Χριστοφόρος Γεροντίδης, Φιλόλογος
Δημοσιεύτηκε στὸ περ.
Ὀρθόδοξη Κυψέλη
| Ἐμεῖς ζοῦμε, ἀποκτοῦμε, τρῶμε, πίνουμε, γλεντοῦμε. Νιώθουμε ἔντονη τὴ βίωση. Ἐσεῖς ἀλήθεια τί κάνετε; ΑΝΤΙΒΙΩΣΗ!!! |
| Ἀναρωτιέμαι καμιὰ φορὰ τί κάνουν ὅσοι μποροῦν καὶ δὲν ἐργάζονται. - Περιεργάζονται! |
| Γνωστὸ πὼς οἱ τεμπέληδες ποτέ τους δὲν κουράζονται. Γι᾿ αὐτὸ δὲν ξεκουράζονται. |
| Μοῦ κάνει. Σκέφτομαι νὰ τὸν παντρευτῶ. Ἔχει ὀμορφιά, πλούτη, ἀξιώματα. - Καὶ τοῦ ... Θεοῦ βιώματα;;; |
| Μέχρι χθὲς ψυχρὰ τὸν κοιτοῦσε σήμερα τοῦ χαμογελοῦσε θ᾿ ἄκουσε ποὺ τὸν ἐπαινοῦσε. |
| Πῶς ζεῖ ὁ ἄνθρωπος! Ἀπίστευτο! Ἐμοίρασε τὰ πάντα στοὺς φτωχοὺς καὶ πέθανε στὴν ψάθα τραγουδώντας! Γιατὶ τὴν ψάθα του, τὴν ἅπλωνε ὁ Χριστὸς χαμογελώντας. |
| Καὶ ποιὸ εἶναι τῆς Ἀγάπης τὸ ὅριο; - Δὲ μπαίνει ποτὲ στὸ περιθώριο. |
| Κάνεις τὸ καλὸ καὶ δὲ λὲς νὰ τὸ ξεχάσεις. Γιὰ νὰ τὸ χάσεις !!! |
| Πρόσεχε τί γράφεις ! Εἶσαι συγγραφέας: Σὲ διαβάζουν! Πρόσεχε πὼς ζεῖς! Εἶσαι χριστιανός· σὲ ἀντιγράφουν! |
| Σκληρὴ ζωή! Ἀγώνας μέχρι τελικῆς πτώσεως. - Μέχρι τελικῆς Ἀναστάσεως! |
| Καὶ τί χρειάζεται, γιὰ νὰ μάθουμε πόσα εἴδη ἁμαρτιῶν ὑπάρχουν; - Ἕνα πιστὸ φωτοαντίγραφο τῆς καρδιᾶς μας. |
| Πολλὰ στραβὰ γίνονται σήμερα καὶ σὲ πνευματικοὺς χώρους. τί νὰ κάνει κανείς;;; Ἀπάντηση: «Τὰ στραβὰ μάτια»!!! |
| Στὸν καλὸ ἄνθρωπο ἀναπαύονται οἱ ἄνθρωποι. Στὸν καλὸ χριστιανὸ ἀναπαύεται ὁ Θεός! |
| Ὅλες οἱ θρησκεῖες τοῦ κόσμου ἔχουν κάποιο Θεό, κάποια πνευματικὴ ἀνάταση. Ἐσεῖς τί ἔχετε;; - ΑΝΑΣΤΑΣΗ!!! |
| Πολλοὶ στὴν ἐκκλησία τὴν ἀκολουθία ἀκοῦμε ἀλλὰ δὲν «ἀκολουθοῦμε»! |
| Οἱ Ἅγιοι, ὡς γνωστόν, θεωροῦν τὴν ἀρρώστια εὐλογία. Ἑνῶ ἐμεῖς ... εὐλογιά. |
| Ἔγιναν αἱρετικοὶ τοὺς χάσαμε! Μήπως καὶ ἐμεῖς τοὺς προετοιμάσαμε; |
| Ὅλοι οἱ χριστιανοὶ στὸ ἴδιο καζάνι βράζουνε. Γιατί ὅμως δὲν μοιάζουνε; - Γιατὶ ἄλλοι ζοῦν βίον μετανοίας καὶ ἄλλοι μετ᾿ ἀνοίας. |
| Ποιὸς εἶναι ὁ πιὸ ὠφέλιμος πνευματικὸς λόγος; - Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ἀντίλογο! |
| Ἀνοίγω τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀλλὰ μερικὲς ἰδέες μὲ σοκάρουν. - Ὅταν ἀνοίγονται διαθῆκες, δὲν πᾶνε νὰ κρίνουν, ἀλλὰ νὰ πάρουν. |
| Διαβάζω τὴν Ἁγία Γραφὴ μὰ δὲ τὴν καταλαβαίνω. Βρίσκω ὅτι μερικὰ σημεῖα εἶναι «ἤξεις, ἀφίξεις». - Προσευχήθηκες ποτέ, πρὶν κἂν τὴν ἀνοίξεις;;; |
| Χωρὶς Θεὸ τὰ πάντα ἐπιτρέπονται. - Μὲ τὸ Θεὸ τὰ πάντα «ἀνατρέπονται». |
| - Μπορεῖ κανεὶς νὰ γίνει Ἅγιος; - Ἂν πάψει νά ῾ναι πλάγιος! |
| Ἄσπροι καὶ μαῦροι σταυροὶ στοῦ Θεοῦ τὰ τεφτέρια. - Γιατὶ ἄλλοι σταυρώνουν ... τὰ πάθη καὶ ἄλλοι ... τὰ χέρια! |
| Φαντάζομαι τοὺς ἑκατομμυριούχους στὶς βίλες τους, καὶ τοὺς ζηλεύω! Δὲν ξέρουν τί ἔχουν. - Νὰ τοὺς φαντάζεσαι καὶ στὰ ὀστεοφυλάκια καὶ νὰ τοὺς λυπᾶσαι! Ἐκεῖ ξέρουν τί δὲν ἔχουν. |
| Ὡραία κηδεία! Καὶ στέφανα καὶ λούλουδα σ᾿ ἕνα σωρὸ καλάθια. Καὶ ἐνῶ ὅσο ζοῦσε ὁ ἄμοιρος Πετρόβολα καὶ ἀγκάθια. |
| Τὰ πολλὰ τροπάρια τοῦ προκαλοῦν κεφαλόπονο. Ἔπρεπε, λέει, νὰ λέγονται τὰ μισά. Ἔ! Τότε θὰ τοῦ προκαλοῦσαν ... ἡμι-κρανία. |
| Τοῦ εἶπαν ὅτι εἶναι ἐγωιστὴς καὶ ἀντέδρασε. Καὶ τοὺς δικαίωσε! |
| Δὲν βρίσκω ἠρεμία. - Βρὲς τὴν ἐρημία! |
| Ὁ ἄδικος θάνατος τὴν καρδιά μας ματώνει. - Μὰ τὸν ἄδικο θάνατο ὁ Θεὸς δικαιώνει. |
| - Ὢ παντοδύναμε Πλοῦτε, Θεὲ τῶν ἰσχυρῶν της Γῆς, καὶ ποιὸς μπορεῖ ἐσένα νὰ νικήσει, ἀφέντη τῶν λαῶν, κυρίαρχε τῆς μοίρας;;; - Τὸ δίλεπτο τῆς χήρας! |
| Εἶναι ἔξυπνη, ἔχει ἀέρα καὶ ὅταν τὸ νοιώθει παραφουσκώνει. Σὰ τὸ μπαλόνι. |
| Καὶ γιατί νὰ τὸν λέω γέροντα; Τὸ γέρος δὲ τοῦ φτάνει; - Καὶ αὐτὸς γιατί νὰ σὲ λέει χωρικό; Τὸ χωριάτης δὲ σοῦ κάνει;;; |
| Ἐγὼ ἀγαπητέ μου, πιστεύω πὼς ὁ ἄθεος εἶναι ἐλεύθερος! Δὲν εἶναι δοῦλος, ὅπως ὁ χριστιανός. Ζεῖ σὲ ἄλλη ἀτμόσφαιρα ἔχει ἄλλο ἀέρα. - Τῆς ζούγκλας τὸν ἀέρα μὲ πίθηκο ... πατέρα. |
| Νομίζω ὅτι μπορεῖ κανεὶς νὰ συζητᾶ γιὰ Θεὸ μὲ τὸν καφὲ καὶ τὸ τσιγάρο. - Ὅσο μπορεῖ καὶ νὰ προσεύχεται μὲ τ᾿ ἕνα πόδι πάνω στ᾿ ἄλλο. |
| - Ἀπορῶ! Χριστιανὸς ζωγράφος καὶ νὰ ἐκθέτει ἔργα χυδαῖα! - Παρεξηγήσατε! Δὲν ἐκθέτει αὐτὸς τὰ ἔργα του· τὰ ἔργα του ... τὸν ἐκθέτουν! |
| - Οἱ ἁμαρτίες μου εἶναι ὠκεανός. ΠΝΙΓΟΜΑΙ! - Εἶναι σταγόνα μέσ᾿ τὸν ὠκεανὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. ΚΟΛΥΜΠΑ! |
| - Βλέπουμε τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ καὶ γοερὰ θρηνοῦμε. - Θρηνεῖ καὶ Ἐκεῖνος τὸ Σταυρὸ γιὰ τὰ δικά μας τὰ πάθη ποὺ ἀγνοοῦμε. |
| - Ἀγάπα τὴ ζωὴ λέει ὁ ἀρχάριος. Ζῆσε τὴν ἀγάπη, λέει ὁ μακάριος. |
| - Δὲ μπορῶ νὰ ἀγαπάω τὸ Θεό. Μίσησε τὶς ἁμαρτίες σου. |
| - Καὶ πῶς θὰ σωθοῦμε; Σ᾿ ἕναν ἀνήθικο κόσμο ποὺ ἀπὸ τ᾿ βρωμιὰ παραπαίει; - Ὁ Λὼτ στὰ Σόδομα σώθηκε καὶ ὁ Ἰὼβ στὴ κοπριὰ δικαιώθηκε. |
| Γιατί ἄραγε ἡ Ἑλένη καὶ σήμερα καὶ χθὲς ἔφαγε «τοῦ Θεοῦ τὰ ἐλέη»; - Γιατί θὰ νηστέψει αὔριο, λέει. |
| - Κι ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀδικία μακροθυμεῖ ὅπως ὁ Θεός. - Μόνο ποὺ ὁ Θεὸς περιμένει, ἀφήνει ... ἀφήνει ... καὶ ὡς τὸ τέλος μακροθυμεῖ. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ἀφήνει ... ἀφήνει ... καὶ στὸ τέλος ... ἀφηνιάζει! |
| - Ἁμάρτησε ὁ κληρικός; Βούκινο ἡ πράξη. Ἀνθρώπινο τέρας! - Ἁμάρτησε ὁ λαϊκός; Τὰ πάντα «ἐντάξει». Καὶ τοῦ Ἔθνους πατέρας! |
|
Τὰ πάει καλὰ μὲ τὸ Χριστό. |
|
- Ἔχει πολλὰ λεφτὰ |
|
Οἱ καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος |
|
Δὲ τὸν τύπτει, |
|
- Παράξενο! |
|
- Τὸν πρόσβαλαν |
|
- «Τὸ δεξιό μας καταρρέει |
|
Ὑψώνω τὸ βλέμμα |
|
- Πληγώνεται, ποὺ οἱ γείτονες |
| - Ποῦ νὰ βρῶ τὸ Χριστό; στὸν οὐρανό; πιὸ πάνω; - Στὸ φτωχὸ στὸ ζητιάνο! |
| Οἱ τωρινοὶ χριστιανοὶ διαβάζουν πολλὰ ἀκόμα λένε πολλά, ἀκοῦν κηρύγματα καὶ ἐπαναπαύονται. Ἐνῶ οἱ καρδιὲς μένουν κλειστὲς χωρὶς ἀνοίγματα καὶ θάβονται. |
|
Συνήθως οἱ προϊστάμενοι |
|
Ἡ μόνη του ἀπασχόληση: |
|
- Δὲ νηστεύει, |
|
Ἔχω κι ἐγὼ ἐμπορικὸ πνεῦμα |
|
- Πολλοὺς συγγραφεῖς, λένε, |
|
- Ὅλους τοὺς περιφρονεῖ |
|
Ἔκαναν μία ἐκδρομούλα |
|
Μεγάλος ὁ ἑσπερινὸς |
|
Ἀποροῦν μερικοὶ |
|
Μὲ τρανοὺς προσπαθεῖ |
|
- Βλέπει τὰ αἴσχη ποὺ κάνουν οἱ ἄλλοι |
|
- Εἶναι κοινὸς τύπος ὅτι στὴ χώρα μας |
|
- Πολὺ ἐπικίνδυνες |
|
Ἡ Ἐκκλησία συνιστᾶ στὰ τέκνα της |
|
- Χαίρεσαι μερικοὺς |