Ἡ ἀποτελεσματικότητα τοῦ Πνευματικοῦ καὶ τοῦ Ψυχιάτρου στὴν ψυχοσωματικὴ ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Μαξίμου (Κυρίτση), Ἡγουμένου τῆς Ἱ.Μ. Ὁσίου Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ στὸ συνέδριο: «ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΓΕΝΕΣΗ - ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ - ΔΙΑΨΕΥΣΕΙΣ»,
Ἀθῆναι, 20-24 Σεπτεμβρίου 2004

Ἡ ὁμιλία δόθηκε στὴν αἴθουσα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στὶς 15.12.1997, ὕστερα ἀπὸ πρόσκληση Καθηγητῶν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς.


Ἔχουμε ἀνάμεσά μας τὸν Πανοσολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη, πατέρα Μάξιμο Κυρίτση, Ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ.

Τὸ θέμα μας εἶναι: «Ἡ ἀποτελεσματικότητα τοῦ Πνευματικοῦ καὶ τοῦ Ψυχιάτρου στὴν ψυχοσωματικὴ ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου».

Πιστεύουμε ὅτι ἡ σημερινὴ ὁμιλία θὰ συμβάλλει στὴν πνευματικὴ καλλιέργεια ὅλων μας.

Πατέρα Μάξιμε ἔχετε τὸν λόγο.


Σᾶς εὐχαριστῶ πάρα πολὺ γιὰ τὴν πρόσκληση ποὺ μοῦ κάνατε καὶ γιὰ νὰ μὴν ἔχουμε καθυστερήσεις στὸ θέμα, γιατὶ φαντάζομαι νὰ ὑπάρχουν καὶ τρόποι συζητήσεως, ἀμέσως θὰ μποῦμε στὸ θέμα.

Τὸ θέμα ποὺ διάλεξα γιὰ νὰ πῶ σὲ σᾶς ἀπόψε, ποὺ μὲ ἔκπληξη βλέπω τρέχετε σὰν τὰ ἐλάφια στὶς πηγὲς τῶν ζωηρήτων ὑδάτων τῆς πίστεώς μας εἶναι καὶ παλαιὸ καὶ σύγχρονο. Παλαιὸ διότι ἐκφράζει διὰ τοῦ Πνευματικοῦ πατρὸς τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς μας Ὀρθόδοξης ζωῆς καὶ σύγχρονο γιατὶ στὴν σύγχρονη ἐποχὴ γίνεται μία προσπάθεια νὰ ὑποκατασταθεῖ ὁ Πνευματικὸς πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Γέροντας ποὺ λέμε, ὁ Στάρετς, νὰ ὑποκατασταθεῖ μὲ ἄλλους <Πατέρες>, ἐντὸς εἰσαγωγικῶν, καὶ ποὺ σκοπὸ ἔχουν ὄχι ἁπλῶς νὰ προσφέρουν μία ἐντύπωση ἐξωτερικὴ γιὰ τὴ γνώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐν συνεχείᾳ γιὰ τὴ θεραπεία, ἀλλὰ ξεκινοῦν πολλὲς φορὲς καὶ ἀπὸ ἁγνὲς καὶ καθαρὲς διαθέσεις νὰ βοηθήσουν τὸν ἄνθρωπο νὰ ὑπερβεῖ ὁρισμένα ἐσωτερικὰ ἄσχημα πράματα ποὺ βιώνει καὶ νὰ τὸν φέρουν σὲ κάποια ὁμαλοποίηση.

Προτοῦ μπῶ σ᾿ αὐτὸ τὸ θέμα θὰ ἤθελα πρῶτα νὰ πῶ τὸ ἑξῆς: Ὅτι πρέπει νὰ γίνει συνείδηση σὲ ὅλους μας, ἂν δὲν τὸ ἔχουμε ἀντιληφθεῖ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος γενικὰ ἀσθενεῖ. Δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἔτσι ὅπως τὸν ἔπλασε ὁ Θεός. Ἡ ἀσθένειά του ὅσο περνᾶνε μάλιστα τὰ χρόνια ἐντείνεται καὶ ὄχι μόνο στὴ σωματική του σφαῖρα, ἀπὸ διάφορες ἐξωτερικὲς ἐπιδράσεις μολυσματικὲς γιὰ την ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ κυρίως καὶ βασικῶς ἀσθενεῖ ὡς πρὸς τὴ ψυχή του, ὡς πρὸς τὸ ψυχικὸ στοιχεῖο του.

Αὐτὸ εἶναι γνωστὸ σὲ ὅλους, ὅτι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἔχει ἐσωτερικὲς δυσκολίες, ὅπου γίνονται αἰτίες γιὰ ἄλλες ἐξωτερικὲς δυσκολίες. Ἡ ἀσθένεια τοῦ λοιπὸν βρίσκεται καὶ σὲ ὁρισμένες ἐπὶ μέρους λειτουργίες τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως εἶναι ἡ σωματική του διάπλαση ἢ ἐπὶ μέρους κάποια λειτουργία σωματική, ἀλλὰ καὶ κυρίως στὶς ἐπὶ μέρους ἐσωτερικές του λειτουργίες, ποὺ ὅπως λένε οἱ Πατέρες, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, στὶς ἐσωτερικές του δυνάμεις: Ὅπως εἶναι ἡ κρίση του, ἡ συνείδησή του, ἡ βούλησή του, ἡ φαντασία του, πολλὲς φορὲς ἡ μνήμη του. Δυσλειτουργοῦν αὐτὲς καὶ δημιουργοῦν τὴν αἴσθηση ἑνὸς ἄρρωστου ἀνθρώπου. Ὅταν λοιπὸν πιάνει κάποιος νὰ ἐξετάσει τὸν ἄνθρωπο, βλέπει αὐτὴ τὴν ἀσθένεια. Όπως ἕνας ἰατρὸς ὅταν λίγο ψηλαφήσει τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, λόγω τῆς πείρας του, ἀντιλαμβάνεται ποὺ ὑπάρχει ἡ ἀσθένεια. Ὅταν μάλιστα ἕνας ἀσχοληθεῖ μὲ εἰδικὲς ἐμπειρίες καὶ εἰδικὲς μορφώσεις καὶ γνώσεις ποὺ διαθέτει καὶ ἐξετάσει τὸν ἄνθρωπο ψυχοσωματικὰ θὰ βρεῖ καὶ πολλὲς ἄλλες ποὺ τὸ γυμνὸ μάτι δὲν μπορεῖ νὰ τὶς ἀνακαλύψει.

Οἱ ἄνθρωποι λοιπὸν ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ εἶναι οἱ πνευματικοὶ ἡγέτες, οἱ ὁποῖοι ἐξετάζουν καθολικὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ κυρίως ὄχι σὰν ἕνα ἀντικείμενο, ἀλλὰ σὰν μία ὕπαρξη ποὺ οὐσιαστικὰ τὴν βλέπουν μέσῳ τοῦ ἑαυτοῦ τους, γιατὶ ὁ ἄνθρωπος σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν Πατέρων εἶναι Ἕνας. Ἁπλῶς ἔχουμε διάφορα πρόσωπα τὰ ὁποῖα διαφοροποιοῦν κάπως τὸν ἄνθρωπο. Ἡ φύσις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μία ἑνιαία. Αὐτοὶ λοιπὸν οἱ Ἡγέτες, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, μὲ πνευματικὰ ὄργανα, μὲ πνευματικὲς ἐμπειρίες, ἐρευνώντας τόσο τὸ ἐσωτερικὸ σημεῖο τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι ὁ νοῦς του, ἡ καρδιά του, οἱ λειτουργίες του οἱ πνευματικές, μὲ μία διεισδυτικότητα πρωτοφανῆ, προσπαθοῦν νὰ ἀντιληφθοῦν ὄχι ἁπλῶς τὶς ἀσθένειες, ἀλλὰ καὶ τὶς αἰτίες ποὺ προκαλοῦν τὶς ἀσθένειες. Καὶ οὐσιαστικὰ αὐτὸ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς θεραπείας ἑνὸς ἀνθρώπου ἀπὸ κάποια ἀσθένεια. Νὰ βρεθεῖ ἡ αἰτία τῶν ἀσθενειῶν.

Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ἔχουμε τοὺς Ἐπιστήμονες, τοὺς Ψυχιάτρους, τοὺς Ψυχολόγους, ποὺ μὲ εἰδικὲς γνώσεις κι αὐτοί, σπουδαγμένοι σὲ μεγάλα Πανεπιστήμια, μέσα ἀπὸ πειράματα καὶ ἐμπειρίες, προσπαθοῦν κι αὐτοὶ νὰ ἀνιχνεύσουν τὶς ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων, νὰ γνωρίσουν δηλαδὴ ποῦ ἀσθενεῖ ὁ ἄνθρωπος καὶ δὲν ξέρω βέβαια, κατὰ πόσο μποροῦν νὰ βροῦν τὶς αἰτίες τῶν ἀσθενειῶν καὶ κατὰ συνέπεια νὰ βροῦν καὶ τὶς θεραπεῖες. Πάντως προσπάθειες γίνονται.

Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοσή μας ἐμεῖς ὡς Ὀρθόδοξοι βλέπουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀσθενεῖ καὶ ἡ αἰτία τῆς ἀσθένειάς του δὲν εἶναι ἐξωτερική, ἀλλὰ ἐσωτερική. Οἱ Πατέρες λένε ὅτι ἡ αἰτία τῆς ἀσθένειας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀποστασία του ἀπὸ τὸν Δημιουργό του καὶ ἐν συνεχείᾳ ἡ παρουσία καὶ οἰκοδόμηση τῆς ὑπερηφάνειας.

Τί εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια; Εἶναι μία προσπάθεια νὰ ἀναφερθεῖ ὁ ἄνθρωπος στὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ γίνει ἔτσι μὲ τὶς μέρες ποὺ περνοῦν ἕνα ἐσωτερικὸ βραχυκύκλωμα, γιατὶ δὲν μπορεῖ κανείς, νὰ γνωρίσει ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό του εὔκολα, οὔτε καὶ νὰ θεραπεύσει ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό του.

Ἐπειδὴ ὅμως ἀρνήθηκε Ἐκεῖνον ποὺ τὸν ἔπλασε, ὁ ὁποῖος φροντίζει καὶ μεριμνᾷ γι᾿ αὐτὸν καὶ ἐγωιστικὰ ἐπιμένει σ᾿ αὐτὴν τὴν ἄρνηση, γι᾿ αὐτὸ ὁ πιὸ κοντινὸς θὰ λέγαμε παράγων ἀναφορᾶς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός του καὶ δὲν ἀνέχεται νὰ βάλλει ἄλλον ποὺ νὰ εἶναι ἀφέντης, πάνω ἀπὸ τὸν ἑαυτό του.

Ἡ ἁμαρτία ἑπομένως μὲ κεντρικὸ σημεῖο τὴν ὑπερηφάνεια, τὸν ἐγωισμό, εἶναι ἐκείνη ποὺ δημιουργεῖ ἀσθένειες. Κατ᾿ ἀρχὰς ψυχικὲς καὶ ἐν συνεχείᾳ καὶ σωματικές.

Λέει ἕνας σύγχρονος Πατέρας «ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ῥίζα πάσης τραγῳδίας, εἶναι τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον». Αὐτὸ τὸ σκότος χωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὁ σπορεὺς τοῦ μίσους, εἶναι ὁ ἀφανιστὴς τῆς εἰρήνης, ἡ ἀντικειμένη εἰς τὴν τάξιν - δηλαδὴ ἡ ἀντίθετη, ἡ ἀπέναντι - ποὺ ἐθέσπισε ὁ Θεός, σ᾿ αὐτὴν βρίσκεται ἡ οὐσία τοῦ ᾍδου καὶ εἶναι τὸ κύριο πρόσκομμα ποὺ δὲν ἀφήνει νὰ φωτισθεῖ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ οἰκοδομήσει ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, τὴ δική του προκοπή.

Φαντάζεσθε ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος φέρει μία τέτοια ἀσθενικὴ κατάσταση στὸ ἐσωτερικό του κι ἔχει αὐτὰ τὰ ἀποτελέσματα ποὺ ἀναφέρθηκαν, τί τραγικὲς συνέπειες ἔχει μετὰ ἀπὸ ἐκεῖ. Ἕνας ὁ ὁποῖος ζεῖ ἕνα σκοτάδι στὸ βάθος του, ἕνας ὁ ὁποῖος δὲν ἔχει τρόπο ν᾿ ἀπαλλαγεῖ ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ σκοτάδι, ὅλες του οἱ κινήσεις καὶ οἱ ἐσωτερικές, ἀλλὰ κυρίως οἱ ἐξωτερικὲς εἶναι κινήσεις ποὺ δημιουργοῦν στὴν ψυχοσωματική του ὕπαρξη, μία διασάλευση. Δημιουργοῦν μία σύγκρουση. Ἐπὶ παραδείγματι ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἐσωτερικὸ ἀσθενικὸ σημεῖο ξεκινώντας, ἀρχίζουν νὰ ἀναφύονται τὰ πάθη καὶ τὰ πάθη εἶναι καὶ σωματικὰ καὶ ψυχικά.

Μία πληθώρα παθῶν ἐμφανίζονται στὰ τρία μέρη τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ στὸ νοῦ του, στὸ λογιστικὸ καὶ στὴν καρδία του, τὸ θυμικό, ἀλλὰ κυρίως στὴ γαστέρα καὶ τὰ ὑπογάστρια, τὸ ἐπιθυμητικό. Ὅπου αὐτὰ τὰ πάθη γίνονται ἕνα δάσος ποὺ τοῦ ἐπισκιάζουν τὸν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης καὶ τοῦ στεροῦν τὴν ἰκμάδα τῆς ζωῆς.

Ὅπως ἕνα ἀντικείμενο, μία ζωντανὴ ὕπαρξη ἂν τὴν βάλουμε σ᾿ ἕνα σκοτάδι, θὰ δοῦμε ὅτι ὄχι μόνο χάνει τὴ θέα τοῦ ἡλίου, ἀλλὰ σὰν συνέπεια καὶ ἀποτέλεσμα χάνει τὴν ἴδια του τὴ ζωή, σιγὰ-σιγὰ χάνει τὴ χλωροφύλλη, τὴν ἰκμάδα τῆς ζωῆς του καὶ πεθαίνει καὶ ξεραίνεται χωρὶς νὰ μπορεῖ κάποιος νὰ τὸν βοηθήσει.

Μία ἄλλη συνέπεια εἶναι ἡ παρουσία σκοτεινῶν δυνάμεων, ἀοράτων, στὸ βλέμμα ἀλλὰ καὶ στὸν λογισμὸ τοῦ ἀνθρώπου, τῶν δαιμόνων δηλαδή, ποὺ σύμφωνα πάντα μὲ τὴν διδασκαλία τῶν πατέρων, <ἐκ νεότητος ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἔγκειται ἐπὶ τὰ πονηρά>, καὶ ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Μακάριος ἀπὸ τὴν νεότητά μας, ἡ ἐνέργεια τοῦ δαίμονος, στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μας ἑλίσσεται γύρω ἀπὸ τὸ δικό μας λογισμὸ καὶ συναναπτύσσεται μαζὶ μὲ τὴ δική μας ὕπαρξη καὶ στὴν ψυχικὴ σφαῖρα καὶ στὴ σωματική. Καὶ ἐνεργοῦν αὐτοὶ ἀπ᾿ ἔξω ἀοράτως, ὅπως λένε, χωρὶς ἐμεῖς νὰ τοὺς ἀντιλαμβανόμαστε, γιατὶ ἐμεῖς ἔχοντας τὸ δικό μας λογισμὸ ἐσωτερικά, νομίζουμε ὅτι, ὅ,τι κάνουμε καὶ ὅ,τι κατασκευάζουμε εἶναι δικό μας προϊόν.

Ἡ οὐσία ὅμως εἶναι, ὅτι τὸ προϊὸν ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τὴν ἀνθρώπινη ἔχει αὐτὸ τὸ διπλὸ στοιχεῖο. Ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, γιατὶ γίνεται συνδημιουργὸς καὶ μπαίνει καὶ ἀνιχνεύει μέσα στὴν Κτίσιν καὶ την Φύσιν καὶ ἀνακαλύπτει τὰ θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὅλα αὐτὰ ἐξ αἰτίας τῆς ὑπάρξεως τῶν δαιμόνων, γίνονται πρὸς βλάβη τοῦ ἀνθρώπου καὶ λιγότερο πρὸς ὠφέλεια.

Σιγὰ-σιγὰ ἔρχεται καὶ ἡ νέκρωση, ὁ θάνατος ὁ σωματικὸς εἶναι μία κατάληξη τῆς ἐσωτερικῆς νεκρώσεως ποὺ ὑπέστη ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν παρουσία των παθῶν τῶν ψυχοφθόρων καὶ τὴν παρουσία τῶν δαιμόνων.

Ὁ θάνατος λοιπὸν ἀπ᾿ ὅπου εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν φανερωθοῦν ὅλα τὰ κακὰ ἔχει τὴν ρίζα τοῦ ἔσωθεν. Ἐκ τῆς καρδίας λένε ἔρχονται, ἐκπορεύονται οἱ διαλογισμοὶ οἱ κακοί, οἱ πορνεῖες, οἱ μοιχεῖες, οἱ φόνοι, κλοπαί, πλεονεξία, πονηριά, δόλος, ἀσέλγεια, ὀφθαλμὸς πονηρός, βλασφημία, ἀφροσύνη καὶ λοιπά. Αὐτὰ ἀσφαλῶς δὲν εἶναι γεννήματα τῆς φύσεώς μας, γιατὶ ὁ Θεὸς δὲν ἔπλασε φύση ποὺ νὰ γεννᾷ τέτοια ἐκτρώματα, ἀλλὰ εἶναι στοιχεῖα τὰ ὁποῖα ἦρθαν ἀπ᾿ ἔξω.

Λέει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος σ᾿ ἕνα σημεῖο «Ξένον γὰρ φύσεως ἡμῶν τὴν κακίαν τῶν παθῶν διὰ τῆς παρακοῆς τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, ἐν ἑαυτοῖς ἐλλιξάμεθα».

Εἶναι ξένη της φύσεώς μας ἡ παρουσία τῶν παθῶν. Πῶς ἦρθε; Ἦρθε διὰ τῆς παρακοῆς τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, καὶ τὴν ἐδέχθη ἡ φύσις μας σὰν ἕνα καινούργιο στοιχεῖο, χωρὶς νὰ τὸ ἔχει πλάσει ὁ Θεός.

Γι᾿ αὐτὸ ὅπως οἱ περισσότεροι θὰ ξέρετε ἀπὸ τὰ Πανεπιστήμιά σας ἡ ὕπαρξη τοῦ κακοῦ οὐσιαστικὰ δὲν ὑφίσταται. Τὸ κακὸ εἶναι μὴ ὄν, γίνεται ὂν ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ προαίρεση τοῦ λογικοῦ ὄντος ἔχει τὴ βούληση νὰ τὸ προσλάβει. Ἂν ἡ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου ἢ τοῦ Ἀγγέλου δεχθεῖ κάτι ἄλλο μέσα του, ἀμέσως ἀλλάζει καὶ παύει ὑφιστάμενο τὸ κακό.

Ὁ Ἅγιος Μακάριος λέει τὸ ἑξῆς: Δὲν μποροῦμε λέει νὰ χαρακτηρίσουμε τοὺς ἀνθρώπους σὲ καλοὺς ἢ κακούς. Γιατὶ φύσις κακὴ δὲν ὑπάρχει.

Πῶς μποροῦμε ὅμως νὰ τοὺς χαρακτηρίσουμε; Νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι κενοὶ ἢ πλήρεις. Πᾶς ἄνθρωπος ἢ κενός ἐστι ἢ πλήρης. Κενὸς Ἁγίου Πνεύματος ἂν εἶναι ὁ ἄνθρωπος σὰν ἀποτέλεσμα ἔχει αὐτὸ ποὺ εἴπαμε: Τὸ νὰ γεμίζει ἡ καρδιά του ἀπὸ ἕνα σωρὸ πάθη καὶ ἐνέργειες ποὺ εἶναι ἀνεπιθύμητες καὶ στὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο. Πλήρης εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μετέχοντας στὰ ἀγαθὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γεμίζει ἀπὸ ἐσωτερικὴ ζωή.

Αὐτὴ λοιπὸν ἡ δημιουργία τῶν παθῶν ποὺ φέρνουν κι᾿ ἕνα πόνο στὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου, ὁ πόνος τῆς ἐνοχῆς, ὁ κάθε ἄνθρωπος λαμβάνει πεῖρα ἀπὸ τὴν μικρή του ζωή. Ὅπως ἐπίσης ἡ ἐπιθυμία του εἶναι πῶς ν᾿ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἐσωτερικὴ δύσφορη κατάσταση. Καὶ πολλὲς φορὲς πάλι λαμβάνει πεῖρα καὶ τῶν ἐξωτερικῶν ἐνεργειῶν ποὺ κάνει ὁ ἄνθρωπος ποὺ προέρχονται ἀκριβῶς ἀπ᾿ αὐτὲς τὶς ἐσωτερικὲς συγκρούσεις.

Αὐτὲς οἱ ψυχοσωματικὲς διαταραχὲς δημιουργοῦν την αἴσθηση ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐγκλωβισμένος μέσα σὲ μία φυλακή. Καὶ πάρ᾿ ὅλο ὅτι ἔχει αὐτὴ τὴν αἴσθηση καὶ ποὺ προσπαθεῖ νὰ βρεῖ κάποιες διεξόδους, ἀδυνατεῖ τὶς περισσότερες φορὲς νὰ βρεθεῖ μία λύση ἀπεγκλωβισμοῦ ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἀνεπιθύμητες ἐσωτερικὲς καταστάσεις. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀπεγνωσμένα τρέχει ἀπὸ δῶ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ γιὰ νὰ βρεῖ μία ἀνάπαυση.

Ὁ Ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητὴς λέει ὅτι ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου ν᾿ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὶς ἐσωτερικές του συγκρούσεις, τὸν ὁδηγεῖ στὸ νὰ ἐφευρίσκει τρόπους νὰ χαίρεται πάνω στὸ πρόσωπο τῆς γῆς καὶ ἐπειδὴ αὐτοὶ οἱ τρόποι ἀδυνατοῦν νὰ τοῦ ἀφαιρέσουν αὐτὴ τὴν ἐσωτερικὴ δύσκολη κατάσταση καὶ τοὺς τρόπους αὐτοὺς τοὺς ὀνομάζει ἡδονές, τοῦ προκαλοῦν διπλότερη ὀδύνη καὶ αὐτὴ ἡ ἡδονὴ φέρνει πάλι στὸν ἄνθρωπο μία ἐπιθυμία ἀπαλλαγῆς καὶ τρέχει πάλι στὶς ἡδονὲς καὶ γίνεται φαῦλος κύκλος καὶ δὲν μπορεῖ νὰ βρεῖ ποτὲ ἄκρη. Γεμίζει μὲ τὶς μέρες ποὺ περνοῦν ἡ ψυχή του μὲ ἐνοχὲς κι αὐτὲς οἱ ἐνοχὲς γίνονται ἡ φυλακή του, γίνονται ὁ τάφος του.

Φανταστεῖτε ἕναν ἄνθρωπο φυλακισμένο ὁ ὁποῖος δὲν μπορεῖ νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴ φυλακή του, πόσες φορὲς φωνάζει καὶ κράζει ἀπεγνωσμένα. Ἔτσι ἔκραζε ἡ ἀνθρωπότητα χρόνια ὁλόκληρα μετὰ ἀπὸ τὴν πτώση καὶ φώναζε πρὸς ὅλες τις κατευθύνσεις καὶ ἡ φωνή της δὲν ἔφτανε πουθενά. Καὶ ἡ τελικὴ κατάληξη ἦταν ὅπως λένε οἱ Πατέρες ὁ Ἅδης, τὸ τελευταῖο κατάλυμά του ἦταν τὸ σκότος τοῦ ᾍδου.

Καὶ μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν συμφορὰ ποὺ βίωνε ὁ ἄνθρωπος, ὁ Θεὸς ὡς προνοητὴς καὶ παιδαγωγός, σταδιακά, τὸν ἔφερνε σὲ διαφόρους τρόπους Θεογνωσίας. Τοῦ ἔστειλε Προφῆτες, τοῦ ἔστειλε ἀνθρώπους μὲ δυνάμεις, τοῦ ἔδινε παρηγοριὲς μὲ τὸν ἄλφα ἢ τὸν βῆτα τρόπο μέχρι ποὺ στὸ τέλος ἦλθε ὁ Ἴδιος καὶ τοῦ προκάλεσε τὴν σωτηρία μὲ τὸν τρόπο ποὺ ξέρουμε.

Περνώντας τὰ χρόνια καὶ ἀποστασιοποιούμενος ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν παράδοση αὐτὴ ποὺ ἔφερε ὁ Χριστὸς στὴν Οἰκουμένη, καὶ θὰ δοῦμε παρακάτω πῶς συνεχίζεται αὐτὴ ἡ παράδοση, δημιουργήθηκαν οἱ ἐπιστῆμες θεραπείας τοῦ ἀνθρώπου.

Ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα ἔχουμε πάρα πολλοὺς ἰατρούς, ψυχολόγους, ψυχιάτρους ποὺ κάνουν προσπάθειες νὰ θεραπεύσουν τὸν ἄνθρωπο. Ἂν πᾶτε στὴ Γερμανία ἢ στην Ἀμερικὴ θὰ δεῖτε ὅτι ὄχι μόνο ὁ κοινὸς πολίτης ἔχει τὸν ψυχίατρό του, ἀλλὰ καὶ ὁ ψυχίατρος ἔχει τὸν ψυχίατρό του. Καὶ γίνεται μία θὰ λέγαμε ἀφόρητη κατάσταση στὶς κοινωνίες αὐτές, ὅταν παρ᾿ ὅλη αὐτὴν τὴν προσπάθεια τῶν ψυχιάτρων ὁ ἄνθρωπος στενάζει κάτω ἀπὸ τὰ βάσανα τῆς ζωῆς.

Καὶ ἐπιτρέψτε μου τώρα νὰ μιλήσω γι᾿ αὐτὴν τὴν προσπάθεια, τὴν ἀνθρώπινη, χωρὶς νὰ ἔχω πολλὲς γνώσεις γύρω ἀπὸ αὐτό, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν πεῖρα μου σὰν Πνευματικός. Γιατὶ καταφθάνουν πολλὲς φορὲς ἄνθρωποι στὸ ἐξομολογητήριο, ποὺ ἔχουν ἤδη ἐπισκεφθεῖ ψυχιάτρους-ψυχολόγους, καὶ ἀνακάλυψα τὴν ἀνεπάρκεια θεραπείας, εἶδα καὶ ἔμαθα τὴν προσπάθεια αὐτῶν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀδυναμία αὐτῶν νὰ ἀπεγκλωβίσουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὶς συμφορές του.

Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀξιολογήσουμε αὐτὲς τὶς προσπάθειες γιατὶ πάρα πολλὲς φορὲς ἄνθρωποι μὲ ζῆλο ἐπισημαίνουν τὶς ἀσθένειες, γνωρίζουν ἀπὸ τί πάσχει ὁ ἄνθρωπος καὶ κάνουν προσπάθειες ν᾿ ἀπαλλάξουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ αὐτὰ τὰ πάθη. Ὅμως οἱ μέθοδοι καὶ ὅ,τι ἀφορᾷ τὴν γνώση τῶν ἀσθενειῶν καὶ ὅ,τι ἀφορᾷ τὴν θεραπεία των ἔχουν ἕνα στραβὸ θεμέλιο. Δὲν ξεκινοῦν ἀπὸ ὀντολογικὴ γνώση τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ὅλοι αὐτοὶ πλὴν ἐλαχίστων παρατηροῦν τὸν ἄνθρωπο τὸν πεπτωκότα. Δὲν ἀντιλαμβάνονται τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου στὴν προπτωτική του κατάσταση. Οὔτε ἔχουν γνώση τὸ πῶς μπορεῖ κανεὶς ἐν Χριστῷ ν᾿ ἀπαλλαγεῖ. Καὶ ἐξετάζουν μόνο τὸ τί ὑφίσταται ὁ ἄνθρωπος στὴ θέση ποὺ βρίσκεται, δηλαδὴ στὴν πτωτική του κατάσταση.

Ἀκριβῶς αὐτὸ τοὺς δημιουργεῖ καὶ τὴν ἀδυναμία θεραπείας. Προσπαθοῦν κυρίως μὲ τὸν διάλογο, πολλὲς φορὲς μὲ διάφορα φάρμακα νὰ ἀποκαλύψουν τὶς ἐνοχὲς καὶ τὶς συγκρούσεις τῆς ψυχῆς, ποὺ ὑφίστανται ἀπὸ τῆς πτώσεως τῆς ἁμαρτίας, ἄλλοτε μὲ ψυχαναλύσεις καὶ ἄλλοτε μὲ ἰσχυρὲς δόσεις φαρμάκων νὰ βοηθήσουν τὸν ἄνθρωπο.

Ἀλλὰ τί βοηθᾶνε; Τί δίνουν στὸν ἄνθρωπο; Δίνουν μόνο κάποιο μούδιασμα τῶν νεύρων, ποὺ πληροφοροῦν τὸν ἄνθρωπο γιὰ τὶς ἀσθένειες. Δὲν ἅπτονται καὶ δὲν ἀγγίζουν ἐπ᾿ οὐδενὶ λόγω οὔτε τὴν αἰτία τῶν ἀσθενειῶν, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὴν ἴδια τὴν ἀσθένεια.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ πολλοὶ πάσχουν καὶ ταλαιπωροῦνται ἀπὸ τὰ φάρμακα καὶ τελικὰ πεθαίνουν μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴ δυσκολία ποὺ ἔχει σήμερα ἡ κοινωνία μας, βιώνοντας αὐτές τὶς ἄσχημες καταστάσεις.

Οἱ ψυχολόγοι συνήθως δὲν πιστεύουν ὅτι τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου προϋπάρχει μία ἄλλη φύσις. Δὲν πιστεύουν στὸ Θεό, δὲν ἀντιλαμβάνονται ὅτι ὁ ἄνθρωπος προῆλθε ἀπὸ κάπου ἀλλοῦ. Αὐτὸ εἶναι καὶ ἡ βασική τους θὰ λέγαμε πλάνη. Πλανᾶται ὁ ἄνθρωπος ὅταν μὲ ἐλαφρὰ τὴ συνείδηση λέει ὅτι ὁ κόσμος ὁλόκληρος καὶ τὸ στόλισμα τοῦ κόσμου ποὺ εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἔγινε μόνος του. Κανεὶς δὲν μπόρεσε νὰ δώσει ἐξηγήσεις αὐτῆς τῆς θεωρίας. Ἁπλῶς λέγονται οἱ θεωρίες παραπλανητικὰ καὶ στόχος αὐτῶν ποὺ τὶς κατασκεύασαν εἶναι νὰ παραπλανήσουν καὶ νὰ ἀποστασιοποιήσουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν φυσική του πηγὴ ποὺ εἶναι ὁ Δημιουργός του. Καὶ ἐπειδὴ τὰ λένε πολλὲς φορές συνθηματολογικὰ καὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν μπαίνει στὸ κόπο νὰ μελετήσει καλλίτερα καὶ βαθύτερα καὶ τὴ ζωή του καὶ τὶς Γραφές, νὰ βάλλει σὲ ἐνέργεια τὸν νοῦ του καὶ την λογική του, νὰ δεῖ ὅτι εἶναι πιὸ δύσκολο νὰ πιστέψει κανεὶς ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ἀπὸ μόνος του, παρὰ νὰ πιστέψει ὅτι τὸν ἔκανε ὁ Θεός. Γιατὶ καμμιὰ πληροφορία ἐμπειρικὴ δὲν τοῦ δίνει στὴ ζωὴ αὐτὴν τὴν πραγματικότητα.

Τί πρᾶγμα ἔχει γίνει μόνο του ποτέ;

Καὶ ὅσοι πᾶνε νὰ ἐπιχειρηματολογήσουν γύρω ἀπὸ μερικὰ θέματα - μοῦ ἔλεγε κάποιος στὸ στρατό: Νά, λέει, πρὶν μερικὰ χρόνια οἱ Θερμοπύλες ἦταν παραθαλάσσιες, μετὰ ἀπὸ μερικὰ χρόνια ὁ Σπερχειὸς ἔκανε τὸν κάμπο καὶ ἔδιωξε τὴν θάλασσα μακριὰ ἀπὸ τὸν κάμπο στὶς Θερμοπύλες. Ὅπως καταλαβαίνετε αὐτὲς οἱ λογικὲς κι αὐτὲς οἱ ἐπιχειρηματολογίες δὲν στέκονται σ᾿ ἕνα λογικὸ καὶ ἕνα νοήμονα ἄνθρωπο.

Δὲν ἀντιλαμβάνονται ὅτι ὁ Ἄνθρωπος εἶναι τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ Θεὸς τοῦ Ἀνθρώπου, καὶ ὑπάρχουν λόγοι ποὺ δὲν θέλουν νὰ τὸ πιστέψουν αὐτό. Γιατὶ ἂν ἕνας ἄνθρωπος ποὺ παραβαίνει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ ποὺ οὐσιαστικὰ δὲν εἶναι μία ἠθικὴ πτώση, ἀλλὰ εἶναι μία ὀντολογικὴ ἀπομάκρυνση καὶ θάλεγα βίαια, ἀπὸ τὴν φυσική του πηγή, αὐτὴ ἡ ἀδυναμία νὰ ἀντιληφθοῦν αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, δίνει καὶ τὴν οὐσιαστικὴ ἀδυναμία νὰ θεραπεύσουν καὶ τὸν ἄνθρωπο.

Ἔχει ἐδῶ μία ὡραιότατη ἐπιχειρηματολογία ὁ μακαριστὸς Πατὴρ Σωφρόνιος ποὺ θὰ προσπαθήσω νὰ σᾶς τὴν ἀναλύσω ὅσο μπορῶ γιὰ νὰ δεῖτε ὅτι ἡ ἱκανότητα τῶν Ἁγίων ὅταν βιώνουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πόσο διαφορετικὰ ἐπιχειρηματολογοῦν γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ πόσο διαφορετικὰ οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Τί φτιάχνουν οἱ ἐπιστήμονες ὅταν ἐρευνοῦν τὸν ἄνθρωπο; Ἀνακαλύπτουν λέει τὶς ἱκανότητες τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου. Μάλιστα στὴν πορεία τῆς ζωῆς ποὺ μὲ τὴν ἐξέλιξη καὶ μὲ τὴν ἀνάπτυξη ποὺ ὑφίστανται οἱ κοινωνίες μέσα στὸ χρόνο προσπαθοῦν νὰ ἀνακαλύψουν καὶ μέσῳ αὐτῆς τῆς γνώσεως δηλαδὴ τῆς γνώσεως τῶν ἱκανοτήτων τοῦ ἀνθρώπου ν᾿ ἀνακαλύψουν καὶ τὶς ἱκανότητες τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἴδιο τὸ Θεό. «Ὀφείλομεν νὰ εἴπωμεν, λέει, ὅτι ἡ σύγχρονος ἐπιστημονικὴ πεῖρα εἰσέτι βρίσκεται μακρὰν αὐτῆς τῆς δυνατότητος νὰ συγκριθεῖ πρὸς τὴν ἀδιάκοπον καὶ αἰωνόβια πεῖρα τῆς Ἐκκλησίας».

Γιατί; Διότι ἡ πεῖρα τῆς Ἐκκλησίας δὲν ξεκινάει μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο. Δὲν ξεκινᾶμε μελετώντας τὸν ἄνθρωπο νὰ βροῦμε τὸ Θεό. Μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο φθάνουμε στὴ κατάσταση, ὅπως λέει, τοῦ Ἀνθρωπομορφισμοῦ. Δηλαδὴ φτιάχνουμε μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τὸν Θεὸ κατ᾿ εἰκόνα ἡμῶν. Δὲν ἀνακαλύπτουμε στὸν ἑαυτό μας τὸν ἄνθρωπο κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ. Εἶναι πλάνη μεγάλη καὶ τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων. Πῶς ἔφτιαξαν τοὺς Θεοὺς οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες; Ἀκριβῶς μελετώντας τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅτι ἦταν ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔβρισκαν μέσα στὸν ἑαυτό τους, ὅτι ἱκανότητες εἶχαν φυσικὲς καὶ ὅτι παθολογικὲς ἀδυναμίες τὶς προβάλλουν στὴ θεότητα. Κι ἔφτιαξαν Θεοὺς κατ᾿ εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ τους. Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐρευνοῦν τὸν ἄνθρωπο. Βλέποντας ὁ καθένας τὸ τί ἔχει καθένας μέσα στὸν ἑαυτό του, ποὺ συνήθως οἱ ψυχολόγοι -εἶναι γενικὰ παραδεκτὸ αὐτό- οἱ περισσότεροι ψυχολόγοι ἔγιναν ψυχολόγοι γιατὶ εἶχαν κάποια προσωπικὰ προβλήματα καὶ πῆγαν νὰ σπουδάσουν ψυχολογία γιὰ νὰ λύσουν τὰ δικά τους προσωπικὰ προβλήματα. Μελετώντας λοιπὸν μέσῳ τῶν δικῶν τους προβλημάτων τὸν ἄνθρωπο, προσπάθησαν νὰ ἀκτινοβολήσουν τὸν ἑαυτό τους στὸν ἄλλον ἄνθρωπο καὶ νὰ φτιάξουν εἰκόνα ἀνθρώπου κατ᾿ εἰκόνα δική τους. Προβάλλουν τὸν ἑαυτό τους στοὺς ἄλλους καὶ ὅπως φτιάχναν οἱ Ἀρχαῖοι Ἑλληνες τὸν Δωδεκάθεο καὶ ἕνα σωρὸ ἄλλους Θεοὺς κάτ᾿ εἰκόνα δική τους, ἔτσι φτιάχνουν σήμερα οἱ ἄνθρωποι ποὺ δὲν πιστεύουν σὲ Θεοὺς καὶ σὲ Θεό, φτιάχνουν ἄλλους ἀνθρώπους κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωση δικῆς τους.

Καὶ ὅπως καταλαβαίνετε, αὐτὴ ἡ προσπάθεια δὲν μπορεῖ νὰ βγεῖ ποτὲ σὲ κάποιο αἴσιο πέρας, γιατὶ ἕνας ἀσθενὴς δὲν μπορεῖ νὰ προσφέρει ὑγεία σ᾿ ἕναν ἄλλο ἀσθενῆ. Ὁ ἀσθενὴς συνήθως θεραπεύεται ἀπὸ παράγοντες ποὺ φέρουν ὑγεία, ἀπὸ ὑγιεῖς παράγοντες. Ἕνας νεκρὸς ὀργανισμὸς δὲν μπορεῖ νὰ θεραπευτεῖ ἀπὸ ἕναν ἄλλο νεκρὸ ὀργανισμό. Θ᾿ ἀναστηθεῖ ὁ νεκρὸς ὀργανισμὸς ἀπὸ μία ζωὴ αἰωνία. Κι αὐτὴ ἡ ζωὴ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀνθρώπινη παρὰ ἡ ζωὴ τοῦ αἰώνιου Θεοῦ.

Ἐνῷ ἡ Ἐκκλησία ξεκινᾷ ἀντίθετα. Βάζει μέσα στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ τὸν ἄνθρωπο, χωρὶς νὰ ξέρει τί ἀποτελέσματα θἄχουν οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἐμπιστεύεται στὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου του καὶ μ᾿ ἕνα τρόπο ὑποτακτικό, αὐτὸ εἶναι πίστις ποὺ ἔχει διαφορὰ ἀπὸ τὴν γνῶσιν, ἀνακαλύπτει ὄχι τις ἱκανότητες τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἀνακαλύπτει τὰ ἰδεώματα τῆς φύσεώς του.

Τί σημαίνει αὐτό; Ὅταν λέμε ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὅτι δὲν ἔχει πρόσωπο ἀνθρώπου, ἀλλὰ στὴ θέση τοῦ προσώπου τοῦ ἀνθρώπου βρίσκεται τὸ πρόσωπο τοῦ Λόγου, ἀλλὰ φέρει ὅμως, ὅπως λέει ὁ Πατέρας Ἅγιος Μακάριος, τὰ ἰδιώματα τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, ἔτσι καὶ μέσα στὴν φύσιν μας φέρονται καὶ ἀνακαλύπτονται διὰ τῆς μετανοίας, διὰ τῆς γνώσεως ποὺ ἔρχεται μέσα ἀπὸ τὴν πίστιν τῶν ἐντολῶν, ἀνακαλύπτονται τὰ ἰδιώματα τῆς φύσεώς μας. Δηλαδὴ τὰ στοιχεῖα τῆς Θεότητας ποὺ ἀκτινοβολήθηκαν πάνω στὸ ἀνθρώπινο Ὄν. Καὶ ποὺ εἶναι ἀκριβῶς αὐτὸ ποὺ λέμε «Εἰκόνα Θεοῦ». Δὲν ἀποκαλύπτεται μέσα στὸν ἄνθρωπο ὁ Θεὸς διὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἀνακαλύπτει ὁ ἄνθρωπος, διὰ τῆς χρήσης τῶν ἐντολῶν του, μέσα του, τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι αὐτὸς εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι ὁ Θεὸς εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου.

Αὐτὸ εἶναι πίστις τὸ ἄλλο ποὺ εἴπαμε προηγουμένως εἶναι ἡ γνῶσις.

Ἡ ἀνθρώπινη γνῶσις ἔχει ὁρισμένες δυνατότητες. Ἡ Χριστιανικὴ πίστις ἔχει ἀπέραντες δυνατότητες. Γιατὶ δὲν ἐμπιστεύεται στὸν ἑαυτό του, ἐμπιστεύεται τὸ Θεὸ καὶ διὰ τοῦ Θεοῦ γίνεται, ὅπως εἶπε ὁ Πατὴρ Σωφρόνιος, ἕνας ἄνθρωπος μὲ ὑψηλὴ Θεογνωσία-Ἀνθρωπογνωσία καὶ Κοσμογνωσία Γνωρίζει τὸν σύμπαντα κόσμο τὸν ὁρατὸ καὶ τὸν ἀόρατο ὄχι ἐκ μελέτης, ὄχι ἀπὸ τὰ βιβλία, ὄχι ἀπὸ τὶς διδασκαλίες, ὄχι ἀπὸ φανταστικὲς θεωρίες ἢ πειράματα, ἀλλὰ γνωρίζει τὸ Θεὸ καὶ ὅλα τὰ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, διὰ τῆς πίστεως, διὰ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν, διὰ τῆς μετανοίας, διὰ τοῦ Θεοῦ. Δηλαδὴ τὰ γνωρίζει ὅπως ἀκριβῶς εἶναι καὶ ὄχι ὅπως θέλει νὰ εἶναι ἢ ὅπως τὰ φαντάζεται νὰ εἶναι.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας ἔγκειται ἀκριβῶς σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο: Ὅτι μὴ στηριζόμενος στὶς ἱκανότητές του, ἀναθέτοντας καὶ καταθέτοντας τὰ θελήματά του στὸ θεῖο θέλημα, ἀποκτᾷ τὴν ὑψηλή, ὅπως εἶπα προηγουμένως Θεογνωσία καὶ διὰ τῆς Θεογνωσίας γίνεται μετὰ καὶ παντογνώστης κατὰ χάριν. Μπαίνει μέσα στὸ σύμπαν καὶ ἔρχεται σὲ ἐπαφὴ μ᾿ ἕναν ἰδιαίτερο καὶ μυστικὸ τρόπο μὲ ὅλο τὸν κόσμο.

Ἂν θέλετε νὰ τὸ πιστοποιήσουμε αὐτὸ καὶ μέσα ἀπὸ τὴν πεῖρα ὁρισμένων Γεροντάδων καὶ παλαιῶν καὶ συγχρόνων θὰ σᾶς ἀναφέρω δυὸ παραδείγματα:

Ὁ Ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ, ὅταν τὸν ἀντιμετώπισε κάποτε ὁ Βοτοβίλωφ δὲν συζήτησαν στὸ ἐπίπεδο ποὺ ἤθελε ὁ Βοτοβίλωφ, ἀλλὰ θὰ λέγαμε χωρὶς ἐπιχειρήματα καὶ χωρὶς ὁμιλία ἔκαναν διάλογο μυστικὸ μὲ τὴ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ καὶ ταυτοχρόνως μὲ τὴν διάδοση αὐτὴ τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴ καρδιὰ τοῦ Βοτοβίλωφ, τοῦ ἔδωσε τέτοια ἐμπειρία ποὺ ἔφυγε μὲ τόση πειστικότητα καὶ κήρυττε ὄχι ἁπλῶς αὐτὸ ποὺ εἶδαν τὰ μάτια του, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ αἰσθάνθηκε ἡ καρδιά του δίπλα ἀπὸ τὸν Ἅγιο τοῦ Θεοῦ.

Ἢ ὅπως στοὺς σύγχρονους Γεροντάδες, ἀναφέρουμε ἕναν, ποὺ εἶναι γνωστός σας, τὸν Γέροντα Πορφύριο, ὁ ὁποῖος μὲ πολλὴ ἄνεση μποροῦσε διὰ Πνεύματος Ἁγίου νὰ μπεῖ καὶ στὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου καὶ στὸ βάθος τοῦ κόσμου καὶ τοῦ μικρόκοσμου καὶ τοῦ μεγάκοσμου καὶ νὰ ἀντιληφθεῖ πράγματα τὰ ὁποῖα δὲν μποροῦσαν ν᾿ ἀντιληφθοῦν οἱ εἰδικοί. Κάποιος πῆγε μία μέρα σ᾿ ἕναν γιατρὸ καὶ τοῦ εἶπε ὅτι πονάει σ᾿ ἕνα σημεῖο τοῦ σώματος. Ὁ γιατρὸς ἔψαξε καὶ δὲν μπόρεσε νὰ βρεῖ τὴν ἀσθένεια. Ὅταν πῆγε στὸν Πατέρα Πορφύριο τοῦ ἐπεσήμανε σὲ ποιὸ ἀκριβῶς σημεῖο εἶναι καὶ τοῦ εἶπε ποὺ ἀκριβῶς νὰ ψάξει ὁ γιατρός, καὶ ψάχνοντας ὁ γιατρός σ᾿ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο, ἀντελήφθη τὸ ἀληθὲς τοῦ λόγου τοῦ Πατρὸς Πορφυρίου.

Καὶ πολλὰ ἄλλα θὰ μποροῦσα νὰ σᾶς πῶ. Ἡ Ὀρθόδοξη ζωὴ εἶναι γεμάτη ἀπὸ τέτοια γεγονότα, ὅτι δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος ὅταν μπαίνει στὸ ὄχημα τοῦ Θεοῦ, δὲν ἔχει παρὰ νὰ βρεῖ ὄχι μόνο τὸ Θεό, ἀλλὰ καὶ ν᾿ ἀνακαλύψει καὶ τὰ μυστήρια του ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου.

Ἔτσι ἀποφεύγει αὐτὴ τὴν πλάνη κανεὶς ν᾿ ἀνατρέπει τὴν ἱεραρχία τῆς ὑπάρξεως τῶν δυὸ προσώπων τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ μεταφέρει τὰ δεδομένα τῆς γνώσεως ποὺ ἔχει γιὰ τὸν ἑαυτό του νὰ τὰ μεταφέρει στὸ Θεὸ καὶ στοὺς ἄλλους καὶ μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο νὰ φτιάχνει, ὅπως εἶπα προηγουμένως, ἀνθρώπους καὶ θεοὺς κατ᾿ εἰκόνα.

Βασικὰ ἡ ἀδυναμία τοῦ εἶναι, τοῦ ψυχολόγου ἐννοῶ καὶ τοῦ ψυχιάτρου, ἔγκειται στὸ ὅτι δὲν ἀσχολήθηκε ποτὲ οὐσιαστικά με τὸν ἑαυτό του. Ἀπὸ ἀνάγκες ποὺ ἴσως εἶχε ὁ ἴδιος σπούδασε γιὰ νὰ βρεῖ κάποια θεραπεία καὶ χωρὶς νὰ προλάβει νὰ βρεῖ τὴν θεραπεία ὁ ἴδιος, μπῆκε στὸν κόπο καὶ στὴν τόλμη θὰ ἔλεγα, νὰ θεραπεύσει τοὺς ἄλλους καὶ ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι τὸ δρᾶμα. «τυφλὸς δὲ τυφλὸν ἐὰν ὁδηγῇ, ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται». Καὶ πολλὲς φορὲς αὐτὸ συμβαίνει. Ἔχουμε πολλὲς περιπτώσεις ἀπὸ τὴν πεῖρα τῆς ἐξομολογητικῆς. Ἄνθρωποι ποὺ πῆγαν νὰ ἐπισκεφτοῦν ψυχολόγους στὶς ἀρχὲς ἔκαναν κάποιες προσπάθειες γιὰ νὰ βοηθήσουν τοὺς ἀνθρώπους. Μετὰ ὅμως ἐνήργησαν ἄλλες δυνάμεις ἐσωτερικές, ἐγκλωβίστηκαν στὰ πάθη τους καὶ ἀντὶ νὰ φτάσουν σὲ θεραπεία, ἔπεσαν σὲ ἀκολασία, ἔπεσαν σὲ ἄλλα πάθη, δηλαδὴ πιὸ φθοροποιὰ ἀπ᾿ ὅσα εἴχανε πρίν.

Ἐδῶ μπορεῖ νὰ ὑπάρχει κάποια συζήτηση, ἂν θέλετε, ἀργότερα, ἁπλῶς ἀναφέρω τὴν πεῖρα τοῦ Πνευματικοῦ καὶ ὄχι τὴ γνώση τῶν Θεολόγων, ὅποιος ἔχει κάποια ἄλλη γνώμη ἂς τὸ πεῖ μετά.

Καὶ μπαίνω στὸ ἔργο τοῦ πνευματικοῦ.

Ὁ Πνευματικὸς εἶναι ἕνα ἄλλο πρόσωπο. Δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὶς ἐπιστημονικὲς ἐπιδόσεις στὴ ζωὴ αὐτή. Δὲν ἔχει καμμία πληροφορία ἀπὸ τὶς θεωρίες τοῦ κόσμου. Ἴσως πολλὲς φορὲς νὰ τὶς ξέρει, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ τὶς ἐμπιστευτεῖ, γιατὶ οἱ θεωρίες τοῦ κόσμου ἔχουν καὶ τὶς μεταλλαγές τους καὶ τὶς ἐπιπτώσεις τους. Σήμερα λένε αὐτό, αὔριο λένε τὸ ἄλλο. Τὸ ἔργο τοῦ Πνευματικοῦ πατρὸς θὰ ἔλεγα τελικὰ εἶναι χάρισμα. Δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. Ὅπως αὐτὸς ποὺ δωρίζει ἕνα χάρισμα «οὔκ ἐστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» ὁ Χριστὸς δηλαδή, ποὺ μὲ τὸ Ἅγιό του Πνεῦμα Χριστοποιεῖ τοὺς ἀνθρώπους, ἔτσι καὶ τὸ χάρισμα ποὺ λαβαίνει ὁ Πνευματικὸς δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, δὲν εἶναι ἔργο τῆς ἐπιστήμης καὶ γνώσεως ἐπιστημονικῆς. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀκολουθεῖ καὶ ἄλλες διαδικασίες.

Πολλοὶ Πνευματικοὶ ἔπεσαν σ᾿ αὐτὴν τὴν πλάνη καὶ νόμισαν ὅτι θὰ προσφέρουν ἔργο Πνευματικὸ μὲ τὸ ν᾿ ἀκολουθήσουν γνωστικὲς μεθόδους τοῦ κόσμου. Καὶ σπούδασαν ψυχολογία καὶ σπούδασαν κοσμικὲς ἐπιστῆμες καὶ μπῆκαν μέσα στὴ διαδικασία τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς θεραπείας τῶν ἀνθρώπων καὶ ἐφήρμοσαν μεθόδους ὄχι παραδοσιακούς-ἐκκλησιαστικούς, ὅπως τὶς παραλάβαμε ἀπὸ τὴν δισχιλιετὴ πεῖρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλὰ ἐφήρμοσαν μεθόδους ἐπιστημονικὲς καὶ στὸ τέλος ἀπέτυχαν.

Γνώρισα κάποιον Πνευματικό, ὁ ὁποῖος ἀποδελτίωνε ὅλες τὶς πράξεις ὅλων τῶν πνευματικῶν του τέκνων. Πῶς κάνουνε μερικὲς φορὲς ὁρισμένοι ἄνθρωποι ποὺ φτιάχνουν καρτέλα καὶ ξέρουν κάθε φορὰ ὅταν ἔρθει ὁ ἐξομολογούμενος, τί ἔχει πράξει στὸ παρελθόν, βγάζει τὴν καρτέλα καὶ προσθέτει ἢ ἀφαιρεῖ στοιχεῖα ποὺ ἀναφέρει ὁ ἐξομολογούμενος. Μέθοδος καὶ μεθόδευση δηλαδὴ σπάνια. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος τελικὰ ἔφτασε νὰ βλάπτει τοὺς ἐξομολογουμένους καὶ βλάφτηκε καὶ ὁ ἴδιος καὶ ἀσθένησε καὶ παρ᾿ ὀλίγο νὰ πεθάνει, ἀπὸ τὴν μεθοδολογία ποὺ χρησιμοποίησε τὴν ἐπιστημονικὴ καὶ τὴν κοσμική.

Ἡ Πνευματικὴ πατρότης εἶναι γέννημα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἕνας Πνευματικὸς Πατὴρ δὲν μπορεῖ νὰ γεννηθεῖ ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ,τιδήποτε ἄλλος πατέρας, ἐκτὸς ἀπὸ Πνευματικὸς Πατέρας.

Καὶ ἔχουμε τέτοιους πατέρες, εἴτε λέγονται Ἐθνοπατέρες, εἴτε λέγονται Ἀποστολικοὶ Πατέρες, εἴτε λέγονται Φυσικοὶ Πατέρες. Δὲν εἶναι ὅμως Πνευματικοὶ Πατέρες.

Ἡ Πνευματικὴ πατρότης, ἐπαναλαμβάνω, προέρχεται ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη ζωή.

Μπαίνει κανεὶς ἀπὸ τὰ μικρά του χρόνια, μέσα στὴν Ὀρθόδοξη ζωή. Συνηθίζει νὰ κολυμπᾷ μέσα στὴν πεῖρα τῆς ζωῆς αὐτῆς καὶ μὲ τὸν χρόνο καὶ μὲ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν, μπαίνει στὴ διαδικασία μετὰ τῆς καθάρσεως τῶν ἄλλων. Γνωστὸ εἶναι τὸ κλασσικὸ χωρίο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου: <Εἶναι ἀδύνατον νὰ καθάρεις ἕναν ἄνθρωπο, ἂν δὲν καθαρθεῖς ἐσύ. Εἶναι ἀδύνατον νὰ τὸν φωτίσεις, ἂν δὲν ἔχεις τρόπο καὶ μέσο φωτισμοῦ>. Δηλαδὴ πρῶτα καθαρθεῖναι καὶ ὕστερα καθάραι, πρῶτα φωτισθῆναι καὶ ὕστερα φωτῖσαι.

Αὐτὴ εἶναι ἡ μέθοδος τῆς Ὀρθόδοξης ζωῆς γενικά.

Εἰδικώτερα δὲ διὰ τὸ χάρισμα τοῦ Πνευματικοῦ πατρός, ὄχι μόνον αὐτὸς πρέπει νὰ ἔχει αὐτὴν τὴν προετοιμασία, νὰ μπεῖ δηλαδὴ μέσα στὴ διαδικασία τῆς ὑπακοῆς στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀπέραντες μέσα στὶς Γραφὲς καὶ ἴσως δὲν μπορεῖ νὰ βγεῖ εἰς πέρας μερικὲς φορές, γιαυτὸ καὶ μπαίνει κάτω ἀπὸ τὴν Πνευματικὴ πατρότητα καὶ αὐτὸς καὶ τηρεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Πνευματικοῦ πατρὸς αἰσθητὰ γιὰ νὰ μπορέσει κι αὐτὸς νὰ κόψει τὸ θέλημά του, κι ὅπως ἀναφέρει ἕνας Ἅγιος εἶναι κοινὴ πεῖρα τῶν Πατέρων, ὅτι μέσα στὸν ἄνθρωπο κυκλοφοροῦν τὰ ἑξῆς τρία θελήματα:

Τὸ ἕνα θέλημα εἶναι τὸ θέλημα τῆς καρδίας μας, τὸ δεύτερο θέλημα εἶναι τὸ θέλημα τοῦ σατανᾶ καὶ τὸ τρίτο θέλημα εἶναι ἡ σποραδικὴ παρουσία κατ᾿ ἀρχὰς καὶ ἐν συνεχείᾳ τὸ μόνιμο δένδρο, τὸ θαλερό, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τοῦ Πνεύματος τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ ἔρχεται μέσα ἀπὸ τὴν διαδικασία τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν. Λέει σ᾿ ἕνα σημεῖο ἡ Γραφή: <Ἐὰν τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσετε, ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ εἰσελευσόμεθα καὶ Μονὴ παρ᾿ ἐμοὶ ποιήσωμεν>. Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ καὶ τὸ Πνεῦμα.

Λέει ἕνας Ἅγιος: Προέλαβε τὸ Πνεῦμα μόλις μπῆκε στὸν κόπο ὁ ἄνθρωπος νὰ θελήσει νὰ τηρήσει τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, προέλαβε τὸ Πνεῦμα καὶ ἐπισκέφθηκε τὸν ἄνθρωπο καὶ βοηθὸς πλέον τοῦ ἀνθρώπου στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν, περιμένει τὴν ἔλευση τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ, ὁπότε βρίσκεται μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἡ ἐνέργεια τῆς Ἁγίας Τριάδος, μ᾿ ἕναν τρόπο θαυμαστὸ καὶ μὲ ἀρχικὴ πρόθεση νὰ τηρήσουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἂν δὲν γίνει αὐτό, ἂν δὲν μπεῖ μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴν διαδικασία κανείς, μὴν περιμένει νὰ ἔχει ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ κατὰ συνέπεια δὲν θἄχει τὴν δυνατότητα νὰ βοηθήσει κι᾿ ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο.

Μετάνοια κατὰ τοὺς Πατέρες εἶναι ἡ μεταστροφὴ τοῦ νοὸς ἀπὸ τὰ χείρονα στὰ κρείττονα. Ἐὰν δὲν συμβεῖ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει κάθαρση.

Ἡ διαδικασία τῆς καθάρσεως ἀρχὴ ἔχει τὴν μετάνοια. Ἡ μετάνοια εἶναι ἕνα ἔργο ποὺ ξεκινάει ἀπὸ τὴν αἴσθηση τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας. Ὅτι ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ ἐκριζώσω τὸ κακό, γι᾿ αὐτὸ καὶ μπαίνω μέσα στὸ Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι δυνατὸς νὰ ἐκριζώσει τὸ κακό.

Λέει ὁ Ἅγιος Μακάριος, ὅτι ἔργο δικό μας εἶναι νὰ πολεμοῦμε τὸν διάβολο καὶ νὰ τὸν ἀντιμαχόμαστε καὶ νὰ ἀντιπαλεύουμε καὶ νὰ ἀντιπολεμούμεθᾳ ἀπ᾿ αὐτόν. Ἔργο τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ <ἐκριζῶσαι τὸ κακό>. Ἂν δὲν ἔχει κανεὶς αἴσθηση αὐτῆς τῆς ἀδυναμίας του, δὲν μπορεῖ νὰ πιστέψει στὸν Θεό, ὅτι θὰ τὸν κάνει καλά. Καὶ ἡ πεῖρα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ ἔρχεται ἀπὸ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ἀκριβῶς.

Ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ εἶπε, χωρὶς νὰ καταλάβω τί συνέβη μέσα στὴν ψυχή του, μπαίνει στὸ ἐξομολογητήριο καὶ κάθησε καὶ μοῦ λέει: <Ἐπιτέλους θὰ τὰ πῶ>, χαρούμενος,- δὲν μποροῦσε νὰ τὰ πεῖ καὶ ν᾿ ἀναφέρει τὶς ἁμαρτίες του - <ἐπιτέλους τὰ ἔγραψα>. Γιατὶ τὴν ὥρα ποὺ ἄρχισε νὰ γράφει τὶς ἁμαρτίες του, ἄρχισε καὶ μέσα του ἡ χαρὰ καὶ ἦρθε τρέχοντας νὰ πεῖ τὶς ἁμαρτίες του.

Ἡ μετάνοια δηλαδή, ἀρχίζει ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ μέσα στὸ νοῦ μας ἀντιλαμβανόμαστε τὴν ἀδυναμία μας καὶ τὴν ἀνάγκη καθάρσεως καὶ μπαίνουμε σ᾿ αὐτὴν τὴν διαδικασία καὶ ἐν συνεχείᾳ τὸ τέλος της εἶναι ἡ συντριβὴ τῆς καρδίας καὶ τὰ ἔργα τῆς μετάνοιας, ποὺ οὐσιαστικὰ εἶναι ἡ προσπάθεια νὰ μὴν ἐπανέλθουμε καὶ πέσουμε ξανὰ στὶς ἁμαρτίες.

Θὰ σᾶς ἀναφέρω πάλι μία γνώμη ἑνὸς Ἁγίου Πατρός: <Ἡ μετάνοια εἶναι ἀνεκτίμητο δῶρο πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα. Ἡ μετάνοια εἶναι τὸ θεῖο θαῦμα διὰ τὴν ἀποκατάστασιν ἡμῶν μετὰ τὴν πτῶσιν. Ἡ μετάνοια εἶναι ἔκχυση θείας ἐμπνεύσεως ἐφ᾿ ἡμᾶς, δυνάμει τῆς ὁποίας ἀνυψούμεθα εἰς τον Θεό, τὸν Πατέρα ἡμῶν, ἵνα ζήσουμε αἰωνίως ἐν τῷ φωτὶ τῆς Ἀγάπης Αὐτοῦ. Διὰ τῆς μετανοίας συντελεῖται ἡ θέωσις ἡμῶν, τοῦτο εἶναι γεγονὸς ἀσυλλήπτου μεγαλείου. Ἡ δωρεὰ αὐτὴ κατέστη δυνατὴ διὰ τῆς προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ Γεθσημανῇ, διὰ τοῦ θανάτου ἐπὶ τοῦ Γολγοθᾶ καὶ διὰ τῆς Ἀναστάσεως>.

Εἴδατε ὅλα αὐτὰ βρίσκονται μέσα στὴν Ὀρθόδοξη ζωή. Ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη ζωὴ δὲν μποροῦμε νὰ βροῦμε μετάνοια. Μεταμέλειες ὑπάρχουν, μετάνοιες δὲν ὑπάρχουν. Ἄλλο μεταμέλεια, ἄλλο μετάνοια. Μεταμελήθηκε ὁ Ἀδὰμ ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Δὲν μετανόησε ὅμως ὅταν προσκλήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μέσα στὸν Παράδεισο. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐπέφερε τὶς συνέπειες στὸ ἀνθρώπινο γένος.

Ὁ Πνευματικὸς ποὺ ἔχει αὐτὴ τὴν ἀρχὴ ἐργάζεται κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ποὺ τελικὰ δὲν αὐτοκαλεῖται, ἀλλὰ καλεῖται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Αὐτὸς ὁ Πνευματικὸς μόλις μπαίνει μέσα στὴν γνώση τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς, μπαίνει σ᾿ ἕνα δίλημμα. Βλέπει τὴν ἐξωτερικὴ γενικὴ ἀποστασία, βλέπει τὴν ἐσωτερικὴ κακοποίηση καὶ βλέπει καὶ τὴν ἀδυναμία διορθώσεως καὶ πάρ᾿ ὅλο ποὺ πολλὲς φορὲς ἀνθρωπίνως ἢ καὶ μὲ τὴν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προσπαθεῖ, βλέπει πάρα πολλὲς φορὲς ἀναποτελεσματικότητα στὸ ἔργο του, γι᾿ αυτὸ καὶ μπαίνει στὸ δίλημμα: Νὰ προχωρήσει ἢ νὰ σταματήσει;

Οἱ Ἅγιοι λένε ὅτι εἶναι προτιμώτερο νὰ σῴζεις τὴν ψυχή σου παρὰ νὰ προσπαθεῖς νὰ σῴζεις τοὺς ἄλλους. <Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδίσῃ τὸν κόσμον ὅλον, ζημιωθῇ δὲ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;>

Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ λέει ὅτι ἐὰν θὰ μπεῖς στὴν ἔρημο νὰ ἐργαστεῖς τὴν Ὀρθόδοξη ζωὴ διὰ τῆς Προσευχῆς, εἶναι χίλιες φορὲς καλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ μπεῖς μέσα στὴ ζοῦγκλα τῶν παθῶν, γιὰ νὰ σώσεις ἀνθρώπους.

Καὶ γνωρίζοντας αὐτὰ τὰ μηνύματα καὶ τὶς διδασκαλίες τῶν Πατέρων ἕνας Πνευματικὸς μπαίνει σ᾿ αὐτὸ τὸ δίλημμα.

Τί νὰ κάνει;

Ἀπὸ τὴν μιὰ μεριὰ βλέπει τὶς ἀσθένειες καὶ γνωρίζει ὅτι οἱ ἀσθένειες αὐτές, οἱ περισσότερες ἀπὸ αὐτές, θεραπεία βρίσκουν μόνο μέσα ἀπὸ τὴν διαδικασία ἐπανασυνδέσεως μὲ τὸν Θεὸ τοῦ ἀνθρώπου.

Ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος σ᾿ ἕνα σημεῖο ὅτι: δὲν ὑπάρχει τίποτε ποὺ νὰ μένει ἀθεράπευτο, ἐὰν μπεῖ μέσα στὸν ἄνθρωπο ὅλος ὁ Χριστός. <Ἐὰν ὅλος εἰσδέξῃς τὸν Χριστὸν πάσας τὰς Χριστοῦ θεραπείας ἐπὶ τὰς σεαυτὸν συνάξεις τῆς ψυχῆς, ἂς κατὰ μέρος ἕκαστος θεθησαύρισαι>.

Δὲν θὰ μπορεῖς νὰ βρεῖς ἀλλιῶς θεραπεία, τὴν πᾶσα θεραπεία, ἐὰν δὲν δεχθεῖς μέσα σου ὅλον τὸν Χριστόν. Αὐτὴ εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων. Γι᾿ αὐτὸ βλέπετε μερικοὺς Γεροντάδες ποὺ ἔχουν Πνεῦμα Ἅγιον, δὲν ἔχουν ἀσθένειες καὶ σωματικές.

Ἀσφαλῶς θὰ ὑπάρχουν ἀντιρρήσεις ἐδῶ θὰ τὶς συζητήσουμε μετά.

Τί θὰ κάνει λοιπόν;

Κι ἐγὼ προσωπικὰ ἔχω ἔρθει πολλὲς φορὲς σαυτὸ τὸ δίλημμα. Νὰ συνεχίσω ἢ νὰ μὴ συνεχίσω;

Γιατὶ βλέπω τὶς προσωπικές μου ἀδυναμίες. Ὅταν πάω ν᾿ ἀντιμετωπίσω ἕναν ἄνθρωπο ἀνακαλύπτω τὶς δικές μου δυσκολίες. Καὶ ὅταν μάλιστα μὲ ψυχολογικὲς μεθόδους, δηλαδὴ μὲ συζητήσεις, μὲ ἐπιχειρήματα, μὲ ἐξαγορεύσεις κλπ. ποὺ πολλὲς φορὲς ἐπιχειροῦμε στοὺς ἐξομολογουμένους μας, βλέπω αὐτὴν τὴν ἀναποτελεσματικότητα καὶ λέω: Τί συμφέρει νὰ συνεχίσω ἢ νὰ ὑποχωρήσω;

Ὁ Πατὴρ Σωφρόνιος λέει ἕνα τρομακτικὸ ἐδῶ: <Ἐάν, λέει, μπεῖς στὴ διαδικασία τῆς τελείας σταυρώσεως, διὰ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν ἄλλον, ἔστω κὶ ἂν χάνεις μερικὲς φορὲς τὶς ὡραῖες ἐμπειρίες τῆς προσευχῆς, βγαίνεις στὸ ἴδιο ἀποτέλεσμα τῆς σωτηρίας. Γιατὶ ἡ Γραφὴ λέει ἐὰν ἐξαγάγεις ἄξιον ἐξ ἀναξίου οὗτος ὡς τὸ στόμα μου ἐστί.>. Σὰν τὸ στόμα μου εἶναι αὐτός..

Ὁπότε βάζουμε τὸν ἑαυτό μας στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ οὔτε ἀποφασίζουμε ἐμεῖς, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀρνούμαστε καὶ παρατηροῦμε μέσα στὴ διαδρομὴ τῆς πορείας μας σὰν Πνευματικοὶ ἂν τὸ θέλει ὁ Θεὸς νὰ προχωρήσουμε ἢ ὄχι. Κι ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ ἀντιληφθοῦμε ὅτι δὲν τὸ θέλει ὁ Θεὸς καὶ θὰ δώσει τρόπο ὁ Θεὸς νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε, πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ποῦμε: ΣΤΟΠ! Εἶσαι ἀνάξιος νὰ προχωρήσεις. Καὶ ὅποιος προχωρεῖ ἀντιλαμβανόμενος αὐτὴν τὴν ἀναξιότητα, σίγουρα θὰ κάνει πολὺ κακὸ ἀντὶ νὰ κάνει καλό. Γιατὶ ὑπάρχουν καὶ πολλὲς ἐκτροπὲς γύρω ἀπὸ τὸ θέμα αὐτό. Καὶ ἀντὶ νὰ ὠφελήσει καὶ νὰ θεραπεύσει θὰ φτάσει στὴν ἀντίστροφη κατάσταση νὰ βλάψει καὶ νὰ πάει μαζὶ μὲ τοὺς ἐξομολογούμενούς του στὴν κόλαση καὶ ὁ ἴδιος.

Ἑπομένως, λέει, ὁ Πατὴρ Σωφρόνιος, σ᾿ ἕνα ἄλλο σημεῖο, ὅτι χρειάζεται νὰ ἔχουμε μία εὐκτικὴ προσοχή. Μία προσοχή, δηλαδή, ποὺ νὰ συνοδεύεται ἀπὸ τὴν συνεχῆ εὐχή.

Ἀπὸ τὶς λεπτομέρειες ποὺ θ᾿ ἀντιμετωπίσουμε στὸν ἐξομολογούμενο, μέχρι τὰ γενικότερα θέματα ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας ὁ Χριστὸς ἀνέλαβε νὰ σώσει τὴν ἀνθρωπότητα χωρὶς νὰ προστρέξει σὲ διδασκαλία πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.

Ἀλλὰ μὲ τὴν προσευχὴ τῆς Γεθσημανῆς, ποὺ ἦταν ἔμπονη καὶ ἔμπυρη καὶ μὲ τὴν ἀνάληψη τῆς εὐθύνης ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν τιμωρία ποὺ ὑπέστη οἰκειοθελῶς χάριν τῶν ἀνθρώπων, ἔσωσε τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἔτσι θέλει καὶ τοὺς Πνευματικούς. Ὁ Πνευματικὸς δὲν μπορεῖ ἀλλιῶς νὰ ζήσει καὶ νὰ δώσει ὠφέλεια στοὺς ἀνθρώπους ἂν δὲν μπεὶ μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν διαδικασία τῆς θυσίας.

Καὶ εἶναι μία μεγαλειώδης κατάσταση αὐτή, ὅταν ἀρχίζουμε ν᾿ ἀντιμετωπίζουμε τὸν ἄνθρωπο ξεκινώντας ἀπὸ τὸ συμφέρον τοῦ ἑαυτοῦ μας, χωρὶς πρόθεση νὰ θυσιαστοῦμε γιὰ τὸν ἄλλον σὲ κάθε στιγμή, εἴτε μέρα εἶναι, εἴτε νύκτα, εἴτε μὲ τὴν παρουσία τοῦ ἄλλου, εἴτε μὲ τὴν ἀπουσία τοῦ ἄλλου διὰ τῆς προσευχῆς, ἂν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ πρόθεση, ἂν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ τόλμη νὰ μπεῖ μέσα σ᾿ αὐτὴν την θυσία, σίγουρα δὲν θὰ μπορέσει νὰ κάνει δουλειά.

Γιατὶ μέσα στὸν Πνευματικὸ Πατέρα ὑπάρχουν δυὸ στοιχεῖα: Τὸ ἕνα στοιχεῖο εἶναι τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης, ποὺ φέρει καὶ τὴν δυνατότητα τῆς θεραπείας καὶ τὸ ἄλλο στοιχεῖο εἶναι ἡ προσωπικὴ μετοχὴ στὴν χάρη ποὺ φέρει καὶ μέσῳ τῆς ἱερωσύνης, ἀλλὰ καὶ μέσῳ τῆς πίστεώς του στὸν Θεό. Ἐὰν τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης συνοδεύεται μὲ τὴν ῥᾳθυμία τοῦ πνευματικοῦ, ὅταν θὰ ἐξομολογεῖται, ὁ ἄλλος θ᾿ ἀπαλλάσσεται μὲν ἀπὸ τὶς ἐνοχές, δὲν θὰ οἰκοδομεῖται ὅμως στὴν πνευματικὴ ζωή. Ὁπότε θὰ εἶναι, κάθε μέρα καὶ κάθε ὥρα, εὔκολη λεία τοῦ διαβόλου, κάθε ἄνθρωπος, ἔστω καὶ ἂν καθαίρεται.

Σκοπὸς τοῦ Πνευματικοῦ δὲν εἶναι μόνον ν᾿ ἀντιληφθεῖ τὶς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε εἶναι μόνο νὰ διαβάζει τὴν εὐχή, νὰ τοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες του.

Σκοπὸς τοῦ Πνευματικοῦ εἶναι, νὰ προσπαθήσει μὲ τὴν προσωπικὴ ἐμπειρία, τὴν φυσικὴ καὶ τὴν πνευματικὴ ποὺ ἀποκτᾷ μέσα ἀπὸ τὴν δική του βίωση, τὴν πνευματική, νὰ μπορέσει νὰ βοηθήσει τὸν ἄνθρωπο νὰ βρεῖ τὸν Θεό, νὰ συναντηθεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ γίνει μέτοχος τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὴ ἡ δυνατότης δὲν μπορεῖ ἀνθρωπίνως νὰ ἐπιτευχθεῖ.

Θὰ ἔρθει ἐπὶ παραδείγματι μέσα στὸ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἡ διάκριση καὶ ἡ διείσδυση, ὥστε νὰ μπεῖ καὶ νὰ κατανοήσει στὸ βάθος τὸν ἄνθρωπο;

Ἀνθρωπίνως εἶναι ἀδύνατον.

Μπορεῖ ἐξωτερικὰ κάτι ν᾿ ἀντιληφθεῖ ἀπὸ τὶς ἐξαγορεύσεις. Σκοπὸς εἶναι νὰ ἔχει ἕνα χάρισμα, μία δυνατότητα νὰ μπεῖ στὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ τοῦ ἀποκαλύψει καὶ ἀνακαλύψει ἐκεῖνα τὰ βάθη, ποὺ οὔτε ὁ ἴδιος τὰ ἔχει προσεγγίσει ποτὲ καὶ μὲ ἐπιμονὴ τὰ ἀρνεῖται καὶ τὰ ἀπωθεῖ στὸ ὑποσυνείδητο, φοβούμενος οὔτε καὶ νὰ τ᾿ ἀγγίξει. Καὶ τοῦτο ἐδῶ εἶναι ἔργο τοῦ Πνευματικοῦ, νὰ βγάζει τὸν δειλὸ ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ βάθος ποὺ συσπειρώνει ὅλες τὶς δυνάμεις του, στὸ βάθος τοῦ ὑποσυνείδητου, νὰ τον βγάλει στὴν ἐπιφάνεια καὶ νὰ τὸν θεραπεύει μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὸν ὁδηγεῖ σὲ μία Θεογνωσία τέτοια, ποὺ νὰ τοῦ δίνει τελικὰ τὴν χαρά, τὴν εἰρήνη, τὴν εὐτυχία, μέσα στὸ βάθος τῆς καρδιᾶς του.

Ἐὰν δὲν ὑπάρχει λοιπὸν αὐτὴ ἡ Ἀγάπη, ἡ θυσιαστικὴ Ἀγάπη, εἶναι ἀδύνατον νὰ μπορέσει κανεὶς νὰ βοηθήσει τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Ἀγάπη λέει ὁ Πατὴρ Σωφρόνιος μεταφέρει τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀγαπῶντος προσώπου, εἰς τὸ ἀγαπώμενο ὂν καὶ οὕτως ἀφομοιώνει τὴν ζωὴ τοῦ ἀγαπώμενου. Ἡ Ἀγάπη ἔχει δυνατότητα νὰ μεταφέρει ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀγαπῶντος στὴν καρδιὰ τοῦ ἀγαπώμενου νὰ μεταφέρει τὴν ἐνέργεια τῆς Θείας Χάριτος, ποὺ οὐσιαστικὰ διὰ τῆς Ἀγάπης ἐμφανίζεται, χωρὶς νὰ βλάπτει τὸ ἄλλο πρόσωπο. Γιατὶ λέει ὅτι τὸ πρόσωπο εἶναι διεισδυτὸν Ἀγάπης. Δηλαδὴ τὸ πρόσωπο ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ἀφομοιώνει αὐτὴν τὴν ἀγάπη, νὰ διαπερνᾷ διὰ τοῦ προσώπου ἡ Ἀγάπη, νὰ εἰσέρχεται στὴν πληγωμένη φύση, χωρὶς νὰ βλάπτει τὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ προσώπου καὶ νὰ θεραπεύει καὶ νὰ κοινωνεῖ καὶ νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο διὰ τοῦ Θεοῦ.

Μ᾿ ἕνα παράδειγμα: Ὅπως ἡ ἀτμόσφαιρα ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ἀφομοιώνει τὸν ἥλιο καὶ νὰ διεισδύει ὁ ἥλιος μέσα ἀπὸ τὴν ἀτμόσφαιρα καὶ νὰ διαπερνᾷ τὶς ἀκτῖνες του σὲ ὅλα τὰ ὄντα, χωρὶς νὰ παθαίνει τίποτα ἡ ἀτμόσφαιρα, ὄχι μόνο δὲν παθαίνει, ἀλλὰ φωτίζεται περισσότερο καὶ ὅπως ἡ ἀκτίνα τοῦ ἡλίου ἀκόμα καὶ μέσα ἀπὸ τὸ νερὸ περνᾷ, χωρὶς τὸ νερὸ νὰ παθαίνει τίποτα, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ ἢ Ἀγάπη, ἡ Εὐαγγελικὴ ὅμως Ἀγάπη, τοῦ Θεοῦ ἡ Ἀγάπη, διεισδύει ἀπὸ τὸ ἕνα πρόσωπο στὸν ἄλλο χωρὶς νὰ καταργεῖ τὸ ἄλλο πρόσωπο, χωρὶς νὰ δεσμεύει καὶ χωρὶς νὰ αἰχμαλωτίζει τὸ πρόσωπο, ἀλλὰ νὰ τὸ ἑνώνει Θεοπρεπῶς καὶ νὰ γίνονται ταυτόχρονα δυὸ πράγματα. Νὰ ἑνώνεται ἡ φύσις ἡ μία, γιατὶ οὐσιαστικά, ὅπως εἴπαμε, μία εἶναι ἡ φύσις τοῦ ἀνθρώπου, νὰ ἑνώνεται ἐν Χριστῷ, διατηρώντας τὴν προσωπικὴ ὕπαρξη καὶ ἐλευθερία ποὺ ἔχει ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς.

Αὐτὸ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη ἑνότητα.

Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι προσπαθοῦν νὰ ἑνωθοῦν καὶ δημιουργοῦν προϋποθέσεις ἑνότητας, ἀλλὰ οἱ προϋποθέσεις ἑνότητας συνήθως καταλήγουν στὴν ἐπιβολὴ τῆς μίας θελήσεως πάνω στὴν ἄλλη καὶ μάλιστα τὴν βίαιη. Ἔχουμε παραδείγματα τὶς δικτατορίες, τὰ ἀπολυταρχικὰ καθεστῶτα, τὰ θρησκευτικὰ καθεστῶτα, προσπαθοῦν διὰ νόμου νὰ ἐπιβάλλουν τὶς θελήσεις τους. Ἔχουμε ἀκόμη καὶ τὰ χριστιανικὰ καθεστῶτα, τὸ ἀπολυταρχικὸ καθεστὼς τοῦ Παπισμοῦ, ποὺ μ᾿ ἕνα τρόπο πρωτοφανῆ στὴν ἱστορία, πολλὰ ἀπολυταρχικὰ καθεστῶτα ἔρχονται καὶ φεύγουν καὶ αὐτὸ δὲν φεύγει καὶ διατηρεῖται καὶ δίνει καὶ τὴν αἴσθηση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας του καὶ σ᾿ ὅλες τὶς Δυτικὲς κοινωνίες καὶ ποὺ πάρ᾿ ὅλο ποὺ πᾶνε νὰ ἐφαρμόσουν δημοκρατικοὺς θεσμούς, γιὰ νὰ ἐπιβάλλουν τάχα στὴν ἀνθρωπότητα ἐλεύθερα καὶ δυναμικὰ τὶς θελήσεις τους, οὐσιαστικὰ δεσμεύουν μ᾿ ἕναν ἄλλο τρόπο δικτατορικὸ τὶς θελήσεις τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, ὥστε νὰ κάνουν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους νὰ γράψουν ἀκόμη καὶ βιβλία καὶ νὰ μιλᾶμε γιὰ τὴν τυραννία τῆς σύγχρονης Δημοκρατίας, τῆς σύγχρονης πλειοψηφίας.

Ἡ ἑνότητα τοῦ ἀνθρώπου ἐν Χριστῷ στὴν Ὀρθόδοξη Ζωὴ ἐπιτυγχάνεται μ᾿ ἕνα τέτοιο θαυμαστὸ τρόπο, ὥστε νὰ ἑνώνεται ἡ φύσις καὶ ἑνωμένη ἡ φύσις νὰ ἀποκτᾷ εἰδικές, θὰ λέγαμε ἑνωμένες δυνάμεις μία θέληση, μία καρδία, μία ἀγάπη, μία πορεία, ἕνα συγχνωτισμὸ καὶ ταυτοχρόνως νὰ μὴν βλάπτεται ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ προσώπου.

Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει ἀλλιῶς ἂν δὲν μπεῖ σ᾿ αὐτὴν τὴν διαδικασία τῆς καθάρσεως, νὰ φύγουν τὰ σκουπίδια ποὺ ἔχουν συσσωρευτεῖ στὸ βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, νὰ καθαριστεῖ ἡ φύσις, νὰ μπορεῖ νὰ ἑνωθεῖ ἡ φύσις ἐν Χριστῷ καὶ νὰ διατηρηθεῖ καὶ τὸ πρόσωπο, μὲ ἕναν τρόπο μυστηριακό, αὐτὸν ποὺ ἔχουμε παραλάβει ἐμεῖς ἀπὸ τοὺς Πατέρες μας καὶ τοὺς Ἀποστόλους μας. Καὶ δὲν προσπαθεῖ κανεὶς μὲ ἄλλον τρόπο νὰ ἑλκύσει τὸν ἄλλον σ᾿ αὐτὴν τὴν ἑνότητα, παρὰ διὰ τῆς προβολῆς αὐτῆς τῆς ἀνιδιοτελοῦς καὶ Εὐαγγελικῆς Ἀγάπης.

Ἄλλο νὰ ἐπιβάλλεις τὸ καλὸ καὶ ἄλλο νὰ προβάλλεις τὸ καλὸ καὶ ἄλλο νὰ διεισδύεις δι᾿ αὐτῆς τῆς προβολῆς στὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου, ὅπου θὰ τὸν <ἀναγκάζεις>, ἐντὸς εἰσαγωγικῶν, μ᾿ ἕναν ἐλεύθερο τρόπο νὰ ἑνώνεται μαζί σου καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ γίνεται ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα μία φύσις διατηρώντας τὶς ἰδιαιτερότητές της.

Αὐτὴ λοιπὸν ἡ παράδοση ἡ δισχιλιετὴς ποὺ φέρουμε ἐμεῖς ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ δημιουργεῖ καὶ τὴν Πνευματικὴ οἰκοδομή.

Ἐμεῖς σὰν Ὀρθόδοξοι δὲν μποροῦμε νὰ λειτουργήσουμε διαφορετικά, δὲν μποροῦμε νὰ πιέσουμε συνειδήσεις, μποροῦμε ὅμως διὰ τῆς Ἀγάπης νὰ προκαλέσουμε τὸν ἄλλον ἄνθρωπο σὲ κοινὴ ζωὴ καὶ αὐτὴ ἡ κοινὴ ζωὴ συσπειρώνεται στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μέσα στὸ θυσιαστήριο.

Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ζωὴ χωρὶς θυσιαστήριο γίνεται κατακερματισμένη. Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ζωὴ μὲ τὴν πεῖρα τοῦ θυσιαστηρίου, μὲ ὅλα τὰ μυστήρια καὶ μ᾿ ὅλη τὴν προσευχὴ ποὺ παρέδωσαν οἱ Πατέρες εἶναι ἡ ζωὴ μέσα στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε εἶναι ζωὴ χαρούμενη, εἶναι ζωὴ εἰρηνική, ἔστω καὶ ἂν πιέζεται ἐκ τῶν ἔξω, ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ κακοῦ, ν᾿ ἀλλάξει πορεία.

Κι ἀκολουθώντας αὐτὲς τὶς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἀποκαλύπτονται, ὅπως εἶπα προηγουμένως, μέσα μας, αὐτὰ τὰ ἰδιώματα τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, τῆς ἐνέργειας τῆς Ἁγίας Τριάδος, τῆς δημιουργικῆς ἐνέργειας τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ βλέπουμε στὸ βάθος μας, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα Ὂν Θεοειδές, ὅτι εἶναι ἕνα πρόσωπο ποὺ ἔχει μία πρωταρχικὴ ὕπαρξη, εἶναι μία εἰκόνα ποὺ μόνο ἀποκαλύπτεται ἡ ἀξία της, ὅταν ἀντιπαραβληθεῖ πρὸς τὸ πρωτότυπο. Γι᾿ αὐτὸ κι᾿ ἔχει ἀνάγκη τῆς παρουσίας τοῦ πρωτοτύπου, γιὰ ν᾿ ἀξιολογηθεῖ ἡ εἰκόνα Ἀλλιῶς ὅταν ἀπομακρύνουμε τὸ πρωτότυπο, τότε μειώνουμε τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ μείωση αὐτῆς τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἔχει μικρότερη ἀξία κι ἀπὸ τὸ ἄλογο ζῷο.

Καὶ γι᾿ αὐτὸ καὶ σήμερα μία ἐμπειρία τῆς σύγχρονης ζωῆς περὶ τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι αὐτὴ ἀκριβῶς καὶ ἀπ᾿ ἐδῶ μποροῦμε νὰ καταλάβουμε πόσο μακριὰ ἀπὸ τὶς κοινωνίες μας εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός.

Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε καὶ ἄλλα, ἀλλὰ νὰ μὴ σᾶς κουράζω περισσότερο. Ἂν θέλετε, μὲ κάποια συζήτηση, νὰ ἐπανέλθουμε σὲ ὁρισμένα ἀπὸ αὐτά. Μὲ ἀσθενικὴ ἔτσι δυνατότητα, ἀλλὰ μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ προθυμία προσπάθησα νὰ σᾶς πῶ κάτι, ἐὰν καταλάβατε κρατῆστε τα. Ἐὰν δὲν καταλάβατε νὰ χαιρετίσουμε καὶ νὰ μὴ μᾶς ξανακαλέσετε. Ἐγὼ αὐτὲς τὶς δυνατότητες ἔχω.


Ἐρώτηση: Εἴπατε ὅτι οἱ Ἅγιοι λένε εἶναι προτιμότερο νὰ σώσεις τὴν ψυχή σου, παρὰ νὰ σώσεις τοὺς ἄλλους. Δὲν εἶναι αὐτὸ κάπως ἐγωκεντρικό;

Ἀπάντηση: Ὅταν πᾶς νὰ σώσεις τὸν ἑαυτό σου, τρώγοντας καὶ πίνοντας, βέβαια ἐγωκεντρικὸ εἶναι. Ἀλλὰ ἂν πᾶς νὰ σώσεις τὸν ἑαυτό σου θυσιαζόμενος γιὰ τὸν Θεό, ὁ Θεὸς αὐτὴ τὴν θυσία θὰ τὴν προσφέρει σὰν ὠφέλεια σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Οἱ Ἅγιοι ποὺ κάνανε αὐτὸ τὸ τόλμημα ἀκολουθοῦν τὸ Ἀρνίον, ὅπου ἂν ὑπάγει. Καὶ τὸ ν᾿ ἀκολουθήσεις τὸν Χριστὸ ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι σ᾿ αὐτὰ ποὺ πάει ὁ νοῦς μας, στὴ Δόξα του, στὴν Ἀνάστασή του, στὴν Ἀνάληψη τοῦ κοντὰ στὸ Θεὸ Πατέρα. Πρωταρχικὰ εἶναι ἡ κατάβαση στὸν Ἅδη. Ἂν μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ κατεβεῖ ὡς στὸν ᾅδη καὶ νὰ πάει ἐκεῖ ὅπου πῆγε ὁ Χριστός, βαστάζοντας καὶ ὑποβαστάζοντας τὶς ἀδυναμίες τοῦ ἀνθρώπου, ὡς δικές του προσωπικές, ἂς ποῦμε, ἐνοχές. Ἂν αὐτὸ μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε ἰδιοτέλεια ἢ μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε ἐγωισμό, δὲν ξέρω τί εἶναι ταπείνωση τότε. Ἕνας ποὺ φεύγει ἀπὸ τὸν κόσμο, δὲν φεύγει ἐπειδὴ δὲν ἀγαπάει τὸν κόσμο, ἀλλὰ φεύγει ἐπειδὴ ἀναζητᾷ τὸν Θεὸ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ μέσῳ τοῦ Θεοῦ διὰ τὸν κόσμο.

Ἡ προσευχὴ μπορεῖ νὰ βοηθήσει πάρα πολὺ τὸν σύμπαντα κόσμο. Ὁ Πατὴρ Σωφρόνιος λέει ὅτι, ὅταν ἕνας προσεύχεται ὑποστατικά, ποὺ σημαίνει, ὅτι ἡ προσευχή του εἶναι γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἔστω κι ἂν ὠφελεῖ μόνο τὸν ἑαυτό του, φαίνεται ὅτι ὠφελεῖ μόνο τὸν ἑαυτό του, οὐσιαστικὰ ὠφελεῖ ὅλη τὴν Ἀνθρωπότητα. Ἡ Παναγία ἦταν ἕνας Ἄνθρωπος καὶ λένε οἱ Πατέρες, ὅτι βασικὸ στοιχεῖο τῆς πλάσεως τοῦ Ἀνθρώπου ἦταν νὰ βγάλει μία Παναγία. Ποὺ σημαίνει, ὅτι ἀρκεῖ μία Παναγία νὰ διαμορφώσει ὅλο τὸν κόσμο καὶ πράγματι ἄρκεσε. Ἂν δὲν ἦταν ἡ Παναγία δὲν θὰ μπορούσαμε νἄχουμε τὴν εἴσοδο τοῦ Ἀοράτου Θεοῦ στὸν κόσμο, ποὺ μὲ ὁρατὸ τρόπο νὰ δώσει τὴν θεραπεία καὶ τὴν σωτηρία στὸ ἀνθρώπινο γένος. Δηλαδὴ ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος φροντίζει νὰ καθαρίσει τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ νὰ τὴν φθάσει στὸ ἀρχαῖο κάλλος καὶ νὰ περάσει ἀπὸ τὸ ἀρχαῖο κάλλος καὶ νὰ φθάσει στὸ ὑπεραιώνιο κάλλος, τὸ σκοπό, δηλαδή, τὸ τέλος γιὰ τὸ ὁποῖο πλάστηκε ἀπὸ τὸν Θεό. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλειοδέστερο ἔργο καὶ δι᾿ αὐτοῦ τοῦ ἔργου μπορεῖ νὰ σωθεῖ ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα. Μπορεῖ ὁ Θεὸς δηλαδή, δι᾿ αὐτοῦ καὶ μόνο τοῦ ἔργου ποὺ ἔκανε ἕνας ἄνθρωπος, νὰ συγκινηθεῖ καὶ νὰ σώσει δωρεὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Μποροῦμε νὰ τὸ φαντασθοῦμε αὐτό;


Ἐρώτηση: Αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ σᾶς εὐχαριστήσουμε γιατὶ μᾶς τὰ ξεκαθαρίσατε. Γιατὶ καὶ ἀπὸ τὴν ἕδρα αὐτὴ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς ἔχει ἀκουστεῖ ὅτι ὁ Πνευματικὸς δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ ἕνας ψυχίατρος, ἀφοῦ αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ κάνει εἶναι νὰ συμβουλέψει καὶ ὄχι νὰ συστήσει, ἀκόμα καὶ νὰ ζητήσει ἀπὸ τὸν ἐξομολογούμενο νὰ κάνει ὑπακοή. Καὶ δεύτερο νὰ ρωτήσω: Ἀκούγεται πολλὲς φορὲς κάποιος δὲν πάει καλὰ στὴν πνευματική του ζωὴ καὶ αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη νὰ πάει στὸν Πνευματικό. Πηγαίνει καὶ μετὰ ἀπὸ δυὸ-τρεῖς μέρες βρίσκεται ξανὰ στὴν ἴδια κατάσταση. Μήπως ἔτσι ζεῖ τὸν Πνευματικό του σὰν ψυχίατρο; Καὶ τί θὰ πρέπει νὰ προσέξει κάθε ἀγωνιζόμενος Χριστιανὸς ποῦ ζεῖ αὐτὴν τὴν κατάσταση;

Ἀπάντηση: Ἤθελα ν᾿ ἀναφερθῶ καὶ σ᾿ ἕνα γεγονὸς τῆς ἐκτροπῆς καὶ ὅσον ἀφορᾷ τὸν Πνευματικὸ καὶ ὅσον ἀφορᾷ τὸν ἐξομολογούμενο. Γιατὶ ἐγὼ εἶπα μόνο τὰ θετικὰ σημεῖα. Ὑπάρχουν καὶ οἱ ἐκτροπὲς σ᾿ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις. Στὴ διαδικασία δηλαδὴ τὴν ἐξομολογητική. Ἕνας Πνευματικὸς ὅταν κάνει προσπάθεια νὰ φτιάσει κατ᾿ εἰκόνα του τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, αὐτὸς σίγουρα θ᾿ ἀποτύχει, διότι θὰ τὸ ἀντιληφθεῖ πολὺ γρήγορα ὁ ἐξομολογούμενος καὶ θὰ παραιτηθεῖ αὐτῆς τῆς προσπάθειας. Δηλαδὴ ὅπως ἕνας πολιτικὸς ὅταν προσπαθεῖ σῴνει καὶ καλὰ ν᾿ ἀποκτήσει ὀπαδούς, νὰ τὸν χειροκροτοῦν, ἀργὰ ἢ γρήγορα τὸν πολιτικὸ αὐτὸ θὰ τὸν θαυμάσουν γιὰ ἕνα διάστημα. Μετὰ θὰ τὸν διώξουν ἀπὸ τὴ ζωή τους. Γιατί; Διότι διαβλέπει ὅτι θέλει νὰ καθυποτάξει διὰ τῆς βίας τὶς θελήσεις καὶ ὄχι διὰ τῆς Ἀγάπης νὰ αἰχμαλωτίσει καὶ νὰ προσφέρει τὴν ἑνότητα καὶ τὴν διείσδυση αὐτὴν ποὺ λέμε ἀπὸ πρόσωπο πρὸς πρόσωπο. Ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ οἱ ἐνέργειες οἱ Θεῖες νὰ διέρχονται διὰ τοῦ προσώπου τοῦ κεκαθαρμένου Πνευματικοῦ καὶ διὰ τοῦ κεκαθαρμένου Πνευματικοῦ οἱ ἴδιες ἀκτινοβολίες τῆς Θείας Χάριτος νὰ διέρχονται μέσα ἀπὸ τὶς θελήσεις καὶ τὶς φύσεις τῶν προσώπων ποὺ πλησιάζουν τὸν Πνευματικό.

Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει μέσα του στοιχεῖα ποὺ ἀντιλαμβάνεται τὸ ὀρθὸ καὶ τὸ μὴ ὀρθό. Αὐτὴ εἶναι ἡ μία πλευρά. Ἡ ἄλλη πλευρὰ εἶναι πλευρὰ τοῦ ἐξομολογουμένου. Ὅταν αὐτὸς δὲν πλησιάζει μὲ τέτοιο Θεοπρεπὴ τρόπο, ὅπως δὲν πλησίασε ὁ Ἰούδας μὲ τέτοιο τρόπο τὸν Χριστό. Ὁ Ἰούδας τὸν Χριστὸ τὸν περίμενε σὰν ἐλευθερωτὴ τῶν αἰχμαλώτων Ἑβραίων, ὅπως τὸν περίμεναν καὶ ὅλοι οἱ Φαρισαῖοι. Καὶ ὅταν ἀντιλήφθηκαν ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε αὐτὲς τὶς προθέσεις ἀμέσως τοῦ εἶπαν ὅτι ἐμείς σ᾿ ἀφήνουμε. Καὶ μάλιστα ὅταν τοὺς προσέφερε τὸν ὑψηλότερο τρόπο θεραπείας ποὺ ἦταν ἡ Σάρκα Του καὶ τὸ Αἷμα Του, ἐκείνη τὴν στιγμὴ πιὰ σκανδαλίσθηκαν τόσο πολὺ καὶ τοῦ εἶπαν ἐμεῖς φεύγουμε.

<Ἐὰν μὴ φάγετε τὴν Σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου καὶ πίετε αὐτοῦ τὸ Αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴ ἐν αὐτοῖς>. Μὰ πῶς δυνάμεθα νὰ φᾶμε τὴν Σάρκα ἑνὸς Ἀνθρώπου; Σκληρὸς ὁ Λόγος αὐτός. <Τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;> Ποιὸς μπορεῖ ν᾿ ἀκούσει αὐτὸν τὸν Λόγο; Κι ἀμέσως ἀπεχώρησαν καὶ κάθησαν ἄναυδοι οἱ Ἀπόστολοι καὶ στράφηκε πρὸς αὐτοὺς ὁ Χριστός. <Ἐγὼ αὐτὸ ἔχω νὰ σᾶς πῶ. Αὐτὴν τὴν μέθοδο ἔχω. Μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν;> Δηλαδὴ προκειμένου νὰ προσφέρει τὸν ὀρθὸ τρόπο Ζωῆς ὁ Χριστὸς δὲν τὸν ἐξαρτᾷ ἀπὸ τὸ κατὰ πόσο ὁ ἄνθρωπος θὰ τὸν προσλάβει. Ὄχι. Ἡ φύσις τοῦ ἀνθρώπου σὰν διψασμένη γῆ δέχεται αὐτὴ τὴν δροσιά, ἀλλὰ ἡ θέληση ποὺ σὰν πέπλο σκεπάζει τὴν ἀνάγκη τῆς φύσεως ἀπεμπολεῖ τὸν δωρεοδότη Θεό.

Καὶ ἀπὸ τὰ δυὸ μέρη μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ἐκτροπή. Γιαυτὸ καὶ λέμε καὶ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος πρέπει νὰ ὑπάρχει ἡ ἄνεση γιὰ νὰ δοθεῖ θυσιαστικὰ γιὰ τὸν ἄλλον μέσα πάντα ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ζωὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ ὑπάρχει ἡ ἐμπιστοσύνη ὅτι ὁ Θεός, διὰ τοῦ Πνευματικοῦ, θὰ τοῦ ἀποκαλύψει τὴν ἀλήθεια ποὺ ἀφορᾷ τὴν θεραπεία του, τὴν σωτηρία του, τὴν ἀποκατάσταση τοῦ ἐν Χριστῷ στὴ μέλλουσα ζωή.


Ἐρώτηση: Εἴπατε ὅτι, ὁ Θεὸς διὰ τοῦ Πνευματικοῦ ἀποκαλύπτει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἀγωνίζεται καὶ μπαίνει στὴ μετάνοια κλπ. Στὴ περίπτωση ποὺ κάνοντας ὑπακοή, τὸ πνευματικὸ παιδὶ δὲν προχωρεῖ, ἀπὸ κούραση, εἶναι μέθοδος τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο;

Ἀπάντηση: Ὅταν κάνει ὁ ὑποτακτικός, ἂς ποῦμε, εἰλικρινῆ, ἀληθινὴ ὑπακοὴ στὸν Γέροντα καὶ ἀδυναμίες νἄχει ὁ Γέροντας, ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸν ἀφήσει ἀπληροφόρητο. Ὁπότε ἐδῶ μᾶλλον δὲν θὰ κάνει ἀληθινὴ ὑπακοή. Θὰ κάνει ὑπακοὴ συμφεροντολογική. Δηλαδὴ ἐκεῖ ποὺ θὰ θέλει θὰ κάνει ὑπακοὴ καὶ ἐκεῖ ποὺ δὲν θὰ θέλει δὲν θὰ κάνει. Ἕνας ποὺ ἀνιδιοτελῶς καταθέτει τὸ θέλημά του στὸν Πνευματικὸ πιστεύοντας ὅτι αὐτὸ ποὺ θὰ καταθέσει σίγουρα θὰ τὸ πάρει μὲ τόκο, ὅπως ὅταν πᾶμε σὲ μία Τράπεζα, νὰ καταθέσουμε ἕνα ποσὸ τὸ πᾶμε τὸ ποσό, τὸ καταθέτουμε ὄχι γιὰ νὰ τὸ χάσουμε, ἀλλὰ νὰ κερδίσουμε αὐτὸ τὸ ποσό. Ὅταν πᾶμε μ᾿ αὐτὴν τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ κάνει αὐτὴν τὴν ὑπακοὴ γιὰ νὰ κερδίσει αὐτὸ τὸ ἐπιτόκιο, ἂς ποῦμε, τότε σίγουρα θὰ τὸ κερδίσει, θὰ τὸ ἀπολαύσει, διότι ὁ Θεὸς καὶ διὰ τοῦ κακοῦ Πνευματικοῦ δὲν θὰ τοῦ λείψει ἀπὸ πληροφορίες πνευματικές.

Προχθὲς διαβάζαμε τὸ ἑξῆς: Ἕνας ἔτρεξε σ᾿ ἕναν Γέροντα στὴν Ἔρημο καὶ εἶπε ὅτι ἐγὼ ὅποιον συναντήσω θὰ τοῦ κάνω τέλεια ὑπακοή. Καὶ μπαίνει σ᾿ ἕνα κελλὶ καὶ λέει τὸν Γέροντα, <ἐγὼ θέλω νὰ σοῦ κάνω τέλεια ὑπακοή, ἐγὼ ἔφυγα ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ εἶπα ὅποιον πρωτοσυναντήσω θὰ τοῦ κάνω ὑπακοή.> Καὶ τοῦ λέει ὁ Γέροντας <ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ σὲ δεχθῶ, πήγαινε στὸ Μοναστήρι γιατὶ δὲν ἔχω δυνατότητες νὰ σὲ δεχθῶ>. Καὶ λέει: <ἐγὼ αὐτὸ εἶπα στὸν ἑαυτό μου, πρέπει νὰ θελήσεις, ἐγὼ θὰ μείνω ἐδῶ καὶ ὅ,τι μου πεῖς θὰ κάνω, δὲν θὰ ἀνυπακούσω σὲ τίποτα>. Στὸ τέλος τοῦ ἀποκαλύπτει τὴν ἀλήθεια: <Ξέρεις ἐγὼ δὲν ζῶ σωστά, ἔχω ἕτερον ἐδῶ μέσα ἄνθρωπο, ἔχω γυναῖκα τὴν ὁποία ἐσὺ ἂν τὴν δεῖς θὰ σκανδαλισθεῖς>. <Δὲν μ᾿ ἐνδιαφέρει ἐσὺ τί θὰ κάνεις, εἴτε ἔχεις γυναῖκα, εἴτε δὲν ἔχεις, εἴτε εἶναι ἀδελφή σου, εἴτε εἶναι ἐρωμένη σου, ἐγὼ ἔταξα αὐτὸ στὸν ἑαυτό μου καὶ θὰ κάνω ὑπακοή>. Ὁ Γέροντας ἐντυπωσιάστηκε. Κάθησε μερικὲς μέρες καὶ λέει στὴ γυναῖκα <ἐτοῦτος ἐδῶ ἦρθε νὰ μᾶς ἀναστατώσει τὴν συνείδηση, κάτι πρέπει νὰ κάνουμε, νὰ τὸν διώξουμε δὲν μποροῦμε, θὰ κάνουμε τὸ ἑξῆς: θὰ προφασιστοῦμε ὅτι θὰ πᾶμε κάπου καὶ μὲ τὴν πρόθεση ὅτι θὰ φύγουμε, θὰ τὸν ἀφήσουμε αὐτὸν στὸ κελλί>. Καὶ εἶπε τότε ὁ μοναχὸς <ὅπου πᾶτε θἄρθω κι ἐγώ. Ἐγὼ ἔχω αὐτὴ τὴν πρόθεση νὰ σᾶς κάνω ὑπακοή>. Καὶ ἦρθαν εἰς ἑαυτόν, λέει, καὶ οἱ δυὸ καὶ εἶπαν <τοῦτο εἶναι σημεῖο Θεοῦ, πήγαινε ἐσὺ στὸ Μοναστῆρι, θὰ κάτσω ἐγὼ μ᾿ αὐτὸν τὸν Πνευματικό>.

Καὶ σώθηκαν τρεῖς ψυχές, μὲ τὴν ὑπακοὴ ὄχι μόνο ἡ δική του, ἀλλὰ σώθηκαν ἄλλες δυὸ ψυχές, αὐτὸς ποὺ συνέχισε τὴν ζωὴ ἔχοντας τὸν ὑποτακτικό, διὰ τοῦ ὁποίου βρῆκε τὴν θεραπεία καὶ ἡ γυναῖκα ποὺ τέλος πάντων καὶ αὐτὴ παρανομοῦσε, πῆγε στὸ Μοναστῆρι καὶ βρῆκε τὴν ζωή της. Ἔσφαλε ποὺ ὑπήκουσε; Καὶ πολλὰ ἄλλα τέτοια γεγονότα ἔχουμε στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.


Ἐρώτηση: Ἐφόσον προϋπόθεση τῆς Πνευματικῆς πατρότητας εἶναι ὅπως εἴπατε ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ζωή; Πῶς ἐπιτρέπουν οἱ Ἐπίσκοποι κάποιους εἰκοσιπεντάχρονους νὰ εἶναι Πνευματικοί; Ποὺ ὁπωσδήποτε ἔχει ἐπιπτώσεις καὶ καταστροφὲς πολλὲς φορὲς καὶ τοὺς ἀπομακρύνουν τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ πῶς συνδυάζεται αὐτὸ μὲ τὸ νὰ κάνεις τέλεια ὑπακοή. Ἂν εἶναι ἀκατάλληλος ὁ Πνευματικὸς πῶς θὰ σωθεῖς;

Ἀπάντηση: Στὸ πρῶτο ποὺ λέτε πρέπει νὰ ρωτήσετε τοὺς Ἐπισκόπους. Δὲν ξέρω γιατὶ τὸ κάνανε. Ἐγὼ ἂν ἤμουν Ἐπίσκοπος δὲν θὰ τὸ ἔκανα, ἔχοντας τὴν πεῖρα ὅτι ἡ Πνευματικὴ πατρότης εἶναι κάτι ἄλλο καὶ ὄχι ἕνα παιχνίδι. Μπορεῖ νὰ ἔχουν πεῖρα οἱ Ἐπίσκοποι ὅτι ἕνας ἄνθρωπος ν᾿ ἁγιάστηκε καὶ ἀπὸ τὰ εἴκοσι. Δὲν παίζει ρόλο ἡ ἡλικία, ὅσο ὁ Ἁγιασμός. Ὁ Ἅγιος Σάββας ἦταν ὀκτὼ χρονῶν καὶ ἦταν Ἅγιος στὸ Μοναστήρι. Συνήθως ὅμως ὁ λόγος ποὺ κάνουμε τέτοιους Πνευματικοὺς ἢ εἶναι ἡ ἔλλειψη Πνευματικῆς Πατρότητας γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ κόσμου, ἢ εἶναι ἡ ἄγνοια καὶ ἡ ἀφέλεια, μὲ τὴν ὁποία ἀντιμετωπίζουμε αὐτὰ τὰ σοβαρὰ γεγονότα.

Ὅσον ἀφορᾷ τὸ δεύτερο, ἕνας τέλειος ὑποτακτικὸς μπορεῖ ὄντως νὰ βρεῖ θεραπεία μέσῳ τοῦ Πνευματικοῦ με μυστικὲς ἐσωτερικὲς δυνάμεις ποὺ ἐνεργεῖ ὁ Θεὸς μέσῳ τοῦ Πνευματικοῦ, γιατί, εἴπαμε, φέρει τὴν Ἱερωσύνη καὶ ἡ Ἱερωσύνη εἶναι θαυματουργὸ στοιχεῖο καὶ σῴζει καὶ σῴζεται. Ἀλλὰ συνήθως δὲν ὑπάρχουν τέτοιοι ὑποτακτικοί. Ὁπότε ἐμεῖς θὰ ἀκολουθοῦμε τὴν κλασσικὴ ὁδό. Κανεὶς ἀπὸ μᾶς δὲν ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ κάνει τελεία ὑπακοὴ καὶ νὰ κόψει τὸ θέλημά του. Ὁπότε ἂν ἔχεις ἔστω καὶ μία ὑστεροβουλία, ὡς πρὸς τὸ θέλημά σου, πρέπει νὰ βρεῖς ἕνα Πνευματικό, ὁ ὁποῖος θὰ σὲ βοηθήσει, ὄχι μόνο με τὴν ἐπέμβαση τῆς Θείας ἐνέργειας, διὰ τῆς Ἱερωσύνης, ἀλλὰ θὰ σὲ βοηθήσει καὶ ἐμπειρικὰ θὰ σοῦ ἀποκαλύψει τὸ βάθος τὸ ἔνοχο καὶ τὸ ἀκάθαρτο. Ποτὲ ὅμως νὰ μὴν τὰ περιμένουμε ὅλα ἀπὸ τὸν Πνευματικό. Γιατὶ ἕνας Ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ φτάσει σὲ μία τελειότητα μονομερῶς. Γι᾿ αὐτὸ καὶ λέμε στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει κοινὴ σωτηρία. Δὲν ἔχουμε ἐξατομίκευση τῆς σωτηρίας. Ἔχουμε προσωπικὴ σωτηρία, ἀλλὰ δὲν ἔχουμε ἀτομικὴ σωτηρία. Ὅταν ἐγὼ μπαίνω στὴ διαδικασία τῆς Σωτηρίας θὰ μπῶ μέσα ἀπὸ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία καὶ θὰ βρῶ ἔτσι τὴν Σωτηρία μου. Ἂν ἐξατομικεύσω τὴν Σωτηρία μου, ἀπομονώνομαι, ξεκόβομαι ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, χάνομαι.

Νομίζω ὅτι ἕνας ὑποτακτικός, ἕνας ἐξομολογούμενος τέλος πάντων, μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς κακώσεις ποὺ φέρει μέσα ἀπ᾿ τὴ ζωή, ἔχει ἀνάγκη νὰ βρεῖ καλὸ Ἰατρό. Καὶ μάλιστα νὰ βρεῖ ἔναν Ἰατρὸ ποὺ λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ποὺ νὰ ἔχει τὸ χάρισμα τῆς Ἀναυσίας.

Τί εἶναι Ἀναυσία; Εἶναι ἡ ἔλλειψη τῆς ναυτίας. Ξέρετε ἕνας Πνευματικὸς ποὺ ἀκούει συνεχῶς αὐτὰ ποὺ ἀκούει, παθαίνει ὅτι παθαίνει ἕνας ἄνθρωπος ποὺ κυκλοφορεῖ δίπλα ἀπὸ ἕνα ὀχετὸ καὶ συνεχῶς κρατάει τὴ μύτη του. Καὶ δὲν κρατᾶμε τὴ μύτη μας βέβαια, ἀλλὰ πάσχουμε ἐσωτερικά, συμπάσχουμε μὲ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἔρχεται ἡ ὥρα ποὺ παθαίνουμε μία κόπωση ἀπ᾿ αὐτά.

Ἡ Ἀγάπη ὅμως τοῦ Θεοῦ ποὺ κυκλοφορεῖ μέσα μας πρέπει νὰ μᾶς φέρει σ᾿ αὐτὸ τὸ Χάρισμα, στὸ Χάρισμα τῆς Ἀναυσίας, δηλαδή, νὰ μὴν παθαίνουμε ναυτία σ᾿ ὅ,τι ἀκοῦμε. Γιατὶ ἔτσι μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ δι᾿ αὐτῆς τῆς ἐνέργειας θέλησε ὁ Θεὸς νὰ σωθεῖ ὁ Ἄνθρωπος. Δυστυχῶς αὐτὴ τὴ στιγμὴ δὲν ἔχουμε ἄλλο τρόπο Σωτηρίας. Κάποιος Ἱερέας λειτουργώντας στὴ Λειτουργία εἶχε αἴσθηση τῆς παρουσίας τῶν Ἀγγέλων καὶ κάπου ἔκανε λάθος στὴν τέλεση τῆς Λειτουργίας, καὶ ἕνας Διάκος τοῦ εἶπε κάνεις λάθος σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο στὴ Λειτουργία. Κι᾿ ἐκεῖνος ἀπόρησε, σοῦ λέει <ἐγὼ λειτουργῶ μὲ Ἀγγέλους κι᾿ ὁ Διάκος θὰ μοῦ πεῖ ὅτι κάνω λάθος>. Ὡστόσο ὅμως, ἐπειδὴ ἦταν ταπεινός, ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα τῆς Λειτουργίας ρώτησε τοὺς Ἀγγέλους: <σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο πῶς τὸ κάνω; τὸ κάνω σωστὰ ἢ δὲν τὸ κάνω σωστά;>. Καὶ εἴπανε οἱ Ἄγγελοι, ὅτι δὲν τὸ κάνεις σωστά. Λέει: <Γιατί δὲν μοῦ τὸ λέτε τόσο καιρό;>. <Διότι ὅρισε ὁ Θεός ἄνθρωπος νὰ διορθώνεται ἀπὸ ἄνθρωπο κι᾿ ὄχι ἀπὸ Ἄγγελο>.

Εἶναι βασικὸ σημεῖο τὸ τί ὁρίζει ὁ Θεός. Ὁ Πνευματικὸς ἐπαναλαμβάνω, δὲν εἶναι κοινὸς ἄνθρωπος, δὲν εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ποὺ αὐτοβούλως ἀνέλαβε μία προσπάθεια νὰ σώσει ἢ νὰ ὠφελήσει τοὺς ἀνθρώπους. Εἶναι ἕνας Ἄνθρωπος ποὺ ἐτέθη ὡς Ἀπόστολος, ὠς Λειτουργὸς τοῦ Ὑψίστου καὶ ὡς κεκλημένος, ὄχι αὐτόκλητος, ἀλλὰ κεκλημένος ἀπὸ τὸν Θεό.


Ἐρώτηση: Ἐὰν μετὰ τὴν ἐξομολόγηση ὑποπέσουμε στὸ ἴδιο ἁμάρτημα, τί πρέπει νὰ κάνουμε;

Ἀπάντηση: Ἕνας πῆγε μία φορὰ στὸν Πνευματικὸ καὶ τοῦ εἶπε μία ἁμαρτία του καὶ τοῦ εἶπε τὴν ἁμαρτία ὅπως τὴν ἔκανε. Μετὰ ἀπὸ τὴν ἐξομολόγηση ἔφυγε καὶ μετὰ ἀπὸ ἕνα διάστημα ξαναπῆγε καὶ εἶπε τὴν ἁμαρτία, ὄχι ὅπως τὴν ἔκανε, <ἔπεσα> τοῦ λέει τοῦ Πνευματικοῦ. Τοῦ λέει ὁ Πνευματικὸς <σήκω>. Μετὰ ἀπὸ ἕνα διάστημα ξαναπῆγε, τοῦ ξαναλέει <ἔπεσα> τοῦ Πνευματικοῦ, <ξανασήκω> τοῦ λέει ὁ Πνευματικὸς καὶ τὄκανε πολλὲς φορὲς καὶ τὸν ρώτησε ὁ ἐξομολογούμενος: <Ὡς πότε θὰ μοῦ λὲς σήκω;> Καὶ τοῦ λέει ὁ Πνευματικός: <ὥσπου νὰ πάψεις νὰ μοῦ λὲς ἔπεσα, ἂν πᾶς ἀπὸ ἐδῶ ὡς ἐκεῖ καὶ στὸ δρόμο βρεῖς μία πέτρα καὶ πέσεις, θὰ κάτσεις ἐκεῖ;>. <Ὄχι, λέει, θὰ σηκωθῶ>. <Ἂν πάλι πᾶς παρακάτω καὶ βρεῖς μία πέτρα καὶ πέσεις τί θὰ κάνεις; θὰ κάτσεις πάλι ἐκεῖ;>. <Ὄχι θὰ σηκωθῶ> τοῦ λέει. <Ἔτσι θὰ κάνεις, τοῦ λέει, μέχρι ποὺ νὰ μάθεις νὰ περπατᾷς>.


Ἐρώτηση: Μοῦ γεννήθηκε μία ἀπορία. Στὴν ἀρχὴ εἴπατε ὅτι δὲν ὑπάρχουν ἄνθρωποι φύσει κακοί, δὲν μποροῦμε δηλαδὴ νὰ διαχωρίσουμε τοὺς ἀνθρώπους σὲ καλοὺς καὶ κακοὺς καὶ ὅτι οἱ ἄνθρωποι μόνο κατὰ προαίρεση, ἀνάλογα μὲ τί θέλουν αὐτοί. Πολλοὶ ὑποστηρίζουν τὸ θέμα τοῦ ἀπόλυτου προορισμοῦ καὶ φέρνουν σὰν παράδειγμα τὸν Ἰούδα, ὅτι ὁ Ἰούδας ἐξυπηρέτησε τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Οὕτως ἢ ἄλλως ἔκανε καὶ καλό, γιατὶ ἂν δὲν ἦταν ὁ Ἰούδας ποιὸς θὰ πρόδιδε τὸ Θεό; Καὶ ἐπίσης λένε τί εἶναι ἡ ἁμαρτία; Δὲν εἶναι ἡ ἁμαρτία τίποτε. Αὐτοὶ ποὺ εἶναι νὰ πᾶνε στὴν κόλαση θὰ πᾶνε κὶ αὐτοὶ ποὺ εἶναι νὰ σωθοῦν θὰ σωθοῦν.

Ἀπάντηση: Αὐτοὶ πρέπει νὰ πᾶνε νὰ γίνουν Μουσουλμάνοι. Πρῶτα-πρῶτα ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ τὸν προδώσει ὁ Ἰούδας γιὰ νὰ ὁδηγηθεῖ στὸ Σταυρό. Ἡ προδοσία εἶναι ἔκτακτο γεγονός. Οἱ Φαρισαῖοι ἑτοίμαζαν τὴ Σταύρωση. Ὁ Ἰούδας ἁπλῶς τοὺς ἐξυπηρέτησε προσωρινά. Καὶ δεύτερον ποτὲ ὁ Θεὸς δὲν ὅρισε γιὰ τὸ σχέδιό του, δὲν προόρισε γιὰ τὸ σχέδιό του, δεσμευτικὰ κάτι γιὰ τὸν ἄνθρωπο.

Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σ᾿ ἕνα σημεῖο: <οὓς δὲ προώρισε, τούτους καὶ ἐκάλεσε, καὶ οὓς ἐκάλεσε, τούτους καὶ ἐδικαίωσεν, οὓς δὲ ἐδικαίωσε, τούτους καὶ ἐδόξαξε κλπ. (Ῥωμ. η´ 29).

Ὁ Θεὸς ἀσφαλῶς ἐπεμβαίνει σῇ ζωή μας κι ὁ Θεὸς ἀσφαλῶς γνωρίζει πράγματα, τὰ ὁποῖα ἐμεῖς δὲν γνωρίζουμε. Ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα προσπαθοῦμε ἐμεῖς μὲ μεθόδους ἐπιστημονικὲς καὶ ἀνθρώπινες νὰ γνωρίσουμε προοδευτικὰ στὴ ζωή μας, εἶναι ἄγνωστα γιὰ τὸ Θεό.

Ὁ Θεὸς δὲν ξέρει ἐξελίξεις. Οἱ ἀλήθειες τοῦ Θεοῦ εἶναι δοσμένες στὴν Οἰκουμένη καὶ εἶναι μόνο νὰ τὶς ἀκολουθήσει, παρ᾿ ὅλο ποὺ δίνει διάφορες εὐκαιρίες, ὡστόσο ξέρει ὅτι δὲν θὰ τὸν ἀκολουθήσει. Ὁ προορισμὸς δηλαδὴ δὲν ἔχει αὐτὸ τὸ ἀπόλυτο ποὺ λέμε, ἀλλὰ εἶναι σχετικὸς καὶ ἐν συνεργασίᾳ πάντα μὲ τὸν ἄνθρωπο.

Ὁ Θεὸς ἔφτιαξε τὸν ἄνθρωπο, τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου χωρὶς νὰ τὸν ρωτήσει. Τὴν προκοπὴ ὅμως τὸ <εὖ εἶναι> ποὺ λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος, τὸ εἶναι, τὸ ἔκανε χωρὶς νὰ ρωτήσει τὸν ἄνθρωπο, τὸ <εὖ εἶναι> ὅμως τὸν ρωτάει τὸν ἄνθρωπο. Γιατί; Διότι θέλει διὰ την τελειότητα συνεργασία μὲ τὶς ἐλευθερίες τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν θέλει δοσμένες τελειότητες. Ἔστω κι ἂν εἶναι ὑψηλές, δὲν θέλει νὰ τὶς δώσει χωρὶς νὰ τὶς ζητήσει ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος.

Λέει μάλιστα ὁ Ἅγιος Μάξιμος σ᾿ ἕνα σημεῖο: Ὅτι ὁ Θεὸς θὰ μποροῦσε ν᾿ ἀποκαλυφθεῖ σ᾿ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους κάπως, μ᾿ ἕνα σημεῖο, σύμφωνα μὲ τὸ πόσο μπορεῖ ὁ καθένας νὰ προσλάβει αὐτὴ τὴν ἀποκάλυψη. Δὲν τὸ κάνει, λέει, χωρὶς τὴ θέληση τοῦ ἀνθρώπου. Γιατί; Γιὰ νὰ μὴν βιάσει τὴ θέληση τοῦ ἀνθρώπου νὰ τὸν ἀκολουθήσει θέλοντας καὶ μή. Ἀλλὰ ἀποκαλύπτεται στὸ μέτρο ποὺ ἀναζητᾷ ὁ ἄνθρωπος.

Εἶναι μεγάλη σοφία καὶ πανσοφία τοῦ Θεοῦ, γι᾿ αὐτὸ καὶ λέμε: Δημιούργησε ὁ Θεὸς μὲ τὴν παντοδυναμία του, σῴζει μὲ τὴ σοφία του.


Ἐρώτηση: Ἄκουσα προηγουμένως ποὺ εἴπατε ὅτι ὅταν κάποιος ἀσχοληθεῖ σοβαρὰ διὰ βίου μὲ τὸ ἔργο τῆς ἀγάπης γιὰ τὸν συνάνθρωπο, ἀκόμη κι ἂν δὲν προσεύχεται, ἔχει τὴν εὐκαιρία νὰ σώσει τὴν ψυχή του. Ἐπειδὴ ἡ ἴδια δὲν τὰ πάω καλὰ μὲ τὶς προσευχές, ὅμως δὲν μπορῶ ν᾿ ἀντιληφθῶ τί εἶναι αὐτὴ ἡ ἀγάπη στὸν συνάνθρωπο. Δηλαδὴ ποιὸ εἶναι τὸ μέτρο, ποιὸ εἶναι τὸ ὅριο. Τὸ νὰ πῶ μία καλὴ κουβέντα, τὸ νὰ βγῶ σὰν πρόσκοπος καὶ νὰ κάνω τὴν καλὴ πράξη; Ὑπάρχει μέτρο; Πῶς μπορεῖ νὰ εἶμαι σίγουρη ὅτι ἔκανα τὸ καλό; Αὐτὸ εἶναι μία ἀγωνία ποὺ αἰσθάνομαι, γιατί ἐμένα ἂν μοῦ κάνει κάποιος κάτι, εἶμαι ἕτοιμη νὰ τὸν κατασπαράξω. Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ μέτρο; Ἐκεῖ εἶναι ἡ δυσκολία. Ἔχω ἐλπίδα νὰ σωθῶ; Ἅμα δὲν προσεύχομαι καὶ δὲν μάθω καὶ ν᾿ ἀγαπῶ τί ἔκανα;

Ἀπάντηση: Νὰ ξέρουμε ὅτι τὴν Εὐαγγελικὴ Ἀγάπη δὲν μποροῦμε νὰ την βροῦμε οὔτε μέσα μας, οὔτε γύρω μας. Ὅτι ἡ Εὐαγγελικὴ Ἀγάπη ἀρχὴ ἔχει τὴν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐστὶ Ἀγάπη, Εἰρήνη κλπ.

Ἐμεῖς μέσα μας ἔχουμε τὴ φυσικὴ ἀγάπη ποὺ αὐτὸ εἶναι ὑποκατάστατο ἀγάπης, ἕνα συναίσθημα, δὲν εἶναι αἴσθηση καρδίας, ἕνα συναίσθημα, τὸ ὁποῖο ὅμως δὲν πρέπει νὰ τὸ δίνουμε καὶ πολλὴ σημασία. Γιατὶ τὸ συναίσθημα πολλὲς φορὲς μᾶς ἐκτρέπει ἀπὸ τὴν ὀρθὴ ζωή. Κι ὅταν ἀγαποῦμε πολὺ μὲ τὸ συναίσθημα κι ἐκεῖ πάλι μπορεῖ νἄχουμε ἐκτροπή. Ἀλλὰ πολὺ περισσότερο ὅταν αὐτὴ ἡ ἀγάπη πλήττεται, ἐπειδὴ εἶναι συμφεροντολογικὴ ἀγάπη, εἶναι ἰδιοτελὴς ἀγάπη. Τὴν δίνουμε γιὰ νὰ πάρουμε, μὲ ὑστεροβουλία. Ὅταν ὅμως πλήττεται αὐτὸ τὸ συναίσθημα ἀμέσως μεταφέρεται καὶ γίνεται ἀντιπάθεια. Ὁπότε δὲν χρειάζεται νἄχουμε ἐμπιστοσύνη σ᾿ αὐτό. Τί θἄχουμε ἐμπιστοσύνη; Στὴν Ἀγάπη ποὺ θὰ πάρουμε ἀπὸ τὸν Θεό.

Πῆγε ἕνας Μοναχὸς καὶ ζήτησε ἀπὸ ἕνα Γέροντα νὰ τοῦ πεῖ, τί νὰ κάνει σὰν Μοναχός; Καὶ τοῦ λέει: Ν᾿ ἀγαπήσεις τὸ Θεό. Κι αὐτὸς ψάχνει νὰ βρεῖ τὴν Ἀγάπη γιὰ τὸ Θεό. Πουθενά. Ὅπως λέτε ἐσεῖς τώρα: Ἐγὼ δὲν βρίσκω Ἀγάπη πουθενά. Τί νὰ κάνω; Τί ἔκανε ὅμως. Ἐπειδὴ ἤθελε πολὺ ν᾿ ἀγαπήσει, πῆγε ἔψαξε στὰ βιβλία καὶ εἶδε πῶς συμπεριφέρονται αὐτοὶ ποὺ ἀγαποῦσαν τὸ Θεό. Κι ἔκανε πράγματα σὰν ν᾿ ἀγαποῦσε τὸ Θεό. Καὶ μετὰ ἀπὸ 30 χρόνια, λέει, ὁ Θεὸς τοὔδωσε τὴν Ἀγάπη.


Ἐρώτηση: Νὰ περάσω στὸ πρῶτο θέμα σχέση ψυχιάτρου-ψυχολόγου μὲ τὸν Πνευματικό. Σήμερα εἶναι δυνατὸ νὰ συνεργαστεῖ ἕνας ψυχίατρος - ψυχολόγος νὰ χειραγωγήσει ἕναν ἀσθενῆ πρὸς τὸν Πνευματικό; Μπορεῖ νὰ συνεργαστεῖ ὁ ἀσθενής, ὁ ψυχολόγος καὶ ὁ Πνευματικός;

Ἀπάντηση: Ἔχουμε τέτοιες περιπτώσεις. Ἡ δική μου μικρὴ πεῖρα σ᾿ αὐτὰ τὰ ζητήματα εἶναι ἡ ἑξῆς: Μπορεῖ νὰ γίνει ὅταν κανεὶς ξέρει τὸ μέτρο δράσεώς του. Ὅταν γνωρίζει μέχρι ποίου σημείου μπορεῖ νὰ δράσει, τότε μπορεῖ νὰ δώσει τὴν δυνατότητα καὶ στὸν ἄλλο νὰ δράσει. Πάντα πρέπει νὰ ὑπάρχει ἡ ταπείνωση, νὰ ἀποδέχεται ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ὅταν μία ἀσθένεια ψυχικὴ φθάνει νὰ τραυματίσει τὸν ἄνθρωπο στὸ νευροπαθητικό του στοιχεῖο, ὁ Πνευματικὸς παρ᾿ ὅλο ποὺ μπορεῖ νὰ τοῦ ἀπαλείψει τὴν αἰτία τῆς ἀσθένειας, δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ ἀπαλείψει τὸ ἀποτέλεσμα, τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ τὸ βοηθήσει ἕνας Ἰατρός.

Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος πάθει νευρικά, ἕνα φάρμακο τοῦ δίνει μία ὑποστήριξη. Κι αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ ἀρνούμαστε. Θἆναι ἄδικο ν᾿ ἀφήνουμε τὸν ἄνθρωπο νὰ πάσχει, λέγοντας ἐπιμόνως, ὅτι ἐγὼ μόνος θὰ σὲ θεραπεύσω, - ὅπως ἐπίσης ἕνας ἰατρός, ὅταν βλέπει ὅτι ἕνας ἄνθρωπος ἐμφορεῖται ἀπὸ πνεῦμα πονηρὸ καὶ βλέπει ὅτι δὲν ἐμπίπτει στὶς δικές του γνώσεις αὐτὴ ἡ πραγματικότητα καὶ στὶς δικές του δυνατότητες, τότε ἄνετα πρέπει νὰ τὸν φέρει στὸν Πνευματικό, - μ᾿ ἄλλες μεθόδους, κι ὅπως τὸ κάνουμε, στὴ Κατερίνη ἔχουμε ἕνα ψυχίατρο τὸν κ. Ἀϊβαζιὰν καὶ ἐδῶ εἶναι ὁ κ. Μπακογιάννης, ὁ κ. Ζέπας, μὲ τοὺς ὁποίους συνεργαζόμεθα γιὰ τέτοιες περιπτώσεις. Γιατὶ εἶναι μερικὲς παθήσεις ποὺ δὲν ἔχουν καθόλου τὴν ἀρχή τους σὲ συγκρούσεις ἐνοχικές, ἐσωτερικές, π.χ. ἕνας ἄνθρωπος ἔπαθε μία φοβία καὶ ἡ φοβία αὐτὴ τοῦ τάραξε τὰ νεῦρα, τὸ ἐσωτερικό του σημεῖο τῶν νεύρων, τὰ ὁποῖα ταραγμένα νεῦρα τοῦ προκαλοῦν φοβερὲς θλίψεις ἐσωτερικές. Κι ἂν τοῦ δώσει μία ὑποβοήθηση μὲ τὸ φάρμακο ὁ Ἰατρὸς μπορεῖ νὰ τοῦ ἀπαλλάξει λίγο τὴν ἐσωτερική του δυσκολία. Ἂν ὑπάρχουν σωστές, ἂς ποῦμε, ἀντιλήψεις γιὰ ὅλα αὐτὰ γίνεται συνεργασία. Συνήθως ὅμως κι ἀπ᾿ τὶς δυὸ πλευρὲς ἔχουμε ἀρνήσεις. Οὔτε ὁ Ἰατρὸς πιστεύει στὴ δύναμη τοῦ Πνευματικοῦ. Ἀκόμη καὶ Θεολόγοι Καθηγητές, μερικὲς φορές, πιστεύουν ὅτι ὁ Πνευματικὸς εἶναι ἕνας ψυχαναλυτής. Ὅτι δὲν κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ ἀποκαλύπτει τὰ σφάλματα τῶν ἄλλων. Λάθος αὐτό. Αὐτὸ εἶναι μία ὄψη. Η ἄλλη ὄψη εἶναι ἡ διάδοση, ὅπως εἶπα, ἡ Θεραπευτικὴ διάδοση τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ποὺ φέρει καὶ σὰν ἱερεὺς καὶ σὰν ἔμπειρος Χριστιανός, ποὺ ζεῖ μερικὰ πράγματα.

Θὰ σᾶς πῶ μία ἱστορία ποὺ εἶχα σὰν Πνευματικὸς μ᾿ ἕνα ἀνδρόγυνο. Στὴν ἐποχὴ τῆς κατοχῆς ἕνα ἀνδρόγυνο ἀντιστασιακό, στὴ Κρήτη, τἄβαλε μὲ τοὺς Γερμανούς. Ὅταν ἐπεκράτησαν οἱ Γερμανοί, ἀντελήφθησαν ποιοὶ ἦταν ἀντιστασιακοί, ἐντόπισαν τὸ ἀνδρόγυνο καὶ τὸ πῆγαν στὴ Γερμανία, στὸ Νταχάου. Χώρισαν τὶς γυναῖκες ἀπὸ τοὺς ἄνδρες καὶ τοὺς ἄνδρες τοὺς σκότωναν στὰ ἐκτελεστικὰ ἀποσπάσματα. Αὐτὸν λοιπὸν τρεῖς φορὲς τὸν κάλεσαν νὰ πάει στὸ ἐκτελεστικὸ ἀπόσπασμα, ἀλλὰ κατὰ μυστηριώδη τρόπο δὲν τὸν πῆραν τὶς δυὸ φορές. Τὴν τρίτη φορὰ τὸν πῆραν καὶ τὸν ἔστησαν στὸ τοῖχο. Τὴν ὥρα ποὺ πῆγαν νὰ πυροβολήσουν αὐτὸς σὲ κλάσματα δευτερολέπτου, πρὶν ρίξουν τὶς βολές, πέφτει κάτω μαζὶ μὲ τ᾿ ἄλλα τὰ πτώματα. Ὅλοι ἀντιλήφθηκαν ὅτι πέθανε. Πληροφόρησαν τὴν γυναῖκα του, ὅτι σκοτώθηκε. Μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια ἡ γυναῖκα τοῦ πῆγε νὰ δεῖ ποὺ τὸν θάψανε, νὰ πάρει τὰ ὀστά του, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση κι ἐκεῖ συνάντησε τὸν ἄνδρα της. Καὶ μετὰ ἦρθαν στὴ Κρήτη καὶ συνέχισαν τὴν ἀντιστασιακή τους ζωή, ὄχι ἐνάντια τῶν Γερμανῶν, ἀλλὰ ἐνάντια της ψυχῆς τους καὶ τοῦ Θεοῦ. Τί ἔπαθαν; Ἔπαθαν αὐτὸ ποὺ εἶπα: Συγκρούσεις ἐσωτερικές, μελαγχολίες φοβερές. Καὶ οἱ δυὸ ἔξυπνοι ἄνθρωποι κὶ ἄρχισαν νὰ προσπαθοῦν νὰ βροῦν ἰατροὺς νὰ θεραπευτοῦν. Κὶ ἔπεσαν σ᾿ ἕνα Χριστιανὸ ἰατρό, ὁ ὁποῖος δὲν τοὺς γνώρισε καθόλου τὴν ἰδιότητά του ὡς Χριστιανός, παρὰ μόνο σὰν ἰατρὸς καὶ ἄρχισε νὰ τοὺς βοήθα χρόνια ὁλόκληρα. Ἤθελε ἐπὶ χρόνια νὰ τοὺς κερδίσει τὴν ἐμπιστοσύνη. Ἐπειδὴ ἦταν χαριτωμένος ἄνθρωπος κι ὁ λόγος του ἔπιανε πάνω στὶς ψυχές, ἦρθε ἡ ὥρα ποὺ αἰχμαλωτίστηκαν στὸν ψυχολόγο. Κι ὅταν εἶδε αὐτὸς ὅτι ἦταν ἕτοιμοι νὰ δεχθοῦν ὁποιοδήποτε λόγο τοὺς λέει: Ἐγὼ τὸ ἔργο τὸ δικό μου μέχρι ἐδῶ ἔφθασε. Ἔχω νὰ σᾶς ὑποδείξω κάπου ἀλλοῦ νὰ πᾶτε ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα. Ὅπου μᾶς πεῖς τοῦ λένε. Καὶ τοὺς λέει: Θὰ πᾶτε στὸν Πνευματικό. Αὐτοὶ ὅμως εἶναι ἄθεοι. Ἐπειδὴ ὅμως ἐμπιστεύτηκαν τὸν λόγο τοῦ ἰατροῦ πῆγαν στὸν Πνευματικό. Κι ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ἄρχισε ἡ διαδικασία ὄχι ἁπλῶς τῆς θεραπείας, ἀλλὰ τῆς Θεογνωσίας. Ἐρχόντουσαν κάθε καλοκαίρι στὴ Κατερίνη καὶ παραθέριζαν. Εἶχαν ἕνα μικρὸ χρυσοχοεῖο καὶ ἔκαναν κοσμήματα, κι ἔρχονταν ἐπάνω στὸ Μοναστῆρι καὶ μοῦ εἶπαν ὅλη αὐτὴ τὴν ἱστορία σὰν μία κινηματογραφικὴ ταινία, μὲ λεπτομέρειες, ποὺ ἂν σᾶς τὶς πῶ θὰ φύγουν τὰ μαλλιά σας. Σὰς τὴν λέω περιληπτικά. Τὸ γεγονὸς ποιὸ εἶναι; Ὅτι αὐτοὶ ἀντιλαμβάνονται αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὅτι ἡ θεραπεία τοῦ ἰατροῦ μέχρι ξέρουν καὶ ἀντιλαμβάνονται μέχρι ποιοῦ σημείου ἔφτασε καὶ ὅπως ἐπίσης ἀντιλαμβάνονται ἀπὸ ποὺ ἄρχισε ἡ πραγματική τους θεραπεία καὶ ἡ πραγματική τους Θεογνωσία.

Μέσα στὴν Οἰκουμένη ἂν ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ συνεργασία κι οἱ παράγοντες δηλαδή, ἑνὸς Ἔθνους ἂν συνεργάζονταν μεταξύ των κι ὁ καθένας προσέδιδε τὶς δικές του ἐμπειρίες, δὲν θἄχαμε προβλήματα στὶς κοινωνίες.

Μοῦ κάνει πολλὴ ἐντύπωση, ἄνθρωποι, παράγοντες τῆς κοινωνίας ποὺ μιλᾶνε γιὰ πολὺ σοβαρὰ θέματα καὶ μαζεύονται πολλοὶ ἄνθρωποι καὶ μάλιστα ἄσχετοι πολλὲς φορὲς κι ἔχουν τὴν Ἐκκλησία ἀπ᾿ ἔξω. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὸν πρῶτο λόγο στὴν καθολικὴ ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι σ᾿ ἕνα μέρος τοῦ ἀνθρώπου. Ὄχι στὸ νοῦ γιὰ τὴν μόρφωση. Ὄχι στὰ νεῦρα γιὰ τὴν θεραπεία. Ὄχι στὴ ψυχὴ γιὰ τὴν ψυχολογικὴ θεραπεία. Ἀλλὰ στὴν καθόλου ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ ἂν καμμιὰ φορὰ πάει κανεὶς καὶ δοῦν ὅτι ἔχει λόγο, μὲ πολὺ πεῖσμα τὸν ἀποτρέπουν ἀπὸ τὴν παρέα τους. Γιατί; Γιὰ νὰ ἐπικρατήσουν οἱ τυφλοί.

Ἔχουμε τὸν φθόνο, ἔχουμε τὴν δυσκολία, ἔχουμε τὸν ἐγωισμό, τὴν ὑπερηφάνεια, ποὺ εἴπαμε, δὲν ἀφήνει νὰ δοθεῖ εὐκαιρία στὸν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἔχει μερικὲς ἐμπειρίες. Δὲν στηριζόμαστε ἐμεῖς σὰν Χριστιανοὶ σὲ μερικὰ κολυβογράμματα ποὺ μαθαίνουμε, κι ὅπως μαθαίνουμε ὅλοι. Αὐτὰ τὰ κοινὰ πράγματα, ἄλλος λίγο, ἄλλος πολύ, τὰ ξέρουν σήμερα. Ἀλλὰ τὰ καινὰ πράγματα δὲν τὰ ξέρουν πολλοί, κι αὐτοὶ ποὺ τὰ ξέρουν πρέπει νὰ τὰ παρουσιάζουν καὶ ἐπειδὴ αὐτοὶ δὲν παρουσιάζονται μόνοι, ὅπως λέει ἕνας Ἁγιορείτης <Ἡ ἀρετὴ δὲν εἶναι ροῦχα πλυμένα νὰ τὰ βάλεις στὴν κρεμάστρα>, ἀλλὰ τρέχουν νὰ κρυφτοῦν στὶς σπηλιὲς καὶ τὰ ὄρη γιὰ νὰ διατηρήσουν αὐτὸν τὸ θησαυρό. Κι ὅταν τοὺς ψάξεις νὰ τοὺς βρεῖς καὶ τοὺς βάλλεις ἐπὶ τῇ λυχνίᾳ τότε θὰ τὸ θεωρήσουν θέλημα Θεοῦ, τότε αὐτοὶ θὰ μεγαλουργήσουν.

Ὅσο ἐνεργοῦσαν αὐτοὶ οἱ Πατέρες στὴν Οἰκουμένη, τόσο δημιουργοῦνταν μία κοινωνία μὲ ὅλα τὰ ὡραιότερα πράγματα ποὺ μποροῦσε νὰ ἔχει. Ἔτσι ἐπέζησε μία κοινωνία δύο χιλιάδες χρόνια καὶ ἐπὶ τοῦ Βυζαντίου. Ποιὰ κοινωνία ἐπέζησε μ᾿ αὐτόν τὸν τρόπο ποὺ ἐπέζησε τὸ Βυζάντιο; Τὸ Βυζάντιο θεωρεῖτο ἀπὸ τὶς γύρω κοινωνίες ὡς τὸ Φιλάνθρωπο Ἔθνος. Ποιὸς τοὔδωσε αὐτὴν τὴν ἱκανότητα νἆναι Φιλάνθρωπο Ἔθνος, ἂν δὲν ὑπῆρχε ἡ ψυχὴ τοῦ Ἔθνους ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία καὶ νὰ ἦταν καὶ σήμερα, δηλαδή, νὰ μὴν εἶναι ἕνα ἐπὶ μέρους τῆς κοινωνίας, ἀλλὰ νὰ εἶναι τὸ περιέχον ὥστε ὅλοι ν᾿ ἀναφέρονται πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση.

Νομίζω ὅτι εἶναι πολὺ βασικὸ σφάλμα τῶν Νεοελλήνων, σφάλμα καὶ δικό τους, ἀλλὰ καὶ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἐργάστηκαν πρὸς αὐτὴν τὴν ἀλλοτρίωση καὶ εἶναι φοβερὸ σφάλμα, νὰ βγάζουμε τὸ βασικότερο παράδειγμα ἔξω ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς κοινωνίας καὶ νὰ βάζουμε τὰ πιόνια πάνω στὴ καθέδρα τῆς κοινῆς ζωῆς καὶ νὰ παρουσιάζουν καὶ ὅ,τι αὐτοὶ ἔχουν. Κουκιὰ ἔχεις, κουκιὰ μαρτυρᾷς. Ὑπάρχουν ἄλλοι ποὺ δὲν τρῶνε κουκιά, ὑπάρχουν ἄλλοι ποὺ τρῶνε καλὰ φαγητά.

Πρόσφερε τοὺς αὐτοὺς στὴν κοινωνία νὰ δεῖς πόσο θὰ ὠφελήσουν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν συμφέρει. Ἂν βάλουμε αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐνεργήσουν πάνω στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, τότε θὰ τοὺς ἐγκαταλείψουν, ὅπως ἤδη ἐγκαταλείπονται αὐτοὶ ποὺ ψευδῶς φέρονται ἐναντίον τῆς ἀλήθειας τῶν ἀνθρώπων.

Μὲ συγχωρεῖτε ποὺ σᾶς κουράζω, νομίζω, μερικὲς φορὲς ἔχω τὴν ἐπιθυμία νὰ προσφέρω αὐτὸ ποὺ βρίσκουμε μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σὰν ἕνα ἀναφαίρετο πλοῦτο, σὰν ἕνα πλοῦτο ποὺ δὲν τὸν ἔχει κανένα Ἔθνος, ποὺ τὸ φέρνουμε ἐμεῖς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς γεννήσεώς μας καὶ προσπαθοῦμε μὲ διάφορους τρόπους νὰ τὸ βγάλουμε ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων.


Ἐρώτηση: Ἀντὶ νὰ ἀπαλλαγεῖ κάποιος ἀπὸ τὸν ψυχίατρο πέφτει σὲ σκληρότερα πράγματα. Μπορεῖτε νὰ μᾶς πεῖτε τί ἐννοεῖτε μ᾿ αὐτό;

Ἀπάντηση: Ὅταν ἕνας ποὺ ἔχει προσωπικὰ πάθη, ποὺ ἔχει προσωπικὴ ἀκαθαρσία κι ἔρχεται σ᾿ ἐπαφὴ μ᾿ ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος κι ἐκεῖνος φέρνει τὶς προσωπικές του ἀδυναμίες, δὲν μπορεῖ νὰ γίνει ἄλλη ἀντιμετάδοση, ἡ ἀντιμετάδοση θὰ εἶναι ἡ ἐμπειρία τοῦ καθενός.

Πρακτικά· ὅταν ἕνας, ἂς ποῦμε, εἶναι φιλήδονος καὶ πάει νὰ ἐξασκήσει τὴν ἰατρική του ἐπιστήμη, δὲν θὰ ἐνεργήσει ἡ ἐπιστήμη ποὺ ἀναφέρεται στὸ λογισμό. Γιατὶ ἡ ἐπιστήμη συνήθως ἀναφέρεται στὴ φαντασία, στὸ νοῦ καὶ στὴ συνέχεια στὴ λογική. Θὰ ἐνεργήσει τὸ ἰσχυρότερο στοιχεῖο, ποὺ εἶναι μάλιστα τὸ ἄλογο στοιχεῖο. Θὰ ἐνεργήσει ἡ σάρκα, ἡ ὁποία δὲν ἔχει λογικὴ συνέπεια, ἐὰν δὲν χαλιναγωγεῖται ἀπὸ τὸ λογικὸ τοῦ ἀνθρώπου κι ἂν τὸ λογικὸ δὲν ἐμφορεῖται ἀπὸ κάτι ἀνώτερο καὶ δὲν ἔχει τὸν Φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ, σίγουρα θὰ ἐνεργήσει ἀργὰ ἢ γρήγορα καὶ θὰ πέσει μέσα στὴ διαδικασία τῆς φιληδονίας.

Αὐτὸ εἶναι τὸ ἕνα, τὸ ἄλλο εἶναι ἡ διαδικασία τῆς ὀπαδοποιήσεως. Ἕνας ποὺ θέλει νὰ κάνει ὀπαδούς. Αὐτὸ εἶναι μία ἐγωκεντρικὴ προσφορὰ ποὺ ἢ θὰ ἀσθενήσει τὸν ἄνθρωπο περισσότερο ἢ θὰ τὸν κάνει κι ἐκεῖνον ἐγωκεντρικὸ καὶ αὐτὸ θὰ τὸν βασανίζει σ᾿ ὅλη του τὴ ζωή.

Σᾶς εὐχαριστῶ πάρα πολύ. Ὁ Θεὸς νὰ σᾶς δίνει κουράγιο.


Εὐχαριστοῦμε τὸν π. Μάξιμο γιὰ τὴν εἰσήγηση. Μᾶς παρουσίασε ἐμπεριστατωμένα τὸ θέμα μὲ βάση τὴν Ὀρθόδοξη Πνευματικότητα καὶ ταυτόχρονα καὶ τὴ σύγχρονη πραγματικότητα. Ἦταν ἰδιαίτερη χαρὰ γιὰ μᾶς ποὺ τὸν εἴχαμε κοντά μας. Ἂς εὐχηθοῦμε ὅτι θἄχουμε κι ἄλλες εὐκαιρίες νὰ τὸν ἔχουμε κοντά μας.


Ἡ ἀπομαγνητοφώνηση τῆς ὁμιλίας καὶ ἡ δακτυλογράφηση τοῦ κειμένου ἔγινε ἀπὸ τὴν Φωτεινὴ Τριαντοπούλου καὶ την Γλυκερία Σιμώτα. Θεσσαλονίκη, Σεπτέμβριος 1998

Προέλευση κειμένου: http://www.pigizois.net/I_M_Ag_Dionysioy/