Ἡ σοφία εἶναι ἡ βασικὴ ἰδέα τοῦ βιβλίου τοῦ Σειράχ. Αὐτὴ κατευθύνει τὴν σκέψιν του. Αὐτὴν καὶ προβάλλει στοὺς ἀναγνῶστες τοῦ βιβλίου του σὰν τρόπον ζωῆς καὶ σὰν βάσιν καὶ προϋπόθεσιν διὰ τὴν βίωσιν τῶν ἠθικῶν ἀληθειῶν καὶ σὰν μέσο κατακτήσεως τῆς πραγματικῆς εὐτυχίας. Ποιὰ ὅμως εἶναι ἡ σοφία, ποὺ τόσον συγκινεῖ τὸν θεόπνευστον Σειράχ;
«Πᾶσα σοφία παρὰ Κυρίου καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἔστιν εἰς τὸν αἰῶνα... Κύριος αὐτὸς ἔκτισεν αὐτὴν καὶ εἶδε καὶ ἐξηρίθμησεν αὐτὴν καὶ ἐξέχεεν αὐτὴν ἐπὶ πάντα τὰ ἔργα αὐτοῦ, μετὰ πάσης σαρκὸς κατὰ τὴν δόσιν αὐτοῦ, καὶ ἐχορήγησεν αὐτὴν τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (α´, 1, 9-10).
Διακηρύσσει κατ᾿ ἀρχὴν ὁ σοφὸς Σειρὰχ ὅτι ἡ πηγὴ κάθε εἴδους σοφίας εἶναι ὁ Κύριος καὶ Θεὸς καὶ ὅτι σ᾿ Αὐτὸν ἡ σοφία εἶναι αἰώνια, ὅπως αἰώνιος εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ὁ Κύριος ὁ ἴδιος δημιούργησε τὴν σοφία καὶ τὴν κατέχει καὶ τὴν ἐξερευνᾷ σ᾿ ὅλο τῆς τὸ βάθος, ἀλλὰ καὶ τὴν χορηγεῖ σ᾿ ὅλα του τὰ πλάσματα. Σύμφωνα δὲ μὲ τὸ μέτρο τῆς χάριτος τοῦ τὴν βάζει μέσα σὲ κάθε ἄνθρωπον. Ἰδιαίτερα ὅμως τὴν χορηγεῖ στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τὸν ἀγαποῦν. Εἶναι δὲ ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ μεγάλη καὶ ἀνεξερεύνητη στὸ ἀνθρώπινο λογικό. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ σοφὸς Σειρὰχ τονίζει:
«Ἄμμον θαλασσῶν καὶ σταγόνας ὑετοῦ καὶ ἡμέρας αἰῶνος τὶς ἐξαριθμήσει; ὕψος οὐρανοῦ καὶ πλάτος γῆς καὶ ἄβυσσον καὶ σοφία τὶς ἐξιχνιάσει;... Ρίζα σοφίας τίνι ἀπεκαλύφθη; καὶ τὰ πανουργεύματα αὐτῆς τὶς ἔγνω;» (α´, 2-3, 6).
Ὅσον λοιπὸν εἶναι δυνατὸν στὸν ἄνθρωπον νὰ μετρήση τοὺς κόκκους τῆς ἄμμου τῶν θαλασσῶν ἢ τὶς σταγόνες τῆς βροχῆς ἢ τὶς ἡμέρες τῶν αἰώνων τοῦ παρελθόντος, ἢ ὅσον θὰ ἠμποροῦσαν ἕνας νὰ ἐξιχνιάσῃ τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ ἢ τὸ πλάτος τῆς γῆς ἢ τὰ βάθη τῆς ἀβύσσου, ἄλλο τόσον θὰ ἦτο δυνατόν σε κάποιον νὰ μετρήση τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ σ᾿ ὅλην της τὴν ἔκτασιν. Καὶ ὅπως κανένας δὲν θὰ εὕρῃ ποτὲ τὴν ἀρχὴν τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ εἶναι ἄναρχος, ἔτσι καὶ κανένας δὲν θὰ ἀνακαλύψη τὴν ρίζαν τῆς θείας σοφίας μὲ βάσιν τὴν ὁποίαν ἐκαταρτίσθησαν καὶ ἐπραγματοποιήθησαν τὰ σχέδια τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου.
Παρ᾿ ὅλον ὅμως ποὺ ἡ θεία σοφία εἶναι ἀνεξιχνίαστη, εἶναι δυνατὸν νὰ κατακτηθῆ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Διότι αὐτὴ ἔχει καὶ πρακτικὴν ἀξίαν καὶ ἔννοιαν. Καὶ χαρακτηρίζει τὴν συμπεριφορὰν καὶ τὴν νοοτροπίαν τῶν θεοφοβούμενων καὶ δικαίων ἀνθρώπων. Γράφει δὲ σχετικὰ ὁ σοφὸς Σειράχ:
«Ἀρχὴ σοφίας φοβεῖσθαι τὸν Κύριον... Πλησμονὴ σοφίας φοβεῖσθαι τὸν Κύριον... Στέφανος σοφίας φόβος Κυρίου... Ρίζα σοφίας φοβεῖσθαι τὸν Κύριον». (α, 14, 16, 18, 20). «Ὁ φοβούμενος Κύριον ποιήσει αὐτό, καὶ ὁ ἐγκρατής του νόμου καταλήψεται αὐτὴν καὶ ὑπαντήσεται αὐτὴ ὡς μήτηρ καὶ ὡς γυνὴ παρθενίας προσδέξεται αὐτόν... Οὐ μὴ καταλήψονται αὐτὴν ἄνθρωποι ἀσύνετοι, καὶ ἄνδρες ἁμαρτωλοὶ οὐ μὴ ἴδωσιν αὐτὴν μακρὸν ἔστιν ὑπερηφανίας, καὶ ἄνδρες ψεύσται οὐ μὴ μνησθήσονται αὐτῆς» (ιε´, 1-2, 7-8).
Ἀρχίζει δηλαδὴ ἕνας νὰ γίνεται σοφὸς ἀπὸ τὴν ὥραν ποὺ τρέφει μέσα του φόβον καὶ σεβασμὸν πρὸς τὸν Κύριον. Ὅσην δὲ περισσότερην εὐλάβεια ἔχει κάποιος πρὸς τὸν Κύριον, τόσον καὶ πιὸ σοφὸς ἀποδεικνύεται. Καὶ ὁλοκληρωμένη καὶ τέλεια σοφία εἶναι ἡ θεοσέβεια. Πραγματικά, ρίζα καὶ ἀρχὴ τῆς σοφίας εἶναι ἡ εὐλάβεια καὶ ὁ φόβος πρὸς τὸν Κύριον. Διὰ τοῦτο καὶ ὅποιος στὴν πραγματικότητα φοβεῖται τὸν Κύριον, θὰ κάμνῃ αὐτό, ποὺ ἡ σοφία τοῦ ὑποδεικνύει. Ὅποιος δὲ μελετᾷ καὶ γνωρίζει καλὰ τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ, θὰ καταλάβη καὶ θὰ κάμῃ κτῆμα του τὴν σοφία. Αὐτὴ δὲ θὰ τὸν προϋπαντήσει καὶ θὰ τὸν ὑποδεχθῇ, κατὰ τὸν τρόπον ποὺ ἡ μητέρα ὑποδέχεται τὸ παιδί της καὶ ἡ νεαρὴ σύζυγος ὑποδέχεται τὸν ἀγαπημένον τῆς σύζυγον. Ἐνῷ ὅμως οἱ θεοσεβεῖς κατακτοῦν τὴν σοφία, οἱ ἀσεβὲς εἶναι ἀνίκανοι νὰ τὴν κατακτήσουν καὶ νὰ τὴν ἀπολαύσουν. Καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ οὔτε νὰ τὴν ἀτενίσουν θὰ ἠμπορέσουν. Καὶ οἱ ὑπερήφανοι θὰ μείνουν μακριά της. Καὶ οἱ ἄνθρωποι τοῦ ψεύδους οὔτε κἂν θὰ τὴν ἐνθυμηθοῦν.
Μόνον οἱ εὐσεβεῖς λοιπὸν καὶ μόνον ὅσοι μελετοῦν καὶ ἐμβαθύνουν καὶ ἐφαρμόζουν τὰ διδάγματα καὶ παραγγέλματα τοῦ θείου νόμου εἶναι σὲ θέσιν νὰ ἐκτιμήσουν τὴν ἀξίαν τῆς θείας σοφίας καὶ νὰ γίνουν κατὰ Θεὸν σοφοί.
Ποιὸ ὅμως εἶναι τὸ κέρδος καὶ οἱ πρακτικὲς ὠφέλειες, ποῦ ἔχουν ὅσοι κατακτοῦν τὴν θείαν σοφία; στὸ ἐρώτημα αὐτὸ ὁ σοφὸς Σειρὰχ ἀπαντᾷ ὡς ἀκολούθως:
«Μεθύσκει αὐτοὺς ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῆς» (α´, 16). «Ἡ σοφία υἱοὺς αὐτῆς ἀνύψωσε καὶ ἐπιλαμβάνεται τῶν ζητούντων αὐτήν. Ὁ ἀγαπῶν αὐτὴν ἀγαπᾷ ζωήν, καὶ οἱ ὀρθρίζοντες πρὸς αὐτὴν ἐμπλησθήσονται εὐφροσύνης. Ὁ κρατῶν αὐτῆς κληρονομήσει δόξαν, καὶ οὗ εἰσπορεύεται, εὐλογήσει Κύριος. Οἱ λατρεύοντες αὐτὴ λειτουργήσουσιν ἁγίῳ, καὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτὴν ἀγαπᾷ ὁ Κύριος. Ὁ ὑπακούων αὐτῆς κρίνει ἔθνη, καὶ ὁ προσέχων αὐτῇ κατασκηνώσει πεποιθῶς. Ἐὰν ἐμπιστεύσῃ, κατακληρονομήσει αὐτήν, καὶ ἐν κατασχέσει ἔσονται αἱ γενεαὶ αὐτοῦ» ιδ´, 11-16). «Ψωμιεῖ αὐτὸν ἄρτον συνέσεως καὶ ὕδωρ σοφίας ποτίσει αὐτόν. Στηριχθήσεται ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ οὗ μὴ κλιθῆ, καὶ ἐπ᾿ αὐτῆς ἔφεξα καὶ οὗ μὴ καταισχυνθῆ· καὶ ὑψώσει αὐτὸν παρὰ τοὺς πλησίον αὐτοῦ καὶ ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ἀνοίξει στόμα αὐτοῦ. Εὐφροσύνην καὶ στέφανον ἀγαλλιάματος καὶ ὄνομα αἰώνιον κατακληρονομήσει» (ιε´, 3-6). «Τῷ φοβουμένῳ τὸν Κύριον εὖ ἔσται ἐπ᾿ ἐσχάτων, καὶ ἐν ἡμέρᾳ τελεστῆς αὐτοῦ εὑρήσει χάριν» (α´, 13).
Χορταίνουν οἱ εὐσεβεῖς με τὸ παραπάνω ἀπὸ τοὺς γλυκεῖς καρπούς, ποὺ τοὺς χαρίζει ἡ θεία σοφία. Καὶ ὅσοι τὴν ἀποκτοῦν εὐφραίνονται πνευματικά. Διότι ἡ σοφία, σὰν φιλόστοργη μητέρα καὶ τροφὸς καὶ παιδαγωγός, ἀνυψώνει καὶ δοξάζει τὰ παιδιά της. Καὶ φροντίζει δι᾿ ἐκείνους, ποὺ ζητοῦν νὰ τὴν κατακτήσουν. Ὅσοι ἀγαποῦν τὴν σοφία, στὴν πραγματικότητα ἀγαποῦν τὴν εἰρηνικὴ καὶ εὐτυχισμένη ζωήν. Καὶ ὅσοι σηκώνονται πολὺ πρωί, διὰ νὰ μελετοῦν καὶ νὰ ἐμβαθύνουν στὰ νοήματά της, αὐτοὶ θὰ γεμίζουν ἀπὸ χαράν. Ὅσοι δὲ κατέχουν τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ καὶ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές της, αὐτοὶ θὰ κληρονομήσουν καὶ τὴν πραγματικὴ δόξα. Διότι σ᾿ ὅποιον εἰσέλθη ἡ σοφία, σ᾿ αὐτὸν ὁ Κύριος χαρίζει καὶ τὴν εὐλογία του. Ὅσοι ὑπηρετοῦν τὴν σοφία, αὐτοὶ καὶ προσφέρουν στὸν ἅγιον Θεὸν λατρείαν εὐάρεστην. καὶ ὅσοι ἀγαποῦν τὴν θείαν σοφία, θὰ ἀγαπηθοῦν καὶ ἀπὸ τὸν Κύριον. Ἔτσι ἡ σοφία γίνεται ὁ συνδετικὸς κρίκος μεταξὺ τῶν εὐσεβῶν καὶ τοῦ Κυρίου. Ἀλλὰ καὶ ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὅποιος ἐμπνέεται ἀπὸ τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ, ἀναδεικνύεται ἐπιφανὴς καὶ ἱκανὸς νὰ κατευθύνῃ ἄλλους. Καὶ ὅποιος προσέχει στὰ παραγγέλματα τῆς θείας σοφίας, αὐτὸς θὰ κατοικῇ ἥσυχος καὶ ἀσφαλισμένος στὸ σπίτι του καὶ δὲν θὰ αἰσθάνεται κανένα φόβον. Ὅποιος δὲ ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτόν του στὴν σοφία, καὶ ὁ ἴδιος θὰ κληρονομήση τὰ δῶρα της, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀπογόνους του θὰ βοηθήση νὰ γίνουν μέτοχοι σ᾿ αὐτά.
Ἀκόμη ἡ θεία σοφία χορταίνει τὸν κάτοχόν της μὲ τὰ πνευματικὰ τῆς δῶρα. Τοῦ χαρίζει, σὰν πνευματικὸν ἄρτον, τὴν σύνεσιν καί, σὰν πνευματικὸ ποτό, τὴν θεογνωσία. Ἔτσι ὁ κάθε θεοσεβὴς θὰ στηρίζεται πάνω στὴν σοφία καὶ δὲν θὰ κλονισθῇ ποτέ. Θὰ προσκολληθῆ σ᾿ αὐτὴν καὶ ἔτσι ποτὲ δὲν θὰ ἐντροπιασθῇ, ἀφοῦ δὲν θὰ παρασυρθῆ σὲ ἀτοπήματα καὶ ἁμαρτήματα. Ἡ σοφία τὸν θεοσεβῆ ἄνθρωπον θὰ τὸν ἀναδείξη ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους τοῦ περιβάλλοντός του καὶ θὰ τὸν βοηθᾷ νὰ ἀνοίγῃ τὸ στόμα του μὲ θάρρος καὶ νὰ διδάσκῃ τὰ ὀρθὰ ἀνάμεσα σὲ συνάξεις τοῦ λαοῦ του.
Τονίζει ἰδιαίτερα ὁ σοφὸς Σειρὰχ ὅτι ἡ ἐσωτερικὴ εὐφροσύνη καὶ ἡ ὁλοκληρωμένη δόξα καὶ ἡ τιμὴ καὶ καλὴ φήμη θὰ συνοδεύουν αἰώνια τὸν θεοφοβούμενον ἄνθρωπον. Διότι αὐτὸς ὄχι μόνον στὶς ἥσυχες ἡμέρες τῆς ζωῆς του θὰ νοιώθῃ εὐτυχισμένος, ἀλλὰ καὶ θὰ ἐξασφαλίση καλὰ καὶ ἀνεπαίσχυντα τέλη τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. Τὸ σπουδαιότερο δέ, κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ θανάτου του, θὰ εὕρῃ χάριν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ λάβη σὰν κληρονομίαν τὴν αἰώνιαν εὐτυχίαν τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Διὰ τὴν κατάκτησιν τῆς θείας σοφίας χρειάζονται προσπάθειες παρατεταμένες καὶ κόποι πολλοί. Κατὰ τὸν σοφὸν Σειράχ, οἱ προσπάθειες διὰ τὴν ἀπόκτησιν τῆς σοφίας πρέπει νὰ ἀρχίζουν ἀπὸ τὴν νεανικὴν ἡλικίαν καὶ νὰ συνεχίζωνται μέχρι τέλους τῆς ζωῆς κάθε ἄνθρωπου. Διὰ τοῦτο καὶ συμβουλεύει:
«Τέκνον, ἐκ νεότητάς σου ἐπίλεξαι παιδείαν, καὶ ἕως πολιῶν εὑρήσεις σοφία. Ὡς ὁ ἀροτριῶν καὶ ὁ σπείρων πρόσελθε αὐτὴ καὶ ἀνάμενε τοὺς ἀγαθοὺς καρποὺς αὐτῆς· ἐν γὰρ τὴ ἐργασία αὐτῆς ὀλίγον κοπιάσεις καὶ ταχὺ φάγεσαι γεννημάτων αὐτῆς... ‘ν πάσῃ ψυχή σου πρόσελθε αὐτὴ καὶ ἐν ὅλῃ δυνάμει σου συντήρησον τὰς ὁδοὺς αὐτῆς. Ἐξίχνευσον καὶ ζήτησον καὶ γνωσθήσεται σοί, καὶ ἐγκρατὴς γενόμενος μὴ ἁφῆς αὐτὴν ἐπ᾿ ἐσχάτων γὰρ εὑρήσεις τὴν ἀνάπαυσιν αὐτῆς, καὶ στραφήσεται σοὶ εἰς εὐφροσύνην» (στ´, 18-19· 26-28)
Παιδί μου, δηλαδή, ἀπὸ τὴν νεαρή σου ἡλικία διάλεξε τὴν καλὴν διαπαιδαγώγησιν καὶ ἔτσι μέχρις ὅτου ἀσπρίσουν οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς σου θὰ ἐπιτύχης τὴν ἀληθινὴ σοφία.
Ὅπως κοπιάζει ἐκεῖνος ποὺ ὀργώνει καὶ σπέρνει, ἔτσι καὶ σὺ πλησίασε τὴν σοφία μὲ τὴν ἀπόφασιν νὰ κουρασθῆς καὶ περίμενε στὸν κατάλληλον χρόνον τοὺς καλούς της καρπούς. Διότι πρέπει πρῶτα νὰ κοπιάσης ὀλίγον, διὰ νὰ ἀπόλαυσης γρήγορα τοὺς καρπούς της. Πλησίασε λοιπὸν μ᾿ ὅλην σου τὴν καρδιὰν τὴν σοφία καὶ μ᾿ ὅλες σου τὶς δυνάμεις βάδισε τοὺς δρόμους της. Ἀκολούθησε τὰ ἴχνη της. Ἀναζήτησε τὴν καὶ θὰ τὴν εὕρης. Καὶ ὅταν πιὰ θὰ τὴν κατακτήσης, μὴ τὴν ἀφήσῃς ποτέ. Διότι στὸ τέλος τῶν προσπαθειῶν σου θὰ εὕρης σ᾿ αὐτὴν ἀνάπαυσιν. Καὶ τότε αὐτὴ θὰ μεταβληθῆ σὲ ἀφορμὴν χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεώς σου.
Στὸν καθένα λοιπὸν καὶ ἀπὸ μᾶς ὁ σοφὸς Σειρὰχ θὰ ὑπεδείκνυεν ὅτι, ἂν πραγματικὰ θέλουμε νὰ γίνουμε ἄνθρωποι συνετοὶ καὶ φρόνιμοι, πρέπει πρῶτα νὰ ἐφαρμόσουμε τὶς θεῖες ἐντολές. Καὶ τότε ὁ Κύριος, τονίζει, θὰ μᾶς χαρίση τὴν ἰδικήν του σοφία.
«Ἐπεθύμησας σοφία; διατήρησον ἐντολάς, καὶ Κύριος χορηγήσει σοι αὐτήν» (α´ 26).