Ἁγίου ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ τοῦ Μεγάλου

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΟΜΟΖΥΓΟΝ ΑΡΙΝΘΑΙΟΥ
ΠΑΡΑΜΥΘΗΤΙΚΗ

Basilius Theol. : Epistulae : Epistle 269

Τὸ μὲν ἀκόλουθον ἦν καὶ ὀφειλόμενόν σου τῇ διαθέσει αὐτοὺς ἡμᾶς παρεῖναι καὶ συμμετέχειν τῶν γινομένων. Οὕτω γὰρ ἂν ἑαυτῶν τε τὴν λύπην κατεπραΰναμεν καὶ τῇ σῇ σεμνότητι τὸ τῆς παρακλήσεως εἰκὸς ἀπεπληρώσαμεν. Ἐπεὶ δὲ οὐκέτι μου φέρει τὸ σῶμα τὰς μακροτέρας κινήσεις, ἐπὶ τὴν διὰ τοῦ γράμματος ἦλθον ὁμιλίαν, ὡς ἂν μὴ παντάπασι δόξαιμεν ἀλλοτρίως ἔχειν πρὸς τὰ συμβάντα.

Τίς μὲν οὖν τὸν ἄνδρα ἐκεῖνον οὐκ ἐστέναξε; Τίς δὲ οὕτω λίθινος τὴν καρδίαν ὡς μὴ θερμὸν ἐπ᾿ αὐτῷ ἀφεῖναι δάκρυον; Ἐμὲ δὲ καὶ διαφερόντως κατηφείας ἐπλήρωσε τάς τε ἰδίας περὶ ἐμὲ τιμὰς τοῦ ἀνδρὸς λογιζόμενον καὶ τὴν κοινὴν τῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ προστασίαν. Ἀλλ᾿ ὅμως ἐλογισάμεθα ὅτι ἄνθρωπος ὢν καὶ λειτουργήσας τῷ βίῳ τούτῳ τὰ ἐπιβάλλοντα τοῖς καθήκουσι χρόνοις πάλιν ὑπὸ τοῦ οἰκονομοῦντος τὰ ἡμέτερα Θεοῦ προσελήφθη. Ἃ καὶ τὴν σὴν φρόνησιν ἐνθυμουμένην πράως ἔχειν τὸ συμβὰν παρακαλοῦμεν καί, ὡς οἷόντε, μετρίως φέρειν τὴν συμφοράν. Ἱκανὸς μὲν οὖν καὶ ὁ χρόνος μαλάξαι τὴν καρδίαν καὶ τὴν πάροδον δοῦναι τοῖς λογισμοῖς· ἀλλ᾿ ὅμως ὕποπτον ἡμῖν ἐστι τὸ ἄγαν σου φίλανδρον καὶ περὶ πάντας χρηστόν, μή ποτε ἔκδοτον δῷς σεαυτὴν τῷ πάθει δι᾿ ἁπαλότητα ἠθῶν βαθεῖαν τὴν πληγὴν δεξαμένη τῆς λύπης.

Πάντοτε μὲν οὖν χρήσιμον τὸ τῶν Γραφῶν διδασκάλιον, μάλιστα δὲ ἐπὶ τῶν τοιούτων καιρῶν. Μνήσθητι τοίνυν τῆς τοῦ κτίσαντος ἡμᾶς ἀποφάσεως δι᾿ ἣν πάντες ἐκ τῆς γῆς φύντες πάλιν εἰς γῆν ὑποστρέφομεν, καὶ οὐδεὶς οὕτω μέγας ὥστε βελτίων φανῆναι τῆς διαλύσεως.

Καλὸς μὲν οὖν καὶ μέγας ὁ θαυμάσιος ἐκεῖνος καὶ ἐφάμιλλος τῇ ῥώμῃ τοῦ σώματος τὴν τῆς ψυχῆς ἀρετήν, φημὶ κἀγώ, οὐμενοῦν ἔχων ὑπερβολὴν εἰς ἑκάτερον, ἀλλ᾿ ὅμως ἄνθρωπος καὶ τέθνηκεν ὡς Ἀδάμ, ὡς Ἄβελ, ὡς Νῶε, ὡς Ἀβραάμ, ὡς Μωσῆς, ὡς ὅν τινα ἂν εἴποις τῶν τῆς αὐτῆς φύσεως μετεχόντων. Μὴ οὖν, ἐπειδὴ ἀφῃρέθημεν αὐτόν, ἀγανακτῶμεν, ἀλλ᾿, ὅτι τὴν ἀρχὴν συνῳκήσαμεν, χάριν ἔχωμεν τῷ συζεύξαντι. Τὸ μὲν γὰρ στερηθῆναι ἀνδρὸς κοινόν σοι πρὸς τὰς ἄλλας γυναῖκας, ἐπὶ δὲ τοιαύτῃ συνοικήσει οὐκ οἶμαι ἄλλην γυναικῶν τὰ ἴσα ἔχειν σεμνύνεσθαι.

Ἓν γὰρ τῷ ὄντι ὑπόδειγμα τῆς ἀνθρωπείας φύσεως τὸν ἄνδρα ἐκεῖνον ὁ δημιουργήσας ἡμᾶς ἔκτισεν, ὥστε πάντες μὲν ὀφθαλμοὶ πρὸς αὐτὸν ἐφέροντο, πᾶσα δὲ γλῶσσα τὰ κατ᾿ αὐτὸν διεξῄει, γραφεῖς δὲ καὶ πλάσται τῆς ἀξίας ἀπελιμπάνοντο, ἱστορικοὶ δὲ ἄνδρες τὰ κατὰ τοὺς πολέμους ἀνδραγαθήματα διηγούμενοι πρὸς τὴν τῶν μύθων ἐκπίπτουσιν ἀπιστίαν. Ὅθεν οὐδὲ πιστεύειν ἠνείχοντο οἱ πολλοὶ τῇ φήμῃ τὴν σκυθρωπὴν ἐκείνην ἀγγελίαν περιαγούσῃ οὐδὲ καταδέχεσθαι ὅλως ὅτι τέθνηκεν Ἀρινθαῖος. Ἀλλ᾿ ὅμως πέπονθεν ἃ καὶ οὐρανῷ καὶ γῇ καὶ ἡλίῳ συμβήσεται.

Οἴχεται καταλύσας λαμπρῶς μὴ ὑπὸ γήρως καμφθείς, μὴ καθυφείς τι τῆς περιφανείας· μέγας μὲν ἐν τῷ παρόντι βίῳ, μέγας δὲ ἐν τῷ μέλλοντι, μηδὲν ἐκ τῆς παρούσης λαμπρότητος πρὸς τὴν ἐλπιζομένην δόξαν ζημιωθεὶς διὰ τὸ πᾶσαν κηλῖδα τῆς ψυχῆς πρὸς αὐταῖς ταῖς ἐξόδοις τοῦ βίου τῷ λουτρῷ τῆς παλιγγενεσίας ἀποκαθήρασθαι.

Ὧν αὐτὴ πρόξενος αὐτῷ καὶ συνεργὸς γενομένη μεγίστην ἔχε τὴν παραμυθίαν, καὶ μετάθες τὴν ψυχὴν ἀπὸ τῶν παρόντων ἐπὶ τὴν τῶν μελλόντων μέριμναν, ὥστε καταξιωθῆναι δι᾿ ἔργων ἀγαθῶν τὸν ὅμοιον αὐτῷ τῆς ἀναπαύσεως τόπον καταλαβεῖν. Φείδου μητρὸς γηραιᾶς, φείδου θυγατρὸς νεαρᾶς, αἷς μόνη πρὸς παραμυθίαν λέλειψαι. Γενοῦ ὑπόδειγμα ἀνδρείας ταῖς λοιπαῖς γυναιξὶ καὶ οὕτω τὸ πάθος μέτρησον ὡς μήτε ἐκβαλεῖν τῆς καρδίας μήτε καταποθῆναι ὑπὸ τῆς λύπης.

Ἐπὶ πᾶσι πρὸς τὸν μέγαν τῆς ὑπομονῆς μισθὸν ἀπόβλεψον, τὸν παρὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ ἀνταποδόσει τῶν βεβιωμένων ἡμῖν ἐπηγγελμένον.

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΥΖΥΓΟΝ ΤΟΥ ΑΡΙΝΘΑΙΟΥ
γιὰ νὰ τὴν παρηγορήσει γιὰ τὸ θάνατό του

Τοῦ Ἁγίου ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ τοῦ Μεγάλου, Ἐπιστολὴ 269

Ἐκεῖνο ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχα κάνει γιὰ τὴν κατάστασή σου αὐτή, θὰ ἦταν νά ῾χα ῾ρθεῖ καὶ νὰ παραβρισκόμουνα στὴν περίσταση ποὺ σὲ βρῆκε, ἔτσι καὶ ἐγὼ θὰ εἶχα παρηγορηθεῖ καὶ τὸ καθῆκον μου ἀπέναντι στὴ εὐγένειά σου θὰ εἶχα ξεπληρώσει. Ἐπειδὴ ὅμως τὸ σῶμα μου δὲν μπορεῖ πλέον νὰ μετακινηθεῖ μακριά, κατέφυγα στὴ γραπτὴ ἐπικοινωνία, γιὰ νὰ μὴ φανῶ ὅτι εἶμαι τελείως ἀδιάφορος πρὸς τὰ συμβάντα.

Ποιός δὲν ἐστέναξε διὰ τὸν ἄνδρα ἐκεῖνο; Καὶ ποιός ἔχει τόσο λίθινη καρδιά, ὥστε νὰ μὴ χύσει γιὰ αὐτὸν θερμὰ δάκρυα; Ἐμένα βάρυνε περισσότερο ἡ ψυχή μου καὶ πόνεσα καθὼς θυμήθηκα τὴν ἰδιαίτερη τιμὴ ποὺ δέχτηκα ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν προστασία ποὺ ἔχει μὲ χίλιους δυὸ τρόπους προσφέρει στὴν Ἐκκλησία. Ἀλλ᾽ ὅμως σκέφθηκα ὅτι, ἀφοῦ εἶναι καὶ αὐτὸς ἄνθρωπος καὶ ξεπλήρωσε τὰ καθήκοντα ποὺ εἶχε σ᾽ αὐτὴ τὴ ζωὴ τὸν πῆρε πίσω πάλι τὴν κατάλληλη ὥρα, ὁ προνοητὴς Θεός, ποὺ κατευθύνει τὴ ζωή μας. Αὐτὰ εἶναι ποὺ παρακαλῶ τὴ φρόνησή σου νὰ θυμᾶται, ὥστε νὰ διατηρήσει τὴ γαλήνη της καί, κατὰ τὸ δυνατόν, νὰ βαστάσει μὲ ψυχραιμία τὴ συμφορά. Βεβαίως ὁ χρόνος εἶναι ἱκανὸς νὰ μαλάξει τὴν καρδιά σου καὶ νὰ ἐπιτρέψει τὴν ἐπικράτηση τῆς λογικῆς. Ἀλλ᾽ ἡ ὑπερβολικὴ ἀγάπη σου πρὸς τὸν ἄνδρα σου, καὶ ἡ πρὸς ὅλους καλωσύνη σου ἄλλωστε, μᾶς βάζει στὴν ὑποψία μήπως παραδοθεῖς στὴν ἀπελπισία, ἀφοῦ λόγω τῆς λεπτότητος τῶν συναισθημάτων σου δέχθηκες τόσο βαθιὰ πληγὴ τῆς λύπης.

Λοιπὸν ἡ διδασκαλία τῶν Γραφῶν εἶναι πάντοτε, καὶ πολὺ περισσότερο σ᾽ αὐτὲς τὶς περιστάσεις, χρήσιμη. Νὰ θυμᾶσαι λοιπὸν τὴν ἀπόφαση τοῦ Δημιουργοῦ μας, κατὰ τὴν ὁποίαν ὅλοι ὅσοι προήλθαμε ἀπὸ τὴ γῆ πάλι στὴν γῆ θὰ ἐπιστρέψουμε καὶ κανεὶς δὲν εἶναι τόσο μεγάλος ὥστε νὰ ξεπεράσει τὸ νόμο τῆς φθορᾶς.

Ἑπομένως ὁ θαυμάσιος ἐκεῖνος ἄνθρωπος ἦταν καλὸς καὶ μέγας, καὶ εἶχε τὴν ἀρετὴ τῆς ψυχῆς ἐφάμιλλο μὲ τὴν ἀνδρεία τοῦ σώματος, τὸ παραδέχομαι καὶ ἐγώ, καὶ μάλιστα ὑπερέβαλλε ὅλους καὶ στὰ δύο. Ἀλλὰ παρὰ ταῦτα ἦταν ἄνθρωπος καὶ φυσικὰ πέθανε, ὅπως ὁ Ἀδάμ, ὅπως ὁ Ἄβελ, ὅπως ὁ Νῶε, ὅπως ὁ Ἀβραάμ, ὅπως ὁ Μωυσῆς, ὅπως ὁποιοσδήποτε ἄλλος τὸν ὁποῖον εἶναι δυνατὸν νὰ μνημονεύσεις, ἀπὸ ὅλους ὅσους εἶχαν τὴν ἴδια χοϊκὴ φύση. Ἂς μὴ ἀγανακτοῦμε λοιπὸν ποὺ τὸν στερηθήκαμε, ἀλλ᾽ ἀντίθετα ἂς χρεωστοῦμε εὐγνωμοσύνη πρὸς Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς εὐλόγησε τὴ συζυγία. Διότι τὸ νὰ στερηθεῖς τὸν ἄνδρα σου εἶναι κάτι ποὺ συμβαίνει καὶ στὶς ἄλλες γυναῖκες. Γιὰ τὸ πόσο ὅμως καλὰ πέρασες ἐσὺ μὲ τὸ σύζυγό σου στὴ ζωή, δὲν εἶναι κάτι ποὺ μπορεῖ κάποια ἄλλη γυναίκα τὸ ἴδιο νὰ ὑπερηφανευτεῖ.

Διότι πράγματι ὁ Κτίστης μας δημιούργησε τὸν ἄνδρα σου σὰν μοναδικὸ καὶ ὑποδειγματικὸ τύπο ἀνδρός, ὥστε ὅλοι νὰ τὸν προσέχουν καὶ νὰ μιλοῦν γι᾽ αὐτόν. Ὅσα φτιάχνουν μὲ ἰδανικὸ τρόπο οἱ ζωγράφοι καὶ οἱ γλύπτες δὲν εἶναι τίποτα μπροστά του. Οἱ δὲ ἱστορικοί, ὅταν διηγοῦνται τὰ ἀνδραγαθήματά του στοὺς πολέμους, προχωροῦν στὸν χῶρο τῶν ἀπίστευτων μύθων. Γι᾽ αὐτὸ πολλοὶ δὲν μποροῦσαν νὰ πιστέψουν τὴν θλιβερὴ ἐκείνη εἴδηση ποὺ κυκλοφόρησε οὔτε νὰ καταδεχθοῦν κἂν νὰ ἀκούσουν, ὅτι πέθανε ὁ Ἀρινθαῖος. Ἀλλ᾽ ὁ σύζυγός σου ἔπαθε ὅτι πρόκειται κάποτε νὰ πάθουν ὅλα τὰ φθαρτὰ καὶ πρόσκαιρα δημιουργήματα.

Ἀπεδήμησε μὲ λαμπρὸ θάνατο, χωρὶς νὰ ἔχει καμφθεῖ ἀπὸ τὸ γῆρας χωρὶς νὰ ἔχει στερηθεῖ τίποτα ἀπὸ τὴ δόξα του. Μεγάλος ὑπῆρξε σ᾽ αὐτὴ τὴ ζωή, μεγάλος θὰ ἀναδειχτεῖ καὶ στὴ μέλλουσα. Τίποτε ἀπὸ τὴν λαμπρότητα αὐτῆς τῆς ζωῆς δὲν ἔχει χάσει, γιατὶ πρόκειται νὰ ἀπολαύσει τὴν μέλλουσα καὶ γιατὶ λίγο πρὶν φύγει ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ εἶχε καθαρίσει κάθε κηλίδα τῆς ψυχῆς του μὲ τὸ «λουτρὸ τῆς παλιγγενεσίας».

Τὸ γεγονὸς δέ, ὅτι σὺ ἔγινες πρόξενος καὶ συνεργὸς σ᾽ αὐτό, φέρει μεγάλη παρηγοριά. Μετάφερε τώρα τὴν ψυχή σου ἀπὸ τὰ παρόντα στὴ φροντίδα τῶν μελλόντων, ὥστε νὰ καταξιωθεῖς μὲ ἔργα ἀγαθὰ νὰ κερδίσεις τὸν ἴδιο τόπο ἀναπαύσεως ποὺ κέρδισε καὶ ὁ σύζυγός σου. Λυπήσου τὴ γριὰ μάνα σου καὶ ἀκόμα τὴ νέα κορούλα σου, στὶς ὁποῖες ἔχεις μείνει ἡ μοναδικὴ παρηγοριά. Γίνε ὑπόδειγμα ἀνδρείας στὶς ἄλλες γυναῖκες καὶ ρύθμισε τὴν λύπη σου ἔτσι ὥστε οὔτε νὰ τὴν βγάλεις ἀπὸ τὴν καρδιά σου οὔτε νὰ τὴν ἀφήσεις νὰ σὲ καταπιεῖ.

Καὶ τέλος ρίξε τὰ βλέμματά σου πρὸς τὸ μεγάλο μισθὸ τῆς ὑπομονῆς, τὸν ὁποῖο ἔχει ὑποσχεθεῖ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς σὲ ἀνταπόδοση τῶν ὅσων κάναμε σ᾽ αὐτὴ τὴ ζωή.