσταση

Ἀρκετοὶ σύλλογοι κατακλύζουν μὲ διάφορες ἐκδηλώσεις τὴν ἐπαρχία, ἰδίως τοὺς καλοκαιρινοὺς μῆνες ποὺ ἔχουμε πολλὲς ἑορτὲς καὶ θρησκευτικὲς πανηγύρεις, ὄχι γιὰ νὰ διασκεδάσουν καὶ νὰ ψυχαγωγήσουν τοὺς λίγους ἐναπομείναντες συμπατριῶτες μας, ἀλλὰ νὰ τοὺς σκανδαλίσουν καὶ νὰ καταργήσουν τὰ ὡραῖα ἤθη καὶ ἔθιμα, τὰ ὁποῖα οἱ πρόγονοί μας διεφύλαξαν μὲ εὐλάβεια. Κι ἔτσι παρατηρεῖται τὸ τραγικὸ φαινόμενο, κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ποὺ ὁ λαός μας προετοιμάζεται πνευματικῶς, μὲ νηστεία καὶ προσευχή, οἱ σύλλογοι καὶ πολλὲς φορὲς οἱ ἀρχὲς νὰ διοργανώνουν μουσικοχορευτικὲς ἐκδηλώσεις, τὴν ὥρα ἀκριβῶς ποὺ ἡ καμπάνα προσκαλεῖ τοὺς πιστοὺς γιὰ τὶς παρακλήσεις ἡ τὸν Ἑσπερινό τῆς Παναγίας καὶ νὰ παρέχουν ἀφειδῶς κρέας στοὺς πιστούς, ὡς «προσφορά» τοῦ συλλόγου! Αὐτὲς δὲ τὶς ἐκδηλώσεις τὶς ἀποκαλοῦν ...«πολιτιστικές»! Καὶ ἀκούει κανεὶς δημοτικοφανῆ τραγούδια, ἄγευστα μελωδίας καὶ στίχου, ἐκκωφαντικοὺς ἤχους σκληροῦ ρὸκ καὶ ἄλλες σειρῆνες τῆς Δύσεως, μὲ κακὲς ἀπομιμήσεις καὶ εὐτελεῖς ἐκτελέσεις.

Δυστυχῶς ζοῦμε στὴν ἐποχὴ ποὺ κυριαρχεῖ ἡ νοθεία καὶ ἡ παραχάραξη. Ἀγνοοῦμε ὅτι πανηγύρι σημαίνει Ἐκκλησιά, Θεία Λειτουργία, προέκταση τῆς ὁποίας εἶναι τὸ γλέντι, ἡ διασκέδαση, ὁ παραδοσιακὸς χορὸς μὲ τὰ ἀντίστοιχα παραδοσιακὰ ὄργανα. Εἶναι ἡ λεγομένη «Λειτουργία μετὰ Λειτουργίαν», ὅπου ἀρχίζει ὁ χορὸς καὶ σὲ ἀρκετὰ μέρη τῆς πατρίδας μας τὴν πρώτη στροφὴ τὴ φέρει ὁ παπὰς γιὰ νὰ εὐλογήσει τὸ πανηγύρι. Αὐτὲς οἱ παραδόσεις διατηρήθηκαν χάριν τῆς Ἐκκλησίας μας.

Αὐτὸς ὁ πολιτισμός, αὐτὸς ὁ πλοῦτος, αὐτὲς οἱ παραδόσεις μας ποὺ ξεκινοῦν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ἱστορίας μας, ἄντεξαν διαμέσου τῶν αἰώνων καὶ μάλιστα σὲ δύσκολα χρόνια δουλείας. Σήμερα, δυστυχῶς, κινδυνεύει ἢ νὰ χαθεῖ τελείως ἢ ν᾿ ἀλλοτριωθεῖ καὶ νὰ νοθευτεῖ. Στὸν τόπο μας κυκλοφοροῦν στὸ ἐμπόριο χιλιάδες νόθα τραγούδια μὲ τὴ σφραγίδα τοῦ «σύγχρονου» δημοτικοῦ τραγουδιοῦ, τὰ περισσότερα ἠχογραφημένα σὲ πανηγύρια! Τί θὰ ἔλεγαν ἄρα γε οἱ κορυφαῖοι τῆς λαογραφίας μας, ἂν ζοῦσαν σήμερα καὶ ἔβλεπαν αὐτὸν τὸν εὐτελισμὸ τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν μας; Ἀσφαλῶς θὰ ἔτριζαν τὰ κόκκαλα τοῦ Νικολάου Πολίτη, τοῦ Στίλπωνος Κυριακίδου, τοῦ Γεωργίου Μέγα, τοῦ Γεωργίου Σπυριδάκη. Τί θὰ ἔλεγε ὁ Φώτης Κόντογλου ποὺ τὰ ἀποκαλοῦσε «Ἀμάραντα λουλούδια τοῦ Ἔθνους»; Τί θὰ ἔλεγαν οἱ μεγάλοι μελετητὲς τῆς Ἑλληνικῆς μουσικολογίας, Σίμων Καράς, Κωνσταντῖνος Ψάχος, Μέλπω Μερλιέ, Εὔα Σικελιανοῦ-Πάλμερ, Σαμουὴλ Μπὼντ-Μποβύ, Κλαύδιος Φωριέλ;

παπα-Χρῖστος Κυριακόπουλος

Ὅταν ἡ Ὀρθοδοξία μένει προσηλωμένη στὴν ἑλληνικὴ παράδοση γεννῶνται σπάνια ἀριστουργήματα. Τὰ παραδοσιακὰ δημοτικά μας τραγούδια βρίσκουν τὴν καταγωγή τους στοὺς βυζαντινοὺς ἤχους, μέσα ἀπὸ τὴ χαρισματικὴ φωνὴ ἑνὸς ἱερέα καὶ ἡ μουσικὴ βρίσκει τὸν ἀρχικό της δρόμο: «νὰ ἐξευγενίζει τὰ ἤθη».

Ὁ ἱερέας Χρῖστος Κυριακόπουλος εἶναι ἕνας ἀκούραστος πνευματικὸς ἐργάτης, ὁ ὁποῖος ἱερουργεῖ στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴν Κηφισιά. Ἐδῶ καὶ τριάντα χρόνια καταγράφει καὶ διασώζει τὸν θησαυρὸ τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν τοῦ τόπου μας, ἐνῶ παραδίδει μαθήματα μουσικῆς στὴν ἐνορία του. Παράλληλα εἶναι καθηγητὴς θεολογίας καὶ μουσικῆς στὸ Πειραματικὸ Γυμνάσιο Ἀναβρύτων.

Ὁ π. Χρῖστος ἔχει ἱδρύσει τὴ Σχολὴ Βυζαντινῆς Μουσικῆς, μὲ ἕδρα τὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Ἡ σχολὴ ἔχει σήμερα περίπου 200 μαθητές. Ἡ χορωδία «Βυζαντινὴ Κυψέλη» ποὺ συγκρότησε μὲ ἀποφοίτους καὶ μαθητὲς τῆς σχολῆς, τὸ 1984, ἔχει παρουσιάσει ἀρκετὲς παραστάσεις σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα.

Μὲ τὴ συνοδεία τῶν μαθητῶν του, ἔχει ἑρμηνεύσει σπάνια δημοτικὰ τραγούδια καθὼς καὶ τὸν Θούριο τοῦ Ρήγα σὲ πέντε παραλλαγές. Μολονότι τὸ ἔργο του ἔχει ἠχογραφηθεῖ σὲ ψηφιακοὺς δίσκους, ὁ ἴδιος δὲν ἀποκομίζει καθόλου ὑλικὰ κέρδη, παρὰ μόνο αὐτὸ τῆς ἠθικῆς ἱκανοποίησης ἀπὸ τὴν προσφορά του στὴν παραδοσιακὴ μουσική.

Θησαυρός

«Δὲν ἀποσκοποῦμε οὔτε στὴν εἴσπραξη χειροκροτημάτων, οὔτε χρημάτων. Θεωρῶ ὅτι ὅσα κάνω εἶναι μέρος τῶν καθηκόντων μου, ἔφ᾿ ὅσον ἔχω σπουδάσει βυζαντινὴ μουσική. Ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοση ἔχει βυζαντινὰ τροπάρια καὶ δημοτικὰ τραγούδια, τὰ ὁποῖα εἶναι ἕνας ἀνεκτίμητος πολιτιστικὸς θησαυρός», λέει ὁ πατέρας Χρίστος καὶ συμπληρώνει: «Μέσα σὲ αὐτὰ καθρεφτίζονται οἱ ἀγῶνες καὶ οἱ περιπέτειες τῶν Ἑλλήνων. Περιγράφονται ὅλα τὰ ἀνδραγαθήματα καὶ τὰ συναισθήματα τῶν ἀνθρώπων».

Ὅπως λέει, τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὴ διάσωση τῶν τραγουδιῶν τῆς λαϊκῆς μας παράδοσης ἔγινε ἔντονο ὅταν διαπίστωσε ὅτι πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ στὴν πραγματικότητα ἀποδίδονται κακοποιημένα σὲ διάφορες σύγχρονες ἐκδηλώσεις. Ἀναζήτησε ἀνθρώπους μεγάλης ἡλικίας ποὺ γνώριζαν σπάνιες παραλλαγὲς τῶν τραγουδιῶν καὶ στὴ συνέχεια μελέτησε ἄλλες πηγὲς ὥστε νὰ βεβαιωθεῖ γιὰ τὴ γνησιότητα τῶν στίχων.

«Τὰ δημοτικά μας τραγούδια εἶναι λουλούδια ἀμάραντα, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ Φώτης Κόντογλου. Μεράκι μου εἶναι νὰ κάνω ὅ,τι μπορῶ γιὰ νὰ μὴ μαραθοῦν. Δυστυχῶς, πολὺ συχνὰ στὶς μέρες μας παρουσιάζονται λειψὰ ἀπὸ στίχο, μουσική, ἦθος. Στὴ Ριζάρειο Σχολὴ εἶχα δάσκαλο ἕναν σπουδαῖο φιλόλογο, τὸν κ. Νικηφόρο Καχριμάνη, ποὺ μοῦ μεταλαμπάδευσε τὸ πάθος του γιὰ τὸ δημοτικὸ τραγούδι. Εἶναι ἡ ψυχή τοῦ λαοῦ, μᾶς ἔλεγε».

Πρόγραμμα

  1. Σκάρος: ἡ πασίγνωστη, πανελλήνια, ποιμενική μελωδία [σκαίρω: πηδῶ, σκιρτῶ]. Χλωρίδα καὶ πανίδα συμμετέχουν στὸ ξύπνημα τῆς νέας ἡμέρας, ποὺ εἶναι ἕνας ἀκόμη ἀγώνας τῆς ζωῆς γιὰ τὸν ποιμένα ποὺ ξεκινᾶ μὲ τὸ ποίμνιό του γιὰ τοὺς βοσκοτόπους. Φλογέρα: Γιώργης Δαλιάνης
  2. Ποιὸς ἔχει ἀράδα σήμερα νἀβγεῖ στὸ καραούλι (κλέφτικο): ἡ δύσκολη ζωή τοῦ κλέφτη, μὲ τὴν διαρκὴ ἀγωνία καὶ τὴν ἐπαγρύπνηνση γιὰ τυχὸν ἐπιθέσεις ἀπὸ τὰ ἐκστρατευτικὰ σώματα, κυρίως Ἀρβανιτῶν, ποὺ εἶχαν ἀναλάβει τὶς ἐκκαθαρίσεις τῶν ἀνυπότακτων ὀρέων. Παρὰ τὶς δυσκολίες στὴν καθημερινότητα, δὲν κάμφθηκε τὸ κλέφτικο, ποὺ ἀποτέλεσαν, μαζὶ μὲ τὸν ἀρματολισμό, τὸν πρωτόλειο πυρήνα τοῦ μὴ τακτικοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ: Ἄλλωστε σὲ διάφορες παραλλαγές, ὁ Θούριος τοῦ Ῥήγα, συγκλόνιζε κι ἐνέπνεε: καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωή...
  3. Μιὰ Κυριακὴ καὶ μιὰ γιορτή, οἱ κλέφτες στήσανε χορὸ κι οὕλοι οἱ καπεταναῖοι (καλαματιανός): Παρὰ τὴν τραχειὰ ζωή στὰ βουνά, παραμένουν γνήσιοι ἕλληνες σὲ ἤθη κι ἔθιμα: Δὲν διστάζουν νὰ διοργανώσουν γλέντι, σημεῖο ἀναστοχασμοῦ καὶ πολιτισμικῆς ὁμαδικῆς ἐκφράσεως.
  4. Στὴ μέση στὰ Καλάβρυτα. Μὲ τὸ ἐκρηκτικὸ ξέσπασμα τῆς ἐπαναστάσεως στὸν Μοριᾶ, ζητεῖται ἡ ἔγκριση καὶ συμμετοχὴ τῶν κεφαλῶν τοῦ τόπου, ἠγετικῶν μορφῶν, ποὺ ἐπηρεάζουν τὸν λαό καὶ μποροῦν νὰ τὸν ἐνθαρρύνουν γιὰ τὸν ἀγῶνα. Μία τέτοια, ἱστορικὴ στιγμή, εἶναι ἡ σύσκεψη τῶν Ἀχαιῶν δημογερόντων. Ἀργὸ καθιστικό.
  5. Λάμπει ὁ ἥλιος (τσάμικο). Τὴν αἴγλη τῶν Κολοκοτρωναίων ὡς ἀρματολῶν καὶ κλεφτῶν ἐξυμνοῦν πολλὰ δημοτικὰ τραγούδια ποὺ ἀναφέρονται στὴ ζωὴ καὶ τὴ δράση τους, ὄχι μόνο κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν προεπαναστατικὴ περίοδο. Κυρίως καὶ προπάντων ἐξυμνεῖται ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ὁ Θρυλικὸς «Γέρος τοῦ Μοριᾶ» ποὺ τὸ ὄνομά του ἔγινε σύμβολο τοῦ ἑλληνικοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα τοῦ 1821. Στὸ ἑπόμενο τραγούδι ἐξαίρεται ἡ λαμπρὴ ἐμφάνιση, ὁ ἐντυπωσιακὸς ὁπλισμὸς καὶ προπαντὸς ἡ ὑπερηφάνεια τῶν Κολοκοτρωναίων. Τὸ τραγούδι εἶναι ἀπὸ τὰ πλέον δημοφιλῆ σὲ ὅλη τὴν Πελοπόννησο, γι᾿ αὐτὸ καὶ δικαίως θεωρεῖται ὡς ὁ «τοπικὸς ὕμνος» τοῦ Μοριᾶ.
  6. Ἐσεῖς χελιδονάκια μου (καλαματιανός). Στὴν Ἀνατολικὴ Πελοπόννησο, Κυνουρία, Τσακωνιὰ καὶ Πάρνωνα, διαδραματίζεται ἡ ὑπόθεση τοῦ τραγουδιοῦ, στὸ θέρος τοῦ 1821. Ὁ Γιωργάκης Μπεηζαντὲς Μαυρομιχάλης, ὁ γιὸς τοῦ Πετρόμπεη καὶ οἱ ἐπίλεκτοι Τσάκωνες προελαύνουν, ἀπελευθερώνοντας πόλεις καὶ χωριά, χωριὰ καὶ βιλαέτια...
  7. Λάμπρω (ἀκριτικό, συρτός). Τὸ θέμα τῆς ἡρωικῆς κόρης ποὺ τὴν κυνηγοῦν οἱ ἐχθροὶ γιὰ νὰ τὴν ἀτιμάσουν, τὸ συναντοῦμε σὲ πολλὰ δημοτικὰ τραγούδια. Ἡ Λάμπρω, ἡρωικὴ κλεφτοπούλα, παρακαλεῖ τὸν Ἅη Γιώργη, τὸν πολεμικὸ καὶ πρωτοκαβαλλάρη Ἅγιο νὰ τὴ γλυτώσει ἀπὸ τοὺς Τούρκους ποὺ τὴν κυνηγοῦν, τάζοντάς του μεγάλες ποσότητες ἁγιοτικῶν προσφορῶν. Στὴν περίπτωση ποὺ καμιὰ ἀνθρώπινη βοήθεια δὲν μπορεῖ νὰ σώσει αὐτοὺς ποὺ κινδυνεύουν, τότε ἡ θερμὴ ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου καὶ τὸ συνοδευτικὸ τάξιμο ὑπαινίσσονται τὴ βεβαιότητα τῆς θαυματουργικῆς σωτηρίας τους.
  8. Ἕνας ἀητός (τσάμικος). Τὸ σύμβολο τῆς Ῥωμηοσύνης, ὁ βυζαντινὸς ἀητὸς παραμένει ὡς ἀνενεργὸς γίγαντας στὶς καρδιὲς τῶν Ἑλλήνων ποὺ δὲν λησμονοῦν τὴν μεγάλη ἱστορία μας. Ἀντιπαλότητες καὶ διχόνοιες πολλές, μὰ τὸ δυναμικὸ ἰσχυρότερο. Γράφει ὁ Μακρυγιάννης: «Ὅτι ἀρχὴ καὶ τέλος, παλαιόθεν καὶ ὡς τώρα, ὅλα τὰ θερία πολεμοῦν νὰ μᾶς φᾶνε καὶ δὲν μποροῦνε· τρῶνε ἀπὸ ῾μᾶς καὶ μένει καὶ μαγιά· Καὶ οἱ ὀλίγοι ἀποφασίζουν νὰ πεθάνουν κι᾿ ὅταν κάνουν αὐτείνη τὴν ἀπόφασιν, λίγες φορὲς χάνουν καὶ πολλὲς κερδαίνουν.»
  9. Στὴ μέση τὴν Ἀράχοβα (συρτο-καλαματιανός). Τὸ τραγούδι περιγράφει μὲ τρόπο ποιητικὸ καὶ ἐπιγραμματικὴ πυκνότητα πολύνεκρη γιὰ τοὺς Τούρκους μάχη ποὺ ἔγινε μεταξὺ τῆς Γορτυνιακῆς Ἀράχοβας καὶ τῆς Παλιο-Μπαρμπίτσας τῆς Λακωνίας. Τὸ ἀποτέλεσμα περιέχεται καὶ στὸ τραγούδι: «Τί ἔχουν τῆς Μάνης τὰ βουνά;». Γιὰ τὰ τρία Κλεφτόπουλα ποὺ λείπουν οἱ στιχουργοὶ ἔχουν ἐπινοήσει διαφορετικὲς δικαιολογίες. Στὸ τραγούδι ποὺ ἐξετάζεται ἐδῶ, τὰ τρία Κλεφτόπουλα ἀπουσιάζουν γιὰ προμήθειες ἐνῶ στὸ τραγούδι τοῦ Ἰσοὺφ Ἀράπη ἔχουν πάει σὲ γάμους καὶ πανηγύρια.
  10. Τί ἔχουν τῆς Μάνης τὰ βουνά (τσάμικος). Δὲν εἶναι λίγα τὰ κλέφτικα τραγούδια ποὺ ἐξιστοροῦν τὶς συμφορὲς ποὺ ὑπέστησαν οἱ Ἕλληνες, τόσο κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, ὅσο καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821. Τὸ ἑπόμενο τραγούδι ἀναφέρεται σὲ φονικότατη πολεμικὴ ἐξόρμηση τοῦ Ἰσοὺφ Ἀράπη, ποὺ εἶχε προκαλέσει μεγάλη αἱματοχυσία καὶ εἶχε ἐνσπείρει παντοῦ τὴν καταστροφή. Στὸ τραγούδι παρατηροῦμε τὸ φαινόμενο τοῦ συμφυρμοῦ, ἤτοι τὴν παρεμβολὴ στίχων προερχομένων ἀπὸ ἄλλο τραγούδι ἀναφερόμενο στὸ ἴδιο, ἢ σὲ παραπλήσιο περιστατικό.
  11. Ἤμαστε δυό, γίναμε τρεῖς (ἱστορικό, καθιστικό). Καθὼς ὁ ἀγὼν πρροχωρεῖ, ὅλο καὶ περισσότεροι κατατάσσονται ἐθελοντικῶς στὰ στρατεύματα τῶν ὁπλαρχηγῶν, ποὺ ὑστερώντας σὲ ἀριθμό, ἐξοπλισμό καὶ ἐκπαίδευση, ὑπερτεροῦν σὲ θάρρος, ἀγωνιστικὸ φρόνημα κι ἐλπίδα. Κι ὅταν ἔχουν ὁμόνοια, μεγαλουργοῦν, μὲ συγκροτημένες προτεραιότητες: Γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη τὴν ἁγία, καὶ τῆς πατρίδος τὴν ἐλευθερία.
  12. Μαράθηκαν τὰ δένδρα (λεβέντικο τσάμικο). Γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴ δράση τοῦ κλέφτη Δήμου δὲν ὑπάρχουν θετικὲς ἱστορικὲς μαρτυρίες. Ἱστορικοὶ συμπεραίνουν πὼς ὁ Δῆμος καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀράπηδες καὶ ἔδρασε στὴν Πελοπόννησο καὶ προπάντων στὴ Γορτυνία. Τὸ τοπωνύμιο «Πέντ᾿ Ἁλώνια» εἶναι γνωστὴ περίοπτη θέση κοντὰ στὴν Ἀράχοβα τῆς Γορτυνίας.
  13. Ἐμεῖς καλὰ καθόμαστε (καλαματιανός). Τὸ θέμα τῆς ἐνέδρας ἀναφέρεται σὲ τραγούδι τοῦ Κάτω Κόσμου, τὴν ὥρα ποὺ ὁ Χάρος μὲ τοὺς ἀποθαμένους θὰ περνοῦσε τῆς Τρίχας τὸ γεφύρι. Τὸ κλέφτικο τραγούδι ἀντικατέστησε τὸ Χάρο μὲ τὸ Βόϊβοντα, καὶ τοὺς ἀποθαμένους μὲ τοὺς Ἀρβανιτάδες. Σύμφωνα μὲ διήγηση τοῦ Γεωργίου Τερτσέτη, τὴν ἡμέρα τῆς Λαμπρῆς ὁ Κολοκοτρώνης μὲ τοὺς συντρόφους του πληροφορήθηκαν ὅτι οἱ Τοῦρκοι θὰ μεταφέρουν ἑκατὸν πενήντα ἁλυσοδεμένους Ἕλληνες. Ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ προέτρεψε τοὺς συντρόφους του νὰ στήσουν ἐνέδρα γιὰ νὰ ἀπελευθερώσουν τοὺς αἰχμαλώτους. Ἔδωσε τὴ συμβουλή του καὶ τραγούδησε καὶ τὸ τραγούδι: «Ἐμεῖς καλὰ καθόμαστε...» Ἡ ἐνέδρα ἐπέτυχε καὶ οἱ σκλαβωμένοι ἀπελευθερώθηκαν.

Ῥωμηοσύνη

Ἀκολουθεῖ τὸ μουσικὸ πρόγραμμα ποὺ παρουσιάζει τὸ συγκρότημα παραδοσιακῆς μουσικῆς τοῦ Γεωργίου Δαλιάνη, ἱδρυτοῦ τοῦ πολιτιστικοῦ συλλόγου «Ἡ Ῥωμηοσύνη» ποὺ δραστηριοποιεῖται στὴν διάσωση καὶ προβολὴ τῆς παραδοσιακῆς μουσικῆς, σὲ πλῆθος ἐκδηλώσεων στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸ ἐξωτερικό. Οἱ ἀξιόλογες καὶ ἀναγνωρισμένες προσπάθειές τους, καταγράφονται στὴν δισκογραφία καὶ στὸ μουσεῖο φυσικῆς ἱστορίας καὶ λαογραφίας, ποὺ λειτουργεῖ στὸν Βύρωνα Ἀττικῆς. Ἀναπόσπαστοι καὶ ἄξιοι συνοδοιπόροι στὴν καλλιτεχνικὴ αὐτὴ διαδρομή, εἶναι τὰ παιδιά του, ταλαντοῦχοι καὶ δεξιοτέχνες ἤδη, Χρῆστος Δαλιάνης στὸ βιολί, στὸ τραγούδι ἡ Σταυρούλα Δαλιάνη, λαοῦτο: Μιλτιάδης Παπαϊωάννου καὶ κρουστά: Ἀλέκος Σταματόπουλος

Τὸ πρῶτο μέρος περατώνεται μὲ τὸ τραγούδι: Στὴ βρύση στὰ Τσερίτσιαινα (ἡ ἱστορία τῆς Τζαβέλαινας) ἀπὸ τὸν ἑνδεκάχρονο Νικόλα Δαλιάνη.