Η Ορθοδοξία στη νέα χιλιετία

Το σκαρί της αποδεικνύεται γερό, αλλά χρειάζονται αλλαγές για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις

Του Μητροπολίτη Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας Νεκταρίου

Εκκλησία, Καθημερινή της Κυριακής, 18 Φεβρουαρίου 2001

«Χίλια έτη ως η ημέρα η εχθές» (ψαλμός 89). Πέρασε άλλη μια χιλιετία! Η χιλιετία αυτή άρχισε με τις επιτυχίες του Ισλάμ, που έγιναν αφορμή για τις υποκριτικές σταυροφορίες της χριστιανικής Δύσης και μαράζωσαν το Βυζάντιο μέχρι που έγιναν η κύρια αιτία του αφανισμού του. Αυτή όμως η πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας έγινε ο σπόρος της ευρωπαϊκής αναγέννησης, η οποία γέννησε στην αρχή τον προτεσταντισμό και έπειτα τον διαφωτισμό, που είχε σαν συνέπεια τη Γαλλική Επανάσταση. Αυτή, τέλος, κυοφόρησε τον αθεϊσμό και τον μαρξισμό. Τώρα, στην αυγή της νέας χιλιετίας, ζούμε τις συνέπειες όλων αυτών, μέσα στην ακοινώνητη κοινωνία των μέσων της επικοινωνίας, της παγκοσμιοποίησης, του φιλελεύθερου καπιταλισμού, στην κοινωνία της σύγχυσης, της πολύμορφης βίας, της έξαρσης του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και των πάσης φύσεως εθνικισμών.

Η αρχική ενότητα, πρώτα του αλεξανδρινού, έπειτα του ρωμαϊκού και μεταγενέστερα του βυζαντινού κράτους, αυτός ο ένας καθρέπτης, έγινε στην εποχή μας χίλια κομμάτια, κάθε γειτονιά και κρατίδιο, υπό τη σκιά πάλι του ενός υπερκράτους. Και αντίθετα με το κομμάτιασμα, έχουν διαμορφωθεί δυναμικές, κυρίως στο χώρο της πληροφορικής και της οικονομίας, που ενώνουν και διαμορφώνουν πολυσυλλεκτικούς πολιτισμούς, που θέλουν να ορίσουν τα νέα πνευματικά και πολιτιστικά σύνορα της ανθρωπότητος.

Μέσα σ´ αυτό το παλίμψηστο ζει και υπάρχει μέχρι σήμερον και η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία. Αφού δοκίμασε, τον αιώνα που πέρασε, την απογοήτευση του χριστιανικού οικουμενισμού, τις συνέπειες της νέας άνθησης του Ισλάμ, τη βαρβαρότητα του λεγομένου υπαρκτού σοσιαλισμού, την αποπροσωποποίηση κάθε προσωπικού και, τέλος, την υποκριτική αγάπη της Δύσης, εξακολουθεί έστω και αιμάσσουσα όχι μόνο να επιβιώνει, αλλά και να θερίζει ακόμη από τα χωράφια της ιστορίας, χρυσούς στάχυες πολυσήμαντης μαρτυρίας της ζωής.

Έτσι φαίνεται να συνιστά η Ορθοδοξία, μέχρι σήμερα που ξεκινάμε το νέο ταξίδι, την Εκκλησία του αιωνίου μαρτυρίου, μια κορυφαία πρόταση παρέμβασης μέσα στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.

«Δυτική» υποκρισία

Εκείνο βέβαια που παρατηρούμε είναι η διαχρονικότητα της υποκρισίας της χριστιανικής Δύσης, όλη αυτή τη δεύτερη μετά Χριστό χιλιετία. Άρχισε στην αρχή της χιλιετίας να πλησιάζει την ορθόδοξη ανατολή με τις σταυροφορίες, στη μέση της χιλιετίας υποσχόταν τα πλοία που θα έσωζαν την πολιορκημένη Κωνσταντινούπολη και στο τέλος αυτής της χιλιετίας έκαμε το παν να διαλύσει την ορθόδοξη Σερβία, να προσελκύσει στην Ουνία τους σλαβικούς λαούς και γενικώς να αποδυναμώσει τον ορθόδοξο κόσμο με κάθε μέσο και τρόπο, πότε ανοιχτά με στρατιωτικές επεμβάσεις χάριν δήθεν της ειρήνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πότε ύπουλα δια της καθοδηγούμενης εισόδου στο μαντρί της πολυσυλλεκτικής άθρησκης ή φαινομενικά μόνο χριστιανικής Δύσης.

Όταν ο Κ. Καραμανλής υπέγραφε επίσημα στο Ζάππειο την είσοδο της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είπε: «Επιτέλους βλέπω να έρχονται τα αναμενόμενα τόσους αιώνες πλοία». Νόμιζε πως έφθασε η στιγμή που η χριστιανική Δύση είχε αποφασίσει οριστικά να βοηθήσει την Ανατολή. Όμως τα πράγματα δείχνουν κάθε μέρα και περισσότερο ότι και μέσα στην Ευρώπη η Ελλάδα θεωρείται σχεδόν ξένο σώμα, κάτι το νόθο, που δεν προσομοιάζει με τους άλλους Ευρωπαίους, αλλά από ανάγκη ή από συμφέρον έπρεπε να κλεισθεί μέσα στο ευρωσύστημα. Μέσα, ίσως, είναι πιο φρόνιμη η Ορθοδοξία, παρά έξω από τα τείχη. Ίσως μας χρειάζεται κιόλας σαν κυματοθραύστης στα σύνορά της με το Ισλάμ.

Εχθρικό περιβάλλον

Και μέσα σ´ αυτές τις συνθήκες ξεκινάει σήμερα η ναυς της Εκκλησίας μας «το πέλαγος διαπλεύσαι» της νέας χιλιετίας. Το ταξίδι θα είναι δύσκολο, αλλά καλό, θεοσκέπαστο και ευλογημένο. Είναι πολλά βέβαια τα σύννεφα και τα μποφόρ ανεβαίνουν. Η γενετική, η τεχνική, η πληροφορική και η οικονομία, οδηγούν σε τέτοιες καταστάσεις απίστευτες και πριν από λίγα έστω χρόνια. Η παγκοσμιοποίηση θα έλθει σαν χάρος με δρεπάνι θανάτου ή σαν αύρα λεπτή μιας «ποίμνης με ένα ποιμένα» που θα ανακουφίσει της γης τους κολασμένους. Το πρώτο υποστηρίζουν οι περισσότεροι. Μεγάλη σύγχυση υπάρχει σε όλους τους χώρους και σε όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από θρησκεία, έθνος, φυλή και γλώσσα. Όμως τα παιδιά του Θεού είναι και πάλι αισιόδοξα. Αφού όταν βαπτίζονται τα σημαδεύει η Εκκλησία με ένα σταυρό στο στήθος και όταν κηδεύονται στο μνήμα των πάλι σημάδι έχει ένα σταυρό, τι μπορούν να φοβηθούν; Δια τούτο πιστεύουν, ελπίζουν, αγαπούν.

Διαχρονική η αγάπη

Πιστεύουν στη δια του Σταυρού λύτρωση, ελπίζουν στη δια της Αναστάσεως συνανάσταση και συμβασιλεία, έστω και αν έχουν φθάσει την ενδεκάτη, δεν φοβούνται την βραδύτητα, και προ παντός αγαπούν. Διότι η αγάπη «ουδέποτε εκπίπτει», κηρύττει ο Απ. Παύλος. Η αγάπη λοιπόν είναι για όλες τις χιλιετίες.

Η Εκκλησία λοιπόν που θα διακονήσει με συνέπεια μόνο την αγάπη, δεν φοβάται, δεν αγωνιά, δεν έχει άγχος ούτε ανασφάλεια, καλημερίζει κάθε μέρα, κάθε χρόνο, κάθε αιώνα, κάθε χιλιετία, με την ίδια βεβαιότητα της χαρούμενης αγγελίας, του Ευαγγελίου, του οποίου είναι μεγαλοφωνότατος κήρυξ ή μάρτυς σιωπηλός. Γνωρίζει ότι το βιβλίο αυτό της ζωής αρχίζει από το «χαίρε» ενός αγγέλου και τελειώνει με το «χαίρετε» της Αναστάσεως. Μέσα σε αυτά τα δύο ποτάμια της χαράς, δροσίζεται, αναπαύεται, κολυμπάει. Εδώ ο χρόνος γίνεται άχρονος και όσο και αν βιώνει ο πιστός στην εποχή «του μέλλοντος αιώνος του απαταιώνος», ουδέν τον ανησυχεί ή του στερεί την ειρήνη της ψυχής και τη γαλήνη, διότι Εκείνος είναι η Αρχή άνευ αρχής, το Άλφα και το Ωμέγα.

Όσο και αν περνούν οι αιώνες και προορούν με άλματα οι επιστήμες και ανακαλύπτεται το DNA ή κλωνοποιείται ακόμη και ο άνθρωπος, ο Θεός θα παραμένει ο μεγάλος Άγνωστος, αλλά και ο μόνος αληθινός. Δεν θα γνωρισθεί ο θεός με τη σοφία των ανθρώπων, όπως λέει ο μέγας Παύλος, αλλά θα πιστευτεί από τους εκλεκτούς με τη μωρία του κηρύγματος. Μακάριοι λοιπόν θα είναι αυτοί που θα τον ομολογούν και αυτή τη χιλιετία.

Αναγκαίες αλλαγές

Όμως αυτή η αισιόδοξη οπτική γωνία έχει μια προϋπόθεση. Να γίνει η Εκκλησία περισσότερο σαμαρειτική, να επιστρέψει στο πνεύμα των κατακομβών, να μαθητεύσει στη σχολή του νιπτήρος, να απαλλαγεί από τα ψιμύθια και τα complex της ανασφάλειας, την πατερναλιστική συμπεριφορά, τη βεβαιότητα της αυτάρκειας, τον εξουσιαστικό τρόπο δράσεως, το πνεύμα του ακτιβισμού και το πνεύμα του άφρονος, του διθυραμβισμού, να βρει στο χώρο διοικήσεως τρόπους και μεθόδους έκφρασης της πανορθοδόξου ενότητος, να προχωρήσει σε μια λειτουργική αναγέννηση με λιγότερη βαττολογία και περισσότερα καρδιακά δάκρυα, να αξιολογήσει και τιμήσει περισσότερο τη γυναίκα, να ανοίξει την αγκαλιά της στον ανώνυμο χριστό κάθε άνθρωπο, να ζητήσει συγγνώμη για τις αμαρτίες που έκαμε στο όνομα του Χριστού, να υπερασπισθεί και να θυσιαστεί όχι μόνο για τα πρόβατά της, αλλά και για τα άλλα που είναι έξω από την αυλή της. Ακόμη ν’ αγωνισθεί για την ειρήνη, την κοινωνική δικαιοσύνη, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ακεραιότητα της δημιουργίας και για τα λουλούδια και τα πουλιά. Τότε η Ορθοδοξία θα κερδίσει το στοίχημα της τρίτης χιλιετίας.

Όταν ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός σηκώθηκε να χαιρετίσει κάποιο βαρώνο της συνοδείας, ένας απέραντα θρασύς σταυροφόρος εκάθησε αυθαδώς στο θρόνο του. Έργο του Μπράιαν από το έργο «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», του Κωνσταντίνου Παπαρρηγοπούλου, στ΄ έκδοση του Π. Καρολίδου, 1932.